Τετάρτη 18 Μαρτίου 2020

Όλες οι γλώσσες θεωρούνται κρυφοελληνικές, με πλούσια δάνεια από την μητέρα των γλωσσών, την Ελληνική



Η Αγγλική γλώσσα έχει 490.000 λέξεις από τις οποίες 41.615 λέξεις είναι από την Ελληνική γλώσσα στοιχεία που αναγράφονται στο βιβλίο Γκίνες).

Η Ελληνική με την μαθηματική δομή της είναι η γλώσσα της πληροφορικής και της νέας γενιάς των εξελιγμένων υπολογιστών, διότι μόνο σε αυτήν δεν υπάρχουν όρια. (Μπιλ Γκέιτς).

Η Ελληνική και η Κινέζικη… είναι οι μόνες γλώσσες με συνεχή ζώσα παρουσία από τους ίδιους λαούς και στον ίδιο χώρο εδώ και 4.000 έτη. Όλες οι γλώσσες θεωρούνται κρυφοελληνικές, με πλούσια δάνεια από την μητέρα των γλωσσών, την Ελληνική. (Francisco Adrados, γλωσσολόγος).

Tο πρώτο μεγάλο πλήγμα που δέχθηκε η Ελληνική γλώσσα ήταν η μεταρρύθμιση του 1976 με την κατάργηση των αρχαίων Ελληνικών και η δια νόμου καθιέρωση της Δημοτικής και του μονοτονικού, που σήμερα κατάντησε ατονικό.
Έτερο μεγάλο πλήγμα είναι ότι η …οικογένεια, ο δάσκαλος και ο ιερέας αντικαταστάθηκαν από την τηλεόραση, που ασκεί ολέθρια επίδραση όχι μόνο στην γλώσσα, αλλά και στον χαρακτήρα και στο ήθος. (Αντώνης Κουνάδης, ακαδημαϊκός)
Αυτό ακριβώς είναι και το σημείο στο οποίο οι όποιοι εχθροί της Ελλάδας αρχίζουν πλέον να καταφέρνουν να κερδίζουν τον ακήρυχτο πόλεμο εναντίον της.
Το CNN σε συνεργασία με την εταιρεία υπολογιστών apple ετοίμασαν ένα εύκολο πρόγραμμα εκμάθησης ελληνικών προς τους αγγλόφωνους και ισπανόφωνους των ΗΠΑ.

Το σκεπτικό αυτής της πρωτοβουλίας ήταν ότι η ελληνική εντείνει το ορθολογικό πνεύμα, ξύνει το επιχειρηματικό πνεύμα και προτρέπει τους πολίτες προς την δημιουργικότητα.
Μετρώντας τις διαφορετικές λέξεις που έχει η κάθε γλώσσα βλέπουμε ότι όλες έχουν από αρκετές χιλιάδες, άρα είναι αδύνατο να υπάρξει γραφή που να έχει τόσα γράμματα όσες και οι λέξεις μιας γλώσσας, γιατί κανένας δε θα θυμόταν τόσα πολλά σύμβολα.

Το ίδιο ισχύει και με τις διαφορετικές συλλαβές των λέξεων (π.χ. τις: α, αβ, βα, βρα, βε, ου. ) που έχει η κάθε γλώσσα.

Μετρώντας επίσης τους διαφορετικούς φθόγγους των λέξεων (τους: α, β, γ.) που έχει η κάθε γλώσσα βλέπουμε ότι αυτοί είναι σχετικά λίγοι, είναι μόλις 20, δηλαδή οι εξής: α, ε, ο, ου, ι, κ, γ, χ, τ, δ, θ, π, β, φ, μ, ν, λ, ρ, σ, ζ , όμως, αν καταγράφουμε τις λέξεις μόνο ως έχουν φθογγικά, δε διακρίνονται οι ομόηχες, π.χ.: «τίχι» = τείχη, τοίχοι, τύχη, τύχει, «καλί» = καλοί & καλή & καλεί.




Επομένως, δεν είναι δυνατό να υπάρξει γραφή που να έχει τόσα γράμματα όσοι και οι διαφορετικοί φθόγγοι των λέξεων.

Προ αυτού του προβλήματος οι άνθρωποι κατάφυγαν σε διάφορα τεχνάσματα, για να επιτύχουν την καταγραφή του προφορικού λόγου, κυριότερα των οποίων είναι το αιγυπτιακό και το ελληνικό.

Το τέχνασμα που επινόησαν οι αρχαίοι Έλληνες προκειμένου να καταφέρουν να καταγράφουν φωνητικά τις λέξεις, ήταν η χρησιμοποίηση από τη μια τόσων γραμμάτων όσοι και οι φθόγγοι των λέξεων, φωνηέντων και συμφώνων, δηλαδή των γραμμάτων: Α(α), Β(β), Γ(γ). και από την άλλη κάποιων ομόφωνων γραμμάτων, δηλαδή των: Ω(ο) & Ο(ο), Η(η) & Υ(υ) & Ι(ι) με τα οποία, βάσει κανόνων, αφενός υποδείχνεται η ετυμολογία (= το μέρος λόγου ή ο τύπος κ.τ.λ.), άρα το ακριβές νόημα των λέξεων και αφετέρου διακρίνονται οι ομόηχες λέξεις, πρβ π.χ.: τύχη & τείχη & τύχει & τοίχοι, λίπη & λείπει & λύπη.

Παράβαλε π.χ. ότι στην ελληνική γραφή έχει κανονιστεί να γράφουμε το τελευταίο φωνήεν των ρημάτων με τα γράμματα – ω, ει και των πτωτικών με τα – ο,ι,η, ώστε να διακρίνονται οι ομόηχοι τύποι: καλώ & καλό, καλεί & καλή, σύκο & σήκω, φιλί & φυλή, φιλώ & φύλο.

Παράβαλε ομοίως ότι στην ελληνική γραφή έχει κανονιστεί να γράφουμε τα κύρια ονόματα με κεφαλαίο γράμμα και τα κοινά με μικρό, για διάκριση των ομόφωνων λέξεων: νίκη & Νίκη, αγαθή & Αγαθή.

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ

Τα Ελληνικά είναι η μόνη γλώσσα στον κόσμο που ομιλείται και γράφεται συνεχώς επί 4.000 τουλάχιστον συναπτά έτη, καθώς ο Arthur Evans διέκρινε τρεις φάσεις στην ιστορία της Μηνωικής γραφής, εκ των οποίων η πρώτη από το 2000 π.Χ. ώς το 1650 π.Χ.

Μπορεί κάποιος να διαφωνήσει και να πει ότι τα Αρχαία και τα Νέα Ελληνικά είναι διαφορετικές γλώσσες, αλλά κάτι τέτοιο φυσικά και είναι τελείως αναληθές.

Ο ίδιος ο Οδυσσέας Ελύτης είπε «Εγώ δεν ξέρω να υπάρχει παρά μία γλώσσα, η ενιαία Ελληνική γλώσσα.

Το να λέει ο Έλληνας ποιητής, ακόμα και σήμερα, ο ουρανός, η θάλασσα, ο ήλιος, η σελήνη, ο άνεμος, όπως το έλεγαν η Σαπφώ και ο Αρχίλοχος, δεν είναι μικρό πράγμα. Είναι πολύ σπουδαίο. Επικοινωνούμε κάθε στιγμή μιλώντας με τις ρίζες που βρίσκονται εκεί. Στα Αρχαία».

Ο μεγάλος διδάσκαλος του γένους Αδαμάντιος Κοραής είχε πει:«Όποιος χωρίς την γνώση της Αρχαίας επιχειρεί να μελετήσει και να ερμηνεύσει την Νέαν, ή απατάται ή απατά».

Παρ’ ότι πέρασαν χιλιάδες χρόνια, όλες οι Ομηρικές λέξεις έχουν διασωθεί μέχρι σήμερα. Μπορεί να μην διατηρήθηκαν ατόφιες, άλλα έχουν μείνει στην γλώσσα μας μέσω των παραγώγων τους.

Μπορεί να λέμε νερό αντί για ύδωρ αλλά λέμε υδροφόρα, υδραγωγείο και αφυδάτωση. Μπορεί να μην χρησιμοποιούμε το ρήμα δέρκομαι (βλέπω) αλλά χρησιμοποιούμε την λέξη οξυδερκής. Μπορεί να μην χρησιμοποιούμε την λέξη αυδή (φωνή) αλλά παρ’ όλα αυτά λέμε άναυδος και απηύδησα.

Επίσης, σήμερα δεν λέμε λωπούς τα ρούχα, αλλά λέμε την λέξη «λωποδύτης» που σημαίνει «αυτός που βυθίζει (δύει) το χέρι του μέσα στο ρούχο σου (λωπή) για να σε κλέψει».

Η Γραμμική Β’ είναι και αυτή καθαρά Ελληνική, γνήσιος πρόγονος της Αρχαίας Ελληνικής. Άγγλος αρχιτέκτονας Μάικλ Βέντρις, αποκρυπτογράφησε βάση κάποιων ευρημάτων την γραφή αυτή και απέδειξε την Ελληνικότητά της. Μέχρι τότε φυσικά όλοι αγνοούσαν πεισματικά έστω και το ενδεχόμενο να ήταν Ελληνική…

Το γεγονός αυτό έχει τεράστια σημασία καθώς πάει τα Ελληνικά αρκετούς αιώνες ακόμα πιο πίσω στα βάθη της ιστορίας. Αυτή η γραφή σίγουρα ξενίζει, καθώς τα σύμβολα που χρησιμοποιεί είναι πολύ διαφορετικά από το σημερινό Αλφάβητο.

Παρ’ όλα αυτά, η προφορά είναι παραπλήσια, ακόμα και με τα Νέα Ελληνικά. Για παράδειγμα η λέξη «TOKOSOTA» σημαίνει «Τοξότα» (κλητική). Είναι γνωστό ότι «κ» και σ» στα Ελληνικά μας κάνει «ξ» και με μια απλή επιμεριστική ιδιότητα όπως κάνουμε και στα μαθηματικά βλέπουμε ότι η λέξη αυτή εδώ και τόσες χιλιετίες δεν άλλαξε καθόλου.




Ακόμα πιο κοντά στην Νεοελληνική, ο «άνεμος», που στην Γραμμική Β’ γράφεται «ANEMO», καθώς και «ράπτης», «έρημος» και «τέμενος» που είναι αντίστοιχα στην Γραμμική Β’ «RAPTE», «EREMO», «TEMENO», και πολλά άλλα παραδείγματα.

Υπολογίζοντας όμως έστω και με τις συμβατικές χρονολογίες, οι οποίες τοποθετούν τον Όμηρο γύρω στο 1.000 π.Χ., έχουμε το δικαίωμα να ρωτήσουμε: Πόσες χιλιετίες χρειάστηκε η γλώσσα μας από την εποχή που οι άνθρωποι των σπηλαίων του Ελληνικού χώρου την πρωτοάρθρωσαν με μονοσύλλαβους φθόγγους μέχρι να φτάσει στην εκπληκτική τελειότητα της Ομηρικής επικής διαλέκτου, με λέξεις όπως «ροδοδάκτυλος», λευκώλενος», «ωκύμορος», κτλ;

Ο Πλούταρχος στο «Περί Σωκράτους δαιμονίου» μας πληροφορεί ότι ο Αγησίλαος ανακάλυψε στην Αλίαρτο τον τάφο της Αλκμήνης, της μητέρας του Ηρακλέους, ο οποίος τάφος είχε ως αφιέρωμα «πίνακα χαλκούν έχοντα γράμματα πολλά θαυμαστά, παμπάλαια…» Φανταστείτε περί πόσο παλαιάς γραφής πρόκειται, αφού οι ίδιοι οι αρχαίοι Έλληνες την χαρακτηρίζουν «αρχαία»…

Φυσικά, δεν γίνεται ξαφνικά, «από το πουθενά» να εμφανιστεί ένας Όμηρος και να γράψει δύο λογοτεχνικά αριστουργήματα, είναι προφανές ότι από πολύ πιο πριν πρέπει να υπήρχε γλώσσα (και γραφή) υψηλού επιπέδου.

Πράγματι, από την αρχαία Ελληνική Γραμματεία γνωρίζουμε ότι ο Όμηρος δεν υπήρξε ο πρώτος, αλλά ο τελευταίος και διασημότερος μιας μεγάλης σειράς επικών ποιητών, των οποίων τα ονόματα έχουν διασωθεί (Κρεώφυλος, Πρόδικος, Αρκτίνος, Αντίμαχος, Κιναίθων, Καλλίμαχος) καθώς και τα ονόματα των έργων τους (Φορωνίς, Φωκαΐς, Δαναΐς, Αιθιοπίς, Επίγονοι, Οιδιπόδεια, Θήβαις…) δεν έχουν όμως διασωθεί τα ίδια τα έργα τους.

ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ ΝΕΩΝ ΛΕΞΕΩΝ

Η δύναμη της Ελληνικής γλώσσας βρίσκεται στην ικανότητά της να πλάθεται όχι μόνο προθεματικά ή καταληκτικά, αλλά διαφοροποιώντας σε μερικές περιπτώσεις μέχρι και την ρίζα της λέξης (π.χ. «τρέχω» και «τροχός» παρ’ ότι είναι από την ίδια οικογένεια αποκλίνουν ελαφρώς στην ρίζα).

Η Ελληνική γλώσσα είναι ειδική στο να δημιουργεί σύνθετες λέξεις με απίστευτων δυνατοτήτων χρήσεις, πολλαπλασιάζοντας το λεξιλόγιο.

Το διεθνές λεξικό Webster’s (Webster’s New International Dictionary) αναφέρει: «Η Λατινική και η Ελληνική, ιδίως η Ελληνική, αποτελούν ανεξάντλητη πηγή υλικών για την δημιουργία επιστημονικών όρων», ενώ οι Γάλλοι λεξικογράφοι Jean Bouffartigue και Anne-Marie Delrieu τονίζουν: «Η επιστήμη βρίσκει ασταμάτητα νέα αντικείμενα ή έννοιες. Πρέπει να τα ονομάσει. Ο θησαυρός των Ελληνικών ριζών βρίσκεται μπροστά της, αρκεί να αντλήσει από εκεί. Θα ήταν πολύ περίεργο να μην βρει αυτές που χρειάζεται».

Ο Γάλλος συγγραφέας Ζακ Λακαρριέρ, έκθαμβος μπροστά στο μεγαλείο της Ελληνικής, είχε δηλώσει σχετικώς: «Η Ελληνική γλώσσα έχει το χαρακτηριστικό να προσφέρεται θαυμάσια για την έκφραση όλων των ιεραρχιών με μια απλή εναλλαγή του πρώτου συνθετικού. Αρκεί κανείς να βάλει ένα παν – πρώτο – αρχί- υπέρ- ή μια οποιαδήποτε άλλη πρόθεση μπροστά σε ένα θέμα.

Κι αν συνδυάσει κανείς μεταξύ τους αυτά τα προθέματα, παίρνει μια ατελείωτη ποικιλία διαβαθμίσεων. Τα προθέματα εγκλείονται τα μεν στα δε σαν μια σημασιολογική κλίμακα, η οποία ορθώνεται προς τον ουρανό των λέξεων».

Στην Ιλιάδα του Ομήρου η Θέτις θρηνεί για ότι θα πάθει ο υιός της σκοτώνοντας τον Έκτωρα «διό και δυσαριστοτοκείαν αυτήν ονομάζει». Η λέξη αυτή από μόνη της είναι ένα μοιρολόι, δυς + άριστος + τίκτω (=γεννώ) και σημαίνει όπως αναλύει το Ετυμολογικόν το Μέγα «που για κακό γέννησα τον άριστο».

Προ ολίγων ετών κυκλοφόρησε στην Ελβετία το λεξικό ανύπαρκτων λέξεων (Dictionnaire Des Mots Inexistants) όπου προτείνεται να αντικατασταθούν Γαλλικές περιφράσεις με μονολεκτικούς όρους από τα Ελληνικά. Π.χ. androprere, biopaleste, dysparegorete, ecogeniarche, elpidophore, glossoctonie, philomatheem tachymathie, theopempte κλπ. περίπου 2.000 λήμματα με προοπτική περαιτέρω εμπλουτισμού.




Η ΑΚΡΙΒΟΛΟΓΙΑ

Είναι προφανές ότι τουλάχιστον όσον αφορά την ακριβολογία, γλώσσες όπως τα Ελληνικά υπερτερούν σαφώς σε σχέση με γλώσσες σαν τα Αγγλικά.

Είναι λογικό άλλωστε αν κάτσει να το σκεφτεί κανείς, ότι μπορεί πολύ πιο εύκολα να καθιερωθεί μια γλώσσα διεθνής όταν είναι πιο εύκολη στην εκμάθηση, από τη άλλη όμως μια τέτοια γλώσσα εκ των πραγμάτων δεν μπορεί να είναι τόσο ποιοτική.

Συνέπεια των παραπάνω είναι ότι η Αγγλική γλώσσα δεν μπορεί να είναι λακωνική όπως είναι η Ελληνική, καθώς για να μην είναι διφορούμενο το νόημα της εκάστοτε φράσης, πρέπει να χρησιμοποιηθούν επιπλέον λέξεις. Για παράδειγμα η λέξη «drink» ως αυτοτελής φράση δεν υφίσταται στα Αγγλικά, καθώς μπορεί να σημαίνει «ποτό», «πίνω», «πιές» κτλ. Αντιθέτως στα Ελληνικά η φράση «πιες» βγάζει νόημα, χωρίς να χρειάζεται να βασιστείς στα συμφραζόμενα για να καταλάβεις το νόημά της.

Παρένθεση: Να θυμίσουμε εδώ ότι στα Αρχαία Ελληνικά εκτός από Ενικός και Πληθυντικός αριθμός, υπήρχε και Δυϊκός αριθμός. Υπάρχει στα Ελληνικά και η Δοτική πτώση εκτός από τις υπόλοιπες 4 πτώσεις ονομαστική, γενική, αιτιατική και κλιτική.

Η Δοτική χρησιμοποιείται συνεχώς στον καθημερινό μας λόγο (π.χ. Βάσει των μετρήσεων, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι…) και είναι πραγματικά άξιον λόγου το γιατί εκδιώχθηκε βίαια από την νεοελληνική γλώσσα.

Ακόμα παλαιότερα, εκτός από την εξορισμένη αλλά ζωντανή Δοτική υπήρχαν και άλλες τρεις επιπλέον πτώσεις οι οποίες όμως χάθηκαν.

Το ίδιο πρόβλημα, σε πολύ πιο έντονο φυσικά βαθμό, έχει και η Κινεζική γλώσσα. Όπως μας λέει και ο Κρητικός δημοσιογράφος Α. Κρασανάκης: «Επειδή οι απλές λέξεις είναι λίγες, έχουν αποκτήσει πάρα πολλές έννοιες, για να καλύψουν τις ανάγκες της έκφρασης, π.χ.: «σι» = γνωρίζω, είμαι, ισχύς, κόσμος, όρκος, αφήνω, θέτω, αγαπώ, βλέπω, φροντίζω, περπατώ, σπίτι κ.τ.λ., «πα» = μπαλέτο, οκτώ, κλέφτης, κλέβω… «πάϊ» = άσπρο, εκατό, εκατοστό, χάνω…»

Ίσως να υπάρχει ελαφρά διαφορά στον τονισμό, αλλά ακόμα και να υπάρχει, πώς είναι δυνατόν να καταστήσεις ένα σημαντικό κείμενο (π.χ. συμβόλαιο) ξεκάθαρο;




Η ΚΥΡΙΟΛΕΞΙΑ

Στην Ελληνική γλώσσα ουσιαστικά δεν υπάρχουν συνώνυμα, καθώς όλες οι λέξεις έχουν λεπτές εννοιολογικές διαφορές μεταξύ τους.

Για παράδειγμα, η λέξη «λωποδύτης» χρησιμοποιείται γι’ αυτόν που βυθίζει το χέρι του στο ρούχο μας και μας κλέβει, κρυφά δηλαδή, ενώ ο «ληστής» είναι αυτός που μας κλέβει φανερά, μπροστά στα μάτια μας. Επίσης το «άγειν» και το «φέρειν» έχουν την ίδια έννοια. Όμως το πρώτο χρησιμοποιείται για έμψυχα όντα, ενώ το δεύτερο για τα άψυχα.

Στα Ελληνικά έχουμε τις λέξεις «κεράννυμι», «μίγνυμι» και «φύρω» που όλες έχουν το νόημα του «ανακατεύω». Όταν ανακατεύουμε δύο στερεά ή δύο υγρά μεταξύ τους αλλά χωρίς να συνεπάγεται νέα ένωση (π.χ. λάδι με νερό), τότε χρησιμοποιούμε την λέξη «μειγνύω» ενώ όταν ανακατεύουμε υγρό με στερεό τότε λέμε «φύρω». Εξ ού και η λέξη «αιμόφυρτος» που όλοι γνωρίζουμε αλλά δεν συνειδητοποιούμε τι σημαίνει.

Όταν οι Αρχαίοι Έλληνες πληγωνόντουσαν στην μάχη, έτρεχε τότε το αίμα και ανακατευόταν με την σκόνη και το χώμα.

Το κεράννυμι σημαίνει ανακατεύω δύο υγρά και φτιάχνω ένα νέο, όπως για παράδειγμα ο οίνος και το νερό. Εξ’ ού και ο «άκρατος» (δηλαδή καθαρός) οίνος που λέγαν οι Αρχαίοι όταν δεν ήταν ανακατεμένος (κεκραμμένος) με νερό.

Τέλος η λέξη «παντρεμένος» έχει διαφορετικό νόημα από την λέξη «νυμφευμένος», διαφορά που περιγράφουν οι ίδιες οι λέξεις για όποιον τους δώσει λίγη σημασία.

Η λέξη παντρεμένος προέρχεται από το ρήμα υπανδρεύομαι και σημαίνει τίθεμαι υπό την εξουσία του ανδρός ενώ ο άνδρας νυμφεύεται, δηλαδή παίρνει νύφη.
Γνωρίζοντας τέτοιου είδους λεπτές εννοιολογικές διαφορές, είναι πραγματικά πολύ αστεία μερικά από τα πράγματα που ακούμε στην καθημερινή – συχνά λαθεμένη – ομιλία (π.χ. «ο Χ παντρεύτηκε»).

Η Ελληνική γλώσσα έχει λέξεις για έννοιες οι οποίες παραμένουν χωρίς απόδοση στις υπόλοιπες γλώσσες, όπως άμιλλα, θαλπωρή και φιλότιμο Μόνον η Ελληνική γλώσσα ξεχωρίζει τη ζωή από τον βίο, την αγάπη από τον έρωτα. Μόνον αυτή διαχωρίζει, διατηρώντας το ίδιο ριζικό θέμα, το ατύχημα από το δυστύχημα, το συμφέρον από το ενδιαφέρον.




ΓΛΩΣΣΑ – ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ

Το εκπληκτικό είναι ότι η ίδια η Ελληνική γλώσσα μας διδάσκει συνεχώς πως να γράφουμε σωστά. Μέσω της ετυμολογίας, μπορούμε να καταλάβουμε ποιός είναι ο σωστός τρόπος γραφής ακόμα και λέξεων που ποτέ δεν έχουμε δει ή γράψει.

Το «πειρούνι» για παράδειγμα, για κάποιον που έχει βασικές γνώσεις Αρχαίων Ελληνικών, είναι προφανές ότι γράφεται με «ει» και όχι με «ι» όπως πολύ άστοχα το γράφουμε σήμερα. Ο λόγος είναι πολύ απλός, το «πειρούνι» προέρχεται από το ρήμα «πείρω» που σημαίνει τρυπώ-διαπερνώ, ακριβώς επειδή τρυπάμε με αυτό το φαγητό για να το πιάσουμε.

Επίσης η λέξη «συγκεκριμένος» φυσικά και δεν μπορεί να γραφτεί «συγκεκρυμμένος», καθώς προέρχεται από το «κριμένος» (αυτός που έχει δηλαδή κριθεί) και όχι βέβαια από το «κρυμμένος» (αυτός που έχει κρυφτεί).

Άρα το να υπάρχουν πολλά γράμματα για τον ίδιο ήχο (π.χ. η, ι, υ, ει, οι κτλ) όχι μόνο δεν θα έπρεπε να μας δυσκολεύει, αλλά αντιθέτως να μας βοηθάει στο να γράφουμε πιο σωστά, εφόσον βέβαια έχουμε μια βασική κατανόηση της γλώσσας μας.

Επιπλέον η ορθογραφία με την σειρά της μας βοηθάει αντίστροφα στην ετυμολογία αλλά και στην ανίχνευση της ιστορική πορείας της κάθε μίας λέξης.
Και αυτό που μπορεί να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε την καθημερινή μας νεοελληνική γλώσσα περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, είναι η γνώση των Αρχαίων Ελληνικών.

Είναι πραγματικά συγκλονιστικό συναίσθημα να μιλάς και ταυτόχρονα να συνειδητοποιείς τι ακριβώς λές, ενώ μιλάς και εκστομίζεις την κάθε λέξη ταυτόχρονα να σκέφτεσαι την σημασία της.

Είναι πραγματικά μεγάλο κρίμα να διδάσκονται τα Αρχαία με τέτοιον φρικτό τρόπο στο σχολείο ώστε να σε κάνουν να αντιπαθείς κάτι το τόσο όμορφο και συναρπαστικό.

Η ΣΟΦΙΑ

Στην γλώσσα έχουμε το σημαίνον (την λέξη) και το σημαινόμενο (την έννοια). Στην Ελληνική γλώσσα αυτά τα δύο έχουν πρωτογενή σχέση, καθώς αντίθετα με τις άλλες γλώσσες το σημαίνον δεν είναι μια τυχαία σειρά από γράμματα. Σε μια συνηθισμένη γλώσσα όπως τα Αγγλικά μπορούμε να συμφωνήσουμε όλοι να λέμε το σύννεφο car και το αυτοκίνητο cloud, και από την στιγμή που το συμφωνήσουμε και εμπρός να είναι έτσι. Στα Ελληνικά κάτι τέτοιο είναι αδύνατον. Γι’ αυτόν τον λόγο πολλοί διαχωρίζουν τα Ελληνικά σαν «εννοιολογική» γλώσσα από τις υπόλοιπες «σημειολογικές» γλώσσες.

Μάλιστα ο μεγάλος φιλόσοφος και μαθηματικός Βένερ Χάιζενμπεργκ είχε παρατηρήσει αυτή την σημαντική ιδιότητα για την οποία είχε πει «Η θητεία μου στην αρχαία Ελληνική γλώσσα υπήρξε η σπουδαιότερη πνευματική μου άσκηση. Στην γλώσσα αυτή υπάρχει η πληρέστερη αντιστοιχία ανάμεσα στην λέξη και στο εννοιολογικό της περιεχόμενο».

Όπως μας έλεγε και ο Αντισθένης, «Αρχή σοφίας, η των ονομάτων επίσκεψις».Για παράδειγμα ο «άρχων» είναι αυτός που έχει δική του γη (άρα=γή +έχων). Και πραγματικά, ακόμα και στις μέρες μας είναι πολύ σημαντικό να έχει κανείς δική του γη / δικό του σπίτι.

Ο «βοηθός» σημαίνει αυτός που στο κάλεσμα τρέχει. Βοή=φωνή + θέω=τρέχω. Ο Αστήρ είναι το αστέρι, αλλά η ίδια η λέξη μας λέει ότι κινείται, δεν μένει ακίνητο στον ουρανό (α + στήρ από το ίστημι που σημαίνει στέκομαι).

Αυτό που είναι πραγματικά ενδιαφέρον, είναι ότι πολλές φορές η λέξη περιγράφει ιδιότητες της έννοιας την οποίαν εκφράζει, αλλά με τέτοιο τρόπο που εντυπωσιάζει και δίνει τροφή για την σκέψη.

Για παράδειγμα ο «φθόνος» ετυμολογείται από το ρήμα «φθίνω» που σημαίνει μειώνομαι. Και πραγματικά ο φθόνος σαν συναίσθημα, σιγά-σιγά μας φθίνει και μας καταστρέφει. Μας «φθίνει» – ελαττώνει σαν ανθρώπους – και μας φθίνει μέχρι και τη υγεία μας.

Και φυσικά όταν θέλουμε κάτι που είναι τόσο πολύ ώστε να μην τελειώνει πως το λέμε; Μα φυσικά «άφθονο».


Έχουμε την λέξη «ωραίος» που προέρχεται από την «ώρα». Διότι για να είναι κάτι ωραίο, πρέπει να έρθει και στην ώρα του.

Ωραίο δεν είναι ένα φρούτο ούτε άγουρο ούτε σαπισμένο, και ωραία γυναίκα δεν είναι κάποια ούτε στα 70 της άλλα ούτε φυσικά και στα 10 της. Ούτε το καλύτερο φαγητό είναι ωραίο όταν είμαστε χορτάτοι, επειδή δεν μπορούμε να το απολαύσουμε.

Ακόμα έχουμε την λέξη «ελευθερία» για την οποία το «Ετυμολογικόν Μέγα» διατείνεται «παρά το ελεύθειν όπου ερά» = το να πηγαίνει κανείς όπου αγαπά.
Άρα βάσει της ίδιας της λέξης, ελεύθερος είσαι όταν έχεις την δυνατότητα να πάς όπου αγαπάς. Πόσο ενδιαφέρουσα ερμηνεία…

Το άγαλμα ετυμολογείται από το αγάλλομαι (ευχαριστιέμαι) επειδή όταν βλέπουμε ένα όμορφο αρχαιοελληνικό άγαλμα η ψυχή μας αγάλλεται. Και από το θέαμα αυτό επέρχεται η αγαλλίαση. Αν κάνουμε όμως την ανάλυση της λέξης αυτής θα δούμε ότι είναι σύνθετη από αγάλλομαι + ίαση(=γιατρειά).

Άρα για να συνοψίσουμε, όταν βλέπουμε ένα όμορφο άγαλμα (ή οτιδήποτε όμορφο), η ψυχή μας αγάλλεται και ιατρευόμαστε.

Και πραγματικά, γνωρίζουμε όλοι ότι η ψυχική μας κατάσταση συνδέεται άμεσα με την σωματική μας υγεία.

Παρένθεση: και μια και το έφερε η «κουβέντα», η Ελληνική γλώσσα μας λέει και τι είναι άσχημο. Από το στερητικό «α» και την λέξη σχήμα μπορούμε εύκολα να καταλάβουμε τι. Για σκεφτείτε το λίγο…

Σε αυτό το σημείο, δεν μπορούμε παρά να σταθούμε στην αντίστοιχη Λατινική λέξη για το άγαλμα (που άλλο από Λατινική δεν είναι). Οι Λατίνοι ονόμασαν το άγαλμα, statua από το Ελληνικό «ίστημι» που ήδη αναφέραμε σαν λέξη, και το ονόμασαν έτσι επειδή στέκει ακίνητο.

Προσέξτε την τεράστια διαφορά σε φιλοσοφία μεταξύ των δύο γλωσσών, αυτό που σημαίνει στα Ελληνικά κάτι τόσο βαθύ εννοιολογικά, για τους Λατίνους είναι απλά ένα ακίνητο πράγμα.

Είναι προφανής η σχέση που έχει η γλώσσα με την σκέψη του ανθρώπου. Όπως λέει και ο George Orwell στο αθάνατο έργο του «1984», απλή γλώσσα σημαίνει και απλή σκέψη. Εκεί το καθεστώς προσπαθούσε να περιορίσει την γλώσσα για να περιορίσει την σκέψη των ανθρώπων, καταργώντας συνεχώς λέξεις.

...απλή γλώσσα σημαίνει και απλή σκέψη. και το καθεστώς προσπαθεί να περιορίσει την γλώσσα για να περιορίσει την σκέψη των ανθρώπων, καταργώντας συνεχώς λέξεις.
«Η γλώσσα και οι κανόνες αυτής αναπτύσσουν την κρίση», έγραφε ο Μιχάι Εμινέσκου, εθνικός ποιητής των Ρουμάνων.

Μια πολύπλοκη γλώσσα αποτελεί μαρτυρία ενός προηγμένου πνευματικά πολιτισμού. Το να μιλάς σωστά σημαίνει να σκέφτεσαι σωστά, να γεννάς διαρκώς λόγο και όχι να παπαγαλίζεις λέξεις και φράσεις.



Η ΜΟΥΣΙΚΟΤΗΤΑ

Η Ελληνική φωνή κατά την αρχαιότητα ονομαζόταν «αυδή». Η λέξη αυτή δεν είναι τυχαία, προέρχεται από το ρήμα «άδω» που σημαίνει τραγουδώ.

Όπως γράφει και ο μεγάλος ποιητής και ακαδημαϊκός Νικηφόρος Βρεττάκος:

«Όταν κάποτε φύγω από τούτο το φώς θα ελιχθώ προς τα πάνω, όπως ένα ποταμάκι που μουρμουρίζει. Κι αν τυχόν κάπου ανάμεσα στους γαλάζιους διαδρόμους συναντήσω αγγέλους, θα τους μιλήσω Ελληνικά, επειδή δεν ξέρουνε γλώσσες. Μιλάνε Μεταξύ τους με μουσική».

Ο γνωστός Γάλλος συγγραφεύς Ζακ Λακαρριέρ επίσης μας περιγράφει την κάτωθι εμπειρία από το ταξίδι του στην Ελλάδα: «Άκουγα αυτούς τους ανθρώπους να συζητούν σε μια γλώσσα που ήταν για μένα αρμονική αλλά και ακατάληπτα μουσική. Αυτό το ταξίδι προς την πατρίδα – μητέρα των εννοιών μας – μου απεκάλυπτε έναν άγνωστο πρόγονο, που μιλούσε μια γλώσσα τόσο μακρινή στο παρελθόν, μα οικεία και μόνο από τους ήχους της. Αισθάνθηκα να τα έχω χαμένα, όπως αν μου είχαν πει ένα βράδυ ότι ο αληθινός μου πατέρας ή η αληθινή μου μάνα δεν ήσαν αυτοί που με είχαν αναστήσει».

Ο διάσημος Έλληνας και διεθνούς φήμης μουσικός Ιάνης Ξενάκης, είχε πολλές φορές τονίσει ότι η μουσικότητα της Ελληνικής είναι εφάμιλλη της συμπαντικής.

Αλλά και ο Γίββων μίλησε για μουσικότατη και γονιμότατη γλώσσα, που δίνει κορμί στις φιλοσοφικές αφαιρέσεις και ψυχή στα αντικείμενα των αισθήσεων. Ας μην ξεχνάμε ότι οι Αρχαίοι Έλληνες δεν χρησιμοποιούσαν ξεχωριστά σύμβολα για νότες, χρησιμοποιούσαν τα ίδια τα γράμματα του αλφαβήτου.

«Οι τόνοι της Ελληνικής γλώσσας είναι μουσικά σημεία που μαζί με τους κανόνες προφυλάττουν από την παραφωνία μια γλώσσα κατ’ εξοχήν μουσική, όπως κάνει η αντίστιξη που διδάσκεται στα ωδεία, ή οι διέσεις και υφέσεις που διορθώνουν τις κακόηχες συγχορδίες», όπως σημειώνει η φιλόλογος και συγγραφεύς Α. Τζιροπούλου-Ευσταθίου.

Είναι γνωστό εξάλλου πως όταν οι Ρωμαίοι πολίτες πρωτάκουσαν στην Ρώμη Έλληνες ρήτορες, συνέρρεαν να αποθαυμάσουν, ακόμη και όσοι δεν γνώριζαν Ελληνικά, τους ανθρώπους που «ελάλουν ώς αηδόνες».

Δυστυχώς κάπου στην πορεία της Ελληνικής φυλής, η μουσικότητα αυτή (την οποία οι Ιταλοί κατάφεραν και κράτησαν) χάθηκε, προφανώς στα μαύρα χρόνια της Τουρκοκρατίας.

Να τονίσουμε εδώ ότι οι άνθρωποι της επαρχίας του οποίους συχνά κοροϊδεύουμε για την προφορά τους, είναι πιο κοντά στην Αρχαιοελληνική προφορά από ότι εμείς οι άνθρωποι της πόλεως.
Η Ελληνική γλώσσα επεβλήθη αβίαστα (στους Λατίνους) και χάρη στην μουσικότητά της.

Όπως γράφει και ο Ρωμαίος Οράτιος «Η Ελληνική φυλή γεννήθηκε ευνοημένη με μία γλώσσα εύηχη, γεμάτη μουσικότητα».

ΠΗΓΗ /www.istories.gr


Η ΜΑΓΕΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ

Η ΜΑΓΕΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ
             ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ

Στις μέρες μας όπου αμφισβητούνται ακόμα και τα αυτονόητα, έχει αρχίσει να ακούγεται η άποψη ότι δεν υπάρχουν ανώτερες και κατώτερες γλώσσες, αλλά ότι όλες έχουν την ίδια αξία. Αυτό είναι τόσο παράλογο να το πιστεύει κανείς, όσο το να πιστεύει ότι μπορούν σε έναν αγώνα δρόμου όλοι οι δρομείς να τερματίσουν ταυτόχρονα. Κάτι τέτοιο είναι απλά αδύνατον. Το συγκεκριμένο παράδειγμα είναι κάτι πολύ απλό, πόσο μάλλον όταν έχουμε να κάνουμε με κάτι τόσο πολύπλοκο όσο η γλώσσα. Δηλαδή μπορεί μια γλώσσα πρωτόγονου επιπέδου με 10 διαφορετικές λέξεις να έχει την ίδια αξία με μια γλώσσα τόσο σύνθετη όσο οι σημερινές; Ποιός λογικός άνθρωπος μπορεί να το δεχτεί αυτό; Ενδεικτικά να αναφέρουμε ότι οι χιμπατζήδες χρησιμοποιούν μια «γλώσσα» με ένα λεξιλόγιο από τριάντα λέξεις-κραυγές.Σκοπός αυτού του κειμένου δεν είναι να υποβαθμίσει κάποιες γλώσσες, αλλά να αποδείξει με αντικειμενικά κριτήρια ότι δεν έχουν όλες οι γλώσσες την ίδια αξία (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η κάθε γλώσσα δεν έχει την αξία της). Υπάρχουν σήμερα περίπου 3.000 διαφορετικές γλώσσες (η πλειοψηφία των οποίων δεν έχει σύστημα γραφής). Είναι σίγουρο ότι κάθε γλώσσα έχει την δική της αξία και πρέπει να αγωνιζόμαστε όλοι ώστε όλες οι γλώσσες να επιβιώσουν. Δυστυχώς πολλές γλώσσες έχουν ήδη εκλείψει και θα εκλείψουν και στο μέλλον, και αυτό είναι πραγματικά μια αμαρτία. Όσο αμαρτία είναι όταν εξαφανίζεται ένα είδος ζώου διότι και η γλώσσα κάτι τέτοιο είναι, ένας «ζωντανός» οργανισμός που εξελίσσεται και είτε επιβιώνει είτε χάνεται. Πρακτική δυστυχώς συνέπεια αυτού είναι να χάνονται σημαντικά κομμάτια της εξέλιξης της ανθρώπινης πορείας, για την οποία δεν έχουμε ιδιαίτερα πολλές γνώσεις.Για πολλούς μη-Έλληνες γλωσσολόγους και ανθρώπους του πνεύματος, είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι η Ελληνική γλώσσα (ιδιαιτέρως τα Αρχαία Ελληνικά) είναι η ανώτερη μορφή γλώσσας που έχει επινοήσει ποτέ το ανθρώπινο πνεύμα. Οι απόψεις αυτές δεν είναι αυθαίρετες, αλλά βασίζονται σε κριτήρια αντικειμενικά σχετικά με την αξιολόγηση μιας γλώσσας. Παρακάτω θα περιγράψουμε μία σειρά από ιδιότητες τις Ελληνικής γλώσσας και θα αντιπαραβάλουμε κάποιες ξένες γλώσσες (συνήθως την Αγγλική, καθώς αυτή είναι η πιό διαδεδομένη) προς σύγκριση.

ΠΛΟΥΤΟΣ ΛΕΞΙΛΟΓΙΟΥ

Picture
Είναι γνωστή η έκφραση που χρησιμοποιούν οι Άγγλοαμερικάνοι όταν ψάχνουν να βρούν την κατάλληλη λέξη για κάποια έννοια «Οι Έλληνες θα έχουν μια λέξη για αυτό». Φράση την οποίαν πρώτος είχε γράψει ο καθηγητής Όλιβερ Τάπλιν στο βιβλίο του «Ελληνικό πυρ». [10]Ενώ η Αγγλική γλώσσα έχει, βάση του μεγάλου Αμερικανικού λεξικού Merriam-Webster, περίπου 166.724 λεξίτυπους (σύμφωνα με το ίδιο λεξικό 41.214 από αυτές τις λέξεις είναι αμιγώς Ελληνικές, χωρίς να υπολογίζουμε τις σύνθετες και τις Ελληνογενείς) [10], η Ελληνική γλώσσα περιλαμβάνει ήδη, στην καταγραφή μέχρι λίγο πριν από την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως, 1.200.000 λεξίτυπους. Το εντυπωσιακό αυτό νούμερο προκύπτει από το έγκριτο TLG (Θησαυρός Ελληνικής Γλώσσης) το οποίο ακόμα δεν έχει τελειώσει την καταγραφή όλων των Ελληνικών κειμένων. Εκτιμάται μάλιστα από την διευθύντρια του TLG, κα Μαρία Παντελιά, ότι μόλις τελειώσει η καταγραφή θα έχουν αποθησαυριστεί ίσως μέχρι και 2.000.000 λεξίτυποι.Επιπλέον, σύμφωνα με τον κ Α. Κωσταντινίδη συγγραφέα των βιβλίων «Οι Ελληνικές λέξεις στην Αγγλική γλώσσα» και «Η οικουμενική διάσταση της Ελληνικής γλώσσης», πολλά λεξικά σταματούν την ετυμολογία της λέξης στην Λατινική ρίζα αγνοώντας το γεγονός ότι η πλειονότης των ίδιων των Λατινικών λέξεων έχουν Ελληνική ρίζα.Πολλές Ομηρικές λέξεις σώζονται ακόμα και σήμερα στις Ευρωπαϊκές γλώσσες, και αυτές οι πάμπολλες λέξεις φυσικά δεν εμπίπτουν στην κατηγορία των «αμιγώς Ελληνικών» που αναφέραμε νωρίτερα. Μία από αυτές τις λέξεις είναι το γνωστό «kiss». Ακούγεται αστεία σαν δήλωση ότι είναι στην ουσία Ελληνική λέξη ε; Και όμως, στα Αρχαία Ελληνικά, το «φιλώ» είναι «κυνέω / κυνώ», εξ’ ού και το προσκυνώ (σημαίνει κάνω ένα βήμα μπροστά και δίνω ένα φιλί). Στην προστακτική το ρήμα γίνεται «κύσον με», δηλαδή «φίλησε με», όπως θα είπε και η Πηνελόπη στον Οδυσσέα όταν τον είδε να επιστρέφει στην Ιθάκη. Στα Αγγλικά θα λέγαμε «kiss me». Ο βαθμός ομοιότητας των δύο φράσεων δεν αφήνει χώρο για αμφιβολίες. Και αυτό είναι μόνο ένα από τα πολλά παραδείγματα.

ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ ΝΕΩΝ ΛΕΞΕΩΝ

Η δύναμη της Ελληνικής γλώσσας βρίσκεται στην ικανότητά της να πλάθεται όχι μόνο προθεματικά ή καταληκτικά, αλλά διαφοροποιώντας σε μερικές περιπτώσεις μέχρι και την ρίζα της λέξης (π.χ. «τρέχω» και «τροχός» παρόλο που είναι από την ίδια οικογένεια αποκλίνουν ελαφρώς στην ρίζα). Η Ελληνική γλώσσα είναι ειδική στο να δημιουργεί σύνθετες λέξεις με απίστευτων δυνατοτήτων χρήσεις, πολλαπλασιάζοντας το λεξιλόγιο.Το διεθνές λεξικό Webster’s (Webster’s New International Dictionary) αναφέρει «Η Λατινική και η Ελληνική, ιδίως η Ελληνική, αποτελούν ανεξάντλητη πηγή υλικών για την δημιουργία επιστημονικών όρων.» [12] ενώ οι Γάλλοι λεξικογράφοι Jean Bouffartigue και Anne-Marie Delrieu τονίζουν «Η επιστήμη βρίσκει ασταμάτητα νέα αντικείμενα ή έννοιες. Πρέπει να τα ονομάσει. Ο θησαυρός των Ελληνικών ριζών βρίσκεται μπροστά της, αρκεί να αντλήσει από εκεί. Θα ήταν πολύ περίεργο να μην βρεί αυτές που χρειάζεται.».Ο Γάλλος συγγραφέας Ζακ Λακαρριέρ, έκθαμβος μπροστά στο μεγαλείο της Ελληνικής, είχε δηλώσει σχετικώς «Η Ελληνική γλώσσα έχει το χαρακτηριστικό να προσφέρεται θαυμάσια για την έκφραση όλων των ιεραρχιών με μια απλή εναλλαγή του πρώτου συνθετικού. Αρκεί κανείς να βάλει ένα παν- πρώτο- αρχί- υπέρ- ή μια οποιαδήποτε άλλη πρόθεση μπροστά σε ένα θέμα. Κι αν συνδυάσει κανείς μεταξύ τους αυτά τα προθέματα, παίρνει μια ατελείωτη ποικιλία διαβαθμίσεων. Τα προθέματα εγκλείονται τα μεν στα δε σαν μια σημασιολογική κλίμακα, η οποία ορθώνεται προς τον ουρανό των λέξεων.»Είναι αλήθεια ότι μπορούμε να βάλουμε και παραπάνω από μια πρόθεση μπροστά από μία λέξη, ακριβώς όπως περιγράφει ο Γάλλος φίλος μας. Παραδείγματα συνδυασμών πολλαπλών προθέσεων με λέξεις που να δημιουργούν νέες λέξεις υπάρχουν άπειρα. Αντικαταβάλλω, επαναδιατυπώνω, αντιπαρέρχομαι, ανακατασκευάζω κτλ.Στην Ιλιάδα του Ομήρου η Θέτις θρηνεί για ότι θα πάθει ο υιός της σκοτώνοντας τον Έκτωρα «διό και δυσαριστοτοκείαν αυτήν ονομάζει». Η λέξη αυτή από μόνη της είναι ένα μοιρολόι, δυς + άριστος + τίκτω (=γεννώ) και σημαίνει όπως αναλύει το Ετυμολογικόν το Μέγα «που για κακό γέννησα τον άριστο». [7] Ποιά άλλη γλώσσα στον κόσμο θα μπορούσε να αποδώσει σε μία μόνο λέξη τόσα πολλά και υψηλά νοήματα; Και όπως έλεγαν και οι Αρχαίοι, «το Λακωνίζειν εστί φιλοσοφείν».Προ ολίγων ετών κυκλοφόρησε στην Ελβετία το λεξικό ανύπαρκτων λέξεων (Dictionnaire Des Mots Inexistants) όπου προτείνεται να αντικατασταθούν Γαλλικές περιφράσεις με μονολεκτικούς όρους από τα Ελληνικά. Π.χ. androprere, biopaleste, dysparegorete, ecogeniarche, elpidophore, glossoctonie, philomatheem tachymathie, theopempte κλπ, περίπου 2.000 λήμματα με προοπτική περαιτέρω εμπλουτισμού.Ο Godefroi Herman, ο Γάλλος μεταφραστής των Διονυσιακών του Νόννου, ομολογεί «Πόσες φορές μεταφράζοντας δεν ανέκραξα όπως ο Ρονσάρ: Πόσο είμαι περίλυπος που η γλώσσα η Γαλλική δεν δημιουργεί λέξεις όπως η Ελληνική... ωκύμορος, δύσποτμος, ολιγοφρονείν...».

Η ΑΚΡΙΒΟΛΟΓΙΑ

Picture
Στα Αγγλικά το ρήμα και το ουσιαστικό συχνά χρησιμοποιούν ακριβώς την ίδια λέξη π.χ. «drink» που σημαίνει και «ποτό» και «πίνω». Επιπλέον τα ονόματα δεν έχουν κλίσεις, για παράδειγμα στα Ελληνικά λέμε «Ο Θεός, του Θεού, τω Θεώ, τον Θεό, ω Θεέ» ενώ στα Αγγλικά έχουμε μια μόνο λέξη για όλες αυτές τις έννοιες, το «God». Είναι προφανές λοιπόν, ότι τουλάχιστον όσον αφορά την ακριβολογία, γλώσσες όπως τα Ελληνικά υπερτερούν σαφώς σε σχέση με γλώσσες σαν τα Αγγλικά. Είναι λογικό άλλωστε αν κάτσει να το σκεφτεί κανείς, ότι μπορεί πολύ πιο εύκολα να καθιερωθεί μια γλώσσα διεθνής όταν είναι πιο εύκολη στην εκμάθηση, από τη άλλη όμως μια τέτοια γλώσσα εκ των πραγμάτων δεν μπορεί να είναι τόσο ποιοτική.Συνέπεια των παραπάνω είναι ότι η Αγγλική γλώσσα δεν μπορεί να είναι λακωνική όπως είναι η Ελληνική, καθώς για να μην είναι διφορούμενο το νόημα της εκάστοτε φράσης, πρέπει να χρησιμοποιηθούν επιπλέον λέξεις. Για παράδειγμα η λέξη «drink» σαν αυτοτελής φράση δεν υφίσταται στα Αγγλικά, καθώς μπορεί να σημαίνει «ποτό», «πίνω», «πιές» κτλ. Αντιθέτως στα Ελληνικά η φράση «πιές» βγάζει νόημα, χωρίς να χρειάζεται να βασιστείς στα συμφραζόμενα για να καταλάβεις το νόημά της.Παρένθεση: Να θυμίσουμε εδώ ότι στα Αρχαία Ελληνικά εκτός από Ενικός και Πληθυντικός αριθμός, υπήρχε και Δυϊκός αριθμός. Υπάρχει στα Ελληνικά και η Δοτική πτώση εκτός από τις υπόλοιπες 4 πτώσεις ονομαστική, γενική, αιτιατική και κλιτική. Η Δοτική χρησιμοποιείται συνεχώς στον καθημερινό μας λόγο (π.χ. Βάσει των μετρήσεων, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι...) και είναι πραγματικά άξιον λόγου το γιατί εκδιώχθηκε βίαια από την νεοελληνική γλώσσα. Ακόμα παλαιότερα, εκτός από την εξορισμένη αλλά ζωντανή Δοτική υπήρχαν και άλλες τρείς επιπλέον πτώσεις οι οποίες όμως χάθηκαν.Το ίδιο πρόβλημα, σε πολύ πιο έντονο φυσικά βαθμό, έχει και η Κινεζική γλώσσα. Όπως μας λέει και ο Κρητικός δημοσιογράφος Α. Κρασανάκης «Επειδή οι απλές λέξεις είναι λίγες, έχουν αποκτήσει πάρα πολλές έννοιες, για να καλύψουν τις ανάγκες της έκφρασης, πρβλ π.χ.: “σι” = γνωρίζω, είμαι, ισχύς, κόσμος, όρκος, αφήνω, θέτω, αγαπώ, βλέπω, φροντίζω, περπατώ, σπίτι κ.τ.λ., «πα» = μπαλέτο, οκτώ, κλέφτης, κλέβω... «πάϊ» = άσπρο, εκατό, εκατοστό, χάνω....» [1]. Ίσως να υπάρχει ελαφρά διαφορά στον τονισμό, αλλά δύσκολα μπορώ να φανταστώ πως θα μπορούσαν να υπάρχουν δεκάδες διαφορετικοί τονισμοί για μία μονοσύλλαβη λέξη, ώστε να διαχωρίσουν φωνητικά όλες οι πιθανές της έννοιες. Αλλά ακόμα και να υπάρχει, πως είναι δυνατόν να καταστήσεις ένα σημαντικό κείμενο (π.χ. συμβόλαιο) ξεκάθαρο;

Η ΚΥΡΙΟΛΕΞΙΑ

Στην Ελληνική γλώσσα ουσιαστικά δεν υπάρχουν συνώνυμα, καθώς όλες οι λέξεις έχουν λεπτές εννοιολογικές διαφορές μεταξύ τους. Για παράδειγμα η λέξη «λωποδύτης» χρησιμοποιείται για αυτόν που βυθίζει το χέρι του στο ρούχο (=λωπή) μας και μας κλέβει, κρυφά δηλαδή, ενώ ο «ληστής» είναι αυτός που μας κλέβει φανερά, μπροστά στα μάτια μας. Επίσης το «άγειν» και το «φέρειν» έχουν την ίδια έννοια. Όμως το πρώτο χρησιμοποιείται για έμψυχα όντα, ενώ το δεύτερο για τα άψυχα.Στα Ελληνικά έχουμε τις λέξεις «κεράννυμι», «μίγνυμι» και «φύρω» που όλες έχουν το νόημα του «ανακατεύω». Όταν ανακατεύουμε δύο στερεά ή δύο υγρά μεταξύ τους αλλά χωρίς να συνεπάγεται νέα ένωση (π.χ. λάδι με νερό), τότε χρησιμοποιούμε την λέξη «μειγνύω» ενώ όταν ανακατεύουμε υγρό με στερεό τότε λέμε «φύρω». Εξ’ ού και η λέξη «αιμόφυρτος» που όλοι γνωρίζουμε αλλά δεν συνειδητοποιούμε τι σημαίνει. Όταν οι Αρχαίοι Έλληνες πληγωνόντουσαν στην μάχη, έτρεχε τότε το αίμα και ανακατευόταν με την σκόνη και το χώμα. Το κεράννυμι σημαίνει ανακατεύω δύο υγρά και φτιάχνω ένα νέο, όπως για παράδειγμα ο οίνος και το νερό. Εξ’ ού και ο «άκρατος» (δηλαδή καθαρός) οίνος που λέγαν οι Αρχαίοι όταν δεν ήταν ανακατεμένος (κεκραμμένος) με νερό.Τέλος η λέξη «παντρεμένος» έχει διαφορετικό νόημα από την λέξη «νυμφευμένος», διαφορά που περιγράφουν οι ίδιες οι λέξεις για όποιον τους δώσει λίγη σημασία. Η λέξη παντρεμένος προέρχεται από το ρήμα υπανδρεύομαι και σημαίνει τίθεμαι υπό την εξουσία του ανδρός ενώ ο άνδρας νυμφεύεται, δηλαδή παίρνει νύφη. Γνωρίζοντας τέτοιου είδους λεπτές εννοιολογικές διαφορές, είναι πραγματικά πολύ αστεία μερικά από τα πράγματα που ακούμε στην καθημερινή – συχνά λαθεμένη – ομιλία (π.χ. «ο Χ παντρεύτηκε»).Η Ελληνική γλώσσα έχει λέξεις για έννοιες οι οποίες παραμένουν χωρίς απόδοση στις υπόλοιπες γλώσσες, όπως άμιλλα, θαλπωρή και φιλότιμο. Μόνον η Ελληνική γλώσσα ξεχωρίζει την ζωή από τον βίο, την αγάπη από τον έρωτα. Μόνον αυτή διαχωρίζει, διατηρώντας το ίδιο ριζικό θέμα, το ατύχημα από το δυστύχημα, το συμφέρον από το ενδιαφέρον.

ΓΛΩΣΣΑ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ

Το εκπληκτικό είναι ότι η ίδια η Ελληνική γλώσσα μας διδάσκει συνεχώς πως να γράφουμε σωστά. Μέσω της ετυμολογίας, μπορούμε να καταλάβουμε ποιός είναι ο σωστός τρόπος γραφής ακόμα και λέξεων που ποτέ δεν έχουμε δεί ή γράψει.Το «πειρούνι» για παράδειγμα, για κάποιον που έχει βασικές γνώσεις Αρχαίων Ελληνικών, είναι προφανές ότι γράφεται με «ει» και όχι με «ι» όπως πολύ άστοχα το γράφουμε σήμερα. Ο λόγος είναι πολύ απλός, το «πειρούνι» προέρχεται από το ρήμα «πείρω» που σημαίνει τρυπώ-διαπερνώ, ακριβώς επειδή τρυπάμε με αυτό το φαγητό για να το πιάσουμε. Επίσης η λέξη «συγκεκριμένος» φυσικά και δεν μπορεί να γραφτεί «συγκεκρυμμένος», καθώς προέρχεται από το «κριμένος» (αυτός που έχει δηλαδή κριθεί) και όχι βέβαια από το «κρυμμένος» (αυτός που έχει κρυφτεί). Άπειρα παραδείγματα τέτοιου είδους υπάρχουν, σχεδόν ολόκληρο το λεξικό της Ελληνικής.Άρα το να υπάρχουν πολλά γράμματα για τον ίδιο ήχο (π.χ. η, ι, υ, ει, οι κτλ) όχι μόνο δεν θα έπρεπε να μας δυσκολεύει, αλλά αντιθέτως να μας βοηθάει στο να γράφουμε πιο σωστά, εφόσον βέβαια έχουμε μια βασική κατανόηση της γλώσσας μας. Επιπλέον η ορθογραφία με την σειρά της μας βοηθάει αντίστροφα στην ετυμολογία αλλά και στην ανίχνευση της ιστορική πορείας της κάθε μίας λέξης.

Η ΣΟΦΙΑ

Στην γλώσσα έχουμε το σημαίνον (την λέξη) και το σημαινόμενο (την έννοια). Στην Ελληνική γλώσσα αυτά τα δύο έχουν πρωτογενή σχέση, καθώς αντίθετα με τις άλλες γλώσσες το σημαίνον δεν είναι μια τυχαία σειρά από γράμματα. Σε μια συνηθισμένη γλώσσα όπως τα Αγγλικά μπορούμε να συμφωνήσουμε όλοι να λέμε το σύννεφο car και το αυτοκίνητο cloud, και από την στιγμή που το συμφωνήσουμε και εμπρός να είναι έτσι. Στα Ελληνικά κάτι τέτοιο είναι αδύνατον. Για αυτόν τον λόγο πολλοί διαχωρίζουν τα Ελληνικά σαν «εννοιολογική» γλώσσα από τις υπόλοιπες «σημειολογικές» γλώσσες.Μάλιστα ο μεγάλος φιλόσοφος και μαθηματικός Βένερ Χάιζενμπεργκ είχε παρατηρήσει αυτή την σημαντική ιδιότητα για την οποία είχε πεί «Η θητεία μου στην αρχαία Ελληνική γλώσσα υπήρξε η σπουδαιότερη πνευματική μου άσκηση. Στην γλώσσα αυτή υπάρχει η πληρέστερη αντιστοιχία ανάμεσα στην λέξη και στο εννοιολογικό της περιεχόμενο.»Όπως μας έλεγε και ο Αντισθένης, «Αρχή σοφίας, η των ονομάτων επίσκεψις». Για παράδειγμα ο «άρχων» είναι αυτός που έχει δική του γή (άρα=γή + έχων). Και πραγματικά, ακόμα και στις μέρες μας είναι πολύ σημαντικό να έχει κανείς δική του γή / δικό του σπίτι. Ο «βοηθός» σημαίνει αυτός που στο κάλεσμα τρέχει. Βοή=φωνή + θέω=τρέχω. Ο Αστήρ είναι το αστέρι, αλλά η ίδια η λέξη μας λέει ότι κινείται, δεν μένει ακίνητο στον ουρανό (α + στήρ από το ίστημι που σημαίνει στέκομαι).Αυτό που είναι πραγματικά ενδιαφέρον, είναι ότι πολλές φορές η λέξη περιγράφει ιδιότητες της έννοιας την οποίαν εκφράζει, αλλά με τέτοιο τρόπο που εντυπωσιάζει και δίνει τροφή για την σκέψη. Για παράδειγμα ο «φθόνος» ετυμολογείται από το ρήμα «φθίνω» που σημαίνει μειώνομαι. Και πραγματικά ο φθόνος σαν συναίσθημα, σιγά σιγά μας φθίνει και μας καταστρέφει. Μας «φθίνει» - ελαττώνει σαν ανθρώπους – και μας φθίνει μέχρι και τη υγεία μας. Και φυσικά όταν θέλουμε να χαρακτηρίσουμε κάτι που είναι τόσο πολύ ώστε να μην τελειώνει πως το λέμε; Μα φυσικά «άφθονο».Έχουμε την λέξη «ωραίος» που προέρχεται από την «ώρα». Διότι για να είναι κάτι ωραίο, πρέπει να έρθει και στην ώρα του. Ωραίο δεν είναι ένα φρούτο ούτε άγουρο ούτε σαπισμένο, και ωραία γυναίκα δεν είναι κάποια ούτε στα 70 της άλλα ούτε φυσικά και στα 10 της. Ούτε το καλύτερο φαγητό είναι ωραίο όταν είμαστε χορτάτοι, επειδή δεν μπορούμε να το απολαύσουμε. Ακόμα έχουμε την λέξη «ελευθερία» για την οποία το «Ετυμολογικόν Μέγα» διατείνεται «παρά το ελεύθειν όπου ερά» = το να πηγαίνει κανείς όπου αγαπά. Άρα βάσει της ίδιας της λέξης, ελεύθερος είσαι όταν έχεις την δυνατότητα να πάς όπου αγαπάς. Πόσο ενδιαφέρουσα ερμηνεία...Το άγαλμα ετυμολογείται από το αγάλλομαι (ευχαριστιέμαι) επειδή όταν βλέπουμε ένα όμορφο αρχαιοελληνικό άγαλμα η ψυχή μας αγάλλεται. Και από το θέαμα αυτό επέρχεται η αγαλλίαση. Αν κάνουμε όμως την ανάλυση της λέξης αυτής θα δούμε ότι είναι σύνθετη από αγάλλομαι + ίαση(=γιατρειά). Άρα για να συνοψίσουμε, όταν βλέπουμε ένα όμορφο άγαλμα (ή οτιδήποτε όμορφο), η ψυχή μας αγάλλεται και ιατρευόμαστε. Και πραγματικά, γνωρίζουμε όλοι ότι η ψυχική μας κατάσταση συνδέεται άμεσα με την σωματική μας υγεία. Παρένθεση: και μια και το έφερε η «κουβέντα», η Ελληνική γλώσσα μας λέει και τι είναι άσχημο. Από το στερητικό «α» και την λέξη σχήμα μπορούμε εύκολα να καταλάβουμε τι. Για σκεφτείτε το λίγο...Σε αυτό το σημείο, δεν μπορούμε παρά να σταθούμε στην αντίστοιχη Λατινική λέξη για το άγαλμα (που άλλο από Λατινική δεν είναι). Οι Λατίνοι ονόμασαν το άγαλμα, statua από το Ελληνικό «ίστημι» που ήδη αναφέραμε σαν λέξη, και το ονόμασαν έτσι επειδή στέκει ακίνητο. Προσέξτε την τεράστια διαφορά σε φιλοσοφία μεταξύ των δύο γλωσσών, αυτό που σημαίνει στα Ελληνικά κάτι τόσο βαθύ εννοιολογικά, για τους Λατίνους είναι απλά ένα ακίνητο πράγμα.Μια και αναφέραμε τα Λατινικά, ας κάνουμε άλλη μια σύγκριση. Ο άνθρωπος στα Ελληνικά ετυμολογείται ώς το όν που κυττάει προς τα πάνω (άνω + θρώσκω). Πόσο σημαντική και συναρπαστική ετυμολογία που μπορεί να αποτελέσει βάση ατελείωτων φιλοσοφικών συζητήσεων. Αντίθετα στα Λατινικά ο άνθρωπος είναι «Homo» που ετυμολογείται από το χώμα. Το όν που κυττάει ψηλά στον ουρανό λοιπόν για τους Έλληνες, σκέτο χώμα για τους Λατίνους... Υπάρχουν και άλλα παρόμοια παραδείγματα που θα μπορούσαν να αναφερθούν εδώ. Είναι λογικό στο κάτω κάτω ότι μια γλώσσα που βασίστηκε στην Ελληνική αντιγράφοντάς την, εκ των πραγμάτων δεν μπορεί να έχει τα ίδια υψηλά νοήματα.Είναι προφανής η σχέση που έχει η γλώσσα με την σκέψη του ανθρώπου. Όπως λέει και ο George Orwell στο αθάνατο έργο του «1984», απλή γλώσσα σημαίνει και απλή σκέψη. Εκεί το καθεστώς προσπαθούσε να περιορίσει την γλώσσα για να περιορίσει την σκέψη των ανθρώπων, καταργώντας συνεχώς λέξεις. «Η γλώσσα και οι κανόνες αυτής αναπτύσσουν την κρίση» έγραφε ο Μιχάι Εμινέσκου, εθνικός ποιητής των Ρουμάνων. [16] Μια πολύπλοκη γλώσσα αποτελεί μαρτυρία ενός προηγμένου πνευματικά πολιτισμού. Το να μιλάς σωστά σημαίνει να σκέφτεσαι σωστά, να γεννάς διαρκώς λόγο και όχι να παπαγαλίζεις λέξεις και φράσεις.Όπως σημειώνει και ο «δικός μας» Κωνσταντίνος Τσάτσος, πρώην Υπουργός, πρώην Πρόεδρος Δημοκρατίας και συγγραφέας, «Όσο πιό προηγμένος είναι ο πολιτισμός ενός έθνους, τόσο πιό πλούσιες σε προϊστορία, και συνεπώς και σε ουσία, είναι οι λέξεις της γλώσσας... Με την γλώσσα μεταδίδομε λογικούς συνειρμούς και διεγείρομε συναισθήματα... Κάθε λαός έχει την γλώσσα που του αξίζει. Στην γλώσσα, όπως και στα τραγούδια του, εναποθηκεύεται ο πολιτισμός του... είναι ο πιό αδιάψευστος μάρτυρας της ιστορικής του συνείδησης και της ιστορικής του συνέχειας.»

Η ΜΟΥΣΙΚΟΤΗΤΑ

Picture
Η Ελληνική φωνή κατά την αρχαιότητα ονομαζόταν «αυδή». Η λέξη αυτή δεν είναι τυχαία, προέρχεται από το ρήμα «άδω» που σημαίνει τραγουδώ. Όπως γράφει και ο μεγάλος ποιητής και ακαδημαϊκός Νικηφόρος Βρεττάκος:«Όταν κάποτε φύγω από τούτο το φώςθα ελιχθώ προς τα πάνω, όπως έναποταμάκι που μουρμουρίζει.Κι αν τυχόν κάπου ανάμεσαστους γαλάζιους διαδρόμουςσυναντήσω αγγέλους, θα τουςμιλήσω Ελληνικά, επειδήδεν ξέρουνε γλώσσες. ΜιλάνεΜεταξύ τους με μουσική.»Ο γνωστός Γάλλος συγγραφεύς Ζακ Λακαρριέρ επίσης μας περιγράφει την κάτωθι εμπειρία από το ταξίδι του στην Ελλάδα «Άκουγα αυτούς τους ανθρώπους να συζητούν σε μια γλώσσα που ήταν για μένα αρμονική αλλά και ακατάληπτα μουσική. Αυτό το ταξίδι προς την πατρίδα – μητέρα των εννοιών μας – μου απεκάλυπτε έναν άγνωστο πρόγονο, που μιλούσε μια γλώσσα τόσο μακρινή στο παρελθόν, μα οικεία και μόνο από τους ήχους της. Αισθάνθηκα να τα έχω χαμένα, όπως αν μου είχαν πεί ένα βράδυ ότι ο αληθινός μου πατέρας ή η αληθινή μου μάνα δεν ήσαν αυτοί που με είχαν αναστήσει.»Ο διάσημος Έλληνας και διεθνούς φήμης μουσικός Ιάνης Ξενάκης είχε πολλές φορές τονίσει ότι η μουσικότητα της Ελληνικής είναι εφάμιλλη της συμπαντικής. Αλλά και ο Γίββων μίλησε για μουσικότατη και γονιμότατη γλώσσα, που δίνει κορμί στις φιλοσοφικές αφαιρέσεις και ψυχή στα αντικείμενα των αισθήσεων. Ας μην ξεχνάμε ότι οι Αρχαίοι Έλληνες δεν χρησιμοποιούσαν ξεχωριστά σύμβολα για νότες, χρησιμοποιούσαν τα ίδια τα γράμματα του αλφαβήτου.«Οι τόνοι της Ελληνικής γλώσσας είναι μουσικά σημεία που μαζί με τους κανόνες προφυλάττουν από την παραφωνία μια γλώσσα κατ’ εξοχήν μουσική, όπως κάνει η αντίστιξη που διδάσκεται στα ωδεία, ή οι διέσεις και υφέσεις που διορθώνουν τις κακόηχες συγχορδίες» όπως σημειώνει η φιλόλογος και συγγραφεύς Α. Τζιροπούλου Ευσταθίου.Είναι γνωστό εξ’ άλλου πως όταν οι Ρωμαίοι πολίτες πρωτάκουσαν στην Ρώμη Έλληνες ρήτορες, συνέρρεαν να αποθαυμάσουν, ακόμη και όσοι δεν γνώριζαν Ελληνικά, τους ανθρώπους που «ελάλουν ώς αηδόνες». Δυστυχώς κάπου στην πορεία της Ελληνικής φυλής, η μουσικότητα αυτή (την οποία οι Ιταλοί κατάφεραν και κράτησαν) χάθηκε, προφανώς στα μαύρα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Να τονίσουμε εδώ ότι οι άνθρωποι της επαρχίας του οποίους συχνά κοροϊδεύουμε για την προφορά τους, είναι πιο κοντά στην Αρχαιοελληνική προφορά από ότι εμείς οι άνθρωποι της πόλεως.Η Ελληνική γλώσσα επεβλήθη αβίαστα (στους Λατίνους) και χάρη στην μουσικότητά της. Όπως γράφει και ο Ρωμαίος Οράτιος «Η Ελληνική φυλή γεννήθηκε ευνοημένη με μία γλώσσα εύηχη, γεμάτη μουσικότητα». Και δεν είναι τυχαίο που απομνημονεύουμε ευκολότερα ένα ποίημα παρά μια σελίδα πεζογραφήματος. Και όπως ακριβώς έλεγαν και οι ίδιοι οι Ρωμαίοι, η Ελληνική γλώσσα θα παραμένει «η ευπρεπεστάτη των γλωσσών και η γλυκυτέρα εις μουσικότητα».
Άλλος ξένος καθηγητής, ο Στέφεν Ντόιτς, διαπιστώνει έκθαμβος ότι μέσα από τους στίχους του Ομήρου αναδύεται μουσική «Είναι τόσο έντεχνα συντεθειμένοι, ώστε απολαμβάνοντας την ανάγνωση απολαμβάνεις και την μουσική.». Και ο Ζάκ Μπουσάρ, Καναδός καθηγητής γράφει ότι «Η απαγγελία σέβεται τα μακρά και τα βραχέα φωνήεντα, δηλαδή το καλούπι του εξαμέτρου», και αναλύει «πως η ψιλή και η δασεία, η περισπωμένη και η οξεία, η μακρόχρονη λήγουσα και τα βραχύχρονα φωνήεντα... γίνονται νότες.».

ΑΥΤΟΦΩΤΗ ΓΛΩΣΣΑ

Picture
Όλοι γνωρίζουμε ότι οι Ευρωπαϊκές γλώσσες έχουν τις ρίζες τους στα Λατινικά. Αυτό που ίσως μερικοί να αγνοούν είναι ότι τα ίδια τα Λατινικά έχουν βασιστεί πάνω στα Ελληνικά. Από το ίδιο το αλφάβητο (οι Ρωμαίοι πήραν αυτούσιο και απαράλλακτο το Χαλκιδικό αλφάβητο) μέχρι και την πλειοψηφία του λεξιλογίου.Πριν ο Κικέρων, ο δημιουργός ουσιαστικά της Λατινικής γλώσσας, έρθει στην Ελλάδα για να σπουδάσει, οι Ρωμαίοι είχαν μερικές εκατοντάδες μόνο λέξεις με αγροτικό, οικογενειακό και στρατιωτικό περιεχόμενο. Όταν επέστρεψε στην Ρώμη, πήρε μαζί του κάποιες χιλιάδες Ελληνικές λέξεις δηλωτικές πολιτισμού και ένα «κλειδί» με το οποίο πολλαπλασίασε την αξία και την σημασία τους. Το «κλειδί» αυτό ήταν οι προθέσεις.Για του λόγου το αληθές, να αναφέρουμε ότι το ιστορικό αυτό γεγονός το έχει τονίσει και ο διάσημος Γάλλος γλωσσολόγος Meillet «Τα Λατινικά ως λόγια γλώσσα, είναι ανάτυπο των Ελληνικών. Ο Κικέρων μεταφέρει στην Λατινική, την Ελληνική ρητορική και φιλοσοφία. Ο Χριστιανισμός ακολούθως συνετέλεσε και αυτός στην επίδραση των Ελληνικών επί των Λατινικών. Το Λατινικό λεξιλόγιο είναι μετάφραση του αντιστοίχου Ελληνικού, και για αυτό τα Λατινικά δεν παραμέρισαν τα Ελληνικά στην Ανατολή. Διότι η μίμηση δεν είχε αρκετό γόητρο ώστε να αντικαταστήσει το πρωτότυπο.».Μόνο και μόνο όσον αφορά τους επιστημονικούς όρους, όπου η συντριπτική πλειοψηφία των λέξεων είναι Ελληνικές, οι ξένες γλώσσες στην κυριολεξία θα κατέρρεαν χωρίς την Ελληνική. Η Ελληνική είναι η μοναδική γλώσσα η οποία είναι πραγματικά αυτόφωτη χωρίς να εξαρτάται από καμία άλλη. Δύο εκ του πλήθους ξένων επιστημόνων που το έχουν διαπιστώσει αυτό είναι οι Jean Bouffartigue και Anne-Marie Delrieu. Στο βιβλίο τους «Οι Ελληνικές ρίζες στην Γαλλική γλώσσα» διαβάζουμε «Η κατανόηση της δικής μας γλώσσης, η εκ νέου ανακάλυψη της ουσίας της – να ποιά είναι η χρησιμότητα του να γνωρίζει κανείς τις Ελληνικές ρίζες. Οι Ελληνικές ρίζες δίνουν στην Γαλλική το πιο βαθύ στήριγμά της και συγχρόνως της παρέχουν την πιο υψηλή δυνατότητα για αφαίρεση. Μακρινή πηγή του πολιτισμού μας, η Ελλάδα βρίσκεται ζωντανή μέσα στις λέξεις που λέμε. Σχηματίζει κάθε μέρα την γλώσσα μας.»Υπάρχουν ακόμα σοβαρές απόψεις έγκριτων ξένων επιστημόνων, που υποστηρίζουν ότι μέχρι και τα Σανσκριτικά (αρχαία Ινδικά) προέρχονται από τα Ελληνικά. «Ο πρώτος ο οποίος παρετήρησε αυτήν την ομοιότητα των ριζών είναι ο Φ. Μπάγιερ (1690-1738), καθηγητής γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο της Αγ. Πετρουπόλεως, καταλήγοντας στα συμπέρασμα ότι τα σανσκριτικά προέρχονται από τα Ελληνικά.» συμπέρασμα στο οποίο είχε καταλήξει στα τέλη του περασμένου αιώνος και ο Γερμανός Βορρ. Η συντακτική ομάδα του περιοδικού «Halcon – Ιέραξ» μας λέει «Συγκρίνοντας καλά την Σανσκριτική με την αρχαία Ελληνική, εύκολα αντιλαμβανόμεθα ότι η Ελληνική όχι μόνο είναι πιο αρχαία, αλλά και ότι επί πλέον όλοι οι συντακτικοί και γραμματικοί τύποι της είναι ανώτεροι και μεγαλυτέρας γλωσσικής αξίας. Η δε σύνταξις καθ’υπόταξιν είναι καθαρά Ελληνική.».Ας μην ξεχνάμε ότι ο Μέγας Αλέξανδρος προσπάθησε με την εκστρατεία του, εκτός όλων των άλλων, και να «συναγωνιστεί» τους Έλληνες που είχαν εκστρατεύσει στην Ανατολή πριν από αυτόν, τον Ηρακλή και τον Διόνυσο δηλαδή. Τα «Διονυσιακά» του Νόννου, έπος το οποίο περιγράφει την εκστρατεία του Διονύσου στις Ινδίες (αντίστοιχο με αυτά του Ομήρου), σώζεται μέχρι σήμερα. Ακόμα και κατά την διάρκεια της εκστρατείας του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην Ινδία, διασώζονται απο του ιστορικούς της εποχής στοιχεία που επαληθεύουν την πανάρχαια παρουσία των Ελλήνων στις Ινδίες (Παράρτημα Ε).Επειδή μπορεί κάποιος να σκεφτεί σε αυτό το σημείο ότι το Ελληνικό αλφάβητο είναι Φοινικικής προελεύσεως, να αναφέρουμε απλά ότι τέτοιες αντιεπιστημονικές θεωρίες είναι προ πολλού ξεπερασμένες καθώς η αξιοπιστία τους έχει κλονιστεί σοβαρά από διάφορα αρχαιολογικά ευρήματα. Απορίας άξιον είναι το γεγονός ότι η ύπαρξη των ευρημάτων αυτών δεν αναφέρεται πουθενά στα Ελληνικά (;) σχολεία, όπου προβάλλεται ως δεδομένη και αδιαμφισβήτητη η θεωρία της Φοινικικής προελεύσεως.Ένα από τα καρφιά στο φέρετρο της θεωρίας αυτής είναι και το κεραμικό θραύσμα που βρέθηκε στην νησίδα «Γιούρα» των Βορείων Σποράδων από τον Αρχαιολόγο Α. Σαμψών. Χρονολογήθηκε το 5.500-6.000 π.Χ. και φέρει καθαρά πάνω του εγχάρακτα τα γράμματα Α, Δ και Υ. Να σημειώσουμε εδώ ότι οι Φοίνικες πρωτοεμφανίστηκαν στην ιστορία το 1.300 π.Χ. Και αυτό το εύρημα δεν είναι «μόνο» του. Τα γράμματα Μ, Ν, Κ, Χ, Ξ, Π, Ο, και Ε διακρίνουμε σε πρωτοκυκλαδικά αγγεία της Μήλου τα οποία είναι της 3 π.Χ. χιλιετίας. Επιπλέον υπάρχει και η λίθινη σφραγίδα των Γιαννιτσών που ανακαλύφθηκε από τον αρχαιολόγο Π. Χρυσοστόμου η οποία χρονολογείται την 5 π.Χ. χιλιετία. Ακόμη η επιγραφή του Δισπηλιού που ανεσύρθη από τον καθηγητή Γ. Χουρμουζιάδη χαρακτηρίστηκε ως η πρώτη γραφή του κόσμου, αφού χρονολογήθηκε από τον «Δημόκριτο» βάσει της μεθόδου του «άνθρακα 14» με απόλυτη ακρίβεια στο 5.250 π.Χ. Τέλος να αναφέρουμε τον δίσκο της Φαιστού ο οποίος χρονολογείται (με τις πιο συντηρητικές απόψεις) στο 1.700 π.Χ. και φέρει σύμβολα τα οποία όμως είναι τυπωμένα με κινητά στοιχεία (σφραγίδες), και για αυτόν τον λόγο το εύρημα αυτό αποτελεί το αρχαιότερο δείγμα τυπογραφίας του κόσμου. Για την κατασκευή του χρησιμοποιήθηκε πηλός εξαιρετικής ποιότητος εις τον οποίον αφού απετυπώθησαν οι χαρακτήρες ο δίσκος εψήθη.Το 1989, στο υπ αριθ. 16 τεύχος του αρχαιολογικού περιοδικού «NESTOR», το οποίο εκδίδει το πανεπιστήμιο της Ινδιάνας, ο καθηγητής Πωλ Φώρ ανακοινώνει ότι στην Ιθάκη του 2.700 π.Χ. μιλούσαν και έγραφαν Ελληνικά. Με την βοήθεια χαραγμένης εικόνας πλοίου επάνω στο όστρακο και σε σύγκριση με την ήδη αποκρυπτογραφημένη Γραμμική Γραφή Β’ ο καθηγητής Φώρ κατώρθωσε να διαβάσει «Νύμφη με έσωσε». Εδιάβασε ακόμα, αναγνωρίζοντας αριθμητικά και συλλαβές «Ιδού εγώ ο Αρεάδης δίδω εις την άνασσα Θεά Ρέα 100 αίγες, 10 πρόβατα...». [6] Σημειωτέον ότι ακόμα και σήμερα διδάσκεται στα Ελληνικά σχολεία η άποψη ότι τα χρόνια του Ομήρου δεν υπήρχε γραφή και συνεπώς τα δύο έπη (Ιλιάδα και Οδύσσεια) μεταφέρονταν από γενεά σε γενεά προφορικώς (κάτι το οποίο ούτως ή άλλως μόνο και μόνο βάσει της κοινής λογικής είναι αδύνατον).Εις την Ελληνικήν γλώσσα τέλος παρατηρούνται όλα τα γλωσσολογικά φαινόμενα, πχ. αφομοίωση (είς φθόγγος γίνεται όμοιος με άλλον), εναλλαγή (χρησιμοποίηση άλλου φθόγγου αντ’ άλλου), συγχώνευση (ενοποίηση πολλών φθόγγων), ανομοίωση (αποβολή του ενός εκ των δύο ομοίων φθόγγων της ιδίας λέξεως), ανταλλαγή (αμοιβαία αλλαγή φθόγγων) κλπ κλπ.Ορισμένοι μάλιστα ήχοι όπως το Γ το Δ το Θ το Χ και το Ψ αποτελούν πολύ μεταγενέστερη και αποκλειστικά Ελληνική επινόηση, αφού δεν τους συναντάμε σε άλλη γλώσσα έστω και αν περιέχονται στις δανεισμένες Ελληνικές λέξεις.

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ

Τα Ελληνικά είναι η μόνη γλώσσα στον κόσμο που ομιλείται και γράφεται συνεχώς επί 4.000 τουλάχιστον συναπτά έτη, καθώς ο Arthur Evans διέκρινε τρείς φάσεις στην ιστορία της Μινωικής γραφής, εκ των οποίων η πρώτη απο το 2000 π.Χ. ώς το 1650 π.Χ. [13]. Μπορεί κάποιος να διαφωνήσει και να πεί ότι τα Αρχαία και τα Νέα Ελληνικά είναι διαφορετικές γλώσσες, αλλά κάτι τέτοιο φυσικά και είναι τελείως αναληθές.Ο ίδιος ο Οδυσσέας Ελύτης είπε «Εγώ δεν ξέρω να υπάρχει παρά μία γλώσσα, η ενιαία Ελληνική γλώσσα. Το να λέει ο Έλληνας ποιητής, ακόμα και σήμερα, ο ουρανός, η θάλασσα, ο ήλιος, η σελήνη, ο άνεμος, όπως το έλεγαν η Σαπφώ και ο Αρχίλοχος, δεν είναι μικρό πράγμα. Είναι πολύ σπουδαίο. Επικοινωνούμε κάθε στιγμή μιλώντας με τις ρίζες που βρίσκονται εκεί. Στα Αρχαία.». Ο μεγάλος διδάσκαλος του γένους Αδαμάντιος Κοραής είχε πεί «Όποιος χωρίς την γνώση της Αρχαίας επιχειρεί να μελετήσει και να ερμηνεύση την Νέαν, ή απατάται ή απατά.». Ενώ ο Γιώργος Σεφέρης γράφει «Από την εποχή που μίλησε ο Όμηρος ως τα σήμερα, μιλούμε, ανασαίνουμε και τραγουδούμε την ίδια γλώσσα.».Παρόλο που πέρασαν χιλιάδες χρόνια, όλες οι Ομηρικές λέξεις έχουν διασωθεί μέχρι σήμερα. Μπορεί να μην διατηρήθηκαν ατόφιες, άλλα έχουν μείνει στην γλώσσα μας μέσω των παραγώγων τους. Μπορεί να λέμε νερό αντί για ύδωρ αλλά λέμε υδροφόρα, υδραγωγείο και αφυδάτωση. Μπορεί να μην χρησιμοποιούμε το ρήμα δέρκομαι (βλέπω) αλλά χρησιμοποιούμε την λέξη οξυδερκής. Μπορεί να μην χρησιμοποιούμε την λέξη αυδή (φωνή) αλλά παρόλα αυτά λέμε άναυδος και απηύδησα. Τα παραδείγματα που θα μπορούσαμε να αναφέρουμε εδώ είναι πραγματικά αμέτρητα.Η Γραμμική Β’ είναι και αυτή καθαρά Ελληνική, γνήσιος πρόγονος της Αρχαίας Ελληνικής. Ο Άγγλος αρχιτέκτονας Μάικλ Βέντρις αποκρυπτογράφησε βάση κάποιων ευρημάτων την γραφή αυτή και απέδειξε την Ελληνικότητά της. Μέχρι τότε φυσικά όλοι αγνοούσαν πεισματικά έστω και το ενδεχόμενο να ήταν Ελληνική... Το γεγονός αυτό έχει τεράστια σημασία καθώς πάει τα Ελληνικά αρκετούς αιώνες ακόμα πιο πίσω στα βάθη της ιστορίας. Αυτή η γραφή σίγουρα ξενίζει, καθώς τα σύμβολα που χρησιμοποιεί είναι πολύ διαφορετικά από το σημερινό Αλφάβητο. Παρόλα αυτά η προφορά είναι παραπλήσια, ακόμα και με τα Νέα Ελληνικά. Για παράδειγμα η λέξη «TOKOSOTA» σημαίνει «Τοξότα» (κλητική). Είναι γνωστό ότι «κ» και «σ» στα Ελληνικά μας κάνει «ξ» και με μια απλή επιμεριστική ιδιότητα όπως κάνουμε και στα μαθηματικά βλέπουμε ότι η λέξη αυτή εδώ και τόσες χιλιετίες δεν άλλαξε καθόλου. Ακόμα πιο κοντά στην Νεοελληνική, ο «άνεμος», που στην Γραμμική Β’ γράφεται «ANEMO», καθώς και «ράπτης», «έρημος» και «τέμενος» που είναι αντίστοιχα στην Γραμμική Β’ «RAPTE», «EREMO», «TEMENO», και πολλά άλλα παραδείγματα.

Ένα μικρό πείραμα
Ο γνωστός τραγουδιστής Διονύσης Σαββόπουλος έχει διαπιστώσει ότι η προφορά των μακρών και των βραχέων φωνηέντων είναι εγγενής και αυθύπαρκτη στην Ελληνική γλώσσα, παρά την κακοποίηση που έχει υποστεί αυτή με την κατάργηση των τόνων και των πνευμάτων. Όπως περιγράφει και ο ίδιος:«Έδωσα σε έναν ανύποπτο νέο που παρευρίσκετο στο στούντιο να διαβάσει λίγες φράσεις. Εκεί μέσα είχα βάλει σκοπίμως την ίδια λέξη ως επίθετο και ώς επίρρημα, διότι είχα πάντα την περιέργεια να διαπιστώσω αν προφέρουμε διαφορετικά το ωμέγα από το όμικρον. Μαγνητοφωνήσαμε τις φράσεις 1. Είναι ακριβός αυτός ο αναπτήρας και 2. Ναί, ακριβώς αυτό ήθελα να πω. Ελάχιστη διαφορά στο αυτί, ο ηχολήπτης μόνο επέμενε ότι το δεύτερο ήταν κάπως πιο φαρδύ. Τότε συνδέσαμε τον παλμογράφο. Το διάγραμμα του επιρρήματος που γράφεται με ωμέγα είναι πολύ πλουσιότερο. Καταπληκτικό! 
Ο παλμογράφος μου φάνηκε σαν μια σκαπάνη που κάτω από το έδαφος της καθημερινής ομιλίας ανακαλύπτει αυτό που δεν έπαψε ποτέ να υπάρχει, έστω μέσα σε χειμερία νάρκη, αυτό που συνειδητοποίησαν και προσπάθησαν να μνημειώσουν οι Αλεξανδρινοί 2.300 χρόνια πριν. Τίποτε δεν χάθηκε. Όλα υπάρχουν.»Άλλωστε η ίδια η γλώσσα είναι ξεκάθαρη. Το «όμικρον» είναι «ο» αλλά μικρό, ενώ το «ωμέγα» είναι και αυτό μεν «ο», είναι μέγα όμως, σαν δύο όμικρον μαζί, και ακόμα και το σύμβολό του είναι πραγματικά σαν δύο όμικρον κολλημένα. Μέγα και σε διάρκεια λοιπόν. Για αυτό όταν θέλουμε να γράψουμε το επιφώνημα θαυμασμού «πω πω» χρησιμοποιούμε ενστικτωδώς το ωμέγα και όχι το όμικρον. Γραμμένο με όμικρον φαίνεται γελοίο.Πολλοί ίσως να μην καταλαβαίνουν την τεράστια σημασία του πειράματος αυτού. Είναι εκτός όλων των άλλων και μια τρανταχτή απόδειξη για την συνέχεια της Ελληνικής φυλής, καθώς κάτι τέτοιο θα μπορούσε να παραμείνει στην γλώσσα μόνο περνώντας την γλώσσα από τον γονέα στο παιδί, σε αντίθετη περίπτωση θα είχε χαθεί.Υπολογίζοντας όμως έστω και με τις συμβατικές χρονολογίες, οι οποίες τοποθετούν τον Όμηρο γύρω στο 1.000 π.Χ., έχουμε το δικαίωμα να ρωτήσουμε: Πόσες χιλιετίες χρειάστηκε η γλώσσα μας από την εποχή που οι άνθρωποι των σπηλαίων του Ελληνικού χώρου την πρωτοάρθρωσαν με μονοσύλλαβους φθόγγους μέχρι να φτάσει στην εκπληκτική τελειότητα της Ομηρικής επικής διαλέκτου, με λέξεις όπως «ροδοδάκτυλος», «λευκώλενος», «ωκύμορος», κτλ; Ο Πλούταρχος στο «Περί Σωκράτους δαιμονίου» μας πληροφορεί ότι ο Αγησίλαος ανεκάλυψε στην Αλίαρτο τον τάφο της Αλκμήνης, της μητέρας του Ηρακλέους, ο οποίος τάφος είχε ως αφιέρωμα «πίνακα χαλκούν έχοντα γράμματα πολλά θαυμαστά, παμπάλαια...». Φανταστείτε περί πόσο παλαιάς γραφής πρόκειται, αφού οι ίδιοι οι αρχαίοι Έλληνες την χαρακτηρίζουν «αρχαία»...

Φυσικά δεν γίνεται ξαφνικά, «από το πουθενά» να εμφανιστεί ένας Όμηρος και να γράψει δύο λογοτεχνικά αριστουργήματα, είναι προφανές ότι από πολύ πιο πριν πρέπει να υπήρχε γλώσσα (και γραφή) υψηλού επιπέδου. Πράγματι, απο την αρχαία Ελληνική Γραμματεία γνωρίζουμε ότι ο Όμηρος δεν υπήρξε ο πρώτος, αλλά ο τελευταίος και διασημότερος μιάς μεγάλης σειράς επικών ποιητών, των οποίων τα ονόματα έχουν διασωθεί (Κρεώφυλος, Πρόδικος, Αρκτίνος, Αντίμαχος, Κιναίθων, Καλλίμαχος) καθώς και τα ονόματα των έργων τους (Φορωνίς, Φωκαϊς, Δαναϊς, Αιθιοπίς, Επίγονοι, Οιδιπόδεια, Θήβαις...) δεν έχουν όμως διασωθεί τα ίδια τα έργα τους.

Η ΕΥΛΥΓΙΣΙΑ

Στα Ελληνικά υπάρχει μία μεγάλη ελευθερία ως προς τον σχηματισμό προτάσεων. Για παράδειγμα η φράση «Ο κλέφτης άρπαξε την τσάντα» μπορεί να διατυπωθεί με τους εξής 6 διαφορετικούς τρόπους:Ο κλέφτης άρπαξε την τσάνταΟ κλέφτης την τσάντα άρπαξεΆρπαξε την τσάντα ο κλέφτηςΆρπαξε ο κλέφτης την τσάνταΤην τσάντα άρπαξε ο κλέφτηςΤην τσάντα ο κλέφτης άρπαξεΗ σημασία αυτού δεν είναι καθόλου μικρή. Πρώτα από όλα μπορούμε με τις ίδιες ακριβώς λέξεις να τονίσουμε διαφορετικά πράγματα, αποδίδοντας πιό ακριβείς έννοιες / νοήματα. Για παράδειγμα όταν ξεκινάμε την φράση με την λέξη «άρπαξε» τότε δίνουμε ιδιαίτερη έμφαση στην πράξη, ενώ αν ξεκινήσουμε με την λέξη «την τσάντα» τότε δίνουμε έμφαση στο αντικείμενο. Μπορούμε να εκφράσουμε καλύτερα τις σκέψεις μας και τον ψυχικό μας κόσμο. Έχουμε πολύ μεγαλύτερη επιλογή, δεν μας περιορίζει η γλώσσα βάζοντάς μας σε καλούπια.Δεύτερον, μπορούμε να μεταβάλλουμε την ηχητική εκφορά της κάθε φράσεως, ανάλογα ίσως και με τα συμφραζόμενα, ώστε να παράγεται κάθε φορά το πιό επιθυμητό αποτέλεσμα. Αυτή η ιδιότητα της γλώσσας, έχει άμεση επίδραση σε κάτι που αναφέραμε νωρίτερα, στην μουσικότητά της.

ΑΓΝΩΣΤΕΣ ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΜΑΣ

Picture
Αυτό που οι Έλληνες και ο Όμηρος εγνώριζαν προ αμνημονεύτων ετών, έρχεται να το επιβεβαιώσει η σημερινή επιστήμη. Η εφημερίδα «Ο Κόσμος του Επενδυτή» (Παράρτημα Δ) δημοσιεύει άρθρο με τον τίτλο «Ο Όμηρος κάνει καλό στην... καρδιά». Δηλαδή αυτό που καταγράφει ο Ιάμβλιχος «Χρήσθαι δε και Ομήρου και Ησιόδου λέξεσιν εξειλεγμέναις προς επανόρθωσιν» και ο Πλούταρχος στο «Δια μουσικής ιάσασθαι». [7] Η έρευνα αυτή, η οποία υποστηρίζει ότι το να απαγγέλει κανείς στίχους του Ομήρου κάνει καλό στην καρδιά, έχει δημοσιευτεί από τα έγκριτα ξένα περιοδικά «American Journal of Physiology», «Scientific American» και «Time».Εκτός από την καρδιά, τα αρχαία Ελληνικά φαίνεται να κάνουν καλό και στις περιπτώσεις δυσμάθειας, όπως διαβάζουμε στο άρθρο της εφημερίδας «Καθημερινή» (Παράρτημα Γ). Στο άρθρο υπάρχει βέβαια ένα λάθος που επισημαίνεται απο δελτίο τύπου του «Ανοικτού Ψυχοθεραπευτικού Κέντρου»: τα αποτελέσματα της έρευνας δεν αφορούν δυσλεξία αλλά δυσμάθεια. Τριετής έρευνα που διεξήχθη από το «Ανοικτό Ψυχοθεραπευτικό Κέντρο» [19] δείχνει ότι τα παιδιά που μαθαίνουν αρχαία Ελληνικά έχουν σημαντική βελτίωση σε σχέση με τα άλλα παιδιά όσον αφορά δοκιμασίες στην αντιγραφή σχημάτων, διάκριση γραφημάτων, μνήμη σχημάτων, μνήμη εικόνων και συναρμολόγηση αντικειμένων. Τα παιδιά και των δύο ομάδων αξιολογήθηκαν με τις ίδιες δοκιμασίες τόσο πριν όσο και μετά από τα μαθήματα των αρχαίων Ελληνικών.

ΕΙΔΗ ΓΡΑΦΗΣ

Σήμερα είναι γνωστές τρείς κατηγορίες γραφής, στις οποίες μπορούν να υπαχθούν όλες οι γνωστές γλώσσες του κόσμου. Η ιερογλυφική, η συλλαβική και η αλφαβητική. Μιλάμε πάντα για γλώσσες γραφής και ομιλίας και όχι για νοηματικές, οι οποίες και δεν ενδιαφέρουν το παρόν κείμενο.• Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν οι ιερογλυφικές. Είναι οι γραφές στις οποίες κάθε λέξη είναι και ένα ιδεόγραμμα. Είναι προφανές ότι αποτελούν την απλούστερη μορφή γραφής, χρειάζεται όμως να επινοηθεί ένα σύμβολο για κάθε έννοια. Για τον λόγο αυτό οι ιερογλυφική είναι η πρώτη γραφή που επινόησε ο άνθρωπος.• Στην δεύτερη ανήκουν οι συλλαβικές γραφές, στις οποίες υπάρχει ένα σύνολο από συλλαβές οι οποίες και αποτελούν τις λέξεις. Παράδειγμα τέτοιας γραφής είναι η περίφημη Γραμμική Β΄, όπου κάθε συλλαβή αποτυπώνεται με ένα διαφορετικό σημείο-σύμβολο (88 συνολικά σημεία). Οι συλλαβικές γραφές ήταν το επόμενο βήμα στην εξέλιξη της γλώσσας. Αποτέλεσε σαφή βελτίωση αυτής των ιδεογραμμάτων και πρόδρομος της αλφαβητικής γραφής.• Τέλος έχουμε την Τρίτη κατηγορία, την αλφαβητική / φθογγική γραφή, την οποία χρησιμοποιούμε και σήμερα. Η ευελιξία και ακρίβεια τούτης στην απόδοση των νοημάτων, σε σχέση με τις δύο προαναφερθείσες κατηγορίες, είναι χαρακτηριστική. Σε όλες τις γραφές τέτοιου τύπου χρειάζονται το πολύ 30 γράμματα, συνδυασμοί των οποίων μπορούν να αποτυπώσουν την οποιαδήποτε λέξη και έννοια.Μπορεί κάποιος σε αυτό το σημείο να αναρωτηθεί, λοιπόν, για ποιόν λόγο αναφέρουμε την γραφή ενώ το θέμα μας είναι η γλώσσα. Ο λόγος είναι πολύ απλός. Το σύστημα γραφής έχει άμεση επίδραση στην ίδια την γλώσσα. Για παράδειγμα όταν στην Κινεζική αντιστοιχεί ένα μόνο σύμβολο σε πολλές έννοιες (π.χ. «σι» μπορεί να σημαίνει οτιδήποτε από τις ακόλουθες λέξεις «γνωρίζω, είμαι, ισχύς, κόσμος, όρκος, αφήνω, θέτω, αγαπώ, βλέπω, φροντίζω, περπατώ, σπίτι κ.τ.λ.»), αυτό έχει ως συνέπεια να επηρεάζεται και ο προφορικός λόγος. Μια γλώσσα για να θεωρείται σημαντική θα πρέπει να χαρακτηρίζεται εκτός των άλλων και από ακριβολογία. Δεν μπορεί να αφήνει χώρο για παρερμηνείες, ούτε και να παραπέμπει αυτόν που τη χρησιμοποιεί στα συμφραζόμενα μιάς λέξης για να καταλάβει το νόημά της.Έχοντας λοιπόν υπ όψιν όλα αυτά, μπορούμε αμέσως να διαπιστώσουμε ότι μια γλώσσα σαν την παραδοσιακή Κινεζική, είναι σαφώς μικρότερης γλωσσικής αξίας από τις υπόλοιπες γλώσσες του πολιτισμένου κόσμου. Ιδιαίτερα η έλλειψη της πρακτικότητάς της έχει γίνει φανερή και στους ίδιους τους Κινέζους που την χρησιμοποιούν. Το ότι η κάθε λέξη είναι ένα ιδεόγραμμα, σημαίνει ότι υπάρχουν 50.000 ιδεογράμματα τα οποία είναι παντελώς αδύνατον να μάθει κανείς. Ακόμα και οι πιο επιφανείς Κινέζοι ακαδημαϊκοί δεν γνωρίζουν όλα τα ιδεογράμματα της γλώσσας τους. Αντίθετα μια γλώσσα σαν την δική μας μπορεί να αποτυπώσει κάθε πιθανή λέξη χρησιμοποιώντας συνδυασμούς μόλις 24 συμβόλων. Επιπλέον η γλώσσα αυτή καταντάει ένα εξοντωτικό τεστ μνήμης, αντί σαν τις Ευρωπαϊκές να είναι ένα εργαλείο που να ακονίζει το μυαλό.Τέλος αξίζει να αναφέρουμε ότι μόνο η Ελληνική γλώσσα έχει περάσει και από τα τρία αυτά στάδια στην μακραίωνη πορεία της. Αυτό το γεγονός από μόνο του λέει πολλά. Και αυτό διότι αναγκάστηκε να εξελιχθεί από μόνη της, χωρίς βοήθεια από κάποια άλλη γλώσσα, αφού δεν υπήρχε ισάξια ή ανώτερη γλώσσα από την οποία να μπορεί να δανειστεί στοιχεία.

ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ

Στην παρούσα μελέτη, έχουν αναφερθεί σχόλια για την γλώσσα μας κυρίως (για ευνόητους λόγους) ξένων συγγραφέων. Είναι κρίμα που δεν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε σχόλια από ένα σωρό Έλληνες συγγραφείς καθώς αμέσως το κείμενο θα χαρακτηριστεί ρατσιστικό, φασιστικό, ή οτιδήποτε άλλο. Πρέπει κάποια στιγμή αυτή η ξενομανία να σταματήσει. Αν πεί κάτι πρώτα Έλληνας δεν του δίνουμε σημασία, ενώ αν πεί το ίδιο ακριβώς πράγμα ξένος τότε αλλάζει το πράγμα και ναί, να το πάρουμε στα σοβαρά. Τέλος, αν κάποιος επιθυμεί να αντικρούσει ή να υποβαθμίσει την μελέτη αυτή, τότε να ξέρει πως θα πρέπει πρώτα να το κάνει για τον Γκαίτε, τον Βολταίρο και ένα σωρό παγκοσμίως αναγνωρισμένα πνεύματα (Παράρτημα Α). Αναρωτηθείτε το εξής: Εκείνοι τι λόγο έχουν για να εκθειάσουν την δική μας γλώσσα;

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α
ΤΙ ΕΙΠΑΝ ΟΙ ΞΕΝΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΓΛΩΣΣΑ ΜΑΣ

Στο έργο «Σύντομη ιστορία της Ελληνικής Γλώσσης» του διάσημου γλωσσολόγου Α. Meillet, υποστηρίζεται με σθένος η ανωτερότητα της Ελληνικής έναντι των άλλων γλωσσών.Ο σπουδαίος Γάλλος συγγραφέας Ζακ Λακαρριέρ είχε δηλώσει:«Στην Ελληνική υπάρχει ένας ίλιγγος λέξεων, διότι μόνο αυτή εξερεύνησε, κατέγραψε και ανέλυσε τις ενδότατες διαδικασίες της ομιλίας και της γλώσσης, όσο καμία άλλη γλώσσα.»Ο μεγάλος Γάλλος διαφωτιστής Βολταίρος είχε πεί «Είθε η Ελληνική γλώσσα να γίνει κοινή όλων των λαών.»Ο Γάλλος καθηγητής του Πανεπιστημίου της Σορβόνης Κάρολος Φωριέλ είπε «Η Ελληνική έχει ομοιογένεια σαν την Γερμανική, είναι όμως πιο πλούσια από αυτήν. Έχει την σαφήνεια της Γαλλικής, έχει όμως μεγαλύτερη ακριβολογία. Είναι πιο ευλύγιστη από την Ιταλική και πολύ πιο αρμονική από την Ισπανική. Έχει δηλαδή ότι χρειάζεται για να θεωρηθεί η ωραιότερη γλώσσα της Ευρώπης.»Η Μαριάννα Μακ Ντόναλντ, καθηγήτρια του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας και επικεφαλής του TLG δήλωσε «Η γνώση της Ελληνικής είναι απαραίτητο θεμέλιο υψηλής πολιτιστικής καλλιέργειας.»Η τυφλή Αμερικανίδα συγγραφέας Έλεν Κέλλερ είχε πεί «Αν το βιολί είναι το τελειότερο μουσικό όργανο, τότε η Ελληνική γλώσσα είναι το βιολί του ανθρώπινου στοχασμού.»Ιωάννης Γκαίτε (Ο μεγαλύτερος ποιητής της Γερμανίας, 1749-1832)«Άκουσα στον Άγιο Πέτρο της Ρώμης το Ευαγγέλιο σε όλες τις γλώσσες. Η Ελληνική αντήχησε άστρο λαμπερό μέσα στη νύχτα.»Διάλογος του Γκαίτε με τους μαθητές του:-Δάσκαλε τι να διαβάσουμε για να γίνουμε σοφοί όπως εσύ;-Τους Έλληνες κλασικούς.-Και όταν τελειώσουμε τους Έλληνες κλασικούς τι να διαβάσουμε;-Πάλι τους Έλληνες κλασικούς.Μάρκος Τίλλιος Κικέρων (Ο επιφανέστερος άνδρας της αρχαίας Ρώμης, 106-43 π.Χ.)«Εάν οι θεοί μιλούν, τότε σίγουρα χρησιμοποιούν τη γλώσσα των Ελλήνων.»Χάμφρεϋ Κίττο (Άγγλος καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Μπρίστολ, 1968)«Είναι στη φύση της Ελληνικής γλώσσας να είναι καθαρή, ακριβής και περίπλοκη. Η ασάφεια και η έλλειψη άμεσης ενοράσεως που χαρακτηρίζει μερικές φορές τα Αγγλικά και τα Γερμανικά, είναι εντελώς ξένες προς την Ελληνική γλώσσα.»Ιρίνα Κοβάλεβα (Σύγχρονη Ρωσίδα καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο Λομονόσωφ, 1995)«Η Ελληνική γλώσσα είναι όμορφη σαν τον ουρανό με τα άστρα.»R. H. Robins (Σύγχρονος Άγγλος γλωσσολόγος, καθηγητής στο πανεπιστήμιου του Λονδίνου)«Φυσικά δεν είναι μόνο στη γλωσσολογία όπου οι Έλληνες υπήρξαν πρωτοπόροι για την Ευρώπη. Στο σύνολό της η πνευματική ζωή της Ευρώπης ανάγεται στο έργο των Ελλήνων στοχαστών. Ακόμα και σήμερα επιστρέφουμε αδιάκοπα στην Ελληνική κληρονομιά για να βρούμε ερεθίσματα και ενθάρρυνση.»Φρειδερίκος Σαγκρέδο (Βάσκος καθηγητής γλωσσολογίας – Πρόεδρος της Ελληνικής Ακαδημίας της Βασκωνίας)«Η Ελληνική γλώσσα είναι η καλύτερη κληρονομιά που έχει στη διάθεσή του ο άνθρωπος για την ανέλιξη του εγκεφάλου του. Απέναντι στην Ελληνική όλες, και επιμένω όλες οι γλώσσες είναι ανεπαρκείς.»«Η αρχαία Ελληνική γλώσσα πρέπει να γίνει η δεύτερη γλώσσα όλων των Ευρωπαίων, ειδικά των καλλιεργημένων ατόμων.»«Η Ελληνική γλώσσα είναι από ουσία θεϊκή.»Ερρίκος Σλήμαν (Διάσημος ερασιτέχνης αρχαιολόγος, 1822-1890)«Επιθυμούσα πάντα με πάθος να μάθω Ελληνικά. Δεν το είχα κάνει γιατί φοβόμουν πως η βαθειά γοητεία αυτής της υπέροχης γλώσσας θα με απορροφούσε τόσο πολύ που θα με απομάκρυνε από τις άλλες μου δραστηριότητες.» (Ο Σλήμαν μίλαγε άψογα 18 γλώσσες. Για 2 χρόνια δεν έκανε τίποτα άλλο από το να μελετάει τα 2 έπη του Ομήρου).Γεώργιος Μπερνάρ Σώ (Μεγάλος Ιρλανδός θεατρικός συγγραφέας, 1856-1950)«Αν στη βιβλιοθήκη του σπιτιού σας δεν έχετε τα έργα των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων, τότε μένετε σε ένα σπίτι δίχως φώς.»Τζέιμς Τζόυς (Διάσημος Ιρλανδός συγγραφέας, 1882-1941)«Σχεδόν φοβάμαι να αγγίξω την Οδύσσεια, τόσο καταπιεστικά αφόρητη είναι η ομορφιά.»Ίμπν Χαλντούν (Ο μεγαλύτερος Άραβας ιστορικός)«Που είναι η γραμματεία των Ασσυρίων, των Χαλδαίων, των Αιγυπτίων; Όλη η ανθρωπότητα έχει κληρονομήσει την γραμματεία των Ελλήνων μόνον.»Will Durant (Αμερικανός ιστορικός και φιλόσοφος, καθηγητής του Πανεπιστημίου της Columbia)«Το αλφάβητον μας προήλθε εξ Ελλάδος δια της Κύμης και της Ρώμης. Η Γλώσσα μας βρίθει Ελληνικών λέξεων. Η επιστήμη μας εσφυρηλάτησε μίαν διεθνή γλώσσα διά των Ελληνικών όρων. Η γραμματική μας και η ρητορική μας, ακόμα και η στίξης και η διαίρεσης είς παραγράφους... είναι Ελληνικές εφευρέσεις. Τα λογοτεχνικά μας είδη είναι Ελληνικά – το λυρικόν, η ωδή, το ειδύλλιον, το μυθιστόρημα, η πραγματεία, η προσφώνησις, η βιογραφία, η ιστορία και προ πάντων το όραμα. Και όλες σχεδόν αυτές οι λέξεις είναι Ελληνικές.»Ζακλίν Ντε Ρομιγύ (Σύγχρονη Γαλλίδα Ακαδημαϊκός και συγγραφεύς)«Η αρχαία Ελλάδα μας προσφέρει μια γλώσσα, για την οποία θα πω ότι είναι οικουμενική.»«Όλος ο κόσμος πρέπει να μάθει Ελληνικά, επειδή η Ελληνική γλώσσα μας βοηθάει πρώτα από όλα να καταλάβουμε την δική μας γλώσσα.»Μπρούνο Σνέλ (Διαπρεπής καθηγητής του Πανεπιστημίου του Αμβούργου)«Η Ελληνική γλώσσα είναι το παρελθόν των Ευρωπαίων.»Φρανγκίσκος Λιγκόρα (Σύγχρονος Ιταλός καθηγητής Πανεπιστημίου και Πρόεδρος της Διεθνούς Ακαδημίας προς διάδοσιν του πολιτισμού)«Έλληνες να είστε περήφανοι που μιλάτε την Ελληνική γλώσσα ζωντανή και μητέρα όλων των άλλων γλωσσών. Μην την παραμελείτε, αφού αυτή είναι ένα από τα λίγα αγαθά που μας έχουν απομείνει και ταυτόχρονα το διαβατήριό σας για τον παγκόσμιο πολιτισμό.»Ο. Βαντρούσκα (Καθηγητής Γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης)«Για έναν Ιάπωνα ή Τούρκο, όλες οι Ευρωπαϊκές γλώσσες δεν φαίνονται ως ξεχωριστές, αλλά ως διάλεκτοι μιάς και της αυτής γλώσσας, της Ελληνικής.»Peter Jones (Διδάκτωρ – καθηγητής του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης ο οποίος συνέταξε μαθήματα αρχαίων Ελληνικών προς το αναγνωστικό κοινό, για δημοσίευση στην εφημερίδα «Daily Telegraph»)Οι Έλληνες της Αθήνας του 5ου και του 4ου αιώνος είχαν φθάσει την γλώσσα σε τέτοιο σημείο, ώστε με αυτήν να εξερευνούν ιδέες όπως η δημοκρατία και οι απαρχές του σύμπαντος, έννοιες όπως το θείο και το δίκαιο. Είναι μιά θαυμάσια και εξαιρετική γλώσσα.»Ντε Γρόοτ (Ολλανδός καθηγητής Ομηρικών κειμένων στο πανεπιστήμιο του Μοντρεάλ)«Η Ελληνική γλώσσα έχει συνέχεια και σε μαθαίνει να είσαι αδέσποτος και να έχεις μιά δόξα, δηλαδή μιά γνώμη. Στην γλώσσα αυτή δεν υπάρχει ορθοδοξία. Έτσι ακόμη και αν το εκπαιδευτικό σύστημα θέλει ανθρώπους νομοταγείς – σε ένα καλούπι – το πνεύμα των αρχαίων κειμένων και η γλώσσα σε μαθαίνουν να είσαι αφεντικό.»Gilbert Murray (Καθηγητής του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης)«Η Ελληνική είναι η τελειότερη γλώσσα. Συχνά διαπιστώνει κανείς ότι μιά σκέψη μπορεί να διατυπωθεί με άνεση και χάρη στην Ελληνική, ενώ γίνεται δύσκολη και βαρειά στην Λατινική, Αγγλική, Γαλλική ή Γερμανική. Είναι η τελειότερη γλώσσα, επειδή εκφράζει τις σκέψεις τελειοτέρων ανθρώπων.»Max Von Laye (Βραβείον Νόμπελ Φυσικής)«Οφείλω χάριτας στην θεία πρόνοια, διότι ευδόκησε να διδαχθώ τα αρχαία Ελληνικά, που με βοήθησαν να διεισδύσω βαθύτερα στο νόημα των θετικών επιστημών.»E, Norden (Μεγάλος Γερμανός φιλόλογος)«Εκτός από την Κινεζική και την Ιαπωνική, όλες οι άλλες γλώσσες διαμορφώθηκαν κάτω από την επίδραση της Ελληνικής, από την οποία πήραν, εκτός από πλήθος λέξεων, τους κανόνες και την γραμματική.»Martin Heidegger (Γερμανός φιλόσοφος, απο τους κυριότερους εκπροσώπους του υπαρξισμού του 20ου αιώνος)«Η αρχαία Ελληνική γλώσσα ανήκει στα πρότυπα, μέσα από τα οποία προβάλλουν οι πνευματικές δυνάμεις της δημιουργικής μεγαλοφυΐας, διότι αναφορικά προς τις δυνατότητες που παρέχει στην σκέψη, είναι η πιό ισχυρή και συνάμα η πιό πνευματώδης από όλες τις γλώσσες του κόσμου.»David Crystal (Γνωστός Άγγλος καθηγητής, συγγραφεύς της εγκυκλοπαίδειας του Cambridge για την Αγγλική)«Είναι εκπληκτικό να βλέπεις πόσο στηριζόμαστε ακόμη στην Ελληνική, για να μιλήσουμε για οντότητες και γεγονότα που βρίσκονται στην καρδιά της σύγχρονης ζωής.»Μάικλ Βέντρις (Ο άνθρωπος που αποκρυπτογράφησε την Γραμμική γραφή Β’)«Η αρχαία Ελληνική Γλώσσα ήτο και είναι ανωτέρα όλων των παλαιοτέρων και νεοτέρων γλωσσών.»R.H. Robins (Γλωσσολόγος και συγγραφεύς)«Ο Ελληνικός θρίαμβος στον πνευματικό πολιτισμό είναι ότι έδωσε τόσα πολλά σε τόσους πολλούς τομείς [...]. Τα επιτεύγματά τους στον τομέα της γλωσσολογίας όπου ήταν εξαιρετικά δυνατοί, δηλαδή στην θεωρία της γραμματικής και στην γραμματική περιγραφή της γλώσσας, είναι τόσο ισχυρά, ώστε να αξίζει να μελετηθούν και να αντέχουν στην κριτική. Επίσης είναι τέτοια που να εμπνέουν την ευγνωμοσύνη και τον θαυμασμό μας.»Luis José Navarro (Αντιπρόεδρος στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα «Ευρωκλάσσικα» της Ε.Ε.)«Η Ελληνική γλώσσα για μένα είναι σαν κοσμογονία. Δεν είναι απλώς μιά γλώσσα...»Juan Jose Puhana Arza (Βάσκος Ελληνιστής και πολιτικός)«Οφείλουμε να διακηρύξουμε ότι δεν έχει υπάρξει στον κόσμο μία γλώσσα η οποία να δύναται να συγκριθεί με την κλασσική Ελληνική.»D’Eichtal (Γάλλος συγγραφεύς)«Η Ελληνική γλώσσα είναι μία γλώσσα η οποία διαθέτει όλα τα χαρακτηριστικά, όλες τις προϋποθέσεις μιάς γλώσσης διεθνούς... εγγίζει αυτές τις ίδιες τις απαρχές του πολιτισμού... η οποία όχι μόνον δεν υπήρξε ξένη προς ουδεμία από τις μεγάλες εκδηλώσεις του ανθρωπίνου πνεύματος, στην θρησκεία, στην πολιτική, στα γράμματα, στις τέχνες, στις επιστήμες, αλλά υπήρξε και το πρώτο εργαλείο, – προς ανίχνευση όλων αυτών – τρόπον τινά η μήτρα... Γλώσσα λογική και συγχρόνως ευφωνική, ανάμεσα σε όλες τις άλλες...»Theodore F. Brunner (Ιδρυτής του TLG και διευθυντής του μέχρι το 1997)«Σε όποιον απορεί γιατί ξοδεύτηκαν τόσα εκατομμύρια δολλάρια για την αποθησαύριση των λέξεων της Ελληνικής, απαντούμε: Μα πρόκειται για την γλώσσα των προγόνων μας και η επαφή με αυτούς θα βελτιώσει τον πολιτισμό μας.»Ζακ Λάνγκ (Γάλλος Υπουργός Παιδείας)«Θα ήθελα να δώ να διδάσκονται τα Αρχαία Ελληνικά, με τον ίδιο ζήλο που επιδεικνύουμε εμείς, και στα Ελληνικά σχολεία.»

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β
ΤΙ ΕΙΠΑΝ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΓΛΩΣΣΑ ΜΑΣ

Νίκος Γκάτσος«Πολύ δεν θέλει ο ΈλληναςΝα χάσει την λαλιά τουΚαι να γίνει μισέλληναςΑπό την αμυαλιά του.»
Γιώργος Σεφέρης
«Μα τι γυρεύουν οι ψυχές μαςΠάνω σε καταστρώματα καταλυμένων καραβιώνΜουρμουρίζοντας σπασμένες σκέψεις από ξένες γλώσσες;»

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Γ
ΑΡΘΡΟ ΤΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» (29/05/2004)

«Aρχαία Eλληνικά κατά δυσλεξίας»Tης Αλεξάνδρας KασσίμηH εκμάθηση της Αρχαίας Ελληνικής, εκτός από μέσο διατήρησης της γλωσσικής παράδοσης, αποτελεί όπλο κατά της δυσλεξίας και άλλων μαθησιακών δυσκολιών, φαινόμενα που κάνουν έντονα την εμφάνισή τους τα τελευταία χρόνια, σύμφωνα με τα συμπεράσματα τριετούς έρευνας του Ανοικτού Ψυχοθεραπευτικού Kέντρου και του Ινστιτούτου Διαγνωστικής Ψυχολογίας. Τα παιδιά που διδάσκονται μαθήματα Aρχαίων Eλληνικών αποκτούν σημαντικό πλεονέκτημα, έναντι αυτών που δεν παρακολουθούν, στην αντιγραφή σχημάτων, διάκριση γραφημάτων, μνήμη σχημάτων και εικόνων καθώς και στη δοκιμασία συναρμολόγησης αντικειμένων, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας.«Mαθαίναμε περισσότερα γράμματα όταν πηγαίναμε εμείς σχολείο» λέει στην «K» ο 67χρονος Γιώργος Kαραντινός, συνταξιούχος μαθηματικός, ο οποίος εξομολογείται ότι «μέχρι σήμερα εξακολουθώ να χρησιμοποιώ όλους τους τόνους και τα πνεύματα σε όλα μου τα χειρόγραφα». Παράλληλα παραδέχτηκε ότι «όταν τα παιδιά μου έπρεπε να μάθουν τη χρήση τόνων και πνευμάτων στη γλώσσα, δυσκολεύτηκαν αρκετά, ενώ εμένα μου φαινόταν περίεργη η υπερπροσπάθεια που κατέβαλλαν για να μάθουν Aρχαία Eλληνικά». Οι σημερινοί μαθητές έρχονται σε επαφή με την Aρχαία Ελληνική γλώσσα στην πρώτη τάξη του γυμνασίου όπου κάνουν και την πρώτη τους γνωριμία με την... ψιλή, τη δασεία και την περισπωμένη. «Θα ξέραμε καλύτερα την αρχαία γλώσσα αν την μαθαίναμε από μικρότερη ηλικία, ενώ θα αποκτούσαμε καλύτερη αίσθηση της σύγχρονης γλώσσας και της ορθογραφίας» εκτιμά ο 17χρονος Γιώργος Δημητρίου, μαθητής B΄ Λυκείου, ο οποίος θέλει να σπουδάσει Φυσική. Kαι ο δύο κάνουν λόγο για την ευκολία με την οποία μαθαίνει ένα άτομο το πολυτονικό σύστημα σε νεαρή ηλικία, ενώ η έρευνα του Ανοικτού Ψυχοθεραπευτικού Kέντρου προσθέτει ένα ακόμη στοιχείο. H εκμάθηση της ιστορικής ορθογραφίας, όπως αποδεικνύουν τα ευρήματα της μελέτης, συμβάλλει στη βελτίωση της ψυχοεκπαιδευτικής ανάπτυξης του παιδιού σε καίριους τομείς, όπως είναι οι αντιληπτικές και οπτικές ικανότητες, λειτουργίες που συνδέονται άμεσα με την εμφάνιση της δυσλεξίας. H έρευνα πραγματοποιήθηκε σε 50 (αγόρια και κορίτσια) παιδιά ηλικίας 6 έως 9 ετών, τα οποία φοιτούσαν σε δημόσια σχολεία της Αττικής και ανήκαν σε οικογένειες με κοινό μορφωτικό και οικονομικό επίπεδο, ενώ παρακολουθούσαν παρόμοιες εξωσχολικές δραστηριότητες. Oι δύο ομάδες ήταν απόλυτα «συμβατές» μεταξύ τους, με μοναδική διαφορά ότι η μία παρακολουθούσε δύο ώρες εβδομαδιαίως μαθήματα Aρχαίων Eλληνικών. Τα παιδιά αξιολογήθηκαν πριν από την έναρξη του σχολικού έτους και μετά την ολοκλήρωσή του, και τα αποτελέσματα ήταν τα προαναφερόμενα.Αξίζει, τέλος, να σημειωθεί ότι μετά την κατάργηση του πολυτονικού συστήματος, που δεν συνοδεύτηκε από καμία απολύτως επιστημονική μελέτη, καταγράφηκε μεγάλη αύξηση κρουσμάτων μαθησιακών διαταραχών.Ημερομηνία : 28-10-2005http://news.kathimerini.gr/4Dcgi/4Dcgi/_w_articles_civ_1752976_28/10/2005_161700

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Δ
ΑΡΘΡΟ ΤΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ «Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΠΕΝΔΥΤΗ» (14/08/2004)

«Ο Όμηρος κάνει καλό στην... καρδιά»Επιστήμονες υποστηρίζουν ότι η απαγγελία της Οδύσσειαςκαι της Ιλιάδας συγχρονίζει αναπνοή και παλμούς«Ο Όμηρος κάνει καλό στην καρδιά», ισχυρίζονται Ευρωπαίοι επιστήμονες, παραπέμποντας στην αφηγηματική τεχνική του μεγάλου αρχαίου επικού και στις επιδράσεις που μπορεί να έχουν τα έργα του όχι μόνο στην νόηση αλλά και στην ομαλή λειτουργία του ανθρώπινου σώματος. Σε έρευνα που δημοσιεύει το «American Journal of Physiology» υποστηρίζεται ότι ο ξεχωριστός ρυθμός, ο λεγόμενος δακτυλικός εξάμετρος, το αρχαιότερο μέτρο ποίησης με το οποίο ο Όμηρος επέλεξε να γράψει τα έπη της «Οδύσσειας» και της «Ιλιάδας», επιδρά θετικά στον συγχρονισμό της αναπνοής και των παλμών της καρδιάς όταν κάποιος τα απαγγέλλει.Αργές ανάσεςΌπως υποστηρίζουν οι επιστήμονες, με την απαγγελία στίχων υπό αυτήν την μορφή μπορούν να επιτευχθούν αργές ανάσες που βοηθούν τόσο στην καρδιακή λειτουργία όσο και στην σωστή αναπνοή. Παρακολουθώντας συστηματικά τις αντιδράσεις του οργανισμού 20 ατόμων κατά την διάρκεια απαγγελίας στίχων από την Ομηρική «Οδύσσεια», ανακάλυψαν μια εκπληκτική επίδραση στον συγχρονισμό των αναπνοών και των καρδιακών παλμών. «Είναι προφανές ότι το εξάμετρο βοηθά τον ανθρώπινο οργανισμό να βρεί τον δικό του σωστό ρυθμό», υποστηρίζουν οι ερευνητές. Θεωρείται μια ανακάλυψη ιδιαίτερα σημαντική, τόσο για την κατανόηση των μηχανισμών που βοηθούν στην λειτουργία της καρδιάς και της αναπνοής όσο και για την θεραπεία καρδιακών παθήσεων.Σωστός τονισμόςΌπως έχει αποδειχθεί, επιδρούν θετικά κυρίως στο κυκλοφορικό σύστημα του ανθρώπινου οργανισμού, καθώς όταν κάποιος τα απαγγέλλει με τον σωστό τρόπο η αναπνοή του περιορίζεται σε έξι εισπνοές το λεπτό, κάτι που βοηθά την καρδιά να λειτουργεί αποτελεσματικά. Άλλες έρευνες έχουν αποδείξει ότι η απαγγελία τους μειώνει την πίεση και ευνοεί την αποτελεσματική λειτουργία των πνευμόνων. Όσο για τα Ομηρικά έπη, οι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι δεν είναι ανάγκη να διαβάσει κανείς και τους 12.000 στίχους της «Οδύσσειας», αρκεί να απαγγείλει λίγες στροφές περπατώντας και ακολουθώντας τον τονισμό των συλλαβών.Hμερομηνία : 28-10-2005http://news.kathimerini.gr/4Dcgi/4Dcgi/_w_articles_civ_1752976_28/10/2005_161700

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ε
ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΠΑΝΑΡΧΑΙΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΤΙΣ ΙΝΔΙΕΣ


«Λένε ότι στην περιοχή από την οποία πέρασε ο Αλέξανδρος, ανάμεσα στους ποταμούς Ινδό και Κωφήνα, υπήρχε μία πόλη που λεγόταν Νύσα. Την είχε χτίσει ο Διόνυσος όταν εκστράτευσε εναντίον των Ινδών.» βιβλίο Ε σελ 27«Βασιλιά, οι Νυσίοι σε παρακαλούν να σεβαστείς τον Διόνυσο και να τους αφήσεις ελεύθερους και ανεξάρτητους. Όταν ο Διόνυσος υποδούλωσε τους Ινδούς και στράφηκε πίσω προς την Ελληνική θάλασσα, έχτισε, αφήνοντας εδώ τους απόμαχους στρατιώτες του που συμμετείχαν στην λατρεία του, αυτήν την πόλη για να θυμίζει την περιπλάνησή του και την νίκη του. Έτσι και εσύ ο ίδιος έχτισες την Αλεξάνδρεια στον Καύκασο και την άλλην Αλεξάνδρεια στην Αίγυπτο, καθώς μάλιστα έχεις ήδη χτίσει πολλές πόλεις και προτίθεσαι να χτίσεις κι άλλες, έχεις δείξει μεγαλύτερη δραστηριότητα από τον Διόνυσο. Ο Διόνυσος έδωσε στην πόλη μας το όνομα της τροφού του, της Νύσας, και ονόμασε ολόκληρη την περιοχή Νυσαία. Το βουνό που βρίσκεται κοντά στην πόλη, ο Διόνυσος το ονόμασε Μηρό, διότι κατά την παράδοση ο ίδιος κυοφορήθηκε στον μηρό του Δία. Από τότε η πόλη μας είναι ελεύθερη, εμείς οι ίδιοι ανεξάρτητοι και τα πολιτικά μας ήθη ήρεμα. Και σου έχω και άλλη μία απόδειξη ότι ο Διόνυσος έχτισε την πόλη μας, από όλη την Ινδία μόνο σε εμάς φυτρώνει κισσός.» (Ο κισσός ήταν το ιερό φυτό του Διονύσου) βιβλίο Ε σελ 29«Ανέβηκε στο βουνό που λεγόταν Μηρός με τους εταίρους ιππείς και το άγημα του πεζικού και το βρήκε κατάφυτο από κισσό [...] Οι Μακεδόνες αντίκρυσαν με βαθιά ευχαρίστηση τον κισσό διότι είχαν καιρό να δούνε (δεν υπάρχει στην Ινδία κισσός, όπως δεν υπάρχουν και αμπέλια).» βιβλίο Ε σελ 29«Οι Νυσσαίοι όμως δεν είναι Ινδοί. Ίσως να είναι απόγονοι των Ελλήνων εκείνων που ακολούθησαν τον Διόνυσο στην εκστρατεία του στην Ινδία και δεν μπορούσαν πια να πολεμήσουν.» Ινδική σελ 113«...το ότι οι Ινδοί πηγαίνουν στην μάχη κάτω από τον ήχο τυμπάνων και κυμβάλων, και η εσθήτα τους είναι κατάστικτη, όπως των βάκχων του Διονύσου.» Ινδική σελ 123

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΡΑΦΗ 7000 έτη ιστορίας
To ζήτημα της γενέσεως της γραφής υπήρξε εδώ και πολλά έτη σημείο τριβής και πεδίο αναπτύξεως διαφόρων θεωριών. Από τα τέλη του 18ου αι. όμως, και ιδιαιτέρως από το 1816 και έπειτα, το ζήτημα της γραφής ετέθη επί νέων, «ινδοευρωπαϊκών» βάσεων. Η έκφρασις της ινδοευρωπαϊκής -βλ. ινδογερμανικής- θεωρίας από τον Βορρά, καθαρό προϊόν του αναγεννημένου γερμανικού εθνικισμού, μετά την νικηφόρο λήξι των Ναπολεόντειων Πολέμων, δεν ήταν δυνατό να αφήση εκτός το ζήτημα της γραφής. Ώφειλε και η γραφή να καταστή εφεύρημα των ανύπαρκτων ινδοευρωπαίων Αρίων. Μητέρα δε όλων των γλωσσών απεκλήθη η σανσκριτική.

Από τότε φυσικά έχουν παρέλθει πολλά έτη και νέα αρχαιολογικά ευρήματα έχουν έλθει στο φως, τα όποια στην πιο καλή για τους ίνδο-ευρωπαϊστάς περίπτωσι, θέτουν εν αμφιβάλω την θεωρία τους. Ωστόσο αυτοί συνεχίζουν ακάθεκτοι να διαβιούν εντός της πλάνης των, λοιδορώντας τα νεώτερα στοιχεία η ακόμη χειρότερα αγνοώντας τα.
Κι όμως το ζήτημα της γραφής, χάρις στην αρχαιολογική σκαπάνη, έχει με την σειρά του αρχίσει να ξεκαθαρίζη. Πέρα από κάθε διάθεσι σωβινισμού ή προγονολατρίας, η ελληνική γη έχει αρχίσει να αναδεικνύεται και πάλι στο μεγάλο βιβλίο της ανθρωπότητας, φανερώνοντας από τα σπλάγχνα της ανεκτίμητους ιστορικούς θησαυρούς, για όσους επιθυμούν να τους αναγνώσουν.
Δημοσιεύθηκε στο 5ο τεύχος του περιοδικού “ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΑ”,
διμηνιαίας εκδόσεως του περιοδικού “ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΓΩΓΗ”
Κεφ. 1

Η γένεσις της γραφής

Όταν σ Σωκράτης συνάντησε τον νεαρό Φαίδρο, άρχισε να του διηγήται την κάτωθι ιστορία υπό την σκέπη του ιερού των Νυμφών και του Πανός:
«Άκουσα να λένε ότι κοντά στην Ναύκρατι της Αιγύπτου υπήρξε κάποιος από τους εκεί παλιούς θεούς, που και το ιερό του πτηνό ήταν αυτό, που, ως γνωστό, το ονομάζουν Ίβι, και ότι ο ίδιος ο θεός ωνομαζόταν Θευθ. Άκουσα λοιπόν ότι αυτός πρώτος άνεκάλυψε και τον αριθμό και την αρίθμησι και την γεωμετρία και την αστρονομία και ακόμη το παιγνίδι με τους πεσσούς και το παιγνίδι με τους κύβους και επί πλέον τα γράμματα. Και καθώς τότε ήταν βασιλεύς όλης της Αιγύπτου ο Θαμούς, κοντά στην μεγάλη πόλι της επάνω χώρας (της Άνω Αιγύπτου), που οι Έλληνες την ονομάζουν Αιγυπτιακές Θήβες και τον θεό της Άμμωνα, αφού ήλθε σ’ αυτόν ο Θευθ του επέδειξε τις εφευρέσεις του και υπεστήριξε ότι πρέπει να διαδοθούν στους άλλους Αιγυπτίους. Και τότε ο βασιλεύς ρώτησε, ποια χρησιμότητα έχει η κάθε εφεύρεσις, και ενώ εκείνος του εξηγούσε διεξοδικά, ο βασιλεύς ό,τι του φαινόταν σωστό η άλλοτε πάλι λάθος, ανάλογα το μεν το άπεδοκίμαζε και το άλλο το επαινούσε.
Πολλές λοιπόν κρίσεις σχετικά με την κάθε τέχνη χωριστά και θετικές και αρνητικές λέγεται ότι διετύπωσε ο Θαμούς στον Θευθ, που θα μακρηγορούσαμε, εάν τις εκθέταμε με λεπτομέρειες. Όταν έφθασε στην περίπτωσι του γραπτού λόγου, είπε ο Θευθ, «αυτή λοιπόν η μάθησις, βασιλιά μου, θα καταστήση τους Αιγυπτίους περισσότερο σοφούς και με πιο καλό μνημονικό, γιατί ευρέθη το φάρμακο για την μνήμη και την σοφία»
Αυτός όμως απήντησε: «Έφευρετικώτατε Θευθ, άλλος μεν έχει την δύναμι να εφευρίσκη τα σχετικά με τις τέχνες, άλλος όμως να κρίνη, πόσο θα βλάψουν και πόσο θα ωφελήσουν εκείνους, που πρόκειται να τις χρησιμοποιήσουν. Και εσύ τώρα, επειδή είσαι ο εφευρέτης των γραμμάτων, από συμπάθεια είπες το αντίθετο από εκείνο, που πραγματικά μπορούν. Διότι αυτά τα γράμματα θα προξενήσουν λήθη στις ψυχές εκείνων, που θα τα μάθουν, από έλλειψι ασκήσεως της μνήμης, επειδή, από εμπιστοσύνη στην γραφή, θα ανακαλούν τα πράγματα στην μνήμη τους απ’ έξω, δηλαδή με ξένα σημάδια και όχι οι ίδιοι από μέσα, από τον ίδιο τους τον εαυτό. Δεν βρήκες λοιπόν φάρμακο για την μνήμη την ίδια, αλλά για την υπενθύμισι. Και προσφέρεις στους μαθητές σου επιφανειακή σοφία και όχι την αλήθεια. Διότι, αφού μάθουν πολλά σύμφωνα με την άποψί σου από τα βιβλία χωρίς διδασκαλία, θα φαίνωνται ότι είναι πολυμαθείς, ενώ στην πραγματικότητα θα είναι, ως επί το πλείστον, αμαθείς και ανυπόφοροι στην συναναστροφή, επειδή θα έχουν γίνει δοκησίσοφοι αντί για σοφοί».
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΡΑΦΗ 7000 έτη ιστορίας
Ο μύθος του εφευρέτου των τεχνών Θευθ είναι πλαστός, προσωπικό δημιούργημα του Πλάτωνος.1
Μέσα από τον πλατωνικό διάλογο του Φαίδρου όμως τίθενται ίσως για πρώτη φορά οι προβληματισμοί αναφορικά με την αιτία γενέσεως της γραφής. Οι άνθρωποι δημιούργησαν τελικά τον γραπτό λόγο για να γίνουν περισσότερο σοφοί και να συμβάλουν στην μνήμη της ανθρωπότητας μέσω της υπομνήσεως ή ήσαν οι κοινωνικοοικονομικές ανάγκες, που τους το επέβαλαν; Η ύπαρξις του γραπτού λόγου προϋποθέτει με την σειρά της την ύπαρξι του προφορικού λόγου, ο όποιος βάσει των παρατηρήσεων του Πλάτωνος προφανώς προϋπήρχε. Ο χρονολογικός προσδιορισμός της γενέσεως του προφορικού λόγου λειτουργεί τρόπον τινά ως terminus ante quern για τον αντίστοιχο προσδιορισμό του γραπτού λόγου και τελικά του ίδιου του εξανθρωπισμού του ανθρώπου. Σύμφωνα με τον Ρίτσαρντ Κλάιν, καθηγητή του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ, «πριν από 50.000 χρόνια, τυχαία γενετική μεταλλαγή ωδήγησε σε γενική και κρίσιμη επανασύνδεσι όλων των νευρικών συνάψεων του εγκεφάλου, που με την σειρά της ώδήγησε σε σημαντική πρόοδο της ομιλίας. Η καταγωγή της ανθρώπινης ομιλίας είναι άλλο ένα μεγάλο μυστήριο της εξελίξεως. Η βελτίωσις των επικοινωνιών έδωσε την δυνατότητα στους ανθρώπους να εφαρμόσουν περίπλοκους κοινωνικούς κανόνες δίδοντας τους την ικανότητα να εφεύρουν και να διαχειρισθούν τον πολιτισμό». Ο Δρ. Κλάιν τοποθετεί την γενετική αυτή μεταλλαγή, βάσει της γνωστής αφροκεντρικής θεωρίας, στην Αφρική.2
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΡΑΦΗ 7000 έτη ιστορίας
Στην πρώιμη κοινωνικοποίησι του ανθρώπου και στην γένεσι της επικοινωνίας, αποδίδονται και τα σήματα, που εμφανίζονται στην παλαιολιθική τέχνη. Ο άνθρωπος, σύμφωνα με τον αείμνηστο καθηγητή Επιγραφικής, Α.Σ. Αρβανιτόπουλο, ήδη από τους Παλαιολιθικούς χρόνους είχε αρχίσει να συγκροτή κοινωνίες και προσεπάθησε να έκφραση τις στοιχειώδεις σκέψεις και θελήσεις του, τόσο για να θυμάται ο ϊδιος κάποια γεγονότα, όσο και για να συνεννοήται με τους άλλους. Γι’ αυτό εχάρασσε επάνω σε οστέινα αντικείμενα ποικίλα σύμβολα, σχήματα η γραμμές. Κάποιοι επιστήμονες, οταν άρχισαν να άνακαλύπτωνται οι βραχογραφίες και τα σχέδια των σπηλαίων, έθεώρησαν ότι επρόκειτο για γράμματα η σύμβολα ενός προκατακλυσμιαίου πολιτισμού.3 Άλλωστε και ο ϊδιος ο Σωκράτης αποδίδει σε αυτές τις εικόνες κάποιο νοηματικό περιεχόμενο, οταν αναφέρη πως το όνομα για το κάθε αντικείμενο είναι ό,τι και η ζωγραφιά για το αντικείμενο, που παριστάνει.4 Σύμφωνα με την Γ. Κουρτέση-Φιλιππάκη, τα πρώιμα αυτά σύμβολα «είναι αναμφισβήτητο ότι είχαν κάποιο νόημα, το όποιο βέβαια μας διαφεύγει και έπαιζαν σημαντικό ρόλο στην συνολική σύνθεσι».5
Από την άλλη οι αμφιλεγόμενες από (ορισμένους έρευνες του Άρη Πουλιανού μοιάζουν να ρίχνουν φως στο μυστήριο της καταγωγής της ανθρώπινης ομιλίας. Σύμφωνα με τον Kenneth Oakley, ο άνθρωπος εξανθρωπίζεται από την στιγμή, που αρχίζει να χρησιμοποιή εργαλεία. Ο ορισμός αυτός φαίνεται ότι έχει υιοθετηθή και από τον Άρη Πουλιανό, αναφορικά με την περίπτωσι του ελέφαντα του Περδίκκα. Αναφέρει χαρακτηριστικά ο σκαπανεύς της θέσεως εν ετει 1977: «Οι άνθρωποι από πολύ νωρίς δείχνουν να έχουν ωργανωμένο κυνήγι και οταν κυνηγούν ελέφαντες στην Πτολεμαΐδα και οταν κυνηγούν ιππάρια στην Τρίλλια. Το «ωργανωμένο κυνήγι», το μαζικό η και το «συντροφικό» με άλλη έκφρασι, 30 περίπου κυνηγών για έναν ελέφαντα, όπως δείχνουν τα εγκαταλελειμμένα εργαλεία στον Περδίκκα, είναι ένα νέο αποκαλυπτικό στοιχείο στην Παλαιοκοινωνιολογία. Ωργανωμένο κυνήγι, χωρίς κάποια γλώσσα, χωρίς έστω κάποιον έναρθρο λόγο, τελείως πρωτόγονο πιστεύω, δεν γίνεται. Κάποιος από την ομάδα των κυνηγών έδινε το σύνθημα της εκκινήσεως η και της επιθέσεως, έστω για να τρομάξουν το άγριο ζώο (ο Ελέφαντας του Περδίκκα είχε περίπου 5μ. μήκος και 4μ. ύψος), πράγματα, που δεν γίνονται χωρίς κάποιο άλμα στον έναρθρο λόγο πριν από 3 εκ. χρόνια. Δεν έχει δίκιο ο Walker (1966), που για την ίδια εποχή στην Αφρική τους θεωρεί «ζώα», δηλαδή τελείως άλαλα. Και μόνο η δεξιοχειρία τους αποδεικνύει την ύπαρξι έναρθρου λόγου».6

Νεολιθικά Σήματα

Η χρονολογία ενάρξεως της χρήσεως του προφορικού λόγου παραμένει λοιπόν ένα άλυτο πρόβλημα, οι ρίζες του οποίου αναζητούνται πριν από 50.000 η ακόμη και πριν από 3 εκατομμύρια χρόνια. Η παρατήρησις αυτή φαίνεται να δικαιολογή τα λόγια του καθηγητού Χουρμουζιάδη ότι η αρχή της ιστορίας της πρωτογραφής χάνεται πολύ βαθειά στην Νεολιθική περίοδο,7 ίσως και στο μεταβατικό στάδιο της Μεσολιθικής, οπως αποδεικνύουν τα ευρήματα του Αζιλίου πολιτισμού, από το ομώνυμο σπήλαιο Mas -d’ Azii (dip. Ariιge) στην Γαλλία.8 Το Mas -d’ Azii τόσο σαν φυσική διαμόρφωσις όσο και σαν αρχαιολογική θέσις είναι από τους πιο εντυπωσιακούς τόπους, οπου ο προϊστορικός άνθρωπος άφησε κατάλοιπα της ζωής και των έργων του. Το ϊδιο το σπήλαιο είναι μία τεράστια φυσική σήραγγα σκαμμένη από τον ποταμό Arize, ο όποιος δημιούργησε αυτήν την υπόγεια διάβασι. Έκτος από την κεντρική φυσική σήραγγα, οπου ρέει ο ποταμός, ανοίγονται στην δεξιά όχθη ένα πλέγμα άλλων στοών και αιθουσών. Πρόκειται για έναν τεράστιο υπόγειο λαβύρινθο, σκαμμένο στον βράχο από τα νερά του ποταμού, μέσα στον όποιο υπάρχει συνεχής και πυκνή διαδοχή αρχαιολογικών στρωμάτων της υστέρας παλαιολιθικής, της μεσολιθικής και της νεολιθικής. Ίσως εδώ να έχη ανακαλυφθή και το νήμα, που θα μας οδήγηση τελικά μέσα στον σκοτεινό λαβύρινθο της πρωτογραφής. Ανάμεσα στα μεσολιθικά (9η π.Χ. χιλιετία) ευρήματα του σπηλαίου περιλαμβάνονται χαλίκια του ποταμού με εγχάρακτα η γραπτά σχέδια με κόκκινο η μαύρο χρώμα. Ανάμεσα στα σχέδια κάποια χαρακτηρίζονται ως άλφαβητόμορφα από τον Α. Ζώη.
Παρατηρώντας προσεκτικά τους συνδυασμούς των γραμμάτων διακρίνουμε πράγματι τον σχηματισμό μιας διφθόγγου (ΕΙ), η ακόμη και ενός μεμονωμένου γράμματος (Ε η Μ). Κάποια άλλα πάλι σχέδια επί των χαλικιών θυμίζουν μονάδες μετρήσεως (III: μονάδες, …: δεκάδες, ///: εκατοντάδες), όπως αυτές, που απαντούν στα κρητικά ιερογλυφικά κείμενα και στις πινακίδες της Γραμμικής Α΄. Δύο φορές τουλάχιστον παρατηρούμε και το σύμβολο ka, δηλωτικό των σιτηρών. Το σύμβολο αυτό άπαντα τόσο στην Γραμμική Α΄, οσο και στην Γραμμική Β΄, καθώς και σε κάποια κωνικά σφραγίσματα του 17ου π.Χ. αι., που έχουν ανακαλυφθή στην Μαργιανή από τον Βίκτωρα Σαρηγιαννίδη.9 Μερικά από τα σχέδια αυτά είναι, σύμφωνα με τον Obermaier, έσχατες σχηματο ποιήσεις ανθρωπίνων μορφών. Όμοια υπάρχουν στις μεσολιθικές βραχογραφίες του ανατολικού ισπανικού κύκλου, αλλά και σε άλλες θέσεις στην Γαλλία.10 Μπορούμε λοιπόν να μιλάμε για πρωτογραφή σε αυτούς τους τόσο πρώιμους χρόνους, όπως είναι η 9η χιλιετία π.Χ.; Ή μήπως πρόκειται τελικά για μία ακόμη καλλιτεχνική έκφρασι του μεσολιθικοϋ ανθρώπου, που απλώς αντιγράφει διακοσμητικές μορφές, οι όποιες ενυπάρχουν στην φύσι; Θεωρούμε ότι μέχρι να ανακαλυφθούν περισσότερα στοιχεία αναφορικά με αυτήν την περίοδο θα ήταν ίσως πρότιμότερο να υιοθετήσουμε την άποψι του Α. Ζώη, χαρακτηρίζοντας τα γράμματα επί των ποταμίων κροκαλών, ως αλφαβητόμορφα σχέδια.
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΡΑΦΗ 7000 έτη ιστορίας
Τα τελευταία χρόνια ωστόσο στην Ελλάδα, οι νέες αποκαλύψεις πρωτογραφών, οπως αυτές του Δισπηλιού και των Γιαννιτσών, μοιάζουν να διαφωτίζουν ακόμη και αυτούς τους πλήρως ανεξερεύνητους χρόνους. Σύμφωνα με τον καθηγητή Χουρμουζιάδη, «η παρουσία ενδείξεων πρώιμης γραφής, της οποίας η ενδεχόμενη αποκρυπτογράφησις μπορεί να σημαίνη ιστορικής σημασίας αποκαλύψεις, δείχνουν ότι οι κάτοικοι του προϊστορικού οικισμού δεν ήσαν παγιδευμένοι, χωρίς προοπτικές, στο καθημερινό πάρε-δώσε με την λίμνη και τους μικροεμπόρους, που ανεβοκατέβαιναν στην περιοχή».12 Ίσως και αυτή η επικοινωνία με τους εμπόρους ομως να τους είχε ώδηγήσει στην ανάπτυξι μιας τέτοιας γραπτής επικοινωνίας μέσα στα πλαίσια των κοινωνικών σχέσεων. Τα σήματα, που έχουν άνακαλυφθή χαραγμένα όχι μόνον επάνω στην ξύλινη πινακίδα, αλλά και σε κάποια κομμάτια κεραμεικών, «θα πρέπει να συνιστούσαν ένα πρωτογενές «σύστημα» μεταδόσεως μιας πληροφορίας, που η χρήσις τους αφορούσε στις σχέσεις αυτών, οι όποιοι κατασκεύαζαν αυτά τα αντικείμενα με εκείνους, οϊ όποιοι τα άπεδέχοντο και τα αξιοποιούσαν στις δραστηριότητες τους».13 Η πινακίδα του Δισπηλιού χαραγμένη επάνω σε ένα ξύλινο εξάρτημα βάρκας,14 μας θυμίζει ίσως το εύλαλον ξύλον από την μαγική φυγό, που προσέθεσε η Αθηνά Εργάνη επάνω στο ταχύ πλοίο των Αργοναυτών. Η ίδια η πινακίδα ομως έχρονολογήθη με άνθρακα C14 στα 5.260 π.Χ.!
Αρκετά δε από τα σύμβολα της είναι κοινά με κάποια από αυτά, τα όποια απεικονίζονται επάνω στις ομήλικες παλαιοευρωπαϊκές πινακίδες, αλλά και στις μεταγενέστερες πινακίδες της Γραμμικής Β΄ και στην Κυπριακή γραφή. Προσφάτως παρατηρήσαμε ότι στην Συλλογή Σταθάτου στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, φυλάσσεται ένα ακόμη πήλινο σφονδύλι της 5ης π.Χ. χιλιετίας, με πρωτογραφή, κάποια από τα σύμβολα του οποίου παρουσιάζουν ομοιότητες με αυτά του Δισπηλιού, αλλά και της Γραμμικής Α΄. Ήδη από το 1961 ήσαν γνωστές τρεις πήλινες πινακίδες με ανάλογα του Δισπηλιοΰ σήματα από την Ταρταρία-Κλουζ της Ρουμανίας (jud. Alba), τα όποια εχρονολογήθησαν επίσης με άνθρακα C14 ανάμεσα στα 5300-5200 π.Χ.15 Χαρακτηρίσθηκαν τότε από τους Ρουμάνους αρχαιολόγους αυτές οι πρωτογραφές ως Σουμεριακά και Αρχαία Ελληνικά! Έθεωρήθη μάλι στα πως ανήκουν στην ίδια ομάδα πρωτογραφών με αυτά του νεολιθικού πολιτισμού του Turdas, γνωστό σήμερα ως Vinca.16
Σε αυτά τα ευρήματα έρχεται να προστεθή μία νέα πρωτογραφή, αδημοσίευτη ακόμη, η οποία ανεκαλύφθη το φθινόπωρο του 2001 στην νεολιθική θέσι Ίσάιϊα της Ρουμανίας. Η πρωτογραφή την οποία προσπαθεί να αποκρυπτογράφηση σ καθηγητής Nicolae Ursulescu (Παν/μιον Ιασίου), τοποθετείται χρονολογικά βάσει των συνευρημάτων στα 6000 π.Χ.17 Ανάλογα προϊστορικά γεωμετρικά σημεία μοιάζουν να έχουν άποτυπωθή και στις δύο πήλινες πινακίδες από τον Πρώιμο Χαλκολιθικό πολιτισμό της Γκραντέσνιτσα, στην περιοχή της Βράτσα. Στην πρώτη μάλιστα διακρίνουμε έναν υποτυπώδη διαχωρισμό του κειμένου σε τέσσερεις ασύμμετρες σειρές, που αναμοχλεύουν την διάρθρωσι των πήλινων πινακίδων της Γραμμικής Β΄. Ο προϊστορικός γραφεύς έχει σχεδιάσει τα σήματα επάνω στην ωοειδή επιφάνεια του πήλινου οστράκου, που έχει μήκος 12,5 εκ. και δύο κάθετες γραμμές δημιουργώντας μία νοητά σελιδόσχημη πήλινη πινακίδα, ανάλογη με αυτές που εχρησιμοποιήθησαν στην Ελληνική Γραμμική Β΄.18
Μολονότι ο πολιτισμός της Γκραντέσνιτσα ανήκει στον κοινό νεολιθικό πολιτισμό της ΝΑ Ευρώπης, εδώ παρουσιάζονται και διαμορφώνονται κάποιες ιδιαιτερότητες, που εμφανίζονται και στην σημερινή περιοχή της Δυτικής Βουλγαρίας. Εξελικτικό στάδιο αυτού του πολιτισμού θα αποτελέση ο χαλκολιθικός πολιτισμός της 4ης χιλιετίας π.Χ., που ακολουθεί και καρπός του οποίου είναι τα πήλινα όστρακα με τις πρωτο-γραφές, οι όποιες έχουν χαρακτηρισθή από τον Bogdan Nikolov ως η αρχαιότερα γραφή της Ευρώπης. Πριν από λίγους μήνες ωστόσο ένα άλλο εύρημα από τον Ελλαδικό χώρο ήλθε να αναστάτωση την ακαδημαϊκή κοινότητα και να διάψευση τρόπον τινά τον Bogdan Nikolov. Αναφερόμεθα φυσικά στην προϊστορική σφραγίδα, η οποία ευρέθη στα Γιαννιτσά και χρονολογείται στην 5η χιλιετία π.Χ. Η σφραγίδα διαστάσεων 2,5 χ 5,5 εκ. έχει μακρόστενο σχήμα με επίπεδες και λειασμένες επιφάνειες, εκτός από την εσωτερική και την εξωτερική οψι, οι όποϊες είναι εγχάρακτες και έχουν αντίστοιχα κοίλη και κυρτή διαμόρφωσι.
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΡΑΦΗ 7000 έτη ιστορίας
Η λεπτομέρεια αυτή υποδεικνύει ότι η λίθινη σφραγίδα λειτουργούσε ως μήτρα και ως εκ τούτου επρόκειτο να μεταφέρη ένα μήνυμα με πολλούς αποδέκτες. Ένθεν και ένθεν των χαραγμάτων υπάρχουν μικρές οπές, οι όποιες δηλώνουν ότι υπήρχε και ένα δεύτερο -όμοιο- κινητό μέρος, με αντιθετική όμως προσκόλλησι. Τα δύο τμήματα συνενώνονταν με συνδέσμους, που στερεώνονταν στις οπές, ενώ επειδή τα διάχωρα έχουν διαφορετικό σχήμα, αποτρεπόταν οποιαδήποτε περίπτωσις λάθους, δηλαδή ανεστραμμένης τοποθετήσεως των δύο μερών, όταν επρόκειτο να κατασκευασθή ένα σφράγισμα. Επάνω στην επιφάνεια της λίθινης σφραγίδας ήσαν ευδιάκριτα και σε αντιστροφή ανάγλυφα μεμονωμένα γραμμικά αναπτύγματα, άνισα σε μέγεθος και διαφορετικά σε διάταξι. Τα σύμβολα ή προϊστορικά γεωμετρικά σημεία ήσαν διευθετημένα προς τα αριστερά η προς τα δεξιά. Μορφολογικώς είναι πανομοιότυπα με αυτά της Vinca, της Γκραντέσνιτσα και του Δισπηλιού. Παρατηρείται μάλιστα και εδώ ο ίδιος διαχωρισμός της επιφάνειας γραφής σε σειρές. Τα στοιχεία της άνεπτύσσοντο κατά μήκος και σε τρεις σειρές. Όπως φαίνεται, ο χαράκτης ξεκίνησε αφήνοντας ένα μικρό περιθώριο, όμως αναγκάσθηκε να συμπύκνωση, από κακό υπολογισμό τις ζώνες, ιδίως την τελευταία.
Αναμφισβήτητα λοιπόν υπήρχε ένα σύστημα πρωτογραφής κοινό εν πολλοίς στην Ελλάδα και στην Βορειοανατολική γωνία των Βαλκανίων κατά την Νεολιθική περίοδο.19 Και όμως τα προαναφερθέντα ευρήματα δεν είναι οι μόνες «προβαθμίδες γραφής», όπως τα έχει χαρακτηρίσει σ Μ.Τσικριτσής.20 Στις αρχές του 20ου αι., ο Sir FI. Petrie, είχε εντοπίσει εγχάρακτα σύμβολα σε πήλινα και λίθινα τέχνεργα σε τάφους της Αιγύπτου, της Ισπανίας και της Μέσης Ανατολής. Βάσει αυτών των συμβόλων, συνέταξε έναν κατάλογο 300 σημάτων, τα όποια πρέπει να εχρησιμοποιούντο στις εμπορικές σχέσεις μεταξύ των λιμναίων και των παραθαλασσίων οικισμών της Μεσογείου. Σύμφωνα με τον Μηνά Τσικριτση, ένα σύνολο από 34 κοινά σημεία μοιάζουν πολύ με γράμματα του ελληνικού και του «φοινικικού» αλφαβήτου. Αυτά τα σύμβολα, που ίσως τελικά αντιπροσωπεύουν ακόμη και ολόκληρες λέξεις, βάσει των παρατηρήσεων του Sir FI. Petrie, φαίνεται ότι έχρησι-μοποιήθησαν σε διαφορετικές περιοχές και από διαφορετικές εμπορικές κοινότητες.21 Η σφραγίδα όμως από τα Γιαννιτσά Πέλλης δεν είναι το μοναδικό εύρημα, που τοποθετείται στην αυγή της Ελληνικής προϊστορίας. Πριν από λίγα χρόνια ο Αδ. Σάμψων είχε φέρει στο φως ένα όστρακο από το Σπη-λαιο του Κύκλωπα στα Γιούρα της Αλοννήσου, το όποιο επίσης τοποθετείται ανάμεσα στα έτη 5000-4500 π.Χ. Επάνω στο όστρακο είναι ευανάγνωστα τρία γράμματα του μετέπειτα ελληνικού αλφαβήτου, του υπότιθεμένου «φοινικικού».
Σύμφωνα με τον άνασκαφέα της θέσεως το όστρακο φέρει εγχάρακτη επιγραφή με σημεία πρωτογραφής, στην οποία αναγνωρίζονται σύμβολα, τα όποια μοιάζουν με τα γράμματα Α, Υ και Δ. Σήμερα βέβαια, πέντε χρόνια μετά την άνακάλυψι, θεωρείται ότι τα γράμματα αυτά δεν αποτελούν μέρος συστήματος γραφής, αλλά απλώς σύμβολα κεραμέως, δηλαδή πρόκειται για την προσωπική σφραγίδα του κατασκευαστοϋ του αγγείου.22 Στην ίδια κατηγορία εντάσσεται λοιπόν και το χρυσό ένώτιο της Νεολιθικής περιόδου από την κεντρική Ελλάδα, το όποιο ευρέθη το 1997, μαζί με άλλα κτερίσματα, στα χέρια αρχαιοκαπήλων.23
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΡΑΦΗ 7000 έτη ιστορίας
Το θέρος του 1996 κατά την διάρκεια της πανεπιστημιακής ανασκαφής του καθηγητού Β. Λαμπρινουδάκη στον ναό του Βάκχου στα Ίρια της Νάξου, όλη η ανασκαφική ομάδα εξέσπασε σε δυνατά γέλια με την άνακάλυψι ενός ενετικού άμφορέως, που είχε βυθισθή κάποτε στο αρχαίο πηγάδι της περιοχής. Η αιτία ήταν ότι ο αμφορεύς έφερε εγχάρακτα στην επιφάνεια του τα αρχικά του κεραμέ ως η του ιδιοκτήτου του: Φ. Π. Εκείνη την περίοδο εργαζόταν στην ανασκαφή και κάποιος Νάξιος ονόματι Φραγκίσκος. Επειδή μάλιστα το όνομα Προμπονάς είναι ιδιαίτερα διαδεδομένο στο νησί και χάρις στο περίφημο λικέρ κίτρον του ομωνύμου παραγωγού του, οι ανασκαφείς έβάπτισαν τον αείμνηστο ιδιοκτήτη του αμφορέως Φραγκίσκο Προμπονα. Με το παράδειγμα αυτό επιθυμούμε να τονίσουμε ότι τα αρχικά του ονόματος ενός κεραμέως μπορεί να μην αποτελούν άπόδειξι για την ϋπαρξι συστήματος γραφής, αποτελούν όμως τουλάχιστον ένδειξι. Τα προαναφερθέντα ευρήματα, σύμφωνα με τον Παναγιώτη Χρυσοστόμου, μοιάζουν να ανατρέπουν την έως σήμερα ευρέως αποδεκτή θεωρία ότι η αρχαιότερα γραφή είναι η Σουμεριακή. Ειδικά οσον άφορα στην λίθινη επιγραφή των Γιαννιτσών, η δομή των εγχάρακτων συμβόλων διαφέρει από την δομή των Σουμεριακών, τα όποια χρονολογούνται γύρω στα 3.200 π.Χ.24 Η ιστορία της Ελληνικής πρωτογραφής δεν σταματάει ωστόσο στην 5η η στην 4η χιλιετία π.Χ. Μοιάζει να συνεχίζεται διαρκώς μεταμορφωμένη και εξελισσόμενη. Έτσι δικαιολογείται και η παρουσία 12 διαφορετικών συμβόλων από τον νεολιθικό οικισμό στο Διμήνι της Θεσσαλίας και τον πρωτοελλαδικό οικισμό στην Λέρνη της Αργολίδος. Τα ευρήματα αυτά δεν είναι τα μόνα στον Ελλαδικό χώρο. Ήδη η επιστημονική ομάδα του Πανεπιστημίου του Αιγαίου, που αποτελείται από τους καθηγητές Ελένη Καραντζόλα, Αδ. Σάμψων και Ι. Λυριτζή, εργάζεται πάνω στην καταγραφή και κα-τηγοριοποίησι αυτών των ευρημάτων. Αναμένουμε εναγωνίως τα πορίσματα τους.25
Μέχρι τότε όμως θα ήταν πιο καλά, όταν αναφερώμεθα σε αυτά τα μνημεία γραπτού λόγου να χρησιμοποιούμε τον ορό σήματα η κώδικες επικοινωνίας η προϊστορικά γεωμετρικά σημεία, εφ’ όσον δεν έχει ακόμη αποδειχθη, εάν πρόκειται για πραγματική γραφή. Σε κάθε περίπτωσι όμως, όπως έχει παρατηρήσει και ο κ. Χρυσοστόμου, που έφερε στο φως την σφραγίδα των Γιαννιτσών, η δομή των εγχάρακτων συμβόλων διαφέρει από την δομή των σουμεριακών συμβόλων, τα όποια είναι νεώτερα και χρονολογούνται γύρω στο έτος 3.200 π.Χ.

Από την πρωτογραφή στην ιερογλυφική γραφή

Πράγματι μέχρι σήμερα εθεωρείτο ότι η Σουμεριακή είναι η αρχαιότερα γραφή του κόσμου, βάσει των πρώτων γραφών της Δυναστείας του Kis (2630-2450 π.Χ.), οι οποίες ευρέθησαν στις περιοχές του Τίγρητος και του Εϋφράτου. Ωστόσο τα ευρήματα από την Ταρταρία της Ρουμανίας έχουν αποδείξει την συνύπαρξι της Σουμεριακής και μιας αρχαίας ελληνικής γραφής, εις την οποία ο Sinclair Hood διείδε την ολοφάνερη συγγένεια με την Κρητική Ιερογλυφική.26 Όστρακα με κρητικά ιερογλυφικά μαθηματικά σύμβολα, όμοια με αυτά που ευρέθησαν στην Ταρταρία, έφεραν στο φως οι ανασκαφές στα Σούσα, την αρχαία πρωτεύουσα του Έλάμ, μαζί με μια επιγραφή χαραγμένη επάνω σε λίθο. Το κείμενο της επιγραφής ήταν δίγλωσσο γραμμένο σε μια γραφή με άγνωστα σύμβολα και στην αρχαία Άκκαδική. Η Marie-Joseph Steve, η οποία έχει μελετήσει τα ευρήματα από τα Σούσα, θεωρεί ότι πρόκειται για πρωτοελαμιτική Γραμμική γραφή, την οποία διακρίνει μάλιστα σε Α΄ και Β΄ και την χρονολογεί στα τέλη της 3ης χιλιετίας π.Χ. Ενώ ο πρώτος μελετητής της επιγραφής, ο F.Bork, εφήρμοσε μια μέθοδο αντίστοιχη με αυτήν του Champollion για να αποκρυπτογράφηση την επιγραφή, στηριζόμενος στο όνομα του βασιλέως Puzur-lnsusinak, που άνεφέρετο στην Άκκαδική γλώσσα, η Marie-Joseph Steve θεωρεί ότι οι δύο γραφές δεν αποδίδουν το ίδιο κείμενο.27 Δυστυχώς δεν έχει λάβει υπ’ όψιν της τα ευρήματα από την Ρουμανία, τα οποία είναι παλαιότερα της 3ης χιλιετίας π.Χ.
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΡΑΦΗ 7000 έτη ιστορίας
Στους καταλόγους της ιστορίας της γραφής έπονται τα ιερογλυφικά της Αιγύπτου, τα οποία επίσης είχαν χαρακτηρισθή ως μία από τις αρχαιότερες γλώσσες και γραφές του κόσμου. Επηρεασμένος από ανάλογες σκέψεις, το 1890, σ Sir Arthur Evans και αφού είχε αντικρίσει το μεγαλείο των Μυκηνών διηρωτήθη πως ήταν δυνατόν οι υπεύθυνοι του ανακτόρου να κρατούν λογαριασμούς, εάν δεν υπήρχε κάποιο σύστημα γραφής. Υπό συνθήκες, λοιπόν, που θυμίζουν μάλλον ταινία νουάρ, ο Evans άρχισε να άναζητή κα ποια ίχνη προϊστορικής γραφής στα αθηναϊκά παλαιοπωλεία. Στα κατώγια των ιστορικών πλέον μαγαζιών άνεκάλυψε κάποιους λίθους, οι όποιοι έφεραν ωρισμένους συνδυασμούς σημείων, τα όποια θα μπορούσαν κάλλιστα να αντιπροσωπεύουν ένα είδος γραφής.
Ο Άγγλος ερευνητής κατώρθωσε να ανακάλυψη ότι ήσαν κρητικής προελεύσεως και χωρίς δισταγμό πήγε στην Κρήτη, που ήταν ακόμη υποδουλωμένη στους Τούρκους, προς αναζήτησι επί πλέον στοιχείων. Η Ελληνική γλώσσα και γραφή είχε γεννηθή λοιπόν στην Κρήτη;
Σύμφωνα με τον καθηγητή του Πανεπιστημίου του Μπέρμινχαμ George Thomson, η Ελληνική γλώσσα απλώθηκε στο Αιγαίο χάρις σε μια σειρά μεταναστεύσεων από το αρχικό της κέντρο, την Μακεδονία.28 Φυσικά οταν o George Thomson αναφέρεται στην Μακεδόνικη Γη, την θεωρεί ως ενιαία γεωγραφική οντότητα, περιλαμβάνοντας σε αυτήν και την βορειοανατολική Βαλκανική. Η άποψις αυτή του καθηγητού φαίνεται να συνάδη και με τα νεολιθικά ευρήματα της ευρύτερης Βαλκανικής χερσονήσου, τα όποια προαναφέραμε. Πράγματι, ο Evans διεπίστωσε ότι οι γυναίκες της Κρήτης φορούσαν ανάλογους σφραγιδολίθους με γραπτά σύμβολα, τις περίφημες γαλαζόπετρες, που έμοιαζαν με αυτούς, που είχε αγοράσει από τα παλαιοπωλεία των Αθηνών. Οι Κρητικές θεωρούσαν μάλιστα ότι επρόκειτο για φυλαχτά με αποτροπαϊκά σημεία.
Ο Evans εμελέτησε προσεκτικά τους σφραγιδολίθους, που είχε συγκεντρώσει και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι συνδυασμοί των σκαλιστών σημείων ήσαν πράγματι τα δείγματα της πρώτης γραφής -με την σημερινή έννοια του ορού- που είχε χρησιμοποιηθή στην Ελλάδα. Όταν άρχισαν να ερχωνται στο φως κατά την διάρκεια της ενάρξεως των ανασκαφών του στο νησί και οι πρώτες πινακίδες της Γραμμικής Α΄ και Β΄, ο Evans σύντομα διέκρινε τρεις φάσεις στην Ιστορία της Μινωικής Γραφής: την πρώτη φάσι, από το 2000-1650 π.Χ., την δεύτερη φάσι από το 1750 ως το 1450 π.Χ. και μία τρίτη φάσι, η οποία ίσως ξεκίνησε γύρω στα 1400 π.Χ. Στην πρώτη φάσι κατέταξε τα εικονιστικά σημεία (είκόνες-ίδεογράμματα), τα όποια είχαν απεικονισθή επάνω σε σφραγιδολίθους και πήλινες ράβδους και στα όποια εύκολα αναγνωρίζει κανείς διάφορα αντικείμενα, όπως ένα κεφάλι, ένα χέρι, ένα άστρο, ένα βέλος, κ.ο.κ. Την γραφή αυτή, προστάδια της οποίας εμφανίζονται ήδη σε προανακτορικές σφραγίδες του τέλους της 3ης χιλιετίας π.Χ.,29 την ωνόμασε Ιερογλυφική, επειδή τα σημεία της ήταν του ιδίου τύπου με τα σημεία της πρώτης εικονιστικής γραφής της Αιγύπτου, αν και, σύμφωνα με τον Άγγλο ερευνητή, δεν υπάρχουν πολλές ενδείξεις ότι πραγματικά μετεδόθη από αιγυπτιακή πηγή.
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΡΑΦΗ 7000 έτη ιστορίας
Αυτό αποδεικνύει άλλωστε και η ανακάλυψις των ιερογλυφικών κειμένων από την Ταρταρία της Ρουμανίας. Τα Κρητικά ιερογλυφικά της Τρανσυλβανίας, όπως τα έχαρακτήρισε ο Hood, ήσαν παλαιότερα της 3ης χιλιετίας π.Χ. Η χρονολογία αυτή θα έδιδε αναμφισβήτητη προτεραιότητα στην βορειοβαλκανική ζώνη, αλλά και πάλι δεν θα έλυνε το πρόβλημα, εφ’ όσον οι δύο γραφές θα έπρεπε να έχουν κοινό πρόδρομο.30 Τότε πολλοί εστράφησαν στον Μεσοποταμιακό χώρο. Όπως είδαμε, όμως, στον Ελλαδικό χώρο πριν από 7000 χρόνια είχε διαμορφωθή ήδη ένα σύστημα πρωτογραφής, που προηγείται κατά δύο χιλιετίες έναντι του Μεσοποταμιακού.
Το 1997 η κυρία Έφη Πολυγιαννάκη εδημοσίευσε την μελέτη της αναφορικά με ένα ακόμη εύρημα από την περιοχή του Καυκάσου, ένα όστρακο από κυκλικό πήλινο δίσκο, ο όποιος έφερε στην επιφάνεια του γραμμική ιερογλυφική γραφή σε κυκλική η σπειροειδή διάταξι.31 Οι γραφικοί χαρακτήρες, σύμφωνα με την κ. Πολυγιαννάκη, ακολουθούσαν τις χαραγμένες γραμμές, οι όποιες ήσαν είτε περιφέρειες ομοκέντρων κύκλων είτε μια σπείρα, όπως ο δίσκος της Φαιστού. Αλλά και μεταξύ των δύο δίσκων, αυτού από τον Καύκασο και αυτού της Φαιστού, όπως φαίνεται από τον συγκριτικό πίνακα, που έχει σχεδιάσει η ερευνήτρια, προκύπτει ότι μεταξύ των γραφών υπάρχουν όμοια γραφικά σύμβολα.
Έπειτα από τις προσπάθειες, που έχουν γίνει από την κυρία Έφη Πολυγιαννάκη για τον συσχετισμό των Ελληνικών και Αιγυπτιακών Ιερογλυφικών, θεωρούμε ότι δεν είμεθα πολύ μακριά ώστε να προσπαθήσουμε να ερμηνεύσουμε αυτήν την κωδικοποιημένη γραφή. Ωστόσο δεν μπορούμε να είμεθα βέβαιοι για την χρονολογία ενάρξεως της. Κι αυτό διότι και ο ίδιος ο Δίσκος της Φαιστού, που φέρει ιερογλυφικά σύμβολα στην επιφάνεια του, προέρχεται από διαταραγμένο αρχαιολογικό στρώμα. Διαπιστώνει σχετικά o Louis Godart, εις εκ των νεωτέρων ερμηνευτών του: η ύπαρξις μεταγενεστέρου υλικού σημαίνει κατά τρόπο αναμφισβήτητο ότι η περιοχή από την οποία προέρχεται ο δίσκος είναι στρωματογραφικά διαταραγμένη και επομένως ότι σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, η ακριβής χρονολόγησις του αντικειμένου είναι αδύνατη.32 Τόσο η χρονολόγησις όσο και η αποκρυ-πτογράφησις του δίσκου λοιπόν παρέμενε ένα μυστήριο, μέχρι που πριν από έξη χρόνια η κυρία Έφη Πολυγιαννάκη, οίκονομολόγος-μαθηματικός προσεπάθησε ως ένας άλλος Ventris να έρμηνεύση τον αινιγματικό δίσκο.
Έχοντας χρησιμοποιήσει ένα σύστημα ακροφωνικής αντιστοιχίας η κυρία Πολυγιαννάκη διεπίστωσε την συγγένεια ανάμεσα στις Γραμμικές γραφές και στον Δίσκο της Φαιστού. Όπως σημειώνει η ίδια: η πιθανότητα κάποιας ϊσως λανθασμένης αντιστοιχίας δεν δύναται να ανατρέψη το αποτέλεσμα, το όποιον δίνει ο μεγάλος αριθμός επιτυχημένων αντιστοιχιών, που είναι η ελληνική γλώσσα του ιερογλυφικού κειμένου. Η μόνη διαφοροποίησις, η οποία μπορεί να ύπαρξη εν προκειμένω, είναι το νόημα του περιεχομένου. Άλλα αυτό έχει μικρότερη σημασία.33 Μελετώντας το αποκρυπτογραφημένο κείμενο του δίσκου, δεν δυσκολεύεται κάποιος να πιστεύση ότι το μυστήριο έχει κατά μέγα μέρος επιλυθή. Και αυτό, διότι περιγράφεται η ιστορία κάποιου Έλληνα η Πρωτοέλληνα, κατά το δοκούν, ταξιδευτή-θαλασσοπόρου.
Άκουε …περαιά τε Άϊδι θωκεί.
Άκουε Δόδελα έφυ Kapνaja κακάλω,
Άκουε ναυς με περαίακε. Άμφικάνω!
Άναφερει σε κάποιο σημείο του δίσκου ο γραφεύς και η στροφή επαναλαμβάνεται σαν προσευχή καθ’ όλο το κείμενο. Σε ποιόν ήρωα-ταξιδευτή αναφέρεται αρά γε το κείμενο; Στον Ηρακλή το έμβλημα του οποίου, το ρόπαλο, εμφανίζεται συχνά επάνω στον δί- σκο ενίοτε δίπλα σε μια γυμνή ανδρική μορφή ή στην κάθοδο του Όρφέως στον Άδη, όπως περιγράφεται στην Μινυάδα, ένα από τα νεώτερα της Ίλιάδος και της Οδύσσειας επικά ποιήματα;34 Ή μήπως πρόκειται τελικά για μια πρώιμη απεικόνισι της περιπέτειας του ναυαγού, όπως αναφέρεται στο παραμύθι της 12ης Δυναστείας (2000 π.Χ.), που σώζεται στον Αιγυπτιακό πάπυρο No 115 του Έρμιτάζ;
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΡΑΦΗ 7000 έτη ιστορίας
«Μπήκα στην θάλασσα σε ένα καράβι, που είχε μήκος 150 πήχεις, πλάτος 40, με 150 ναύτες από τους πιο καλούς της Αιγύπτου… Όταν ακόμη βρισκώμαστε στην θάλασσα, ξέσπασε ξαφνικά θύελλα. Πλησιάζαμε στην στεριά. Ο άνεμος μας έσπρωχνε προς τα εκεί. Τα κύματα ήσαν πελώρια. Έφθαναν τις 8 πήχεις. Βρήκα ένα κομμάτι ξύλο. Το άρπαξα. Όσο για το καράβι, όλοι που βρίσκονταν μέσα χάθηκαν, δεν γλίτωσε κανείς. Ένα μεγάλο κύμα με έρριξε σε ένα νησί. Πέρασα τρεις μέρες μονάχος με μόνη συντροφιά την καρδιά μου. Ξάπλωσα μέσα σε ένα δάσος. Εκεί που εσχηματίζετο μια κρύπτη και με προφύλασσε η σκιά. Διασκέλισα το δάσος ψάχνοντας να βρω τροφή. Βρήκα σύκα, σταφύλια, κάθε είδος σπόρους, πεπόνια και ψάρια και πουλιά. Άνοιξα ένα λάκκο και άναψα πυρά, έτσι που με την φωτιά να φθάσουν στους θεούς οι προσφορές μου…»
Προφανώς οι προσευχές του ναυαγού εισακούσθηκαν και ο ίδιος άκουσε ξαφνικά έναν κεραυνό να πέφτη. Τα δένδρα κουνήθηκαν, η Γη δονήθηκε και εμφανίσθηκε ένα πελώριο φίδι καλυμμένο με χρυσάφι και χρώμα σαν από σαπφείρι. Άρχισε τότε να κάνη ερωτήσεις στον ναύτη. Ο ναύτης του λέει ότι θα του φέρη προσφορές από την πατρίδα: «Θα σου φέρω ιερά λάδια, αφιερώματα και θυμίαμα από τους ναούς, οπου λατρεύονται οι θεοί». Και το φίδι του απαντάει: «Δεν είσαι αρκετά πλούσιος σε αρώματα, διότι ό,τι έχεις δεν είναι παρά συνηθισμένο λιβανωτό. Όσο για μένα, είμαι πρίγκιπας της Πουντ και έχω πολλά αρώματα. Μόνο το ιερό λάδι, που λες, ότι θα φέρης, αυτό δεν υπάρχει σε τούτο το νησί».35
Ο ναυαγός πήρε τα πλούσια δώρα, που του προσέφερε το φίδι, αρώματα, πολύτιμα ξύλα, λαχανικά, κυπαρίσσια, ελεφαντόδοντο, κυανοπιθήκους, μαϊμούδες και άλλα ακριβά αγαθά, τα φόρτωσε στο πλοίο του και επέστρεψε στην πατρίδα.
Το αιγυπτιακό αυτό παραμύθι θυμίζει πράγματι έντονα τόσο τις περιπέτειες του Οδυσσέως, όσο και την ιστορία του ναυαγού Σιντβάτ, από τις Χίλιες και Μία Νύχτες. Μάλιστα πολλοί αίγυπτιολό-γοι, όπως ο Colenischeff, σ Heibig, σ Victor Berard, ο Alex Moret, κ.α. έθεώρησαν ότι η σκηνή του ναυαγίου, που περιγράφεται στην Οδύσσεια, μοιάζει εκπληκτικά με αυτήν του παπύρου.36 Μήπως ο ποιητής των επών λοιπόν εγνώριζε την ύπαρξι του παπύρου ή μήπως τα ίδια τα Ομηρικά έπη είναι παλαιότερα; Πιστεύουμε ότι την άπάντησι της προελεύσεως της Ιστορίας μας την δίδει ο ίδιος ο δράκοντας του παραμυθιού: «Είμαι πρίγκιπας της Πουντ και έχω πολλά αρώματα. Μόνο το ιερό λάδι, που λες, πως θα φέρης, αυτό δεν υπάρχει σε τούτο το νησί». Στην Κρήτη ωστόσο το ελαιόλαδο ήταν ήδη γνωστό από την 2α χιλιετία π.Χ. Και τα εξωτικά αντικείμενα, που μεταφέρει ο ναυαγός, ομοιάζουν με αυτά που έχουν ευρέθη τόσο στην Μινωική Κρήτη οσο και στους μετέπειτα Μυκηναϊκούς καταλόγους της Γραμμικής Β΄. Δυνάμεθα, λοιπόν, να υποθέσουμε έπειτα από τα ανωτέρω την εθνικότητα του ναυαγού.
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΡΑΦΗ 7000 έτη ιστορίας
Η ιδέα, ότι τα κείμενα της Μινωικής γραφής εξέφραζαν μια πρώιμη Ελληνική γλώσσα, είχε εκφρασθή ακόμη και από Βαλκάνιους επιστήμονες. Έτσι, ο Βούλγαρος γλωσσολόγος Georgiev στο βιβλίο του «Προβλήματα της Μινωικής Γλώσσης» (ρωσ., Σόφια 1953), έπίστευε ότι η μινωική γλώσσα ήταν διάλεκτος μιας ευρύτατα διαδεδομένης προελληνικής γλώσσας, που ωμιλείτο στην Ελλάδα πριν από την Κάθοδο των Ελλήνων, (δηλ. πριν από το 2000 π.Χ.)37 και η οποία ήταν πιθανώς συγγενής της χεττιτικής και άλλων αρχαίων γλωσσών της Μ. Ασίας. Εάν μελετήσουμε προσεκτικά τους συγκριτικούς πίνακες του W. Wright,38 όπου παράβαλλα νται τα Κρητικά και τα Χιττιτικά Ιερογλυφικά και τα συγκρίνουμε με τα Κρητικά, τα Αιγυπτιακά και τα Σουμεριακά Ιερογλυφικά,39 φαίνεται ότι η άποψις του Βουλγάρου γλωσσολόγου επιβεβαιώνεται, με την διαφορά ότι κοινή μητέρα όλων αυτών των γλωσσών είναι τελικά η Κρητική. Μελετώντας τις πινακίδες, που είχε φέρει στο φως η σκαπάνη του Evans, ο Georgiev έθεώρησε ότι η γλώσσα των πινακίδων ήταν κατά το μεγαλύτερο μέρος μια αρχαϊκή Ελληνική, η οποία περιείχε όμως πολλά προελληνικά στοιχεία. Το πιο εντυπωσιακό από αυτά τα προελληνικά στοιχεία είναι αναμφιβόλως η παρουσία ενός κεφαλαίου Α, που ομοιάζει εκπληκτικά με αυτό, το όποιο ευρέθη χαραγμένο επάνω στο όστρακο από τα Γιούρα της Αλοννήσου. Η πιο γραμμική εκδοχή του εμφανίζεται πέντε αιώνες νωρίτερα επάνω στην σφραγίδα από τον Νεολιθικό πολιτισμό των Γιαννιτσών. Το εκπληκτικό αυτό εύρημα της Κρητικής Ιερογλυφικής είχε χαραχθή επάνω σε έναν σφόνδυλο, ο όποιος ευρέθη από τον αείμνηστο γλωσσολόγο Ιωσήφ Χατζηδακι στην Φαιστό.
Ο Χατζηδάκις παρέδωσε το εύρημα στον Evans, ο οποίος στην θέα του εθεώρησε ότι πρόκειται για Βυζαντινή γραφή. Τόσο τέλειο έθεώρησε το σχήμα των γραμμάτων: «The characters are so remarkably alphabetic that they might well be taken to belong to much later times -Byzantine for instance».40 Τα αρχαιολογικά συνευρήματα ωστόσο απεδείκνυαν ότι επρόκειτο για εύρημα των Μινωικών χρόνων. Σύμφωνα με τον Evans, τα γράμματα Η και Α, που έχουν χαραχθή επάνω στους σφονδύλους, εμπεριέχονται ανάμεσα στα πρώιμα σύμβολα πρωτογραφής, τα οποία είχε ήδη παρατηρήσει ο Sir Flienders Petrie επάνω στην κεραμεική, που ευρέθη στο Kahun, την συνοικία των κατασκευαστών των Αιγυπτιακών πυραμίδων!41 Στον πίνακα μάλιστα του Evans παρατηρούμε εκτός από τα γράμματα Α και Η, τα Ν, Ε, και Δ. Επί πλέον, παρατηρεί ο Evans, εμφανίζονται κάποιες ομοιότητες ακόμη και με την Κυπριακή γραφή, εφ’ οσον δυνάμεθα να διαβάσουμε το Η και ως Ι, δηλαδή το κυπριακό ve.42 Ταυτόχρονα επάνω στην επιφάνεια των σφονδύλων έχει χαραχθή και το κεφάλι ενός βοδιού, σαν ένα πρώιμο άλεφ, γεγονός, που κάνει τον Evans να αναρωτιέται στο Scripta Minoa I, πως είναι δυνατόν να προϋπάρχη το άλεφ, εφ’ οσον το ανεκάλυψαν οι Φοίνικες τον 10ο π.Χ. αιώνα!43 Διαβάζοντας τα λόγια του Sir Arthur Evans και βλέποντας τα αρχαιολογικά ευρήματα από την Φαιστό αναρωτιόμαστε κι εμείς με την σειρά μας:
Τελικά ήσαν οι Φοίνικες οι πρώτοι, που ανεκάλυψαν το Α και την αλφαβητική γραφή; Από την στιγμή, που δεν έχει ερευνηθή και αποκρυπτογραφηθή πλήρως η Κρητική ιερογλυφική γραφή, δεν δυνάμεθα να ομιλούμε για αλφαβητική γραφή. Υπάρχουν ομως οι ενδείξεις. Μία νέα ωστόσο Μινωική γραφή, η οποία διαφοροποιείται από την Κρητική Ιερογλυφική, εμφανίζεται γύρω στα 1750 π.Χ. και θα διατηρηθή μέχρι το 1450 π.Χ. Ενώ συνεχιζόταν η χρήσις της ιερογλυφικής γραφής κατά την πρώτη Νεοανακτορική φάσι, παράλληλα είχε εγκαινιασθή ήδη από το τέλος των Παλαιοανακτορικών χρόνων ένα γραμμικό συλλαβικό σύστημα, το όποιο στην πρώτη του μορφή εχαρακτηρίσθη ως πρωτογραμμικό.44 Τα εικονιστικά σημεία έχουν γίνει τώρα άπλα διαγράμματα και η φορά της γραφής είναι από τα αριστερά προς τα δεξιά.
Κεφ. 2

Οι Γραμμικές γραφές

Η Γραμμική ιερογλυφική ευρέθη χαραγμένη επάνω σε επιγραφές (πήλινες ράβδοι, δισκία, δέλτοι, σφαιρίδια), που συνώδευαν προφανώς τα ξύλινα κιβωτίδια, τα όποια περιείχαν τα πραγματικά έγγραφα, γραμμένα σε φθαρτή ύλη (περγαμηνή, πάπυρο, φύλλα φοινίκων).45 Από αυτήν την Πρωτογραμμική έχει άμεσα εξελίχθη το Γραμμικό σύστημα Α΄,46 από το όποιο ανεπτυχθη και στην Κύπρο η παλαιοτέρα Κυπρομινωική γραφή, που ακολούθησε κατόπιν ανεξάρτητη πορεία, κυρίως λόγω της διαφορετικής επιλογής του υλικού, όπως θα δούμε στην συνέχεια. Δεν είναι πάντοτε εύκολο να ξεχωρίση κανείς τα ιδεογράμματα από τα συλλαβογράμματα. Καθώς έχαράσσοντο επάνω στον άψητο πηλό με μυτερό εργαλείο τα σημάδια αυτά έγιναν σταδιακά όλο και πιο έπισεσυρμένα και τοιουτοτρόπως διεμορφώθη η πρωτογραμμική γραφή. Αυτή η μεταβολή υποδεικνύει προφανώς ότι ο κύριος τρόπος γραφής ήταν το μελάνι και συγκεκριμένα το μελάνι σουπιάς, όπως αποδεικνύει ένα κύπελλο από το Μουσείο Ηρακλείου, που φέρει σημεία της Γραμμικής Γραφής Α΄.47
Τα κυριώτερα αρχεία αυτής της γραφής ανεκαλύφθησαν στην έπαυλι της Αγίας Τριάδος και στο ανάκτορο του Ζάκρου. Το περιεχόμενο τους έχει συσχετισθή από αρκετούς ερευνητές με το λογιστικό περιεχόμενο της Γραμμικής Α΄, αλλά χωρίς να έχη καταφέρει κανείς να αποκρυπτογραφήση την γραφή. Πριν από έναν χρόνο ακριβώς, ο κ. Μήνας Δ. Τσικριτσής, καθηγητής πληροφορικής, έπορεύθη και αυτός στα βήματα του Ventris, προσεγγίζοντας την άποκρυπτογράφησι της Γραμμικής Α΄ γραφής μέσα από τις θετικές επιστήμες (Η/Υ, στατιστική, αλγόριθμοι). Ο ίδιος ο Ventris, μολονότι είχε φθάσει πολύ κοντά στην απόδειξι ότι και η Γραμμική Α΄ είναι Ελληνική δεν πρόλαβε να συγγράψη τα νέα του πορίσματα. Καθώς επέστρεφε σπίτι του αργά την νύκτα της 6ης Σεπτεμβρίου του 1956, το αυτοκίνητο του συνεκρούσθη με ένα φορτηγό κοντά στο Hatfield, με αποτέλεσμα τον ακαριαίο θάνατο του.48 Σαρανταπέντε χρόνια αργότερα βάσει αυτής της νεωτέρας μελέτης του Έλληνος επιστήμονος επιβεβαιώνεται ότι και η Γραμμική Α΄ είναι Ελληνική γραφή, η οποία περιέχει λογιστικά αρχεία. Ο καθηγητής Μηνάς Τσικριτσής με μαθηματικές αποδείξεις καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η γλώσσα, την οποία καταγράφει η Γραμμική Α΄, είναι μία πρώιμη αιολική διάλεκτος, που διατηρούσε κάποιον αρχαϊσμό. Φαίνεται μάλιστα ότι δεν ήταν ιδιαίτερα δύσκολη, εφ’ όσον οι γραφείς της έγραφαν με τον ίδιο τρόπο, που προέ-φεραν τις λέξεις.49
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΡΑΦΗ 7000 έτη ιστορίας
Κατά πόσον η Γραμμική Α΄, αλλά και ο Δίσκος της Φαιστού έχουν άποκρυπτογραφηθή σωστά, θα φανή στην πορεία του χρόνου. Άλλωστε και η θεωρία του Ventris είχε αμφισβητηθή από πολλούς μέχρις ότου κάποιο απόγευμα του Μαΐου του 1953, όταν ο ίδιος συγκινημένος έτηλεφώνησε στον Chadwick, με τρεμάμενη φωνή. Στα χέρια του κρατούσε μια επιστολή, που μόλις είχε λάβει από τον καθηγητή Biegen, τον ανασκαφέα της Πύλου:
Αγαπητε κύριε Ventris,
Από τότε που επέστρεψα στην Ελλάδα, έχω άσχοληθή πολύ με τις πινακίδες της Πύλου, ετοιμάζοντας τις για να φωτογραφηθούν. Σε μερικές από αυτές εφήρμοσα το δοκιμαστικό συλλαβάριό σας. Για να ενημερωθητε, έσωκλείω ένα αντίγραφο της πινακίδας Ρ641, που πιθανώς σας ενδιαφέρει. Προφανώς αναφέρει δοχεία, μερικά με τρία πόδια, μερικά με τέσσερεις λαβές, μερικά με τρία και άλλα χωρίς λαβές. Σύμφωνα με το σύστημα σας, η πρώτη λέξις διαβάζεται τι-ρι-πο-δε και επαναλαμβάνεται ως τι-ρι-πο (ενικός;). Μπροστά από το δοχείο με τις τέσσερεις λαβές υπάρχει η λέξις qε-τε-po-Fε, και από το δοχείο χωρίς λαβές η λέξις α-νο-Ρε. Όλα αυτά φαίνονται απίστευτα. Αποκλείεται αράγε η σύμπτωσις;
Με έκτίμησι Dr. Biegen
Είχαν περάσει 20 χρόνια από τότε που ένα 13χρονο αγόρι καθόταν ανάμεσα στους επισκέπτες της Βρεττανικής Ακαδημίας στο Λονδίνο για να παρακολούθηση την διάλεξι του γηραιού πλέον πατέρα της Μινωικής Αρχαιολογίας Sir Arthur Evans. Τότε το μικρό αγόρι άκουσε για πρώτη φορά ότι υπήρχε μία μυστηριώδης γραφή, που ίσως κάποτε να απεκάλυπτε στην ανθρωπότητα πολλά για τον χαμένο υψηλό πολιτισμό των προϊστορικών Κρητών. Ίσως ήδη από τότε να είχε γεννηθή μέσα του η επιθυμία της αποκρυπτογράφησε -ώς της. θα περνούσαν όμως άλλα 50 τουλάχιστον χρόνια από τότε που ο Arthur Evans έφερε για πρώτη φορά στο φως τις πινακίδες μέχρι την τελική άποκρυπτογράφησι της γραφής. Φαίνεται, ομως, ότι και ο ίδιος σ Evans είχε την πεποίθησι πως είχε ανακαλύψει τις ρίζες της Ελληνικής γραφής.
Αναφέρει στην πρώτη του μελέτη το 1901: «Από την συχνότητα των σημείων των πινακίδων αυτών φαίνεται καθαρά ότι πολλές από αυτές αναφέρονται σε λογαριασμούς της βασιλικής αποθήκης και του οπλοστασίου. Το δε γενικό θέμα πολλών πινακίδων φαίνεται από την εισαγωγή ενός η περισσοτέρων εικονιστικών σημείων. Έτσι, σε μια σειρά πινακίδων, που ευρέθησαν στο Δωμάτιο των Πινακίδων των Αρμάτων – εξ ου και το όνομα του – παρατηρούμε το σχήμα του χαρακτηριστικού μυκηναϊκού άρματος, ενός κεφαλιού αλόγου και κάτι, που φαίνεται σαν θώρακας… Έκτος αυτών παρατηρούμε και ανθρώπινες μορφές, πιθανώς δούλους, σπίτια η αχυρώνες, χοίρους, κούκλες καλαμποκιού, διάφορα δένδρα, άνθη κρόκου και πήλινα αγγεία διαφόρων σχημάτων… Προς το παρόν το διαθέσιμο υλικό δεν είναι αρκετό, ώστε να επιτρέψη μία πλήρη συγκριτική άνάλυσι. Δυνάμεθα όμως να κάνουμε μερικές γενικές παρατηρήσεις. Από τα έβδομήκοντα περίπου γραμμικά σημεία η γράμματα, που χρησιμοποιούνται, δέκα είναι σχεδόν όμοια με σημεία του Κυπριακού συλλαβαρίου και άλλα τόσα παρουσιάζουν ομοιότητες με μεταγενέστερα Ελληνική γράμματα. Οι λέξεις των πινακιδίων μερικές φορές χωρίζονται με κάθετες γραμμές και από τον μέσο αριθμό γραμμάτων, που περιέχουν, συμπεραίνουμε ότι τα σημεία έχουν πιθανώς συλλαβική αξία. Η φορά της γραφής όλων ανεξαιρέτως των επιγραφών είναι από τα αριστερά προς τα δεξιά.50
Διαβάζοντας τις παρατηρήσεις του Arthur Evans, διαπιστώνουμε τελικά ότι ο προβληματισμός, επάνω στον όποιο θα εργαζόταν σ Ventris σαράντα (40) χρόνια αργότερα, είχε ήδη τεθή. Χρειαζόταν όμως ακόμη αρκετή δουλειά. Πολύτιμη αρωγός στο εγχείρημα του ήταν η έρευνα της Αμερικανίδας αρχαιολόγου Alice Kober, η οποία προσεπάθησε να ανακάλυψη την φύσι της γλώσσας από την γραφή, ξεχωρίζοντας τα γένη, τους αριθμούς και τις κλίσεις των ονομάτων, που είχαν καταγραφή στις πινακίδες (Τριάδες Kober).51
Δυστυχώς δεν έζησε αρκετά, ώστε να δη την θεωρία της να έπαληθεύη. Επάνω σε αυτόν τον προβληματισμό της αρχαιολόγου Alice Kober, την οποία ελάχιστοι επιστήμονες σήμερα θυμούνται, όταν άναφέρω-νται στην άποκρυπτογράφησι της Γραμμικής Β΄, κατέστρωσε και ο Ventris την έσχάρα του. Η εσχάρα απετελείτο από συλλαβογράμματα, που αντιπροσώπευαν συλλαβές με ένα φωνήεν η με σύμφωνο και φωνήεν, ταξινομημένες σε στήλες κάθετες όσες είχαν το ϊδιο φωνήεν, οριζόντιες οσες είχαν το ϊδιο σύμφωνο αλλά διαφορετικό φωνήεν. Βασική προϋπόθεσις, η οποία και ελήφθη υπ’ όψιν, ήταν ότι η γλώσσα των κειμένων ήταν η Ελληνική. Έτσι έγιναν οι πρώτες παρατηρήσεις αναφορικά με τις πτώσεις και τα γένη. Πολύτιμο στοιχείο για την έπαλήθευσι των παρατηρήσεων ήσαν τα ίδια τα ιδεογράμματα, που συνώδευαν ενίοτε τις λέξεις προσδιορίζοντας τις. Κατάφερε έτσι ο Ventris τον σχηματισμό συλλαβών, που είχαν φωνητική αξία. Έπειτα από την άντικατάστασί τους στα κείμενα, ώδήγησαν με ένα είδος αλυσιδωτών αντιδράσεων σε άλλες συλλαβές. Η τοποθέτησίς τους στην έσχάρα προσδιώρισε αυτομάτως πολλές άλλες συλλαβές, στην αρχή υποθετικά, έπειτα ομως με μεγαλύτερη βεβαιότητα.52
Μία βεβαιότητα, που επισφραγίσθηκε με την επιστολή του Biegen προς τον Ventris, αναφορικά με την πινακίδα ΡΥ Τα 641, και έκανε τον Chadwick να πη επτά χρόνια (1961) αργότερα: «Όλοι οι Έλληνες πρέπει να σέβωνται το κομμάτι αυτό του μαυρισμένου πηλού, διότι αυτό κατ’ εξοχήν έπεισε τον κόσμο ότι οι δημιουργήσαντες τον Μυκηναϊκό πολιτισμό ήσαν Έλληνες! Οι σημερινοί Έλληνες μπορούν να αισθάνωνται υπερήφανοι για τον αρχαιότατο προγονό τους που επενόησε με την βοήθεια της Κρητικής γραφής την πρώτη Ελληνική Γραφή. Είμαι πολύ ευτυχής, που είχα την τύχη να παίξω έναν μικρό ρόλο σε αυτήν την ιστορία. Την αφιερώνω τώρα στους Έλληνες φίλους μου με την ελπίδα ότι θα προτρέψη και άλλους αρχαιολόγους να ασχοληθούν με την ανακαλυψι θησαυρών, οι όποιοι κρύβονται στο αγαπημένο Ελληνικό χώμα, καθώς και άλλους επιστήμονες να ασχοληθούν με μελέτες, που θα έχουν σκοπό την λεπτομερή διασαφήνισι της γλώσσας και της ιστορίας των Ελλήνων, των σκαπανέων του Ελληνικού πολιτισμού».
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΡΑΦΗ 7000 έτη ιστορίας
Ο Chadwick θεωρούσε λοιπόν πως η Γραμμική Β΄ αποτελούσε εξέλιξι της Κρητικής γραφής. Αν και η άποψις αυτή δεν εθεωρείτο κάποτε ικανοποιητική, τα τελευταία χρόνια η επιστημονική κοινότητα έχει επαναπροσδιορίσει τις θέσεις της. Το 1996 σ καθηγητής Χρ. Ντούμας ανέφερε σε Διεθνές Συνέδριο για την Ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας και γραφής, που έγινε στο Ohlstadt της Γερμανίας: «Ήθελα να παρατηρήσω ότι σαν ομιλητής αυτής της γλώσσας, της Ελληνικής, με εντυπωσιάζει ότι στα κείμενα των μέσων περίπου της 2ας χιλιετίας π.Χ. στις πινακίδες η λίγο μετά, έχουμε λέξεις, ονόματα, που παρουσιάζουν μεγάλη πλαστικότητα: κλίνονται, έχουν πάρα πολλές πτώσεις. Αυτό σημαίνει ότι έχουν περάσει μια διαδικασία αρκετών αιώνων, ώσπου να φθάσουν σε αυτήν την πλαστικότητα». Και σε άλλο σημείο τονίζει σχετικά με τις λέξεις, οι όποιες αναφέρονται στον τομέα της εργασίας και της ναυπηγικής και έχουν καταγραφή στις πινακίδες της Γραμμικής Β΄: «Από τα αρχαιολογικά στοιχεία γνωρίζουμε ότι η διαδικασία για τον καταμερισμό της εργασίας άρχισε ακόμη προς το τέλος της Νεολιθικής, αλλά πλέον με πολύ γοργούς ρυθμούς, στην Πρώιμη Εποχή του Χαλκού, δηλ. στην 3η χιλιετία. Αναρωτιέμαι λοιπόν, μήπως όλη αυτή η εξέλιξις, που προδίδουν στην γλώσσα οι πινακίδες και ο καταμερισμός της εργασίας, η οποία έχει προηγηθή πάρα πολλούς αιώνες πριν, μπορούν να συσχετισθούν». Και αναφορικά με τα μέρη του πλοίου λέει: «Η δραστηριότητα, η ενασχόλησις με την θάλασσα από τους κατοίκους του Αιγαίου ανάγεται στην 7η η στην 8η χιλιετία π.Χ. Ήδη στην 3η χιλιετία π.Χ. ξέρουμε πάρα πολύ καλά καί το είδος των πλοίων, που την διέσχιζαν. Συ-νεπώς θα πρέπει να σκεφθή κανείς μήπως και η ορολογία των μερών του πλοίου έχει κι αυτή κάποιες παλαιές ρίζες. Είναι περίεργο ότι, ενώ η Ελληνική γλώσσα θεωρείται ινδογερμανική/ίνδοευρωπαϊκή, δεν έχει καθόλου την ινδογερμανική ρίζα για την θάλασσα, mar, ενώ ο πολιτισμός των λαών, που έζησαν εκεί είναι κατ’ εξοχήν θαλασσινός. Αντίθετα, από την λέξι αλς, η οποία επίσης σημαίνει θάλασσα, έχουμε εκατοντάδες λέξεων, επιθέτων, παραγώγων η συνθέτων, ακόμη και στην μυκηναϊκή γραφή. Και μια τελευταία παρατήρησις: μου έχει κάνει έντύπωσι όλα τα χρόνια, που προσπαθώ να βρω, να ερμηνεύσω τον ελληνικό πολιτισμό μέσα από την γλώσσα, το μεγάλο πλήθος των υποθετικών ριζών της ινδοευρωπαϊκής. Περίπου το 80% η 90% έχουν αστερίσκο, που σημαίνει δεν υπάρχουν».53
Όμοιοτρόπως ο καθηγητής Γ. Μπαμπινιώτης στην Έκθεσι της Ιστορίας της Γραφής, που διωργανώθηκε από το Πανεπιστήμιο Αθηνών, ετόνισε τόσο για τα κρητικά ιερογλυφικά, οσο και για την Γραμμική Α΄: «Πιστεύω ότι το πιο φυσικό και αναμενόμενο θα ήταν ότι επιγραφές – για την ακρίβεια πήλινες πινακίδες – του ελλαδικού χώρου και των ελληνικών χρόνων να περιέχουν και ελληνικά κείμενα».54
Η αλήθεια είναι ότι ενστάσεις θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν, εφ’ όσον η ακριβής χρονολογία κατά την οποία η Γραμμική Α΄ έδωσε την θέσι της στην Γραμμική Β΄ δεν έχει ακόμη καθορισθή. Μερικοί υποθέτουν ότι ένω η Γραμμική Β΄ είχε ήδη είσαχθή στην Κνωσό, η Γραμμική Α΄ εξακολουθούσε να χρησιμοποιήται στην Φαιστό. Συγκριτική ωστόσο χρονολόγησις με αρχαιολογικά στοιχεία δεν μπορεί να γίνη με την ακρίβεια, η οποία απαιτείται. Δεν πρέπει να φαίνεται καθόλου απίστευτο, ότι οι δύο γραφές συνυπήρχαν, αλλά προς το παρόν είναι μία ύπόθεσις, η οποία δεν μπορεί ακόμη να έλεγχθή. Μόνον από τις ενδείξεις, που έχουμε προς το παρόν στην διάθεσί μας, μπορούμε να πουμε ότι η Γραμμική Α΄ εξέλιπε περί το 1450 π.Χ. Άλλωστε και η σχέσις μεταξύ των δύο συστημάτων είναι ασαφής. Ούτε πρόκειται απλώς περί εξελίξεως των πρώτων εικονιστικών σημείων σε απλούστερα και ευκολώτερα σχήματα, όπως υπεστήριξε ο G. Pugliese Caratelli (1945) συγκρίνοντας την μετάβασι από την Γοτθική στην Λατινική γραφή. Και αυτό, διότι μερικά σημεία της Γραμμικής Α΄ είναι πιο απλά από τα αντίστοιχα τους σημεία της Γραμμικής Β΄.
Ο Evans υπέθεσε ότι η Γραμμική Β΄ ήταν ένα είδος βασιλικής ορθογραφίας, η οποία ανε-πτύχθη από τους γραφείς του ανακτόρου και επομένως εχρησιμοποιήθη μόνο στην Κνωσό. Η θεωρία αυτή, όμως, διεψεύσθη από την ανακάλυψι των πινακίδων της Γραμμικής Β΄ στην Ηπειρωτική Ελλάδα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το ώργανωμένο σύστημα συμβόλων επάνω σε αγγεία της Εποχής του Χαλκού, που ευρέθησαν στους Γόννους και την Κυπάρισσο της Θεσσαλίας η οι πινακίδες από την Θήβα, που έφερε στο φως η σκαπάνη του Β. Άραβαντινού.55 Μήπως τελικά πρόκειται για δύο διαφορετικές διαλέκτους της ίδιας γλώσσης, οπως αποδεικνύεται από τις αποκρυπτογραφήσεις; Σύμφωνα με τον Μ. Τσικριτσή, η Γραμμική Α΄ ανταποκρίνεται σε μία αιολική διάλεκτο, ένω η Γραμμική Β΄ στην δωρική, στοιχεία της οποίας έχει εντοπίσει η κ. Έφη Πολυγιαννάκη ήδη στον Δίσκο της Φαιστού.56
Δίσκος Φαιστού
Ίσως από την άλλη η χρονολογική έπίλυσις της ενάρξεως της Γραμμικής Β΄ και ο τόπος οπου αυτή εγεννήθη να έλυνε το πρόβλημα της εξελίξεως της από την Γραμμική Α΄. Μία πρότασις είναι να στραφούμε στην περιοχή της Κύπρου. Την εποχή του χαλκού μια συγγενής γραφή, η Κυπρομινωϊκή, ήταν επίσης γνωστή στο νησί της Αφροδίτης. Το πιο σπουδαίο κέντρο αυτής της περιόδου είναι η πόλις Έγκωμη στην ανατολική ακτή της νήσου. Εδώ ευρέθη ένα μικρό τμήμα μιας πινακίδας, που ανάγεται στις αρχές του 16ου π.Χ. αϊ. Εάν ο υπολογισμός είναι σωστός, τότε η Κυπρομινωϊκή είναι παλαιοτέρα της Γραμμικής Β΄. Τα σημεία της διαφέρουν από τα σημεία των άλλων Μινωικών γραφών, αλλά παρουσιάζουν μερικές ομοιότητες με σημεία της Γραμμικής Α΄. Σύμφωνα με τους Evans, Sundwall, Daniel, και Furumark, η Κυπρομινωϊκή γραφή προήλθε από την Γραμμική Α΄. Ένα είδος γραφής, που μοιάζει με την Κυπρομινωϊκή, αλλά και που εύκολα διακρίνεται από αυτήν, ανεκαλύφθη το 1960 στην αρχαία πόλι Ουγκαρίτ, στην σημερινή Ras-Samra, στις ακτές της Συρίας. Δίπλα στην κοινωνία της Ουγκαρίτ, η οποία σύμφωνα με ωρισμένους μελετητές εχρήσιμοποιούσε ένα ιδιότυπο σφηνοειδές αλφάβητο για να γραφή την δική της σημιτική (;) γλώσσα, υπήρχε μία Κυπριακή αποικία, που εχρησιμοποιούσε την γραφή της Μητροπόλεως της, ήδη από το 1600-1100 η 1050 π.Χ.57 Φαίνεται ότι η γένεσις της Ελληνικής γραφής ζυμώθηκε σε αυτά τα εδάφη. Το 1964 οι ανασκαφές στην περιοχή Deir Alla της Ιορδανίας έφεραν στο φως ανάμεσα σε αλλά ευρήματα επιγραφές, οι οποίες εθεωρήθησαν Φιλισταιϊκές, επειδή θύμιζαν έντονα την Γραμμική Β΄ του Αιγαιακού κόσμου.
Σύμφωνα με τον Trude Dothan, διευθυντή του Αρχαιολογικού Ινστιτούτου στο Εβραϊκό Πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ, πολλοί υπέθεσαν τότε ότι οι Φιλισταίοι έφεραν μαζί τους, στα εδάφη, οπου μετανάστευσαν, την αιγαιακή κληρονομιά τους. Η ιδέα ήταν ελκυστική, αλλά απερρίφθη από τον Trude Dothan, εφ’ όσον οχι μόνον οι πινακίδες δεν είχαν αποκρυπτογραφηθή, αλλά κυρίως επειδή αυτή η γραφή εξαφανίσθηκε τον 11ο περίπου π.Χ. αι., όταν ο κόσμος του Αιγαίου εισήλθε στην περίοδο του αναλφαβητισμού, που είναι συνώνυμη με τους Σκοτεινούς Αιώνες!58 Ως απόδειξι των λεγομένων του ο καθηγητής Trude Dothan επικαλείται δύο σφραγίδες με Κυπρομυκήναϊκή της Υστέρας Εποχής του Χαλκού (1300-1100 π.Χ.), οι οποίες ευρέθησαν στο Ashdod και δεν έχουν ακόμη αποκρυπτογραφηθή. Αλλά και η ίδια η γλώσσα των Φιλισταίων παραμένει ακατανόητη. Εθεώρησε λοιπόν ότι οι Κρήτες-Φιλισταίοι της περιοχής υιοθέτησαν αργότερα τον Χαναανιτικό πολιτισμό και την γλώσσα του. Και όμως οι νεώτερες έρευνες Ελλήνων και Εβραίων αρχαιολόγων στην περιοχή της Ιορδανίας και της Παλαιστίνης φέρνουν στο φως όλο και περισσότερα ευρήματα της Κρητομυκηναίκής κληρονομιάς στην περιοχή.
Αγνοώντας τα νεώτερα στοιχεία, η παλαιότερη έρευνα διετύπωσε το επιχείρημα ότι η γλώσσα της Γραμμικής Β΄ δύσκολα θα μπορούσε να θεωρηθή Ελληνική, εφ’ όσον προφανώς είχε δεχθή μέσω της Κύπρου επιδράσεις από τα παράλια της Φοινίκης, και άρα της σημιτικής γλώσσας. Το αυτό υπεστηρίχθη και για την Κυπριακή. Βασικό επιχείρημα στην ανάπτυξι αυτής της θεωρίας ήταν ότι στην Κύπρο οι πινακίδες ήσαν ψημένες, όπως οι Βαβυλωνιακές και όχι άψητες όπως οι μυκηναϊκές. Το υλικό της γραφής ωδήγησε προφανώς καί τους Κυπρίους στην διαμόρφωσι μιας σφηνοειδούς γραφής. Αν σε μία κοινωνία χρησιμοποιούσαν αποκλειστικά πηλό για την γραφή αυτή, δεν θα την διατηρούσαν στην μορφή αυτή επί πολύ καιρό. Η γραφή διετήρησε την μορφή της στην Ελλάδα, επειδή στα μέρη αυτά χρησιμοποιούσαν ίσως και κάποιο άλλο υλικό στην θέσι του πηλού, επάνω στο οποίο έγραφαν με πέννα η πινέλλο, χρησιμοποιώντας την μελάνη της σουπιάς. Η θεωρία αυτή επιβεβαιώθηκε πριν από λίγα χρόνια με την άνακάλυψι του αρχαιοτέρου τετραδίου του κόσμου. Οι έρευνες, οι όποιες επραγματοποιήθησαν από το Ινστιτούτο Ναυτικής Αρχαιολογίας κατά τα έτη 1984-1994, στο μυκηναϊκό ναυάγιο του Ουλουμπουρούν, στην αρχαία Αντίφελλο απέναντι από το Καστελλόριζο (σημ. Κάς Τουρκίας) έφεραν στο φως ανάμεσα σε άλλα πολύτιμα ευρήματα το αρχαιότερο βιβλίο του κόσμου, όπως εχαρακτηρίσθη τότε. Το βιβλίο η τετράδιο απετελείτο από δύο ξύλινα πτυσσόμενα φύλλα ενωμένα με ελεφαντοστέϊνους αρμούς. Οϊ εσωτερικές επιφάνειες των φύλλων δημιουργούν κοιλότητες με ορθογώνιο περιχείλωμα, γεγονός που υποδεικνύει ότι εγεμίζοντο με κάποιο άλλο υλικό, προφανώς κερί, επάνω στο όποιο θα έσκάλιζαν η θα έχάρασσαν τα γράμματα. Άλλωστε και ο καθηγητής Αγαπητός Τσοπανάκης ερμηνεύει την ομηρική φράσι «γράψας εν πινάκι πτυκτώ… σήματα λυγρά» τοιουτοτρόπως.
Ο πίνακας θα ήταν αλειμμένος με κερί η άλλο υλικό, επάνω στο όποιο θα μπορούσε ένα οξύ εργαλείο να χάραξη σημάδια.59 Σύμφωνα με τον Τούρκο καθηγητή Kemal Pulak, επίκουρο καθηγητή Ανθρωπολογίας στο Ινστιτούτο Αρχαίας Ναυπηγικής του Πανεπιστημίου του Τέξας: οι πινακίδες αντιπροσωπεύουν τα πρωίμώτερα δείγματα τέτοιου τύπου πινακίδων και μπορούν να μας οδηγήσουν στην σκέψι ότι η γραφή ήταν περισσότερο διαδεδομένη από ό,τι έπιστεύαμε μέχρι σήμερα…
Η ανακάλυψις αλειμμένων με κερί ξύλινων πινακίδων γραφής, αποδεικνύει ότι η σχετική αναφορά από τον Όμηρο δεν ήταν αναχρονισμός».60 Σύμφωνα μάλιστα με τότε δημοσίευμα της εφημερίδος Ελευθεροτυπίας, που επεμελήθησαν οι Ν. Βαρδιάμπασης, Χρ. Ι. Πιττερός, Γ. Σακελλαράκης, Δ. Θεοφανοπούλου-Κόντου, Ι. Κ. Προμπονάς και Α. Μαζαράκης-Αίνιάν, στο ένα άκρο του «βιβλίου» σώζονται τρία σημεία της Γραμμικής Α΄.61 Το στοιχείο αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό, διότι πριν από δύο χρόνια Έλληνες δυστυχώς επιστήμονες άρχισαν να αμφισβητούν την καταγωγή του ναυαγίου γράφοντας ότι το πλοίο είχε ξεκινήσει από τις Συροπαλαιστινιακές ακτές και θεωρώντας το ανατολικής προελεύσεως.62 Την ίδια στιγμή κατά την οποία το περιεχόμενο του πλοίου του 14ου η 13ου π.Χ. αι. έμοιαζε να είκονογραφή τους λογιστικούς και οικονομικούς μυκηναϊκούς καταλόγους. Ανάμεσα στα ευρήματα περιελαμβάνοντο ρητίνη τερεβίνθου, τάλαντα ύαλόπαστας τυρκουάζ και μωβ, αιγυπτιακός έβενος, αυγά στρουθοκαμήλου, ελεφαντοστό, κυπριακά αγγεία, χαναανιτικοί αμφορείς, σκαραβαίοι, χάνδρες από γυαλί, αχάτη, φαγεντιανή, κεχριμπάρι, δύο πυξίδες σε σχήμα πάπιας, καβούκι χελώνας, ίσως για την κατασκευή μιας λύρας τύπου χέλυος, ελιές, σταφύλια, ρόδια, κύμινο, κορίανδρος, σιτάρι, κριθάρι, ένας πίθος γεμάτος ελαιόλαδο, ήλεκτρο από την Βαλτική, χάλκινα ξίφη μυκηναϊκού και συριακού τύπου. Και αν ακόμα δεν έχετε πεισθή για την καταγωγή και προέλευσι του πλοίου, αναφέρουμε ότι το κύριο φορτίο του πλοίου ήταν κυπριακός χαλκός σε τάλαντα βάρους 10 τόννων και 1 τόνος κασσιτέρου.
Υπήρχαν δηλαδή μέταλλα σε αναλογία 10/1, με άλλα λόγια η ακριβής αναλογία σε περιεκτικότητα μετάλλων των ορειχάλκινων μυκηναϊκών οπλών.63 Το σπουδαιότερο εύρημα όμως εξακολουθεί να είναι το πτυκτό πινάκιο, οχι μόνον διότι επιβεβαιώνει την Ομηρική παράδοσι,64 αλλά και διότι επαληθεύει τους ισχυρισμούς του Chadwick σχετικά με την ονομασία των γραφέων στην προϊστορική Κρήτη. Σύμφωνα με τον καθηγητή Ι. Προμπονά, ασφαλώς και θα υπήρχαν ειδικοί υπάλληλοι επιφορτισμένοι με την τήρησι των λογιστικών βιβλίων των Μυκηναϊκών ανακτόρων. Επρόκειτο μάλιστα για ανακτορικούς γραφείς, οι όποιοι εξεπαιδεύοντο σε σχολεία, όπως αποδεικνύει η μεγάλη ομοιότητα του τρόπου συντάξεως των πινακίδων και της γλώσσας, που εχρησιμοποιείται. Πως απεκαλούντο άρα γε αυτοί οι ειδικοί γραμματείς των ανακτόρων; Αναζητώντας και μην ευρίσκοντας τον παραδοσιακό όρο γραφεύς η το ρήμα γράφω65 στις πινακίδες της Γραμμικής Β΄, ο Chadwick εστράφη στους Κυπρίους της κλασικής περιόδου, οι οποίοι χρησιμοποιούσαν το ρήμα αλίνω συνώνυμο του ζωγραφίζω. Αν οι συντηρητικοί Κύπριοι λοιπόν είχαν διατηρήσει αυτό το ρήμα, τότε θα έπρεπε να ψάξουμε για μια παρόμοια ρίζα και στην Μυκηναϊκή διάλεκτο.
Και πράγματι, σε μία περίπτωσι ευρίσκουμε κάποιους ανθρώπους με παρόμοιο επάγγελμα να χαρακτηρίζωνται ως αλοιφοί η αλείπται, δηλαδή «ζωγράφοι» και οχι «γραφείς». Μία συνήθεια, η οποία θα έπεβίωνε στην Ελληνική γλώσσα μέχρι και τους Μεταβυζαντινούς χρόνους στα έργα των Επτανησίων και Κρητών ζωγράφων: Δομήνικος έποίησεν η έγραψεν. Άλλωστε ο Όμηρος χρησιμοποιεί το ρήμα γράφω με την έννοια του χαράσσω και του κόβω.66 Εάν δεχθούμε λοιπόν ότι υπήρχε κάποιο άλλο είδος γραφίδας, άρα ήταν διαφορετικός και ο όρος με τον όποιο έδηλούτο η ενέργεια. Επί πλέον στα μυκηναϊκά κείμενα διασώζεται ακόμη μία έννοια, που ίσως ανταποκρίνεται σε αυτόν τον κλάδο: di-pte-ra-po-ro, διφθεραφόρος. Απεκαλούντο αρά γε έτσι αυτοί, οι όποιοι μετέφεραν τα δέρματα ή και αυτοί οι οποίοι έγραφαν επάνω σε αυτά τα προϊστορικά τεφτέρια (αρχ. διφθέρες);67 Ίσως και να μην μάθουμε ποτέ. Γενικά φαίνεται ότι οι Μυκηναίοι δεν εθεωρούσαν και τόσο σπουδαίο το επάγγελμα του γραφέως, όπως οι Αιγύπτιοι, που το είχαν θεοποιήσει.
Οι γραφείς στην Αρχαία Αιγυπτιακή κοινωνία ήταν μια εξέχουσα τάξις επαγγελματιών. Αυτήν την εξέχουσα ταξί συμβολίζουν και τα γνωστά αγάλματα των γραφέων, που παριστάνονται σε όκλάζουσα στάσι με έναν ανοιγμένο πάπυρο πάνω στα σκέλη τους. Η γραφή ήταν ένα επάγγελμα για λίγους. Δεν επιτρεπόταν στον λαό να μιανη τα θεία λόγια. Μήπως αυτή η μη έντονη προβολή του επαγγέλματος του γραφέως στην Μινωική και Μυκηναϊκή Ελλάδα, υποδεικνύει ακριβώς και το μικρό ποσοστό των αναλφάβητων, που υπήρχαν; Ίσως έτσι να έξηγήται ακόμη και η πρόοδος στον τομέα της γλώσσας, μιας γλώσσας, που διαρκώς εξελίσσεται ανάλογα με τις ανάγκες της κάθε εποχής. Φθάνουμε έτσι στον 14ο π.Χ. αϊ. να έχουμε διαμορφώσει οχι μόνο γραμματική (κλίσεις, γένη, αριθμοί), αλλά και συντακτικό.
Στην Κύπρο ομως φαίνεται ότι η εξέλιξις ήταν βραδύτερη, ϊσως επειδή χρησιμοποιούσαν κυρίως πηλό. Με μιαν οχι και τόσο αιχμηρή γραφίδα, το χάραγμα γίνεται γρηγορώτερο και τα σημεία μικρότερα, μια σπουδαία οικονομία, οταν σκεφθή κανείς πόσο ογκώδης είναι ο πηλός. Γι’ αυτό παρατηρείται ανάλογη τρο-ποποίησις στην εξέλιξι της σφηνοειδούς γραφής και στην Βαβυλώνα. Οι αρχικοί χαρακτήρες, που είναι ευδιάκριτα ιδεογράμματα, αργότερα γίνονται τυποποιημένα σχήματα αποτελούμενα από τρία μόνο σφηνοειδή αποτυπώματα. Με την θεωρία της αλλαγής της γραφικής ύλης φαίνεται να σύμφωνη και το γεγονός ότι στην Κύπρο έψηναν τις πήλινες πινακίδες και δεν τις ξέραιναν στον ήλιο μόνο, όπως γινόταν στις υπόλοιπες περιοχές της Ελλάδος.
Οι Μυκηναίοι στην Ελλάδα, αφού έδιδαν σχήμα στον πηλό, τον εχάρασαν και τον άφηναν να ξεραθή. Μέσα σε λίγες ώρες, ιδιαιτέρως το καλοκαίρι, οι πινακίδες ήσαν αρκετά σκληρές, ώστε να μπορούν να αποθηκευθούν, χωρίς να ύπάρχη η δυνατότητα να προστεθή άλλο κείμενο. Η πυρκαϊά, που ξέσπασε στα ανάκτορα τον 15ο (;) π.Χ. αι., εβοήθησε στο ψήσιμο και αρά στην διατήρησί τους. Κάποιες από τις πινακίδες ομως έγιναν με την πάροδο του χρόνου πολύ σαθρές. Κάποτε λοιπόν και ο ίδιος ο Evans, έδοκίμασε μία δυσάρεστη έκπληξι. Ένα βράδυ άφησε μια σειρά πινακίδων, που μόλις είχε φέρει στο φως σε μία αποθήκη. Όλη την νύκτα έπεφτε ασταμάτητη βροχή. Στην οροφή της αποθήκης υπήρχαν κάποια ανοίγματα, με αποτέλεσμα να πέραση μέσα η βροχή και οι πινακίδες να γίνουν λάσπη. Όμοιοτρόπως έπρατταν προφανώς και οι Μυκηναίοι γραφείς, οι όποιοι ξαναχρησιμοποιούσαν τις πινακίδες λιώνοντας τον πηλό μέσα σε δοχεία με νερό. Βέβαια αυτή η τακτική των άοπτων πινακίδων στην συγκεκριμένη περίπτωσι εξυπηρετούσε και έναν άλλο πιο πρακτικό σκοπό, την οικονομία χώρου στα αχανή λογιστικά αρχεία των Μυκηναϊκών ανακτόρων.
Ωρισμένοι ερευνητές, παρ’ όλα αυτά, κρίνουν τα δεδομένα επιφανειακά και ακόπως καταλήγουν στο συμπέρασμα περί ανατολικής προελεύσεως της Ελληνικής γραφής. Τα πράγματα ομως είναι πολύ πιο πολύπλοκα. Σε όλες τις πόλεις που εύρίσκοντο στα παράλια της Φοινίκης ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένος ο θρύλος του βασιλέως Κερέτ ή Κρετ, ο οποίος εθεωρείτο και ο μυθικός ιδρυτής της Φοινίκης. Το 1936, ο Claude F. A. Schaeffer εδημοσίευσε στα πρακτικά των ανασκαφών του από την αποστολή στην Ras-Shamra, τρεις πινακίδες γραμμένες σε σφηνοειδή γραφή, οι οποίες αναφέρονται σε αυτόν τον θρύλο του βασιλέως Κερέτ.68 Στο πρώτο μέρος της πινακίδας Α΄, στους στίχους 39-41 αναφέρεται: Πατήρ του Κερέτ είναι ο θεός Ελ. Ο Ελ είναι γνωστός και ως πατήρ της ανθρωπότητας. Ωστόσο παρά τις διαβεβαιώσεις του πατρός του, ο Κερέτ ανησυχεί τόσο για την έκβασι του πολεμικού αγώνος, τον όποιο ετοιμάζει όσο και για το μέλλον της φυλής του. Γι’ αυτό στο δεύτερο μέρος της πινακίδος, ο Κερέτ παρουσιάζεται να ανεβαίνη επάνω στην κορυφή ενός ανακτόρου για να προσφέρη θυσία στον θεό Sor-ΕΙ, στον θεό ταύρο και στον Βάαλ. Ζητεί την νίκη των κατοίκων της Σιδώνος κατά των εχθρών τους.
Η ιστορία του Κερέτ και τα λατρευτικά έθιμα, που εφαρμόζει στην περιοχή της Σιδώνος, μας θυμίζουν ασφαλώς τις τελετουργίες των Μινωικών ανακτόρων, αλλά και των Σουμερίων επάνω στα Ζιγκουράτ, τις βαθμιδωτές πυραμίδες της Ουρ. Ο Claude F. A. Schaeffer προσεπάθησε να λύση τον γρίφο του θρύλου ετυμολογώντας το ίδιο το όνομα του Κερέτ. Αναφέρει λοιπόν: «Προσπαθώντας να ερμηνεύσουμε το όνομα του Κερέτ στα Εβραϊκά από την λέξι Krt, δεν βγαίνει κανένα νόημα, ακόμη και αν την διαβάσουμε ως Kφret, εφ’ όσον σημαίνει κόπτω, σκοτώνω τον εχθρό. Το αντίθετο συμβαίνει, εάν το μεταφράσουμε βάσει των Ελληνικών και το συνδέσουμε με την Μινωική θρησκεία (Κέρατος, δηλαδή Μίνως < μηνίσκος, πρβλ. μηνοειδή δίσκο Σελήνης U η κέρατα U)». Αναζητώντας κάποια λύσι στον προβληματισμό του, ο Claude F. A. Schaeffer εστράφη στην Παλαιά Διαθήκη, οπου περιέργως το όνομα δεν απαντάται. Το συνέδεσε λοιπόν με δύο άλλα Εθνικά επίθετα, τα όποια εμφανίζονται στην Άγια Γραφή, το Kerιty και Kerιtym, που μας παραπέμπουν σε δύο τόπους του Negeb, το Nιgeb-hak-Kerιty και το Nιgeb-Kaleb. Oι σχολιαστές της Αγίας Γραφής έχουν μεταφράσει την περιοχή του Nιgeb-hak-Kerιty ως το Κρητικό Nιgeb.
Oι αρχαιολογικές ανασκαφές στην περιοχή έχουν πράγματι αποδείξει ότι υπήρχε κάποτε εκεί Μινωική αποικία, η ανάμνησις της οποίας διεσώθη σε αυτό το τοπωνύμιο ως τους ιστορικούς χρόνους. Σε αυτήν την περιοχή έγκατεστάθησαν αργότερα και οι Φοίνικες. Πράγματι, o Rene Dussand, μελετώντας τα Χιττιτικά αρχεία της Ουγκαρίτ, βρήκε στα κείμενα της Ras-Shamra (RHR, 1933, II, Ρ, 33) μία πληροφορία, που επιβεβαιώνει τα λεγόμενα του Ηροδότου ότι οι Φοίνικες ζούσαν αρχικά στα παράλια της Ερυθράς θαλάσσης. Τα αρχαιολογικά ευρήματα αποκαλύπτουν ότι οι Φοίνικες είχαν αρχικά έγκατασταθή στην περιοχή του Negeb και γύρω από τον κόλπο του Έλάθ η Έλάδ, την περιοχή την οποία οι Εβραίοι αποκαλούν μέχρι σήμερα Έλιάδ.69 Ακόμη, όμως, και ο ίδιος o Claude F. A. Schaeffer μοιάζει να αμφιβάλη για το συμπέρασμα εις το όποιο καταλήγει γράφοντας τελικά ότι ο Κερέτ δεν έλκει το όνομα του από την Μινωική Κρήτη, αλλά είναι ένας Σιδώνιος ήρωας.
Από την περιοχή της Σιδώνος, την μητρόπολι των Φοινίκων, προήλθε και το ίδιο το όνομα των Φοινίκων, σύμφωνα με μία εκδοχή, που προτείνει ο Stanislav Segert. Η δε γλώσσα τους φαίνεται να προέρχεται από την περιοχή του Dor (Δωρ;) και του Akko, στην Βόρειο Παλαιστίνη, μέσω της Τύρου και της Σιδώνος!70 Και ομως τόσο η επίλυσις της γενέσεως της Γραμμικής Β΄, όσο και του ιδίου του αλφαβήτου τελικά κρύβεται στην περιοχή του Nιgeb-hak-Kerιty. Η απάντησις στο ερώτημα για ποιο λόγο εγεννήθη εκεί είναι απλή. Οι επικοινωνιακές ανάγκες που δημιουργεί το ίδιο το εμπόριο πρέπει να ωδήγησαν τελικά τους ανθρώπους στην ανακάλυψι της γραφής. Οι Μινωίτες, ένας λαός καθαρά εμπορικός, δεν θα μπορούσαν να πράξουν διαφορετικά. Οι επαφές τους με την Κύπρο, όπως απέδειξε σε πρόσφατο συνέδριο η κ. Marta Guzowska, είχαν ήδη ξεκινήσει από τους Μινωικούς χρόνους.71 Μπορούμε να πουμε ίσως ότι η ίδια η Κύπρος ήταν το μέρος, < οπου ζυμώθηκε και τελειοποιήθηκε η Ελληνική πρωτογραφή. Ευρισκομένη λοιπόν κοντά στα παράλια της Φοινίκης η Κύπρος έπαιζε ένα ρόλο μάλλον διεθνιστικό, για να χρησιμοποιήσουμε έναν όρο του συρμού. Για τους ιδίους προφανώς λόγους γεννιέται στην Κύπρο και το Ελληνικό αλφάβητο, το όποιο έχει περάσει στην βιβλιογραφία ως φοινικικό. Και αυτό, διότι οι γλωσσολόγοι επαναπαυόμενοι στα πορίσματα των ιστορικών περί Σκοτεινών Αιώνων, εθεώρησαν ότι οι Έλληνες είχαν ξεχάσει ακόμη και να γράφουν.
Αναφέρει σχετικά σ J. Ν. Coldstream: «Η πιο δυσάρεστη πλευρά των Ελληνικών Σκοτεινών Αιώνων ήταν ασφαλώς η απώλεια της γραφής. Μετά την καταστροφή των Μυκηναϊκών ανακτόρων λησμονήθηκε στην Ελλάδα η συλλαβική Γραμμική Β΄ γραφή, η οποία εξυπηρετούσε τις ανάγκες της μυκηναϊκής ανακτορικής διοικήσεως. Δεν γνωρίζουμε λοιπόν καμμία Ελληνική επιγραφή έως την εποχή των πρώτων αλφαβητικών χαραγμάτων σε γεωμετρικά αγγεία, δηλαδή έως το 750 π.Χ.». Σε άλλο σημείο σημειώνει ειρωνικά: «Σχετικά με το θέμα του φωτισμού μπορούμε να πουμε ότι οι Σκοτεινοί Αιώνες διήρκεσαν ως τις αρχές του 7ου αι., διότι τότε εμφανίζονται τα πρώτα λυχνάρια μετά την Μυκηναϊκή Εποχή… Είναι πιθανόν ότι ως την εποχή, που διεδόθη η γραφή, δεν υπήρξε έντονη ανάγκη για τεχνητό φωτισμό, αφού η εστία έδινε αρκετό φως για το συμπόσιο, την απαγγελία, το γνέσιμο και την υφαντική».72
Στην Ελλάδα των Γεωμετρικών χρόνων λοιπόν, η γραφή δεν ξεχάσθηκε σε καμμία περί-πτωσι. Πρέπει με κάποιον τρόπο να έπεβίωσε και να επέστρεψε ακόμη μία φορά επεξεργασμένη μέσω της Κύπρου. Το 1979 ευρέθη στην θέσι Σκάλες της Παλαιπάφου στον τάφο 49 της Γεωμετρικής-Άρχαϊκής εποχής, ένας οβελός, δηλαδή ένα σουβλί με την επιγραφή Οφέλτου στην Κυπροσυλλαβικη γραφή. Ειδικοί μελετητές εχρονολόγησαν την επιγραφή, η οποία έθεωρήθη τότε ως η πρωϊμώτερη μαρτυρία της υπάρξεως της Ελληνικής γλώσσας στην Κύπρο, στα 1050 π.Χ.! Επάνω στον σιδερένιο οβελό έχει χαραχθή σε κυπριακό συλλαβάριο το Ελληνικό όνομα Οφέλτης, στην γενική πτώσι της Αρκαδικής διαλέκτου. Σύμφωνα με την μυθολογική παράδοσι, ο οικιστής της Πάφου ήταν ο Αγαπήνωρ από την Αρκαδία, ο όποιος επιστρέφοντας από τον Τρωικό πόλεμο, εναυάγησε στις ακτές της Κύπρου. Εκεί ίδρυσε την πόλι Πάφο και έκτισε ναό στην Αφροδίτη.73 Η άνακάλυψις λοιπόν της επιγραφής αποδεικνύει κατά κάποιον τρόπον τον μύθο, ανάγοντας τον σε πραγματική ιστορία. Είναι ωστόσο αρκετοί αυτοί, που δεν παραδέχονται την χρονολόγησι του οβελού στον 11ο π.Χ. αϊ. και επιμένουν να χρονολογούν την επιγραφή στους Γεωμετρικούς χρόνους.74
Κεφ. 3

Ο μύθος περί φοινικικού αλφαβήτου

Πράγματι, για τρεις τουλάχιστον αιώνες (Σκοτεινοί χρόνοι), από την Ύπομυκηναϊκή έως και την πρώιμη γεωμετρική εποχή (1100-850 π.Χ.), δεν έχουμε γραπτά κείμενα. Θεωρείται λοιπόν ότι γύρω στον 10ο π.Χ. αι. οι Έλληνες παίρνουν από τους Φοίνικες την συμφωνογραφική γραφή. Οι περισσότεροι λοιπόν ερευνητές θεωρούν ότι ως πρώτη ύλη του ελληνικού αλφαβήτου εχρησίμευσε το βορειοσημιτικό συμφωνογραφικό αλφάβητο. Όπως διαπιστώνει ομως ο καθηγητής Γ. Μπαμπινιώτης, «το θέμα επί του οποίου υπάρχει πλήθος αλληλοσυγκρουόμενων θεωριών είναι η προέλευσις και η δημιουργία του ίδιου του φοινικικού συμφωνογραφικοϋ συστήματος, το όποιο ανάγεται στο πρωτοχαναανικό αλφάβητο του 1700 π.Χ. Άλλοι το ανάγουν στην αιγυπτιακή και σιναϊτική γραφή, άλλοι στην σουμεριακή, την βαβυλωνιακή η την ασσυριακή γραφή, άλλοι το συνδέουν με το κυπριακό συλλαβάριο, άλλοι με την χεττιτική ιερογλυφική, την ιδεογραφική θεωρία η με την ουγκαριτική σφηνοειδή γραφή, ο Evans το συνδέει με τις μινωικές γραφές (Ιερογλυφικά και Γραμμική Α΄), άλλοι με την «ψευδοίερογλυφική» της Βίβλου, άλλοι με την θεωρία των προϊστορικών γεωμετρικών σημείων και άλλοι με άλλες αρχαιότερες γραφές».75
Εμείς θα προσθέσουμε ακόμη έναν προβληματισμό σχετικά και με την ίδια την ύπαρξι των Φοινίκων, οι όποιοι, σύμφωνα με την εύστοχη παρατήρησι του καθηγητού Χρ. Ντούμα «είναι απλώς ένας μύθος η φαντάσματα».76 Εάν ομως θελήσουμε να ερευνήσουμε τις ρίζες της «φοινικικής» θεωρίας, τότε θα πρέπει να γυρίσουμε πίσω περίπου 2.000 έτη, στον 1ο αι. μ.Χ. Τότε έζησε ο Ιώσηπος, ο Ιουδαίος επαναστάτης στρατηγός, ο οποίος παρεδόθη στους Ρωμαίους και εισήλθε στο στενό περιβάλλον της αυτοκρατορικής αυλής. Ο Ιώσηπος, για να εξιλεωθή ίσως απέναντι στους συμπατριώτες του για την προσχώρησί του στους Ρωμαίους, συνέγραψε το έργο «Ιουδαϊκή Αρχαιολογία» – μία παραποιημένη απόδοσι της Παλαιάς Διαθήκης ουσιαστικά – με το όποιο όμως κατηγορούσε και ύπε-βίβαζε τον ελληνικό πολιτισμό. Σε άπάντησι ο Έλλην εξ Αλεξανδρείας ιστορικός Απίων συνέγραψε μία πραγματεία με την οποία απέκρουε τις συκοφαντίες του Ιωσήπου. Δυστυχώς η πραγματεία του Απίωνος, σε αντίθεσι με το πλήρες έργο του Ιωσήπου, δεν διεσώθή. Ο δε Ιώσηπος εφρόντισε μάλιστα να συγγράψη μία νέα πραγματεία με τίτλο «Κατά Απίωνος». Από το έργο αυτό προέρχεται το παρακάτω απόσπασμα:
«Οι Έλληνες είναι από τους λαούς, που έμαθαν πολύ αργά και μετά δυσκολίας να γράφουν. Ακόμη κι εκείνοι, που ισχυρίζονται ότι χρησιμοποιούσαν την γραφή από παλιά, υπερηφανεύονται ότι την έμαθαν από τους Φοίνικες και τον Κάδμο. Αλλά ούτε από εκείνη την εποχή έχει κανείς να παρουσίαση επιγραφές, που να έχουν σωθή σε ναούς ή άλλα δημόσια μνημεία, ώστε να αμφισβητήται ακόμη και το κατά πόσο εκείνοι, που πήραν μέρος στον Τρωικό Πόλεμο, χρησιμοποιούσαν, μολονότι πολύ αργότερα, τα γράμματα, ενώ η αληθινή και επικρατούσα άποψι είναι ότι μάλλον αγνοούσαν την σύγχρονη χρήσι των γραμμάτων. Όλοι οι Έλληνες ανεξαιρέτως θεωρούν οτι δεν υπάρχει αρχαιότερο συγγραφικό έργο από τα ποιήματα του Όμηρου. Αυτός όμως φαίνεται πως έζησε πολύ αργότερα από την εποχή των Τρωικών, ενώ ταυτόχρονα λέγεται γι’ αυτόν ότι δεν άφησε την ποίησί του γραπτώς, αλλά αυτή διεσώθη στα άσματα και κατεγράφη αργότερα. Αυτός είναι και ο λόγος, που υπάρχουν τόσες αντιφάσεις στο έργο του». Να λοιπόν που ευρίσκονται οι ρίζες της περί φοινικικών γραμμάτων θεωρίας, αλλά ακόμα και οι απαρχές του ομηρικού ζητήματος. Ευτυχώς στις ήμερες μας, και παρά τις λυσσαλέες αντιδράσεις, επιχειρείται μία προσπάθεια ανατροπής αυτής της θεωρίας, της εχούσης ήδη ηλικίας 2.000 ετών, με βάσι τα νεώτερα αρχαιολογικά τεκμήρια.
Η νεωτέρα έρευνα έχει αρχίσει πράγματι ολο και περισσότερο να αμφισβητή την προέλευσι του αλφαβήτου από τους Φοίνικες. Ο Andre Lemaire, διευθυντής του τομέα αρχαίας ιστορίας και φιλολογίας στο Παρίσι, αναζητεί τις ρίζες του αλφαβήτου στην Αίγυπτο. Στηριζόμενος από την μία στο απόσπασμα από την Ιστορία των Φοινίκων του Φίλωνος από την Βίβλο, που διασώζει ο Ευσέβιος της Καισαρείας, όπου αναφέρεται ότι αυτός, ο οποίος ανεκάλυψε τα γράμματα ήταν ο Θευθ, και από την άλλη στον Τάκιτο, θεωρεί ότι δεν άνεκάλυψαν πρώτοι το αλφάβητο οι Φοίνικες.77 Αυτοί απλώς διαμεσολάβησαν στην μεταφορά του αλφαβήτου από την Αίγυπτο μέσω των Υκξώς και την διέδωσαν έπειτα χάρις στην θαλασσοκρατορία τους σε ολόκληρη την Μεσόγειο… Το να αποδώσουμε όμως την αλφαβητική γραφή στους Ύκξώς είναι, όπως παραδέχεται και σ ϊδιος, σαν να εξηγούμε το obscurum per obscurium (το σκοτεινό με σκοτεινό, δηλ. τον γρίφο με γρίφο). «Όπως ολα τα γενεσιουργά προβλήματα, η ανακάλυψις του αλφαβήτου μας διαφεύγει, ενώ και η ίδια η γνώσις μας για τους Υκξώς παραμένει περιωρισμένη και προβληματική.78 Τόσο στην Αίγυπτο, όσο και στην Παλαιστίνη ωστόσο, τα αρχαιολογικά και τα επιγραφικά δεδομένα, όχι μόνον δεν μας επιτρέπουν μια λεπτομερή ιστορική προσέγγισι, αλλά και μας δημιουργούν ακόμη πιο σοβαρά χρονολογικά προβλήματα. Ας δούμε λοιπόν αυτά τα ευρήματα, που μας επιτρέπουν να ομιλούμε για αλφαβητική γραφή στα εδάφη της Παλαιστίνης και του σημερινού Ισραήλ. Το πρώτο είναι η επιγραφή επάνω σε ένα εγχειρίδιο μάλλον αίγαιακής τεχνοτροπίας από το Lakish, το οποίο χρονολογείται βάσει των αρχαιολογικών συνευρημάτων περί το έτος 1.600 π.Χ. Ακολουθεί το ενεπίγραφο όστρακο μιας φιάλης από το Gιzer, μαζί με σημάδια κεραμέων, που κατατάσσεται γενικώς στην ίδια περίοδο βάσει παλαιογρα φίκων στοιχείων.
Αβέβαιη ωστόσο παραμένει η χρονολόγησις της ασβεστολιθικής πλάκας από το Sichern (Σίκιμα) καθώς και του ενεπίγραφου οστράκου από το Tell-Nagida, νοτιοδυτικούς του Lakish. Οι ανασκαφές στα θρυλικά ορυχεία του Σινά έδωσαν επίσης 45 πρωτοσιναϊτικές επιγραφές, οι οποίες έχρονολογήθησαν ανάμεσα στα 1850-1500 π.Χ. βάσει των αντιστοίχων Αιγυπτιακών επιγραφών, οι όποιες ήσαν ανάμεσα στα συνευρήματα. Τα αρχεία, που ευρέθησαν στο Σινά, δείχνουν ότι είχαν κάποια διοικητική σημασία στις εξερευνητικές αποστολές στα ορυχεία, διότι δεν πρόκειται για άπλα γραφήματα, αλλά για πραγματικά μνημεία λόγου. Ο Andre Lemaire βάσει όλων αυτών των προβληματισμών θεωρεί τελικά ότι η αλφαβητική γραφή εγεννήθη τον 11ο π.Χ. αι., έπειτα από την πολιτική παρακμή των Αιγυπτίων. Η γραφή των Υκξώς, τους οποίους ο συγγραφεύς προφανώς θεωρεί σημιτικής καταγωγής, υιοθετείται τότε ως «εθνική» γραφή από τους βασιλείς των Εβραίων, των Φοινίκων, και των Άραμαίων.79 Όμως τον 11ο αι., ούτε καν η Βίβλος ετόλμα να αναφερθή σε Εβραϊκό βασίλειο. Με αυτήν την θεωρία μοιάζει να συνδέεται και η περίφημη αλφαβητική πινακίδα του Wόrzburg, η οποία θεωρείται πρωϊμώτερή του 8ου π.Χ. αι. Για την προέλευσι της πινακίδας υπάρχουν μόνο γενικές πληροφορίες, οτι η πινακίδα προέρχεται μαζί με τρία (3) ακόμα πλήρως ταυτόσημα κομμάτια από το αιγυπτιακό Φαγιούμ. Ωρισμένοι ερευνητές θεωρούν οτι με αυτήν την χάλκινη πινακίδα τεκμηριώνεται το πρώτο βήμα για το δάνειο του φοινικικού σχεδίου από το ελληνικό αλφάβητο. Πρέπει να τονίσουμε ωστόσο οτι η γνησιότητα αυτών των πινακίδων αμφισβητείται.80 Μελετώντας τον συγκριτικό πίνακα με τα ιερογλυφικά σύμβολα βλέπουμε από την άλλη τις ομοιότητες του φερομένου ως αλφαβήτου των Υκξώς με το Κρητικό και το Αιγυπτιακό και τελικά με το Φιλισταιϊκό. Μήπως λοιπόν τελικά οι Υκξώς δεν ήσαν παρά οι πρώτοι Λαοί της Θαλάσσης, οι οποίοι κατέκτησαν την Αίγυπτο; Γνωρίζουμε οτι ορμητήριο των Υκξώς ήταν η Χαναάν, η σημερινή Συρία, στην οποία όμως είχαν εγκατασταθή οι Μινωίτες ήδη από την 2α π.Χ. χιλιετία. Ενδεχομένως λοιπόν οι Μινωίτες αυτοί να συνέπραξαν και με άλλα εντόπια φύλα, και να συμμετείχαν στην έπιχείρησι κατά της Αιγύπτου.
Άρα δυνάμεθα να εικάσουμε οτι υπήρξαν μινωικές επιρροές στην εξέλιξι της γραφής στην περιοχή. Σύμφωνα με τον καθηγητή D. Diringer, το σημιτικό σύστημα γραφής έπενοήθή μεν και εκαλλιεργήθηκε στην Παλαιστίνη και την Συρία, αλλά εδέχθη και επιδράσεις παλαιοτέρων συστημάτων του αιγυπτιακού, του σφηνοειδούς, του κρητικού και ίσως των προϊστορικών γεωμετρικών σημείων. Είναι απίθανο να μην προηγήθησαν των επινοητών της σημιτικής γραφής άλλοι, όπως είναι εξαιρετικά απίθανο ότι ένα αλφάβητο, που επενοήθη στην Παλαιστίνη ή στην Συρία την 2η π.Χ. χιλιετία έμεινε ανεπηρέαστο από τις γραφές της Αιγύπτου, της Βαβυλωνίας ή της Κρήτης. Και η σύλλήψις της συμφωνογραφικής γραφής και η αρχή της άκροφωνίας (αν ίσχυε στο πρωτοσημιτικό αλφάβητο) μπορεί να είναι δάνεια από την Αίγυπτο. Ίχνη της επιδράσεως της βαβυλωνιακής γραφής μπορούν να διαπιστωθούν στις ονομασίες ωρισμένων γραμμάτων. Η επίδρασις της κρητικής γραφής και μερικών προϊστορικών γεωμετρικών σημείων μπορεί να είναι καθαρώς εξωτερική, να επέδρασαν δηλαδή μόνο στην μορφή ορισμένων γραμμάτων.81
Θεωρούμε οτι όταν κάποτε αποκρυπτογραφηθή πλήρως η Κρητική και Φιλισταιϊκή Ιερογλυφική γραφή, θα διαπιστωθή ότι η έπίδρασις δεν είναι μόνον εξωτερική. Ως τότε έχουμε ακόμη αρκετό δρόμο. Δυστυχώς ο επιστημονικός νους εγκλωβισμένος στα τετριμμένα και γενικώς αποδεκτά συμπεράσματα παγιδεύεται συχνά στο παιγνίδι του φοινικίζειν, επηρεασμένος και από το περίφημο χωρίο του Ηροδότου (Ε, 57-58) περί Φοινικηίων η Καδμηίων Γραμμάτων, που τελικά όσον αφορά στον πρώτο επιθετικό προσδιορισμό (φοινικήια), ίσως και να δηλώνη απλώς τον τρόπο γραφής με πορφυρή μελανή. Πολλοί μάλιστα σπεύδουν να χαρακτηρίσουν ακόμη και τον Κάδμο ως φοινικικό ήρωα,82 αγνοώντας την βοιωτική παράδοσι, που τον θεωρούσε γιο του αυτόχθονος Θηβαίου ήρωος Ωγύγου, ο οποίος προϋπήρξε χρονολογικώς του κατακλυσμού του Δευκαλίωνος, βάσει των αρχαίων αντιλήψεων.83 Αλλά ακόμη και στην εκδοχή, που θεωρείται υιός του Αγήνορος και της Τηλέφασσας η Αργιόπης, ο Φοίνιξ, ο επώνυμος ήρωας της Φοινίκης, ο Κίλιξ και η Ευρώπη, είναι αδέλφια του Κάδμου. Οι δε διδάσκαλοι του αλφαβήτου, οι Γεφυραΐοι, όπως τους αποκαλεί ο Ηρόδοτος, έρχονται μαζί με τον Κάδμο από την Φοινίκη.
Όπως διαπιστώνει χαρακτηριστικά ο Ι. Σταματάκος, «ούτος (ο Κάδμος) κατά την παράδοσιν, μετέφερεν εκ Φοινίκης εις την Ελλάδα το πάλαιαν έλλήνικόν άλφάβήτον εκ 16 γραμμάτων, α δια τούτο και φοινικήια γράμματα εκαλούντο και α βραδύτερον ηυξήθησαν εις 24 δια της προσθήκης των οκτώ Ιωνικών γραμμάτων (Η, Ω, Θ, Φ, Χ, Ζ, Ξ, Ψ).84 Η ίδια η προσαρμογή της γλώσσης δηλαδή μοιάζει να είναι αποτέλεσμα της ανάγκης, που γεννάει η επικοινωνία μέσω των εμπορικών επαφών. Και στην περίπτωσι που παραδίδει o Andre Lemaire, εάν εξετάσουμε με καθαρόν νου τα δεδομένα, διαπιστώνουμε οτι είναι πολύ πιο πιθανόν τα αρχεία του Σινά να είναι τελικά αποτέλεσμα της συνεργασίας των Αιγυπτίων και των Υκξώς με τους Κεφτι (Κρήτες η Φιλισταίους), που είχαν κοινά συμφέροντα στην περιοχή. Η δε δημιουργία του αλφαβήτου είναι και αυτή δημιούργημα πολυετών προσπαθειών. Είναι αδύνατον το πρωτεϊκό και απλό συνάμα αλφαβητικό σύστημα της γλώσσης να διεμορφώθη μέσα σε μερικές δεκαετίες. Η ίδια η ομηρική γλώσσα με τις λέξεις των Μυκηναϊκών κειμένων, που διατηρούνται ζωντανές στον λόγο του έπους, αποδεικνύει – θεωρούμε – οχι μόνον το οτι η γλώσσα δεν ξεχάσθηκε, αλλά και την Ελληνικότητα της Κυπρομινωϊκής, που επιβιώνει μαζί με τους ομηρισμούς στην σύγχρονη, αλλά πάντοτε αρχαία, Κυπριακή γλώσσα. Η σύγχρονη έρευνα άλλωστε παρουσιάζει την τάσι να αναζητή στην Κύπρο τον σταθμό μεταβάσεως της Φοινικικής γλώσσης στην Ελλάδα. Η Maria Giulia Amadasi Guzzo, αναφέρει ανάμεσα σε άλλους τόπους και την Κύπρο και αυτό, διότι υπήρχε στο νησί και κυρίως στο Κίτιο έντονη Φοινικική παρουσία.85 Δυστυχώς δεν φαίνεται να γνωρίζει την ύπαρξι του οβελού από τις Σκάλες της Παλαιπάφου, μολονότι η ίδια σε άλλο σημείο της μελέτης της αναφέρει οτι ένα Κρητικό ιδίωμα προερχόμενο από την Κρητική συλλαβική γραφή εχρησιμοποιείτο στο νησί της Αφροδίτης και την 1η χιλιετία π.Χ. Και αυτό διότι, όπως η ίδια παραδέχεται παρακάτω, κατά την διάρκεια της εποχής του χαλκού, οι Φοίνικες εχρησιμοποιούσαν ένα άλφαβητο διαφορετικό από αυτό της 1ης χιλιετίας, όπως το γνωρίζουμε. Υποστηρίζει μάλιστα ότι επρόκειτο για έναν τοπικό κώδικα επικοινωνίας στην περιοχή, εφ’ οσον εκείνη την περίοδο η διεθνής γλώσσα επικοινωνίας στην Εγγύς Ανατολή ήταν η Άκκαδική (;). Για την ιστορία να υπενθυμίσουμε οτι στην περίοδο αυτήν έχουν ήδη αρχίσει οι επαφές του Μινωικού κόσμου με την περιοχή. Άλλωστε και η παλαιότερη έρευνα θεωρούσε βάσει των αρχαίων πηγών οτι οι ίδιοι οι Φοίνικες είχαν προσαρμοσθή σε άλλα συστήματα γραφής, που προϋπήρχαν του δικού τους. Και ο ίδιος ο Evans μάλιστα είχε διατυπώσει την θεωρία οτι οι Φοίνικες παρέλαβαν από τους Κρήτες αποίκους, που είχαν αποικίσει τα εδάφη της Παλαιστίνης, την γραφή. Την ίδια εποχή, ο Ρενέ Ντύσω διετύπωσε την άποψι οτι οι Φοίνικες είχαν παραλάβει από πολύ νωρίς το αλφάβητο από τους Έλληνες, οι όποιοι το είχαν διαμορφώσει από την Κρητομυκηναϊκή γραφή.86 Οι διατυπώσεις τους αμφισβητούντα ως γλωσσολογικές θεωρήσεις. Τα τελευταία χρο νια όμως και χάρις στις έρευνες των καθηγητών του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Αθ. Παπαδοπούλου και Λ. Κοντορλή-Παπαδοπούλου στην περιοχή της Παλαιστίνης και της Ιορδανίας, οι γλωσσολογικές θεωρίες φαίνεται να επιβεβαιώνωνται από τα κρητομυκηναϊκα αρχαιολογικά ευρήματα.87
Ας εξετάσουμε ομως λεπτομερώς τα επιχειρήματα περί φοινικικής προελεύσεως του αλφαβήτου. Η παλαιότερη αλφαβητική γραφή θεωρείται αυτή, που ευρέθη χαραγμένη επάνω στην σαρκοφάγο του βασιλέως Άχιράμ, ο οποίος έζησε ανάμεσα στα 975-950 π.Χ. Σύμφωνα με τον J.-N.Coldstream, στο τέλος του 8ου π.Χ. αι., οι Φοίνικες είχαν ήδη δημιουργήσει μόνιμες εγκαταστάσεις στην Σαρδηνία.88 Στην γειτονική νήσο Νόρα, ανεκαλύφθη μια φοινικική επιγραφή σε λίθο, με τον χαρακτηριστικό τύπο των φοινικικών (;) γραμμάτων του 9ου π.Χ. αιώνος. Επειδή ομως η επιγραφή έθεωρήθη επαρχιακή, έχα-ρακτηρίσθη και ο τύπος των γραμμάτων μεταγενέστερος και ξεπερασμένος. Στην επιγραφή της Νόρα, αναφέρεται το τοπωνύμιο Tarshish, ένα μακρινό λιμάνι, από όπου ο βασιλεύς Άχιράμ επρομηθεύθη, σύμφωνα με την Παλαιά Διαθήκη (Α΄ Βασιλειών, Χ, 22) κάποτε χρυσό, ασήμι, ελεφαντοστό, πιθήκους και παγώνια.
Η Tarshish έταυτίσθη από ωρισμένους μελετητές με την Ταρτησσό, που αναφέρει σ Ηρόδοτος, καθώς και με το λιμάνι των Γαδείρων.89 Βάσει αυτών των στοιχείων ο J.-N.Coldstream θεωρεί οτι θα πρέπει κάποτε να αναζητήσουμε έναν πρωιμώτερο του 9ου π.Χ. αι. εμπορικό σταθμό στην περιοχή. Σε αυτήν την ιστορική-αρχαιολογική πλάνη, φαίνεται να μας οδηγή μια σειρά συγκυριών.
Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης90 περιγράφοντας το ταξείδι του Ηρακλέους στην χώρα του Γηρυόνη, αναφέρει ότι κατευθυνόμενος ο Ηρακλής προς την νήσο Έρύθεια, αφού διέπλευσε πρώτα μεγάλο μέρος των βορειοαφρικανικών ακτών, έφθασε κοντά στα Γάδειρα. Την γνώσι αυτή των Ελλήνων εκαπηλεύθησαν αργότερα οι Φοίνικες, όπως τονίζει ο Στράβων: «τον ίβηρικόν πλούτον, εφ’ ον Ηρακλής εστράτευσε και οι Φοίνικες ύστερον, οιπερ και κατέσχον την πλείστην αρχήν».91 Αργοτερα βάσει των αρχαίων πηγών, oι Tύριοι ίδρυσαν εκεί έναν ναό αφιερωμένο στον Ηρακλή, τον όποιον άπεκάλεσαν Μέλκαρτ. Η μετάλλαξις του ονόματος του θρυλικού Έλληνας ήρωος, οφείλεται στην άγνοια της Ελληνικής γλώσσης από την πλευρά των Φοινίκων. Εάν διαβάσουμε το όνομα του Μέλκαρτ από τα δεξιά προς τα αριστερά, δηλαδή επί τα λαιά, βλέπουμε να σχηματίζεται το όνομα του Ηρακλέους. Σύμφωνα με τον αείμνηστο έπιγραφολόγο Α.-Σ.Άρβανιτόπουλο, η γραφή επί τα λαιά, είναι ο αρχαιότερος τρόπος γραφής. Τον τρόπο αυτόν της γραφής, συνεχίζει ο καθηγητής, είχαν ανέκαθεν και μονίμως οι Έλληνες της Κύπρου στο έπιχώριο συλλαβικό αλφάβητο, καθώς και οι Φοίνικες, που τον εκληροδότησαν στους διαδόχους και στους συγγενικούς προς αυτούς λαούς.92 Γι’ αυτόν ίσως τον λόγο παρατηρείται και αυτή η ομοιότης στην φορά των γραμμάτων στις αρχαιότερες Ελληνικές και Φοινικικές επιγραφές.93 Σύμφωνα με τον Αρβανιτόπουλο, οι Έλληνες εγκατέλειψαν πολύ νωρίς αυτόν τον τρόπο γραφής, διότι παρετήρησαν οτι ήταν δυσχερής και επίπονος τόσο για τα χέρια όσο και για την όρασι. Σε αυτό τους καθωδήγησε ακόμη μία φορά η ατέρμονη παρατήρησις της φύσεως. Βλέποντας τον τρόπο με τον οποίο ο αροτριών βους, μετά τον σχηματισμό της πρώτης αύλακος στο χωράφι, εκτελούσε και τις υπόλοιπες κάνοντας στροφή στο τέρμα καθεμιάς αύλακος, άρχισαν να γράφουν βουστροφηδόν. Καθώς έγραφαν κατ’ αυτόν τον τρόπο οι Έλληνες, παρετήρησαν οτι η εξ αριστερών προς τα δεξιά γραφή διευκόλυνε σε μεγάλο βαθμό και την ορασι και το χέρι. Γι’ αυτό έμειναν σταθεροί σε αυτόν τον τρόπο γραφής από τα 550 π.Χ. Αυτόν τον τρόπο έδιδάχθησαν από τους Έλληνες και εξακολουθούν να χρησιμοποιούν μέχρι σήμερα, σύμφωνα με τον καθηγητή Αρβανιτόπουλο, όλοι οι πολιτισμένοι λαοί. Αυτήν την νέα, αλλά τόσο παλαιά μέθοδο με την οποία γράφουμε εμείς μέχρι σήμερα, οι αρχαίοι Έλληνες την ωνόμαζαν «ες ευθύ».94
Ένα από τα πλέον ισχυρά επιχειρήματα των Φοινικιστών περί προϋπάρξεως της φοινικικής γραφής είναι η χρονολογησις των παλαιοτέρων επιγραφών των Γεωμετρικών χρόνων, οι οποίες έχουν ευρεθή επί των Ελληνικών εδαφών. Σύμφωνα με τον J.-N. Coldstream, πρέπει να φαντασθούμε οτι σε κάποιο μέρος κάποιος αγράμματος, μέχρι τότε, Έλληνας απεστήθισε τα ονόματα των φοινικικών γραμμάτων, επαναλαμβάνοντας τα με την σειρά, που τα άκουσε και έμαθε να συνδέη το κάθε όνομα με ένα από τα σύμβολα, που έζωγράφισε ο Φοίνιξ δάσκαλος του. Γρήγορα πρέπει να κατάλαβε την αρχή της ακροφωνίας, σύμφωνα με την οποία κάθε σύμβολο εκπροσωπεί τον πρώτο ήχο του ονόματος στο οποίο αναφέρεται: π.χ. β για το μπετ, γ για το γκίμελ, δ για το dα-λετ… Μας ενδιαφέρει, συνεχίζει σε άλλο σημείο, η συνεχής γραφή των χαραγμάτων επάνω σε αγγεία και όχι η γραφή των μνημειακών επιγραφών σε λίθο, γιατί εξ αρχής υποθέσαμε την παρουσία ενός Φοίνικα δασκάλου.95 Οι αρχαιότερες αποδείξεις περί υπάρξεως Ελληνικού αλφαβήτου είναι Ευβοϊκού τύπου και τοποθετούνται γύρω στον 8ο π.Χ. αι., έπονται δηλαδή κατά έναν αιώνα των φοινικικών. Ανάμεσα σε αυτά τα ευρήματα περιλαμβάνονται η οινοχόη του Δίπυλου (740 π.Χ. περ.),96 η επιγραφή από την αρχαϊκή Ελληνική αποικία στις Πιθηκούσες (Ισχία), η οποία χρονολογείται ανάμεσα στα 740 και 730-720 π.Χ., το περίφημο κύπελλον του Νέστορος, καθώς και κάποια όστρακα από το Λευκαντί, που χρονολογούνται γύρω στα 750 π.Χ. η και ακόμη παλαιότερα, αν και αυτή η χρονολόγησις, σύμφωνα με την Maria Giulia Amadasi Guzzo, είναι υποθετική.97
Ανάμεσα σε αυτά τα ευρήματα περιλαμβάνεται μια παράξενη άνακάλυψις των τελευταίων χρόνων στην νε-κρόπολι της Osteria dell’Osa. Πρόκειται για μια ελληνική επιγραφή γραμμένη με το ευβοϊκό αλφάβητο, η οποία ευρέθη χαραγμένη επάνω σε ένα αγγείο μάλλον εντόπιας τεχνοτροπίας, το όποιο χρονολογείται πριν από το 750 π.Χ. Σύμφωνα με την Maria Giulia Amadasi Guzzo, το εύρημα αυτό αποδεικνύει οτι πριν από τον Ελληνικό αποικισμό στις Πιθηκούσες, γύρω στα 770 π.Χ., το ευβοϊκό αλφάβητο είχε ήδη φθάσει στην περιοχή των Cabii, χάρις στο εμπόριο με την Κομπανία, με την περιοχή οπού θα ιδρύετο η αποικία των Κυμαίων. Ένα εμπόριο που είχε αναπτυχθή απ’ εύθείας ανάμεσα στους ντόπιους και τους κατοίκους της Εύβοιας. Η επιγραφή στο αγγείο έχει φορά από τα αριστερά προς τα δεξιά, γεγονός που μας επιτρέπει να υποθέσουμε την υιοθέτησι μιας αλφαβητικής γραφής το λιγώτερο στο πρώτο μισό του 8ου π.Χ. αι., εάν οχι ακόμη παλαιότερα. Και εφ’ όσον πρόκειται για γραφή Ευβοϊκού τύπου, μπορούμε να υποθέσουμε ότι το αλφάβητο είχε τότε υιοθετηθή από τους Ευβοείς. Μάλιστα κάποιοι μελετητές αναζητούν την προέλευσι του Ελληνικού αλφαβήτου στην Δύσι εξ αιτίας του ευρήματος από την Osteria dell’Osa.98 Βάσει λοιπόν αυτού του στοιχείου, η Maria Giulia Amadasi Guzzo, θεωρεί οτι οι Έλληνες έμαθαν να γράφουν στο πρώτο τέταρτο του 8ου π.Χ. αι., και οτι οι Ευβοείς ήσαν οι πρώτοι που υιοθέτησαν το φοινικικό αλφάβητο. Η παλαιότερη έρευνα, κυρίως βάσει των μελετών του Ρ. Κ. Me Carter, είχε προτείνει ως χρονολογία διαδόσεως της φοινικικής γραφής το 1100 π.Χ.
Η παρατήρησις αυτή ώφείλετο στις ομοιότητες, που είχαν σημειωθή ανάμεσα στο σχήμα των γραμμάτων των αρχαιοτέρων Ελληνικών επιγραφών και κάποιων άλλων, οι οποίες ευρέθησαν στην Παλαιστίνη, των λεγομένων χαναανιτικών η πρωτοχαναανιτικών, που χρονολογούνται γύρω στον 12ο -11ο αι. π.Χ.100 Πρόκειται για την επιγραφή στο όστρακο του Izbet Sartah, και της φιάλης του Qubur el-Walaideh. Σε αυτές τις επιγραφές, η φορά των γραμμάτων δεν είναι πλέον από τα δεξιά προς τα αριστερά και το σχήμα τους δεν είναι σταθερό. Κι όμως η προσεκτική και συγκριτική μελέτη των γραμμάτων επί των επιγραφών αποδεικνύει οτι πρόκειται για την αρχαία προευκλείδειο γραφή. Άλλωστε και οι ίδιοι οι αρχαίοι Έλληνες, αποκαλούσαν τα προευκλείδεια Ελληνικά «γράμματα αρχαία». Αναφέρεται στα Σχόλια εις την Γραμματικήν Τέχνην του Διονυσίου του Θρακός οτι αυτήν την διαίρεσι είχε εκτελέσει ο Απολλώνιος ο Μεσσηνίας. Σχετικά μάλιστα με την τελειότητα αυτών των αρχαίων γραμμάτων, ελέγετο οτι είχε επιμεληθή του κάλλους τους ο ίδιος ο Πυθαγόρας, «εκ της κατά γεωμετρίαν γραμμής, ρυθμίσας αυτά γωνίας και περιφερείαις και ευθείαις».101
Η Maria Giulia Amadasi Guzzo, θεωρεί ότι η παλαιοτέρα Ελληνική γραφή εμφανίζεται στην Ελλάδα περί τον 8ο αι. π.Χ., γεγονός που επιβεβαιώνει, σύμφωνα με την άποψί της, και η φιλολογική παράδοσις. Έτσι οι πρώτοι νικητές των Ολυμπιακών αγώνων εμφανίζονται στα 776 π.Χ. Οι πρώτοι νόμοι συντάσσονται από τον Ζάλευκο και τον Δράκοντα τον 7ο π.Χ. αι., και τα Ομηρικά έπη τοποθετούνται βάσει φιλολογικής αναλύσεως στον 8ο π.Χ. αι.102 Δυστυχώς τα δύο τουλάχιστον από τα τρία αυτά επιχειρήματα, επάνω στα όποια έχει στηριχθή η επιστήμη του φοινικίζειν είναι άπλα μυθεύματα. Ας τα εξετάσουμε προσεκτικά.
Οι πρώτοι νικητές των Ολυμπιακων αγώνων εμφανίζονται, σύμφωνα με την παράδοσι, στα 776 π.Χ. Τόσο αυτή η χρονολόγησις, όσο και η έξέλιξις της Ολυμπίας αυτήν την περίοδο σε πανελλήνιο ιερό, ωφείλετο σε μία συμφωνία, που συνήψε ο βασιλεύς της Ηλείας Ίφιτος με τον Σπαρτιάτη νομοθέτη Λυκούργο και τον Πισάτη βασιλέα Κλεισθένη. Με την συνθήκη αυτή, της οποίας το κείμενο εγράφη σε έναν δίσκο και εφυλάσσετο στο Ηραίο, συνεφωνήθη η εκεχειρία, η θεόσταλτη ειρήνη. Ο λόγος ήταν οι συχνές συγκρούσεις ανάμεσα στους Ηλείους και τους Πισάτες για τον έλεγχο των Ολυμπιακών αγώνων, που σαφώς απέφερε και οικονομικά οφέλη. Σύμφωνα με την παράδοσι, οι αγώνες αρχίζουν το έτος 776 π.Χ. με ένα μοναδικό αγώνισμα, τον δρόμο του ενός σταδίου, στο όποιο εκέρδισε ο Ηλείος Κόροιβος. Η γνησιότητα του καταλόγου των Ολυμπιονικών, που συνέταξε το 400 π.Χ. ο Ιππίας ο Ηλείος, αμφισβητήθηκε ήδη στην αρχαιότητα. Αν σκεφθούμε το πλήθος των αγωνισμάτων, που περιγράφει ο Όμηρος στα έπη του και συγκεκριμένα στα άθλα επί Πατρόκλω, μας παραξενεύει το γεγονός οτι τον 8ο π.Χ. αι. διεξήγετο μόνον ένα αγώνισμα, αυτό του δρόμου. Επίσης, είναι ακατανόητο το οτι στον κατάλογο του Ίππίου η ιπποδρομία αρχίζει με το τέθριππο και όχι με την συνωρίδα, διότι το ευκίνητο αυτό άρμα είναι σύνηθες όχημα της αρχούσης τάξεως και μόνο αυτό το είδος υπήρχε βάσει των αρχαιοτέρων αναθημάτων, τα οποία ευρέθησαν στην Ολυμπία. Αυτές λοιπόν καθώς και άλλες ανακολουθίες, ωδήγησαν στο να αμφισβητηθή η χρονολογία ενάρξεως των Ολυμπιακων αγώνων ήδη από την αρχαιότητα.
Ο ίδιος δε ο Παυσανίας επιβεβαιώνει ότι όταν ο Ίφιτος ανανέωσε τους αγώνες, ο κόσμος είχε ξεχάσει τι γινόταν παλαιότερα. Με την πάροδο του χρόνου όμως άρχισαν να θυμούνται τα αγωνίσματα και κάθε φορά που εθυμούντο κάτι έκαναν και μια προσθήκη στους αγώνες. Έτσι φαίνονται να ξεκινούν οι αγώνες πρώτα με το αγώνισμα του δρόμου, στο όποιο ανεδείχθη νικητής ο Ηλείος Κόροιβος. Εάν μελετήσουμε όμως προσεκτικά τις πληροφορίες που μας παραδίδει ο Παυσανίας, διαπιστώνουμε οτι τόσο ο βασιλεύς με τον όποιο ξεκινούν οι Ολυμπιακοι αγώνες (Ίφιτος), όσο και ο πρώτος νικητής (Κόροιβος), καθώς και ο συντάκτης του καταλόγου των Ολυμπιονικων (Ιππίας) κατάγονται από την Ηλεία. Εύλογα θεωρούμε γίνεται αντιληπτή μία τοπικιστική προπαγάνδα (ως αποτέλεσμα της προαιώνιας Ελληνικής διχόνοιας), τα ίχνη της οποίας αναζητούνται τουλάχιστον στον 8ο π.Χ. αι., αλλά ταλαιπωρούν ακόμη τους Νεοέλληνες. Όσον αφορά στο δεύτερο επιχείρημα, σύμφωνα με το οποίο οι πρώτοι νόμοι συνετάχθησαν από τον Ζάλευκο και τον Δράκοντα τον 7ο π.Χ. αι., ούτε και αυτό φαίνεται να ευσταθή. Η αρχαιότερα καταγραφή νομοθεσίας βάσει των αρχαίων ελληνικών πηγών είχε γίνει από τον Μίνωα.
Ο Όμηρος αναφέρει στην Οδύσσεια103 οτι σ Μίνως «εννέωρος βασίλευε Διος μεγάλου οαριστής». Σύμφωνα με μία ερμηνεία του επιθέτου «εννέωρος», ο Μίνως κάθε εννέα χρόνια πήγαινε ψηλά στο ορός του Διος (Δίκτη, Ιδαίον άντρον), από όπου και παρελάμβανε τους νόμους της πόλεως από τον ίδιο τον θεό. Έπειτα βάσει των αιρετών αντιπροσώπων του θεού στην γη, δηλαδή του Μίνωος, του Ραδαμάνθυος, και της εκτελεστικής μηχανής τους, του Τάλω, οι πολίτες υπάκουαν στους νόμους. Την γνώσι αυτή διέδωσαν οι Κρήτες, σύμφωνα με τον Διόδωρο τον Σικελιώτη μέχρι την νοτιοανατολική Αραβική χερσόνησο, οπού οι κάτοικοι της, μιλούσαν ακόμη στην εποχή του την Κρητική γλώσσα, και προς επίρρωσιν των ισχυρισμών τους έδειχναν και επιγραφές, τις όποιες έλεγαν, εχάραξε ο Ζευς, όταν έμενε ανάμεσα στους ανθρώπους.104
Όσον άφορα στα ομηρικά έπη, και επειδή δεν είναι του παρόντος να αναλύσουμε το ομηρικό ζήτημα, η γενικώς αποδεκτή θεωρία οτι αυτά χρονολογούνται στον 8ο π.Χ. αι., διότι τότε εδιδάχθησαν οι Έλληνες την γραφή, φαίνεται να καταρρέη έπειτα από τις νέες αρχαιολογικές ανακαλύψεις, που ανεφέρθησαν προηγουμένως.105 Ειδικά το πτυκτό πινάκιο, που ανεσύρθη από τον βυθό της θαλάσσης στις Μικρασιατκές ακτές, αποδεικνύει την ύπαρξι τετραδίων υψηλής αισθητικής και ποιότητος κατά τους Μυκηναϊκούς χρόνους. Η ανακάλυψις της γραφικής ύλης υποδεικνύει λοιπόν έμμεσα και την γνώσι της γραφής επί τετραδίου ήδη από τον 14ο π.Χ. αι. Έτσι επιβεβαιώνεται και ο Χόρστ Μπλανκ, ο όποιος είπε ότι σήμερα ένα μεγάλο μέρος φιλολόγων κλίνει προς την ύπόθεσι οτι η σύνταξις των ομηρικών επών είχε ήδη καταστήσει απαραίτητη την γραπτή παγίωσι του κειμένου… οι ραψωδοί κουβαλούσαν μαζί τους το γραπτό χειρόγραφο αντίτυπο τους.106
Η δημιουργία του αλφαβήτου και η προέλευσις των ονομάτων ήταν προφανώς ένα πρόβλημα, που είχε απασχολήσει και τους Αρχαίους Έλληνες. Θα λέγαμε οτι οι ρίζες της γενέσεως της επιστήμης της γλωσσολογίας θα πρέπει ήδη να αναζητηθούν στην εποχή, κατά την οποία έζησε ο Πλάτων. Με το έργο του «Κρατύλος η Περί Ονοματων Όρθότητος», ο μέγας φιλόσοφος θέτει τον προβληματισμό σχετικά με το εάν η γλώσσα είναι «φύσει» η «έθει», δηλαδή εάν είναι φυσικό δημιούργημα, οπότε η γνώσις των πραγμάτων καθίσταται αντικειμενική η δημιούργημα του ανθρωπίνου πνεύματος, οπότε μόνον υποκειμενική γνώσις είναι δυνατή.107 Εάν φθάσουμε στην ουσία των ονομάτων, που τα έχει πλάσει η ίδια η φύσις, τότε θα έχουμε την αντικειμενική γνώσι.
Διότι, σύμφωνα με τον Πλάτωνα, για να είναι ένα όνομα ορθό, πρέπει να είναι τέτοιο, που να φανερώνη την ουσία του πράγματος. Τα ονόματα είναι μία πράξις μιμήσεως με την βοήθεια της φωνής. Αλλά η μίμησις αυτή δεν πρέπει να είναι μίμησις της φωνής ή του ήχου ή του χρώματος του πράγματος, αλλά μίμησις με γράμματα και συλλαβές της ουσίας του πράγματος. Τα δε ονόματα τα χρησιμοποιούμε ως όργανα με τα οποία καθορίζουμε την φυσική υπόστασι των πραγμάτων. Το ίδιο συμβαίνει και με τα στοιχεία του αλφαβήτου: τα εκφωνούμε με ονόματα και δεν τα προφέρουμε αυτά τα ίδια σαν φθόγγους εκτός από τέσσερα δηλαδή το Ε και το Ι και το Ο και το Ω. Στα άλλα όμως φωνήεντα και τα άφωνα, γνωρίζεις ότι αφού προσθέσουμε κι άλλα γράμματα τα προφέρουμε κάνοντας τα έτσι ονόματα. Αλλά, έως ότου εκφράσωμε την δύναμι, που φανερώνει αυτό, δηλαδή κάθε στοιχείο, είναι ανάγκη να προσθέτωμε γράμματα, ώστε να σχηματισθή το όνομα, που θα μας φανερώνη την ουσία του καθαρά. Παραδείγματος χάριν το «βήτα». Βλέπεις ότι ενώ προσετέθησαν σε αυτό τα γράμματα Η, Τ, Α, καθόλου δεν έβλαψαν ώστε να μη φανέρωση με ολόκληρο όνομα την φύσι του στοιχείου αυτού την οποίαν ήθελεν ο νομοθέτης να εκφράση. Έτσι κατωρθώθη με επιτηδειότητα να δοθούν στα γράμματα ονόματα.108
Γράφοντας σήμερα εις την Έλληνικήν γλώσσα σύμφωνα με τον καθηγητή Αρβανιτόπουλο, μεταχειριζόμεθα τα εκ μακραίωνος παραδόσεως γνωστά 24 γράμματα του Ελληνικού αλφαβήτου, τα οποία οι αρχαίοι Έλληνες ωνόμαζαν ως εξής: άλφα, βήτα, γάμμα, δέλτα, ει, ζήτα, ήτα, θήτα, ιώτα, κάππα, λάμβδα, μυ, νυ, ξει, ου, πει, ρω, σίγμα, ταυ, υ, φει, χει, ψει, ω. Τέσσερα από αυτά τα γράμματα, μετωνομάσθησαν αργότερα από τους αρχαίους γραμματικούς, προκειμένου να γίνουν σαφέστερα. Το ει έγινε ε ψιλον, το ου, ο μικρόν, το υ, υ ψιλόν, και το ω, ω μέγα. Οι ονομασίες αυτές ευρίσκονται ήδη στα Σχόλια εις την Γραμματικήν Τέχνην του Διονυσίου του Θρακός και χρησιμοποιούνται μέχρι σήμερα από τους Νεοέλληνες αναλλοίωτες.109 Γράφοντας λοιπόν σήμερα εις την Έλληνικήν Γλώσσαν, διατηρούμε ζωντανή μία γραμματική 2.406 ετών (2003 + 403/2), επειδή το 403/2 π.Χ. -όταν επώνυμος άρχοντας των Αθηναίων ήταν ο Ευκλείδης – ο ρήτωρ, πολιτικός, συγγραφεύς και στρατηγός Αρχίνος υπέβαλε πρότασι με την οποία καθωρίζοντο τα 24 γράμματα του αλφαβήτου για την συγγραφή των επισήμων κειμένων και την διδασκαλία των παιδιών. Η πρότασις έγινε τότε αποδεκτή στην Εκκλησία του Δήμου και κα θιερώθηκε ως νόμος. Όταν λοιπόν γράφουμε σήμερα με κεφαλαία γράμματα Ελληνικά, είναι σαν να χρησιμοποιούμε την κεφαλαιογράμματη γραφή του Αρχίνου, ηλικίας 2.406 ετών.110
Βάσει λοιπόν της μεταρρυθμίσεως του Αρχίνου, οι Ελληνικές επιγραφές διαιρούνται σε Προευκλειδείους (δηλ. προ του 403 π.Χ.), και σε Μετευκλειδείους (δηλ. μετά το 403 π.Χ.). Η ομάδα των προευκλειδείων επιγραφών διακρίνεται σε τοπικά αλφάβητα, το Αττικονησιωτικόν ή Αττικόν, το Ιωνικόν, το Κορινθιακόν και το Χαλκιδικόν η Δυτικόν λόγω της εκτεταμένης διαδόσεως του στην Δύσι111 μέσω των εκεί Ελληνικών αποικιών.112 Ιδιαιτέρως σπουδαία θέσι για την έξέλιξι της Ελληνικής γλώσσης στην σύγχρονη γεωπολιτική κατάστασι έχει η διάδοσις του Χαλκιδικού αλφαβήτου κατά την διάρκεια των υστέρων γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων. Σύμφωνα με τον Αρβανιτόπουλο, η γραφή του χαλκιδικού αλφαβήτου, μετεδόθη πρωϊμώτατα στους ντόπιους Ιταλικούς λαούς και δη στους Τυρρηνούς (Έτρούσκους), Λατίνους, Οϋμβρίους, Όσκους, Φαλίσκους και κυρίως στους Ρωμαίους. Έτσι ανεπτύχθη από το χαλκιδικό αλφάβητο το Λατινικό. Αυτό μετέδωσαν αργότερα οι Ρωμαίοι στους λαούς της Δυτικής Ευρώπης και έτσι και αυτοί οι άποικοι τους το μεταχειρίζονται μέχρι σήμερα. Προς επίρρωσιν των λεγομένων μας παραθέτουμε ένα απόσπασμα από ένα δοκίμιο του Πρυτάνεως του Πανεπιστημίου του Σικάγου κ. Ι. Καλαρά: Mathematic and geometric theorems and axioms, both practical and theoretic were analyzed by mathematicians. Alphanumeric systems with cryptic or mnemonic coding have been developed. Geometric schemes like the prism, the pyramid, the circle, the parallilogram and other isometric schemes like the pentagon, hexagon, octagon, are analyzed periodically. With diagrams, the periphery, the perimetry, the diameter and the dichotomy are studied.113
Άρα γε γνωρίζει η κ. Διαμαντοπούλου όταν υποστηρίζη τα περί εισαγωγής της Αγγλικής ως επισήμου γλώσσης του Ελληνικού κράτους, οτι όλα τα αλφάβητα των Ευρωπαϊκών εθνών κατάγονται από το Ελληνικό Χαλκιδικό αλφάβητο;114 Εμείς οι Νεοέλληνες δε, εξακολουθούμε να χρησιμοποιούμε ένα αλφάβητο, το οποίο ιστορικά μαρτυρείται (προς το παρόν) από τον 8ο π.Χ. αί. Η καταγωγή δε της γραμματικής και του συντακτικού της Ελληνικής γλώσσης χάνεται στα βάθη των αιώνων, όπως αναδύεται μέσα από τις κλιτές λέξεις και τους επιθετικούς προσδιορισμούς των πινακίδων της Γραμμικής Β΄.
Η Ελληνική γλώσσα έγινε ωστόσο για πρώτη φορά παγκόσμια, ένα είδος lingua franca της εποχής, μέσα από τα μεγάλα εξερευνητικά ταξείδια και τις εκστρατείες του Μεγάλου Αλεξάνδρου και των διαδόχων του. Και την Κοινήν Ελληνική Λαλιά ως μέσα στην Βακτριανή την πήγαμεν, ως τους Ινδούς (Κ. Π. Καβάφης). Οι Ρωμαίοι κατακτητές των Ελλήνων, μαγεμένοι από το υψηλό επίπεδο του Ελληνικού πολιτισμού, θα υποταχθούν με την σειρά τους σε αυτόν αντί να τον υποτάξουν, όπως είπε ένας Γάλλος ιστορικός του προηγουμένου αιώνος. Έτσι θα επιβιώση η Ελληνική γλώσσα μέχρι τους Βυζαντινούς χρόνους στους Έλληνες-Βυζαντινούς, όπως μας αποκαλεί το ίδιο το Κοράνι. Χάρι σε αυτούς θα διασωθή η Ελληνική γραφή και μέσω της αντιγραφής των κειμένων πολλών αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων. Εάν δεν είχαν μεσολαβήσει αυτοί, θα ήταν δυσχερέστατη η μεταγραφή των Ελληνικών γραμμάτων, τα όποια την περίοδο του Μεσαίω-νος εθεωρούντο ακατανόητα, όπως τα ιερογλυφικά.
Άλλωστε την συμβολή όλων των Ελλήνων διαχρονικά για την σωτηρία της γλώσσης έχει υμνήσει με τον δικό του μοναδικό τρόπο ο Οδ. Ελύτης:
Μονάχη έγνοια η γλώσσα μου στις αμμουδιές του Όμηρου.
Μονάχη έγνοια η γλώσσα μου, με τα πρώτα Δόξα Σοι!
Μονάχη έγνοια η γλώσσα μου, με τα πρώτα λόγια του Ύμνου!

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1 Αυτό προκύπτει από την παρατήρησι του Φαίδρου στο τέλος: Ω Σώκρατες, ραδίως συ Αιγυπτίους καί οποδαπούς, αν έθέλης, λόγους ποιείς (375 b). Βλ. Διδακτική Πρακτική Σ.Έ.Λ.Μ.Ε. Θεσσαλονίκης περί Ανθολογίου Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων Γ΄ Λυκείου, 1989, σ. 267.
2 John Noble Wilford, The New York Times, μτφρ. εφ. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ: Πότε ο άνθρωπος έγινε άνθρωπος, φ. 3. Μαρτίου. 2002
3 Α.-Σ. Αρβανιτοπούλου, Επιγραφική, εν Αθήναις, 1937, σ. 12-13.
4 Πλάτωνος Κρατύλος
5 Γ.Κουρτέση-Φιλιππάκη, Ή Τέχνη, περ. ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ τ.58, Μάρτιος 1996, σ. 85.
6 Α. Πουλιανός, Εργαλειοτεχνία, ΑΝΘΡΩΠΟΣ, τ.13, 1991-1997, σ. 52.
7 σ. 260, πρβλ. Winn M., The Signs of the Vinca culture: an internal
analysis; their role, chronology and independence from Mesopotamia. Ph. D. Diss. University of California, Los Angeles, 1973.
8 Α.Α.Ζώη, Προϊστορική καί Πρωτοϊστορική Αρχαιολογία, Γιάννενα, 1982, σ. 184-5, είκ. 32, 33, σημ. 120-123. πρβλ. Leroi-Gourn, Prihistoire de l’art, 310-311; Kuehn, Erwachen und Aufstieg, 211-213; Narr, Handbuch, l, 324-326; Mueller-Karpe, Handbuch, l, 276, no. 74; Bordes, Le Pateolithique, 166; Sonneville-Bordes, L’ίge de la pierre, 107-108; Hawkes-Wooley, History, 175-6.
9 Μηνάς Δ. Τσικριτσής, ΓΡΑΜΜΙΚΗ Α΄, Ηράκλειο, 2001, σ. 230, σημ. 8. πρβλ. Sarianidis V., Margiana and Protozoroastrism, Αθήναι, 1999, σ. 88.
10 Ο.π., πρβλ. Kόhn, Erwachen und Aufstieg, 212, όπου και βιβλιογραφία.
11 Πρβλ. Eleni Karantzola, Adamadlos Sampson, loannis Liritzis, Some recorded signs of early writing in Greek prehistory: theoretical considerations on a temporal and spatial dimension, Διεθνές Συνέδριο Πανεπιστημίου Αιγαίου: Κάτοικοι καί Κατοίκηση στον Ελλαδικό χώρο 9000-1000 π.Χ., ΡΟΔΟΣ 7-11 Οκτωβρίου 2002, περιλήψεις συνεδρίου, σ. 30. πρβλ. Την δυνατότητα υπάρξεως επικοινωνίας σε αυτούς τους χρόνους όχι μόνον μέσω των χερσαίων, αλλά καί των θαλασσίων οδών, ήδη από τους παλαιολιθικούς χρόνους, όπως απέδειξαν οι εργασίες του διεθνούς συνεδρίου: Θαλάσσιες Μεταφορές καί επικοινωνίες στην Μεσόγειο: Από την Παλαιολιθική εποχή ως τα πρώιμα Ρωμαϊκά χρόνια, πού έλαβε χώρα στην Μήλο στα τέλη Σεπτεμβρίου του 2002.
12 Γ.Χ.Χουρμουζιάδης, Το Δισπηλιό Καστοριάς. Ένας λιμναίος προϊστορικός οικισμός, Θεσσαλονίκη, 1996, σ. 46.
13 Γ.Χ.Χουρμουζιάδης, Δισπηλιό 7500 χρόνια μετά, Θεσσαλονίκη, 2002, σ. 260, 254.
14 Μ.Τσικριτσή, Γραμμική Α’. Συμβολή στην κατανόηση μιας αίγαιακής γραφής, Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη, Ηράκλειο, 2001, σ. 25.
15 Renfrew Κ., Προβλήματα της Ευρωπαϊκής Προϊστορίας, Αθήνα, 1979. πρβλ. Μ.Τσικριτσή, Γραμμική Α’. Συμβολή στην κατανόηση μιας αίγαιακής γραφής, Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη, Ηράκλειο, 2001, σ. 25, σημ. 3.
16 Winn M., The signs of the Vinca Culture: an internal analysis: their role, chronology and independence from Mesopotamia. Ph. D. Diss. University of California, Los Angeles, 1973.
17 Hie Tudor, Tezaurul de la Isaiia, στο Mica Enciclopedie “AS”, Anuν XI, nr. 493, Δεκέμβριος 2001, σ. 15.
18 Bogdan Nikolov, Αρχαίοι Πολιτισμοί του Κριβοντόλ, (ρωσσικά) 1984, σ. 46, 88.
19 Απ. Λυκέσα, Προϊστορική Σφραγίδα, εφ. ΕΘΝΟΣ της ΚΥΡΙΑΚΗΣ, φ. 17. Φεβρουαρίου 2002. βλ. Πρακτικά 15ης ‘Επιστημονικής Συναντή-σεως για το Αρχαιολογικό Έργο στην Μακεδονία καί την Θράκη, 16 Φεβρουαρίου 2002.
20 Μ.Τσικριτσή, Γραμμική Α΄. Συμβολή στην κατανόηση μιας αίγαιακής γραφής, Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη, Ηράκλειο, 2001, σ. 24-25.
21 Ό.π., σ. 24-25, σημ. 1, 2. πρβλ. Sir FI. Petrie, The Formation of the Alphabet, στο Mason W.A. 329, London, 1919.
22 Απ. Λυκέσα, Προϊστορική Σφραγίδα, εφ. ΕΘΝΟΣ της ΚΥΡΙΑΚΗΣ, φ.17. Φεβρουαρίου 2002. πρβλ. Μ.Τσικριτσή, Γραμμική Α΄. Συμβολή στην κατανόηση μιας αίγαιακής γραφής, Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη, Ηράκλειο, 2001, σ. 25, σημ. 4. πρβλ. εφ. ΑΔΕΣΜΕΥΤΟΣ, φ. 21.9.1995.
23 Μ.Τσικριτσή, Γραμμική Α΄. Συμβολή στην κατανόηση μιας αίγαιακής γραφής, Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη, Ηράκλειο, 2001, σ. 25. Ανάλογα χρυσά ένώτια ή περίαπτα έχουν βρεθή στο προϊστορικό σπήλαιο της Θεόπετρας του Νόμου Τρικάλων, αλλά καί στην Βάρνα της Βουλγαρίας, καθώς καί στην Ρουμανία.
24 Απ. Λυκέσα, Προϊστορική Σφραγίδα, εφ. ΕΘΝΟΣ της ΚΥΡΙΑΚΗΣ, φ. 17. Φεβρουαρίου 2002.
25 Dr. Eleni Karantzola, Prof. Dr. Ad. Sampson, Prof. Dr. I. Liritzis, Some recorded sgns of early writing in Greek Prehistory : theoretical considerations on a temporal and spatial dimension, Διεθνές Συνέδριο Πανεπιστημίου Αιγαίου, ΡΟΔΟΣ, 7-11 ‘Οκτωβρίου 2002, βλ. Περιλήψεις Συνεδρίου, σ. 30.
26 Πρβλ. Γ.Χ. Χουρμουζιάδη, Δισπηλιό. 7500 χρόνια μετά, Θεσσαλονίκη, 2002, σ. 260, είκ. 9, καί Ι.Ε.Ε., τ. Α’, σ. 151.
27 Marie-Joseph Steve, Le Syllabaire proto-ιlamite linιaire, βλ. Πρακτικά Συνεδρίου για την Γραπτή Επικοινωνία στην Μεσόγειο, ‘Ελληνική Βίλλα Κήρυλος, 14-15 Μαίου 1996, Ίδρυμα Θεοδώρου Ράϊναχ, 2000, σ. 73-84.
28 George Thomson, Ή ‘Ελληνική Γλώσσα. Αρχαία καί Νέα, Αθήνα, 1989, β’, έκδ., σ. 69.
29 Ι.Έ.Ε., τ.Α’, σ. 147. 30Ι.Ε.Ε..Τ. Α’,σ. 151.
31 “Εφη Πολυγιαννάκη, όστρακο «Γράμμα» από τη Μαύρη Θάλασσα, ΑΝΘΡΩΠΟΣ, τ. 13 1991-1997, σ. 298-304.
32 Louis Godart, Ό Δίσκος της Φαιστού, σ. 31.
33 Ε. Πολυγιαννάκη, Ό Δίσκος της Φαιστού μιλάει ‘Ελληνικά, Αθήναι, 1996, σ. 337.
34 Ν.Παπαχατζή, Παυσανίου. ‘Ελλάδος Περιήγησις, Χ, 28. 2.
35 Τρυφ. Μαραγκού, Λαϊκά Παραμύθια καί Τραγούδια της Φαραωνικής Εποχής, έκδ. Θουκυδίδης, 1983, σ.32-36.
36 Τρυφ. Μαραγκού, Λαϊκά Παραμύθια καί Τραγούδια της Φαραωνικής Εποχής, έκδ. Θουκιδίδης, 1983, σ. 31.
37 Βάσει της Ινδοευρωπαϊκής θεωρίας.
38 W.Wright, The Empire of the Hittites, London, 1884; πρβλ. Ι.Ε.Ε., τ.Α’, σ. 151.
39 S.N.Kramer, The Sumerians, London, 1963, fig.3.
40 A.Evans, Primitive Pictographs and Script, J.H.S., 1894, σ. 284.
41 Ο.π.
42 Ο.π.
43 Scripta Minoa, I.
44 I.E.E., τ. Α’, σ. 209.
45 I.E.E., τ. Α’, σ. 150.
46 Ο.π.
47 I.E.E., τ.Α’, σ. 150, 209, βλ. είκ.
48 John Chadwick, ΓΡΑΜΜΙΚΗ Β’. Ή πρώτη Ελληνική Γραφή, Αθήναι, 1962, σ. 3.
49 Μηνάς Δ. Τσικριτσής, Γραμμική Α’. Συμβολή στην κατανόηση μιας αίγαιακής γραφής, Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη, Ηράκλειο, 2001.
50 Έπετηρίς Αγγλικής Αρχαιολογικής Σχολής Αθηνών, τ. IV, σ. 57-59.
51 John Chadwick, ΓΡΑΜΜΙΚΗ Β’. Ή πρώτη Ελληνική Γραφή, Αθήναι, 1962, σ. 37κ.έξ.
52 Ι.Ε.Ε., τ. Α’, σ. 296. περισσότερες λεπτομέρειες για την μέθοδο άπο-κρυπτογραφήσεως βλ. εις John Chadwick, ΓΡΑΜΜΙΚΗ Β’. Ή πρώτη Ελληνική Γραφή, Αθήναι, 1962, σ. 43 κ.έξ.
53 Ή Ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας καί Γραφής, Die Geschichte der Hellenischen Sprache und Schrift, 3-6.10. 1996, Ohlstadt, Oberbayern-Deutschland, σ. 27-38 (αντίλογος στην άνακοίνωσι του G.Neumann, Zur Vor-und Frueh-geschichte der griechischen Sprache: Neuerungen in Morphologie und Wortschatz).
54 Γ.Μπαμπινιώτη “Εκθεση «Ιστορία της Γραφής». Δυο μικρά κείμενα του Πρυτάνεως του Πανεπιστημίου Αθηνών, Αθήνα, 2002.
55 Δρ Κ. Γαλλή, Ενδείξεις για την εξάπλωση μέχρι της Θεσσαλίας, ενός (οργανωμένου συστήματος συμβόλων επί αγγείων κατά την εποχή του χαλκού, περ. ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ, τ. 29, Δεκέμβριος 1988, σ. 58-63.
56 Δωρικά στοιχεία έχει εντοπίσει η κ.Έφη Πολυγιαννάκη καί στον Δίσκο της Φαιστού. Βλ. σ. 337-338.
57 Μήνας Δ. Τσικριτσής, Γραμμική Α’, Ηράκλειο, 2001, σ. 56.
58 Trude Dothan, Le premiθre apparition de l’ιcriture en Philistine, βλ. Πρακτικά Συνεδρίου για την Γραπτή ‘Επικοινωνία στην Μεσόγειο, ‘Ελληνική Βίλλα Κήρυλος, 14-15 Μαίου 1996, Ίδρυμα Θεοδώρου Ράίναχ, 2000,σ. 165-169.
59 “Αγ. Τσοπανάκης, Εισαγωγή στον Όμηρο, Θεσσαλονίκη, 1988, σ. 113. Γραφείς ξύλινων πινακίδων αναφέρονται καί σε μια χεττιτική πινακίδα με σφηνοειδή γραφή πού άνεκαλύφθή στο ιερό των Χετταίων του 14ου π.Χ. αιώνος στην Γιαζιλικάγια (Μ.Άσία), όπου έλατρεύετο ο «ίνδοευρωπαίος» Δίας, ο θεός του κεραυνού.
60 Kemal Pulak, To Ναυάγιο του Ούλουμπουρούν, Αρχαία Ναυάγια στην Μεσόγειο, εφ. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, φ. 3ής Σεπτεμβρίου 2000, σ. 24-26. πρβλ. την άποψη της Κ.Δήμακοπούλου, ή οποία αμφισβητεί την μυκηναϊκή καταγωγή του ναυαγίου, στον κατάλογο Θεοί καί Ήρωες της ‘Εποχής του Χαλκοϋ. Ή Ευρώπη στίς ρίζες του ‘Οδυσσέως, Αθήνα, 2000, σ. 36.
61 Γλώσσα. Ή Ελληνική Γραφή έγινε 4000 ετών, “Ενθετο αφιέρωμα εφ. ‘Ελευθεροτυπίας, φ. 24ης Ιουλίου 1999, σ. 23.
62Βλ. Κατάλογο: Θεοί καί Ήρωες της ‘Εποχής του Χαλκού. Ή Ευρώπη στίς ρίζες του ‘Οδυσσέα, Αθήνα, 2000, σ. 36.
63 Kemal Pulak, To Ναυάγιο του Ούλουμπουρούν, Αρχαία Ναυάγια στην Μεσόγειο, εφ. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, φ. 3ης Σεπτεμβρίου 2000, σ. 24-26, πρβλ. Κατάλογο: Θεοί καί Ήρωες της Εποχής του Χαλκοϋ. Ή Εύρώ-πή στίς ρίζες του ‘Οδυσσέα, Αθήνα, 2000, σ. 36.
64 Ζ’, 169: γράψας εν πινάκι πτυκτώ … σήματα λυγρά.
65 Σχετικά με την σημασία του ρήματος στον Όμηρο, βλ. “Αγ. Τσοπανάκης, Εισαγωγή στον Όμηρο, Θεσσαλονίκη, 1988, σ. 113.
66 βλ. Αγ. Τσοπανάκης, Εισαγωγή στον Όμηρο, Θεσσαλονίκη, 1988, σ. 113.
67 Πρβλ. την αποψι του Trude Dothan, Le premiθre apparition de l’ ιcriture en Philistine, βλ. Πρακτικά Συνεδρίου για την Γραπτή ‘Επικοινωνία στην Μεσόγειο, Ελληνική Βίλλα Κήρυλος, 14-15 Μαίου 1996, Ίδρυμα Θεοδώρου Ράϊναχ, 2000,σ. 165-169. Πρέπει να συμπεράνουμε, αναφέρει σ καθηγητής πώς στην Παλαιστίνη, ό πάπυρος, εδώδιμα φθαρτός, ήταν ή βασική πρώτη ϋλη γραφής για τους Φιλισταίους. Μήπως συνέβαινε λοιπόν το ίδιο καί στην Κρήτη;
68 Mission de Ras-Shamra, dirigιe par Claude F.-A. Schaeffer, La Legend de Keret, Roi des Sidoniens, Paris, 1936.
69 Βλ. M’ hamed Hassine Fantar, Les Phιniciens en Mediterranee, 1997.
70 Stanislav Serget, A Grammar of Phoenician and Punic, Muenchen, 1976
71 Dr. Marta Guzowska, The Contexts of Cretan finds in Cyprus or “the case of a musturd pot”, Διεθνές Συνέδριο Πανεπιστημίου Αιγαίου, Ρόδος, 7-11 ‘Οκτωβρίου 2002, βλ. περιλήψεις Συνεδρίου, σ. 9
72 N.Coldstream, Γεωμετρική Ελλάδα, Λονδίνο, 1977, Αθήνα, 1997, σ. 393,413-6.
73 Βλ. Pierre Grimal, Λεξικόν, λ. Άγαπήνωρ.
74 Ιστορία της Κύπρου. Από την Νεολιθική μέχρι καί την Ρωμαϊκή Εποχή, Λευκωσία, 1992, σ. 57
75 βλ. οδηγό Εκθέσεως Ιστορίας της Γραφής, Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα, 2002.
76 Ή Ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας καί Γραφής, Die Geschichte der Hellenischen Sprache und Schrift, 3-6.10.1996, Ohlstadt, Oberbayern-Deutschland, σ. 300 (αντίλογος στην άνακοίνωσι της Δρ. I. S.Lemos, What is not dark in the so called Greek DarkAge).
77 Andre Lemaire, Les «Hyksos» et les debuts de l’ιcriture alphabitique au Proche-Orient, βλ. Πρακτικά Συνεδρίου για την Γραπτή Επικοινωνία στην Μεσόγειο, Ελληνική Βίλλα Κήρυλος, 14-15 Μαίου 1996, Ίδρυμα Θεοδώρου Ράιναχ, 2000, σ. 103-133.
78 Ό.π.
79 Ό.π.
80 βλ. ‘Οδηγό Εκθέσεως, Ή Ιστορία της Γραφής, Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα, 2002, σ. 44-45.
81 Γ. Μπαμπινιώτης, Έκθεση. Ιστορία της Γραφής. Δύο Μικρά κείμενα του Πρυ-τάνεως του Πανεπιστημίου Αθηνών, Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα, 2002.
82 Maria Giulia Amadasi Guzzo, La transmission de (‘alphabet phιnicien aux Grecs, 15 Μαίου 1996, Ίδρυμα Θεοδώρου Ράιναχ, 2000,σ. 231.
83 Pierre Grimal, Λεξικόν, λ. Κάδμος, σ. 336.
84 Ί. Σταματάκου, Λεξικόν της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσης, λ. Κάδμος.
85 Maria Giulia Amadasi Guzzo, La transmission de (‘alphabet phιnicien aux Grecs, 15 Μαΐου 1996, Ίδρυμα Θεοδώρου Ράίναχ, 2000,σ. 239.
86 Α. Τζιροπούλου-Ευσταθίου, Σύντομη Προσέγγισις εις το Ιστορικόν της Ελληνικής Γραφής, εφ. Ελληνική Αγωγή, αρ.φ.49, Μάρτιος 2001, σ.10-11.
87 Ε. Παπαδοπούλου, Μινωική καί Μυκηναϊκή παρουσία στην Εγγύς Ανατολή καί είδικώτερα στην κοιλάδα του Ιορδάνη, βλ. περιλήψεις Διεθνούς Συνεδρίου Πανεπιστημίου Αιγαίου, Ρόδος, 7-11 Οκτωβρίου 2002, σ. 26.
88 J.-N.Coldstream, Γεωμετρική ‘Ελλάδα, Λονδίνο, 1977, Αθήνα, 1997, σ. 321-322.
89 Ό.π., σ. 322, σημ. 86, 87.
90 Δ΄, 18,2-3.
91 Ειρήνη Λ. Μπουρδάκου, Ηρακλής. Ό εξερευνητής του Αρχαίου Κόσμου, Αθήνα (υπό έκδοσιν)
92 Α.-Σ.Άρβανιτοπούλου, ΕΠΙΓΡΑΦΙΚΗ, εν Αθήναις, 1937, τ. Ά?, σ. 70-71.
93 Maria Giulia Amadasi Guzzo, La transmission de (‘alphabet phιnicien aux Grecs, 15 Μαΐου 1996, Ίδρυμα Θεοδώρου Ράιναχ, 2000,σ. 231. πρβλ. J.-N.Coldstream, Γεωμετρική ‘Ελλάδα, Λονδίνο, 1977, Αθήνα, 1997, σ. 321-32, οπού αναφέρει την άνακάλυψι κυπροφοινικικών αγγείων στην περιοχή.
94 Α.-Σ. Αρβανιτοπούλου, ΕΠΙΓΡΑΦΙΚΗ, εν Αθήναις, 1937, τ. Α’, σ. 70, 76.
95 J.-N.Coldstream, ο.π., σ.394, 397.
96 Ο Αρβανιτόπουλος την χρονολογεί γύρω στα 800-850 π.Χ., βλ., ο.π., σ. 32.
97 Maria Giulia Amadasi Guzzo, La transmission de (‘alphabet phιnicien aux Grecs, 15 Μαίου 1996, Ίδρυμα Θεοδώρου Ράιναχ, 2000,σ. 234.
98 Ό.π., σ. 240.
99 Ό.π., σ. 235. 100 Ό.π., σ. 236.
101 Α.-Σ. Αρβανιτοπούλου, ΕΠΙΓΡΑΦΙΚΗ, εν Αθήναις, 1937, τ. Α’, σ. 47, σημ.3.
102 ο.π., σ. 238.
103 τ. 179
104 βλ. Ειρήνη Λ. Μπουρδάκου, Ηρακλής. Ό Εξερευνητής του Αρχαίου Κόσμου, υπό έκδοσιν.
105 Πρβλ. Α.Τζιροπούλου-Ευσταθίου, Σύντομη προσέγγισις εις το Ιστορικόν της Ελληνικής γραφής, εφ. Ελληνική Αγωγή, άρ.φυλ. 49, Μάρτιος 2001, σ. 10-11.
106 Ό.π., πρβλ. Χόρστ Μπλάνκ, Το Βιβλίο στην Αρχαιότητα, σ. 148.
107 Β.-ΧΡ.Κριτσέλη, Πλάτωνος. Κρατύλος, Αθήναι, σ. 14.
108 Κρατύλος, 3930.
109 Α.-Σ.Άρβανιτοπούλου, Επιγραφική, εν Αθήναις, 1937, τ. Α’, σ. 41-44.
110 Ό.π., σ. 44.
111 Μ.Ελλάς, Ιταλία, Σικελία, Κάτω Ιταλία.
112 Α.-Σ. Αρβανιτοπούλου, Επιγραφική, εν Αθήναις, 1937, τ. Α’, σ. 45.
113 Βλ. Έφ.ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, φ. 12.11.2000, πρβλ. Εφ. Ελληνική Αγωγή, άρ.φυλ. 47, Ιανουάριος 2001, σ. 18-19, και το θεμελιώδες έργο της “Α.Τζιροπούλου-Εύσταθίου, Πώς ή Ελληνική γονιμοποίησε τον Ευρωπαϊκό Λόγο, έκδ. Νέα Θέσις και της ιδίας ΕΛΛΗΝ ΛΟΓΟΣ, Αθήναι, 2002.
114 Ό.π., σ. 45.

Βιβλιογραφία

1 ) Διδακτική Πρακτική Σ.Ε.Λ.Μ.Ε. Θεσσαλονίκης περί Ανθολογίου Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων Γ’ Λυκείου, 1989, σ. 267.
2) John Noble Wilford, The New York Times, μτφρ. εφ. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ: Πό-
τε σ άνθρωπος έγινε άνθρωπος, φ. 3. Μαρτίου. 2002
3) Α.-Σ.Άρβανιτοπούλου, Επιγραφική, εν Αθήναις, 1937
4) Πλάτωνος, Κρατύλος
5) Γ.Κουρτέση-Φιλιππάκη, Ή Τέχνη, περ. ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ τ.58, Μάρτιος 1996,σ.85.
6) Α. Πουλιανός, Έργαλειοτεχνία, ΑΝΘΡΩΠΟΣ, τ.13, 1991-1997, σ. 52.
7) Winn M., The Signs of the Vinca culture: an internal analysis; their role, chronology and independence from Mesopotamia. Ph. D. Diss. University of California, Los Angeles, 1973.
8) Α.Α.Ζώη, Προϊστορική και Πρωτοϊστορική Αρχαιολογία, Γιάννενα, 1982.
9) Leroi-Gourn, Prihistoire de l’ari, 310-311 ; Kuehn, Erwachen und Aufstieg, Narr, Handbuch, l, 324
10) Μηνάς Δ. Τσικριτσής, ΓΡΑΜΜΙΚΗ Α’, Ηράκλειο 2001
11) Sarianidis V., Margiana and Protozoroastrism, Αθήναι, 1999
12) Eleni Karantzola, Adamadlos Sampson, loannis Liritzis, Some recorded signs of early writing in Greek prehistory: theoretical considerations on a temporal and spatial dimension, Διεθνές Συνέδριο Πανεπιστημίου Αιγαίου: Κάτοικοι καί Κατοίκηση στον Ελλαδικό χώρο 9000-1000 π.Χ., ΡΟΔΟΣ 7-11 Οκτωβρίου 2002, περιλήψεις συνεδρίου, σ. 30.
13) Γ. Χ. Χουρμουζιάδής, Το Δισπηλιό Καστοριάς. “Ενας λιμναίος προϊστορικός οικισμός, Θεσσαλονίκη, 1996
14) Γ. Χ. Χουρμουζιάδης, Δισπηλιό 7500 χρόνια μετά, Θεσσαλονίκη, 2002.
15) Μ.Τσικριτσή, Γραμμική Α’. Συμβολή στην κατανόηση μιας αίγαιακής γραφής, Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη, Ηράκλειο, 2001
16) Renfrew Κ., Προβλήματα της Ευρωπαϊκής Προϊστορίας, Αθήνα, 1979.
17) Winn M., The signs of the Vinca Culture: an internal analysis: their role,
chronology and independence from Mesopotamia. Ph. D. Diss. University of California, Los Angeles, 1973.
18) Hie Tudor, Tezaurul de la Isaiia, στο Mica Enciclopedie “AS”, \Anul XI, nr. 493, Δεκέμβριος 2001
19) Bogdan Nikolov, Αρχαίοι Πολιτισμοί του Κριβοντόλ, (ρωσσικά) 1984.
20) Απ. Λυκέσα, Προϊστορική Σφραγίδα, εφ. ΕΘΝΟΣ της ΚΥΡΙΑΚΗΣ, φ. 17. Φεβρουαρίου 2002.
21)Πρακτικά 15ης Επιστημονικής Συναντήσεως για το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία καί την Θράκη, 16 Φεβρουαρίου 2002.
22) Μ.Τσικριτσή, Γραμμική Α’. Συμβολή στην κατανόηση μιας αίγαιακής γραφής, Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη, Ηράκλειο, 2001
23) Marie-Joseph Steve, Le Syllabaire proto-Elamite linιaire, βλ. Πρακτικά Συνεδρίου για την Γραπτή ‘Επικοινωνία στην Μεσόγειο, Ελληνική Βίλ-λα Κήρυλος, 14-15 Μαίου 1996, Ίδρυμα Θεοδώρου Ράιναχ, 2000, σ. 73-84.
24) George Thomson, Ή Ελληνική Γλώσσα. Αρχαία καί Νέα, Αθήνα, 1989, β’, έκδ
25) “Εφη Πολυγιαννάκη, Όστρακο «Γράμμα» από τη Μαύρη Θάλασσα, ΑΝΘΡΩΠΟΣ, τ. 13 1991-1997, σ. 298-304.
26) Louis Godart, Ο Δίσκος της Φαιστού, σ. 31.
27) Ε. Πολυγιαννάκη, Ό Δίσκος της Φαιστού μιλάει Ελληνικά, Αθήναι, 1996, σ. 337.
28) Ν.Παπαχατζή, Παυσανίου. ‘Ελλάδος Περιήγησις, Χ, 28. 2.
29) Τρυφ. Μαραγκού, Λαϊκά Παραμύθια καί Τραγούδια της Φαραωνικής Εποχής, έκδ. Θουκυδίδης, 1983.
30) W.Wright, The Empire of the Hittites, London, 1884” πρβλ. Ι.Ε.Ε., τ. Α’, σ. 151.
31) S.N.Kramer, The Sumerians, London, 1963, fig.3.
32) A.Evans, Primitive Pictographs and Script, J.H.S., 1894, σ. 284.
33) John Chadwick, ΓΡΑΜΜΙΚΗ Β’. Ή πρώτη ‘Ελληνική Γραφή, Αθήναι, 1962, σ. 3.
34) Έπετηρίς Αγγλικής Αρχαιολογικής Σχολής Αθηνών, τ. IV, σ. 57-59.
35) John Chadwick, ΓΡΑΜΜΙΚΗ Β’. Ή πρώτη ‘Ελληνική Γραφή, Αθήναι, 1962, σ. 37κ.έξ.
36) Ή Ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας και Γραφής, Die Geschichte der Hellenischen Sprache und Schrift, 3-6.10. 1996, Ohlstadt, Oberbayern-Deutschland
37) Γ.Μπαμπινιώτη Έκθεση «Ιστορία της Γραφής». Δύο μικρά κείμενα του Πρυτάνεως το Πανεπιστημίου Αθηνών, Αθήνα, 2002.
38) Δρ Κ. Γαλλή, Ενδείξεις για την εξάπλωση μέχρι της Θεσσαλίας, ενός οργανωμένου συστήματος συμβόλων επί αγγείων κατά την εποχή του χαλκού, περ. ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ, τ. 29, Δεκέμβριος 1988, σ. 58-63.
39) Trude Dothan, Le premiere apparition de Γ ιcriture en Philistine, βλ. Πρακπκά Συνεδρίου για την Γραπτή ‘Επικοινωνία στην Μεσόγειο, ‘Ελληνική Βίλλα Κήρυλος, 14-15 Μαίου 1996, Ίδρυμα Θεοδώρου Ράιναχ, 2000,σ. 165-169.
40) “Αγ. Τσοπανάκης, Εισαγωγή στον Όμηρο, Θεσσαλονίκη, 1988
41) Kemal Pulak, To Ναυάγιο του Ούλουμπουρούν, Αρχαία Ναυάγια στην Μεσόγειο, εφ. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, φ. 3ης Σεπτεμβρίου 2000, σ. 24-26
42) Κ. Δημακοπούλου Θεοί καί Ήρωες της Εποχής του Χαλκού. Ή Ευρώπη στις ρίζες του ‘Οδυσσέα, Αθήνα, 2000
43) Γλώσσα. Ή Ελληνική Γραφή έγινε 4000 ετών, Ένθετο αφιέρωμα εφ. ‘Ελευθεροτυπίας, φ. 24ης Ιουλίου 1999, σ. 23.
44) Mission de Ras-Shamra, dirigιe par Claude F.-A. Schaeffer, La Legend de Keret, Roi des Sidoniens, Paris, 1936.
45) M’hamed Hassine Fantar, Les Phιniciens en Mediterranee, 1997.
46) Stanislav Serget, A Grammar of Phoenician and Punic, Mόnchen, 1976
47) Dr. Marta Guzowska, The Contexts of Cretan finds in Cyprus or “the case of a musturd pot”, Διεθνές Συνέδριο Πανεπιστημίου Αιγαίου, Ρόδος, 7-11 ‘Οκτωβρίου 2002, βλ. περιλήψεις Συνεδρίου, σ. 9
48) N.Coldstream, Γεωμετρική Ελλάδα, Λονδίνο, 1977, Αθήνα, 199749)
49) Pierre Grimal, Λεξικόν της Ελληνικής καί Ρωμαϊκής Μυθολογίας, Θεσσαλονίκη, 1992.
50) Ιστορία της Κύπρου. Από την Νεολιθική μέχρι καί την Ρωμαϊκή Εποχή, Λευκωσία, 1992, σ. 57
51) Ιστορία της Γραφής, ‘Οδηγός Εκθέσεως, Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα, 2002.
52) Ή Ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας καί Γραφής, Die Geschichte der Hellenischen Sprache und Schrift, 3-6.10. 1996, Ohlstadt, Oberbayern-Deutschlani, σ. 300
53) Andre Lemaire, Les «Hyksos» et les debuts de Γ ιcriture alphabιtique au Proche-Orient, βλ. Πρακτικά Συνεδρίου για την Γραπτή Επικοινωνία στην Μεσόγειο, Ελληνική Βίλλα Κήρυλος, 14-15 Μαίου 1996, Ίδρυμα Θεοδώρου Ράϊναχ, 2000, σ. 103-133.
54) Maria Giulia Amadasi Guzzo, La transmission de (‘alphabet phιnicien aux Grecs, 15 Μαίου 1996, Ίδρυμα Θεοδώρου Ράίναχ, 2000,σ. 231.
55) Ί. Σταματάκου, Λεξικόν της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσης
56) “Α. Τζιροπούλου-Εύσταθίου, Σύντομη Προσέγγισις εις το Ιστορικόν της Ελληνικής Γραφής, εφ. Ελληνική Αγωγή, άρ.φ.49, Μάρτιος 2001, σ.10-11.
57) Ε. Παπαδοπούλου, Μινωική καί Μυκηναϊκή παρουσία στην Εγγύς Ανατολή καί είδικώτερα στην κοιλάδα του Ιορδανή, βλ. .περιλήψεις Διεθνούς Συνεδρίου Πανεπιστημίου Αιγαίου, Ρόδος, 7-11 Οκτωβρίου 2002, σ. 26.
58) “Α.Τζιροπούλου-Εύσταθίου, Έλλήν Λόγος, Αθήνα 2002.
59) Β.-ΧΡ.Κριτσέλη, Πλάτωνος Κρατύλος, Αθήναι, σ. 14.
60) Έφ.ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, φ. 12.11.2000, πρβλ. Εφ. Ελληνική Αγωγή, άρ.φυλ. 47, Ιανουάριος 2001, 63) Α.Τζιροπούλου-Ευσταθίου, Πώς ή Ελληνική γονιμοποίησε τον Ευρωπαϊκό Λόγο.
61) Anna Michailidou (Ed.), Manufacture and Measurment, Counting, Measuring and Recording. Craft items in early Aegean Societies, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, Κέντρο Ελληνορωμαϊκής Αρχαιότητος, Αθήνα, 2001.
http://www.ekivolos.gr/Elliniki%20grafi.htm
 Προϊστορία και προϋποθέσεις δημιουργίας της αλεξανδρινής κοινής
Ηαρχαία ελληνική μάς έχει παραδοθεί, ως γνωστόν, όχι σε ενιαία μορφή αλλά σε πολυάριθμες τοπικές παραλλαγές, τις διαλέκτους, οι οποίες διαμορφώθηκαν σταδιακά κατά τη διάρκεια της 2ης και των αρχών της 1ης π.Χ. χιλιετίας. Μέχρι και τον 4ο π.Χ. αιώνα απουσίαζε οποιαδήποτε (γραπτή ή/και προφορική) «κοινή» ή «επίσημη» γλώσσα-πρότυπο για ολόκληρο τον ελληνόφωνο κόσμο. Σε κάθε περιοχή μιλιόταν η τοπική διάλεκτος, η οποία απολάμβανε και το καθεστώς της επίσημης γλώσσας, στην οποία συντάσσονταν τόσο τα δημόσια όσο και τα ιδιωτικής φύσεως κείμενα. Το γεγονός αυτό συνδεόταν οπωσδήποτε με τον πολιτικό κατακερματισμό του αρχαίου ελληνικού κόσμου και την επίμονη προσπάθεια των αρχαίων ελληνικών πόλεων-κρατών να διαφυλάξουν την πολιτική τους αυτονομία και την ιδιαίτερη οντότητά τους. Και αυτό παρά το γεγονός ότι οι Έλληνες, της αρχαϊκής (7ος-6ος π.Χ. αιώνας) και της κλασικής εποχής (5ος-4ος π.Χ. αιώνας) τουλάχιστον, είχαν αναμφίβολα συνείδηση της κοινής τους καταγωγής και των πολιτιστικών και θρησκευτικών τους δεσμών που τους διαχώριζαν από τους υπόλοιπους λαούς. Έτσι μέχρι και τον 5ο π.Χ. αιώνα δεν υπήρχαν ακόμη οι προϋποθέσεις για την επικράτηση μιας ενιαίας μορφής γλώσσας για το σύνολο του ελληνισμού, έστω και μόνο στο επίπεδο του γραπτού λόγου. Μέχρι την εποχή εκείνη, βέβαια, διάφορες (σε αρκετές περιπτώσεις τεχνητές και χωρίς έντονο τοπικό χρώμα) μορφές της ελληνικής γλώσσας είχαν αποκτήσει ιδιαίτερο κύρος ως μορφές γλώσσας, στις οποίες καλλιεργούνταν τα λογοτεχνικά είδη. Έτσι για παράδειγμα στην (κατά βάση ιωνική) ομηρική γλώσσα γραφόταν η επική ποίηση, σε γλώσσα με έντονο δωρικό χρώμα γραφόταν η χορική ποίηση κλπ. Ιδιαίτερο κύρος είχε αποκτήσει μέχρι τον 5ο π.Χ. αιώνα η (μικρασιατική) ιωνική διάλεκτος ως γλώσσα πληθυσμών που είχαν αναπτύξει υψηλό πολιτισμό και καλλιέργησαν την ποίηση, την πεζογραφία (μύθοι, «λόγοι», ιστορία -Ηρόδοτος- κλπ.) και τη φιλοσοφία. Η ακτινοβολία του ιωνικού πολιτισμού ήταν μεγάλη στην Ανατολή και θα μπορούσε να έχει οδηγήσει στην επικράτηση της μικρασιατικής ιωνικής ως κοινής γλώσσας για ολόκληρο τον ελληνικό κόσμο. Τελικά όμως οι συνθήκες στάθηκαν ευνοϊκές για την ανάδειξη της αττικής διαλέκτου, η οποία συγγένευε στενά με τη μικρασιατική ιωνική, αφού αποτελούσε μαζί με αυτήν παρακλάδι της ίδιας ομάδας. Σε μερικές περιπτώσεις και κυρίως στους ελληνιστικούς χρόνους (3ος-1ος π.Χ. αιώνας), είχαμε και τη δημιουργία, έστω και σε επίπεδο γραπτού λόγου μόνο, κοινών μορφών γλώσσας με τοπική μόνο εμβέλεια.

Οι προϋποθέσεις για την ανάδειξη της αττικής διαλέκτου σε βάση για τη δημιουργία κοινής γλώσσας για ολόκληρο τον ελληνικό κόσμο εντοπίζονται στην πολιτικοστρατιωτική ισχύ και την πολιτιστική ακμή της Αθήνας κατά τον 5ο π.Χ. αιώνα, και ιδιαίτερα την εποχή του Περικλή (449-431 π.Χ.), η οποία είναι ευρύτερα γνωστή ως «χρυσούς αιών»:

(α) Η Αθήνα έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στην απόκρουση της περσικής εισβολής την περίοδο 490-479 π.Χ. Λίγο μετά το τέλος των Περσικών Πολέμων ίδρυσε με κέντρο το νησί της Δήλου την πρώτη Αθηναϊκή Συμμαχία, στην οποία εντάχθηκαν πολλές ελληνικές πόλεις, και αναδείχτηκε σε κυρίαρχη ναυτική δύναμη στο Αιγαίο. Ο Πελοποννησιακός Πόλεμος (431-404 π.Χ.) έληξε με βαριά ήττα της Αθήνας που είχε ως αποτέλεσμα τη σημαντική υποχώρηση της ισχύος και της επιρροής της κατά τις πρώτες δεκαετίες του 4ου π.Χ. αιώνα. Παρέμεινε όμως ένα από τα ισχυρότερα και σημαντικότερα ελληνικά κράτη. Το 378/377 π.Χ. ίδρυσε τη δεύτερη Αθηναϊκή Συμμαχία, η οποία όμως δεν απέκτησε την ισχύ και τη σημασία της πρώτης.
(β) Η Αθήνα κατέστη τον 5ο π.Χ. αιώνα και παρέμεινε κατά τη διάρκεια του 4ου αιώνα, παρά την καταστροφή της πολιτικής και στρατιωτικής της δύναμης στον Πελοποννησιακό Πόλεμο, το σημαντικότερο πολιτιστικό κέντρο του ελληνικού κόσμου, γεγονός το οποίο σχετίζεται οπωσδήποτε και με την κοινωνικοπολιτική της οργάνωση και την ισχύ της. Στην Αθήνα καλλιεργήθηκε η δραματική ποίηση (τραγωδία: Αισχύλος-Σοφοκλής-Ευριπίδης, κωμωδία: Αριστοφάνης), η φιλοσοφία (Σωκράτης, Πλάτων κλπ.) και η ρητορική (Ισοκράτης, Λυσίας, Δημοσθένης κλπ.), ενώ στην πόλη αυτή έζησαν και έδρασαν φιλόσοφοι, συγγραφείς-ποιητές και καλλιτέχνες από ολόκληρο τον ελληνικό κόσμο. Αθηναίοι υπήρξαν επίσης και σε αττική διάλεκτο έγραψαν δύο από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της αρχαίας ελληνικής ιστοριογραφίας, ο Θουκυδίδης και ο Ξενοφών.
Η ισχύς, λοιπόν, και η επικυριαρχία της Αθήνας στα σύμμαχα κράτη σε συνδυασμό με την πολιτιστική της ανάπτυξη συνετέλεσαν στην αναγνώριση της διαλέκτου της, η οποία μάλιστα, όπως είδαμε, είχε τύχει ιδιαίτερης καλλιέργειας στον γραπτό λόγο, ως γλωσσικού προτύπου για ολόκληρο τον ελληνικό κόσμο, ακόμα και από περιοχές οι οποίες δεν διέκειντο φιλικά έναντι της Αθήνας. Το γεγονός όμως που έδωσε την αποφασιστική ώθηση στην πανελλήνια αναγνώριση της αττικής διαλέκτου, υπήρξε η ανάδειξη στη διάρκεια του 4ου π.Χ. αιώνα μιας νέας ηγετικής δύναμης στον ελληνικό κόσμο, της Μακεδονίας. Οι επαφές της μακεδονικής αυλής με τον αθηναϊκό πολιτισμό είχαν ξεκινήσει από τον 5ο π.Χ. αιώνα. Τον 4ο αιώνα ο βασιλιάς Φίλιππος ο Β΄ καθιέρωσε την αττική διάλεκτο ως επίσημη γλώσσα της Μακεδονίας, ενώ με τις κατακτήσεις (334-323 π.Χ.) του Μεγάλου Αλεξάνδρου η ελληνική παιδεία και η ελληνική γλώσσα διαδόθηκαν στη Μικρά Ασία, τη σημερινή Μέση Ανατολή και την Αίγυπτο, αφενός μέσω της εγκατάστασης Ελλήνων στις κατακτημένες χώρες και αφετέρου μέσω μιας διαδικασίας εξελληνισμού των ντόπιων πληθυσμών. Η τελευταία αυτή διαδικασία στη μεν Μικρά Ασία προχώρησε σε βάθος, ενώ σε περιοχές των κατακτήσεων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, οι οποίες ήταν πιο απομακρυσμένες από την κυρίως Ελλάδα και γενικότερα τον χώρο του Αιγαίου, όπως η Αίγυπτος, η Συρία κλπ. ο γλωσσικός και πολιτισμικός εξελληνισμός υπήρξε πιο περιορισμένος. Γεγονός παραμένει πάντως ότι η ελληνική γλώσσα με τη μορφή της αλεξανδρινής κοινής, η οποία είχε ως βάση την αττική διάλεκτο, κυριάρχησε στον χώρο της ανατολικής Μεσογείου ως γλώσσα πολιτισμού, και προφορικής και γραπτής επικοινωνίας και συναλλαγών μεταξύ των πληθυσμών της περιοχής. Κατέστη δηλαδή «διεθνής» γλώσσα της εποχής. Η σημασία της καταδεικνύεται μεταξύ άλλων και από το γεγονός της μετάφρασης της Παλαιάς Διαθήκης στην ελληνική για τις ανάγκες των ελληνόφωνων Ιουδαίων της διασποράς (η μετάφραση των «Εβδομήκοντα»), αλλά και από το γεγονός ότι τα ιερά κείμενα της νέας θρησκείας του χριστιανισμού (Καινή Διαθήκη), συντάχθηκαν τα περισσότερα μάλλον απευθείας στην ελληνική με τη μορφή της αλεξανδρινής κοινής.

2. Η διαδικασία διαμόρφωσης της αλεξανδρινής κοινής
Η διαδικασία διαμόρφωσης κοινής γλώσσας με βάση την αττική διάλεκτο ξεκίνησε πιθανόν ήδη από τις τελευταίες δεκαετίες του 5ου π.Χ. αιώνα με επίκεντρο, φυσικά, την Αθήνα, όπου εκτός από τους ντόπιους Αθηναίους ένα σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού αποτελούσαν Έλληνες από πολλές άλλες περιοχές («μέτοικοι»). Όχημα για τη διάδοση της αττικής διαλέκτου αλλά και του «εμπλουτισμού» της με μη αττικά στοιχεία κατά τη διαδικασία διαμόρφωσης της κοινής θα υπήρξαν οι έντονες εμπορικές, πολιτιστικές ή άλλου είδους επαφές και ανταλλαγές της Αθήνας κυρίως με τα σύμμαχα κράτη στον χώρο του Αιγαίου και ιδιαίτερα την Ιωνία. Ήδη σε ιωνικές επιγραφές του τέλους του 5ου π.Χ. αιώνα εμφανίζονται αττικοί τύποι. Αττικές γλωσσικές επιρροές αρχίζουν να γίνονται αισθητές και να πυκνώνουν σε επιγραφές και από άλλες περιοχές κατά τη διάρκεια του 4ου π.Χ. αιώνα, ώσπου στην ελληνιστική περίοδο φτάνουμε στη χρήση μορφών γλώσσας ανάμεικτων από τις παλαιές τοπικές διαλέκτους και από στοιχεία της βασισμένης στην αττική διάλεκτο αλεξανδρινής κοινής. Στο τελευταίο στάδιο της διαδικασίας αυτής βρίσκεται η αντικατάσταση των παλαιότερων ελληνικών διαλέκτων από την αλεξανδρινή κοινή, αρχικά στον γραπτό λόγο και αργότερα και στον προφορικό.

Η αττική διάλεκτος αποτέλεσε, λοιπόν, τη βάση για τη δημιουργία από τον 4ο π.Χ. αιώνα κοινής γλώσσας, της αλεξανδρινής κοινής όπως ονομάζεται. Η τελευταία όμως δεν ταυτίζεται με την αττική διάλεκτο της κλασικής εποχής, πιθανόν ούτε και με την αττική διάλεκτο με τη μορφή που θα εξακολούθησε να μιλιέται στην ίδια την Αττική. Η κοινή εμφανίζει αρκετές μεταβολές σε σχέση με την αττική διάλεκτο της κλασικής εποχής, ενώ στη συνολική της διαμόρφωση συνέβαλαν περισσότερο ή λιγότερο και άλλες διάλεκτοι κυρίως με λεξιλογικά στοιχεία και παραγωγικές καταλήξεις. Σημαντικότερη σε σύγκριση με όλες τις υπόλοιπες διαλέκτους ήταν η συμβολή της ιωνικής, με την οποία η αττική διάλεκτος συγγένευε στενά και βρισκόταν σε διαρκή επαφή από παλαιότερα. Αρκετοί γλωσσολόγοι μάλιστα κάνουν λόγο για «αττικοϊωνική κοινή». Από εκεί και πέρα είναι βέβαιο ότι κατά τόπους η προφορική αλεξανδρινή κοινή ενσωμάτωσε στοιχεία των παλαιότερων τοπικών ελληνικών διαλέκτων. Το γεγονός αυτό θα συνέβαλε στη διαμόρφωση τοπικών παραλλαγών της, όπως περίπου συμβαίνει και σήμερα με την εξάπλωση της κοινής νεοελληνικής. Η τελευταία χρησιμοποιείται κατά τόπους από μερίδα των ομιλητών της με τρόπο που «προδίδει» τις παλαιότερες τοπικές γλωσσικές ποικιλίες που επικάλυψε (ιδιαίτερη προφορά ορισμένων φθόγγων, χρήση στοιχείων του παλαιού τοπικού λεξιλογίου κλπ.). Κάτι ανάλογο θα συνέβη και σε περιοχές όπου κατοικούσαν αλλόγλωσσοι αρχικά πληθυσμοί που τελικά εξελληνίστηκαν γλωσσικά. Στοιχεία των παλαιότερων γλωσσών τους πιθανόν πέρασαν στην αλεξανδρινή κοινή, αλλά και η ίδια άσκησε επίδραση στις γλώσσες εκείνες. Την περίοδο της ρωμαιοκρατίας αλλά και αργότερα η κοινή δέχτηκε την επίδραση της λατινικής, κυρίως στον τομέα του λεξιλογίου και της παραγωγής λέξεων: αρκετές λέξεις, μερικές από τις οποίες χρησιμοποιούνται μέχρι σήμερα, εισήλθαν τότε από τη λατινική στην ελληνική, όπως επίσης και παραγωγικές καταλήξεις: π.χ. βούλ(λ)α, κάστρον, κέλλα (σημ. κελλί), σέλ(λ)α, κουστωδία, οσπίτιον (σημ. σπίτι), τίτλος, φαμίλια, τα ονόματα των μηνών, οι καταλήξεις -άριος> -άρης, -άριον> -ά-ρι(ν), -ατος) κλπ. Μέσω της Αγίας Γραφής και με όχημα τον εκχριστιανισμό των ελληνόφωνων πληθυσμών εισάγονται στην κοινή λέξεις και κύρια ονόματα εβραϊκής προέλευσης, όπως μεσσίας, Πάσχα, σατανάς, Ιωάννης, Μάρθα, Μαρία, Μιχαήλ κλπ.

Η κοινή στη γραπτή της μορφή εμφανίζεται σχετικά ομοιογενής. Στην προφορική της μορφή, όμως, είναι βέβαιο ότι δεν παρουσίαζε ομοιογένεια στον γεωγραφικά εκτεταμένο χώρο στον οποίο μιλιόταν: είτε διότι εξαρχής διαδόθηκε με κατά τόπους διαφορετική μορφή (και σε διαφορετικό χρόνο), είτε διότι, όπως είδαμε, ενσωμάτωσε κατά περιοχές στοιχεία διαφορετικών παλαιότερων ελληνικών διαλέκτων ή άλλων γλωσσών, είτε διότι, όπως ήταν αναμενόμενο, εξελίχθηκε κατά τόπους διαφορετικά, είτε εξαιτίας συνδυασμού των παραπάνω παραγόντων. Η εξάπλωση της κοινής εις βάρος των παλαιότερων ελληνικών διαλέκτων και η κατά τόπους διαφοροποίησή της φαίνεται πως υπήρξαν παράλληλες διαδικασίες. Σε αυτή την κατά τόπους διαφοροποίηση της κοινής πρέπει πιθανόν να αναζητηθούν οι ρίζες των νεοελληνικών διαλέκτων, η γένεση των οποίων ολοκληρώθηκε κατά τη μεσαιωνική εποχή. Οι νεοελληνικές διάλεκτοι στην πλειοψηφία τους δεν σχετίζονται άμεσα με τις αρχαίες ελληνικές διαλέκτους, αν και διέσωσαν στοιχεία τους.

Η χρονική οριοθέτηση της περιόδου της αλεξανδρινής κοινής έναντι της μεσαιωνικής/βυζαντινής ελληνικής είναι διαφιλονικούμενη. Κατ' άλλους η περίοδος της κοινής τελειώνει τον 4ο μ.Χ. αιώνα, ενώ σύμφωνα με μια άλλη άποψη εκτείνεται μέχρι τον 6ο μ.Χ. αιώνα.

3. Πηγές της αλεξανδρινής κοινής
Οι σημαντικότερες πηγές της αλεξανδρινής κοινής είναι οι εξής:

(α) Επιγραφές.
(β) Τα κείμενα της Αγίας Γραφής: Η μετάφραση της Παλαιάς Διαθήκης (3ος-1ος π.Χ. αιώνας) στην ελληνική για τις ανάγκες των ελληνόφωνων Ιουδαίων, και η Καινή Διαθήκη (1ος μ.Χ. αιώνας). Τα εκτεταμένα αυτά κείμενα είναι ίσως η σημαντικότερη πηγή της αλεξανδρινής κοινής και παρέχουν αρκετά καλή εικόνα της προφορικής μορφής της.
(γ) Τα παραγγέλματα των Αττικιστών. Από τους τελευταίους προ Χριστού αιώνες και ιδιαίτερα από τον 1ο-2ο μ.Χ. αιώνα εκδηλώθηκε στα μεγάλα πνευματικά κέντρα της Ανατολής και ιδιαίτερα στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου μια κίνηση λογίων που κήρυττε την επιστροφή στην αττική διάλεκτο της κλασικής εποχής, από την οποία η ζωντανή γλώσσα της εποχής τους είχε βέβαια απομακρυνθεί πλέον ύστερα από αιώνες εξέλιξης. Η κίνηση αυτή ονομάστηκε αττικισμός.Οι αττικιστές συνέταξαν έργα τα οποία περιείχαν πλήθος παραγγελμάτων-οδηγιών για τη «σωστή» χρήση της κλασικής αττικής διαλέκτου, και στα οποία στηλιτεύονταν οι γλωσσικοί τύποι, οι φράσεις και το λεξιλόγιο της εποχής τους. Οι αττικιστές έγιναν έτσι πολύτιμοι πληροφοριοδότες μας για τη ζωντανή γλωσσική χρήση της εποχής τους.
Ο Δ. Ν. Μαρωνίτης, ο Ι. Ν. Καζάζης και ο Θ. Παπαγγελήςσυζητούν για τον αττικισμό· ("Βαβυλωνία" Seven X Channel)
(δ) Τα κείμενα που περιέχονται σε μη φιλολογικούς παπύρους. Οι τελευταίοι προέρχονται κυρίως από την Αίγυπτο και περιλαμβάνουν ιδιωτικές επιστολές, αιτήσεις, προσκλήσεις και πάσης φύσεως διοικητικά έγγραφα. Ιδιαίτερα τα ιδιωτικής φύσεως κείμενα δίνουν μια αρκετά καλή εικόνα της αλεξανδρινής κοινής που ήταν σε χρήση στην ελληνιστική και ρωμαϊκή εποχή στην Αίγυπτο από Έλληνες ή εξελληνισμένους ή δίγλωσσους ελληνομαθείς Αιγυπτίους.
Ο Γ. Σεφέρης για τον αττικισμό· ("Βαβυλωνία" Seven X Channel)
(ε) Ελληνολατινικά γλωσσάρια και ελληνολατινικοί διάλογοι για τη διευκόλυνση της συνεννόησης μεταξύ αλλογλώσσων.
(στ) Κείμενα συγγραφέων της εποχής (Πολύβιος, Επίκτητος κλπ.).
4. Χαρακτηριστικά της αλεξανδρινής κοινής
Βάση της αλεξανδρινής κοινής υπήρξε κυρίως η αττική διάλεκτος. Η κοινή περιλαμβάνει όμως και μη αττικά στοιχεία, όπως π.χ. το διπλό (μακρό) σ αντί του συνήθους στην αττική διπλού τ (φυλάσσω αντί του αττικού φυλάττω, θάλασσα αντί του αττικού θάλαττα κλπ.) και το σύμπλεγμα ρσ αντί του αττικού ρρ σε μερικές περιπτώσεις (π.χ. ἄρσεν αντί του αττικού ἄρρεν) κλπ. Όπως συνήθως συμβαίνει κατά τη διαδικασία διαμόρφωσης κοινής γλώσσας -οπότε έρχονται σε επαφή διάφορες διάλεκτοι μιας γλώσσας-, ορισμένα από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της διαλέκτου που αποτελεί την κυρίως βάση της αποβάλλονται και υιοθετούνται πιο διαδεδομένες στο σύνολο της γλώσσας μορφές και στοιχεία από άλλες διαλέκτους: Η αλεξανδρινή κοινή ενσωμάτωσε, όπως είδαμε, είτε στο σύνολό της είτε στις κατά τόπους παραλλαγές της, στοιχεία από τις αρχαίες ελληνικές διαλέκτους. Αυτό όμως που είναι επίσης σημαντικό είναι ότι με τις αναπόφευκτες μεταβολές που κάθε γλώσσα υφίσταται με την πάροδο του χρόνου, η αλεξανδρινή κοινή σταδιακά απομακρύνθηκε από την αττική διάλεκτο της κλασικής εποχής. Τα πρώτα σημάδια μερικών από τις μεταβολές αυτές που άλλαξαν τη φυσιογνωμία της ελληνικής γλώσσας, είχαν διαφανεί ήδη από την κλασική εποχή. Μερικές από τις μεταβολές αυτές συνέβησαν παράλληλα (ή είχαν συμβεί νωρίτερα από την αλεξανδρινή κοινή) και σε κάποιες από τις αρχαίες ελληνικές διαλέκτους για όσο διάστημα επιβίωναν, πριν αντικατασταθούν οριστικά από την κοινή. Τα αποτελέσματα μάλιστα μερικών από αυτές τις μεταβολές πιθανόν πέρασαν στην κοινή από τις παλαιές διαλέκτους.

Κατά τη διάρκεια των αιώνων της κοινής συνέβησαν πολλές μεταβολές, οι οποίες μετέβαλαν ριζικά τη φυσιογνωμία της ελληνικής. Αρκετά από τα χαρακτηριστικά της νέας ελληνικής διαμορφώνονται ήδη την εποχή της κοινής. Ζήτημα προς διερεύνηση είναι ποιες από τις μεταβολές αυτές και σε ποιο βαθμό θα μπορούσαν να συνδέονται με την υιοθέτηση της ελληνικής από αλλόγλωσσους πληθυσμούς. Μερικές από τις σημαντικότερες μεταβολές είναι συνοπτικά οι εξής:

Μεταβολές στον χώρο της φωνολογίας:

(1) Μονοφθογγισμός των αρχαίων διφθόγγων [ai] και [oi] (αι και οι) σε [e] και [y] αντίστοιχα. Η δίφθογγος [ei] είχε ήδη μονοφθογγιστεί από την κλασική εποχή, αποκτά όμως την εποχή αυτή -μαζί με το μακρό κλειστό [e]- οριστικά τη σημερινή της προφορά (δηλ. [i]). Επίσης το η (μακρό [e]) αποκτά σταδιακά τη σημερινή του προφορά (δηλ. [i]).
(2) Μεταβολή των διφθόγγων [au] και [eu] (αυ, ευ) σε [af] ή [av] και [ef] ή [ev] αντίστοιχα.
(3) Η διάκριση μεταξύ μακρών και βραχέων φωνηέντων παύει και τα φωνήεντα είναι πλέον ισόχρονα, ενώ σε συνδυασμό με τη μεταβολή αυτή ο μουσικός τονισμός της αρχαίας ελληνικής αντικαθίσταται από το λεγόμενο δυναμικό τονισμό.
(4) Εξαφανίζεται οριστικά ο φθόγγος h (στο μεταγενέστερο σύστημα γραφής δηλώθηκε με τη δασεία).
(5) Τα σύμφωνα b d g (δηλ. β δ γ) και τα δασέα σύμφωνα ph th kh (δηλ. φ θ χ) απέκτησαν τη σημερινή τους προφορά.
(6) Τα διπλά σύμφωνα που προφέρονταν παρατεταμένα άρχισαν να προφέρονται ως απλά. Η παλαιότερη προφορά διατηρήθηκε μέχρι σήμερα σε ορισμένες διαλέκτους, όπως η κυπριακή.
Στον χώρο της μορφολογίας:

(1) Στον τομέα του ονόματος (ουσιαστικού-επιθέτου): Απλοποίηση της κλίσης με τον παραμερισμό του πλήθους των τύπων κλίσης και των πολλών εξαιρέσεων, έναρξη της διαδικασίας υποχώρησης -μέσω διαφόρων διαύλων- της αρχαίας γ΄ κλίσης· εξάπλωση των υποκοριστικών σε αντικατάσταση των παλαιών απλών ουσιαστικών (π.χ. ὁ παῖς, τοῦ παιδός → υποκορ. τό παιδίον > παιδίν > σημ. παιδί, τό οὖς, τοῦ ὠτός → υποκορ. τό ὠτίον > σημ. αφτί κλπ.) έναρξη της διαδικασίας εξαφάνισης της δοτικής πτώσης·οριστική εξαφάνιση του δυϊκού αριθμού (και στο ρήμα)· εξαφάνιση των παραθετικών των επιθέτων του τύπου καλός-καλλίων-κάλλιστος και γενίκευση των παραθετικών σε -τερος και -τατος (π.χ. ταχύς-ταχύτερος-ταχύτατος αντί των παλαιότερων ταχύς-θάττων-τάχιστος) κλπ.
(2) Στον χώρο του ρήματος: Τάση για ενοποίηση του συστήματος καταλήξεων των παρελθοντικών χρόνων με διαμόρφωση του σχήματος -α -ες -ε -αμεν -ετε -αν για τον αόριστο και τον παρατατικό· αντικατάσταση της συζυγίας των ρημάτων σε -μι από την συζυγία σε -ω (δεικνύω αντί του παλαιότερου δείκνυμι, δίδω αντί του παλαιότερου δίδωμι κλπ.)· τάση για αναλυτική (περιφραστική) εκφορά των τετελεσμένων (συντελικών) χρόνων (παρακειμένου και υπερσυντελίκου)· σταδιακή εξαφάνιση της ευκτικής έγκλισης· απώλεια του μέσου μέλλοντα και του μέσου αορίστου (π.χ. γράψομαι, ἐγραψάμην)· η απώλεια του παλαιού συνθετικού (μονολεκτικού) μέλλοντα υιοθέτηση καταλήξεων μέσης φωνής από το ρήμα εἰμί, το οποίο στην αρχαία ελληνική ακολουθούσε την κλίση της ενεργητικής φωνής (πρβ. νεοελλ. είμαι, είμαστε, ήμουν, ήταν κλπ.)· έναρξη της διαδικασίας απώλειας του απαρεμφάτου κλπ.
Στον χώρο της σύνταξης: Τάση για παρατακτική σύνδεση των προτάσεων αντί της χρήσης δευτερευουσών προτάσεων· αντικατάσταση της δοτικής στις διάφορες χρήσεις της από άλλες πτώσεις ή εμπρόθετα κλπ. Επιπτώσεις στη σύνταξη είχαν επίσης οι εξελίξεις στην ευκτική και το απαρέμφατο.

Στον χώρο του λεξιλογίου: Εκτός από τον εκτεταμένο δανεισμό λέξεων από άλλες γλώσσες, για τον οποίο έγινε λόγος πιο πάνω, αλλαγές στη σημασία πολλών λέξεων, αντικατάσταση αρκετών από τις αρχαίες λέξεις από προϋπάρχουσες αρχαίες λέξεις που αλλάζουν σημασία ή νεότερα παράγωγά τους (μῦς → ποντικός, ἰχθύς → ὀψάριον, ἐρυθρός → κόκκινος, ὕει → βρέχει, ἐσθίω → τρώγω κλπ.). Άλλες λέξεις αποκτούν μέσω της χρήσης τους στη χριστιανική λατρεία και τα ιερά κείμενα διαφορετική ή στενότερη σημασία σε σχέση με την αρχική (π.χ. ἐκκλησία, βάπτισμα, μάρτυς, ἄγγελος κλπ.). Αργότερα μάλιστα με την επικράτηση του χριστιανισμού η λέξη Ἓλλην παύει να έχει εθνολογικό περιεχόμενο και αρχίζει να δηλώνει αυτόν που παρέμεινε πιστός στην αρχαία ελληνική θρησκεία.

Βιβλιογραφία
ΑΝΔΡΙΩΤΗΣ, Ν. 1974. Η ελληνική γλώσσα στους μετακλασσικούς χρόνους. Στο Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, 5ος τόμ., 258-267. Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών.
BROWNING, R. 1995. Η μεσαιωνική και νέα ελληνική γλώσσα. Αθήνα: Παπαδήμας.
DEBRUNNER, A. & A. SCHERER. 1994. Ιστορία της ελληνικής γλώσσας. 2ος τόμ., Βασικά ζητήματα και γνωρίσματα της μετακλασικής ελληνικής. Μτφρ. Χ. Π. Συμεωνίδης. Θεσσαλονίκη: Α/φοί Κυριακίδη.
HORROCKS, G. 1997. Greek: AHistoryoftheLanguageand itsSpeakers. Λονδίνο & Νέα Υόρκη: Longman. Ελλην. μτφρ. και εισαγ. από τις Μ. Σταύρου & Μ. Τζεβελέκου, με τίτλο Ελληνικά. Ιστορία της γλώσσας και των ομιλητών της. (Αθήνα: Εστία, 2006).
ΚΟΠΙΔΑΚΗΣ, Μ. Ζ., επιμ 1999. Ιστορία της ελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο.
ΚΑΨΩΜΕΝΟΣ Σ., 1985. Από την ιστορία της ελληνικής γλώσσας: Η ελληνική γλώσσα από τα ελληνιστικά ως τα νεότερα χρόνια - Η ελληνική γλώσσα στην Αίγυπτο. Θεσσαλονίκη: Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών [Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη].
ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗΣ, Γ. 2002. Συνοπτική ιστορία της ελληνικής γλώσσας. 5η έκδ. Αθήνα.
NIEHOFF-PANAGIOTIDIS, J. 1994. KoineundDiglossie. Wiesbaden: Harrassowitz.
ΣΥΜΕΩΝΙΔΗΣ, Χ. 1997. Επιδράσεις της ελληνικής γλώσσας σε άλλες γλώσσες και άλλων γλωσσών στην ελληνική. Στο Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, παράρτημα «Ελλάς», 1ος τόμ., 86-90. Αθήνα: Εκδοτικός Οργανισμός «Πάπυρος».
THUMB, A. 1901. Die griechische Sprache im Zeitalter des Hellenismus. Στρασβούργο: Karl J. Trübner. (Φωτομηχανική ανατύπωση, Walter de Gruyter, 1974).
ΤONNET, H. 1995. Ιστορία της νέας ελληνικής γλώσσας. Μτφρ. Μ. Καραμάνου & Π. Λιαλιάτσης. Αθήνα: Παπαδήμας.
ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΙΔΗΣ, Μ. [1938] 1981. Νεοελληνική γραμματική. Ιστορική εισαγωγή. 3ος τόμ. του Άπαντα. Θεσσαλονίκη: Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών [Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη].
ΧΑΡΑΛΑΜΠΑΚΗΣ, Χ. 1997. Η δομή της αρχαίας ελληνικής γλώσσας: Από τον 3ο π.Χ. ως τον 6ο μ.Χ .αι. - Η κοινή γλώσσα. Στο Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, παράρτημα «Ελλάς», 1ος τόμ., 49-52. Αθήνα: Εκδοτικός Οργανισμός «Πάπυρος».
ΧΡΙΣΤΙΔΗΣ, Α.-Φ., επιμ. 2001. Ιστορία της ελληνικής γλώσσας: Από τις αρχές έως την ύστερη αρχαιότητα. Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών [΄Ιδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη].
ΧΡΙΣΤΙΔΗΣ, Α.-Φ. 2005. Ιστορία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας. Θεσσαλονίκη: Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών [Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη].

Η Γλώσσα των Ελλήνων στην αρχαιότητα και οι ήχοι της

Όσα εκτίθενται παρακάτω δεν φιλοδοξούν να αποτελέσουν μια συστηματική απάντηση στο ζήτημα, αλλά μια διαφώτιση μέσω χαρακτηριστικών παραδειγμάτων για το πώς και με ποιες μεθόδους οι γλωσσολόγοι αναπλάθουν την αρχαία ελληνική προφορά:

Ήδη από τη χαρακτηριστική φράση του κωμικού Κρατίνου ότι τα πρόβατα έκαναν βη-βη καταλαβαίνουμε ότι και το β και το η δεν μπορεί να είχαν τη σημερινή προφορά, αλλά ότι το β=μπ και το η=εε (ήταν το μακρό αντίστοιχο του βραχέος ε). Λέξεις της Ελληνικής με β που πέρασαν στα Λατινικά μεταγράφονται με b, μολονότι η Λατινική διέθετε το γράμμα V που θα μπορούσε να το χρησιμοποιήσει, αν ο φθόγγος προφερόταν τριβόμενος όπως σήμερα. Π.χ. ελλ. βαλανε?ον > λατ. balneum (όχι valneum) > ιταλ. bagno > νεολλ. αντιδάνειο μπάνιο.

Ότι το η ήταν μακρά εκδοχή του ε φαίνεται από την ποντιακή του προφορά ακόμη και σήμερα: νύφε = νύφη. Πβ. κερί < κηρίον="" (και="" όχι="">

Η δασεία προφερόταν h. Έτσι στα Λατινικά η λέξη ?στορία πέρασε ως historia. Πβ. αγγλικό history. [Ένα απλό κόλπο για να θυμόμαστε ένα μέρος των λέξεων που έπαιρναν δασεία στα ΑΕ είναι να ανακαλούμε στη μνήμη μας την αγγλική τους εκδοχή! Π.χ. Hercules (Ηρακλής), hero(ήρωας), hemisphere (ημισφαίριο) κ.ο.κ.].

To αρχαίο θ προφερόταν th (περίπου τχ). Πώς το ξέρουμε; Καταρχήν οι αρχαίοι γραμματικοί το περιγράφουν ως δασύ κατ' αναλογία προς το δασύ πνεύμα, τη δασεία. Δηλαδή ήταν ένα τ + δασεία. Λατινικές λέξεις από τη Ελληνική αποδίδουν το θ με th (π.χ. mathematica). Στη Λακωνική ο φθόγγος είχε αρχίσει να αποκτά την τριβόμενη σημερινή προφορά ήδη από την κλασική εποχή. Όταν ο Σπαρτιάτης απεσταλμένος στον Αριστοφάνη φτάνει στην Αθήνα και χρησιμοποιεί τη λέξη «θεός», ο Αριστοφάνης, για να αποδώσει (για κωμικούς λόγους) την τριβόμενη λακωνική προφορά δεν χρησιμοποιεί το θ, αλλά το σ που ήταν ο μόνος φθόγγος της Αττικής διαλέκτου που πλησίαζε την καινούργια τριβόμενη λακωνική προφορά «σιός».

Το γ προφερόταν γκ. Έτσι μεταγράφεται στη Λατινική (magus < μάγος).="" στις="" ιταλιώτικες="" νεοελληνικές="" διαλέκτους="" το="" σκουλήκι="" αποκαλείται="" «κασέντουλα».="" η="" λέξη="" αποτελεί="" απόγονο="" της="" μεταφορικής="" αρχαίας="" έκφρασης="" «γης="" έντερα»="" για="" τα="" σκουλήκια.="" μάλιστα="" η="" λέξη="" πρέπει="" να="" είναι="" πολύ="" αρχαία,="" αφού="" διατηρεί="" τον="" αρχαίο="" δωρικό="" τύπο="" «γας»="" αντί="" «γης».="" ο="" άλλος="" αρχαϊσμός="" της="" λέξης="" είναι="" ότι="" δεν="" ακολούθησε="" την="" εξέλιξη="" του="" αρχαίου="" γ="" από="" γκ="" στη="" σημερινή="" τριβόμενη="" προφορά,="" αλλά="" μεταπήδησε="" στον="" κοντινότερο="" «κλειστό»="" φθόγγο="" [κ].="" το="" χ="" ήταν="" kh="" (περίπου="" κχ).="" οι="" αρχαίοι="" το="" κατέτασσαν="" στα="" δασέα,="" όπως="" το="" θ="" παραπάνω.="" έτσι="" στη="" λατινικά="" chorus="" (χορός).="" αν="" το="" χ="" προφερόταν="" όπως="" σήμερα,="" θα="" μπορούσε="" να="" αποδοθεί="" στα="" λατινικά="" καλύτερα="" με="" τοh="" (horus).="" τέλος:="" μυκ?μαι="" για="" τις="" γελάδες="" και="" μηκ?μαι="" για="" τα="" κατσίκια.="" ηχομιμητικές="" λέξεις.="" τα="" γελάδια="" κάνουν="" μου,="" άρα="" μυ-="μου-." τα="" κατσίκια="" κάνουν="" μεε,="" άρα="" μη-="μεε." πβ.="" μουστάκι="" (μύσταξ),="" κουτί="" (κυτίον)="" που="" διατηρούν="" ακόμη="" και="" σήμερα="" την="" αρχαία="" προφορά="" του="">



O τονισμός της Αρχαίας Ελληνικής

Ο τονισμός στις διάφορες γλώσσες του κόσμου έχει διάφορες ποικιλίες, αλλά χοντρικά μπορούμε να ξεχωρίσουμε δύο βασικά είδη τόνου: τον δυναμικό τόνο, στον οποίο το τονισμένο φωνήεν της λέξης προφέρεται σε διαφορετική ένταση φωνής από τα υπόλοιπα φωνήεντα. Και στονμουσικό τόνο, όπου το τονισμένο φωνήεν προφέρεται σε διαφορετικόύψος φωνής από τα υπόλοιπα φωνήεντα. Δυναμικό τόνο έχει η Νέα Ελληνική και οι περισσότερες ευρωπαϊκές γλώσσες.

Μουσικό τόνο έχει λ.χ. η Νορβηγική και η Κινεζική. Ωστόσο μουσικά στοιχεία υπάρχουν και σε γλώσσες με δυναμικό τονισμό, μόνο που δεν είναι λεξικά, αλλά λειτουργούν σε προτασιακό επίπεδο. Π.χ. στο τέλος μιας ερώτησης ή μιας έκφρασης θαυμασμού. Αυτό ονομάζεται επιτονισμός και συνήθως σημειώνεται με τα σημεία στίξης (λ.χ, !, ;).


Αλλά και αντίστροφα: στο μουσικό τόνο συνήθως ενυπάρχουν και στοιχεία του δυναμικού. Λ.χ. η άνοδος του ύψους της φωνής μπορεί να συνοδεύεται από αύξηση ή μείωση της έντασής της.

Η Αρχαία Ελληνική είχε μουσικό τόνο. Αυτό αποδεικνύεται από τα εξής στοιχεία:

1) Οι περιγραφές των αρχαίων γραμματικών παραπέμπουν σε μουσικό τονισμό. Ο Αριστοτέλης περιγράφει στη Ρητορική τον τονισμό ως ένα είδος αρμονίας. Στη μουσική παραπέμπουν και οι όροι που χρησιμοποιούνται: οξεία ( =ψηλή φωνή), βαρεία (=βαριά φωνή), αλλά προπάντων ο όρος προσωδία (= η μουσική που συνοδεύει τις συλλαβές) και οι όροι τόνος ή τάσις (=τέντωμα), οι οποίοι προέρχονται από το τέντωμα (επίτασις) ή τη χαλάρωση (άνεσις) των χορδών των μουσικών οργάνων χάρη στα οποία ποικίλλει το ύψος ενός μουσικού οργάνου.

2) Το μέτρο (=ρυθμός) των ποιημάτων δεν δημιουργείται από την εναλλαγή τονισμένων και άτονων συλλαβών, όπως στα Νέα Ελληνικά και τις γλώσσες με δυναμικό τόνο, αλλά από την εναλλαγή μακρών και βραχειών συλλαβών. Ο τόνος δεν λαμβάνεται υπόψη στη δημιουργία του μέτρου.

3) Στις σπάνιες περιπτώσεις που έχει διασωθεί η μουσική που συνόδευε τα ποιήματα (λ.χ. επιτάφιο άσμα του Σείκιλου -βλ. την εικόνα που ακολουθεί), αυτή λαμβάνει γενικά υπόψη της την έμφυτη μουσικότητα των λέξεων: έτσι λ.χ. οι συλλαβές που έχουν οξεία είναι σε υψηλότερη νότα από τις άλλες συλλαβές της λέξης που δεν έχουν οξεία
4) Η δημιουργία σημαδιών από το 200 π.Χ. και μετά για τη δήλωση του τόνου υποδεικνύει ότι οι δάσκαλοι τα θεωρούσαν απαραίτητα, για να μάθουν οι μαθητές ένα σύστημα τονισμού που είχε αρχίσει να εκλείπει ή τουλάχιστον να τους δυσκολεύει. [i]

ΒΡΑΧΕΑ-ΜΑΚΡΑ ΦΩΝΗΕΝΤΑ-ΔΙΦΘΟΓΓΟΙ

Η Αρχαία Ελληνική διέκρινε βραχέα και μακρά φωνήεντα. Η διάκριση αφορούσε το χρόνο εκφοράς: τα βραχέα εκφέρονταν σε ένα χρόνο, τα μακρά σε διπλάσιο. Οι δίφθογγοι από αυτή την άποψη μπορούν να θεωρηθούν ως ειδική περίπτωση των μακρών, με τη διαφορά ότι ο δεύτερος χρόνος καλυπτόταν από διαφορετικό φωνήεν σε σχέση με τα μακρά.

Έτσι έχουμε: Βραχέα: ε, ο, υ, ι, α Μακρά: η (=εε), ω (=οο), α (=αα), ι (=ιι), υ (=υυ) Παράδειγμα διφθόγγου: αι = όπως ακούγεται στη λέξη καημός. ΤΑ ΣΗΜΑΔΙΑ ΤΟΝΙΣΜΟΥ

Ήταν τρία: οξεία ', βαρεία ? , οξυβάρεια '? ή περισπωμένη.

ΟΙ ΤΟΝΟΙ

Στην οξεία το ύψος της φωνής ανέβαινε στο τονισμένο φωνήεν. Μια υπόθεση λέει ότι ανέβαινε κατά ένα διάστημα πέμπτης, δηλαδή στην κλίμακα λ.χ. του ντο από το ντο στο λα.

Στη βαρεία το ύψος της φωνής ήταν καθοδικό σε σχέση με την οξεία. Δηλαδή η φωνή κατέβαινε ξανά στο ντο ή εν πάση περιπτώσει στο κανονικό, ασημάδευτο ύψος φωνής των άτονων φωνηέντων. Κάποια στιγμή σημειωνόταν καταχρηστικά σε όλα τα μη τονισμένα φωνήεντα. Αργότερα η χρήση της περιορίστηκε μόνο σε λέξεις που κανονικά έπαιρναν οξεία στη λήγουσα (οξύτονες) και μετά δεν ακολουθούσε ισχυρό σημείο στίξης (λ.χ. τελεία) ή εγκλιτικό. Μια εύλογη υπόθεση είναι ότι η άνοδος του ύψους της φωνής σ' αυτή την περίπτωση δεν ήταν τόσο υψηλή όσο στην κανονική οξεία.

Η περισπωμένη (οξυβάρεια) σημείωνε την άνοδο της φωνής στον πρώτο χρόνο και την κάθοδό της στο δεύτερο χρόνο (σύνθετος τόνος). Επομένως χρειάζεται δύο χρόνους για να εκφραστεί, και άρα αφορά μόνο τα μακρά φωνήεντα και τις διφθόγγους. Αυτός είναι ο λόγος που μαθαίνουμε τον κανόνα ότι τα βραχέα φωνήεντα δεν παίρνουν ποτέ περισπωμένη: τα βραχέα έχουν μόνο ένα χρόνο.

Ένας άλλος κανόνας που μαθαίνουμε στο σχολείο είναι ότι οι δίφθογγοι -οι και -αι στο τέλος κλιτής λέξης λογαριάζονται για τον τονισμό ως βραχέα φωνήεντα και όχι ως μακρά: στην περίπτωση αυτή το δεύτερο στοιχείο της διφθόγγου, το -ι, πρέπει να μετατρεπόταν στον καθημερινό γρήγορο λόγο σε ημίφωνο -y (όπως λ.χ. στα Νέα Ελληνικά το -ι- στη λέξη παιδιά, προφορά πεδyά), δηλαδή σε σύμφωνο, άρα η προφορά ήταν -oy, -ay και επομένως η δίφθογγος απέμενε μόνο με έναν φωνηεντικό χρόνο (ο ή α), άρα μπορούσε να θεωρηθεί ως βραχύ φωνήεν.

Όταν ένα μακρό φωνήεν έπαιρνε οξεία, αυτό σημαίνει ότι το ύψος της φωνής ανέβαινε μόνο στον δεύτερο χρόνο. Παράδειγμα: κέ?πος = κ?πος κεέπου =κήπου

Ο ΝΟΜΟΣ ΤΗΣ ΤΡΙΣΥΛΛΑΒΙΑΣ

Ο βασικότερος ίσως κανόνας τονισμού της Αρχαίας Ελληνικής είναι ότι ο τόνος δεν μπορεί να ανέβει πριν από την προπαραλήγουσα (δηλαδή την τρίτη συλλαβή από το τέλος) κι αυτό όταν η λήγουσα είναι βραχεία. Όταν η λήγουσα είναι μακρά, ο τόνος κατεβαίνει αναγκαστικά στην παραλήγουσα. Π.χ. το όφελος, αλλά του οφέλους. Στην πραγματικότητα πίσω από αυτό τον κανόνα κρύβεται ένας γενικότερος, βασικότερος και παλιότερος: ο τόνος δεν μπορεί να ανέβει πέρα από τον τρίτο φωνηεντικό χρόνο από τη λήγουσα.

Στο παράδειγμα με τη λέξη όφελος ο κανόνας είναι ολοφάνερος: όφελος: όλα τα φωνήεντα είναι βραχέα, άρα διαρκούν από έναν χρόνο (3Χ1). Η λέξη τονίζεται στον τρίτο χρόνο από τη λήγουσα. οφέλους: το ου της κατάληξης είναι δίφθογγος, άρα έχει δύο χρόνους, συνεπώς συνολικά η λέξη έχει τώρα 1+1+2 =4 χρόνους. Ο τόνος κατεβαίνει αναγκαστικά στον τρίτο χρόνο από το τέλος, άρα πάει στην παραλήγουσα.

Το ίδιο σχήμα ερμηνεύει και δισύλλαβες λέξεις, όπου φαινομενικά δεν έπρεπε να ισχύει ο νόμος της τρισυλλαβίας. Ισχύει όμως ο πιο βασικός νόμος της τριχρονίας: κ?πος =κέεπος, ο τόνος πέφτει στον τρίτο χρόνο από το τέλος. κήπου = κεέπου, ο τόνος πέφτει στον τρίτο χρόνο από το τέλος.[ii] κ?ποι = κέεποι, ο νόμος φαινομενικά μόνο παραβιάζεται, αφού είπαμε ότι το -οι στο τέλος κλιτής λέξης γίνεται oy και του απομένει μόνο ένας φωνηεντικός χρόνος: πραγματική προφορά κέεποy.





Η ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΣΤΟΝ ΔΥΝΑΜΙΚΟ ΤΟΝΟ

Η αλλαγή του τόνου από μουσικό σε δυναμικό ήταν βαθμιαία διαδικασία που ξεκίνησε αμέσως μετά την κλασική εποχή για τις περισσότερες ελληνικές διαλέκτους (υπάρχουν υποψίες ότι στη λακωνική ξεκίνησε ήδη από το τέλος της αρχαϊκής εποχής). Στην ενίσχυση της αλλαγής έπαιξε ίσως σημαντικό ρόλο και η διάδοση της Ελληνικής σε ξένους λαούς που δεν ήταν σε θέση να αναπαραγάγουν τα λεπτά μουσικά σχήματα της Ελληνικής, όπως σήμερα οι ξένοι ομιλητές της αγγλικής δεν μπορούν να αναπαραγάγουν εύκολα την λονδρέζικη προφορά και συνήθως υιοθετούν μια προφορά των δύσκολων φθόγγων πιο κοντά στη δική τους μητρική γλώσσα.

Επιπλέον ο μουσικός τόνος χρειαζόταν τα μακρά φωνήεντα και τις διφθόγγους, για να εκφραστεί. Η βαθμιαία μετατροπή των μακρών σε βραχέα και ο μονοφθογγισμός των διφθόγγων (π.χ. καιρός > καερός > κεερός > κερός) οδήγησε στην απώλεια και του μουσικού τονισμού.

Η μετάβαση στο δυναμικό τονισμό φαίνεται να ολοκληρώθηκε στους δύο πρώτους μετά Χριστόν αιώνες, αφού τα ποιήματα του Κλήμεντος από την Αλεξάνδρεια (τέλος 2ου αιώνα μ.Χ.) ή του Γρηγόριου του Ναζιανζηνού (4ος αιώνας μ.Χ.) στηρίζονται στην εναλλαγή άτονων και τονισμένων συλλαβών, όπως στα Νέα Ελληνικά (βέβαια οι λόγιοι ποιητές εξακολούθησαν να γράφουν στα παραδοσιακά μέτρα για αιώνες ακόμη). Ενδιάμεσα την επικράτηση του δυναμικού τονισμού μαρτυρούν ορθογραφικά «λάθη» σε παπυρικά ευρήματα από καθημερινούς ανθρώπους.

Έτσι λ.χ. συχνά το ε γράφεται ως γιώτα σε άτονες συλλαβές: είναι γνωστό ότι ο δυναμικός τόνος έχει την τάση να «εξασθενεί» τα άτονα φωνήεντα, οδηγώντας τα ακόμη και στην οριστική έκπτωση από τη λέξη. Ένα παρόμοιο φαινόμενο παρουσιάζεται στα λεγόμενα βόρεια νεοελληνικά ιδιώματα: π.χ. νιρό αντί νερό, σκλί αντί σκυλί κ.ο.κ.[iii]

[i] Υπήρχαν φυσικά και άλλοι λόγοι για την επινόηση των τονικών σημαδιών, ο κυριότερος από τους οποίους ήταν η ανάγκη να σημειωθούν οι τόνοι σε διαλεκτικά κείμενα των οποίων ο τονισμός διέφερε από τον επικρατούντα αττικό. Λ.χ. τα κείμενα των Λέσβιων αρχαϊκών λυρικών (Σαπφώ, Αλκαίος) ήταν γραμμένα σε μια διάλεκτο που είχε την τάση να ανεβάζει τον τόνο των λέξεων μακριά από τη λήγουσα. Π.χ. πόταμος αντί ποταμός. Επίσης τα ομηρικά κείμενα ήταν γεμάτα με ιωνικούς, λεσβιακούς και άλλους πανάρχαιους τύπους και οι μαθητές και οι σπουδαστές έπρεπε να μάθουν τον σωστό τονισμό αυτών των λέξεων, πολλές από τις οποίες δεν χρησιμοποιούνταν πια στην ελληνιστική εποχή. Τέλος στη χρήση τόνων μπορεί να συνέβαλε και η ανάγκη των ξένων να μάθουν σωστά την Ελληνική.

[ii] Αυτόν τον νόμο τον μαθαίνουμε μηχανικά στο σχολείο ως «μακρό μπροστά από βραχύ περισπάται», «μακρό μπροστά από μακρό οξύνεται».

[iii] Ο κλασικός λακωνικός τύπος σιός αντί θεός (με «αδυνάτισμα» του άτονου ε σε ι) είναι μία από τις ενδείξεις που εξαιτίας τους οι γλωσσολόγοι υποπτεύονται ότι στη λακωνική η εξέλιξη προς το δυναμικό τόνο ξεκίνησε νωρίτερα από τις άλλες διαλέκτους. [Ο λακωνικός τύπος είναι ενδιαφέρων και από μια άλλη άποψη: δείχνει ότι τα δασέα σύμφωνα όπως το -θ- (κλασική προφορά περίπου /τχ/ =τχεός) ξεκίνησαν να γίνονται τριβόμενα (όπως σήμερα) στη λακωνική επίσης νωρίτερα σε σχέση με άλλες αρχαίες διαλέκτους: το σ- φαίνεται να αποτελεί απόπειρα να αποδοθεί ένα τριβόμενο θ όπως το σημερινό με τον πιο κοντινό φθόγγο που διέθετε το ελληνικό αλφάβητο, με άλλα λόγια η λακωνική προφορά στην πράξη πρέπει να ήταν /θιός/ ή /θyός/ με συνίζηση)].

Η επικράτηση ισχυρού δυναμικού τόνου είναι και ο λόγος που λ.χ. στη Γαλλική υπάρχει τόσο μεγάλη διαφορά μεταξύ ιστορικής ορθογραφίας και πραγματικής προφοράς. Η Λατινική, ο πρόγονος της Γαλλικής, είχε επίσης μουσικό τόνο.

Στην πορεία προς τη Γαλλική η επικράτηση δυναμικού τονισμού οδήγησε στον ακρωτηριασμό των άτονων συλλαβών: ils aiment πραγματική προφορά ilz-em. Ο ακρωτηριασμός των καταλήξεων οδήγησε στο να τονίζονται όλες οι γαλλικές λέξεις στη λήγουσα!

Σταύρος Γκιργκένης Διδάκτορας κλασικής φιλολογίας

heterophoton.

Πηγή: katohika.gr

Επισκεφτείτε την ιστοσελίδα μας http://www.tapantareinews.gr, για περισσότερη ενημέρωση. Εγγραφείτε - SUBSCRIBE: http://bit.ly/2lX5gsJ Website —►http://bit.ly/2lXX2k7 SOCIAL - Follow us...: Facebook...► http://bit.ly/2kjlkot    







Δημοσίευση σχολίου

Αφήστε το σχόλιό σας ή κάνετε την αρχή σε μία συζήτηση

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Δημοφιλείς κατηγορίες

...
Οι πιο δημοφιλείς κατηγορίες του blog μας

Whatsapp Button works on Mobile Device only