Σε ανασκαφή σε αρχαία ελληνική οικία στη βορειοδυτική Μ.Ασία αρχαιολόγοι αποκάλυψαν μια ελληνική επιγραφή που χρονολογείται περίπου 2.200 χρόνια.
Ο επικεφαλής εκσκαφέας δήλωσε ότι η ανασκαφή που άρχισε το 2001 στην αρχαία ελληνική πόλη Άντανδρο στη βορειοδυτική Μ.Ασία πραγματοποιήθηκε σε δύο περιοχές, συμπεριλαμβανομένης μιας οικίας ρωμαϊκού στιλ σε μια πλαγιά.
Κατά τη διάρκεια της φετινής ανασκαφικής εργασίας , βρήκαν ένα πηγάδι που θεωρούν ότι ανήκε στην οικία όπου βρίσκεται η επιγραφή 22 γραμμών.
Η Άντανδρος
1. Εντοπισμός
Η αρχαία Άντανδρος βρισκόταν στη νότια ακτή της Τρωάδας, ανατολικά της Άσσου και βορειοανατολικά της Λέσβου. Βόρειά της βρίσκεται το όρος Ίδα (ή Ίδη), το οποίο τη χωρίζει από την κεντρική κοιλάδα του ποταμού Σκαμάνδρου και τις πόλεις του Ελλησπόντου. Η θέση του αρχαίου οικισμού βρίσκεται δίπλα στο σημερινό Altınoluk.
Η Άντανδρος ήταν ελληνική πόλη ευρισκόμενη επί του βορείου τμήματος του Κόλπου του Αδραμυττίου στην περιοχή της Τρωάδος. Η γύρω περιοχή ήταν γνωστή ως Ἀντανδρία και περιελάμβανε τις πόλεις Ασπονεύς στην ακτή και τα Άστυρα προς τα ανατολικά. Πάνω από την πόλη ήταν το όρος Ίδη
2. Ιστορική επισκόπηση
Σύμφωνα με τους διάφορους μύθους που σώζονται, η Άντανδρος κατοικούνταν από Αιολείς, Πελασγούς, Λέλεγες, Θράκες ή Κιμμέριους.1 Τίποτε από τα παραπάνω δεν είναι αρχαιολογικά τεκμηριωμένο μέχρι στιγμής και ο σποραδικός χαρακτήρας των αρχαιολογικών ερευνών δεν επιτρέπει την αποκατάσταση της ιστορίας της περιοχής μέχρι περίπου τον 7ο αι. π.Χ.
Στράβων Γεωγραφικά 13.1.151
Τον 7ο αι. π.Χ. η Τρωάδα βρισκόταν στα όρια του λυδικού βασιλείου, που είχε διοικητικό του κέντρο τις Σάρδεις. Δε σώζονται πληροφορίες για τις σχέσεις της περιοχής με το λυδικό βασίλειο, καθώς και με τα νομαδικά φύλα που κατά καιρούς εισέβαλλαν στην περιοχή, ενώ τα αρχαιολογικά στοιχεία είναι μέχρι στιγμής ανύπαρκτα.
Ψηφιδωτό από την Άντανδρο
Τον ίδιο αιώνα πάντως η Λέσβος μπόρεσε να ιδρύσει αποικίες στην απέναντι μικρασιατική ακτή, και πιθανώς η Άντανδρος να ιδρύθηκε ως αποικία της Μήθυμνας, όπως και η γειτονική Άσσος.
Ψηφιδωτό από την Άντανδρο
Με την κατάκτηση του λυδικού βασιλείου από τους Πέρσες κατά τα μέσα του 6ου αι. π.Χ. άρχισε μια περίοδος αστάθειας για την περιοχή λόγω του περσικού επεκτατισμού. Το 514 π.Χ. με την εκστρατεία του Δαρείου η Άντανδρος, όπως και άλλες πόλεις, προσαρτήθηκε στο περσικό βασίλειο.2 Είναι πιθανό να έλαβε μέρος στην Ιωνική επανάσταση κατά των Περσών στο τέλος του 6ου και στις αρχές του 5ου αι. π.Χ., αλλά η υπόθεση αυτή παραμένει ανεπιβεβαίωτη.
Ψηφιδωτό από την Άντανδρο
Εκτός από την πληροφορία του Ηροδότου ότι ο Ξέρξης πέρασε από την Άντανδρο στο δρόμο για την εκστρατεία του κατά των Ελλήνων δε γνωρίζουμε τίποτε άλλο για αυτή μέχρι το τελευταίο τρίτο του 5ου αι. π.Χ.3 Τις πληροφορίες μας για τη συγκεκριμένη περίοδο αντλούμε από το Θουκυδίδη. Σύμφωνα με τον ιστορικό, η Άντανδρος ανήκε στις λεγόμενες ακταίες πόλεις, που υπάγονταν στη σφαίρα ελέγχου της Μυτιλήνης κατά το τελευταίο τέταρτο του 5ου αι. π.Χ.4
Ψηφιδωτό από την Άντανδρο
Η Άντανδρος πρέπει να υπαγόταν στη σφαίρα επιρροής της τελευταίας για το μεγαλύτερο μέρος του αιώνα αυτού. Χαρακτηριστικά, εμφανίζεται στους καταλόγους των εισφορών της Αττικής-Δηλιακής Συμμαχίας μόνο μετά την αποστασία της Μυτιλήνης από τη συμμαχία και τη φυσική και οικονομική καταστροφή της από τους Αθηναίους το 427 π.Χ.
Η συμβολή της Αντάνδρου στο συμμαχικό ταμείο ήταν περίπου οκτώ τάλαντα, ενδεικτικό της καλής οικονομικής κατάστασης της πόλης. Σε αυτό το σημείο οι ακταίες πόλεις πέρασαν από τη σφαίρα ελέγχου της Μυτιλήνης σε αυτή της Αθήνας. Το καλοκαίρι του 424 π.Χ. εξόριστοι κάτοικοι της Λέσβου ξεκίνησαν να καταλάβουν την Άντανδρο και να ελευθερώσουν τις υπόλοιπες ακταίες πόλεις από τους Αθηναίους, το σχέδιό τους όμως απέτυχε χάρη στην έγκαιρη παρέμβαση των Αθηναίων.5
Στην τελευταία φάση του Πελοποννησιακού πολέμου η Άντανδρος πρέπει να πήγε με το μέρος των Περσών. Παρότι καμία πηγή δεν το σχολιάζει άμεσα, ο Θουκυδίδης φαίνεται να το θεωρεί δεδομένο. Μας παραδίδει ότι το 411 π.Χ. οι κάτοικοι της Αντάνδρου έφεραν στην πόλη τους οπλίτες από την Άβυδο γιατί ο Αρσάκης, ύπαρχος του Πέρση σατράπη των Σάρδεων Τισσαφέρνη, τους αδικούσε. Με τη βοήθειά τους έδιωξαν από την πόλη την περσική φρουρά του Αρσάκη.6
Είναι άγνωστο πότε επανεγκαταστάθηκε εκεί η περσική φρουρά, αλλά η εποχή αδυναμίας της Αθήνας μετά την ήττα στη Σικελία (415 π.Χ.) θα δημιούργησε τις προϋποθέσεις γι’ αυτό. Μετά την εκδίωξη της φρουράς του Αρσάκη, η Άντανδρος φαίνεται ότι παρέμεινε υπό περσική κατοχή, γιατί το καλοκαίρι του ίδιου χρόνου, έπειτα από την ήττα τους από τους Αθηναίους στη ναυμαχία της Αβύδου, οι Σπαρτιάτες είχαν τη δυνατότητα να ναυπηγήσουν καινούργια πλοία στην Άντανδρο, κατόπιν αδείας του Φαρναβάζου, σατράπη του Δασκυλείου.7
Πρόσφατες μελέτες έχουν δείξει ότι η Άντανδρος πρέπει να βρισκόταν στο όριο ανάμεσα στις σατραπείες του Δασκυλείου και των Σάρδεων, οι σατράπες των οποίων δεν είχαν φιλικές σχέσεις μεταξύ τους, και ότι η εξέγερση των κατοίκων της είχε στόχο μόνο τον ύπαρχο του σατράπη των Σάρδεων, όχι τους Πέρσες γενικά.
Στο τέλος του 5ου αι. π.Χ. η Αθήνα έχασε τον έλεγχο στην περιοχή της Μικράς Ασίας με την ήττα στους Αιγός Ποταμούς και όλες σχεδόν οι πόλεις της Τρωάδας περιήλθαν στη δικαιοδοσία των Σπαρτιατών. Η Άντανδρος, όπως οι άλλες πόλεις της Τρωάδας έμειναν στα χέρια των Λακεδαιμονίων μέχρι το 394 π.Χ., οπότε οι τελευταίοι ηττήθηκαν από τους Πέρσες στην Κνίδο. Τότε πέρασαν στον έλεγχο των Περσών, εκτός από την Άβυδο.
Η Άντανδρος προσπάθησε να επαναστατήσει με τη βοήθεια της Αβύδου, αλλά απέτυχε με σοβαρές συνέπειες.8 Το 387/386 π.Χ. οι Σπαρτιάτες, θέλοντας να εμποδίσουν την Αθήνα να ξαναποκτήσει ναυτική δύναμη, συνήψαν συνθήκη με τους Πέρσες, τη λεγόμενη Ανταλκίδειο ειρήνη, γνωστή και ως ειρήνη του βασιλέως. Με τη συνθήκη αυτή η Άντανδρος, όπως και όλες οι ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας, πέρασαν στην κατοχή των Περσών.9
Το 334 π.Χ. ο Μέγας Αλέξανδρος με την εκστρατεία του κατά των Περσών κατέκτησε την Τρωάδα, η οποία πέρασε έτσι στην κατοχή της Μακεδονίας. Η διαμάχη των Διαδόχων είχε συνέπειες και για την περιοχή αυτή. Από το 319 π.Χ. περίπου οι μικρασιατικές κατακτήσεις του Αλεξάνδρου διοικούνταν από το στρατηγό του Αντίγονο το Μονόφθαλμο, ο οποίος αυτοανακηρύχθηκε βασιλιάς το 306 π.Χ. Με το θάνατο του Αντιγόνου στη μάχη της Ιψού (301 π.Χ.), ο αντίπαλός του Λυσίμαχος μπόρεσε να κυριαρχήσει για λίγο στην περιοχή, αλλά το 281 π.Χ., μετά τη μάχη στο Κουροπέδιο, οι Σελευκίδες πήραν στον έλεγχό τους σχεδόν ολόκληρη τη Μικρά Ασία. Στα μέσα του 3ου αι. π.Χ. η ανερχόμενη δυναστεία των Ατταλιδών στο βασίλειο του Περγάμου εμπόδισε την περαιτέρω εξάπλωσή τους. Η Άντανδρος κατά την περίοδο αυτή πιθανότατα ανήκε στη σφαίρα επιρροής των Σελευκιδών, βρισκόταν όμως πολύ κοντά στα σύνορα του βασιλείου των Ατταλιδών και αυτό ίσως να είχε συνέπειες στην πολιτική της ζωή.
Το 227/226 π.Χ. ο Άτταλος Α' νίκησε τον Αντίοχο Ιέρακα δίνοντας τέλος στην κυριαρχία των Σελευκιδών στην περιοχή της Τρωάδας. Η Άντανδρος τότε πρέπει να έγινε αυτόνομη πόλη υπό την επιρροή ή τον έλεγχο των Ατταλιδών. Οι Σελευκίδες μπόρεσαν να κερδίσουν μέρος της Τρωάδας για σύντομα χρονικά διαστήματα, πριν η περιοχή επιστρέψει οριστικά στη σφαίρα επιρροής του Περγάμου με τη συνθήκη της Απάμειας το 188 π.Χ. Μετά τη συνθήκη, η Άντανδρος διατήρησε την αυτονομία της και επεκτάθηκε, σε αντίθεση με άλλες πόλεις της νότιας ακτής της Τρωάδας.10 Οι πληροφορίες για την Άντανδρο από εδώ και στο εξής είναι ελάχιστες. Η πόλη συνέχισε να υπάρχει με το ίδιο όνομα μέχρι και τη Βυζαντινή περίοδο. Κατά τη Ρωμαϊκή εποχή υπήρξε σημαντικό τελωνείο, ενώ στην Πρώιμη Βυζαντινή περίοδο είχε δικό της επίσκοπο.
3. Αρχαιολογική μαρτυρία
Οι αρχαιολογικές ανασκαφές στην Άντανδρο άρχισαν μόλις το 2001 . Έχουν αποκαλυφθεί μέχρι στιγμής κτήρια που χρονολογούνται στην Ύστερη Αρχαιότητα και στην Πρώιμη Βυζαντινή περίοδο. Μεταξύ άλλων, ιδιαίτερα σημαντική είναι η βίλα της Ύστερης Ρωμαϊκής εποχής που ανακαλύφθηκε στις υπώρειες του λόφου της ακρόπολης. Περιλαμβάνει περιστύλιο διακοσμημένο με ψηφιδωτά καθώς και μια αίθουσα με ψηφιδωτά και τοιχογραφίες. Η πολυτελής αυτή οικία διέθετε και το δικό της λουτρό. Επίσης ανακαλύφθηκαν οικίες του 6ου μ.Χ. αιώνα που φέρουν ίχνη καταστροφής από πυρκαγιά. Τέλος στην παράκτια ζώνη αποκαλύφθηκε εκτενής νεκρόπολη στην περιοχή όπου οικοδομούνται παραθεριστικές κατοικίες και ξενοδοχεία.
Ψηφιδωτό από την Άντανδρο - Ο θεός Διόνυσος
4. Αποτίμηση
Σίγουρα η στρατηγική θέση της με το προστατευμένο λιμάνι δίπλα στην Ίδα συνέβαλε στην ανάπτυξή της. Φιλολογικές πηγές μάς πληροφορούν ότι η γη στην περιοχή ήταν πολύ εύφορη. Ήταν επίσης πλούσια σε ξυλεία, εξ ου και τα πολύ σημαντικά ναυπηγεία της τα οποία αναφέρονται συχνά από συγγραφείς της Κλασικής και Ελληνιστικής περιόδου.
................................
β κείμενο Πηγή :http://asiaminor.ehw.gr
...............................
ΑΝΑΦΟΡΕΣ
1. Θουκ. 8.108.4· Ηρ. 7.42.5· Στράβ. 13.1.51· Στέφ. Βυζ., βλ. λ. «Άντανδρος».
2. Ηρ. 5.25-27.
3. Ηρ. 7.42.
4. Θουκ. 3.50.3, 4.52.3.
5. Θουκ. 4.52.
6. Θουκ. 8.108.4.
7. Ξεν., Ελλ. 1.1.24-26.
8. Ξεν., Ελλ. 4.8.31-39.
9. Ξεν., Ελλ. 5.1.31.
10. Στράβ. 13.1.51.
Άντανδρος
Η Άντανδρος ήταν ελληνική πόλη ευρισκόμενη επί του βορείου τμήματος του Κόλπου του Αδραμυττίου στην περιοχή της Τρωάδος. Η γύρω περιοχή ήταν γνωστή ως Ἀντανδρία[Καὶ ἐν τῇ Ἀντανδρίᾳ δὲ δύο ποταμοί εἰσιν, ὧν ὁ μὲν λευκὰ ὁ δὲ μέλανα ποιεῖ τὰ πρόβατα. Αριστοτέλης, Των Περί τα Ζώα Ιστοριών, Βιβλίο Γ', κεφ. 12 (519a16)] και περιελάμβανε τις πόλεις Ασπονεύς στην ακτή και τα Άστυρα προς τα ανατολικά. Πάνω από την πόλη ήταν το όρος Ίδη της Φρυγίας. Τοποθετείται στον λόφο Ντεβρέν, μεταξύ του σημερινού χωριού Αβτσιλάρ[2] και της πόλεως Αλτινολούκ[3].
Η πρώτη ένδειξη που οδήγησε στην εκ νέου ανακάλυψη της στη σύγχρονη εποχή έγινε από τον Γερμανό γεωγράφο και μελετητή της κλασικής ιστορίας Χάινριχ Κίπερτ το 1842. Βρήκε μια επιγραφή που αφορούσε την Άντανδρο στον τοίχο ενός τζαμιού στο Αβτσιλάρ. Επιστρέφοντας το 1888, βρήκε μια περαιτέρω επιγραφή στο ίδιο χωριό και, λόγω της ανακάλυψης από κατοίκους της περιοχής πολλών ελληνικών, ρωμαϊκών και βυζαντινών νομισμάτων της εποχής που βρίσκονταν σε ένα κοντινό λόφο που ονομάζεται Ντεβρέν, εντόπισε την ακρόπολη της πόλεως εκεί. Ο Βρετανός αρχαιολόγος Τζον Κουκ που ερεύνησε το χώρο το 1959 και το 1968 ανακάλυψε περαιτέρω στοιχεία ενός ελληνικού οικισμού.
Ως προς τους οικιστές της πόλεως, οι αρχαίοι Έλληνες παρουσίαζαν διαφορετικές απόψεις: τόσο ο ποιητής Αλκαίος[ [...]τὴν δὲ Ἄντανδρον Ἀλκαῖος μὲν καλεῖ Λελέγων πόλιν “πρῶτα μὲν Ἄντανδρος Λελέγων πόλις.” ὁ δὲ Σκήψιος ἐν ταῖς παρακειμέναις τίθησιν, ὥστ᾽ ἐκπίπτοι ἂν εἰς τὴν τῶν Κιλίκων[...] Στράβων, Γεωγραφία, 13.1.51] (7ος αι. π.Χ.), όσο και ο Ηρόδοτος (5ος αι. π.Χ.), υποστήριξαν ότι η Άντανδρος ιδρύθηκε από τα παλαιότατα πρωτοελληνικά φύλα των Πελασγών[[...]ἀπὸ δὲ ταύτης διὰ Θήβης πεδίου ἐπορεύετο, Ἀδραμύττειόν τε πόλιν καὶ Ἄντανδρον τὴν Πελασγίδα παραμειβόμενος. Ηροδότου Ιστορίαι, Βιβλίο Ζ' (Πολύμνια), κεφ. 42] και Λελέγων στην προϊστορία. Λίγο αργότερα ο Θουκυδίδης (5ος αι. π.Χ.) και ο Στέφανος ο Βυζάντιος (6ος αι. π.Χ.) διατράνωσαν την άποψη ότι ήταν αποικία των Αιολέων [ ...ἀπὸ Ἀντάνδρου τοῦ στρατηγοῦ Αἰολέων.]. Από την άλλη, ο Αριστοτέλης προσθέτει ότι η πόλη λεγόταν αλλιώς Ἠδωνίς και Κιμμερίς, όπως διασώζει ο Στέφανος ο Βυζάντιος [Ἀριστοτέλης φησὶ ταύτην ὠνομάσθαι Ἠδωνίδα διὰ τὸ Θρᾷκας Ἠδωνοὺς ὄντας οἰκῆσαι, καὶ Κιμμερίδα Κιμμερίων ἐνοικούντων ἑκατὸν ἔτη.].
Αντίθετα προς όλους, ο γραμματικός Δημήτριος από την Σκήψιν (205 -130 π.Χ.) τόνιζε ότι η Άντανδρος κατοικήθηκε από τους Κίλικες της πεδιάδας της Θήβης (βορείως του Αδραμυττίου)[4]. Τελικά ο μυθιστοριογράφος Κόνων -την εποχή του αυτοκράτορα Αυγούστου- έδωσε μιαν άλλη ερμηνεία για την προέλευση της πόλεως, ετυμολογώντας την από την πρόθεση ἀντί και Ἄνδρος, είτε από ίδιο πρώτο συνθετικό και την λέξη ἀνήρ. Βάσει της πρώτης εικασίας, η Άντανδρος μπορεί να ιδρύθηκε από εξόριστους από την Άνδρο, κτίζοντας έτσι μιαν αποικία στην θέση της Άνδρου (ἀντ 'Ἄνδρου). Με βάση την δεύτερη εκδοχή, ο υιός του Αινεία, Ασκάνιος, ήταν κυβερνήτης της πόλεως, μέχρι που αιχμαλωτίστηκε από τους γείτονες Πελασγούς. Τα λύτρα που απαίτησαν οι Πελασγοί για την ελευθέρωσή του, ήταν να τους παραδοθεί η πόλη. Έτσι ἀντί ἀνδρός (δηλ. του Ασκανίου), η πόλη δόθηκε στους Πελασγούς.
Μέχρι προσφάτως δεν είχαν πραγματοποιηθεί ουσιαστικές ανασκαφές στον χώρο της Αντάνδρου. Ωστόσο από κάποιες ανασκαφές της τουρκικής αρχαιολογικής υπηρεσίας, ήλθαν στο φως κεραμικά του 8ου -7ου αι. π.Χ. και αποδεικνύουν τον υλικό πλούτο της ελληνικής αυτής πόλης, καθώς και το εμπόριο που ανέπτυξε με τις γύρω ελληνικές αποικίες.
Κατά την αρχαϊκή περίοδο, οι Αιολείς κατείχαν τμήματα της Τρωάδος, γεγονός που έκανε τον Αλκαίο να υποθέσει ότι ήταν αποικία των συμπατριωτών του η Άντανδρος. Φαίνεται όμως ότι ο ιθαγενής μικρασιατικός (πελασγικός) πληθυσμός ήταν ανεξάρτητος από τους Μυτιληναίους αποίκους έως και τον 6ο αι. π.Χ. Το πρώτο γεγονός στο οποίο πληροφορούμαστε για την Άντανδρο, είναι όταν το 512 π.Χ. ο Οτάνης, ένας Πέρσης σατράπης της Ελλησποντικής Φρυγίας, κατέλαβε την πόλη, ενώ υπέτασσε την βορειοδυτική Μικρά Ασία[οὗτος ὦν ὁ Ὀτάνης ὁ ἐγκατιζόμενος ἐς τοῦτον τὸν θρόνον, τότε διάδοχος γενόμενος Μεγαβάζῳ τῆς στρατηγίης, Βυζαντίους τε εἷλε καὶ Καλχηδονίους, εἷλε δὲ Ἄντανδρον τὴν ἐν τῇ Τρῳάδι γῇ[...] Ηροδότου Ιστορίαι, Βιβλίο Ε' (Τερψιχόρη), κεφ. 26]. Η Άντανδρος είχε πρόσβαση σε μεγάλες ποσότητες ξυλείας που προέρχονταν από το όρος Ίδη, καθώς και πίσσα, γεγονός που την καθιστούσε ιδανική τοποθεσία για την κατασκευή μεγάλων στόλων, δίνοντας στην πόλη στρατηγική σημασία.
Το 424 π.Χ. κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου, όταν η πόλη είχε καταληφθεί από Μυτιληναίους εξόριστους, ο ιστορικός Θουκυδίδης αναφέρει ότι:
Το σχέδιό τους ήταν να απελευθερώσουν τις άλλες πόλεις, επίσης, οι οποίες είναι γνωστές ως πόλεις Ακταίες, οι οποίες ήταν παλιά υπό την κατοχή της Μυτιλήνης, αλλά τώρα κατέχονται από την Αθήνα, και έδωσαν ιδιαίτερη σημασία στην Άντανδρο. Από τη στιγμή που εγκαταστάθηκαν εκεί θα ήταν εύκολο γι' αυτούς να κατασκευάσουν πλοία, δεδομένου ότι υπήρχε ξυλεία σε εκείνο το μέρος, και η Ίδα ήταν τόσο κοντά. Άλλες προμήθειες θα είναι επίσης διαθέσιμες και με αυτή τη βάση στα χέρια τους, θα μπορούσαν εύκολα να κάνουν επιδρομές στη Λέσβο, η οποία δεν ήταν μακριά, και να υποτάξουν τις αιολικές πόλεις στην ηπειρωτική χώρα.
Η σημασία της Αντάνδρου πιστοποιείται αργότερα από τον Ξενοφώντα στον Πελοποννησιακό Πόλεμο, το 409 και το 405 π.Χ., και αναφέρεται στην Αινειάδα του Βιργίλιου[9], ως το μέρος όπου ο Αινείας χτίζει τον στόλο του πριν ξεκινήσει για την Ιταλία. Όντας μέλος της Δηλιακής Συμμαχίας το 425 π.Χ., η Άντανδρος εμφανίζεται για πρώτη φορά στις αθηναϊκές φορολογικές λίστες το 421 / 0 π.Χ., έχει μια αξιολόγηση των 8 ταλάντων, αναφέροντας εκ νέου την σχετική ευημερία της πόλης.
Το 411/10 π.Χ. η πόλη απέλασε την περσική φρουρά της, με τη βοήθεια των Πελοποννησιακών στρατευμάτων που στάθμευαν στην Άβυδο. Έχοντας σύντομα κέρδισε την ελευθερία της, γρήγορα επανήλθε στον περσικό έλεγχο, και το 409 π.Χ. ο Φαρνάβαζος κατασκεύασε στόλο για τους Πελοποννήσιους χρησιμοποιώντας την άφθονη ξυλεία του όρους Ίδη. Την ίδια χρονιά οι Συρακούσιοι είχαν κερδίσει την φιλία των Αντανδρίων, συμβάλλοντας στην ανοικοδόμηση των οχυρώσεών τους, γεγονός που υποδηλώνει ότι μια πολιορκία είχε πραγματοποιηθεί κατά το προηγούμενο έτος. Το καλοκαίρι του 399 π.Χ. οι Μύριοι του Ξενοφώντος πέρασαν από εκεί στον δρόμο της επιστροφής τους. Ο Ξενοφών στα Ελληνικά του τόνισε την στρατηγική σημασία της πόλης κατά τη διάρκεια του Κορινθιακού πολέμου (395-387 π.Χ.)[[...]καὶ συγκαλέσας τούς τε ἀπὸ τῶν πόλεων στρατηγοὺς καὶ τριηράρχους ἐκέλευε ναυπηγεῖσθαι τριήρεις ἐν Ἀντάνδρῳ ὅσας ἕκαστοι ἀπώλεσαν, χρήματά τε διδοὺς καὶ ὕλην ἐκ τῆς Ἴδης κομίζεσθαι φράζων. 26 ναυπηγουμένων δὲ οἱ Συρακόσιοι ἅμα τοῖς Ἀντανδρίοις τοῦ τείχους τι ἐπετέλεσαν, καὶ ἐν τῇ φρουρᾷ ἤρεσαν πάντων μάλιστα. διὰ ταῦτα δὲ εὐεργεσία τε καὶ πολιτεία Συρακοσίοις ἐν Ἀντάνδρῳ ἐστί. Ξενοφών, Ελληνικά, Βιβλίο Α', κεφ. 1.25-26].
Μετά την κλασική περίοδο, οι αναφορές για την Άντανδρο σπανίζουν. Την συναντά κανείς στα 200 π.Χ. όταν ήταν στον δρόμο ταξιδιού των Δελφικών θεαροδοκών. Από μια επιγραφή του 2ου αι. π.Χ. μαθαίνουμε ότι η πόλη έστειλε δικαστές στις Πέλτες της Φρυγίας, για να διαιτητεύσουν σε μια διαφορά. Κατά την περίοδο 440-284 π.Χ., η Άντανδρος έκοβε δικό της νόμισμα[11], αυτό άρχισε και πάλι επί του αυτοκράτορος Τίτου (79-81 μ.Χ.) και συνεχίστηκε μέχρι τη βασιλεία του Ηλιογάβαλου (218 - 222 μ.Χ.)[12]. Κατά τη Βυζαντινή περίοδο, η Άντανδρος ήταν έδρα επισκοπής υπαγομένη στην μητρόπολη της Εφέσου. Τέλος στα τέλη του 14ου αιώνα μ.Χ. ένας Οθωμανός ναύαρχος χρησιμοποίησε την ξυλεία της Αντάνδρου για την κατασκευή μερικών εκατοντάδων πλοίων
ΕΚ.ΤΟΥ.ΣΥΝΕΡΓΆΤΗ ΜΑΣ ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιό σας ή κάνετε την αρχή σε μία συζήτηση
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.