Σε μια από τις πρώτες σκηνές στην ταινία «Η πιο σκοτεινή ώρα» (The Darkest Hour), που παίζεται τώρα στους κινηματογράφους, η Κλέμεντιν Τσώρτσιλ λέει σε κάποιον άλλο χαρακτήρα ότι ο σύζυγός της είναι «απλά ένας άνδρας, όπως και οποιοσδήποτε άλλος». Αυτό είναι ένα γνωστό είδος «αστείου» που ο Τζο Ράιτ αποφάσισε να βάλει στη νέα ταινία του, η οποία αφορά τον Μάιο του 1940 και τις πρώτες τρεις εβδομάδες του πρωθυπουργού της Μεγάλης Βρετανίας Ουίνστον Τσώρτσιλ. Προσθέτει μια ατάκα στην αρχή, που όλοι γνωρίζουν πως θα διαψευσθεί στην συνέχεια.
Είναι ένα αστείο που σχεδόν όλοι αντιλαμβάνονται. Άλλωστε ακόμη και εκείνοι που δεν γνωρίζουν παρά ελάχιστα πράγματα για το παρελθόν της Αγγλίας, θα γνωρίζουν ότι ο Τσώρτσιλ δεν ήταν ένας άνθρωπος όπως ο κάθε άλλος.
Κατά τη μακρά και πλούσια ιστορία της, η Βρετανία είχε καλούς, κακούς και μέτριους ηγέτες. Ο Τσώρτσιλ διεκδικεί μόνος του ένα ολόκληρο κομμάτι της ιστορίας ως ο πρωθυπουργός που οδήγησε τη χώρα του μέσα από έναν αγώνα για εθνική επιβίωση, έναν αγώνα που ποτέ πριν δεν είχε υπομείνει και δεν έχει βιώσει ξανά από τότε. Το διακύβευμα ήταν τεράστιο όταν αντικατέστησε τον αναξιόπιστο Νέβιλ Τσάμπερλεϊν στον αριθμό 10. Οι επιλογές που έγιναν τις πρώτες εβδομάδες της πρωθυπουργίας του Τσώρτσιλ έγραψαν ένα κεφάλαιο της ιστορίας. Δεν διακυβεύονταν άλλωστε μόνο η ελευθερία της Βρετανίας, αλλά το μέλλον ολόκληρης της Ευρωπαϊκής ηπείρου.
Αυτό κάνει το θρύλο του Τσώρτσιλ ακόμα μεγαλύτερο και φυσικά αποτελεί μια πρόκληση τόσο για τους ηθοποιούς που προσπαθούν να τον ενσαρκώσουν, όσο και για τους πολιτικούς που τον ακολούθησαν.
Ο φιλόδοξος Ουίνστον
«Παραδόθηκαν πάρα πολλοί σε αυτόν τον πόλεμο», γράφει ο Τσώρτσιλ το 1899 για τον 2ο πόλεμο των Μπόερς. Ήταν μόνο 24 ετών εκείνη την εποχή, αλλά ο εν λόγω πόλεμος, ήταν ο τέταρτος που είχε παρακολουθήσει. (Είχε επίσης γράψει και δημοσιεύσει δύο βιβλία.) Είχε γλιτώσει από έναν πυροβολισμό στην Κούβα. Συμμετείχε στον πόλεμο στο Σουδάν. Στα βορειοδυτικά σύνορα της βρετανικής Ινδίας είχε πολεμήσει ενάντια στους Παστούν (φυλή Αφγανών), λέγοντας στον αδελφό του, ότι «θα προσελκύσει την προσοχή αυτών που πρέπει» όταν τα πράγματα γινόντουσαν «λίγο επικίνδυνα».
Είχε ήδη βάλει στο στόχαστρο το ανώτατο πολιτικό αξίωμα. Για να το επιτύχει, χρειάστηκε πρώτα να «στολίσει» στον εαυτό του με στρατιωτική δόξα. Όσοι τον παρακολουθούσαν διαφωνούσαν με την φιλοδοξία του, αλλά και εντυπωσιάζονταν: «Δεν μου αρέσει ο τύπος», έγραψε ο Αντιστράτηγος Sir Γουάιτ «αλλά θα είναι πρωθυπουργός της Αγγλίας μια μέρα».
Ο Τσώρτσιλ πίστευε πως δικαιούταν τα καλύτερα που είχε να προσφέρει η ζωή. Σε ηλικία 15 ετών, έπειτα από ένα ταξίδι με το τρένο, έγραψε: «Δεν θα ταξιδέψω ξανά στην 2η θέση, το ορκίζομαι».
Το 2002 το BBC μετέδωσε μια σειρά που ονομάζονταν «οι 100 μεγαλύτεροι Βρετανοί». Μετά από κάθε επεισόδιο, στο οποίο προβάλλονταν και εξετάζονταν διάφορες προσωπικότητες -οι συνήθεις ύποπτοι, όπως ο Σαίξπηρ και η Βασίλισσα Ελίζαμπεθ I – οι θεατές προσκαλούνταν να ψηφίσουν τον κορυφαίο Βρετανό όλων των εποχών.
Τελικά, δεν υπήρχε αμφιβολία για την ετυμηγορία τους - ο Sir Ουίνστον Τσώρτσιλ ήταν ο νικητής.
Τα μεγάλα λάθη του
Υπήρξε αρχικά υπουργός της κυβέρνησης το 1908 και πέρασε από τις περισσότερες τις κορυφαίες θέσεις στην πολιτική για περίπου μισό αιώνα. Τελικά αποχώρησε από την πολιτική το 1955, έχοντας υπηρετήσει ως πρωθυπουργός για συνολικά εννέα χρόνια.
Αλλά ήταν η εξαιρετική ηγεσία του στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο που τον έκανε να ξεχωρίσει. Τολμηρός, γενναίος, ακούραστος και αποφασισμένος να «κλέψει» τη δύναμη μέσα από τα χέρια της ναζιστικής Γερμανίας, ενέπνευσε μια νευρική και διστακτική Βρετανία να αψηφήσει τις προβλέψεις εναντίον της και να μην παραδοθεί ποτέ.
Η όλη ιστορία του κόσμου θα ήταν διαφορετική εάν δεν είχε έρθει στην εξουσία στη Βρετανία το 1940.
Παρόλαυτα, ο Τσώρτσιλ έκανε τεράστια λάθη στη μακρά πολιτική ζωή του – η Καλλίπολη, το Black-and-Tans στην Ιρλανδία, όταν και υποστήριξε τη χρήση δηλητηριωδών αερίων.
Έκανε μεγάλη λάθη στο υπουργείο Οικονομικών στη δεκαετία του 1920, που κόστισαν στο αποθεματικό χρυσού της Βρετανίας. Ο μεγάλος οικονομολόγος, Τζον Μάιναρντ Κέινες μάλιστα πίστευε ότι αυτό ήταν ένας σημαντικός παράγοντας για την Μεγάλη Ύφεση.
Στη δεκαετία του 1930, υπήρξε ένας θυμωμένος αντίπαλος του ινδικού εθνικισμού και η γλώσσα που χρησιμοποιούσε για τον Γκάντι ακροβατούσε στα όρια του ρατσισμού.
Υποστήριξε με πείσμα τον Εδουάρδο VIII κατά τη διάρκεια της συνταγματικής Κρίσης του 1936, αν και προφανέστατα ήταν ακατάλληλος για τη θέση.
Κανείς δεν μπορεί να ξεχάσει ούτε και τον ρόλο του στα Δεκεμβριανά. Ήθελε να ελέγχει την στρατηγική γεωπολιτική περιοχή, στην οποία βρίσκεται η Ελλάδα. Ακόμα κι αν αυτό σήμαινε ένα φρικτό αιματοκύλισμα.
Γενικότερα κάθε άλλο παρά «αλάνθαστος» θα μπορούσε να χαρακτηριστεί.
Ο 2ος Παγκόσμιος Πόλεμος
Παρ'όλα αυτά, την πιο δύσκολη στιγμή, τον Μάιο του 1940, ο Τσώρτσιλ τα έκανε όλα σωστά.
Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1930 είχε επισκεφθεί τη Γερμανία του Χίτλερ και είχε δει ο ίδιος τι συνέβαινε. Ωστόσο λίγοι άνθρωποι, είτε στο Ηνωμένο Βασίλειο είτε στις ΗΠΑ, ήθελαν να μάθουν και είχε συχνά πρόβλημα να πουλήσει στον Τύπο τα άρθρα του σχετικά με τα κακά του ναζισμού.
Ο Τσώρτσιλ ήταν ένας αξιοπρεπής και αξιότιμος άνθρωπος και ήταν αυτά τα προσόντα, όχι μόνο η περίφημη οργή του, που τον έκανε πρωθυπουργό. Ήταν επίσης πιστός. Δεν ήταν ο άνθρωπος που θα πρόδιδε τον συνεργάτη, πόσο μάλλον αυτόν που θεωρούσε ευεργέτη του.
Καθώς ο Χίτλερ έκανε ... παρέλαση στη Δυτική Ευρώπη, ο Τσώρτσιλ παρέμεινε απόλυτα πιστός στον Τσάμπερλεϊν. Απαγόρευσε μάλιστα στους υποστηρικτές του να διαρρέουν εχθρικές ιστορίες στον Τύπο.
Τελικά η πολιτική του Τσάμπερλεϊν έγινε ερείπια και υποχρεώθηκε να παραιτηθεί. Δεν είχε άλλη εναλλακτική λύση παρά να θέσει τον Τσώρτσιλ ως αντικαταστάτη του.
Τη στιγμή εκείνη ο Χίτλερ είχε «καταπιεί» την Αυστρία και την Τσεχοσλοβακία. Η Πολωνία είχε επίσης «καταβροχθιστεί» από τον ναζισμό. Η Δανία και η Νορβηγία είχαν τσακιστεί. Το Βέλγιο, η Ολλανδία και η Γαλλία κατατροπώνονταν μέσα σε ένα μήνα από την άφιξη του Τσώρτσιλ στον αριθμό 10. Η στρατιωτική κατάσταση που αντιμετώπιζε η Βρετανία φαινόταν καταστροφική. Υπήρχε σκέψη για να σταλεί η βασιλική οικογένεια στον Καναδά. Οι Αμερικανοί καθόταν με σταυρωμένα χέρια. Σε μια εξαιρετική σκηνή στην ταινία «Η πιο σκοτεινή ώρα», ο Τσώρτσιλ τηλεφωνεί στην Ουάσιγκτον για να ζητήσει βοήθεια από τον Φράνκλιν Ρούζβελτ. Ο Αμερικανός πρόεδρος είναι όλο συμπάθεια και καμία βοήθεια. Παρέχει μόνο δικαιολογίες για την αδράνεια. Οι Αμερικανοί είναι ακόμη απρόθυμοι να στείλουν αεροπλάνα για τα οποία έχει ήδη πληρώσει η Βρετανία.
Να πολεμήσει - ή να δεχτεί την προσφορά από τον Μουσολίνι να διαμεσολαβήσει για ειρήνη με τον Χίτλερ; Η επιλογή που έκανε ο Τσώρτσιλ δεν ήταν προφανώς η σωστή για πολλούς από τους συναδέλφους του τότε. Ιστορικά όμως αποδείχτηκε πως είχε τελικά δίκιο.
Ποτέ δεν είπε πραγματικά ότι «η ιστορία θα είναι ευγενική με εμένα, γιατί σκοπεύω να την γράψω», αλλά τελικά αυτό έγινε. Τα ιστορικά του έργα μάλιστα ήταν τόσο καλά, που του χάρισαν το βραβείο Νόμπελ λογοτεχνίας.
Και βεβαίως ενώ βρισκόταν στην εξουσία, οι υπέροχες ομιλίες του ενέπνευσαν τη Βρετανία και την βοήθησαν για να συνεχίσει.
Η ιστορική του ομιλία στη Βουλή των Λόρδων μετά την Δουνκέρκη αποτελεί μια τρανή απόδειξη:
«Θα πολεμήσουμε στις θάλασσες και τους ωκεανούς. Θα πολεμήσουμε με αυξανόμενη αυτοπεποίθηση και αυξανόμενη δύναμη στον αέρα. Θα υπερασπιστούμε το νησί μας, ανεξάρτητα από το κόστος. Θα πολεμήσουμε στις παραλίες, θα πολεμήσουμε στους χώρους προσγείωσης, θα πολεμήσουμε στα χωράφια και στους δρόμους, θα πολεμήσουμε στους λόφους... »
Ποτέ στο πεδίο της ανθρώπινης σύγκρουσης δεν όφειλαν τόσοι πολλοί, τόσα πολλά στην εξαιρετική ικανότητα που είχε στο λόγο ένας άνθρωπος.
Και κανένας άλλος Βρετανός πρωθυπουργός δεν μπόρεσε να πλησιάσει το εύρος του επιτεύγματος του Τσώρτσιλ. Όταν πέθανε το 1965, ο ιστορικός Sir Αρθουρ Μπάιαντ δήλωσε: «Η εποχή των γιγάντων τελείωσε».