Μόλις 15 χλμ. από την Καβάλα και άλλα 21 από τη Δράμα απέχουν οι Φίλιπποι, ένας από τους πιο αξιόλογους και φημισμένους αρχαιολογικούς χώρους της Ελλάδας και ο πιο σημαντικός της Ανατολικής Μακεδονίας. Τα ερείπια των μνημείων που βρίσκονταν εγκλωβισμένα στα διάφορα στρώματα του εδάφους έρχονται στο φως για να δώσουν στους ειδικούς πληροφορίες σχετικά με τη ζωή, τις συνήθειες και τις λατρείες των ανθρώπων που έζησαν εδώ σε διάφορες ιστορικές περιόδους. Οι Φίλιπποι ήταν αρχαία πόλη της Α. Μακεδονίας, που αρχικά ονομαζόταν Κρηνίδες και σήμερα βρίσκεται στο νομό Καβάλας. Η περιοχή των Φιλίππων κατοικείται από αυτόχθονες τουλάχιστον από τη Νεολιθική Εποχή αδιαλείπτως. Η αρχαία πόλη των Φιλίππων ιδρύθηκε στις παρυφές των ελών που κάλυπταν το νοτιοανατολικό τμήμα της πεδιάδας της Δράμας. Η πόλη των Φιλίππων είναι ο σημαντικότερος αρχαιολογικός χώρος της Ανατολικής Μακεδονίας. Οι πρώτοι οικιστές της ήταν άποικοι από τη Θάσο, που ίδρυσαν στα 360 π.Χ. την αποικία των Κρηνίδων. Ακμή γνώρισε η πόλη κατά τα ελληνιστικά χρόνια. Ο Απόστολος Παύλος ίδρυσε στους Φιλίππους την πρώτη χριστιανική Εκκλησία επί ευρωπαϊκού εδάφους.
ΙΣΤΟΡΙΑ
Στην περιοχή των Φιλίππων οργανωμένη ζωή υπήρξε πολύ πριν από τον βασιλιά Φίλιππο, ήδη από την προϊστορική εποχή. Αφετηρία θεωρείται το 5.000 π.Χ. και η ανθρώπινη παρουσία συνεχίστηκε αδιάλειπτα ως την πρώιμη εποχή του σιδήρου (μεταξύ 1050 και 700 π.Χ.). Ο οικισμός εκείνος εγκαταλείφθηκε για να αναπτυχθεί ένας άλλος πιο δυτικά, στην κορυφή του οχυρού λόφου.
Το 360 π.Χ., στην ακρόπολη αυτή, οι Θάσιοι με αρχηγό τον Καλλίστρατο ίδρυσαν την αποικία των Κρηνίδων, που βρισκόταν πάνω στον μόνο δρόμο που ένωνε το εσωτερικό της αρχαίας Θράκης με τα παράλια και περνούσε ανάμεσα στους πρόποδες του Όρβηλου όρους και στα έλη. Έτσι οι Θάσιοι άποικοι ίδρυσαν την αποικία γνωρίζοντας τον πλούτο της περιοχής και κατάφεραν να εξασφαλίσουν στη Θάσο πρόσβαση σε ξυλεία, γεωργικά προϊόντα και στα πολύτιμα ορυχεία του Παγγαίου.
Πολύ γρήγορα (365 π.Χ.) η νέα αποικία, φοβούμενοι τις θρακικές φυλές της περιοχής, προσέφυγαν για προστασία στον βασιλιά της Μακεδονίας, Φίλιππο Β', πατέρα του Μ. Αλεξάνδρου. Αυτός, διαβλέποντας την οικονομική και στρατηγική σημασία της πόλης, την καταλαμβάνει, την οχυρώνει, τη μετονόμασε σε Φιλίππους και εγκαθιστά εκεί Μακεδόνες αποίκους. Χάρη στα νέα ορυχεία χρυσού που ανακαλύφθηκαν σε κοντινή περιοχή, η πόλη απέκτησε ισχυρή οικονομία. Οι πληροφορίες σχετικά με την πόλη που ίδρυσε ο Φίλιππος είναι λίγες σε σχέση με εκείνες των επόμενων περιόδων, επειδή τα μνημεία που έχουν ανασκαφεί ανήκουν κυρίως στους ρωμαϊκούς και παλαιοχριστιανικούς χρόνους.
Η ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΦΙΛΙΠΠΩΝ
Μετά μια περίοδο παρακμής, επανήλθε στο προσκήνιο με τη μάχη των Φιλίππων τον Οκτώβριο του 42 π.Χ., που σηματοδότησε την κατάργηση του δημοκρατικού πολιτεύματος στη Ρώμη. Ο Βρούτος και ο Κάσιος, αφού δολοφόνησαν στη Ρώμη τον Ιούλιο Καίσαρα και έθεσαν τέρμα στο μοναρχικό και απολυταρχικό πολίτευμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, βρέθηκαν μ’ ένα τμήμα του στρατού, στους Φιλίππους. Τη στρατιά αυτή οι ιστορικοί την ονόμασαν «Δημοκρατική». Υπήρχε όμως και το αντίπαλο δέος, η στρατιά της «Τριανδρίας», με αρχηγούς τους Αντώνιο και Οκταβιανό, τους συνεχιστές της πολιτικής του Ιουλίου Καίσαρα, που κατευθυνόταν στους Φιλίππους με σκοπό την πάταξη του κινήματος των Δημοκρατικών. Οι δυο στρατιές ήρθαν αντιμέτωπες στους Φιλίππους και η φονική μάχη έληξε με ήττα των Δημοκρατικών, γεγονός που είχε ως συνέπεια να καταργηθεί το δημοκρατικό πολίτευμα και στη Ρώμη να αναδειχθεί αυτοκράτορας ο Οκταβιανός Αύγουστος. Η κοσμοϊστορική αυτή μάχη, έξω από τα δυτικά τείχη της πόλης, που έθεσε τις βάσεις για τη ρωμαϊκή κοσμοκρατορία, επέδρασε ριζικά και στην τύχη των μακεδονικών Φιλίππων, που στα χρόνια των διαδόχων του Αλεξάνδρου είχαν χάσει τη σημασία τους. Η πόλη άλλαξε εντελώς τον χαρακτήρα της, αφού μετά την επικράτησή του και την εγκατάσταση βετεράνων στρατιωτών της μάχης και αποίκων, ο Οκταβιανός μετέτρεψε την πόλη σε ρωμαϊκή αποικία, την ξακουστή Colonia Augusta Julia Philippensis. Ρωμαίοι άποικοι εγκαταστάθηκαν (σε μικρό χρονικό διάστημα) στους Φιλίππους και της προσέδωσαν, επί 3 αιώνες, το χαρακτήρα ρωμαϊκής πόλης. Έτσι η πόλη μεγαλώνει, αποκτά ιδιαίτερη σημασία και αναδεικνύεται σε οικονομικό, διοικητικό και πολιτιστικό κέντρο της ευρύτερης περιοχής, λόγω της θέσης της πάνω στην Εγνατία οδό.
Η ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
Ένα άλλο σημαντικό γεγονός όμως έμελλε και πάλι να αλλάξει τη φυσιογνωμία της πόλης. Το πέρασμα του Αποστόλου Παύλου από τους Φιλίππους, το χειμώνα του 49 μ.Χ., αποτέλεσε καίρια τομή στην ιστορία των Φιλίππων. Την εποχή αυτή, η πόλη με τη στρατηγική θέση που έλεγχε διαβάσεις, εύφορη γη και μεταλλεία, μετρούσε ήδη έναν αιώνα ζωής ως ρωμαϊκή αποικία. Ο απόστολος και η συνοδεία του κήρυξαν τη νέα θρησκεία σ’ έναν τόπο, όπου κυριαρχούσε η λατινική γλώσσα και η ρωμαϊκή παράδοση, μ’ ένα μικτό πληθυσμό από Ρωμαίους, Εβραίους, γηγενείς Έλληνες και εξελληνισμένους Θράκες. Το κήρυγμα του Αποστόλου Παύλου είχε ως αποτέλεσμα την ίδρυση της πρώτης χριστιανικής κοινότητας σε ευρωπαϊκό έδαφος. Με την επικράτηση του χριστιανισμού, τον 4ο αιώνα μ.Χ., ως επίσημης θρησκείας της νέας οικουμενικής αυτοκρατορίας και η μεταφορά της πρωτεύουσας του ρωμαϊκού κράτους στην Κωνσταντινούπολη προσέδωσαν αίγλη στους Φιλίππους και ανέδειξε την πόλη σε μητρόπολη του Χριστιανισμού. Στα σημεία όπου βρίσκονταν κατεστραμμένα δημόσια κτίρια υψώθηκαν μεγαλόπρεποι χριστιανικοί ναοί (τρεις από τους οποίους υπάρχουν σήμερα στον αρχαιολογικό χώρο). Η ανάμνηση της επίσκεψης και της φυλάκισης του Παύλου και του Σίλα έμεινε βαθιά τυπωμένη στη μνήμη των Χριστιανών και έδωσε έναν οικουμενικό χριστιανικό προσκυνηματικό χαρακτήρα στην πόλη.Στα τέλη του 6ου αιώνα-αρχές 7ου μ.Χ. αιώνα, η πόλη δοκιμάστηκε από μεγάλους καταστρεπτικούς σεισμούς που, με επίκεντρο τη Θεσσαλονίκη, έπληξαν ολόκληρη την Ανατολική Μακεδονία. Τα μεγάλα κτίρια καταστράφηκαν και στα ερείπιά τους ιδρύθηκαν μικρότεροι χώροι λατρείας. Την ίδια εποχή οι σλαβικές επιδρομές στην ευρύτερη περιοχή της Βαλκανικής επέτειναν τα φαινόμενα παρακμής και αποσάθρωσης του αρχαίου αστικού βίου. Η περιτειχισμένη έκταση αρχίζει σταδιακά να εγκαταλείπεται, οι κάτοικοι αποτραβήχτηκαν στα ορεινά. Η πόλη σταδιακά έχασε τη σημασία της ως διοικητικό, οικονομικό και θρησκευτικό αστικό κέντρο και μεταβλήθηκε σε οχυρωμένη ακρόπολη.
Μεταξύ 963 και 969 μ.Χ., ανοικοδομούνται τα τείχη της πόλης και κτίζονται οι πύργοι και το τείχος της ακρόπολης. Επιγραφή που αναφέρει επισκευή της οχύρωσής της στα χρόνια του Νικηφόρου Φωκά (963-969) αποδίδεται στην επανοχύρωση της ακρόπολης. Δεν είναι απίθανο όμως να συνδέεται με τον περίβολο που εντοπίστηκε τελευταία γύρω από τη δυτική είσοδο του αρχικού περιβόλου, περιορίζοντας έτσι τους μεσοβυζαντινούς Φιλίππους σε τμήμα της αρχαίας και παλαιοχριστιανικής πόλης, φαινόμενο συνηθισμένο στη μεσοβυζαντινή εποχή (Αμφίπολη-Άβδηρα-Μαρώνεια). Η θέση της πάντως πάνω στη βασική οδική αρτηρία Ανατολής-Δύσης είναι ο λόγος που δεν έχασε τελείως τη σημασία της και η πόλη επιζεί ως οχυρό φρούριο.
Στα μέσα του 12ου αιώνα την επισκέφθηκε ο Άραβας γεωγράφος Ιdrisi, που την περιέγραψε ως εμπορικό κέντρο με ζωηρή κίνηση.
Στον 14ο αιώνα το όνομα των Φιλίππων αναφέρεται αρκετά συχνά σε σχέση με τις κινήσεις των αντιμαχόμενων πλευρών κατά την εμφύλια διαμάχη. Η άλωση των Σερρών στα 1383 και της Θεσσαλονίκης στα 1387 σήμανε και την οριστική ενσωμάτωση της περιοχής στο Οθωμανικό κράτος. Είναι άγνωστο πότε και γιατί ερημώθηκαν τελείως.
Στα 1546-49, που την επισκέφθηκε ο περιηγητής Belon, υπήρχαν 5-6 σπίτια. Από το λαμπρό παρελθόν της έστεκαν όρθιοι, φάροι μιας ένδοξης εποχής, οι τεράστιοι πεσσοί της Βασιλικής Β' που έδωσαν και το τουρκικό όνομα στην περιοχή: DIRECLER, τουρκική λέξη με την οποία αποδίδεται κάθε ψηλό κατακόρυφο στήριγμα.
ΤΑ ΤΕΝΑΓΗ
Αιώνες πριν, οι απέραντες εκτάσεις που αντικρίζουμε γύρω από τον αρχαιολογικό χώρο των Φιλίππων και ονομάζονται τενάγη, ήταν έλος. Η πιο αξιόλογη προσπάθεια για την αποξήρανσή τους (εκτός από αυτήν που έγινε το 1930 για να μοιραστούν αγροτικοί κλήροι στους πρόσφυγες) ανήκει στον Φίλιππο Β' βασιλιά της Μακεδονίας, τον 4ο αιώνα π.Χ. Κι αυτό, επειδή αντιλήφθηκε έγκαιρα ότι η νέα πόλη που δημιούργησε και βάφτισε δεν θα μπορούσε να αναπτυχθεί όσο τα έλη έφταναν στις παρυφές της και εξαφάνιζαν την καλλιεργήσιμη γη.
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ
Η ανασκαφική έρευνα άρχισε στους Φιλίππους στα 1914, από τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή. Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, η Αρχαιολογική Υπηρεσία και η Αρχαιολογική Εταιρεία διενήργησαν συστηματικές ανασκαφές. Σήμερα, η Αρχαιολογική Υπηρεσία, το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκη και η Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή συνεχίζουν την αρχαιολογική έρευνα. Τα ευρήματα των ανασκαφών εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Φιλίππων.
Αναστηλωτικές εργασίες έχουν γίνει στα περισσότερα μνημεία του αρχαιολογικού χώρου Φιλίππων. Σήμερα βρίσκεται σε εξέλιξη ένα πρόγραμμα στερέωσης, αναστήλωσης και ανάπλασης του αρχαίου θεάτρου, στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού προγράμματος 1994 «Ιστορικά Κτήρια και Χώροι Θεαμάτων».
ΤΑ ΠΙΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΜΝΗΜΕΙΑ
Οι πληροφορίες σχετικά με την πόλη που ίδρυσε ο Φίλιππος είναι λίγες σε σχέση με τις πόλεις των επόμενων περιόδων, επειδή τα μνημεία που έχουν ανασκαφεί ανήκουν κυρίως στους ρωμαϊκούς και παλαιοχριστιανικούς χρόνους. Ο επισκέπτης φτάνει σήμερα στον αρχαιολογικό χώρο Φιλίππων, ακολουθώντας την παλιά εθνική οδό Καβάλας-Δράμας, που αν και δε χρησιμοποιείται πια, χωρίζει τον αρχαιολογικό χώρο των Φιλίππων σχεδόν στη μέση. Οι αρχαιολόγοι έχουν διακρίνει το βόρειο από το νότιο τμήμα. Στο βόρειο τμήμα εντάσσονται:
ΤΕΙΧΗ
Ο περίβολος των τειχών ξεκινούσε από την κορυφή του λόφου, όπου ήταν η οχυρή Ακρόπολη και προχωρώντας στις απότομες κατωφέρειες της νότιας πλαγιάς περιέκλειε στους πρόποδες του λόφου ένα τμήμα της πεδιάδας, η οποία προσφερόταν για κατοίκηση και για ανάπτυξη δημόσιων χώρων. Η αρχαιότερη φάση του περιβόλου ανάγεται στην εποχή του Φιλίππου Β' (μέσα του 4ου αιώνα π.Χ.) και η νεώτερη στα χρόνια του Ιουστινιανού Α' (527-565 μ.Χ.). Το τείχος του Φιλίππου Β', που είναι ορατό στο ανατολικό κυρίως σκέλος και στην ακρόπολη, έχει πάχος 2,30-2,85 μ. και είναι χτισμένο από μεγάλες μαρμάρινες πλίνθους. Το συνολικό μήκος της περιμέτρου των τειχών φτάνει τα 3,5 χλμ. Το τείχος ενισχύεται κατά διαστήματα από ισχυρούς πύργους. Πύργοι πλαισιώνουν και τις 3 πύλες που εντόπισαν οι ανασκαφές. Από αυτές, οι δύο βρίσκονται στη δυτική πλευρά του τείχους και η τρίτη στην ανατολική. Σε μας σήμερα είναι προσιτή μόνο η τρίτη, που ονομάζεται συμβατικά πύλη της Νεάπολης, γιατί από αυτήν ξεκινά ο δρόμος που οδηγεί στο λιμάνι της Νεάπολης (σημερινής Καβάλας).
ΑΚΡΟΠΟΛΗ
Στην κορυφή του ισχυρού λόφου, στην ακρόπολη της αρχαίας πόλης, οδηγεί το μονοπάτι που ξεκινά λίγο πιο βόρεια από το Μουσείο. Στον περίβολο της ακρόπολης διακρίνονται οι διάφορες οικοδομικές φάσεις των τειχών της αρχαίας πόλης. Το τείχος των βυζαντινών χρόνων είναι θεμελιωμένο πάνω στο αρχαίο τείχος της εποχής του Φιλίππου Β'. Στο εσωτερικό της ακρόπολης δεσπόζει ένας μεγάλος τετράπλευρος πύργος των υστεροβυζαντινών χρόνων. Η είσοδός του βρίσκεται στα βόρεια, σε ύψος 1,50μ. πάνω από την επιφάνεια του εδάφους, για λόγους ασφαλείας. Χαρακτηριστικά είναι δύο διακοσμητικά θέματα από πλίνθους στις εξωτερικές πλευρές του πύργου: σταυρός στη νότια και ιχθυάκανθα στη δυτική πλευρά. Επιφανειακή κεραμική που έχει βρεθεί στην ακρόπολη των Φιλίππων, βεβαιώνει ότι ο λόφος κατοικούνταν ήδη από την πρώιμη εποχή του σιδήρου. Χαράγματα στο βράχο (σχηματοποιημένοι τροχοί, πλοίο), που χρονολογήθηκαν στον 5ο αι. π.Χ., μαρτυρούν επίσης την παρουσία ζωής στο λόφο πριν από την άφιξη των Θασίων αποίκων. Για να ανέβετε εδώ από το μονοπάτι θα χρειαστείτε περίπου 45 λεπτά.
ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ
Το αρχαίο θέατρο των Φιλίππων είναι αυτό που θα δείτε πρώτο μπαίνοντας στον αρχαιολογικό χώρο. Έχει γίνει ακόμη πιο διάσημο τα τελευταία χρόνια χάρη στα πολιτιστικά δρώμενα που διοργανώνονται εδώ, με σημαντικότερο το φεστιβάλ αρχαίου δράματος. Το εντυπωσιακό αυτό μνημείο είναι από τα αρχαιότερα και πιο σημαντικά οικοδομήματα της πόλης. Η σημερινή του μορφή είναι αποτέλεσμα διαδοχικών κτιριακών αλλαγών, που αντιπροσωπεύουν διάφορες φάσεις της ιστορίας της πόλης. Βρίσκεται στη ΝΑ πλαγιά του λόφου της ακρόπολης, σε επαφή με το ανατολικό τείχος της πόλης, στο οποίο και στηρίζεται.Η αρχική φάση του, που είναι σύγχρονη με τα τείχη της πόλης, ανάγεται στα χρόνια του βασιλιά της Μακεδονίας Φιλίππου Β' (μέσα του 4ου αιώνα π.Χ.) και οι διαστάσεις του αποδεικνύουν ότι πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα θέατρα της αρχαιότητας. Από τη φάση αυτή σώζονται οι αναλημματικοί τοίχοι (κατακόρυφοι τοίχοι που στήριζαν το κοίλο του θεάτρου) του κοίλου, δηλαδή του χώρου όπου κάθονται οι θεατές, και των παρόδων, των διαδρόμων που οδηγούσαν προς την ορχήστρα του θεάτρου. Την εποχή αυτή η ορχήστρα, ο υπαίθριος κεντρικός χώρος όπου «παίζουν» οι ηθοποιοί, είχε σχήμα πετάλου. Το θέατρο αυτό, εξακολούθησε να χρησιμοποιείται κι από τους Ρωμαίους αποίκους, αφού διασκευάστηκε για να προσαρμοστεί στα νέα θεάματα της ρωμαϊκής κοινωνίας και για να δεχθεί πολυάριθμους θεατές. Τον 2ο αιώνα μ.Χ., το θέατρο αποκτά τυπική ρωμαϊκή μορφή, με μεγαλοπρεπές τριώροφο κτίριο σκηνής, ορχήστρα στρωμένη με μαρμάρινες πλάκες και κοίλο που επεκτείνεται πάνω από τις παρόδους, που καλύπτονται με θολωτές κατασκευές. Μια εικόνα της μορφής αυτής του θεάτρου μας δίνει η νότια στοά του κτιρίου της σκηνής, που αναστηλώθηκε πρόσφατα και φέρει στα μέτωπα των πεσσών ανάγλυφες πλάκες με παραστάσεις που σχετίζονται με το θεό Διόνυσο (μαινάδες κ.ά.).
Τον 3ο αιώνα μ.Χ., το θέατρο μετατρέπεται σε αρένα για τις θηριομαχίες. Κατεδαφίζεται το προσκήνιο και αφαιρούνται οι πρώτες σειρές των καθισμάτων του κοίλου. Στην περιφέρεια της ορχήστρας υψώνεται τοίχος, ύψους 1,20 μ., με κιγκλίδωμα για την προστασία των θεατών από τα θηρία. Μάλιστα για την παραμονή και την πιο εύκολη μεταφορά των θηρίων στην αρένα, δημιουργήθηκε στο νότιο άκρο της ορχήστρας, ένας μεγάλος ορθογώνιος υπόγειος χώρος. Στη φάση αυτή θα πρέπει να κατασκευάστηκε και το επιθέατρο, μία καμαροσκέπαστη κατασκευή στο ψηλότερο μέρος του κοίλου, που στήριζε νέες σειρές εδωλίων και αύξησε την χωρητικότητα του θεάτρου.
Στους ύστερους Ρωμαϊκούς χρόνους (τέλος 3ου-αρχές 4ου μ.Χ. αιώνα) πρέπει να κτίστηκαν τα δύο τόξα για την αντιστήριξη του θεάτρου στο γειτονικό τείχος.
Στα παλαιοχριστιανικά χρόνια (5ος-6ος μ.Χ. αιώνα) το θέατρο παύει να λειτουργεί ως χώρος παραστάσεων. Η εγκατάλειψή του πρέπει να σχετίζεται με την επικράτηση του Χριστιανισμού και τα νέα ήθη που δεν ήταν πια σύμφωνα με τις θηριομαχίες ή τις θεατρικές παραστάσεις. Η στοά στο πίσω μέρος του κτιρίου της σκηνής διασκευάζεται σε χώρο εργαστηρίων. Με την καταστροφή της σκηνής από πυρκαγιά, που πιθανότατα σχετίζεται με το μεγάλο σεισμό που κατέστρεψε την πόλη των Φιλίππων στις αρχές του 7ου μ.Χ. αιώνα, αρχίζει το συστηματικό γκρέμισμα του θεάτρου με σκοπό τη χρησιμοποίηση των μελών του ως οικοδομικού υλικού για την κατασκευή νέων οικοδομών.
Στη διάρκεια των πρώιμων Βυζαντινών χρόνων το κτίριο της σκηνής και η περιοχή στα ΝΑ του θεάτρου φιλοξενεί εργαστήρια. Τέλος, στην περίοδο της Τουρκοκρατίας, ο λιθόστρωτος δρόμος, που ως τις αρχές του 20ου αιώνα ένωνε την Καβάλα με τη Δράμα, διασχίζοντας τον αρχαιολογικό χώρο των Φιλίππων, περνά μπροστά από το θέατρο.Οι πρώτες πληροφορίες που έχουμε για το θέατρο στη σύγχρονη εποχή προέρχονται από τους Ευρωπαίους περιηγητές που επισκέπτονται την περιοχή από τα μέσα του 16ου αιώνα. Η συστηματική ανασκαφή του θεάτρου ξεκινά το 1921-1927 από τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή και συνεχίζεται στο τέλος της δεκαετίας του ’50 από την Αρχαιολογική Υπηρεσία με τον Δ. Λαζαρίδη. Στο διάστημα αυτό το θέατρο δέχθηκε γρήγορες και πρόχειρες επεμβάσεις για να μπορέσει να εξυπηρετήσει τις ανάγκες του φεστιβάλ Φιλίππων. Κατά την αποκατάσταση του θεάτρου των Φιλίππων το 1950 έγινε εκτεταμένη χρήση τσιμέντου. Παρ’ όλα αυτά το μνημείο έχει αναστηλωθεί στο μεγαλύτερο μέρος του και το αποτέλεσμα είναι εντυπωσιακό. Το θέατρο Κάθε καλοκαίρι ο δήμος Καβάλας διοργανώνει εκεί το Φεστιβάλ Φιλίππων, το δεύτερο παλαιότερο φεστιβάλ της χώρας έπειτα από εκείνο της Επιδαύρου. Η ΙΗ' ΕΠΚΑ Καβάλας ξανάρχισε το 1974 τις ανασκαφικές έρευνες και από το 1993, σε συνεργασία με το Τμήμα Αρχιτεκτόνων του Α.Π.Θ., ξεκίνησε πρόγραμμα με ανασκαφικές έρευνες, μελέτες συντήρησης, αποκατάστασης και αναστήλωσης του θεάτρου, που βρίσκονται ακόμη σε εξέλιξη.
Το επόμενο αξιόλογο μνημείο μπροστά στο οποίο θα βρεθείτε είναι η Βασιλική Α'. Μεγάλη τρίκλιτη βασιλική με εγκάρσιο κλίτος στην ανατολική πλευρά, που χρονολογείται στο τέλος του 5ου αιώνα και διακρίνεται για τη μεγαλοπρέπεια του γλυπτικού διακόσμου (κιονόκρανα, επίκρανα, θωράκια). Χρονολογείται γύρω στα 500 μ.Χ. Το μέγεθος και η θέση της αποτελούν στοιχεία για να αντιληφθεί κανείς πόσο πολύ σπουδαία και λαμπρή ήταν. Έχει μήκος 136 μ. και πλάτος μαζί με τα προκτίσματα της βόρειας πλευράς 50 μ. Πρόκειται δηλαδή για τη μεγαλύτερη βασιλική που έχει ανασκαφεί. Στο ιερό βήμα μετά την πελώρια αψίδα της κόγχης υπήρχε τεράστιο σύνθρονο και μπροστά του, στη θέση της Αγίας τράπεζας, αποκαλύφθηκε το εγκαίνιο με μορφή τετράγωνης τάφρου. Μέσα σε αυτήν τοποθετούσαν το μαρμάρινο ή μεταλλικό κιβώτιο που περιείχε τεμάχια ιερών λειψάνων μαρτύρων τυλιγμένα μέσα σε ύφασμα. Στον κυρίως ναό και στα δεξιά του κεντρικού κλίτους σώζεται η βάση του μεγάλου και επιβλητικού άμβωνα. Μετά το νάρθηκα ήταν η φιάλη ή κρήνη στη μέση της αυλής, που επεκτείνονταν μέχρι τον δυτικό τοίχο, στου οποίου στη μια από τις πέντε κόγχες, τη μεσαία και υπερυψωμένη στεκόταν ο Επίσκοπος κατά το προλειτουργικό στάδιο. Η φιάλη ήταν διόροφη. Κίονες βάσταζαν τόξα διακοσμημένα και έδιναν στο τεράστιο οικοδόμημα χαρακτήρα μνημειώδη και μεγαλοπρεπή. Στη βόρεια πλευρά, μεταξύ του βορείου τοίχου του ναού και του λαξευμένου βράχου του λόφου της Ακρόπολης, διατηρείται σε σχετικά καλή κατάσταση το βαπτιστήριο και άλλοι χώροι απαραίτητοι στην τέλεση του βαπτίσματος. Το δάπεδο του βαπτιστηρίου και των προθαλάμων ήταν στρωμένο με πλάκες πολύχρωμων μαρμάρων, ενώ οι τοίχοι καλυπτόταν με τοιχογραφίες. Από τον προθάλαμο του βαπτιστηρίου ξεκινούσε το κλιμακοστάσιο, που οδηγούσε στα υπερώα της Βασιλικής. Μετά από 100 χρόνια λειτουργίας του ναού, πιθανόν το 600 μ.Χ., ο ναός ισοπεδώνεται μάλλον από σεισμό, χωρίς να ξανακτισθεί. Ο χώρος του βαπτιστηρίου διαμορφώθηκε σε μεταγενέστερους χρόνους σε ναϊσκο, διατηρώντας και μαρτυρώντας την ιερότητα του χώρου.
ΦΥΛΑΚΗ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΠΑΥΛΟΥ
Σύμφωνα με την παράδοση πιστεύεται ότι στο χώρο αυτό φυλακίστηκε ο Παύλος. Στην πραγματικότητα, όμως, πρόκειται για μια ρωμαϊκή δεξαμενή, που μετατράπηκε σε λατρευτικό χώρο.
ΒΑΣΙΛΙΚΗ Γ'
Χρονολογικά, αποτελεί μεταγενέστερο κτίσμα, καθώς η ίδρυση της τοποθετείται στον 4ο αιώνα. Ξεχωρίζει για την εξαιρετική της διακόσμηση, που είναι εμφανής αλλά και για τα πλούσια γλυπτά που ήρθαν στο φως. Είναι μακρόστενη, με 3 κλίτη. Έχει πολυτελή μαρμαροθετήματα δαπέδου και ενδιαφέροντα γλυπτικό διάκοσμο. Στα μέσα του 6ου αιώνα το μνημείο καταστράφηκε από σεισμό. Στη Βασιλική Γ' η ανασκαφή συνεχίζεται κι έτσι δεν είναι επισκέψιμη.
Στο νότιο τμήμα του αρχαιολογικού χώρου εντάσσονται τα εξής κτίσματα:
ΑΡΧΑΙΑ ΑΓΟΡΑ-FORUM
Κατευθυνόμενοι προς τη Βασιλική Β', θα περπατήσετε λίγο στο χώρο της ρωμαϊκής Αγοράς (forum), που αποτελούσε το διοικητικό κέντρο των Φιλίππων στη ρωμαϊκή εποχή. Βρίσκεται στο κέντρο της αρχαίας πόλης, ανάμεσα σε δυο μεγάλους παράλληλους πλακόστρωτους δρόμους, από τους οποίους ο βόρειος έχει ταυτιστεί με την αρχαία Εγνατία οδό. Η οδός αυτή συνέδεε δύο πύλες των τειχών της πόλης και αποτελεούσε τον decumanus maximus της ρωμαϊκής αποικίας. Πρόκειται για ενιαία σχεδιασμένο συγκρότημα δημοσίων κτηρίων (ναοί, δικαστήρια, βιβλιοθήκη, καταστήματα), τα ερείπια των οποίων θα δείτε να απλώνονται γύρω από μια κεντρική πλατεία, με μνημειακά κτίσματα, τον ΒΑ αφιερωμένο στην αυτοκρατορική λατρεία και τον ΒΔ ναό ή curia. Η αρχαιότερη φάση της ρωμαϊκής αγοράς των Φιλίππων χρονολογείται στον 1ο αιώνα μ.Χ., στην ιουλιοκλαυδιανή περίοδο και έχει χτιστεί πάνω σε κτίρια της πόλης των ελληνιστικών και πρώιμων ρωμαϊκών χρόνων. Στην εποχή των Αντωνίνων, περίοδο μεγάλης άνθησης για τη ρωμαϊκή αποικία των Φιλίπων, χτίστηκε στην ίδια θέση ένα νέο forum στα χρόνια του Ρωμαίου αυτοκράτορα Μάρκου Αυρήλιου (161-187 μ.Χ.). Στο forum της εποχής των Αντωνίνων διατηρήθηκε η αρχική κεντρική πλατεία, γύρω όμως από αυτήν χτίστηκαν νέα κτίρια, πολύ πιο μνημειακά, τα ερείπια των οποίων δεσπόζουν σήμερα στον αρχαιολογικό χώρο. Η αγορά έχει αλλοιωθεί σε μεγάλο βαθμό, λόγω της ανέγερσης της Βασιλικής Β'.ΑΡΧΑΙΑ ΑΓΟΡΑ-FORUM
Το πιο διάσημο μνημείο του νότιου τμήματος του αρχαιολογικού χώρου είναι η επιβλητική Βασιλική Β', που είναι χτισμένη στη νότια πλευρά της ρωμαϊκής αγοράς. Η μεγάλη και ωραία Βασιλική Β', στο κεντρικότερο σημείο της πόλης των Φιλίππων κτίσθηκε το 550 μ.Χ περίπου. Πριν όμως ολοκληρωθούν οι εξωραϊστικές εργασίες του εσωτερικού χώρου, κατέρρευσε ο τρούλος. Μένουν επιβλητικά υψωμένοι οι παράπλευροι τοίχοι να φθείρονται από τον χρόνο και τους ανθρώπους. Η αναστήλωση του μνημείου έγινε το 1995-96. Το οικοδόμημα απομακρύνεται ως προς την αρχιτεκτονική του από τον τύπο της ελληνικής βασιλικής και πλησιάζει τον τύπο της βασιλικής με τρούλο, όπως είναι η Αγία Σοφία Κωνσταντινουπόλεως. Δύο κιονοστοιχίες με 6 κολώνες η κάθε μια χώριζαν το εσωτερικό σε τρία κλίτη, με ολικό πλάτος 31 μ. Το μεσαίο κλίτος στεγαζόταν με μια μεγάλη καμάρα. Η αρχή των τόξων που την στήριζαν, φαίνεται ψηλά στους πεσσούς. Επάνω από τα πλάγια κλίτη και το νάρθηκα ήταν ο γυναικωνίτης που είχε μορφή Π. Ο μαρμάρινος στηλοβάτης του τέμπλου σώζεται στη θέση του και το ιερό στην ανατολική του πλευρά έχει μια μεγάλη ημικυκλική αψίδα. Συμμετρικά στην αψίδα του ιερού είναι κτισμένες δυο μικρές αψίδες στη ΒΑ και ΝΑ γωνία της εκκλησίας, που ανήκουν στα προκτίσματα.
Στα ΒΑ βρίσκεται το βαπτιστήριο, ένα τετράγωνο δωμάτιο (6,89Χ5,57 μ.). Το δάπεδό του πλακοστρωμένο άλλοτε, έχει στο μέσο μια τετράγωνη αβαθή λεκάνη (2,51Χ1,83 μ.), εφοδιασμένη με αγωγό για την αποχέτευση του νερού. Το βαπτιστήριο επικοινωνεί στα ανατολικά του με ένα στενόμακρο δωμάτιο που καταλήγει σε μια μικρή αψίδα. Το δωμάτιο αυτό χρησιμοποιούνταν κατά την τελετή του βαπτίσματος και ίσως ήταν κατηχουμενείο ή χρισμάριο. Στη ΒΑ γωνία υπάρχει χώρος που μάλλον ήταν το διακονικό της εκκλησίας κι όταν αυτή καταστράφηκε, τότε το δωμάτιο μεταβλήθηκε σε παρεκκλήσι. Τα τρία κλίτη του ναού επικοινωνούν με το νάρθηκα με τρεις εισόδους.
Με τη καταστροφή της Βασιλικής, ο νάρθηκάς της που έμεινε ανέπαφος μεταβλήθηκε σε μικρή εκκλησία και με το κτίσιμο της αψίδας δημιουργήθηκε ο χώρος για το ιερό. Αίθριο δεν χτίστηκε αν και ετοιμάστηκε γι’ αυτό ένας μεγάλος χώρος. Χωρίς αυτό, το μήκος του ναού είναι 62 μ. περίπου και το πλάτος του μαζί με τα προκτίσματα περίπου 47 μ. Για τον αρχιτεκτονικό τύπο και τη διακόσμησή της χρησίμευσαν σαν πρότυπα οι περίφημες εκκλησίες της Κων/πολης, Αγία Σοφία και Αγία Ειρήνη. Έξοχα δείγματα διακοσμητικής τέχνης είναι τα κιονόκρανα, τα επίκρανα και τα επιθήματα. Πλατειά φύλλα ακάνθου απλωμένα στον κάλαθο του κιονόκρανου και λογής-λογής φυλοστοιχίες είναι τα διακοσμητικά θέματα. Το τρυπάνι σκάλισε τόσο βαθειά τα περιγράμματα που έκανε το μάρμαρο να μοιάζει με δαντέλα. Πίσω από τη Βασιλική Β' διακρίνονται ίχνη της παλαίστρας του 2ου μ.Χ αιώνα και οι βεσπασιανές (δημόσιες τουαλέτες) που σώζονται σε πολύ καλή κατάσταση.
ΠΑΛΑΙΣΤΡΑΣτα δυτικά της παλαιοχριστιανικής Βασιλικής Β' οι ανασκαφές έχουν αποκαλύψει τα ερείπια της παλαίστρας που χρονολογείται στο 2ο αιώνα μ.Χ. Το κτίριο επικοινωνούσε με τη μεγάλη Εμπορική οδό. Η περίστυλη κεντρική αυλή ήταν χώρος ασκήσεων. Στα δυτικά υπήρχαν δωμάτια και στα ανατολικά ένα μικρό αμφιθέατρο με επτά σειρές εδωλίων. Ο καλύτερα διατηρημένος χώρος είναι οι βεσπασιανές στη νοτιοανατολική γωνία του κτιρίου. Με κλίμακα, από την οποία σώζονται εννέα βαθμίδες, κατεβαίνουμε σ’ έναν προθάλαμο που οδηγεί στην αίθουσα των βεσπασιανών. Στις τρεις πλευρές της αίθουσας υπάρχει συνεχόμενο έδρανο με 42 κυκλικές οπές. Κάτω από το έδρανο υπάρχει βαθιά υπόνομος με συνεχή ροή νερού, με την οποία εξασφαλιζόταν η μόνιμη καθαριότητα του χώρου. Το κτιριακό συγκρότημα της παλαίστρας χτίστηκε στα μέσα του 2ου αιώνα μ.Χ. και καταστράφηκε με το τέλος της αρχαίας πόλης και την ανέγερση της παλαιοχριστιανικής Βασιλικής Β' στην περιοχή αυτή.
ΒΕΣΠΑΣΙΑΝΕΣ ΘΕΡΜΕΣ
Το κτιριακό αυτό συγκρότημα βρίσκεται στα ΝΑ της παλαίστρας και της Βασιλικής Β', κοντά στο νότιο τείχος της πόλης. Είναι μια ορθογώνια οικοδομή, με μνημειακή είσοδο στα βόρεια, που χωρίζεται από μία κεντρική αυλή σε δύο πτέρυγες. Στην ανατολική υπάρχουν αίθουσες συγκεντρώσεων και αναψυχής, ενώ στη δυτική βρίσκονταν τα διαμερίσματα του λουτρού και οι εγκαταστάσεις για τη θέρμανση του νερού. Στην ανατολική ξεχωρίζουν δύο μεγάλες αίθουσες με πισίνες στο κέντρο. Το δάπεδο της αψιδωτής αίθουσας διακοσμείτο μ’ ένα θαυμάσιο ψηφιδωτό, τμήματα του οποίου σώζονται στο Μουσείο των Φιλίππων. Στη δυτική πτέρυγα υπήρχε μία αντίχτοιχη μεγάλη αίθουσα με δεξαμενή και κρήνη. Το κτιριακό αυτό συγκρότημα, που χτίστηκε στα μέσα του 3ου αι. μ.Χ., πιστεύεται ότι στην πρώτη φάση του υπήρξε και ιερό των θεών Liber Pater, Libera και Ηρακλή. Η καταστροφή του κτιρίου πιθανότατα σχετίζεται με τις επιδρομές των Γότθων, που χρονολογούνται μετά το 378 μ.Χ. Στα ερείπια του εγκαταλειμμένου κτιρίου εγκαταστάθηκαν από τα τέλη του 4ου αιώνα μ.Χ. τοπικά εργαστήρια (π.χ. μεταλλουργίας κ.ά.), η ζωή των οποίων συνεχίστηκε ως τις αρχές του 7ου αιώνα μ.Χ. Στην τελευταία φάση του κτιρίου πρέπει πιθανότατα να χρονολογηθεί και το κυκλικό κτίσμα (καμίνι;) στην εσωτερική αυλή.
ΛΟΥΤΡΑ (ΒΑΛΑΝΕΙΑ)
Ανάμεσα στην Εγνατία οδό και τα λατρευτικά κτίσματα του Οκταγώνου βρίσκεται ένα από τα Βαλανεία (λουτρά) των Φιλίππων. Η ίδρυσή του θεωρείται ότι έγινε στα χρόνια του Αυγούστου (31 π.Χ.-14 μ.Χ.). Το Βαπτιστήριο τροφοδοτούσε με ζεστό νερό το Βαλανείο, που είχε γύρω του βοηθητικά διαμερίσματα και τους τρεις οίκους: τον ψυχρό, τον μέσο θερμό και τον έσω θερμότερο.
ΟΚΤΑΓΩΝΙΚΟΣ ΝΑΟΣ
Το συγκρότημα του Οκταγώνου βρίσκεται στη νότια πλευρά του αρχαιολογικού χώρου και έχει δική του περίφραξη και φύλαξη. Ένα κίτρινο τόξο θα σας δείξει το δρόμο προς τη λεγόμενη τρίκλιτη στοά του Οκταγώνου. Ναός Παλαιοχριστιανικός οκταγωνικού τύπου, στην ανατολική πλευρά της Αγοράς, που άρχισε να ανασκάπτεται στη δεκαετία του ’60 από το Στυλιανό Πελεκανίδη, καθηγητή της Βυζαντινής αρχαιολογίας, έφερε στο φως άλλους δύο επάλληλους αρχαιότερους ναούς και καθώς συνεχίζονταν οι ανασκαφές των προκτισμάτων και κοντινών άλλων οικοδομημάτων, άρχισε να γίνεται πλέον λόγος για το συγκρότημα του Οκταγώνου. Γύρω από τον Οκταγωνικό ναό αναπτύσσονται βαπτιστήριο και άλλα προκτίσματα, δημόσιος λουτρώνας, επισκοπικό μέγαρο και αποθήκες.
Στο κέντρο του συγκροτήματος διατηρείται μεγάλος τάφος μακεδονικού τύπου της ελληνιστικής εποχής. Στο χώρο του ναού αρχικά είχε κτισθεί στα μέσα του 4ου αιώνα ο Ευκτήριος Οίκος του Πορφυρίου. Αμέσως μετά πάνω στα ερείπιά του οικοδομείται τρίκλιτος Βασιλική και τον 5ο αιώνα το Οκτάγωνο (ορισμένες οικοδομικές φάσεις χρονολογούνται στον 6ο αιώνα). Σύμφωνα με επιγραφική μαρτυρία ο ναός ήταν αφιερωμένος στον Απόστολο Παύλο, γεγονός που δείχνει, μαζί με τη θέση του στο κέντρο της πόλης, δίπλα στην αγορά και την ύπαρξη παραπλεύρως του επισκοπείου, ότι ήταν ο καθεδρικός ναός των Φιλιππησίων. Στα προκτίσματα του ναού διακρίνονται, η πρόθεση, το διακονικό, το βαπτιστήριο (φωτιστήριο και κολυμβήθρα), η φιάλη (κρήνη) και άλλα συνήθη στις παλαιοχριστιανικές βασιλικές. Στα δυτικά προ του ναού υπήρχε μικρή τρίκλιτη στοά, που οδηγούσε στην κοντινή Εγνατία οδό που περνούσε βόρεια από το ναό.
ΒΑΠΤΙΣΤΗΡΙΟ
Στο σημείο όπου σύμφωνα με την παράδοση ο απόστολος Παύλος βάφτισε την πρώτη Χριστιανή, τη Λυδία, η τοπική εκκλησία έχτισε ένα πρότυπο βαπτιστήριο, σύμφωνα με εκείνα των πρωτοχριστιανικών χρόνων. Πρόκειται για ένα εντυπωσιακό οκτάγωνο ναό - βαπτιστήριο, διακοσμημένο με ψηφιδωτά και βιτρό, που βρίσκεται σε απόσταση 1 χλμ. περίπου από τον αρχαιολογικό χώρο.
Στο Ζυγάκτη ποταμό κατασκευάστηκε και υπαίθριο βαπτιστήριο, όπου κάθε χρόνο (στις 20 Μαΐου) τελούνται ομαδικές βαπτίσεις ενηλίκων και το επισκέπτονται χριστιανοί όλων των δογμάτων, βαδίζοντας στα βήματα του απόστολου Παύλου.
Όταν ο Απόστολος Παύλος φτάνει εδώ το χειμώνα του 49 προς 50 μ.Χ. η πόλη κατοικείται κυρίως από Έλληνες και Ρωμαίους αποίκους και βετεράνους. Λίγοι οι Ιουδαίοι, που γι’ αυτό δε διαθέτουν Συναγωγή. Τα Σάββατα μαζεύονται σε μία υπέροχη τοποθεσία μέσα στη φύση στις όχθες του Ζυγάκτη, ενός παραπόταμου του Στρυμόνα. Ένα τέτοιο Σάββατο, οι γυναίκες που έχουν συγκεντρωθεί εκεί για να δοξάσουν τον Θεό, γίνονται οι πρώτες Ευρωπαίες που θα ακούσουν την χριστιανική διδασκαλία από το στόμα του Απόστολου Παύλου. Ανάμεσά τους, η ευσεβής Λυδία, μία έμπορος πορφύρας, θα είναι η πρώτη που θα πιστέψει, θα βαφτιστεί στα νερά του ποταμού και θα γίνει Χριστιανή. Ο Απόστολος Παύλος θα διατηρήσει στενές σχέσεις με τους Φιλιππησίους και προς αυτούς θα γράψει, φυλακισμένος στη Ρώμη, τη γνωστή επιστολή του. Ο Παύλος θα επιστρέψει στους Φιλίππους δύο ακόμη φορές (το 57 και το 58 μ.Χ.).
ΕΠΙΣΚΟΠΕΙΟ
Στην ίδια περίπου εποχή με την ανοικοδόμηση του Οκταγώνου, χτίζεται στα ανατολικά των προκτισμάτων του και το ανεξάρτητο κτιριακό συγκρότημα του επισκοπείου, που είναι χτισμένο πάνω σε προγενέστερο κτίριο της ρωμαϊκής περίοδου και στο κέντρο του υπήρχε υπαίθρια κλειστή αυλή. Γύρω από αυτήν αναπτύσσονται τετραγωνικά πτέρυγες διαμερισμάτων, από τις οποίες η νότια και η δυτική είχαν και δεύτερο όροφο, που χρησίμευε για κατοικία του εκάστοτε επισκόπου και των άλλων κληρικών. Η ύπαρξη διαμερίσματος, εστιών, πυθώνων, δύο ληνών για το πάτημα σταφυλιών, πολλών και μεγάλων αποθηκών, αιθουσών υποδοχής και συγκεντρώσεων μαρτυρούν για την καλά οργανωμένη εκκλησία των Φιλίππων και το ενδιαφέρον της για τους αναξιοπαθούντες αδελφούς. Το διώροφο Επισκοπείο των Φιλίππων καταλάμβανε το οικοδομικό τετράγωνο ανατολικά του Οκταγώνου.
ΤΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΤΩΝ ΦΙΛΙΠΠΩΝ
Το αρχαιολογικό μουσείο των Φιλίππων έχει ανακαινιστεί εκ βάθρων και έχει γίνει επανέκθεση των εκθεμάτων. Με τη νέα του μορφή ο επισκέπτης περνάει πρώτα από τα προϊστορικά εκθέματα και ανεβαίνοντας στον όροφο βλέπει τα παλαιοχριστιανικά, με αναφορά στις πράξεις των Αποστόλων και την εικόνα του Αποστόλου Παύλου, με επιγραφές, μαρμάρινα μέλη και εκκλησιαστικά έπιπλα.
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιό σας ή κάνετε την αρχή σε μία συζήτηση
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.