Πέμπτη 28 Νοεμβρίου 2019

Η «Αίγινα»


άποψη του ναού της Αφαίας στην Αίγινα

Η Αίγινα ήταν μία από τις πρώτες ναυτικές δυνάμεις της Ελλάδας και διάσημη για την κοπή – χρήση των πρώτων κερμάτων, τα οποία γίνονταν αποδεκτά σε όλη την περιοχή της Μεσογείου.
Μυθολογία
Ο Οβίδιος (43 π.Χ.-17 μ.Χ.) αναφέρει ότι η αρχική ονομασία της νήσου ήταν Οινώνη και σύμφωνα με τον μύθο, ο Δίας ερωτεύτηκε την νύμφη Αίγινα που ήταν κόρη του ποτάμιου θεού Ασωπού και μεταμορφωμένος σε αετό την απήγαγε και την μετέφερε στην Οινώνη, όπου απέκτησαν έναν γιο, τον Αιακό και στο νησί δόθηκε το όνομα της Αίγινας. Ο Δίας αφού όρισε βασιλιά τον Αιακό, μεταμόρφωσε τα μυρμήγκια του νησιού σε ανθρώπους για να αποκτήσει υπηκόους και γι’ αυτό τον λόγο οι κάτοικοι της Αίγινας ονομάστηκαν Μυρμιδόνες. Ο Αιακός παντρεύτηκε δύο γυναίκες, την Ενδηίδα κόρη του Κένταυρου Χείρωνα, από την οποία απέκτησε τον Πηλέα και τον Τελαμώνα και την Νηρηίδα Ψαμάθη με την οποία απέκτησε τον Φώκο.
Απόσπασμα από Αττική ερυθρόμορφη λήκυθο του ζωγράφου Αχιλλέα όπου απεικονίζεται ο Δίας να καταδιώκει την νύμφη Αίγινα. Ο θεός φέρει στο κεφάλι στεφάνι ελιάς και κρατά σκήπτρο με λωτό_450π.Χ._μουσείο Βοστώνης. https://www.theoi.com/image/O26.2Aigina.jpg
Ο Πηλέας και ο Τελαμώνας δολοφόνησαν τον Φώκο, λόγω ζηλοφθονίας και έφυγαν από το νησί. Ο Πηλέας πήγε στην Θεσσαλία και από τον γάμο του με την Θέτιδα γεννήθηκε ο Αχιλλέας, ενώ ο Τελαμώνας πήγε στην Σαλαμίνα, παντρεύτηκε την Ερίβοια και απέκτησε τον Αίαντα. Έτσι η Αίγινα υπήρξε η πατρίδα του Αχιλλέα και του Αίαντα δύο εκ των σημαντικότερων ηρώων. Ο Αιακός ουδέποτε συγχώρησε τον Πηλέα και τον Τελαμώνα. Υπήρξε ευσεβής και δίκαιος και όταν πέθανε έγινε δικαστής στον Άδη μαζί με τον Ραδάμανθυ και τον Μίνωα.
Αρχαιότητα
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, η νήσος ήταν αποικία της Επιδαύρου και ακμάζον κέντρο λατρείας του ημίθεου Ασκληπιού. Η πόλη αποτελούσε σημαντικό προπύργιο Μυκηναϊσμού γεγονός που αποδεικνύουν τα τεχνουργήματα που ανακαλύφθηκαν, αποδεικνύοντας ότι η Μυκηναϊκή κουλτούρα διατηρήθηκε στο νησί πολύ μετά την Δωρική εισβολή περί το 1200 π.Χ. Οι μονάδες μέτρησης βαρών και μήκους που ανέπτυξε η Αίγινα αποτέλεσαν πρότυπα για όλη την Ελλάδα.
Ο πλούτος της Επιδαύρου αξιοποιήθηκε από τους Αιγινήτες, αφού το νησί αναπτύχθηκε σε τέτοιο βαθμό ώστε να ανταγωνίζεται την Αθήνα. Το μετρικό σύστημα που καθιέρωσε η Αίγινα αποτέλεσε πρότυπο για όλη την Ελλάδα, αφού ήταν το πρώτο που περιελάμβανε κέρματα, ενώ ο εμπορικός στόλος των Αιγινητών μετέφερε αγαθά σε όλη τη Μεσόγειο και το Αιγαίο μέχρι την Αίγυπτο και την Εγγύς Ανατολή. Ενώ ο Ηρόδοτος (περ. 484 – 425/413 π.Χ.) ισχυρίζεται ότι η Αθήνα και η Αίγινα έγιναν εχθροί λόγω διαμάχης για αγάλματα δύο θεοτήτων, το πιθανότερο είναι ότι η ηπειρωτική πόλη φθονούσε την ευημερία του νησιού και ανησυχούσε για τις εμπορικές συναλλαγές του με την Περσία.
Ασημένια δραχμή της Αίγινας 404-340 π.Χ.
Ναός της (Αθηνάς) Αφαίας
Στη μάχη της Σαλαμίνας του 480 π.Χ., η οποία απέτρεψε τους Πέρσες εισβολείς από τον στόχο τους να κατακτήσουν την Ελλάδα, η Αίγινα διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο και όπως αναφέρει ο Ηρόδοτος «τα τριάντα καλύτερα πλοία τους ήταν αυτά που πολέμησαν στη Σαλαμίνα» (βιβλίο 8, 42). Σε ένδειξη ευγνωμοσύνης για τη νίκη τους, οι Αιγινήτες έχτισαν το ναό της Αφαίας στο βορειοδυτικό τμήμα του νησιού.
Η θεότητα ταυτίζεται με την Κρητική Δίκτυννα ή Βριτόμαρτη. Σύμφωνα με μια σύμπτυξη μύθων από την Ελληνική μυθολογία, όταν ο βασιλιάς της Κρήτης Μίνωας ερωτεύθηκε τη Βριτόμαρτη και την κυνηγούσε, εκείνη για να γλυτώσει έπεσε στη θάλασσα. Την έσωσαν όμως αλιείς που τη μετέφεραν στην Αίγινα, αλλά κι εκεί την κυνήγησε ένας από αυτούς. Κατέφυγε λοιπόν στο ιερό άλσος της Αρτέμιδας και εξαφανίστηκε με τη βοήθεια της θεάς. Είναι βέβαιη η σχέση της με την Αρτέμιδα, καθώς η Βριτόμαρτις αναφέρεται ως νύμφη, κόρη της, ενώ η ίδια η Άρτεμις έχει τα λατρευτικά ονόματα ΑφαίαΒριτόμαρτηΔίκτυννα.
Όταν οι ντόπιοι έψαξαν να τη βρουν βρήκαν στη θέση της ένα άγαλμα κι έτσι την ονόμασαν Αφαία (δηλαδή άφαντη). Στη θέση εκείνη ίδρυσαν αργότερα οι Αιγινήτες ένα ιερό και κατόπιν χτίστηκε ναός, ο οποίος χρονολογείται στις αρχές του 5ου αιώνα π.Χ. μετά την ναυμαχία της Σαλαμίνας, στην οποία συμμετείχαν. Η εύρεση της θεότητας πραγματοποιήθηκε μετά την ανακάλυψη αρχαϊκής επιγραφής. Η αρχική ονομασία ήταν Άφα και το ιερό της Αφαίας το αναφέρει ο Παυσανίας. Πριν βρεθούν οι επιγραφές, θεωρείτο ιερό της Αθηνάς ή του Ηρακλέους.
Ανατολική πλευρά ναού Αφαίας. Alun Salt [CC BY-SA 2.0], via Wikimedia
Ο χώρος του ιερού εμφανίζει ίχνη λατρείας γυναικείας θεότητας της γονιμότητας από την ύστερη Μυκηναϊκή περίοδο (1300 π.Χ.). Στη σπηλιά που σύμφωνα με τον μύθο κρύφτηκε η Βριτόμαρτις όταν έφτασε στην Αίγινα βρέθηκαν ειδώλια προελληνικής γυναικείας θεότητας, Ευγονίας. Αργότερα η εν λόγω θεότητα  ταυτίστηκε με τη θεά Αθηνά και έτσι προέκυψε η Αφαία Αθηνά.
Ο ναός που σώζεται σήμερα χρονολογείται περί το 500-490 π.Χ.: είναι ο δεύτερος, καθώς ο πρωιμότερος Δωρικός χρονολογείται στο 570-560 π.Χ. και καταστράφηκε από πυρκαγιά γύρω στο 510 π.Χ. Βαθμιαία το ιερό της Αφαίας παρήκμασε μετά και την Αθηναϊκή κυριαρχία στην Αίγινα και μόνο κάποιες επισκευές έγιναν τον 4ο αι. π.Χ. ενώ μέχρι το τέλος του 2ου αιώνα είχε εγκαταλειφθεί. Ο ναός θεωρείται κορυφαία δημιουργία της αρχαϊκής αρχιτεκτονικής και πιστεύεται ότι αποτέλεσε πρότυπο για τους αρχιτέκτονες του Παρθενώνα, Ικτίνο και Καλλικράτη.
Στο πλάτωμα του υψώματος στα βορειοανατολικά του νησιού, φαίνεται ότι είχε αναγερθεί ένας μικρός ναός ο οποίος δεν έχει διασωθεί. Ανακαλύφθηκε κατά τις ανασκαφές, στα θεμέλια του βωμού, που υπήρχε εμπρός από τον ναό. Περί τον 3ο αιώνα μ.Χ. αφαιρέθηκαν οι μεταλλικοί σύνδεσμοι που συγκρατούσαν τα αρχιτεκτονικά μέλη του ναού κι έτσι ορισμένα τμήματα κατέρρευσαν.
Η πρώτη έρευνα έγινε το 1811 από τον Άγγλο αρχιτέκτονα Cockerell και τον Γερμανό βαρόνο von Hallerstein, που επισκέφθηκαν το χώρο και ανέσκαψαν τα γλυπτά των αετωμάτων, τα οποία μετέφεραν στην Ιταλία, πουλήθηκαν στον Λουδοβίκο Α’ της Βαυαρίας και έτσι το 1828 κατέληξαν στο Μόναχο, όπου βρίσκονται μέχρι σήμερα και εκτίθενται στη Γλυπτοθήκη του Μονάχου. Συστηματική ανασκαφή του μνημείου πραγματοποιήθηκε από το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο το 1901, υπό την εποπτεία των Ad. Furtwangler και H. Thiersch και αργότερα, το 1964-1981, του D. Ohly. Τα έτη 1956-1957 έγιναν αναστηλωτικές εργασίες από τον Α. Ορλάνδο και τον Ε. Στίκα.
Στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών υπάρχουν λίγα ευρήματα επηρεασμένα από τη χαλκοπλαστική σχολή που ήκμασε στο τέλος της αρχαϊκής περιόδου στην Αίγινα.
Ερείπια ναού του Απόλλωνα. Jebulon [CC0], via Wikimedia Commons
Ναός του Απόλλωνα
Στην κορυφή του λόφου της Κολώνας υπήρχε ο ναός του Απόλλωνα. Χτίστηκε τον 6ο αιώνα π.Χ. και μόνο ένας πυλώνας έχει απομείνει από τον ναό. Ο ναός είχε σχήμα ορθογώνιου με έντεκα πυλώνες στην μεγάλη πλευρά και έξι στην μικρή. Στο νότιο τμήμα του ναού υπήρχε η είσοδος και δύο μικρά ορθογώνια κτίρια. Ανατολικά ήταν ο βωμός του ναού, νοτιοανατολικά ήταν ο ναός της Αρτέμιδος, δυτικά υπήρχε στρογγυλό κτίριο και βόρεια υπάρχουν τα θεμέλια ορθογώνιου κτηρίου.
Στις ανασκαφές που έγιναν, ανακαλύφθηκε στο βόρειο τμήμα του ναού αρχαίο νεκροταφείο, όπου βρέθηκαν πολλοί τάφοι, στους υπήρχαν πολλά χρυσά κοσμήματα, τα οποία βρίσκονται στο Βρετανικό μουσείο.
Εξωτερική πολιτική
Οι Ιωνικές αποικίες στην Μικρά Ασία, υπό Περσικό έλεγχο, αποτελούσαν πολυετή πηγή σύγκρουσης για την Περσική αυτοκρατορία. Μετά την Ιωνική εξέγερση του 499-493 π.Χ., στην οποία οι Ελληνικές αποικίες ηττήθηκαν από τις Περσικές δυνάμεις και αποκαταστάθηκε η τάξη, η Αίγινα, η οποία δεν είχε εμπλακεί στη διαμάχη, εμφάνισε στην Περσία δείγματα υποταγής που στα μάτια της Αθήνας ισοδυναμούσαν με σύμφωνο υποτέλειας. Επειδή οι Αθηναίοι είχαν στηρίξει την Ιωνική εξέγερση (μαζί με την Ερέτρια) όσον αφορά στην παραχώρηση στρατευμάτων και όπλων στις αποικίες, η χειρονομία καλής θέλησης της Αίγινας προς τον εχθρό των Αθηνών αντιμετωπίσθηκε με δυσαρέσκεια. Σε αντίποινα για την Ελληνική υποστήριξη της Ιωνικής εξέγερσης, ο Δαρείος Α’ εισέβαλε στην Ελλάδα το 490 π.Χ. αλλά ηττήθηκε στη μάχη του Μαραθώνα.
Δέκα χρόνια αργότερα, ο γιος του Δαρείου, Ξέρξης εισέβαλε στην Ελλάδα για να ολοκληρώσει αυτό που είχε ξεκινήσει ο πατέρας του. Μετά από σειρά μαχών (συμπεριλαμβανομένης της μάχης των Θερμοπυλών) το 480 π.Χ. ηττήθηκε στη μάχη της Σαλαμίνας από τις ναυτικές δυνάμεις της Αθήνας και της Αίγινας. Καθώς δεν υπάρχουν ενδείξεις για φιλικές σχέσεις μεταξύ Αθήνας και Αίγινας, ούτε στοιχεία διάσπασης των σχέσεων μεταξύ Αίγινας και Περσίας, φαίνεται ότι η Αίγινα αναγκάστηκε να πολεμήσει τους Πέρσες ως επακόλουθο της μάχης των Θερμοπυλών. Όποιο όμως και αν ήταν το κίνητρό τους, τα πλοία της Αίγινα διαδραμάτισαν καίριο ρόλο στην καταστροφή του Περσικού στόλου. Μετά από αυτό ωστόσο, η Αίγινα επισκιάστηκε από την Αθηναϊκή ναυτική και εμπορική υπεροχή και άρχισε να παρακμάζει.
Αρίστιππος ο ΚυρηναίοςThomas Stanley, 1655, The history of philosophy [Public domain], via Wikimedia Commons
Η Αίγινα πολέμησε κατά της Αθήνας στον Πελοποννησιακό πόλεμο (460-445 π.Χ.) όπου πιθανώς υποστηρίχθηκε από τους Πέρσες, οι οποίοι προστάτευαν όχι μόνο τα εμπορικά τους συμφέροντα αλλά υποστήριξαν και τον εχθρό του εχθρού τους (Αθήνα). Με ή χωρίς πάντως την υποστήριξη της Περσίας, η εποχή ακμής της Αίγινας είχε τελειώσει. Μέχρι την στιγμή που ο Πλάτωνας έγραψε τον διάλογο του Φαίδωνα η Αίγινα θεωρείτο κάτι περισσότερο από ένα θέρετρο διακοπών. Στον διάλογο, ο Εχεκράτης ρωτά τον Φαίδωνα: «αλλά ο Αρίστιππος και ο Κλεόμβροτος, ήταν παρόντες;» ο Φαίδων απαντά: «Όχι, δεν ήταν. Λένε ότι είναι στην Αίγινα». Ο Αρίστιππος ήταν ο ιδρυτής της Κυρηναϊκής σχολής, η οποία δίδασκε ότι η απόλαυση είναι το μόνο εγγενές καλό και ο αναγνώστης του διαλόγου αντιλαμβάνεται την στιχομυθία ως ένα είδος «εσωτερικού αστείου» που εξισώνει τον Κυρηναϊκό ηδονισμό με το νησί της Αίγινας.
Προτομή Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα_Ναυτικό μουσείο Κων/ποληςYahia.Mokhtar [CC BY-SA 4.0], via Wikimedia Commons
Στα χρόνια που ακολούθησαν η Αίγινα απώλεσε κάθε αίγλη καταλήγοντας διαδοχικά στους Αιτωλούς, τους Περγάμιους και τους Ρωμαίους. Σύμφωνα με τον Παυσανία, που πέρασε από το νησί το 150 μ.Χ., στην Αίγινα δεν υπήρχε τίποτα αξιόλογο ενώ το ιστορικό λιμάνι του είχε παραχωθεί εντελώς. Λόγω επιδρομών στην Στερεά Ελλάδα και την Πελοπόννησο από Γότθους και Ερούλους (Γερμανικό φύλο) μετακινήθηκαν στην Αίγινα μεγάλοι πληθυσμοί, με αποτέλεσμα να γνωρίσει μια δεύτερη περίοδο ακμής. Κατά τον 10ο αιώνα οι επιδρομές των πειρατών ανάγκασαν μέρος των κατοίκων να μεταναστεύσει ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα πραγματοποιήθηκε και η μεταφορά της πρωτεύουσας στην ενδοχώρα και συγκεκριμένα στην Παλαιά Χώρα. Κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 12ου αιώνα, όταν η πειρατεία γενικεύθηκε σε μεγάλο βαθμό, λόγω της απόφασης του Ιωάννη Β’ Κομνηνού να διακόψει τα κονδύλια προς το ναυτικό, η Αίγινα γίνεται ορμητήριο των πειρατών, ιδίως για τις επιθέσεις τους προς την Αττική, τους κατοίκους της οποίας τρομοκρατούν αρπάζοντας υλικά αγαθά, ζώα, ανθρώπους για σκλάβους ή λύτρα και βεβαίως σκοτώνουν πολλούς κατοίκους συχνά με βασανιστικό τρόπο ή απλώς τους ακρωτηριάζουν. Ο Μητροπολίτης Αθηνών Μιχαήλ Χωνιάτης, ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο χαρακτηρίζει την Αίγινα ως «φωλιά των πειρατών»
Βυζαντινοί και Νεότεροι χρόνοι
Αργότερα η Αίγινα υποτάχθηκε στους Φράγκους (1204 – 1317) τους Καταλανούς (1451 – 1540), τους Ενετούς (1451 – 1540 & 1687 – 1715) και τους Οθωμανούς (1540 – 1687 & 1715 – 1821). Η σημαντικότερη όμως καταστροφή πραγματοποιήθηκε από τον Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα, ο οποίος λεηλάτησε την πρωτεύουσα και αιχμαλώτισε περί τους 4.000 με 7.000 χιλιάδες Αιγινήτες. Στο τέλος του 18ου αιώνα οι Αιγινήτες εγκατέλειψαν την Παλιά Χώρα και εγκαταστάθηκαν στην θέση της αρχαίας πόλης.
Την περίοδο της επανάστασης στην Αίγινα κατέφυγαν χιλιάδες κάτοικοι της Στερεάς Ελλάδας, της Πελοποννήσου και του Ανατολικού Αιγαίου και ιδιαίτερα των περιοχών του Γαλαξιδίου, των Ψαρών και της Αθήνας. Υπολογίζεται ότι στην επανάσταση συμμετείχαν περίπου 400 Αιγινήτες. Την περίοδο 1826-1827 η Ελληνική κυβέρνηση εγκαταστάθηκε στο νησί, αφού η ορισθείσα πρωτεύουσα πόλη του Ναυπλίου δεν παρείχε τότε την αναγκαία ασφάλεια. Το 1827 η Αίγινα ορίστηκε και επίσημα ως – προσωρινή – πρώτη πρωτεύουσα του νεοσύστατου Ελληνικού κράτους, ιδιότητα που διατήρησε ως το 1829, με την μεταφορά πλέον της πρωτεύουσας στο Ναύπλιο.
Προτομή του Ιωάννη Καποδίστρια, πρώτου κυβερνήτη της σύγχρονης Ελλάδας, από τον Καρακατσάνη, 1887, Αίγινα.Jebulon [CC0], via Wikimedia Commons
Σύμφωνα με τον ιστορικό Εντγκάρ Κινέ (Edgar Quinet) την εποχή του Καποδίστρια ο πληθυσμός ανερχόταν στους δέκα χιλιάδες κατοίκους μαζί με τους πρόσφυγες (που έφτασαν να αποτελούν το 70% του πληθυσμού) ενώ σύμφωνα με κυβερνητικές εκτιμήσεις ο πληθυσμός ανερχόταν σε σαράντα χιλιάδες. Τότε κατασκευάστηκαν τα κτίρια του Ορφανοτροφείου, στο οποίο στεγάστηκαν το αλληλοδιδακτικό σχολείο και το Εθνικό Τυπογραφείο, του αρχαιολογικού μουσείου και του κυβερνείου, στο οποίο στεγάστηκε η πρώτη βιβλιοθήκη της χώρας.
Μετά την μεταφορά της πρωτεύουσας η Αίγινα άρχισε να παρακμάζει, ενώ ο πληθυσμός της μειώθηκε κατά το ήμισυ.
Την δεκαετία του 1940 είχε προβλεφθεί η κατασκευή ναυτικών οχυρών στην Πέρδικα και στον Τούρλο, τα οποία μαζί με το ναυτικό οχυρό των Φλεβών και τα πυροβολεία της Πούντας και του Κεράμου αποτέλεσαν το τμήμα της Ελληνικής παράκτιας άμυνας, που έγινε γνωστή ως «Ναυτικά Οχυρά Σαρωνικού». Το 1940 το Πολεμικό Ναυτικό προχώρησε στην πόντιση ναρκών στις θαλάσσιες περιοχές Τούρλου – Φλεβών και Μονής Αιγίνης – Αγίου Γεωργίου Μεθάνων δημιουργώντας έτσι ένα μέτωπο προστασίας. Τον Απρίλιο του 1941 Γερμανικά αεροσκάφη τύπου στούκας βομβάρδισαν τρεις φορές το νησί καταστρέφοντας τους δύο λιμενοβραχίονες. Τον Μάιο του ίδιου έτους Γερμανικά στρατεύματα αποβιβάστηκαν στα οχυρά του Τούρλου και της Πέρδικας. Τον Ιανουάριο του 1942 το Γερμανικό υποβρύχιο U 133 βυθίστηκε από νάρκη στα ανοιχτά του Τούρλου.
Συνοπτικό χρονολόγιο
3500-3000 π.Χ., εμφάνιση πρώτων κατοίκων.
2500-2000 π.Χ., αποίκιση του νησιού από τους Αιγαίους, κατά την Πρώιμη Εποχή του Χαλκού. Εγκατάσταση στην Κολώνα και ασχολία με την ναυτιλία και το εμπόριο.
2000-1600 π.Χ., ανάπτυξη μεγάλης εμπορικής και ναυτικής δραστηριότητας.
1400-1300 π.Χ., εγκαθίστανται στην περιοχή του Όρους οι Μυρμιδόνες προερχόμενοι από την Θεσσαλία και ιδρύουν το Ναό του Ελλάνιου Δία.
Περί το 950 π.Χ., κάθοδος των Δωριέων.
Περί τον 7ο π.Χ. αιώνα η Αίγινα συμμετέχει με τον Πόρο και πέντε ακόμη πόλεις στην Αμφικτιονία της Καλαυρίας. Η Αμφικτιονία στην αρχή ήταν θρησκευτική και αργότερα πολιτική ομοσπονδία. Μέλη της ήταν η Ερμιόνη, ο Πόρος η Επίδαυρος, η Αίγινα, οι Πρασιές, η Αθήνα κι ο Ορχομενός. Η Αμφικτιονία χρησίμευε για επίλυση διαφορών, καθώς και για εμπορικές συναλλαγές.
Ασημένιος στατήρας της Αίγινας, 550-530 π.Χ. Classical Numismatic Group, Inc. http://www.cngcoins.com [CC BY-SA 3.0], via Wikimedia Commons
734 – 459 π.Χ., η Αίγινα συναγωνίζεται μεγάλες εμπορικές πόλεις της Μ. Ασίας.
Περί το 650 π.Χ, οι Αιγινήτες για εμπορικούς λόγους κόβουν δικά τους ασημένια νομίσματα που στην μία όψη έφεραν την εικόνα χελώνας, χαρακτηριστικό του θεού Ποσειδώνα.
Περί τον 6ο αιώνα π.Χ., η Αίγινα διαθέτει δικαστήρια και ιατρό. Η Κολώνα ορίζεται Ακρόπολη του νησιού και περιβάλλεται από ισχυρά τείχη.
Περί το 500 π.Χ., η Αίγινα μονοπωλεί το εμπόριο της ανατολικής Μεσογείου, του Εύξεινου Πόντου και φτάνει στο υψηλότερο σημείο δύναμης και πλούτου.
480 π.Χ., συμμετοχή στην ναυμαχία της Σαλαμίνας, μαζί με τους υπόλοιπους Έλληνες ενάντια στους Πέρσες.
Έγχρωμη αναπαράσταση του ναού της Αφαίας. No machine-readable author provided. Cedric B. assumed (based on copyright claims). [Public domain], via Wikimedia Commons
459 π.Χ., συμμαχία με Σπάρτη και Κόρινθο. Οι Αθηναίοι νικούν τον Αιγινήτειο στόλο και στη συνέχεια πολιορκούν και καταλαμβάνουν την πόλη, υποχρεώνοντας τους Αιγινήτες να γκρεμίσουν τα τείχη, να παραδώσουν τα πλοία και να πληρώνουν φόρο υποτέλειας.
431-404 π.Χ., κατά την διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου οι Αθηναίοι έδιωξαν τους Αιγινήτες στην Πελοπόννησο και μετέφεραν στο νησί Αθηναίους. Μετά το τέλος του πολέμου ο Λύσανδρος επανέφερε τους Αιγινήτες.
Περί το 230 π.Χ., η Αίγινα εντάσσεται στην Αχαϊκή Συμπολιτεία. Ο στόλος του βασιλιά της Περγάμου και των Ρωμαίων κατέλαβαν την πόλη, την οποία λεηλάτησαν και κατέστρεψαν.
Περί το 133 π.Χ., η Πέργαμος κληροδοτεί την Αίγινα στους Ρωμαίους, οι οποίοι οδήγησαν το νησί σε παρακμή. Οι ναοί ερειπώθηκαν και τα αρχαία που είχαν απομείνει μεταφέρθηκαν εκτός Αίγινας.
Μετά το 400 μ.Χ., κάτοικοι της Πελοποννήσου καταφεύγουν στην Αίγινα για να γλυτώσουν από τις επιδρομές Γότθων και Ερούλων. Ο πληθυσμός αυξήθηκε, η πόλη ξαναχτίστηκε και το εμπόριο αναγεννήθηκε.
6ος αιώνα μ.Χ., λεηλατείται από Αβάρους και τον 9ο μ.Χ αιώνα από Σαρακηνούς πειρατές, με αποτέλεσμα οι κάτοικοι να αποτραβηχτούν από τα παράλια και να χτίσουν την Παλαιοχώρα.
Πύργος Μαρκέλλου_δείγμα Ενετικής αρχιτεκτονικής.Jebulon [CC0], via Wikimedia Commons
1204, οι Σταυροφόροι καταλαμβάνουν την Κωνσταντινούπολη και η Αίγινα παραχωρείται στους Ενετούς.
1451 – 1540, πρώτη Ενετοκρατία.
1537 μ.Χ. ο Μπαρμπαρόσα καταστρέφει την Αίγινα. Διασώζονται μόνο λίγοι ναοί στην Παλαιοχώρα.
1540 – 1687, πρώτη περίοδος Τουρκοκρατίας.
1715 – 1821, δεύτερη περίοδος Τουρκοκρατίας, μέχρι την Επανάσταση του 1821, στην οποία η Αίγινα έπαιξε σημαντικό ρόλο.
1828, πρώτη πρωτεύουσα της Ελλάδας με πρώτο κυβερνήτη τον Ιωάννη Καποδίστρια. Το 1829 η πρωτεύουσα μεταφέρεται στο Ναύπλιο και ο πληθυσμός της Αίγινας μειώνεται.
———————————–
Πηγές – βιβλιογραφία
Γουίλ Ντυράν «The Life of Greece» (Simon & Schuster, 2011).
Ηρόδοτος «Ιστορίες» (2006).
Οβίδιος «Μεταμορφώσεις» (Mariner Books, 1995).
Πλάτων «THE COMPLETE WORKS» (The Complete Works Collection, 2011).
Θουκιδίδης «Ιστορία Πελοποννησιακού πολέμου». (Penguin Classics, 1972).

Επισκεφτείτε την ιστοσελίδα μας http://www.tapantareinews.gr, για περισσότερη ενημέρωση. Εγγραφείτε - SUBSCRIBE: http://bit.ly/2lX5gsJ Website —►http://bit.ly/2lXX2k7 SOCIAL - Follow us...: Facebook...► http://bit.ly/2kjlkot    






Δημοσίευση σχολίου

Αφήστε το σχόλιό σας ή κάνετε την αρχή σε μία συζήτηση

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Δημοφιλείς κατηγορίες

...
Οι πιο δημοφιλείς κατηγορίες του blog μας

Whatsapp Button works on Mobile Device only