Ὅταν ὁ Καποδίστριας ἦρθε στήν Ἑλλάδα βρῆκε μιά χώρα κατεστραμμένη, χωριά ἐγκατελελειμμένα καί ἐρείπια ἀκόμα νά καπνίζουν ἀπό τίς φωτιές.
Ὅμως ἕνα ἀπό τά μεγάλα προβλήματα πού ταλάνιζαν τήν ἐποχή καί προξένησαν μεγάλες συμφορές ἦταν τά ἄγρια πάθη καί οἱ διχόνοιες μεταξύ τῶν Ἑλλήνων.
Πάθη καί διχόνοιες οἱ ὁποῖες εἶχαν τήν ρίζα τους στήν ἀπληστία τῶν φατριῶν κοτζαμπάσηδων νά ἐλέγξουν τόν τόπο.
Μιά γλαφυρή ἀναφορά τῶν ὅσων συνέβαιναν ἔχουμε στόν ἐνθρονιστήριο λόγο τοῦ Καποδίστρια πού ἐκφώνησε ὁ Θ. Καΐρης στήν Αἴγινα, ὅπου μεταξύ τῶν ἄλλων ἀναφέρει:
«Ὅσοι εὑρέθητε εἰς τὴν Ἐθνικὴν ἐκείνην Συνέλευσιν, ἐνθυμεῖσθε ἀκόμη ποῖα ἄγρια πάθη ἠγέρθησαν διὰ νὰ καταστρέψωσιν ὅ,τι ἡ μανία τῶν τυράννων ἤ παρέβλεψεν, ἤ δὲν ἐδυνήθη νὰ ἀφανίσῃ.
Ποία φλὸξ διχονοιῶν ἐξήφθη διὰ νὰ κατακαύσῃ, ὅσα τὸ ἐχθρικὸν πῦρ δὲν ἠμπόρεσε νὰ καταφλέξῃ πῶς ὁ Ἕλλην κατὰ τοῦ Ἕλληνος, ὁ συγγενὴς κατὰ....
τοῦ συγγενοῦς, ὁ ἀδελφὸς κατὰ τοῦ ἀδελφοῦ καθωπλίζετο, καὶ ὁ ἄσπλαγχνος καὶ ἀδυσώπητος ἐμφύλιος πόλεμος ἑτοιμάζετο νὰ καταφέρῃ τὴν τελευταίαν εἰς τὴν πνέουσαν τὰ λοίσθια πατρίδα πληγήν.
Τότε, μόλις τὸ ὄνομα προφέρεται τοῦ Καποδίστρια, καὶ ὅλα καταπραΰνονται ἡ ὁρμὴ τῶν ἀγρίων παθῶν κατέπαυσε, καὶ τὰ ὀλέθρια τῶν διχονοιῶν ἀποτελέσματα ἐμποδίσθησαν.
Φέρετε ἀκόμη κατὰ νοῦν πόσην χαρὰν ἐπροξένησεν ἡ ἐκλογή του· μὲ ποίαν ἀγαλλίασαν τὴν ἐδέχθησαν οἱ ἐκεῖ εὐρεθέντες· μὲ πόσην ταχύτητα διεδόθη εἰς ὅλον τὸ ἔθνος καὶ ποίας ἐλπίδας τοῦ ἐνέπνευσεν.»
Οἱ Ἕλληνες κουρασμένοι καί ἀπογοητευμένοι ἀπό τίς δυστυχίες πού τούς προξένησαν τά ἄγρια πάθη καί οἱ διχόνοιες, δέχθηκαν μέ ἀγαλλίαση τήν ἀνάληψη τῆς διακυβέρνησης τῆς πατρίδος ἀπό τόν Καποδίστρια.
Ὅπως καί ὁ ἴδιος ὁ Θ. Καΐρης ἀναφέρει:
«Καὶ εἶναι ἡ κατάπαυσις τῶν διχονοιῶν, ἡ διάλυσις τῶν φατριῶν, ἡ ὀρθὴ, ἡ δικαία, ἡ μὴ ψευδομένη τὸ ὄνομα Κυβέρνησις τῆς Ἑλλάδος, ἡ ἀναγέννησις ἀνθρώπων, ἡ ἀνάπλασις ἀληθινῶν Ἑλλήνων.
Κατόρθωμα τῳόντι, ὅσον δύσκολον, ὅσον ἐργῶδες, ὅσον μέγα, ἄλλο τόσον περιφανὲς, λαμπρὸν, ἔνδοξον.
Διὰ νὰ ἐπιτύχης δὲ τὸν ὑψηλὸν τοῦτον καὶ μόνον σκοπὸν, ἄκουσον τὴν ἀλήθειαν καὶ ἀπὸ ἄνθρωπον,ὅστις δὲν ἔχει καμμίαν πρόφασιν νὰ Σὲ εἰπῇ ψεῦδος.» καί «Ἐὰν ταῦτα καὶ τὰ τοιαῦτα ἐνθυμούμενος κατορθώσῃς, ὥστε νὰ παύσωσιν αἱ διχόνοιαι, νὰ διαλυθῶσιν αἱ φατρίαι, νὰ ἐνεργῶνται, καὶ νὰ ἰσχύωσιν οἱ νόμοι, νὰ ἀσφαλισθῇ ἑκάστου ἡ ζωὴ, ἡ τιμὴ, ἡ ἰδιοκτησία· ἐὰν ἐμπνεύσῃς τὴν ὁμόνοιαν, τὴν συμφωνίαν, καὶ τὴν πρὸς τήν Πατρίδα ἀγάπην· ἐὰν ὁδηγήσῃς τοὺς πολιτικούς της εἰς τὰ ἀληθινὰ αὐτῆς συμφέροντα, καὶ τοὺς πολεμικούς της εἰς τὴν ἀληθινὴν αὐτῆς δόξαν· ἐὰν κάμῃς, ὥστε νὰ εὐδαιμονῇ ἐσωτερικῶς εὐνομουμένη, καὶ νὰ θριαμβεύωσι τὰ ὅπλα της κατὰ τοῦ ἀσπόνδου ἐχθροῦ της, νὰ μένῃ ἀσάλευτος καὶ ἀκλόνητος ἡ ἀνεξαρτησία της, ἄθικτος ἡ αὐτονομία της, ὤ ποία δόξα τότε! ἀλλὰ τότε καὶ μόνον, Σὲ περιμένει· ποῖοι στέφανοι Σοῦ ἑτοιμάζονται!
Ποῖοι αἰῶνες θέλουσι παραλάβει τὸ ὄνομά Σου.»
Εἶναι πολύ δύσκολο τό ἐγχείρημα τοῦ Κυβερνήτη νά παύσει τίς διχόνοιες νά κατεναύσει τά ἄγρια πάθη καί ἔτσι νά διαλύσει τίς φατρίες.
Εἶναι πολύ δύσκολο διότι ἔχει νά κάνει πρωτίστως μέ τήν ψυχή τῶν ἀνθρώπων.
Ἡ προσπάθεια τοῦ Καποδίστρια ἦταν ἄοκνος, ἡ μακροθυμία καί ἡ εὐγένειά του ὑπῆρξαν μεγάλες ὥστε νά μονιάσει τούς Ἕλληνες καί νά τούς δείξει τό συμφέρον τους.
Ἤθελε νά τούς δείξει πόσο πιό δυνατή θά ἦταν ἡ Ἑλλάδα ἄν ἔβλεπαν ἔστω καί μιά φορά τό ἐθνικό συμφέρον καί δέν κοίταζαν μόνο τό δικό τους συμφέρον.
Δέν παραδειγματίστηκαν οὔτε ἀπό τόν ἴδιο, ὁ ὁποῖος ἄφησε δόξες καί μεγαλεῖα γιά νά ἡγηθεῖ ἑνός μικροῦ κρατιδίου μέ ἀμφίβολο μέλλον.
Δέν παραδειγματίστηκαν οὔτε ὅταν ἔδωσε τήν περιουσία του, γιά νά σώσει τόν ταλαίπωρο τοῦτο τόπο.
Ὁ ἀγώνας πού ἔδωσε ἐναντίον τῶν φατριῶν ἦταν ἕνας ἀγῶνας μοναχικός καί τιτάνιος.
Δέν λύγισε καί προχώρησε μέχρι τέλους.
Ὁ ἴδιος ἀναφέρει στόν Π. Καλεβρᾶ τά ἑξῆς: «Βλέπεις, εἶπε, Καλεβρᾶ, ὁποῖα ἄγρια θηρία κατασπαράττουσι τὴν τάλαιναν Ἑλλάδα!
Ὁ Μαυρομιχάλης, ἤκουσες ἰδίοις ὠσὶ, ζητεῖ νὰ κηρύξω αὐτὸν Πρίγγιπα τῆς Σπάρτης καὶ τὴν Σπάρτην καθέδραν τῆς Ἑλλάδος, ὁ Κουντουριώτης τῆς Ὕδρας, ὁ Μαυροκορδᾶτος τοῦ Μισολογγιοῦ, ὁ Κωλέτης τῆς Ἠπείρου, καὶ ἄλλοι μικρότεροι τούτων θέλουσι νὰ γίνωσι Κόμητες καὶ Δοῦκες κατὰ τὰς ἐπαρχίας αὐτῶν, ὡς ἄν αὐτοὶ ἔσωσαν τὴν Ἑλλάδα οἱ δὲ ὀπαδοὶ τοῦ Ἀλῆ πασᾶ, ἐν ἑκάστῃ ἐπαρχίᾳ τῆς γεννήσεως αὐτῶν, ζητοῦσι τὴν ὁπλαρχηγίαν διαδοχικήν.»
Ἡ Ἑλλάδα ἀπελευθερώθηκε ἀπό τούς Τούρκους ἀλλά οἱ φατρίες ἔμειναν καί συνέχισαν νά λυμαίνονται τόν τόπο.
Θέλησαν ἀφοῦ ἔφυγαν οἱ Τοῦρκοι νά πάρουν αὐτοί τήν θέση τους ὥστε ὁ Ἕλληνας νά μήν ἀπελευθερωθεῖ ποτέ.
Ἔδωσαν χρήματα καί πολέμησαν στήν Ἐπανάσταση καί τώρα τά θέλουν πίσω διπλᾶ καί τρίδιπλα ὡσάν νά μήν πολέμησαν γιά τίς οἰκογένειές τους ἀλλά νά πολεμήσουν ὡς μισθοφόροι γιά ἄλλη πατρίδα.
Ὅταν ὅμως εἶδαν ὅτι δέν μποροῦν νά τόν ἔχουν τοῦ χεριοῦ τους καί ὅτι οἱ ἀλλαγές πού ἐπέρχονται θά εἶναι μόνιμες πρός ὄφελος τοῦ λαοῦ καί θά συμβάλλουν στόν ἐκδημοκρατισμό τῆς χώρας ἀποφάσισαν νά τόν δολοφονήσουν.
Μέ ἐντολή τοῦ Λάζαρου Κουντουριώτη δίνονται χρήματα στόν ὑπηρέτη του νά τοῦ ρίξει δηλητήριο στόν καφέ του.
Ὅταν ἀποτυγχάνουν, ὀργανώνουν τήν δολοφονία του ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία τοῦ Ἁγ. Σπυρίδωνα στό Ναύπλιο.
Μεγάλος ὁ ἀγῶνας τοῦ Καποδίστρια ἐνάντια σέ αὐτά τά θηρία. Προσεύχεται ὁ ἁπλός κόσμος «Ἀλλ’ ὦ Κυβερνῆτα τοῦ παντός!
Σὲ ἀπὸ τὸ βάθος τῆς καρδίας ἐπικαλούμεθα! Διαφύλαξε τὸν Κυβερνήτην ἡμῶν καθαρὸν ἀπὸ τὸ ὀλέθριον τῶν φατριῶν μίασμα!»
Ὁ ἀνεξίκακος Καποδίστριας περιγράφει «Οὐδέποτε ἐπίστευον, μοὶ ἔλεγεν, ὅτι ὑπῆρχέ τις μεταξὺ τῶν Ἑλλήνων τοσοῦτον δόλιος ὥστε νὰ ἐπιβουλευθῇ τὴν ζωήν μου τὶ κακὸν ἐπέφερον εἰς τὸ ἔθνος, ὅπως καὶ ὅσον ἐδυνήθην, ἀντιπροσωπεύσας αὐτὸ, ὑπερασπίσθην ἀείποτε καὶ ἔσωσα ἀπὸ τῶν ἐξωτερικῶν ἐχθρῶν.
Ἔχω τὴν συνείδησιν καθαρὰν, ὁ θάνατος οὐδὲν ἄλλο, ἤ ἀπαλλαγὴ τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τῶν δεινῶν τοῦ βίου τούτου.
Κτῆσον Καλεβρᾶ, μοὶ ἐπρόσθεσεν, ὄνομα καλὸν, θήρευε τήν ἀρετήν.
Μυριάδες ἀνδρῶν ἐφονεύθησαν εἰς τὰς μάχας ὑπέρ πίστεως καὶ πατρίδος, καὶ τὸ ὄνομα αὐτῶν ἀθάνατον διαμένει.
Ἄς ἀποθάνω ὅπως πέτρωται, ἐν ὅσῳ ὅμως ὑπάρχω, ἀφιερῶ ὅλην τὴν ζωήν μου ὑπέρ τοῦ Ἑλληνικοῦ ἔθνους.
Ἴσως ὁ θάνατός μου ἀπαλλάξῃ τὴν Ἑλλάδα ἀπὸ τῶν ἐσωτερικῶν καὶ ἐξωτερικῶν ἐχθρῶν.
Γενηθήτω τό θέλημα Κυρίου!»
Καταλαβαίνει ὅτι τά ἄγρια πάθη τῶν ἀνθρώπων δέν ἔχουν τέλος, καταλαβαίνει ὅτι μόνο ὁ Κύριος μπορεῖ νά τόν προστατεύσει ἀπό τήν ἀδυσώπητη ἔχθρα αὐτῶν πού λυμαίνονται τόν τόπο.
Ἐναποθέτει τίς ἐλπίδες του στόν Θεό καί προχωράει μέ ἥσυχη τήν συνείδησή του στήν ἀποστολή του.
Οἱ Ἕλληνες ὄχι μόνο δέν συγκλονισθήκαμε ἀπό τήν δολοφονία του, ἀλλά γιά διακόσια χρόνια θάψαμε τό ἔργο του καί ὄχι μόνο δέν προσπαθήσαμε νά τό συνεχίσουμε ἀλλά οὔτε κἄν νά τό κατανοήσουμε.
Ἔτσι ἴσως μπορεῖ νά ἐξηγηθεῖ γιατί ὁ Θεός ἐπέτρεψε τήν δολοφονία τοῦ Καποδίστρια, διότι πράγματι δέν μᾶς ἄξιζε ἕνας τέτοιος ἡγέτης, ἀλλά –δυστυχῶς– μᾶς ἀξίζουν αὐτοί πού μᾶς κυβερνοῦν ἀπό τότε καί μέχρι σήμερα.
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 139
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιό σας ή κάνετε την αρχή σε μία συζήτηση
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.