Μία από τις πιο ενδιαφέρουσες σελίδες της ιστορίας της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας υπήρξε η επιχείρηση διάσωσης των αρχαιοτήτων στα χρόνια της Κατοχής από πιθανούς βομβαρδισμούς ή και λεηλασίες των ξένων στρατευμάτων.
Αγάλματα και αρχαία αντικείμενα θάβονταν στη γη, σε κρύπτες, σε θησαυροφυλάκια, σε σπηλιές. Τα μνημεία συσκευάζονταν σε σάκους με άμμο και σε κιβώτια. Στα υπόγεια του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου ανοίχτηκαν λάκκοι ενώ το ίδιο έγινε, όπως γράφει ένα παλιό τεύχος του περιοδικού «Μέντωρ», και στο Μουσείο της Ακρόπολης, μέσα στην Αίθουσα του Παρθενώνα.
Σύμφωνα με το σχέδιο που είχε εκπονηθεί, τα δευτερεύουσας σημασίας αρχαιολογικά ευρήματα παρέμεναν στους χώρους των μουσείων ενώ τα πολυτιμότερα μεταφέρονταν στα υπόγεια όπου ανοίγονταν μεγάλοι λάκκοι, τα γλυπτά έμπαιναν σε στρώσεις και σκεπάζονταν με στεγνή άμμο που μεταφερόταν από τα λατομεία του ΨυχικούΣε κάθε στρώση με αρχαία αντιστοιχούσε και μία στρώση με άμμο. Λάκκοι ανοίγονταν και στις αίθουσες των μουσείων. Ο διευθυντής του Μουσείου Ακροπόλεως, ο Γιάννης Μηλιάδης (στην ένθετη φωτογραφία δεξιά), είχε από την αρχή μαρκάρει τα σπουδαιότερα αρχαία με σταυρό. Αυτά μπήκαν σε κασόνια με ειδικά στηρίγματα που γέμισαν με ροκανίδια και μεταφέρθηκαν σε περιοχές γύρω από την Ακρόπολη, όπου ο κίνδυνος για βομβαρδισμούς ήταν μικρότερος. Στη σπηλιά του Φιλοπάππου, που είναι γνωστή ως φυλακή του Σωκράτη, στη σπηλιά της Εννεακρούνου, κάτω από την Πνύκα, αλλά και σε φρεατοειδή ανοίγματα στη βορινή πλευρά του Παρθενώνα. Τα στόμια κλείστηκαν με χοντρές πλάκες από μπετόν αρμέ.
Ο Μηλιάδης, μαζί με τους αρχαιολόγους Χρήστο Καρούζο και Σέμνη Παπασπυρίδη - Καρούζου, θεωρείται ότι πρωταγωνίστησε στις γενναίες αυτές διασώσεις του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού.
Ξεχασμένος μάλλον σήμερα, ο Μηλιάδης υπήρξε επιπλέον μια πολυδιάστατη πνευματική προσωπικότητα που ακόμη και ειδικοί δεν γνωρίζουν σε όλες τις πτυχές της. Ελάχιστοι, λόγου χάρη, γνωρίζουν ότι στα 15 του χρόνια ο Γιάννης Μηλιάδης διηύθυνε λογοτεχνικό περιοδικό, την «Ανεμώνη», στην οποία έδωσε τέσσερα ποιήματά του για πρώτη δημοσίευση, και στο απόγειο της δόξας του, ο Κωστής Παλαμάς.
Εκεί δημοσίευε κείμενα παλαιότερων συγγραφέων όπως ο Παύλος Νιρβάνας, ο Σωτήρης Σκίπης, ο Γιάννης Βλαχογιάννης, αλλά δημοσίευε και κείμενα νέων λογοτεχνών, μερικά μάλιστα και αισθησιακά. Αυτό στοίχισε εισαγγελική παρέμβαση και κλείσιμο του περιοδικού, αφού προκλήθηκε σκάνδαλο, ιδίως μετά τη δημοσίευση του ποιήματος του 20άρη, τότε, Ναπολέοντα Λαπαθιώτη με τον τίτλο «Κι έπινα μέσ' απ' τα χείλια σου...».
Όλα αυτά αποτελούν αντικείμενο μιας πολύ ελκυστικής μονογραφίας για τον Γιάννη Μηλιάδη, γραμμένης από τον ομότιμο καθηγητή Γιάννη Παπακώστα, νεοελληνιστή και συγγραφέα πολλών έργων, όπως το «Ο Émile Legrand και η ελληνική βιβλιογραφία», «Ο πολιτικός Καρυωτάκης», «Φιλολογικά σαλόνια και καφενεία της Αθήνας».
Το συγκεκριμένο ξεκίνησε ως προτροπή του αρχαιολόγου, ακαδημαϊκού Βασίλειου Πετράκου με τη φιλοδοξία να γίνει μία μικρή μονογραφία, εξελίχθηκε όμως σε ογκώδη τόμο 780 σελίδων! Γνωστός για το ερευνητικό του δαιμόνιο, ο Γιάννης Παπακώστας αποκάλυψε την άγνωστη πλευρά ενός σημαντικού αρχαιολόγου, με σπουδαίες επιδόσεις στη λογοτεχνική κριτική (βρέθηκαν κείμενά του με οκτώ ψευδώνυμα!) αλλά και με ενδιαφέρουσα πολιτική δράση.
«Δύσκολο να πεις σε κάποιον πόσο πολύ τον τιμάς»
Ενδεικτικό της γενικής αναγνώρισης που απολάμβανε ο Γιάννης Μηλιάδης είναι το θερμότατο γράμμα του Μανόλη Ανδρόνικου όταν ανακοινώθηκε η συνταξιοδότησή του:
«Είναι δύσκολο να πεις σ' έναν άνθρωπο καταπρόσωπο πόσο πολύ τον τιμάς. Είναι πολύ πιο εύκολο, νομίζω, το αντίθετο. (…) Θα είστε πάντα ο πολύτιμος μεγάλος φίλος, ο υποδειγματικός άνθρωπος, ο αλύγιστος μαχητής, ο αισθαντικός ιστορικός της τέχνης. (…) Σας σφίγγω το χέρι με αγάπη και σεβασμό».
Ενδεικτική και η προσωπική απόφαση του Κωνσταντίνου Καραμανλή να τον επαναφέρει από τη σύνταξη ως ειδικό σύμβουλο σε αναστηλωτικά έργα της Ακρόπολης. Ο Γιάννης Παπακώστας αναδεικνύει στο βιβλίο και τον σημαντικότατο ρόλο του Μηλιάδη ως λογοτεχνικού κριτικού. Εντόπισε κείμενά του με οκτώ ψευδώνυμα, ανάμεσα στα οποία και το «Γιάννης Γκούρας» με το οποίο υπέγραψε άγνωστη κριτική για το έργο του Κ.Π. Καβάφη. Έγραψε επίσης πολύ για τους Ιωάννη Γρυπάρη και Άγγελο Σικελιανό.
Πέθανε από καρδιακή προσβολή τον Σεπτέμβριο του 1975, κατά τη διάρκεια σύσκεψης στο υπουργείο Πολιτισμού. Το τελευταίο γνωστό κείμενό του, από τα 472 καλογραμμένα άρθρα και χρονογραφήματά του που εντόπισε ο Γιάννης Παπακώστας (στον τόμο δημοσιεύει τα 110), γράφτηκε για «ΤΑ ΝΕΑ» το 1972. Τίτλος του: «Ξεκάθαρη τοποθέτηση. Το γλωσσικό ζήτημα είναι καθαρά πολιτικό».
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιό σας ή κάνετε την αρχή σε μία συζήτηση
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.