Τρίτη 8 Μαρτίου 2022

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΘΕΟΤΟΚΗΣ «ΑΚΟΜΑ

«Το λητρουβιό άλεθε. Δυο φωτιές μαύρες εφέγγαν αδύνατα στην καπνούρα που ανάδινε η στια. Το λιθάρι έτριζε, η ζιφταριά[ξύλινο πιεστήριο λαδιού] εσούρωνε λάδι. Τρεις από τους συντρόφους εδούλευαν, δύο άλλοι εκοιμόνταν κατά γης απάνου στα λιόστα[λιοκόκια]. Ήταν μεσάνυ­κτα και κρύο.
Η πόρτα άνοιξε. Ένας κυνηγός εμπήκε με τα σκυλιά του, άντρας ως σαράντα χρονών, μεγάλος με αντρίκια αλλά ήμερην όψη, και που εφορούσε φέσι και σεγκούνι[πανοφόρι] και πλατοβράκι[βράκα κερκυραική]. Εφαινότουν ταραγμένος.
«Καλησπέρα Θοδόση»· του είπαν· «εβάρεσες κουνάδια[κουνάβια];»
«Καλησπέρα» αποκρίθηκε· «πού είναι ο Κούρκουπος;»
«Αυτού πέρα κοιμάται» έκανε ένας από τους δουλεφτάδες, άντρας μισόκοπος και που ήταν, καθώς λέγαν, του λητρουβιού ο καραβοκύρης. Κι επρόσθεσε: «Κούρκουπε, ξύπνα. Ο ξάδερφός σου».
Αλλά ο Κούρκουπος δεν εξυπνούσε· είχε βαρύν ύπνο· και ο Θοδόσης επήγε σιμά του και τον εσκούντησε με το πόδι.
«Τι είναι· έκαμε μισοκοιμισμένος· «τώρα, τώρα επλάγιασα. Ήρθε κι όλας το αλλάγι[αλλαγή βάρδιας] μου;»
«Ξύπνα· η γυναίκα σου σε θέλει. Ήμουν για κουνάδια και την είδα».
Ο Κούρκουπος εσηκώθηκε αμέσως ανήσυχος. Ήτουν νέος ως εικοσιπέντε χρονών· όμορφος όχι, μα το ανάβλεμμά[εμφάνιση] του έδειχνε πολλήν καλοσύνη. Κι αυτός ήτουν χωριάτικα ντυμένος, λιγδερός από τα λάδια, και με κορμί μαζωμένο λίγο από την άκοπη εργασία.
Οι δυο άντρες εβγήκαν αντάμα. Το χωριό εκοιμότουν. Η αστροφεγγιά εφώτιζε το δρόμο. Κάπου κάπου σκύλος τους αλυχτούσε.
«Τι τρέχει;» ερώτησε ο Κούρκουπος σκιασμένος.
Ο άλλος δεν απολογήθη. Σιωπηλά εφτάσαν βιαστικοί στη γειτονιά τους. Ο Κούρκουπσς έτρεξε στο σπίτι του, αλλά εβρήκε την πόρτα μανταλωμένην απ’ όξω.
«Πού είναι;» ερώτησε ντροπιασμένος.
«Πέρα στους Έρμονες» του απάντησε ο Θοδόσης· και χωρίς άλλο λόγο εκίνησε προς τον κατήφορο. Ο άλλος ακολούθησε· κρύος ίδρος επερίχυνε τα μέλη του οι πλάτες του επαγώναν είχε χάσει, την ομιλιά του.
Εκατεβήκαν στο στενό μονοπάτι προς τη θάλασσα. Ο τόπος ήτουν έρημος. Τα βουνά ορθωμένα, ανακατωμένα και απόγκρεμα εφαίνονταν την ώρα εκείνη μαύρα· το νερό του τράφου[χαντάκι] έβραζε με τις πέτρες. Στο τρίστρατο του φουρκισμένου εσταθήκαν κι εκρυφτήκαν πίσω από ένα βράχο. Ο Κούρκουπος εκάθισε γιατί τα γόνατά του ετρέμαν, ο άλλος τον κοίταξε ζητώντας να μαντέψει την όψη του στο σκοτάδι. Ανάμειναν κι αφοκραζόνταν.
Οι φτερωτές των μύλων εγύριζαν άκοπα κι έφταναν στ’ αυτιά τους τα τραγούδια των μυλωνάδων, μαζί με τη βοή του νερού και με τα λαλήματα τα πρώτα του κόσμου.
Ξάφνως οι σκύλοι εμούγκρισαν, αλλά ο Θοδόσης τους ησύχα­σε μ’ ένα νόημα κι εμουρμούρισε:
― «Νάτην. Πάρε». Και του έβαλε το καρυοφύλλι στο χέρι.
Ένας ίσκιος τους επλησίαζε αναβαίνοντας το ρόβολο[Κατήφορος]. Μηχανικά ο Κούρκουπος επήρε το ντουφέκι και εσήκωσε το λύκο. Τα μάτια του ήταν καρφωμένα απάνου στον άνθρωπο, που τώρα εδιάβαινε βιαστικά σιμά τους. Οι σκύλοι δεν εσάλεψαν. Κι ο Κούρκουπος αναστέναξε βαθιά κι είπε αλαφρωμένος πιθώνοντας το όπλο.
«Είναι άντρας».
«Είναι αντρίκια ντυμένη· οι σκύλοι την εγνώρισαν. Χτύπα».
Δεν υπάκουσε, γιατί δεν ήθελε να πιστέψει.
«Είναι αντρίκια ντυμένη» του ματάειπε ανυπόμονα. «Την είδα να κατεβαίνει».
Και με τα λόγια τούτα του απόσβησε κάθε ελπίδα. Ο Κούρκουπος εκατάλαβε μέσα του, πως μελλάμενο του ήτουν να γένει φονιάς· και η σκέψη τούτη ήταν τρομερή τόσο για τον καλόν άνθρωπο που ενικούσε και την οργή και τη θλίψη του.
Εκείνη ως τόσο εμάκραινε κι ήτουν έτοιμη να πάρει το γύρισμα του δρόμου.
«Τι προσμένεις; Μας έφυγε. Αυτή είναι», του ‘πε με βραχνή φωνή ο Θοδόσης· «μας εντροπιάσατε». Κι έκαμε να του αρπάξει το ντουφέκι.
«Εσύ δε θα τη σκοτώσεις!» Κι εφώναξε αποφασισμένος· «Γυναίκα, στάσου· ειδεμή…»
Μα εκείνη εβάλθη να τρέχει όσο εδύνοτουν, και μία στιγμή την έχασαν από μπρος τους.
«Είδες, είδες· φεύγει η άτιμη» είπε ο Θοδόσης. Κι εριχτήκαν με μιας και οι δύο κατόπι της, και οι σκύλοι την εκυνήγησαν αλυχτώντας.
Αφού επροσπέρασαν το γύρισμα, την είδαν πάλι σιμά τους. Κι ο Κούρκουπος οργισμένος τώρα της εφώναξε· «Στάσου, στάσου», ενώ ο άλλος του ‘λεγε
― «Τράβα της· τέλειωνε!»
Μα ο Κούρκουπος δεν άκουε τίποτις· ήθελε τώρα να μάθει, τη ντροπή του από το στόμα της· και, χωρίς να σταθούν, την εξάτρεξε ολόγυρα και την επρόφτασε τέλος προς τα έμπα του χωριού, και την άδραξε από τα μαλλιά και την έβαλε κάτου.
Εκείνη έριξε ψιλή φωνή.
«Όχι εδώ» του ‘πε ο Θοδόσης, «θα ξυπνήσει ο κόσμος. Δος μου το τουφέκι να μη βρεθεί στα χέρια σου.»
Κι ο Κούρκουπος υπάκουσε· του απάφησε το όπλο· και σή­κωσε την τρομαγμένη γυναίκα στα δυο χέρια και την έσυρε στο σπίτι.
Άνοιξε η ίδια, γιατί είχε τα κλειδιά, με κρύαν καρδιά· και το αντρόγυνο εμπήκαν μέσα μοναχοί τους· αυτός έκλεισε με βια την πόρτα.
Έμειναν για μια στιγμή χωρίς φως, κι εφοβηθήκαν κι οι δύο τους. Καθώς όμως ήτουν μαθημένη έβαλε προσανάμματα στη στια που εκρουφόκαιγε στην ογνίστρα[Η γωνιά όπου είναι η φωτιά], και με μιας έλαμψε το σπίτι.
Το πρόσωπο του Κούρκουπου ήταν συγνεφιασμένο· βλέποντάς τον ελίγωσε η γυναίκα κι εκάθισε χάμου. Εφαινότουν μικρή στ’ αντρίκια φορέματα που μολογούσαν το έγκλημά της· και κοιτάζοντάς την τον επαραπήρε η χολή, τα φρένα του εσκοτιστήκαν, μια στιγμή ακόμα ετσώπασε, κι ύστερα με βαθύν ανασασμό της είπε:
«Τέτοια ώρα, αντρίκια ντυμένη, στους Έρμονες. Σκύλα πού ήσουν;»
Εκείνη λόγο. Τότες επήρε τη μεγάλην απόφαση. Ανατρίχιασε· εξέταζε με το μάτι όλο το σπίτι ζητώντας· και του παρουσιάστη στην όψη ένας κόπιδας[Μαχαίρι] που τον άδραξε αμέσως. Ευρέθη σιμά της και της έλεγε φοβερίζοντας· «Πού ήσουν; πού ήσουν;»
Κι όσο εκείνη από τρομάρα κι έλεγχος δεν αποκρενότουν, τόσο η χολή του επέρσευε, τόσο την ετυραγνούσε· κι εκατάλαβε η άτυχη πως ήταν τώρα το τέλος της.
«Έλεος, έλεος» είπε· «αμαρτωλή είμαι·» μα είμαι έγκυα· δικό σου είναι το παιδί, μα το Θεό!
Έμεινε ο Κούρκουπος· εγίνη κίτρινος· ο λόγος της τον εξαρμάτωνε.
Η στια είχε πέσει, εκείνη έκλαιγε θερμά· όξω εξημέρωνε.
Κι ο Θοδόσης που ‘χε παραμονέψει, εχτύπησε μ’ ορμή βαριά την πόρτα· κι είπε· «Ακόμα; ακόμα;»
Και σαν απάντηση ακουστήκαν φωνές από μέσα.
― «Έλεος, έλεος, το παιδί σου. Απάνθρωπε, με σκότωσες!» και δυνατά όσο εδυνότουν! ― «Βοήθεια, βοήθεια! Α!»
Κι ύστερα άκρα σιωπή.
Τότες όμως ανοίχτηκαν τ’ άλλα σπίτια, κι εβγήκαν οι γειτόνοι άντυτοι, ανταριασμένοι κι εσυναχτήκαν μπρος στου Κούρκουπου το σπίτι, άντρες, παιδιά, ρωτώντας τι τρέχει· κι εφοκραστήκαν το πνιμένο ρουχαλητό που έβγαινε τώρα απ’ μέσα.
Ο Θοδόσης τους αποκρίθη·
― «Την εσκότωσε».
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΘΕΟΤΟΚΗΣ, «Το Ελληνικόν Διήγημα, ήτοι Απάνθισμα Εκλεκτών Διηγημάτων της Νεολληνικής Λογοτεχνίας» (1904)
.
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΘΕΟΤΟΚΗΣ(12872-1923): Πεζογράφος, λόγιος, μεταφραστής και ποιητής, από τους Καρουσάδες της Κέρκυρας. Μια ξεχωριστή πνευματική προσωπικότητα με πολλά και ποικίλα ενδιαφέροντα, ένας γνήσιος εκπρόσωπος του κοινωνικού ρεαλισμού και ο εισηγητής του κοινωνιστικού μυθιστορήματος. Από την αρχοντική οικογένεια των Θεοτόκηδων, που εγκαταστάθηκε στην Κέρκυρα τον 15ο αιώνα, γιος του κόμη Μάρκου Θεοτόκη και της Αγγελικής Πολυλά και αδελφός του ιστορικού Σπυρίδωνα Θεοτόκη.
Σε ηλικία 17 ετών αναχώρησε για το Παρίσι, όπου παρέμεινε δύο χρόνια και παρακολούθησε στο Πανεπιστήμιο της Σορβόνης μαθήματα φυσικών επιστημών, μαθηματικών, φιλοσοφίας και κοινωνιολογίας. Η σπάταλη ζωή του και μια επιδημία γρίπης που ξέσπασε στη Γαλλία τον υποχρέωσαν να εγκαταλείψει τη γαλλική πρωτεύουσα. Το 1893 παντρεύτηκε τη Βοημή βαρόνη Ερνεστίνα φον Μάλοβιτς και εγκαταστάθηκε μαζί της στους Καρουσάδες, όπου γεννήθηκε η κόρη του, η οποία έζησε μόνο πέντε χρόνια.
Το 1896 πήγε με τον Λορέντζο Μαβίλη για να πολεμήσουν στην επανάσταση της Κρήτης και όταν το 1897 πήγε εθελοντής στον πόλεμο. Το 1898 ταξίδεψε με την οικογένειά του στην Ευρώπη και ο ίδιος παρακολούθησε πανεπιστημιακά μαθήματα στο Γκρατς, ενώ την περίοδο 1907-1909 παρακολούθησε δύο εξάμηνα στο πανεπιστήμιο του Μονάχου, όπου ήρθε σε επαφή με τη σοσιαλιστική σκέψη και γνωρίστηκε με τον Κ. Χατζόπουλο, ο οποίος είχε ήδη μυηθεί στη σοσιαλιστική ιδεολογία. Επιστρέφοντας στην Κέρκυρα, πρωτοστάτησε στην ίδρυση του Σοσιαλιστικού Ομίλου και του Αλληλοβοηθητικού Εργατικού Συνδέσμου Κέρκυρας (1910-1914). Ακολούθως, προσχώρησε στο βενιζελικό στρατόπεδο και πρόσφερε σημαντικές υπηρεσίες στο κίνημα της Θεσσαλονίκης. Το 1918, εξαιτίας της οικονομικής καταστροφής της γυναίκας του, υποχρεώθηκε να μετακομίσει στην Αθήνα, όπου εργάστηκε ως γραμματέας στην Εθνική Βιβλιοθήκη, ως επιμελητής εκδόσεων στον εκδοτικό οίκο Ελευθερουδάκη και ως μεταφραστής. Το 1922 προσβλήθηκε από καρκίνο του στομάχου και, έπειτα από μια ανεπιτυχή χειρουργική επέμβαση, αποσύρθηκε στην Κέρκυρα, όπου και πέθανε έπειτα από δεκαοκτώ μήνες.
Αρκετά χρόνια μετά το θάνατό του εκδόθηκαν σε έναν τόμο τα περισσότερα από τα διηγήματά του με τον τίτλο Κορφιάτικες ιστορίες (1935) με πρόλογο της Ειρήνης Δεντρινού, μολονότι ο συγγραφέας είχε ορίσει διαφορετικό τίτλο και διαφορετική κατάταξη των πεζογραφημάτων σε δύο μέρη.
Μελετητής και γνώστης αρκετών ξένων ευρωπαϊκών γλωσσών (γαλλικά, αγγλικά, γερμανικά, ιταλικά, ισπανικά), καθώς και παλαιών γλωσσών (αρχαία ελληνικά, λατινικά, εβραϊκά, σανσκριτικά, παλαιοπερσικά), μπόρεσε να αποδώσει στα νέα ελληνικά αρκετούς Ευρωπαίους, καθώς και αρχαίους Έλληνες και Λατίνους συγγραφείς και κείμενα περσικά και σανσκριτικά. Ανάμεσα στα έργα που μετέφρασε, περιλαμβάνονται τα Γεωργικά του Βιργιλίου, Περί της φύσεως των πραγμάτων του Λουκρητίου, Η αναγνώριση του Σακούνταλους του Καλιδάσα, αποσπάσματα από το έπος Μαχαμπχαράτα, βεδικοί ύμνοι, έργα του Σαίξπηρ, του Σίλλερ, του Γκαίτε, του Φλωμπέρ κ.ά. ]

 

Με πολύ μεράκι αλλά και υπομονή συνεχίζουμε την προσπάθεια μας .Αθόρυβα …σιγά σιγά με πολύ   υπομονή αλλά και διάθεση προχωράμε 

Στόχος μας παραμένει να αρθρογραφούν οι πολίτες σε αθρα με   θέματα πολιτισμού   που  επιλέξουν

Το όνομα και επώνυμο αλλά η ευπρέπεια των άρθρων είναι απαραίτητα .Η διεύθυνση μας για επιστολές Άρθρα είναι   zantedanias@gmail.com 

Όπως έχουμε από την αρχή της προσπάθεια μας αναφέρει θα αναρτώνται μετά από έγκριση μας

Σας ευχαριστούμε από καρδιας

Τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους ο οποίος φέρει και την ευθύνη των γραφομένων και δε συμπίπτουν κατ’ ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας

https://www.youtube.com/channel/UC0wk2ge3sheyTkgpAkeBang

Δημοσίευση σχολίου

Αφήστε το σχόλιό σας ή κάνετε την αρχή σε μία συζήτηση

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Δημοφιλείς κατηγορίες

...
Οι πιο δημοφιλείς κατηγορίες του blog μας

Whatsapp Button works on Mobile Device only