Δευτέρα 1 Νοεμβρίου 2021

Η ΜΕΓΑΛΗ ΦΑΡΣΑ

Καθώς περνούσα από κάποιο συνοικιακό κουρείο, με τράβηξε η επιγραφή του : «ΤΟ ΜΟΝΤΕΡΝΟ». Φιλονεϊστής, από ιδιοσυγκρασία, να ένα κουρείο, είπα, όπου μπορεί να φρεσκάρει κανείς το κεφάλι του, απόξω τουλάχιστον. Και μπήκα.
— Μαλλιά και ξύρισμα . . , είπα στον κουρέα, που ανέλαβε να με περιποιηθεί.
Και άρχισα να του δίνω οδηγίες για τον τρόπο που συνηθίζω να κόβω τα μαλλιά μου.
— Σας παρακαλώ, κύριε ...μου είπε αυστηρά. Δεν εργάζομαι κατά παραγγελία. Αφήστε με να κάνω τη δουλειά μου όπως ξέρω. Εμπιστευθείτε την τέχνη μου.
Η πεποίθηση που είχε ο άνθρωπος στην τέχνη του, μούκανε, εξαρχής, πολύ καλή εντύπωση. Είχα μπροστά μου ένα τεχνίτη, που δεν εννοούσε να κάνει υποχωρήσεις στα γούστα της πελατείας και να υποτάσσει την τέχνη του στην αμφίβολη καλαισθησία του κοινού. Του παρέδωσα τα κεφάλι μου με την πιο απόλυτη εμπιστοσύνη, και τον άφησα να εργασθεί, με όλο τα σεβασμό, που χρωστούμε στην ελευθερία του τεχνίτη,
— Είναι πολύ ευχάριστο, κύριε — μου είπε, αρχίζοντας να με κουρεύει — να βρίσκει κανείς Ανθρώπους, σε αυτόν τον τόπο, που να καταλαβαίνουν από τέχνη. Δυστυχώς η πελατεία μας είναι πολύ κακομαθημένη. Αδύνατο τα εργασθεί ένας αληθινός καλλιτέχνης με τέτοιους ανθρώπους. Σκλάβοι της ρουτίνας, ανίκανοι να μπουν στα αληθινά νόημα της τέχνης, κολλημένοι σαν τα στρείδια στην παράδοση, εξακολουθούν να βλέπουν με τα μάτια, που έβλεπαν οι πατεράδες και οι παππούδες των. Το νέο τους τρομάζει. Καθετί, που δεν είναι ακαδημαϊκό, ρουτινιέρικο, βγαλμένο από τα στερεότυπα καλούπια των περασμένων, τους επαναστατεί. Απελπισία, κύριε!
Ένας κουρέας, και μιλούσε σαν πρωτοπόρος κριτικός! Ορισμένως από τα χέρια του θα έβγαινα με καινούργιο κεφάλι.
— Έτσι είναι, φίλε μου .. . του είπα. Αυτά που συμβαίνουν με την τέχνη σας, συμβαίνουν με όλες τις τέχνες. Το Κοινό βρίσκεται πολύ πίσω ακόμα. Ο τεχνίτης έχει την υποχρέωση να γίνει οδηγός του, όχι να σέρνεται τυφλά πίσω από τα καθυστερημένα γούστα του.
Ο λαμπρός και περήφανος τεχνίτης με κούρεψε, με ξύρισε, με χτένισε, με μια γρηγοράδα, που έδειχνε την ωραία ελευθερία της δουλειάς του, και ύστερα μου πέρασε στο χέρι ένα μικρό καθρεφτάκι να θαυμάσω τα Αριστούργημά του.
— Είσθε ευχαριστημένος; με ερώτησε, για τον τύπο, χωρίς να δείχνει ότι δίνει και καμμιά σημασία στη γνώμη μου.
Εάν δεν επρόκειτο για τα δικό μου κεφάλι, δε θα είχα καμμιά δυσκολία να του εκφράσω τον ενθουσιασμό μου. Αλλά πώς να βγω έξω με το κεφάλι, που μου είχε καταφέρει ο χριστιανός; Στο φτωχό μου κρανίο είχαν ορίσει συνάντηση, τη στιγμή εκείνη, ο κυβισμός, ο φουτουρισμός, ο εξπρεσιονισμός, ο πουαντιλλισμός και ο ντανταϊσμός ακόμα.
— Δεν μου λες, σε παρακαλώ — του είπα δειλά-δειλά — Τι σχέδιο είναι αυτό ;
— Σχέδιο; Έκανε γελώντας σαρκαστικά. Κρίμα που φαίνεστε και προοδευμένος άνθρωπος. Σχέδιο δεν υπάρχει πια. Το σχέδιο ήτανε μια παλιά πρόληψη. Ελευθερία στην τέχνη και σχέδιο δεν συμβιβάζονται. Τέχνη και σχέδιο είναι δυο πράγματα αταίριαχτα. Δεν ξέρετε, λοιπόν, ότι το σχέδιο έχει καταργηθεί; Κάθε τεχνίτης δημιουργεί το δικό του σχέδιο.
Για να μη φανώ καθυστερημένος δεν επέμεινα στο σχέδιο.
— Καλά το σχέδιο, τέλος πάντων. Αλλά τι μαλλιά είναι αυτά παρακαλώ; Είναι γεμάτα σκάλες.
Εχαμογέλασε ειρωνικά,
—Αλλά τι θέλετε, κύριε; μου είπε. Σας αρέσουν, λοιπόν, κι εσάς, τα στρωτά, τα γλειμμένα, τα κανονικά ; Δεν μπορείτε να μπείτε στο νόημα που έχουν οι σκάλες στα μαλλιά ; Αρμονικές οι σκάλες στη νέα κομμωτική τέχνη είναι ό,τι είναι στη νέα μουσική, ό,τι είναι το τσάκισμα του στίχου στη νέα στιχουργική. Διακοπή της μονοτονίας. Μεταφορικά, οι σκάλες των μαλλιών, δίνουν την εντύπωση των σκέψεων, που ανεβοκατεβαίνουν τα σκαλιά του λογισμού. Δημιουργούν επίπεδα γλυπτικά στον άμορφο όγκον του κρανίου. Οι ανίδεοι, βέβαια, θα υποθέσουν πως σας κούρεψε κανένα παιδάκι. Όσοι καταλαβαίνουν, όμως, θα διακρίνουν στο κεφάλι σας τη χάρη του πριμιτιβισμού της κουρευτικής τέχνης. Αναγκάσθηκα να παραδεχθώ και τις σκάλες.
— Καλά οι σκάλες, φίλε μου. Αλλά τι είναι πάλι αυτές οι τούφες των τριχών, που μου αφήσατε στα μάγουλά μου; Εσείς ξεχάσατε ολόκληρες επιφάνειες αξύριστες.
Εγέλασε με την καρδιά του.
— Δεν τις εξέχασα, κύριε. Τις άφησα Επίτηδες. Δε θα καταδεχόμουν ποτέ να σας ξυρίσω, όπως θα σας ξύριζε ένας μπαρμπέρης της ρουτίνας. Oι τούφες αυτές, που σας ανησυχούν, δίνουν ένα χαρακτήρα στο πρόσωπό σας. Δείχνουν την
εσωτερική ανησυχία της ψυχής σας, που ξεσκάει στην άταχτη τριχοφυΐα. Δεν μπορείτε, λοιπόν, να εννοήσετε τόσο απλά πράγματα ; Κρίμα σε σας, κύριε! Κρίνετε τα αριστουργήματα σαν ένας άθλιος αγροίκος!
Ή εγώ, πράγματι, ήμουν ένας ελεεινός καθυστερημένος ή εκείνος ένας άθλιος φαρσέρ. Οπωσδήποτε, πήρα το μοντέρνο Αριστούργημα της κεφαλής μου και έτρεξα να κρυφτώ από τα μάτια του κόσμου.
Κάποιος λαμπρός κύριος με σταμάτησε στο δρόμο.
— Μου πουλάτε το κεφάλι σας, κύριε ; μου είπε. Σας προσφέρω τριάντα χιλιάδες.
Έμαθα, αργότερα, πως ήταν ένας συλλέκτης έργων μοντέρνας τέχνης. Και μου προσέφερε τριάντα χιλιάδες για το ίδιο κεφάλι, που κανένας δεν είχε βρεθεί να προσφέρει για αυτό, στη φυσική του κατάσταση, ούτε τριάντα λεπτά. Τι κρίμα να μην μπορώ να του το πουλήσω!
ΠΑΥΛΟΣ ΝΙΡΒΑΝΑΣ, Περιοδικό ΕΣΤΙΑ, 1.7.1928
[ΠΑΥΛΟΣ ΝΙΡΒΑΝΑΣ(1866-1937): Λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Πέτρου Αποστολίδη. Από τη Σκόπελο και από τη Χίο, γεννήθηκε, όμως , στην Μαριούπολη της Ρωσίας. Ήταν αρχίατρος του Πολεμικού Ναυτικού.
Εξέδωσε πολλές ποιητικές συλλογές και δημοσίευσε πολλά χρονογραφήματα σε εφημερίδες. Διατηρούσε στενούς δεσμούς με αρκετούς λογοτέχνες της εποχής του και συνέβαλε στην ανάδειξη νεότερων λογοτεχνών π.χ. Ιωάννης Κονδυλάκης, Γρηγόριος Ξενόπουλος, Νίκος Καββαδίας. Τον συνέδεε αδελφική φιλία με τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη
Το 1923, βραβεύτηκε για το λογοτεχνικό του έργο με το Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών, ενώ το 1928 έγινε μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.]

 πηγη 

Dionisis Vitsos


ΠΑΥΛΟΣ ΝΙΡΒΑΝΑΣ: «ΤΟ ΗΘΟΣ ΤΟΥ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ»
.
«Ὁ καημένος ὁ Ἀλέξανδρος! Καινούργιες ἀνησυχίες θὰ εἶχε πάλι ἡ ἀσκητική του ψυχὴ μὲ τὴ συρροὴ τόσων ξένων καὶ δικῶν μας μουσαφιρέων στὸ ταπεινό του σπιτάκι τοῦ ὡραίου νησιοῦ. Τὸν ἐτρόμαζε τόσο πολὺ «ἡ περιέργεια τοῦ Κοινοῦ».
Εἶχα διηγηθεῖ ἄλλοτε τὴν ἀνησυχία του αὐτή, ὅταν πῆγα, κλέφτικα, μὲ χίλιες προφάσεις, νὰ τὸν φωτογραφίσω ἀπάνω στὸ καφενεδάκι τῆς Δεξαμενῆς. Δὲν ὑπῆρχε ὡς τότε φωτογραφία τοῦ Παπαδιαμάντη. Καὶ συλλογιζόμουν ὅτι ἀπ᾿ τὴ μιὰ μέρα στὴν ἄλλη μποροῦσε νὰ πεθάνει ὁ μεγάλος Σκιαθίτης, καὶ μαζί του νὰ σβύσῃ γιὰ πάντα ἡ ὁσία μορφή του. Καὶ πότε αὐτό; Σὲ μία ἐποχὴ ποὺ δὲν ὑπάρχει ἀσημότητα ποὺ νὰ μὴν ἔχει λάβει τὶς τιμὲς τοῦ φωτογραφικοῦ φακοῦ. Καὶ πῶς θὰ μποροῦσε νὰ δικαιολογηθεῖ μία τέτοια παράλειψη τῆς γενεᾶς μας σ᾿ ἐκείνους ποὺ θὰ ῾ρθοῦν κατόπι μας νὰ συνεχίσουν τὸ θαυμασμό μας γιὰ τὸν ἀπαράμιλλο λυρικὸ ψυχογράφο τῶν καλῶν καὶ τῶν ταπεινῶν καὶ τὸν ἁγνότατο ποιητὴ τῶν νησιώτικων γιαλῶν; Ἀλλὰ ὁ ἁγνὸς αὐτὸς χριστιανός, μὲ τὴ ψυχὴ τοῦ ἀναχωρητῆ, δὲν ἐννοοῦσε, μὲ κανένα τρόπο, νὰ ἐπιτρέψη στὸν ἑαυτό του μιὰ τέτοια εἰδωλολατρικὴ ματαιότητα. «Οὐ ποιήσεις σεαυτῷ εἴδωλον οὐδὲ παντὸς ὁμοίωμα» ἦταν ἡ ἄρνησή του καὶ ἡ ἀπολογία του. Ἀποφάσισα ὅμως νὰ πάρω τὴν ἁμαρτία του στὸ λαιμό μου. Ὁ Θεὸς καὶ ἡ μακαρία ψυχή του ἂς μοῦ συχωρέσουν τὸ κρῖμα μου. Ἕνας ἀπὸ τοὺς ὡραιότερους τίτλους ποὺ ἀναγνωρίζω στὴ ζωή μου, εἶναι ὅτι παρέδωκα στοὺς μεταγενέστερούς τη μορφὴ τοῦ Παπαδιαμάντη.
Μὲ τί δόλια καὶ ἁμαρτωλὰ μέσα ἐπραγματοποίησα τὸν ἆθλο μου αὐτό, τὸ διηγήθηκα, ὅπως εἶπα, ἀλλοῦ. Ἐκεῖνο ποὺ μοῦ θυμίζουν ζωηρότερα τώρα οἱ εὐλαβητικὲς γιορτὲς τῆς Σκιάθου, εἶναι ἡ ἀνησυχία του τὴ στιγμὴ ποὺ τὸν ἀποτράβηξα ὡς τὴν προσήλια γωνίτσα τοῦ μικροῦ καφενείου, γιὰ νὰ ποζάρῃ μπροστὰ στὸν φακό μου. Νὰ «ποζάρῃ» εἶναι ἕνας λεκτικὸς τρόπος. Εἶχε πάρει μόνος του τὴ φυσική του στάση ἀπάνω σὲ μιὰ πρόστυχη καρέκλα, μὲ τὰ χέρια σταυρωμένα στὸ στῆθος, μὲ τὸ κεφάλι σκυφτό, μὲ τὰ μάτια χαμηλωμένα, στάση βυζαντινοῦ ἁγίου, σὰν ξεσηκωμένη ἀπὸ κάποιο καπνισμένο παλιὸ τέμπλο ἐρημοκλησιοῦ τοῦ νησιοῦ του. Αὐτὴ δὲν ἦταν στάση γιὰ μία πεζὴ φωτογραφία. Ἦταν μία καλλιτεχνικὴ σύνθεση, καὶ θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι ἕνα ἔργο τοῦ Πανσελήνου ἢ τοῦ Θεοτοκοπούλου. Ἀμφιβάλλω ἂν φωτογραφικὸς φακὸς ἔλαβε ποτὲ μιὰ τέτοια εὐτυχία.
Ἀλλὰ ὁ Ἀλέξανδρος ἦταν βιαστικὸς νὰ τελειώνουμε. Γιατί; Μοῦ τὸ ψιθύρισε, ἀνήσυχα στὸ αὐτί, καὶ ἦταν ἡ πρώτη φορὰ ποὺ τὸν εἶχα ἀκούσει - οὔτε φαντάζομαι πῶς θὰ τὸν ἄκουσε ποτὲ κανένας ἄλλος - νὰ μιλεῖ γαλλικά:
- Nous excitons la curiosité du public.
Ἀκούσατε; Ἐρεθίζαμε τὴν περιέργειά του ...Κοινοῦ! Ποιοῦ Κοινοῦ; Δὲν ἦταν ἐκεῖ κοντά μας παρὰ ἕνα κοιμισμένο γκαρσόνι τοῦ καφενείου, ἕνας γεροντάκος ποὺ λιαζότανε στὴν ἄλλη γωνία τοῦ μαγαζιοῦ, καὶ δυὸ λουστράκια ποὺ παίζανε παράμερα. Αὐτὸ ἦταν τὸ Κοινό, ποὺ ἀνησυχοῦσε τὸν Παπαδιαμάντη ἡ «περιέργειά» του. Κι᾿ αὐτὴ ἦταν ἡ διαπόμπευσή του, ποὺ βιαζότανε νὰ τῆς δώσῃ ἕνα τέλος, - Ἡ φιλία ἐνίκησε τὸ ζορμπαλίκι... μοῦ εἶπε - ἀντιγράφω τὰ ἴδια του τὰ λόγια - στὸ τέλος τοῦ μαρτυρίου του.
Μήπως δὲν ἦταν, στ᾿ ἀλήθεια, μιὰ πραγματικὴ θυσία ποῦ εἶχε κάνει στὴ φιλία μου; Μιὰ θυσία τῆς ἁγιότητάς του στὴν εἰδωλολατρικὴ ματαιότητα τῶν ἐγκοσμίων.
Καὶ συλλογίζομαι τώρα τὶς ἑκατοντάδες τῶν Γάλλων προσκυνητῶν τῆς ἑταιρείας Μπυντέ, καὶ τῶν δικῶν μας τοῦ «Ὁδοιπορικοῦ Συνδέσμου», ποὺ πέρασαν τὸ κατώφλι τοῦ ταπεινοῦ του ἐρημητηρίου, ὅπου πλανᾶται τώρα ἡ σκιά του στὰ γνώριμα καὶ ἀγαπητά της κατατόπια τῆς ζωῆς του καὶ τῆς ἐργασίας του. Συλλογίζομαι τὴν παράταξη τῶν ναυτικῶν ἀγημάτων, ποὺ παρουσίασαν ὅπλα μπροστὰ στὸ μνημεῖο του. Συλλογίζομαι τὶς στολές, τὰ ξίφη, τὶς χρυσὲς ἐπωμίδες ποὺ ἔλαμπαν κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιο τοῦ νησιοῦ του, γιὰ τὴ δόξα του. Συλλογίζομαι τοὺς λόγους τῶν ἐπισήμων, τοὺς ἐθνικοὺς ὕμνους, τὰ στεφάνια τῆς δάφνης, τὶς πανηγυρικὲς κωδωνοκρουσίες, ποὺ ἔπλεξαν μὲ ἤχους καὶ χρώματα τὸ ἐγκώμιό του.
Συλλογίζομαι ὅλα αὐτὸ τὸ δοξαστικὸ πανηγύρι, καὶ ἡ σκέψη μου πετάει στὸ «Κοινὸν» τοῦ ἐρημικοῦ καφενείου τῆς Δεξαμενῆς - ἕνα γκαρσόνι, ἕνας γεροντάκος, δυὸ λουστράκια - ποὺ ἀνησυχοῦσε, τὴ μακρυνὴ ἐκείνη μέρα ὁ μακαρίτης μήπως «ἐρεθίσῃ τὴν περιέργειά των». Τί ἀνησυχία θὰ εἶχε νοιώσει τώρα, στὰ βάθη τοῦ ταπεινοῦ τάφου ὅπου «ἀναπαύεται ἐν Χριστῷ» ὁ χριστιανὸς ποιητὴς τῶν ταπεινῶν, ἀπὸ τὸ δοξαστικὸ αὐτὸ θόρυβο; Καὶ πόσο θὰ βιαζότανε πάλι νὰ τελειώσῃ; Ἂν σάλεψαν, ἀπὸ μυστικὲς αὖρες, αὐτὴ τὴ στιγμή, τὰ κυπαρίσσια τοῦ τάφου του, ἕνας στεναγμὸς θὰ βγῆκε ἀπὸ τὸ θρόϊσμά τους. Ἕνας ἦχος, ποὺ θὰ ξαναψιθύριζε τὰ παλιά του ἐκεῖνα ἀνήσυχα καὶ τόσο συμπαθητικὰ λόγια, σὲ μιὰ γλῶσσα ποὺ τὴν ἐννοοῦσαν τώρα, γιατὶ ἦταν δική τους, οἱ εὐλαβητικοὶ προσκυνητές του τῆς γαλλικῆς γῆς:
- Nous excitons la curiosité du public».
ΠΑΥΛΟΣ ΝΙΡΒΑΝΑΣ(1866-1937) Περιοδικό Νέα Εστία τ. 163, 1933
.




ΠΑΥΛΟΣ ΝΙΡΒΑΝΑΣ, «ΛΗΣΜΟΝΗΜΕΝΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ»
Είπε, να μου πει το παραμύθι
το παλιό, που αλησμονήθη,
κι έσκυψε κι ανανοήθη, σα γριούλα,
μ' άνθια στη μορφή, μήλα στα στήθη,
κι άρχισε το παραμύθι :
«Μια φορά κι έναν καιρό, ένα παλληκάρι,
βασιλιά παιδί και ρήγισσας καμάρι,
μια παιδούλα αγάπησε, καλή ώρα,
όπως αγαπούν και τώρα...».
—Όπως αγαπούν και τώρα.
«Κι ήτανε φτωχιά η παιδούλα, μα είχε βιο της
κάλλη και δροσιές στο μερδικό της.
Κι η αγάπη είναι τυφλή, καλή ώρα,
σαν και πάντα, σαν και τώρα».
— Σαν και πάντα, σαν και τώρα.
«Και το βασιλόπουλο ένα βράδυ
την αγκάλιασε τρελλά μες στο σκοτάδι
και τη φίλησε γλυκά, καλή ώρα,
ποιος το ξέρει ! σαν και τώρα...».
— Ποιος το ξέρει ! σαν και τώρα.
«Την κορώνα του τής βάζει στο κεφάλι
και τα στήθια της τα κάνει προσκεφάλι
και της λέει λόγια γλυκά κι ακόμα
όσα λεν στόμα με στόμα...».
—Όσα λεν στόμα με στόμα.
— Κι ύστερα, πώς να στο πω, καλέ μου ;
Κι ύστερα... Το ξέχασα, γλυκέ μου,
το παλιό το παραμύθι...
— Κι αν το ξέχασες, το ξέρουν ταίρια ταίρια,
ρώτα να στο πουν τα περιστέρια,
ρώτα να στο μάθουν τα τρυγόνια,
να στο κελαϊδήσουνε τ’ αηδόνια…
κι ύστερα λησμόνα το, που αλησμονήθη:
Κι η ζωή μας και η αγάπη παραμύθι.
ΠΑΥΛΟΣ ΝΙΡΒΑΝΑΣ
.
[ΠΑΥΛΟΣ ΝΙΡΒΑΝΑΣ(1866-1937): Λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Πέτρου Αποστολίδη, που γεννήθηκε στη Μαριούπολη τότε της Ρωσίας, σήμερα της Ουκρανίας.
Στρατιωτικός ιατρός, Γενικός Αρχίατρος του Ελληνικού Βασιλικού Ναυτικού, πρωτοπόρος στη μελέτη της Ψυχολογίας και της Ψυχιατρικής.
Εξέδωσε πολλές ποιητικές συλλογές και δημοσίευσε πολλά χρονογραφήματα σε εφημερίδες. Συνέβαλε στην ανάδειξη νεότερων λογοτεχνών όπως των Ιωάννη Κονδυλάκη, Γρηγόριου Ξενόπουλου, Νίκου Καββαδία. Τον συνέδεε αδελφική φιλία με τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη.
Το 1923, βραβεύτηκε για το λογοτεχνικό του έργο με το Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών, ενώ το 1928 έγινε μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Πέθανε από βρογχοπνευμονία στο Μαρούσι.]





Με πολύ μεράκι αλλά και υπομονή συνεχίζουμε την προσπάθεια μας .Αθόρυβα …σιγά σιγά με πολύ   υπομονή αλλά και διάθεση προχωράμε 
Στόχος μας παραμένει να αρθρογραφούν οι πολίτες σε αθρα με   θέματα πολιτισμού   που  επιλέξουν
Το όνομα και επώνυμο αλλά η ευπρέπεια των άρθρων είναι απαραίτητα .Η διεύθυνση μας για επιστολές Άρθρα είναι   zantedanias@gmail.com 
Όπως έχουμε από την αρχή της προσπάθεια μας αναφέρει θα αναρτώνται μετά από έγκριση μας
Σας ευχαριστούμε από καρδιας
Τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους ο οποίος φέρει και την ευθύνη των γραφομένων και δε συμπίπτουν κατ’ ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας
https://www.youtube.com/channel/UC0wk2ge3sheyTkgpAkeBang

Δημοσίευση σχολίου

Αφήστε το σχόλιό σας ή κάνετε την αρχή σε μία συζήτηση

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Δημοφιλείς κατηγορίες

...
Οι πιο δημοφιλείς κατηγορίες του blog μας

Whatsapp Button works on Mobile Device only