Σε λίγες ημέρες η Ελλάδα θα είναι εκτός Μνημονίων, αλλά με βαρύτατες ανειλημμένες δεσμεύσεις για πολλές δεκαετίες και με καθεστώς αυστηρής εποπτείας. Παρόλα αυτά, ο οκταετής και βάλε μνημονιακός κύκλος κλείνει και υποτίθεται ότι η χώρα θα επανέλθει με κάποιον τρόπο στην κανονικότητα. Είναι γι’ αυτό που έχει σημασία να κάνουμε τώρα να απαντήσουμε στο ερώτημα εάν οι του ευρωιερατείου λειτούργησαν σαν καλοπροαίρετοι εταίροι ή σαν μεταμοντέρνοι αποικιοκράτες.
Η πολιτική της μονοδιάστατης λιτότητας που υπαγόρευσαν-υπαγορεύουν οι δανειστές και εφάρμοσαν-εφαρμόζουν κατά σειρά οι κυβερνήσεις Γιώργου Παπανδρέου, Παπαδήμου, Σαμαρά και Τσίπρα επιχειρεί να εξυγιάνει τα δημόσια οικονομικά, αφυδατώνοντας την πραγματική οικονομία. Αυτό, όμως, είναι αδύνατον. Η εισροή δημοσίων εσόδων έχει διάρκεια μόνο όταν προέρχεται από λογική φορολόγηση των εισοδημάτων και της κατανάλωσης, εάν δηλαδή προέρχεται από τον παραγόμενο πλούτο, από την ανάπτυξη της οικονομίας.
Η λεηλασία της ιδιωτικής περιουσίας, μέσω της υπερφορολόγησης, μόνο προσωρινά μπορεί να δημιουργήσει πρωτογενές πλεόνασμα και μάλιστα τέτοιου ύψους (3,5% μέχρι το 2022). Η δραστική μείωση των εισοδημάτων, σε συνδυασμό με την υπερφορολόγηση, αναπόφευκτα αυξάνει τις ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τα ασφαλιστικά ταμεία και προς το δημόσιο, καθώς και τον αριθμό των κόκκινων δανείων προς τις τράπεζες.
Με άλλα λόγια, επιβεβαιώνεται ότι δεν μπορεί πραγματικά να εξυγιανθούν τα δημόσια οικονομικά όταν η πραγματική οικονομία, μετά από την πρωτοφανή συρρίκνωση στα χρόνια των Μνημονίων (πάνω από 25%), σέρνεται. Βιώσιμη λύση θα προκύψει μόνο εάν η πραγματική οικονομία ορθοποδήσει και αποκτήσει αναπτυξιακή δυναμική. Η ασκούμενη πολιτική, όμως, αποδομεί την πραγματική οικονομία. Δεν είναι τυχαίο ότι οι προβλέψεις για το ύψος της μεγέθυνσης τα τελευταία χρόνια αναθεωρούνται προς τα κάτω.
Τα παραπάνω είναι στοιχειώδη και προφανή, αλλά αυτό που ενδιαφέρει τους δανειστές δεν είναι τόσο να εισέλθει η ελληνική οικονομία σε αναπτυξιακή τροχιά, αλλά να απομυζούν πόρους για να αποπληρώνει η Ελλάδα τα δάνεια προς αυτούς. Το πρόβλημα είναι τι πράττουν οι ελληνικές κυβερνήσεις. Όλες οι κυβερνήσεις από το 2010 και μετά, τελικώς αποδέχθηκαν τα Μνημόνια σαν μονόδρομο για την έξοδο της Ελλάδας από την κρίση. Λειτούργησαν ως εφαρμοστές των έξωθεν εντολών. Καμία από αυτές δεν διέθετε εναλλακτικό εθνικό σχέδιο.
Χώρα φθηνών ευκαιριών
Το ευρωιερατείο, όμως, διέθετε και διαθέτει. Επιδίωξε και επιδιώκει να μετατρέψει την Ελλάδα σε χώρα φθηνών ευκαιριών για το μεγάλο ευρωπαϊκό κεφάλαιο (ειδικότερα για το γερμανικό) σ’ όλα τα επίπεδα.
Γι’ αυτό και επέβαλε μέτρα που κατακρήμνισαν τις τιμές των ακινήτων και οδήγησαν στη μαζική εκποίησή τους.
Γι’ αυτό και περιέκοψαν δραστικά μισθούς και συντάξεις.
Γι’ αυτό και κατάργησαν το νομικό πλέγμα προστασίας της εργασίας.
Γι’ αυτό και κατέλυσαν τα υπολείμματα του Κράτους Πρόνοιας.
Γι’ αυτό και καταδικάζουν σε ασφυξία μικρομεσαίες, αλλά και μεγαλύτερες επιχειρήσεις, ώστε να καταστούν εύκολη και φθηνή λεία.
Τυπικά η Ελλάδα παραμένει ισότιμη χώρα-μέλος της Ευρωζώνης, αλλά στην πράξη, μέσω του χρέους, την έχουν μετατρέψει σε μεταμοντέρνα αποικία. Εάν τα Μνημόνια ήταν απλώς ένα λάθος καλοπροαίρετων εταίρων, τα καταστροφικά αποτελέσματα θα έπρεπε να τους έχουν προ πολλού ωθήσει σε μία αναθεώρηση της ασκούμενης πολιτικής. Αντ’ αυτού όχι μόνο εμμένουν στην ίδια γραμμή πλεύσης, αλλά και έχουν φροντίσει να δεσμεύσουν πολλαπλώς τις ελληνικές κυβερνήσεις και μετά τη λήξη του 3ου Μνημονίου σε μερικές ημέρες.
Αυτό σημαίνει ότι πίσω από την επίσημη ρητορική των δανειστών υπήρχε εξαρχής κρυφή ατζέντα. Στην πραγματικότητα, μέσω των πρωτοκόλλων οικονομικής πολιτικής του ΔΝΤ είχαν ως στόχο την κατάλυση του μικροϊδιοκτητικού χαρακτήρα της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας. Πρόκειται για ένα πρωτοφανές σε έκταση και ένταση πείραμα «κοινωνικής μηχανικής», το οποίο αλλοιώνει τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού.
Η διαδικασία αυτή έχει ήδη προχωρήσει σε σημαντικό βαθμό. Η ελληνική οικονομία-κοινωνία έχει τοποθετηθεί σε προκρούστεια κλίνη και έχει ήδη δεχθεί δραστικές παρεμβάσεις. Αναμφίβολα, κάποιες είναι πράγματι εξυγιαντικές, αλλά ο κορμός τους έχει καταστροφικά αποτελέσματα. Σήμερα πλέον, η αντιμνημονιακή σημαία δεν έχει το νόημα που είχε τα προηγούμενα χρόνια.
Καλώς ή κακώς μετά το 2015 ο ελληνικός λαός ουσιαστικά αποδέχθηκε σαν αναπόφευκτη τη μνημονιακή μοίρα του και ελπίζει ότι η επικείμενη έξοδος θα είναι πραγματικά ένα γύρισμα σελίδας, η αφετηρία μίας ανοδικής πορείας για την οικονομία και την κοινωνία. Το πως θα εξελιχθούν στην πραγματικότητα τα πράγματα θα το δούμε τα επόμενα χρόνια στην πράξη. Το μόνο σίγουρο είναι ότι η μεταμνημονιακή Ελλάδα είναι πολύ διαφορετική από την προμνημονιακή. Είναι αληθές ότι η προμνημονιακή κατάσταση ήταν νοσηρή και μη βιώσιμη. Από την άλλη πλευρά, όμως, τα Μνημόνια περισσότερο κατέστρεψαν παρά θεράπευσαν τον ασθενή.
Η εξάρτηση των αρχουσών ελίτ
Δεν έχει πρακτική σημασία εάν οι κυβερνήσεις είχαν-έχουν πλήρη συνείδηση για το αποτέλεσμα των πράξεών τους, ή πίστευαν-πιστεύουν τη ρητορική τους ότι σώζουν την Ελλάδα. Πρακτική σημασία έχει πως οι ίδιες θεώρησαν μονόδρομο την υποταγή στις εντολές του ευρωιερατείου, γεγονός που τις κατέστησε ανίκανες να εγγυηθούν την έξοδο της χώρας από τον φαύλο κύκλο, χωρίς ανήκεστες βλάβες.
Αρχικά το ΠΑΣΟΚ, στη συνέχεια η ΝΔ με το ΠΑΣΟΚ και από το 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα είχαν συμπεριφερθεί όπως συμπεριφέρθηκαν εάν συνολικά οι εγχώριες άρχουσες ελίτ δεν ήταν τόσο εξαρτημένες, τόσο ταξικά ιδιοτελείς και τόσο πολιτικά κοντόθωρες. Η πικρή αλήθεια είναι ότι αυτές οι ελίτ ουσιαστικά αποδέχθηκαν και στήριξαν φανατικά μία πολιτική που συσσώρευσε οικονομικά και κοινωνικά ερείπια, με την (αμφίβολη) προσδοκία ότι οι ίδιες θα διατηρήσουν τα προνόμια τους ως τοποτηρητές των νέων προστατών. Αυτή είναι η αιτία που αποδείχθηκαν ανίκανες να αναλάβουν πρωτοβουλίες εθνικής και κοινωνικής σωτηρίας.
Με την αμέριστη βοήθεια των κατεστημένων ΜΜΕ εξωράιζαν χοντροκομμένα την πραγματικότητα. Από το 2015 συμπολίτευση (ΣΥΡΙΖΑ) και αντιπολίτευση (ΝΔ και ΠΑΣΟΚ) ταυτίζονται όσο ποτέ άλλοτε στο παρελθόν, επειδή ακριβώς αποδέχονταν το Μνημόνιο σαν μονόδρομο. Παρόλα αυτά, καλλιεργούν όλα αυτά τα χρόνια μία σχεδόν υστερική πόλωση, φροντίζοντας να μετατρέπουν συνήθως δευτερεύουσας σημασίας ζητήματα σε αντικείμενο υψηλότονων μικροκομματικών καυγάδων. Στην πραγματικότητα οι διαφορές τους αφορούν το ποιος θα βρίσκεται στο τιμόνι της εξουσίας κι όχι με ποια πολιτική η Ελλάδα θα σταθεί και πάλι στα πόδια της.
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιό σας ή κάνετε την αρχή σε μία συζήτηση
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.