Το ότι η Βυζαντινή Αυτοκρατορία διήρκεσε πάνω από χίλια χρόνια με αλλαγές και με περιόδους συρρίκνωσης και επέκτασης είναι γνωστό σε όλους. Το ότι η μακροβιότητα αυτή στηριζόταν σε μια οικονομία με ενδιαφέρουσες και συχνά πολυσύνθετες δομές είναι γενικά λιγότερο γνωστό και αποδεκτό. Το βυζαντινό κράτος είχε στη διάθεσή του σημαντικούς πόρους, που κανένα άλλο κράτος τουλάχιστον της Δυτικής Ευρώπης δεν μπορούσε να πλησιάσει ως τα τέλη του Μεσαίωνα (η περίπτωση των ισλαμικών κρατών είναι διαφορετική από εκείνη της Δυτικής Ευρώπης).
Σε εποχές ακμής (π.χ. τον 10 αιώνα) η εικόνα του βυζαντινού κράτους προς τα έξω ήταν εικόνα πλούτου και χλιδής. Οι ταξιδιώτες που έφταναν στην πρωτεύουσα εντυπωσιάζονταν από τον πλούτο που έβλεπαν συγκεντρωμένο στην πόλη (πλούτος αληθινός αλλά ταυτόχρονα και μέσο διπλωματίας και εντυπωσιασμού, τόσο για τους ίδιους τους υπηκόους του όσο και για τους ξένους, για τους οποίους πλούτος σήμαινε ισχύς).
Ο Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια τις προετοιμασίες για την υποδοχή ξένων ηγεμόνων ή απεσταλμένων στο παλάτι: ασημένια πολυκάνδηλα, χρυσοΰφαντα παραπετάσματα, περσικά χαλιά, αίθουσες αρωματισμένες με τριαντάφυλλα, αξιωματούχοι παραταγμένοι με τα επίσημα ενδύματά τους, μεταξωτά και χρυσοκέντητα υφάσματα. Όταν ο Λιουτπράνδος, επίσκοπος της Κρεμόνας, έκανε το πρώτο του ταξίδι στην Κωνσταντινούπολη τη δεκαετία του 940, έμεινε έκθαμβος μπροστά στην πολυτέλεια του παλατιού και τη μεγαλοπρέπεια του αυτοκράτορα, καθισμένου σε επίχρυσο θρόνο με τα αυτόματα πουλιά που τραγουδούσαν, λιοντάρια που βρυχόντουσαν κι ένας μηχανισμός που ανέβαζε το θρόνο στα ύψη πριν ο επισκέπτης σηκωθεί από την προσκύνηση.
Ο Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος μας λέει με πόση ακρίβεια ήταν ενορχηστρωμένα όλα αυτά και πως οι βρυχηθμοί των λιονταριών σταματούσαν ακριβώς τη στιγμή που ο ξένος απεσταλμένος έδινε τα δώρα του στον αυτοκράτορα.
Τέτοιου είδους επιδείξεις μαρτυρούνται ως τα τέλη του 12ου αιώνα. Όταν, επί Μανουήλ Α΄ Κομνηνού, πήγε στην Κωνσταντινούπολη ο σελτζούκος σουλτάνος Κιλίτζ Αρσλάν Β΄, ο αυτοκράτορας οργάνωσε εντυπωσιακές τελετές: η αίθουσα του θρόνου και ο ίδιος ο αυτοκράτορας λαμπρύνονταν με τόσο πλούσια στολίδια από χρυσό, μαργαριτάρια, πολύτιμες πέτρες και μετάξια, που ο σουλτάνος πείστηκε για το μεγαλείο της αυτοκρατορίας, χωρίς βέβαια αυτό να τον εμποδίσει να της επιτεθεί μερικά χρόνια αργότερα.
Από τον 10ο αιώνα ως τα τέλη του 12ου έχουμε να κάνουμε με ένα κράτος που έδινε την εντύπωση ότι είχε τεράστιους πόρους και αμύθητα πλούτη. Ο γενναιόδωρος αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Μονομάχος, για παράδειγμα, σύμφωνα με μια αραβική πηγή, έστειλε ως δώρο στο χαλίφη 500.000 χρυσά νομίσματα δηλαδή 2,2 τόνους χρυσού. Ο Μανουήλ Α΄ ξόδεψε για μια μόνο και ατυχή εκστρατεία στη Σικελία 2.160.000 χρυσά νομίσματα, γύρω στους 8 τόνους χρυσού.
Αυτός ήταν ο πλούτος τον οποίο περιγράφουν με θαυμασμό οι δυτικές πηγές της Τέταρτης Σταυροφορίας όταν μιλούν για την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης, της πλουσιότερης και ισχυρότερης πόλης της χριστιανοσύνης και για τη συστηματική σύληση που ακολούθησε.
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιό σας ή κάνετε την αρχή σε μία συζήτηση
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.