Τετάρτη 15 Δεκεμβρίου 2021

Ο ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΞΕΝΟΠΟΥΛΟΣ


 Ο ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΞΕΝΟΠΟΥΛΟΣ ...ΞΕΝΑΓΕΙ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ ΤΗΣ ΖΑΚΥΝΘΟΥ ΤΟΥ 1906 [μέρος πρώτο]

«Κατά τας αρχάς της ενετικής κυριαρχίας, — ΙΕ' αιών — η πόλις της Ζακύνθου απετελείτο κυρίως από δυο τμήματα: το φρούριον και τον αιγιαλόν.
Η καθαυτό πόλις ήτο επάνω, εις το φρούριον ό δε λεγόμενος «αιγιαλός» είχεν ολίγα οικήματα διεσπαρμένα, τα όποια εγκατέλειπαν οι αιγιαλίται δια να εγκλεισθούν και αυτοί εις το φρούριον, οσάκις ενεφανίζετο κανέν ύποπτον πλοίον καν απειλείτο κατά της νήσου επιδρομή πειρατών.
Η σημερινή πόλις είναι η μοιραία εξέλιξις του αρχεγόνου εκείνου «αιγιαλού». Το φρούριον, ολονέν ανωφελέστερον, παρήκμαζε δια των αιώνων και ηρημούτο, ενώ απεναντίας ο παρά την θάλασσαν συνοικισμός κατέκτα οσημέραι έδαφος και επυκνούτο.
Σήμερον το ενετικόν φρούριον δεν είναι παρά μεγαλοπρεπές ερείπιον δεσπόζον της πόλεως και εξεγείρον τας αναμνήσεις, με τα σχεδόν κατεστραμμένα τείχη του, τας επάλξεις, τους προμαχώνας, τας τουφεκήθρας και τους λέοντας του Αγίου Μάρκου, τους γλυπτούς επί των υπερθύρων. Ο ευρύς του περίβολος, τον όποιον καμμία ανάγκη δεν είναι πλέον να προφυλάττουν σιδηραί πύλαι, τώρα περικλείει μόνον τας φυλακάς, όπου κρατούνται φθισικοί κατάδικοι, και τον σηματογράφον, τον «τηλέγραφον», όπως λέγεται εκεί-πέρα, ο όποιος σημειώνει — «σινιαλάρει»— τα καταπλέοντα ατμόπλοια.
Άλλα κάτω η πόλις καταλαμβάνει μέγα μέρος της ανατολικής παραλίας, εκτείνεται εμπρός προς την θάλασσαν με μώλους και προσχώσεις, ανέρχεται οπίσω προς τους λόφους, μέχρι σχεδόν των επάλξεων του φρουρίου, απλώνεται, παντού, μεγαλώνει, εξωραΐζεται με νέα κτίρια,—όταν δεν ασχημίζεται, όπως τώρα μ’ ερείπια σεισμών, — και αντιτίθεται πάντοτε προς την ερημιάν και την ερείπωσιν της αρχαίας πόλεως εκεί - επάνω, την οποίαν διεδέχθη και υπερευδοκίμησε.
Ποια έκπληξις θα ήτο το θέαμα αυτό δια τον Ζακύνθιον της εποχής των πρώτων Πρεβεδούρων, αν ήτο δυνατόν να αναστηθεί από κανένα τάφον του Αγίου Ιωάννου ή της Αναλήψεως![μη Ορθόδοξα νεκροταφεία]»
ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΞΕΝΟΠΟΥΛΟΣ(1867-1951) ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ «ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΑ»,
ΕΤΟΣ Z, 15 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 1906



[ - ΠΑΝΑΓΙΑ Η ΦΑΝΕΡΩΜΕΝΗ
- ΤΟ ΠΑΛΑΤΙ ΤΩΝ ΚΟΜΟΥΤΩΝ
Ο ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΞΕΝΟΠΟΥΛΟΣ ...ΞΕΝΑΓΕΙ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ ΤΗΣ ΖΑΚΥΝΘΟΥ ΤΟΥ 1906 [μέρος δεύτερο]
.
«Ο εισπλέων δια πρώτη φοράν εις τον ευρύχωρον και ασφαλή λιμένα της Ζακύνθου, μένει έκθαμβος προ του πλήθους και του ύψους των κωδωνοστασίων, που στολίζουν την πόλιν αυτήν, η οποία φαίνεται μεγάλη και ωραία. Μερικούς από τους υπερύψηλους της πύργους εκουτσούρεψαν ή και εξαφάνισαν οι τελευταίοι σεισμοί, αλλά και πάλιν μένουν τόσοι, όσοι εις καμμίαν άλλην ελληνικήν πόλιν. Η πρώτη αυτή εντύπωσις εξακολουθεί και μετά την αποβίβασιν. Η Ζάκυνθος είναι η χώρα των καμπαναριών και των εκκλησιών. Εις την πόλιν, κάθε είκοσι σπίτια και μία εκκλησία. Εις το φρούριον ερείπια εκκλησιών. Εις την εξοχήν εκκλησάκια, ποιητικά ξωκλήσια, μερικά όχι μεγαλύτερα από μίαν σπηλιάν ή καλύβην. Εις τα χωριά εκκλησίαι μεγάλαι με καμπαναριά όπως εις την χώραν. Παντού «οίκοι Θεού»· παντού αετώματα με σταυρούς, παντού κόγχαι με θυρίδας, όπισθεν των οποίων λάμπει το φως της ακοιμήτου κανδήλας. Και τι ωραίοι, τι πλούσιοι, τι καλλιτεχνικοί οι περισσότεροι από τους πολυπληθείς αυτούς ναούς! Εις απλούν ρυθμόν «βασιλικής», χωρίς θόλους, χωρίς στήλας, χωρίς λαβυρίνθους, και παρεκκλήσια, αλλά με τους αμύθητους στολισμούς ξυλογλύπτων τέμπλων, επίχρυσων με παλαιάς εικόνας καλής και πολλάκις έξοχου τέχνης, με ολόκληρον θησαυρόν μανουαλίων, κανδηλών, πολυελαίων αργυρών.
Ο σημαντικώτερος είναι ο της Φανερωμένης, επί της πλατείας Δοξαρά, θαύμα πλούτου και φιλοκαλίας, ο κομψότερος, ο καλλιτεχνικότερος ελληνικός Ναός.
Οι ναοί της Ζακύνθου είναι οικοδομήματα παλαιά, αιωνόβια. Ο νεώτερος από αυτούς δεν πιστεύω να αριθμή ολιγότερα από εκατόν χρόνια. Ιδρύματα εποχής τρανού πλούτου και ευσεβείας, όταν οι καλοί άνθρωποι αφιέρωναν τα «υπάρχοντά των» εις τον Θεόν, όπως σήμερον αφήνουν τας περιουσίας των εις το Έθνος.
Άλλα και τα άλλα οικοδομήματα δεν είναι εκεί περισσότερον νέα. Τα σπίτια της Ζακύνθου μετά δυσκολίας κρύπτουν υπό χθεσινά επιχρίσματα τους αιώνας των. Αν δεν ήταν οι μεγάλοι σεισμοί, που κατ’ ανάγκην φέρουν κάποιαν ανακαίνισιν, η πόλις θα ήτο ακόμη όπως κατά την εποχήν των Βενετών. Καλόκτιστα παλατάκια, προωρισμένα να αντέχουν και να καταλήγουν εις θαλερά, ήρεμα, γλυκοθώρητα γεράματα, γειτονεύουν με σπιτόπουλα, που εις ρυθμόν και χρώμα φαίνονται ως ευπειθή παιδιά των.
Την αρμονίαν αυτήν του παλαιικού, του αμαυρού, του «βενετικού», μόλις εδώ κι εκεί διακόπτει κανένα σπίτι καινούργιο, στιλπνόν, «αθηναίικο». 'Υπάρχουν και άλλα σπίτια, σχετικώς καινούρια, κτισμένα προ πενήντα χρόνων. Και μεταξύ των παλαιών και των νέων, νεώτερον φαίνεται το ωραιότερον: το παλάτι των Κομούτων, που ενθυμίζει την Φανερωμένην. Έχουν και τα δύο την Ιδίαν σχεδόν ηλικίαν και την ιδίαν αγέραστη ευμορφία ίσως διότι είχαν και τα δύο τον ίδιον καλλιτέχνην αρχιτέκτονα, τον Νικόλαον Κομούτον».
ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΞΕΝΟΠΟΥΛΟΣ(1867-1951)
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ «ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΑ», ΕΤΟΣ Z, 15 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 1906
.
[ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΟΜΟΥΤΟΣ (1716-1775). Συνταγματάρχης του μηχανικού και αρχιτέκτονας. Οι ζακυνθινοί τον αποκαλούσαν «ο κολονέλλος». Σπούδασε στη Ρώμη και στη Βενετία αρχιτεκτονική και αστρονομία. Εκπόνησε το σχέδιο του ναού της Φανερωμένης στη Ζάκυνθο.]

-[Η Πλατεία Αγίου Μάρκου την εποχή που περιγράφει ο Ξενόπουλος, που λεγόταν πλατεία Σολωμού. Διακρίνεται μπροστά από το ρολόι ο τάφος του Σολωμού με την προτομή του ποιητή.
- Η προτομή και ο τάφος του Δ. Σολωμού μπροστά από το ρολόι.]

Ο ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΞΕΝΟΠΟΥΛΟΣ ...ΞΕΝΑΓΕΙ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ ΤΗΣ ΖΑΚΥΝΘΟΥ ΤΟΥ 1906 [μέρος τρίτο]
ΟΙ ΚΕΝΤΡΙΚΟΙ ΔΡΟΜΟΙ
.
«Ο χαρακτηριστικότερος δρόμος της Ζακύνθου δεν είναι βέβαια ή Στράτα - Μαρίνα, η οδός Λομβάρδου, ο παράλιος δρόμος, ο ίσιος και πλατύς, με τα νέα σπίτια, με τας αποβάθρας και τα δίπλα πεζοδρόμια, ο σκεπάζων όλην την γέρικην πόλιν ως με μίαν προσωπίδα νεότητος, αλλά η οδός Ανεξαρτησίας, ως εβαπτίσθη τελευταίως η φημισμένη Πλατεία Ρούγα.
Αρχίζει σχεδόν από την μεσαιωνικήν πλατείαν του Αγίου Μάρκου, την σημερινήν Πλατείαν του Σολωμού, μικράν και πλακόστρωτην, με τον σεμνόν τάφον του ποιητού εις μιαν άκρην, απέξω από την λατινικήν Μητρόπολιν, και προχωρεί διασχίζουσα την πόλιν από βορρά προς νότον ως η κυριωτέρα της αρτηρία.
Ακανόνιστη, αλλού πλατειά και άλλου στενή, αλλού ίσια και αλλού λοξή, μ’ ελαφρούς ανήφορους και κατήφορους, τέμνεται κάθε τόσον από τα πολυάριθμα και στενά καντούνια, που βγαίνουν από εδώ προς την θάλασσαν και από εκεί προς τας επάνω συνοικίας.
Τα σπίτια της έχουν κολόνες, στοάς, υπό τας οποίας οι Ζακυνθινοί ημπορούν να περνούν όλην την Ρούγα, προφυλαγμένοι από την βροχήν και από τον ήλιον.
Είναι ο κατ’ εξοχήν εμπορικός δρόμος και όλα σχεδόν τα καλά μαγαζιά είναι συσσωρευμένα εδώ.
Εις εποχήν κατά την οποίαν η αθηναϊκή οδός Ερμού μόλις υπήρχε σχεδιασμένη, η Πλατεία Ρούγα είχε να επιδείξη μαγαζιά με τόσην κομψότητα βαλμένα και πολυτέλειαν, που θα τα εζήλευε και η οδός Σταδίου η σημερινή.
Τώρα η Πλατεία Ρούγα εξέπεσε, όπως και όλη η πόλις, όπως και όλη η δυστυχής Επτάνησος, που έζησε τετρακόσια χρόνια πολιτισμένη δια να απορροφηθή εις το τέλος από την νεοελληνικήν βαρβαρότητα.
Αλλά το χρώμα, το ύφος, την γραφικότητα και την ευγένειαν, αν θέλετε, μιας Πλατείας Ρούγας, καμμία «Ένωσις» δεν ίσχυσε να τ’ αφαίρεση, όπως αφήρεσε τόσα άλλα.
Και η Πλατεία Ρούγα απομένει με την μελαγχολική της όψιν την υποκίτρινη, γεμάτη αναμνήσεις, εγκαρτέρησιν και ποίησιν».
ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΞΕΝΟΠΟΥΛΟΣ(1867-1951)
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ «ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΑ», ΕΤΟΣ Z, 15 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 1906
[ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: ΖΑΚΥΝΘΟΣ, Η ΣΥΝΟΙΚΙΑ ΤΟΥ «ΑΜΜΟΥ» ΤΟ 1891]

Ο ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΞΕΝΟΠΟΥΛΟΣ ...ΞΕΝΑΓΕΙ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ ΤΗΣ ΖΑΚΥΝΘΟΥ ΤΟΥ 1906 [μέρος τέταρτο]
ΡΥΜΟΤΟΜΙΑ & ΝΕΩΤΕΡΙΣΜΟΙ
.
«Την ποίησιν αυτήν που αποπνέουν όλα τα παληά πράγματα, την άπαντα κανείς εις κάθε βήμα. Υπάρχουν και άλλοι δρόμοι σύγχρονοι της Πλατείας Ρούγας, και άλλαι γηραιαί συνοικίαι, ήσυχοι και ερημικαί, όπου αι μεταβολαί, αι νεώτεραι βεβηλώσεις, είναι ολίγαι, και άλλαι πλατείαι μικραί —Πλατώματα, όπως τα λέγουν εκεί,— πλακόστρωται ως ή πλατεία του Αγίου Μάρκου και περιοριζόμεναι από ένα παλάτι, από μίαν εκκλησίαν, από δύο-τρία σπίτια, και από πέντε-έξη χαμόσπιτα. Εις την μέσην των υπάρχει πότε ένα δένδρον πυκνόφυλλον, που ψάλλει στον άνεμον τραγούδια του παλιού καιρού, πότε μία κρήνη, που εκουράσθη να χύνη το νερόν της επί δύο αιώνας· και πότε ο κορμός ενός δένδρου που απέθανε, ή τα ερείπια απλώς μιας βρύσης που εστείρευσε…
Αλλ’ αυτή είναι η Ζάκυνθος η αληθινή, η γνησία, η ομοιάζουσα με «μικράν μεσημβρινή ιταλικήν πόλιν» κατά τον χαρακτηρισμόν ενός επισήμου περιηγητού, του Ροδόλφου της Αυστρίας.
Αι προσθήκαι,, τα νέα κτίρια, οι νέοι δρόμοι και αι νέαι πλατείαι, δεν έχουν ακόμη τίποτε το ιδιαίτερον και δεν ομοιάζουν με τίποτε. Είναι Ζάκυνθος, μα κάτι τι ξένον και νόθον, που δεν ενεκλιματίσθη ακόμη και ίσως δεν θα εγκλιματισθεί παρά μετά ένα αιώνα.
Κάτι τέτοιο είναι και το ηλεκτρικόν φως με το όποιον εφώτισε την πόλιν η πρόνοια ενός αληθινά φιλοπόλιδος δημάρχου. Ω, δεν φαντάζεσθε πόσον ολίγον ταιριάζει μέσα εις τα μυστηριώδη καντούνια η βάρβαρος ακτίς! Τας αμαυράς, τας ευγενείς εκείνας προσόψεις των παλιών σπιτιών, που μερικά επήραν πλέον το χάλκινον χρώμα, μου αρέσει να τας αναπολώ, όπως τας έβλεπα κατά τας παιδικάς μου νύκτας, υπό το ερυθρωπόν φως του νυσταλέου φανού με το λάδι…
Και ακόμη περισσότερον μου αρέσει να τας φαντάζομαι υπό την ξαφνική ακτίνα του κλεπτοφάναρου, το όποιον περιέφεραν εις την ζοφεράν και ποιητικήν των νύκτα, την ρομαντικήν, μια φορά και έναν καιρό, οι βενετοί-ζακυνθινοί με τις περούκες και τα κοντά πανταλόνια…
Αλλ’ ο δρομίσκος όπου κατοικεί ο κ. Δήμαρχος επονομασθεί προς τιμήν του «Οδός Προόδου», και η πρόοδος δεν σέβεται τίποτε, πολύ δε ολιγότερο τα ποιητικά ινδάλματα. Η Ζάκυνθος φθίνει, εκλείπει και… προοδεύει. Σιγά-σιγά, με την βραδύτητα της ασφαλείας, το ωραίον, το γραφικόν, το ποιητικόν, το δύσχρηστον, αντικαθίσταται και εδώ, όπως παντού, από το άσχημον, το αντιποιητικόν, το πρακτικόν, το ωφέλιμον.
Τις λεντίκες λόγου χάριν, τα μεγαλοπρεπή φορεία των αρχοντισσών, που δεν υπάρχουν τώρα παρά ως αρχαιότητες εις τα οικογενειακά μουσεία μερικών ευγενών, διαδέχθηκαν αι πεζόταται άμαξαι αι συρόμεναι από κοινούς ίππους, όπως θα διαδεχθούν και αυτάς μίαν ημέραν, —και εις την Ζάκυνθον ακόμη,— τα τερατώδη αυτοκίνητα. Ούτω και εις τας πλατείας με τους παλαιούς απέριττους στολισμούς, —μια βρύση, ένα δένδρον, ένα άγαλμα του Μαίτλανδ, μία προτομή του Σολωμού,—γίνονται τώρα απόπειραι νεωτεριστικών πάρκων και αλσυλλίων.
Ο Άμμος, η περιλάλητος λαϊκή συνοικία, εστολίσθη και αυτή μ’ ένα κομματάκι προκυμαίας νεωτεριστικής, και τώρα εσχάτως με μίαν απόπειραν δάσους. Ο πρώτος αφελής κυματοθραύστης, με τους απέραντους ογκολίθους, τους οποίους επρασίνιζαν τα θαλάσσια χόρτα και επί των οποίων ήρχοντο να καθήσουν οι ρεμβώδεις γέροντες και οι ερωτόληπτοι νέοι, εφράχθη τώρα με μακρά τείχη και κατέληξεν εις σωστήν πλατείαν επιθαλάσσιον, επίσημον, όπου οι κουρασμένοι περιπατηταί έρχονται να καθήσουν εις πάγκους του συρμού.
Η εκκλησία του Αγίου Διονυσίου, η τόσον μεγαλοπρεπής εις την απλότητά της, με την περίφημην εκείνην ζωγραφιάν της παλαιάς λιτανείας του Αγίου Λειψάνου επί του στηθαίου του γυναικωνίτου, θα αντικατασταθή εντός ολίγου από ένα μεγάλον βυζαντινού ρυθμού ναόν, που τον εσχεδίασεν ο αξιότιμος κ. Καραθανασόπουλος και που θα στοιχίση εκατομμύριον, αλλά που δεν θα ταιριάζη καθόλου με το περιβάλλον, —προ πάντων με το υψηλόν εκείνο κωδωνοστάσιον, μικρογραφίαν του Αγίου Μάρκου της Βενετίας,— και που δεν θα έχη καμμίαν ζωγραφιάν λιτανείας εις το στηθαίον του γυναικωνίτου του…
Και παραπλεύρως των γηραιών και ωραίων παλατίων με τα οικόσημα, τα όποια ενθυμίζουν εκείνα που καθρεπτίζονται εις τα νερά του Αδρία, δεν παύουν να ανεγείρονται νέα, πλούσια, φαντακτερά και πρόστυχα. Ευτυχώς που είναι ολίγα. Διότι οι καλοί Ζακυνθινοί δεν έχουν ούτε τα μέσα ούτε την μανίαν να κτίζουν. Αυτό το αποφεύγουν όσον ημπορούν, όσον τους το επιτρέπει τουλάχιστον ο υποχθόνιος και αμείλικτος Πλούτων με τους αιωνίους σεισμούς του. Κατά την επίσημον τωόντι διαβεβαίωσιν του Αστεροσκοπείου μας, από όλας τας ελληνικάς χώρας ή μάλλον εύσειστος είναι η Ζάκυνθος. Και σχεδόν εκ πρώτης όψεως)ς, ειμπορεί κανείς να εννοήση ότι έχει εμπρός του μίαν πόλιν σεισμόπληκτον. Ούτε είναι ανάγκη να βλέπης ερείπια ή ρήγματα, διότι και τα γερώτερα σπίτια, παρουσιάζουν εδώ κάτι τι, σχεδόν αδιόρατον — μίαν ελαφροτάτην έξαφνα, ανεπαίσθητον κλίσιν του γείσου της στέγης, που σέ κάμνει να νομίζης ότι προ μιας στιγμής τα ήρεμα αυτά σπίτια έπαυσαν τον τρελόν των χορόν».
ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΞΕΝΟΠΟΥΛΟΣ(1867-1951)
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ «ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΑ», ΕΤΟΣ Z, 15 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 1906.



[ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ:
«Ο ΠΑΡΘΕΝΩΝΑΣ» ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑΚΟ ΟΙΚΟΤΡΟΦΕΙΟ ΓΙΑ ΠΑΡΑΣΤΡΑΤΗΜΕΝΕΣ ΚΟΡΕΣ ΚΑΛΩΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΩΝ ΤΟ 19Οο ΑΙΩΝΑ, Ζάκυνθος]
Ο ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΞΕΝΟΠΟΥΛΟΣ ...ΞΕΝΑΓΕΙ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ ΤΗΣ ΖΑΚΥΝΘΟΥ ΤΟΥ 1906 [μέρος Πέμπτο
[Οι ζακυνθινοί]
«Αλλά ποίος σεισμός, ποία συμφορά ή καταστροφή θα ήτο ικανή να θίξη την παροιμιώδη φαιδρότητα του Ζακυνθινού;
Πλούσιος ή απένταρος, ευτυχής ή κακομοίρης, με βροχερόν Αύγουστον ή με Μάην άβροχον, ο Ζακυνθινός είναι πάντα ο ίδιος, — γελαστός, εύθυμος, είρων, ευφυολόγος, αμέριμνος, γνωρίζων να απολαμβάνη το πολύ ή το ολίγον που του παρέχει η ζωή.
΄Ισως να είναι αυτό αποτέλεσμα και δείγμα του μακροχρονίου πολιτισμού του- ίσως και να μην έχη σχέσιν.
Αλλ’ ότι ή Ζάκυνθος είναι τόπος πολιτισμένος, δεν πιστεύω δα να το αμφισβητεί κανείς.
Μίαν φοράν ηρώτησαν ένα ξένον, παρεπίδημον εκεί, πώς του φαίνεται η πόλις. ο ξένος υπενθύμισε το ανέκδοτον του αρχαίου φιλοσόφου, ο όποιος εναυάγησε κάποτε εις άγνωστον γην, και είδε γεωμετρικά σχήματα χαραγμένα εις την άμμον της ερήμου ακρογιαλιάς.
«Καλοί άνθρωποι θα κατοικούν εδώ», εσυλλογίσθη ο ναυαγός, αναθαρρείσας.
Και ο ξένος προσέθεσε: «Έτσι και εγώ, όταν έφθασα στη Ζάκυνθον και μου είπαν πως έχει Αρχείον και Βιβλιοθήκη, εσυλλογίσθηκα- "καλά θα είμαι εδώ"».
Η Ζάκυνθος έχει τω όντι πολύτιμον Αρχείον με έγγραφα πεντακοσίων ετών. Δημοσίαν Βιβλιοθήκη με τριάντα χιλιάδας τόμους. Λέσχας με πολυτελείς αίθουσας χορού και πλούσια αναγνωστήρια. Δημοτικόν Θέατρον, ευρύχωρον και κομψό, όπου, πριν εκπέση ο τόπος οικονομικώς, εδόθησαν αι τελειότεραι εν Ελλάδι παραστάσεις ιταλικής όπερας φιλανθρωπικά Καταστήματα, Γηροκομεΐον, Βρεφοκομεΐον, Πτωχοκομεΐον, Νοσοκομεία κτλ. —εν πρότυπον Ένεχυροδανειστήριον, τον Μόντε,— όλα εκείνα τα ιδρύματα, τα χαρακτηρίζοντα μίαν κοινωνίαν προηγμένην, λειτουργούντα δε ακόμη και τώρα με τόσην ευσυνειδησία και τιμιότητα, όσην δυσκόλως θα εφαντάζετο η ρωμαίικη κακομοιριά μας. . .
Η Ζάκυνθος έχει ακόμη και ένα γυναικείο μοναστήρι, τον Παρθενώνα της Μητροπόλεως, όπου περιορίζονται — ακουσίως των πολλάκις, απροστάτευτα ή κακώς προστατευόμενα, ή ζηλοτύπως κηδεμονευόμενα, ή επικινδύνως ερωτόληπτα, ή πολύφερνα, κορίτσια, μέχρι της εποχής του γάμου των. Το ίδρυμα τούτο πολλοί θεωρούν ως κάτι μεσαιωνικό, ανελεύθερον, οπισθοδρομικόν, και θα ηύχοντο να καταπέσουν, υπό τον ήχον των νέων σαλπίγγων, τα υψηλά και ζοφερά του τείχη….
Η αλήθεια είναι ότι του μυθιστορικού αυτού Παρθενώνος δεν γίνεται σήμερον η μεγάλη χρήσις που εγίνετο άλλοτε.
Η ζακυνθινή κοινωνία δεν τον χρειάζεται πλέον σιγά-σιγά λοιπόν καταργείται, και χωρίς καμμίαν επανάστασιν, μίαν ημέραν θα έκλειψη. Αλλ' υπήρξεν εποχή, κατά την οποίαν εστάθη αληθινά ευεργετικός, και του το πρέπει να γραφή εις το δίκαιον επιτύμβιόν του».
ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΞΕΝΟΠΟΥΛΟΣ(1867-1951)
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ «ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΑ», ΕΤΟΣ Z, 15 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 1906.
[ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ (Από το άρθρο του περιοδικού «ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΑ»):
[ -Το σπίτι του Διονυσίου Σολωμού στην πόλη, πριν καταστραφεί από τους σεισμούς του 1893.
- Η θέση στο Λόφο του Στράνη, όπου ο Διονύσιος Σολωμός έγραψε τον «Ύμνον εις την Ελευθερίαν»]


Ο ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΞΕΝΟΠΟΥΛΟΣ ...ΞΕΝΑΓΕΙ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ ΤΗΣ ΖΑΚΥΝΘΟΥ ΤΟΥ 1906 [μέρος Έκτο]
[Οι ζακυνθινές, οι ποιητές, οι εξοχές, ο Λουδοβίκος Σαλβατόρ]
.
«Μεταξύ των ιστορικών κειμηλίων, τα όποια ή Ζάκυνθος επιδεικνύει με υπερηφάνειαν, είναι μερικά που αναδίδουν αίγλη δόξης αληθινής. Είναι το σπίτι όπου γεννήθηκε ο μέγας Σολωμός, είναι, ακόμη, το σπίτι όπου γεννήθηκε ο μέγας Φώσκολος. Μίαν ημέραν, κατά την ευτυχή έκφρασιν ενός ζακυνθινού ποιητού, εις το ταπεινόν αυτό σπιτάκι, η Ελλάς εφιλήθη με την Ιταλία. Και ο Δήμος — πολιτισμένος Δήμος— αγόρασε το σπιτάκι, και ενετείχισεν απέξω μίαν αναμνηστική πλάκα, και εγκαθίδρυσε μέσα μικράν «Φωσκολιανήν» Βιβλιοθήκη. Ευγνώμων, βλέπετε, η πόλις προς τα τέκνα που την εδόξασαν.
Το κέντρον της μεγαλητέρας της πλατείας κατέχει ο ανδριάς του Ψάλτου της Ελευθερίας και παρακάτω υψώνεται μία στήλη, ενεπίγραφος με τα ονόματα των Ζακυνθίων που εσκοτώθησαν εις τον τελευταίον πόλεμον. Δεν είναι μόνον ποιητών γεννήτρια, αλλά και ηρώων και πατριωτών ενθέρμων, η ωραία και εύφορος γη. Κατά την Επανάστασιν, η αγγλοκρατούμενη Ζάκυνθος «η ελληνικωτάτη», είχε γίνει η εστία των Φιλικών και το ορμητήριον του Κολοκοτρώνη. Υπάρχει ακόμη ο κρυφός ναΐσκος, όπου ωρκίζοντο οι μύσται της εθνικής Ιδέας, μεταξύ των κειμηλίων του τόπου. Ο μεγάλος πατριωτισμός υπήρξεν ίσως και η μόνη αιτία της σημερινής καταπτώσεως. Υπό τους Άγγλους η Ζάκυνθος δεν ευημερούσε; Αλλ’ επέμεινε να γίνη Ελλάς... και έγινε.
Η Ζάκυνθος φημίζεται δια τας ονειρώδεις εξοχάς της, τα άνθη της—«Άνθος της Ανατολής» μόνη αυτή, — τους ποιητάς της, τις καντάδες της, τα πήλινα κανάτια της, τα σαπούνια της, τα μαντολάτα της, την πούδρα της και την φιλοξενίαν της.
Η ζωή, εις την επαρχιακή αυτήν πόλιν, είναι ακόμη ευχάριστη. Μία μικρά εκδρομή με την βάρκαν ως το Κρύο Νερό —το ζακυθινόν αυτό Φάληρον— είναι ικανή ν’ αφήσει ανεξάλειπτους εντυπώσεις, αλλά μία μεγάλη εκδρομή εις το εσωτερικόν, εις τας θαυμασίας, τας βαθυπρασίνους εκείνα εξοχάς, τας γεμάτας μυστήριον, είναι κάτι που ο ξένος δεν λησμονεί ποτέ.
Μίαν φοράν ήσαν αξιοθέατα και τα ζακυθινά Καρναβάλια, κατά το πρότυπον των βενετικών, μοναδικά και φημισμένα εις όλην την Ανατολήν. Και τα λαϊκά πανηγύρια επίσης. Αλλά σήμερον δεν γίνεται τίποτε. Όχι διότι έλειψε η όρεξις· αλλά διότι δεν υπάρχουν τα μέσα.
Τύπος εξαιρετικός ωραίας ζακυνθινής είναι ή Φωτεινή Σάντρη του «Κόκκινου Βράχου», Η ξανθή και γαλανή, Η λυγερή και ευκίνητη, με την θηλυκότητα της Αφροδίτης και με την αρρενωπότητα της Αρτέμιδος.
Άλλος τύπος είναι η Μαργαρίτα Στέφα, η κοκκινομάλλα —ρούσσα— με τα μαύρα μάτια, η κοντή και παχουλή, η σεμνή και ήσυχη, με το φουσκωτόν χείλος, που εκφράζει περιπάθειαν μαζί και θέλησιν.
Αλλ’ ο συνηθέστερος τύπος είναι η Στέλλα Βιολάντη, με τα κατάμαυρα μαλλιά και μάτια, η ψηλή σαν κυπαρίσσι, η υπερήφανη σαν βασίλισσα, με το στεγνόν και σφικτόν χείλος, το γεμάτον πείσμα, η αφράτη στο σώμα που θυμίζει την αερόπλαστη σάρκα του κρίνου, η χαριτοβλέφαρη κόρη που είναι περισσότερο λουλούδι.
Είναι ωραίες οι ζακυνθινές. Το βράδυ, στην Πλατεία Ρούγα, όταν πηγαίνουν οι γυναίκες του λαού να ψωνίσουν, συναντά κανείς ωχρόλευκα προσωπάκια πλαισιωμένα από το μαύρο μαντυλό, που είναι σαν ζωγραφιές του Λεονάρδου δα- Βίντσι, με κάτι ολόμαυρα και ολάνοικτα μάτια, ονειρώδη, τόσο υγρά, που φαίνονται σαν δακρυσμένα.
Τέτοια μάτια, σαν δίδυμα άστρα, λάμπουν εις το σκοτάδι της ξενητιάς κάθε ζακυνθινού, και τον κάμνουν να ποθή την πατρίδα του με τόση νοσταλγία, όση κανένας άνθρωπος δεν αισθάνθηκε στον κόσμο ποτέ…
Πολλά έχουν γραφή περί Ζακύνθου. Εντόπιοι και ξένοι δεν αποκάμνουν να την μελετούν, να την περιγράφουν, να την εξυνμούν. Υπάρχουν θησαυρισμέναι εις τας βιβλιοθήκας ολόκληροι σειραί σχετικαί με την Ζάκυνθον. Αλλά το τελειότερον, το πληρέστερον σύγγραμμα, είναι η «Ζάκυνθος» του αρχιδουκός της Αυστρίας Σαλβατώρ. Δύο τόμοι μεγάλοι, ογκώδεις, πολυτελέστατοι, εικονογραφημένοι πυκνώς, μελετώντες λεπτομερέστατα την νήσον υφ’ όλας τα επόψεις. Και απλή φυλλομέτρησις των δύο αυτών τόμων, των οφειλομένων εις την μοναδικήν φιλοπονίαν, παρατηρητικότητα και φιλοκαλίαν του επισήμου περιηγητού, ισοδυναμεί προς μίαν επίσκεψιν της Ζακύνθου, διότι δίδει σχεδόν την εντύπωσιν της αυτοψίας.
ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΞΕΝΟΠΟΥΛΟΣ(1867-1951)
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ «ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΑ», ΕΤΟΣ Z, 15 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 1906.

phgh

Dionisis Vitsos


https://www.youtube.com/channel/UC0wk2ge3sheyTkgpAkeBang

tapantareinews tv

Ενημέρωση και ψυχαγωγία. Επικοινωνία στο dsgroupmedia@gmail.com.



ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΞΕΝΟΠΟΥΛΟΣ ο λ.ppt by Dimitris zeus

ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΞΕΝΟΠΟΥΛΟΣ - ΜΑΡΓ... by giorgos54

ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΞΕΝΟΠΟΥΛΟΣ - ΔΙΗΓ... by giorgos54

Δημοσίευση σχολίου

Αφήστε το σχόλιό σας ή κάνετε την αρχή σε μία συζήτηση

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Δημοφιλείς κατηγορίες

...
Οι πιο δημοφιλείς κατηγορίες του blog μας

Whatsapp Button works on Mobile Device only