Κυριακή 11 Ιουλίου 2021

Αρχαίο Φρούριο Αιγοσθένων


  (Π2), ο δεύτερος πύργος της ανατολικής οχύρωσης, βρίσκεται σε απόσταση 56 μ. βορείως του Νοτιοανατολικού Πύργου και δίπλα στην πυλίδα που οδηγεί στην ακρόπολη. Είναι σχεδόν τετράγωνος σε κάτοψη, με μήκος πλευράς 5,30-5,50 μ. Σώζεται σε μέγιστο ύψος 10,50 μ. και αρχικά είχε δύο ορόφους. Στη δυτική και νότια πλευρά του πύργου έχουν προσαρτηθεί τα βυζαντινά κελιά της μονής του Αγίου Γεωργίου. Η είσοδος του πύργου βρίσκεται στη νότια πλευρά του και είναι προσπελάσιμη από το εσωτερικό του κελιού Κ1.4. Η πρόσβαση στον άνω όροφο θα γινόταν μέσω εξωτερικού κλιμακοστασίου.

4
Βορειοανατολικός Πύργος

Ο Πύργος 4 (Π4) βρίσκεται στη βορειοανατολική γωνία της ακρόπολης. Είναι τετράπλευρος, πλευράς περίπου 7,40 μ., με δύο ορόφους. Η πρόσβαση στον πύργο γινόταν από τη νότια πλευρά του. Λίθινη κλίμακα οδηγούσε από το εσωτερικό της ακρόπολης στον περίδρομο και στη θύρα του πύργου που βρισκόταν στη στάθμη του περιδρόμου. Η πρόσβαση στον άνω όροφο θα γινόταν πιθανώς μέσω εξωτερικής κλίμακας που θα ξεκινούσε από τον περίδρομο.

Μέχρι το 1981 η κατάσταση διατήρησης του πύργου ήταν εξαιρετικά καλή. Εξαιτίας του σεισμού, η νοτιοανατολική γωνία του μνημείου κατέρρευσε στη βραχώδη και απότομη ανατολική πλαγιά, συμπαρασύροντας τμήματα της νότιας και της ανατολικής τοιχοποιίας του. Επίσης, κατέρρευσαν λίθοι των ανώτερων τμημάτων της βόρειας και δυτικής πλευράς. Έκτοτε, ο πύργος παρουσίαζε έντονα στατικά προβλήματα και εικόνα ετοιμορροπίας.

Το 2013 ξεκίνησε το έργο αναστήλωσης του Βορειοανατολικού Πύργου με χρηματοδότηση από το ΕΣΠΑ και εκτέλεση από τη Διεύθυνση Αναστήλωσης Αρχαίων Μνημείων. Στο πλαίσιο του έργου εκτελέστηκε υποέργο από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Αθηνών που περιελάμβανε την περιμετρική ενίσχυση του μνημείου με ισχυρά ικριώματα, ανασκαφική διερεύνηση της θεμελίωσης και εργασίες συντήρησης του δομικού υλικού. Ως στόχος του συνολικού έργου τέθηκε η άρση των στατικών προβλημάτων του μνημείου και η μερική αναστήλωση και αποκατάστασή του. Σήμερα τα στατικά προβλήματα του πύργου έχουν επιλυθεί και το μνημείο έχει αναστηλωθεί σε ύψος που μας επιτρέπει να αντιληφθούμε την αρχική μορφή του. Το σύνολο του έργου αναμένεται να ολοκληρωθεί έως το τέλος του έτους.

5
Παλαιοχριστιανική βασιλική και Ι.Ν. Παναγίας ή Αγίας Άννας

Στην κάτω πόλη βρίσκονται τα ερείπια παλαιοχριστιανικής βασιλικής. Πρόκειται για πεντάκλιτη, ορθογώνιας κάτοψης βασιλική, με προεξέχουσα ημικυκλική αψίδα ιερού και νάρθηκα στη δυτική πλευρά, συνολικών διαστάσεων 25×20 μ. Η βασιλική ανήκει στον λεγόμενο ελληνιστικό τύπο, που δεν απαντά συχνά στην Αττική, και χρονολογείται στον πρώιμο 5ο αιώνα.

Οι εξωτερικές τοιχοποιίες είναι κατασκευασμένες από αργούς λίθους, σχετικά μικρού μεγέθους και ακανόνιστου σχήματος, μεταξύ των οποίων παρεμβάλλεται, ανά περίπου ένα μέτρο, μία μονή στρώση οριζόντιων οπτοπλίνθων. Περισσότερο επιμελημένης κατασκευής είναι ο τοίχος που διαχωρίζει το νάρθηκα από τον κυρίως ναό, στον οποίο ενσωματώνονται, σε όρθια θέση, μεγάλοι ορθογώνιοι δόμοι, προφανώς προερχόμενοι από τα τείχη του αρχαίου φρουρίου. Οι δόμοι λειτουργούν ως παραστάδες των θυρών επικοινωνίας με τον κυρίως ναό, με τα ενδιάμεσα τμήματα του τοίχου να πληρώνονται με αργολιθοδομή και άφθονο κονίαμα ως συνδετικό υλικό. Η ημικυκλική αψίδα του ιερού παρουσιάζει σχετικά μικρό πάχος και εσωτερικά περιτρέχεται στη βάση της από κτιστό πεζούλι, πλάτους 0,34 μ. και ύψους 0,55 μ. (εν είδει συνθρόνου).

Ο νάρθηκας επικοινωνούσε με τα πέντε κλίτη του κυρίως ναού μέσω ισάριθμων θυρών, εκ των οποίων η κεντρική ήταν ελαφρώς μεγαλύτερη ως προς το άνοιγμα από τις άλλες. Τέσσερις κιονοστοιχίες που έβαιναν σε στυλοβάτες χωρίζουν τον κυρίως ναό στα πέντε κλίτη. Οι δύο κεντρικοί στυλοβάτες απέχουν μεταξύ τους 5,90 μ., ενώ οι δύο πλευρικοί είναι στενότεροι και βρίσκονται σε απόσταση 2,85–3 μ. από τους κεντρικούς στυλοβάτες και 2,55 μ. από τους πλάγιους εξωτερικούς τοίχους του ναού. Από τους κίονες διατηρείται κατά χώραν μόνο μία ιωνική βάση, σε απόσταση 4,80 μ. από τον ανατολικό τοίχο. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με το συνολικό μήκος της βασιλικής, επιτρέπει τη διατύπωση της υπόθεσης ότι σε κάθε έναν από τους πλάγιους στυλοβάτες —πιθανόν και επί των κεντρικών— θα εδράζονταν επτά κίονες.

Ο κυρίως ναός διέθετε πιθανόν μία πλευρική θύρα στο μέσον περίπου της βόρειας πλευράς, όπου παρατηρείται κενό στον βόρειο τοίχο, καθώς και μία ακόμη θύρα στο δυτικό τμήμα της νότιας πλευράς, μέσω της οποίας επικοινωνούσε με το βαπτιστήριο.

Πρόκειται για κτίσμα ορθογώνιας κάτοψης, αποτελούμενο από εγκάρσιο στενό ορθογώνιο προθάλαμο ή φωτιστήριο, πλάτους 1,65 μ., στο βόρειο τμήμα, και τετράγωνο κυρίως χώρο βαπτίσματος, διαστάσεων 3,50×3,40 μ., στα νότια, στους τρεις τοίχους του οποίου διαμορφώνονται τυφλά αψιδώματα. Στο κέντρο υπήρχε κτιστή κολυμβήθρα, τετράγωνη εξωτερικά (1,25×1,25 μ.) και οκτάγωνη εσωτερικά, διαμέτρου 0,70 μ., η οποία βαθύτερα γίνεται εξάγωνη, με διάμετρο 0,38 μ. Τα τοιχώματα της κολυμβήθρας ήταν επενδυμένα με μαρμάρινες πλάκες. Οπή παροχέτευσης του ύδατος ανοίγεται στον επίσης μαρμάρινο πυθμένα.

Ανατολικά του βαπτιστηρίου εφάπτεται διμερής τραπεζιόσχημος χώρος, με εσωτερική επένδυση από υδραυλικό κονίαμα, πιθανόν δεξαμενή σχετιζόμενη με τη λειτουργία του βαπτιστηρίου.

Κατά τη διάρκεια των ανασκαφών που πραγματοποιήθηκαν το 1954 από τον καθηγητή Αν. Ορλάνδο αποκαλύφθηκαν τμήματα του επιδαπέδιου ψηφιδωτού διάκοσμου του μνημείου, ο οποίος κάλυπτε το κεντρικό κλίτος και το νάρθηκα της βασιλικής, καθώς και τον προθάλαμο του βαπτιστηρίου, και ανάγεται στα τέλη του 5ου–αρχές 6ου αιώνα.

Ο ψηφιδωτός διάκοσμος της βασιλικής αποτελείται ως επί το πλείστον από γεωμετρικά μοτίβα (τετράγωνα διάχωρα με ρόδακα, εγγεγραμμένο σε κύκλο, οκτάγωνο με εγγεγραμμένο τετράγωνο και συνεχόμενα τετράγωνα, διαχωριζόμενα σε τρίγωνα, παραλληλόγραμμα διάχωρα με σταυρούς σχηματιζόμενους από ρόμβους, κατά κορυφήν τετράγωνα και ακτινωτές πέλτες κ.ά.) και σχηματοποιημένα φυτικά θέματα (αλυσοειδής πλοχμός, ελισσόμενος βλαστός με κισσόφυλλα), ενώ στο νάρθηκα σώζεται και τμήμα ψευδοεμβλήματος, με παράσταση πτηνών που ραμφίζουν άνθη. Στο δάπεδο του προθάλαμου του βαπτιστηρίου εντοπίζεται ψηφιδωτή παράσταση με φολιδωτό μοτίβο και σπάραγμα ψηφιδωτού με αλυσοειδή πλοχμό και σπειρομαίανδρο.

Η βασιλική πιθανότατα καταστράφηκε τον 7ο αιώνα. Επάνω στα ερείπια του ανατολικού τμήματος του κυρίως ναού, μπροστά από την αψίδα του ιερού, κτίστηκε μικρό τρίκογχο ναΰδριο με κυλινδρικό τρούλο, αφιερωμένο στην Παναγία ή στην Αγία Άννα. Το ναΰδριο χρονολογείται στον 11ο–12ο αιώνα. Eίναι κατασκευασμένο, ως επί το πλείστον, από αρχαίο αρχιτεκτονικό υλικό σε δεύτερη χρήση, συμπεριλαμβανομένων αρχαίων επιγραφών. Συγκεκριμένα, το υπέρθυρο της εξωτερικής θύρας του ναϋδρίου διαμορφώνεται από ενεπίγραφη στήλη του 3ου αιώνα π.Χ., κατάγραφη με τιμητικά ψηφίσματα και καταλόγους εφήβων. Στον δυτικό τοίχο έχει ενσωματωθεί επιτύμβια στήλη που φέρει την επιγραφή «Μελαμποδώρα Αχέλωνος», ενώ στη βορειοανατολική γωνία του ναού είναι εντοιχισμένο βάθρο χάλκινου ανδριάντα που φέρει επιγραφή με το όνομα του Φλάβιου Κλαύδιου Κωνσταντίνου. Στο εσωτερικό του ναού σώζονται και ελάχιστα σπαράγματα τοιχογραφικού διάκοσμου.

Ο ναός πιθανόν λειτούργησε ως καθολικό μονής, όπως συνάγεται από κτηριακά κατάλοιπα που εντοπίζονται στον περιβάλλοντα χώρο του, ενώ σε μεταγενέστερη εποχή ο χώρος χρησιμοποιήθηκε και ως νεκροταφείο, γεγονός στο οποίο οφείλεται σε μεγάλο βαθμό και η καταστροφή του ψηφιδωτού επιδαπέδιου διάκοσμου της παλαιοχριστιανικής βασιλικής.

Σήμερα, τα κατάλοιπα του ψηφιδωτού διάκοσμου της βασιλικής και του βαπτιστηρίου δεν είναι ορατά, καθώς έχουν καλυφθεί προκειμένου να προστατευτούν από τις καιρικές συνθήκες.

6
Πύργος 6 του βόρειου μακρού τείχους και παρακείμενη πύλη

Ο Πύργος 6 του βόρειου μακρού τείχους (Β.Π6) βρίσκεται σχεδόν στα μισά της απόστασης από τη βορειοδυτική γωνία της ακρόπολης έως την ακτή. Είναι σχεδόν τετράγωνος εξωτερικά, με μήκος πλευράς περίπου 6 μ. και εκτιμώμενο συνολικό αρχικό ύψος περίπου 9 μ. από τη στάθμη του εδάφους.

Ο πύργος προστατεύει μία πύλη που οδηγεί στην κάτω πόλη και δείχνει να έχει κατασκευαστεί ειδικά για την άμυνά της. Συγκεκριμένα, εξέχει από τη θύρα της πύλης με τέτοιο τρόπο, ώστε να την προστατεύει αποτελεσματικά από οποιοδήποτε πλήγμα. Η πύλη, από την οποία σώζονται οι παραστάδες, έχει άνοιγμα 2,45 μ. και, όπως μαρτυρούν εγκοπές, πιθανότατα έκλεινε εσωτερικά με διπλή «μπάρα».


Τελευταίος πύργος του βόρειου μακρού τείχους

Στο δυτικότερο άκρο του βόρειου μακρού τείχους βρίσκεται ο τελευταίος πύργος της οχύρωσης (Β.Π9), βυθισμένος εν μέρει στη θάλασσα. Η ακτογραμμή κατά την αρχαιότητα θα βρισκόταν αρκετά μέτρα δυτικότερα. Ο πύργος θα ήταν κτισμένος στην ξηρά, αλλά πολύ κοντά στην ακτή, χρησιμεύοντας πιθανότατα ως φυλάκιο και παρατηρητήριο του λιμανιού. Ήταν πιθανότατα ορθογώνιος και προεξείχε από το βόρειο τείχος προς ανατολικά κατά περίπου 5,35–5,40 μ. Η βόρεια πλευρά που σώζεται καλύτερα έχει μέγιστο ορατό μήκος 5,85 μ. Η δυτική και η νότια πλευρά δεν σώζονται.

Δεν είναι βέβαιο εάν ο πύργος αποτελούσε το τελευταίο στοιχείο του βόρειου μακρού σκέλους ή εάν ήταν γωνιακός και συνδεόμενος με ένα παραθαλάσσιο τείχος που θα έκλεινε δυτικά το λιμάνι. Το 1819, ο H. Inwood σχεδιάζει την κάτοψη της οχύρωσης του φρουρίου κλειστή από όλες τις πλευρές, με ένα παραθαλάσσιο τείχος, στη συνέχεια της δυτικής πλευράς του πύργου. Ο E. Ziller εκτελεί το 1876 τοπογραφικό σχέδιο του φρουρίου, με σχεδιασμένο μικρό τμήμα παραθαλάσσιου τείχους που συνάπτεται με τη νότια πλευρά του πύργου. Τίθεται το ερώτημα εάν την εποχή εκείνη υπήρχαν ορατά ίχνη παραθαλάσσιου τείχους, τα οποία σε μεταγενέστερα σχέδια δεν αποτυπώνονται.


πηγη archaiologia




Δημοσίευση σχολίου

Αφήστε το σχόλιό σας ή κάνετε την αρχή σε μία συζήτηση

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Δημοφιλείς κατηγορίες

...
Οι πιο δημοφιλείς κατηγορίες του blog μας

Whatsapp Button works on Mobile Device only