Δευτέρα 1 Οκτωβρίου 2018

Το ένοχο μυστικό.


Σε ένα φτωχικό χωριό,ζούσαν δυο αδέρφια ,πολύ αγαπημένα και όλοι τους ζήλευαν ,για τον καλό τους χαρακτήρα και τις ευγενικές τους διαθέσεις και συμπεριφορές.

Ο χαρακτήρας τους ,όπως έλεγαν οι συγχωριανοί τους,αδαμάντινος,σκέτο διαμάντι,,ατόφιο αληθινό.
Πάντα ένοιωθαν έντονη την επιθυμία ,να μοιραστούν τα ζόρια τους ,τους προβληματισμούς τους,τις ελπίδες τους ,τις ανησυχιες τους ,ακόμα και τους έρωτές τους.
Μα κάτι σαν να τους εμπόδιζε,να τους παρότρυνε να μη συνεχίσουν ,να αφηγούνται έτσι ειλικρινά και απόλυτα εμπιστευτικά και ανθρώπινα.

Ηταν τόσο έντονες αυτές οι σκηνές,λες και ένα μαχαίρι λάβωνε τα σωθικά τους ,την ευαίσθητη ψυχούλα τους,που στεκόταν αδύνατη και αδύναμη να δεχθεί ,να αποδεχθεί τις σχέσεις ,ο ένας του άλλου ,μα από καθαρή ευγένεια και αδερφική αλληλεγγύη,εξακολουθούσαν να μοιράζονται αυτές τις προσωπικές ,κατά τα άλλα στιγμές τους,μα φαινόνταν ανήμποροι και ανίκανοι στο να προχωρήσουν σε περαιτέρω πικάντικες λεπτομέρειες ...έστω και για πλάκα,έστω και για να πειράξουν ο ένας τον άλλον

Αυτό το θέμα ,προσπαθούσαν να το διαχειρισθούν,μα ήταν μάλλον πάνω από τις δικές τους δυνάμεις και υπερτερούσε η δική τους ψυχική ηρεμία,έναντι των καυστικών απολαυστικών λεπτομερειών και στοιχειωδών αναφορών σ αυτό.

Πάντα ζύγιαζαν τα λόγια τους,τις πράξεις τους,ώστε να μην πονέσουν τις καταβεβλημμένες ως τώρα καρδούλες τους,να μην κακομιλήσουν μεταξύ τους,μην αλλάξουν βαρειές κουβέντες ,που το μόνο σίγουρο ήταν,πως μετά θα το μετάνιωναν,μα έπρεπε πάση θυςία να αποφύγουν τέτοιες στιγμές,ισορροπίας και ευθυξίας.

Ο στοχαςμός και ο λογισμός τους ήταν να γυροφέρνουν στα περασμένα,όπως τριγυρνάει ο δολοφόνος ,στον τόπο του εγκλήματος,χωρίς να βρίσκει την παραμικρή ησυχία ,ηρεμία και γαλήνη στην ψυχή τους,που τόσο άδικα και φανερά την είχαν υποβάλλει σε μαρτύρια,που και οι ίδιοι ήταν αδύνατον να καταλάβουν ,να καταννοήσουν και να εξηγήσουν,όλη αυτή ,όχι τόσο τη χημεία τους,όσο την έλξη που ένοιωθαν και δεν μπορούσαν με τίποτα να την αποδυναμώσουν να την προσπεράσουν ,ακόμα και να αδιαφορήσουν για αυτή.

Το μόνο βέβαιο και σίγουρο ήταν ότι ένοιωθαν πολλά πράγματα,μπερδεμένα,ανακατεμένα στο μυαλό τους και την ψυχή τους,που δεν τους άφηναν να εκλογικεύσουν τους προβληματισμούς τοςυ και τις ανησυχίες τους.

Χρόνια που αν και φτωχικά και λιγοστές οι ανέσεις,είχαν φροντίσει να τα πλουτύνουν να τα εμπλουτήσουν με αξίες ,ιδανικά και προπάντων,όχι με ψευδαισθήσεις.

Ηταν εργατικά παιιδά και όλοι τους σεβόντουσαν και τους εκτιμούσαν.
Ποτέ δεν είχε βρεθεί ως τώρα,άνθρωπος να τους κακολογήσει ή να έχει ακουστεί κάτι σε βάρος τους ,καμιά ,παραμικρή κουβέντα,αρνητική και για τα δύο αδέρφια.

Ηταν όλα τόσο παραμυθένια,αγνά,που όλα εξελλισςόταν ομαλά ,όμορφα χωρίς βεβιασμένες κινήσεις ,προθέσεις ακόμα και προβλέψεις.
Προέτρεπαν πάντα ο ένας τον άλλον ,για το καλό του φυσικά ,προβληματιζόμενοι πάνω σε διάφορα θέματα που τους αφορούσαν ,είτε είχαν εμφανισθεί εντελώς άξαφνα και απρόσμενα,αλλά στα οποία έπρεπε να βρεθεί λύση,διέξοδος και δίοδος από τα τυχόν προκείμενα θέματα ζητήματα και προβλήματα,που καλούνταν να ανταπεξέλθουν να λύσουν ακόμα και να αποφαςίσουν,μαζί πάντα.

Ολα αυτά περίμεναν τις απαντήσεις τους ,τις εξηγήσεις τους ,δικαιολογημένες ή όχι,μόνο και μόνο να μάθουν ,αν αυτή η κατάρα ,που έλεγαν κάποιοι μεγαλύτεροι ,στο χωριό τους,είχε όντως υπόσταση αληθινή,ή αποτελούσε ένα μύθο,μια φευγαλέα νίξη ενός θέματος,

Ηθελαν πλέον να μάθουν,αν αποτελούσε ήδη κάτι αποφευκτέο,να διαλευκανθεί επιτέλους και να σταματήσουν οι κάτοικοι του χωριού,μόλις τους έβλεπαν,είτε γινόταν είτε όχι αντιληπτοί ,να σιγοψιθυρίζουν,να σιγομουρμουρίζουν ,ώστε μην προδωθεί ,ή τύχει και φανερωθεί κάποιο παλιό ,για τα καλά κρυμμένο μυστικό .

Ηδη το έδαφος ήταν έτοιμο,προετοιμασμένο,καλά οπλισμένοι οι χαρακτήρες τους ,οι αντιστάσεις τους,οι ψυχές τους,ακόμα και οι ανοχές τους,για το τι ήταν ικανοί να ακούσουν ,είτε να παρακούσουν,σ αυτό το δήθεν το τάχα ,μυστικό ,που πλέον είχε φτάσει το πλήρωμα του χρόνου ,για να βγει στην επιφάνεια και να δουν πια πως θα το αντιμετωπίσουν,πως να αντιδράσουν.

Φοβούμενοι για τυχόν διαρροές ή μη,σκόπιμες είτε και άσκοπες.
Ενας φόβος είχε κατακλείσει όλο τους το είναι και δεν τους άφηνε να φερθούν και να σταθούν αδιαμαρτύρητοι απέναντι σ όλο αυτο το μυστηριώδες και περίεργο κλίμα,πέπλο που είχε αρχίσει να καλύπτει και να αποπνίγει την ήδη τεταμένη ατμόσφαιρα.

Βλέπετε,πολλοί άνθρωποι αναπτύσσονται και συντάσσονται λανθασμένα,φυσικά με το φαρμακι που αναβλύζει από τις καρδιές τους και τις ψυχές τους.
Τώρα ελάχιστα είναι τα άτομα που μπορείς να εμπιστευθείς ,που μπορείς να βασιστείς και να προχωρήσεις ,είτε σε κοινή πορεία ζωής,είτε να ενταχθείς,μαζί μ αυτούς σε μια κοινωνία ,ποτέ απάτης,οφθαλμαπάτης ,μα αληθινής και ουδιώδους και επάξιας ,των στόχων και των σκέψεων ,των τρόπων ,πάντα αποφυγής ,κακόβουλων δήθεν συντηρητικών επιβλέψεων ,μα μόνο και μόνο με στόχο και σκοπό την αγωνιώδη και αςύστολη επίβλεψη - παρακολούθηση ,διαφόρων γεγονότων και συμβάντων,όπου ακολουθούν με συστηματικό ρυθμό να ανακατεύονται και να επωφθαλμιούν θέσεις και στάσεις ζωής,ακόμα και επιλογών μας ,μην εκφραστώ και σε ότι αφορά ,δεσμούς,σχέσεις,συγγενικούς ή μη,οικογενειακούς και πέραν αυτών.

Με το πέρασμα του χρόνου ,είχαν καταβάλλει υπεράνθρωπες προσπάθειες να αποκτήσεις ο καθένας το δικό του ταίρι,μα μάταιες και άδικες,άσκοπες και αλόγιστες.
Φρούδες ελπίδες,απέλπιδες κινήσεις ,προσπάθειες που πάντα θα κατέληγαν,αν όχι στο κενό εξ αρχής,αργότερα και με την πάροδο του χρόνου ,το μόνο βέβαιο και σίγουρο ήταν ,

Δεν ήθελαν να δεχθούνκαι να παραδεχθούν ,να ταχθούν με τηναλήθεια ,κανέις άλλωστε δεν μπορούσε να ξέρει πλέον,τι έμελλε γενέσθαι,δηλαδή τι επρόκειτο να γίνει από δω και στο εξής.

Το πέπλο μυστικισμού που είχε ήδη απλωθεί ,αλληλοκάλυψης μα και ..άκρας του τάφου σιωπής,,,επικρατούσε τόσο έντονη αυτή η ατμόσφαιρα,που δεν ήταν δυνατόν κανείς από τους δυο,να προέβαινε σε ερωτήσεις,να μάθει ,να επεξεργαστεί ,εσωτερικά ακόμα,τη διευρυμένη σε όλους αλήθεια,που ήταν τόσο καλά επικαλυμένη και προστατευμένη,λες και είχαν μια μυστική ενορκη συμφωνία,ποτέ να μη μάθουν τα αδέρφια ,ΤΊΠΟΤΑ ΚΑΙ ΓΙΑ ΚΑΝΕΝΑ ΛΟΓΟ ΚΑΙ ΑΙΤΙΑ.

Μα πώς ήταν δυνατό να γίνει,να το πετύχουν?
Οι ψίθυροι είχαν αρχίσει να ακούγονται και εκτός ,πιο έντονες αυτές οι διαμαρτυρίες,ενοχές που ζητούσαν να βρουν την εξιλέωςή τους ,αποστάσεις που επιζητούσαν να βρουν λύσεις προςέγγισης,προσδοκίες,τυχόν αντιλαμβανόμενες ώστε να δράσουν κατά το δυνατό σωστότερο και ακίνδυνο και ανέμακτο τρόπο που θα επεδίωκαν ,ώστε να βρεθεί η λύση ,η απάντηση στο αίνιγμα,στο γρίφο που τυραννούσε παίδευε και ταλάνιζε τις ψυχές τους,χρόνια τώρα,μα ποτέ δεν ήταν ικανοί να του αντισταθουνε και να προβούνε σε δικές τους ανατρεπτικές λύσεις και αποτρεπτικές στάσεις,απέναντι στων καθοδηγούμενων κινήσεων και αποφάσεων των άλλων,των συγχωριανών,των συγγενών τους.

Μα οι συνθήκες ήταν πλέον ώριμες ,κατάλληλες και προσβάσιμες ,για να αναδειχθεί ,ότι ο καθένας από τους συγχωριανούς τους,φοβόταν,έτρεμε μα ήδη είχε φανεί,είχε επέλθει το πέρασμα του χρόνου,όπως άρχισαν πολλοί τελευταία να καταλαβαίνουν και πλέον ήταν αδύναμοι ώστε να συνεχίσουν στην παραπέρα κάλυψη και συγκάλυψη ,αυτού του φοβερού γεγονότος.του μυστικού,που ζήταγε να βγει από την αφάνεια ,από το χρονοντούλαπο της ιστορίας της οικογένειά τους ,όπου το χαν για τα καλά αμπαρώσει,μα φάνηκαν πως οι ευχές και οι προσευχές των δύο αδερφιών,είχαν αποβεί μοιραίες και σημαδιακές στο να καταφέρουν να ξεκλειδωθεί ,έστω και εξ αναγκασμού,και να περιμένει και αυτό με τη σειρά του,να ενταχθεί σε ένα κοινωνικό σύνολο ,στο σύνολο της μικροκοινωνίας του χωριού τους,σε οικείο πλέον περιβάλλον,πυ θα εςώκλυε και αυτό με τη σειρά του τα μυστικά των άλλων,που ως ντόμινο,θα επερχόταν η τυχόν ή βέβαιη καταστροφή,ή σαν αλυςίδα ,θα τους συνέδεε και θα πορευόταν τις ζωές τους όλοι μαζί,μακριά από μικροπρέπειες ,κακοτοπιές ,μα κυρίως,από σχόλια και κουτσουμπολιά,που μόλις τα αδέρφια τολμούσαν να γυρίσουν την πλάτη τους,έπαιρναν και έδιναν,ακούραστα ,αγόγγιστα ακατάπαυστα .

Κάτι έπρεπε να γίνει,κάτι που να μπορέσει να κλείσει αυτά τα αυθαίρετα στόματα ,που ανά πάσα ώρα και στιγμή,πλήγωναν,πονούσαν και επέφεραν πάντα προβληματισμό και ωδύνη και στα 2 αδέρφια.

Πάντα τους ένωνε το νοιάξιμο,η αγάπη και όποτε προσπαθούσαν να το εξηγήσουν όλο αυτό,το τόσο δυνατό και συνάμα αναπόφευκτο συναίσθημα ,τόσο πιο πολύ μπερδεύονταν και πάντα το μυαλό τους κολλούσε και ήταν αδύνατον να προχωρήσει,ο καθένας χωριστά σε ένα δεσμό,σε μια σχέση,λες και η κατάρα αυτή,είχε ριζώσει για τα καλά στις ψυχές τους,στις ζωές τους,

Μια καλοκαιρινή μέρα,αποφάσισαν να βάλουν τέλος στο μαρτύριό τους,απευθυνόμενοι στον ιερέα του χωριού τους,με μόνη παρηγοριά να βρουν τις απαντήσεις που χρόνια έψαχναν ,μα κανείς δεν ήταν σε θέση να τους δώσει τις ποθητές κατά τα άλλα εξηγήσεις.
Σ αυτόν πλέον είχαν εναποθέσει τις ελπίδες τους ,όπου το ρώτησαν απευθείας,χωρίς δεύτερη κουβέντα.

Είχαν συννενοηθεί μαζί ,η Ουρανίτσα και ο Άγγελος,έτσι τους έλεγαν,να σωθούν από τις τρελλές σκέψεις και τις οδυνηρές και βασανιστικές νύχτες που περνούσαν,αναλογιζόμενοι ο ένας τον άλλον και όπως είχε αρχίσει να φαίνεται ξεκάθαρα,δεν μπορούσαν πλέον να κρύψουν αυτά τα ένοχα,όπως τα έλεγαν αισθήματα και συναισθήματά τους.

Ετσι και έκαναν,χωρίς δεύτερη σκέψη,απευθυνόμενοι στον παπά Μελέτιο,εκεί,στον προαύλιο χώρο της εκκληςίας,ώστε να μη δώσουν τον παραμικρό στόχο,να συζητηθεί καν,στο καφενείο του χωριού.

Πήγαν προς το μέρος του,με τέτοια δύναμη,τέτοια φόρα,που αν και έδειξε αλαφιασμένος και ξαφνιασμένος,κατά βάθος πάντα περίμενε αυτή την ώρα,της απολογίας,όπως έμαθε να τη λέει,στα κηρύγματά του,ώστε κατά κάποιον τρόπο να τους προετοιμάσει,αλλάτα παιδιά ήταν τόσο απονήρευτα και ανίδεα στο τι θα ζούσαν ,τι θα αντιμετώπιζαν και κατά πόσο θα φαινόνταν δυνατοί μπροστά στις μετέπειτα εξελίξεις και διαστάσεις που θα έπαιρναν τα γεγονότα,που ήδη είχε αρχίσει η σταδιακή και βαθμιαία επανεμφάνιςή του.
Δεν έχασε χρόνο και μπήκε στο θέμα αμέσως.
Παιδιά μου αγαπημένα,είπε.Ήρθε πια η ώρα να μάθετε και εσείς και να ηρεμήσει και η δική σας η πονεμένη καρδούλα και ταλαιπωρημένη και αδικοτυραννισμένη σας ψυχούλα.

Πες μας Πάτερ,μη μας αφήνεις άλλο σε αγωνία,είπαν με μια φωνή και τα δυο αδέρφια,με ένα στόμα μια φωνή.
Δε μας λυπάσαι,κοντεύουμε να τρελλαθούμε τόσα χρόνια,που ενώ ξέρουμε ότι υπάρχει κάτι σοβαρό,όσο και να πάνε να το κρύψουν ή να το καθυστερήσουνε ,όλοι σας βασικά΄,να το καθυστερήσετε να το μάθουμε,τόσο μας παιδεύει και μας ταλανίζει το μυαλό μας ,και των δυο ,φυσικά Πάτερ..

Ο παπάς της ενορίας,κατάλαβε πλέον ότι τα περιθώρια ,που είχε για να ομολογήσει το μυστικό ,δεν είχαν απλά ελλατωθεί,μα φάνηκαν ,πως δεν είχε την πολυτέλεια καν,για την παραμικρή καθυστέρηση ,για αυτό.

Καλά μου παιδιά,πριν από πολλά χρόνια ο πατέρας της Ουρανίτσας,είχε φύγει για εργάτης-μετανά
Στης στη Γερμανία και τα ίχνη του είχαν χαθεί για χρόνια,μα αργότερα μάθαμε ότι είχε σκοτωθεί σε                       ατυχημα στο ορυχείο που δούλευε.

Ομως η μοίρα έπαιξε άσχημο παιχνίδι για αυτή και για το μικρό της τότε το κοριτςάκι,που δεν ήταν άλλο παρά εςύ,μικρή μου Ουρανίτσα.
Τα χρόνια ήταν δύσκολα ,και οικονομικά δυσχερή.
Να μης σας τα πολυλογώ,η κυρά Αρετούσα,όμορφη πολύ ,όλοι την ήθελαν δίπλα τους,τέτοια γυναίκα μάλαμα,νοικοκυρά ,σωστή στη συμπεριφορά της ,απέναντι στον άντρα της τόσο καιρό ,που ήτανε μαζί του χε σταθεί και μάνα και αδερφή,σύζυγος και στήριγμα ,σε όλα τα καλά ή τα καλά που φέρνει η μοίρα,η κακοροίζικη η ζωή αυτή.

Οποιος την έπαιρνε θα άνοιγε η τύχη του,αυτό ελεγαν στο χωριό και η δύσμοιρη μη έχοντας άλλο τι να κάνει,για να σώσει το παιδί της και την ίδια ,αποφάσισε να υποταχτεί στη μοίρα της,αν και ποτέ κανείς μας δεν ξέρει τι η ίδια μας επιφυλάσσει.

Μα οι άνθρωποι ,όπως και οι ίδιοι χρόνια τώρα,έχετε μάθει ότι είναι κακοί και μετά δυσκολίας θα ακούσεις έναν καλό λόγο από το στόμα τους.
Ετσι ζήλευαν και την καλοςύνη της μητέρας σου ,καλό μου παιδί,μα και την ευγένειά της,που σκορπούσε απλόχερα,μη αναλογιζόμενη το δύστροπο και κακό χαρακτήρα του άλλου ατόμου.

Που λέτε,ένα σούρωπο,που γύναγε από το σπίτι που εργαζόταν,γαινα φέρει εις πέρας τις οικονομικές τους ανάγκες και ελλείψεις,ώστε ποτέ και για τίποτα να μην αισθανθείς κατώτερη από τα άλλα παιδιά.
Στο μισοσκόταδο που άρχισε να γέρνει η μέρα το προσκεφάλι της,μια φιγούρα,εξαγριωμένη και φανερά με άγρια ένστικτα ,μην μπορώντας να τα ελέγξει και να τα κατευνάσει,της είπε,απότομα και με τρόπο,ορθό ,κοφτό.

Θες δε θες,θα γίνεις δική μου.
Εμένα καμιά δε μου αντιστάθηκε,θα το κάνεις τώρα εςύ,που ξέρω ότι έχεις ανάγκες και ότι δουλεύεις για ένα κομμάτι ψωμί,να θρέψεις τον εαυτό σου και το παιδί σου!!!
Καμιά δε βρέθηκε να με προσβάλλει,
Σου είχα στείλει μαντάτα για να κάνουμε προξενιό και κατευθείαν με απέρριψες και μένα ,μαζί με την πρόταςή μου..

Εκείνη η καημένη,πάντα περίμενε τον καλό της Ευγένιο,τον πατέρα σου Ουρανίτσα μου,που της ήτανε όλος της ο κόσμος,τα πάντα είχαν σηματοδοτηθεί ,μέσα από αυτόν,την παρουςία του,την αγάπη του ,το νοιάξιμό του,μα κυριως μέσα από την αμοιβαία εμπιστοςύνη,που έτρεφαν ο ένας για τον άλλον.

Ηταν μια ευγενική όντως μορφή,ο καλός σου πατερούλης,γλυκιά μου Ουρανίτσα,που άλλος δεν τον παρέβγαινε στην καλοςύνη και στις αρετές που τον διέκριναν και τον ξεχώριζαν,από όλους ,ανάμεςά μας.

Μα όσο και αν του εξηγούσε και τον παρακάλαγε να την αφήσει ήσυχη,να συνεχίσει το δρόμο της,τόσο αυτός ο ελλεεινός και αχρείος τύπος,είχε πλησιάσει πάνω στο κορμί της και δεν την άφηνε με τίποτα να του ξεφύγει,λες και είχε βρει το θύραμά του και κυνηγούσε να αγγίξει το λάφυρο ,που τόσα χρόνια το επιζητούσε,ίσως για να καλύψει,όχι τόσο τις σεξουαλικές του ανάγκες,αφού καμιά ,όπως έλεγε δεν του αντιστεκότανε,παρά για να πείσει τον πληγωμένο του εγωισμό και να επιβεβαιωθεί,ως άτομο,δε θα το έλεγα,παρά ως ένα ζώο,που ικανοποιεί τις ανάγκες του,σε ανυπεράσπιστο κορμί,΄παραδωμένο από την κούραση της ημέρας.

Την επόμενη μέρα ,σε πήρε και πήγε στο Μοναστήρι,αφήνοντας η καημένη από την ντροπή της,ένα σημείωμα,που έγραφε...συμπαθάτε με,έπαθα αυτό και αυτό,δεν έχω άλλο τρόπο να σώσω την όποια τιμή ,που μου χει απομείνει και έτσι πήρα την απόφαση, να πάω να βρω ηρεμία και γαλήνη ψυχής,στην Ηγουμένη,να αναζητήσω άσυλο,ψυχής και θαλπωρής,αφού μετά από αυτό το βασανιστικό γεγονός και απολύτως κατακριτέο,έχω αποφαςίσει,να περάσω το υπόλοιπο της ζωής μου,κοντά στο Χριστό και στην Παναγία,με σεβασμό και αγαθότητα ψυχής,με καθαρότητα και εξαγνισμό,που θέλω και επίκειται να δεχθώ,από το Σεβασμιώτατο,που θα επισκεφθώ κάποια στιγμή,για να του μιλήσω και να δεχθώ,την όποια τιμωρία,ή Κανόνα,μου επιβάλλει,

Θέλω με τη βοήθεια του Θεού,να ζητήσω και να αναζητήσω ,το ελάφρυνση και απαλότητα στον πόνο μου,που δεν περνά με τίποτα και με κανέναν τρόπο.

Η μετέπειτα κίνηςή μου,αγαπητά μου παιδιά ,ήταν να ενημερώσω εγώ την Ηγουμένη,όπου της προςέφερε ,ότι μπορούσε και ήταν δυνατό να της σταθεί και να της συμπαρασταθεί,με αλήθεια και πόνο ψυχής και καρδιάς,με καθαρότητα του νου,για περαιτέρω κινήσεις και πράξεις,που θα την καθηςύχαζαν και θα ανέστειλλαν όσο το δυνατόν περισςότερο,τον πόνο ,τον κατατρεγμό,που η ίδια ένοιωθε,αν και αθώα.
Ο μόνος αίτιος και υπαίτιος όλου του συμβάντος ,δεν ήταν παρά εκείνος που θέλησε να της δείξει και να της επιδείξει καθώς και να της υποδείξει,τον τρόπο και το μέγεθος  της δύναμής του,της  αξίας ,πουμόνο εκείνος νόμιζε,ότι είχε και κατείχε.

Μετά από αυτό το γεγονός,ήταν μόνος του,απομονωμένος ακόμα και από τη δική του οικογένεια και κατατρεγμένος και δαχτυλοδειχτούμενος ,αφού όλοι τον  απέφευγαν,παρέμενε σε μια γωνιά ,να λέει τι άλλο,,,παρά ,,,,γιατί να στο κάνω αυτό?σ αγαπούσα και με έδιωξες,με πέταξες,ενώ εγώ είχα τα πάντα και εςύ ζητούσες το κάτι,μα είχε καταλάβει πως εκείνο το κάτι για αυτόν,ήταν τα πάντα για εκείνη.



Ομως της είχαν έρθει τα πάνω κάτω.
Ολος ο κόσμος της γκρεμίστηκε και λες και είχε φύγει κάτω από τα πόδια της.
Τα πάντα βιάσθηκαν γύρω της και εκείνη ήταν πλέον απροστάτευτη και ανήμπορη να διαχειρισθεί το τι της είχε συμβεί.

Πάλι όμως,τα παιδιά δεν ήταν σε θέση να εξηγήσουν τα ανεξήγητα.

Μετά Πάτερ τι συνέβη?τι έγινε?ρώτησαν και τα δυο ,με ένα στόμα μια φωνή,όπως συνήθιζαν,όταν ήξεραν ότι τους απασχολούσαν από κοινού ,τα ίδια θέματα και προβλήματα,που πάσχιζαν άδικα και μάταια να βρουν λύσεις και απαντήσεις ,στα εύλογα και καυστικά θέματα ,που είχαν βγει στηνεπιφάνεια και τίποτα δενήταν ικανό να σταθεί για να τους κόψει την πορεία τους.

Μμ..μετά,ήταν ότι πιο δύσκολο έπρεπε να αντιμετωπίσει η καημένη,γιατί ο άτιμος,την είχε αφήσει έγκυο.
Μα εξαφανίστηκε μόλις έμαθε για τις συνέπειες της πράξης του,που ακόμα και εκείνη τη στιγμή,δε ΦΑΙΝΟΤΑΝ ΝΑ ΧΕ ΑΠΟΔΕΧΘΕΙ ΚΑΙ ΝΑ ΔΕΧΘΕΙ ,,ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΤΟ ΣΠΛΑΧΝΟ ΤΟΥ.







πηγη ΑΝΝΑ ΖΑΝΙΔΑΚΗ, 

Δημοσίευση σχολίου

Αφήστε το σχόλιό σας ή κάνετε την αρχή σε μία συζήτηση

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Δημοφιλείς κατηγορίες

...
Οι πιο δημοφιλείς κατηγορίες του blog μας

Whatsapp Button works on Mobile Device only