Στα μακρινά μέρη ,της Ανταρκτικής,εκεί που συνέχεια υπάρχουν τα κρύα και τα χιόνια,αποφάσισε να πάει να μείνει,μια βασιλοπούλα.
Ηταν πολύ όμορφη,αλλά στο κεφαλάκι της,πάντα φορούσε ένα στέμμα.
Το κουβαλούσε από μικρή,αφού μια κακιά μάγισσα,της επέβαλε να το φοράει και να μην μπορεί να το ξεκολλήσει απ τα μαλλιά της.
Ποτέ δεν είχε καταλάβει,γιατί να της κάνει εκείνα τα μάγια και να το χει πάντα μαζί της.
Το μόνο καλό ήταν ,που δεν την κούραζε,αφού ήταν πολύ ελαφρύ μεν,αλλά με πολλά διαμαντάκια ,επάνω.
Ρωτούσε και ξαναρωτούσε το δόλιο της πατέρα ,που όσο την έβλεπε να μεγαλώνει,τόσο απελπιζόμαστε,αφού τα μάγια ,δεν έλεγε να τα λύσει ,η κακιά η μάγισσα.
Κάποια στιγμή,χωρίς να το θέλει,άκουσε τον πατέρα της ,να μιλά στο βασικο τηλέφωνο και να λέει,με φωνή δυνατή και σταθερή.
Θα γίνει,αυτό που σου λέω,δε δέχομαι καμιά αντίρρηση,η κόρη μου θα φύγει και εκεί,θα βρει τρόπο,αν είναι τυχερή,να της λυθούν τα μαγικά σου φίλτρα.
Η μάγισσα έδειχνε μάλλον ,να μην παίρνει στα σοβαρά ,τις απαντήσεις του βασιλιά ,αφού πάλι επανέλαβε ,αυτό που λέω ,τέρμα και της έκλεισε με δύναμη το τηλέφωνο.
Η μικρή και πανέμορφη πριγκιποπούλα ,προσπαθούσε να τα βάλει όλα αυτά σε μια σειρά και να καταλάβει τι γινόταν και ποια θα ήταν αυτή η λύση,που θα πρεπε να βρει για να σωθεί ,μια και καλή.
Αφού πήγε τόοοοσο μακριά και κουβαλώντας πάντα το στέμμα πάνω της ,κατάφερε ένα βράδυ,να προσευχηθεί τόσο ειλικρινά και τόσο βαθειά ,που ένοιωθε,ολοένα και περισσότερο,να ελαφρύνει το κεφαλάκι της ,λες και δεν είχε πάνω του ,τίποτα .
Ηταν τόση η κατάνυξη,η πίστη της και η ελπίδα της συγχρόνως,που δεν πολυκατάλαβα ,τι είχε γίνει,
Ξαφνικά ,ενώ σηκώθηκε ,θέλησε να πάει να χτενίσει τα όμορφα χρυσαφένια της μαλλιά ,για να κοιμηθεί,αφού απ το πρωί ,τόσες μέρες ,γυρνούσε ,από παγόβουνο σε παγόβουνο ,για να βρει τη λύση,που τη βασάνιζε.
Κι όμως,ήταν τόσο εύκολο,τόσο προσιτό και κοντινό σ αυτήν,που δεν είχε ιδέα ,τι είχε γίνει.
Ναιιιι ,τα μάγια είχαν λυθεί και το στέμμα,είχε αλλάξει και είχε γίνει,ένα όμορφο κοκαλάκι ,με όμορφα επίσης διαμαντάκια.
Δεν μπορούσε να πιστέψει στα μάτια της ,δεν ήξερε τι να κάνει ,να χαρεί ,να κλάψει .
Ενα ήταν σίγουρο ,πως την έσωσε η ΠΙΣΤΗ ΤΗΣ .....αφού το στέμμα ,ήταν η αιτία ,που είχε το στεφάνι,όχι το ακάνθινο,αλλά εκείνο που και πάλι ,μια ζωή,είχε γίνει,κομμάτι και μέρος της ζωής της .
Ποτέ δε διαμαρτυρήθηκε,το δέχθηκε και απλά πάλευε να βρει λύσεις,για να σωθεί απ αυτό.
Ο καλός Θεούλης,άκουσε τις προσευχές της και έλυσε τα μάγια της .
πηγη ANNA ZANIDAKH
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιό σας ή κάνετε την αρχή σε μία συζήτηση
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.