Δευτέρα 14 Ιουνίου 2021

«ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΑ ΤΟΥ ΑΙΜΑΤΟΣ», ΟΙ ΛΕΗΛΑΣΙΕΣ ΤΩΝ ΖΑΚΥΝΘΙΝΩΝ ΕΒΡΑΙΩΝ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥΣ στις 13 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1713


 «Οι Εβραίοι στην Ζάκυνθο είχαν ελευθερία στο να τελούν τις θρησκευτικές τους ιεροτελεστίες και όποιος χριστιανός τους ενοχλούσε τιμωρούνταν με πρόστιμο υπέρ "του ανακαινισμού του θείου ναού του αγίου Νικολάου των Ξένων". Επίσης δεν ήταν υποχρεωμένοι να έχουν τα μαγαζιά τους κλειστά τις Κυριακές, αλλά απλώς με την πόρτα μισάνοιχτη. Όμως έπρεπε να κλείνουν τα καταστήματα τις μεγάλες γιορτές όπως Πάσχα και Χριστούγεννα.

Στο δικαστήριο ορκίζονταν στην Παλαιά Διαθήκη στο όνομα "του θεού του Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ". Το 1656 αγόρασαν οικόπεδο εκτός της πόλεως, στην περιοχή «Στου Ρουμανή την βρύση» για να το κάνουν κοιμητήριο. Υπάρχει ακόμα με την ονομασία «Τα Οβρέϊκα μνήματα».
Κατά τα άλλα ήταν ισότιμοι και ισοτελείς με τους χριστιανούς.
Μεταξύ των θρησκόληπτων χριστιανών των λαϊκών στρωμάτων κυκλοφορούσαν δύο προλήψεις σχετικές με τις λατρευτικές συνήθειες των Εβραίων, μειωτικές και συκοφαντικές, τις οποίες υποδαύλιζαν οι αμόρφωτοι ή οι κακόβουλοι χριστιανοί κληρικοί.
Μία από αυτές ήταν εκείνη της "συκοφαντίας του αίματος". Από τις προκηρύξεις των Προβλεπτών, αλλά και από άλλα έγγραφα φαίνεται ότι κατά τη Μεγάλη Εβδομάδα και ιδίως κατά την Μεγάλη Παρασκευή, οι Εβραίοι κακοποιούντο από τους χριστιανούς παρά τις αυστηρές ποινές που προβλέπονταν για αυτό. Αιτία ήταν η δοξασία ότι οι Εβραίοι αρπάζουν χριστιανόπουλα και τα θυσιάζουν για το αίμα τους, το οποίο χρειάζονται για την Παρασκευή των "λειψών", δηλαδή του άζυμου άρτου που χρειάζονταν για τις ιεροτελεστίες τους, για να εξιλεώνουν, λέει, τους θεούς τους. Αυτή η συκοφαντική για τους Εβραίους πρόληψη υπήρχε σε όλο το χριστιανικό κόσμο και είναι ιστορικά γνωστή με τον όρο «συκοφαντία του αίματος».
Πολλά είναι τα συγγράμματα που κατά καιρούς προσπαθούσαν να ανατρέψουν αυτήν την πρόληψη. Άλλωστε τα πρώτα χρόνια του Χριστιανισμού και οι χριστιανοί είχαν συκοφαντηθεί για το ίδιο.
Οι δύο αυτές προλήψεις δεν έμεναν μόνο στα μυαλά των θρησκολήπτων, αλλά γίνονταν αιτία για πράξεις βίας κατά των Εβραίων.
Μια από τις κορυφαίες ήταν εκείνη που διασώζει ο ιατρός και λόγιος Δημήτριος Πελεκάσης, σε ιδιόγραφο χειρόγραφο που σωζόταν στην Δημοτική Φωσκολιανή Βιβλιοθήκη μέχρι τους σεισμούς του 1953, οπότε καταστράφηκε:
«1713 Απριλίου 13, Κυριακή των Βαΐων, είχε μια γυναίκα ονόματι Νικολέτα, κάτοικος εις την σκοντράδα[συνοικία] της θείας Φανερωμένης ένα παιδί ονομαζόμενον Νικολής, υιός του Θοδωρή Βαλσαμάκη και ήτο παιδί χρονών έξι, το οποίο εχάθη. Μη ειξεύροντας λοιπόν, τι έγινε, επροσπάθησαν εις όλο το νησί να το εύρουν, μα δεν το ηύραν, ώστε όπου έδραμαν εις τον Προβλεπτήν, ο οποίος έβαλε προκλάμο εις όλαις ταις σκοντράδαις, μα δεν εστάθη τρόπος να βρεθή με δόσιμο 500 ριάλια όποιος ήθελε το ευρή.
Και το μεγάλο Σαββάτο το απόγευμα, στας 19 του αυτού μηνός, ευρέθη πνιμένον εις την πούντα του Νταβία[ακρωτήριο στο ανατολικό άκρο της παραλίας του Αργασιού] και ήταν τα μαλλιά του τριγύρω μπαρμπερεμένα, με μια βούλα εις το κούτελο και άλλη μια εις τον ακούτη και τα αυτία του κομμένα και η μύτη του κομμένη και τις το κούτελο τρούπαις και η απαλάμαις του τρούπιαις και τα δύο του χέρια τρούπια και εις το κορμί του τρούπαις ωσάν βισιγατόρια και πρισμένο δεν ήταν ωσάν τους πνιμένους. Και φέροντάς το εις την χώρα και βλέποντάς το ο λαός και με τέτοια σημεία έγεινε φόρυβος μεγάλος και εστοχάσθηκαν πως αυτό δεν ήτο πνιγμένο αλλά εσταυρωμένον από τους Εβραίους εις ανάμνησιν του Χριστού. Κ' έτσι έγεινε σύγχυσις μεγάλη και την αγίαν Λαμπράν την αυγήν επήραν το παιδί να το πάνε εις το κάστρο να το ιδή ο Προβλεπτής να κάμη δικαιοσύνη, ότι κατά τα σημεία δεν ήτο πνιμένο.
Πηγαίνοντάς το εις το κάστρο ακολούθει πολλώτατος λαός και βλέποντας το περίσσευμα του λαού έκλεισαν τις πόρταις και οι σολτάδοι από πάνου από τα μουράγια τους εγύρισαν οπίσω, και το απόθεσαν το παιδί εις την μέση του φόρου και έγεινε μεγάλη σύγχυσις, και όλοι εφώναζαν να απολέσουν[σκοτώσουν] τους Εβραίους. Τότε εφοβήθη ο Προβλεπτής δια την σύγχυσιν του λαού και έρριξε τρεις κανονιαίες χωρίς μπάλλα κι έτζι εσκόρπισε ο λαός.
Παρομοίως έστελλαν ορδινίαν και έθαψαν το παιδί εις την επισκοπήν. Εφανερώθη όμως πως οι Εβραίοι το εσταύρωσαν. Το άνωθεν παιδί είχε σμίξει με άλλο παιδί καφελονιτόπουλο ενού μπαμπακά μεγαλείτερο του και σμίγοντας τα δύο παιδία περιπατώντας ως άγνωστα είχαν ριβάρουν εις την Οβρεϊακήν και ο Εβραίος ο Γιακουμέτος τα έκραξε και τα έμπασε εις το σπίτι του και τα εφίλεψε ζαχαρόκουκα και το κεφαλονιτόπουλο έπειτα έφυγε, το άλλο το εκράτησε και το εσταύρωσαν.
Και την Μεγάλην Παρασκευήν το βράδυ επήγε ο Βήτας και εγύρεψε του Χρυσομάλλη το καΐκι του και αυτός του είπε πως το καΐκι δεν το δίνει χωρίς να είνε και εκείνος. Και ο Βήτας του απεκρίθη πως έχει να πάη εις ένα καράβι Ιγκλέζικο να βγάλη κάμποσο πράγμα κοντραμπάντο και δίνοντάς τους έξι δουκάτα το έδωσε. Και την νύκτα εμπαρκάρανε το παιδί και το έρριξαν εις το πέλαγα δια να χαθή μην τύχη και μαθητευτή. Μα ο Θεός για αν φανερώση τα πάντα, εβγήκε το παιδί εις το Νταβία και με την μαρτυρίαν του άνωθεν παιδίου, όπου εγλύτωσε και του άνωθεν Χρυσομάλλη, επιστώθη ο λαός και εβεβαιώθη.
Όμως θέλοντας ο Προβλεπτής να βεβαιωθή εις πάσαν αλήθειαν, επρόσταξε τη Νέαν Δευτέρα και εξέχωσαν το παιδί και είχε κοντά του τεσσάρους ιατρούς, τον Βίντερ, τον Χιόνην, τον Συγούρον και τον Παλαδάν και βάνοντας το παραγόη εις την μια μπότα, παρευθύς έτρεξε αίμα ώσπερ να ήτο ζωντανός, και εβρώμα τίποτε και έτζι αποφάσισαν πως ήτο θανατωμένον και όχι πνιγμένο, έπειτα πάλιν το έθαψαν.
Τότες πάλι έγεινε σύγχυσις μεγάλη ίνα απολέσουν τους Εβραίους, μα ο Προβλεπτής είχε σταλμένους σολδάδους και εφύλαγαν αυτούς, ίνα μη τους απολέσουν. Και την Τρίτην το γιόμα απέρασαν μερικά παιδία από την πόρτα του Βήτα, ο οποίος ήτο ο πλέον περίφημος Εβραίος αυτός όντας εις την πόρταν του τα παιδία άρχισαν να τον βρίζουν και να τον φοβερίζουν και αυτός έδραμε να βαρή τα παιδία και βλέποντας τους περιεστώτες, έδραμαν να φοβερίσουν τον Βήταν, και οι σολτάδοι οπού εφύλαγαν αυτόν έδραμαν και έπιασαν ένα από αυτούς και τον επήγαν εις το καρτέρι. Ταύτα γινόμενα έγεινε μεγάλη σύγχυσι και άρχισαν να πετροβολούν τα εβραϊκά σπίτια από μακρόθεν για τον φόβον των σολτάδων όμως οι σολτάδοι τους εκυνήγησαν να πιάσουν από αυτούς, και από ολίγον εις ολίγον εμαζόχθη όλη η χώρα και έτρεξαν να καταφθείρουν τους Εβραίους. Αυτοί εκλείσθησαν, αμή έσπασαν ταις πόρταις τους δια να τους φονεύσουν, αυτοί δε εξεύροντες την συνείδησίν τους έφυγαν και εκρύφθησαν εις των Χριστιανών τα σπίτια με το ακριβώτερο πράγμα όπου είχεν ο καθείς τους και ερεκουπεραρίστηκαν [διεσώθηκαν] εις τα αρχοντικά σπίτια.[Οι άρχοντες και οι εύποροι τους διέσωσαν από το μανιασμένο Πόπολο] Όμως ο λαός μην ευρίσκοντάς τους εις τα σπίτια του ήρχισαν κι ετζάκιζαν ταις κασέλαις, αρμάρια καθήκλαις, καθρέπταις και κάθε άλλο οπού εύρισκαν. ΄Επειτα άρχισαν και εκουβάλησαν το πράγμα τους και δεν τους άφησαν τίποτες. Ετζάκισαν ταις πόρταις των Συναγωγών, ταις Παλαιαίς τους εξέσκισαν και έγεινε θρήνος μεγαλώτατος. Εμπήκαν και πολλοί χωριάταις. Ένα μόνον Εβραίον εύραν εις το Συναγώι και τον εφόνευσαν και μερικούς άλλους ελάβωσαν. Τότες ο Προβλεπτής έδραμε σπουδαίως καβαλάρης με την πιστόλα εις το χέρι και με ένα τεστακασμέντο [απόσπασμα] σολτάδους δια να καταπραΰνει τον λαόν, αλλά μάταια εκοπίαζε ότι εκινδύνευσε να χάση την ζωήν του και τους σολτάδους του. Όλοι οι άρχοντες εφοβήθησαν και εκλείσθησαν εις τα σπίτια τους με άλλους φίλους τους, όλοι με τα άρματα και εφύλαξαν το πράγμα τους, και ο λαός ερισολβάρισε [αποφάσισε] ότι την νύκτα να ρεσαλτάρουν [κάνουν έφοδο] εις τα αρχοντικά, και Θεού οικονομία, δια να μη χαλασθή η χώρα, το κοντόβρδο επρόβαλαν τρία καράβια της αρμάδας όπου ερχόντανε από το Ανάπλι και ριβάροντας [φθάνοντας] εις το πόρτο, έστειλε ο Προβλεπτής φιλούκα και τους εμήνυσε και ήλθαν κοντά εις την χώρα και έβγαλαν όλους τους σολτάδους τους εις την χώραν και επεριεκύκλωσαν όλαις ταις στράταις και καντούνια και δεν άφιναν να περάση κανείς και ετριτζάρανε και τα κανόνι του κάστρου εναντίον εις την χώραν, ομοίως και των καραβιώνε και εσκιάχθη ο λαός και όλοι επήγαν εις τα σπίτια τους.
Και την αυτήν νύκτα εσύναξε ο Προβλεπτής όλους τους Εβραίους και τους εμπαρκάρισε εις τα καράβια και την Τετάρτη εμπήκαν οι χωριάταις μέσα εις την χώραν και άρχισε ο λαός να κάνουν ανακάτωσαις, μα ήταν ο φόβος της πολλής μιλίτζας [στρατού] όπου τους εκράτησε. Τότες οι άρχοντες τους έπιασαν με το καλό και με υπομονήν μεγάλη ώστε όπου εκαταπράυνε ο κόσμος και έπειτα έβγαλε ο Προβλεπτής από τα καράβια και τους έμπασε εις το κάστρο και τότες εβαπτίστηκαν μερικοί, ήγουν ο υιός του Τσεκούλη, ότι την ιδίαν ημέραν τον έπιασαν και εκείνος εφώναζε πως γίνεται χριστιανός και τον επήραν στον Άγιον Αντώνιον και έκαμε εκεί σαράντα ημέραις και έπειτα τον εβάπτισαν και τον ωνόμασαν Χριστόφαλο. Εβαπτίσθη κι ο Σαμπάτης με όλην τη φαμίλια, ο οποίος έφτιανε κρεββάτια. Εφορμαρίσθη προτζέσο και επαντηρίστη [μετά από ανακρίσεις καταδικάσθηκε σε εξορία] ο Παναγιωτάκης Κότζικας, Στεφανάκης Λογοθέτης λεγόμενος Μπαρπούτας, Φραντζέσκος Μαυριανός και μερικοί άλλοι και έπειτα εφτιάστηκαν. Όμως ανήμερα του Σωτήρος ήλθε ο Γκενεράλης από το Ανάπλι και άρχισε να ζαμινάρη ντα ρέτο ντι σεκρετέτζα [να ανακρίνει μυστικά] το κάζο και επαντήρησε τους άνωθεν. Έβαλε προκλάμο ότι από την μίαν ώρα της νυκτός να μην προβατή κανείς και έβγαλε ρόνταις [περιπολίες] πολλαίς και έπιασαν πολλούς. Και στας 18 Αυγούστου σταις πέντε ώραις της νυκτός, θέλουν, πως εξέθαψε το παιδί και το έστειλε στη Βενετία και έτζι άρχισε και έφτιασε το Γέτο».
.
Ο Βαρβιάνης στο «Χρονικό» του διασώζει και σχετικό λαϊκό ποίημα, το οποίο αντιγράφουν και ο Χιώτης στον Γ' τόμο των «Απομνημονευμάτων» του και ο Ραφτάνης στα προλεγόμενα των «Ιουδαικών» του. Τελικά όμως όπως διατυπώνει ο Σπυρίδων Δεβιάζης:
"Το παιδίον πράγματι υπέστη μαρτυρικόν θάνατον άγνωστα όμως απομένουν εις ημάς τους μεταγενέστερους τα ονόματα των κακούργων, αφού άγνωστα ήσαν και εις τους συγχρόνους. […] Του ατυχούς παιδός περισώζεται εις[ένας] των ποδών φέρων τον τύπον του ήλου και φυλάσσεται εν τη εκκλησία του Εσταυρωμένου εις τον δρόμον του Κρυονερίου, ο οποίος δεικνύεται εις τους ευσεβείς και τους περίεργους". Η εκκλησία ονομάζεται από τότε και μέχρι σήμερα "του Σταυρωμένου", παρότι ήταν και είναι αφιερωμένη στον Άγιο Σάββα, όπως φαίνεται και από την τέταρτη δεσποτική εικόνα του Αγίου στην προσπετίβα (τέμπλο), εκεί που μπαίνει ο τιμώμενος από τον ναό Άγιος. Οι περισσότεροι νομίζουν πως πρόκειται για ναό του Εσταυρωμένου Ιησού.
Από το βιβλίο: ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΒΙΤΣΟΣ «ΟΙ ΖΑΚΥΝΘΙΝΟΙ ΕΒΡΑΙΟΙ, 15ος- 20ος αι.» Τρίτη Έκδοση, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΕΡΙΠΛΟΥΣ 2017
[ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Ο ΝΑΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΣΑΒΒΑ («ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟΣ») όπου εναποτέθηκε για προσκύνημα το πόδι του δολοφονημένου παιδιού. Πηγή: O MATERNA MIA TERRA https://plykogiannis.blogspot.com/


ΟΙ ΣΗΜΕΡΙΝΟΙ ΑΠΟΓΟΝΟΙ ΤΩΝ ΖΑΚΥΝΘΙΝΩΝ ΕΒΡΑΙΩΝ ΕΚΕΙΝΩΝ...
.
Ζάκυνθος, κατά το πρώτο ήμισυ του 20ου αιώνα.
Η Ραχαμανούλα – η μανούλα μου, θυμάται με νοσταλγία οικογενειακές στιγμές απ’ τις εποχές εκείνες και αναστενάζει με μυρωδιές απ΄τα ζακυνθινά της μπουγαρίνια. Μπομπίνες από πολύχρωμες κλωστές που την δένουν με την ζωή της στην προσεισμική Ζάκυνθο έως το 1953, τα στιχάκια που έχουν γερά φωλιάσει μέσα της, ενώ μ’ αυτές κανείς ποτέ απ΄ τους προγόνους της, πάνω στο χαρτί δεν είχε προκάμει να κεντήσει. Απλώς, αυτή η αδυναμία στους λατρεμένους της γονείς, των οποίων το φευγιό θα ‘θελε ποτέ να μην είχε συμβεί ή που αν γινότανε, τότε, να είχε καταφέρει να φύγει κι εκείνη μαζί τους, την οδηγεί σκαλί-σκαλί να φτάνει στην πιο υψηλή, ιδιοτρόπως άτρωτη, σίγουρα υπεράνθρωπη απ΄ την πολλή αγάπη, δύναμη της προφορικής μνήμης.
– “Θυμήθηκα κι άλλο, να στο πω;”
«Ναι μαμά, μισό λεπτό, να πάρω ένα χαρτί κουζίνας, γρήγορα να το γράψω»
– “Θυμήθηκα κι άλλο, να στο πω;”
«Ναι μαμά, μισό λεπτό, να πάρω στα γρήγορα έναν φάκελο εδώ απ΄τον λογαριασμό, να γράψω»
– “Θυμήθηκα κι άλλο, να στο πω;”
«Ναι μαμά, μισό, έχω εδώ το μπλοκάκι μου, να σημειώσω»
Και κάπως έτσι με αυτήν την ζωογόνο καταιγίδα από εκείνα του «παλιού καλού καιρού στο Φιόρο» τα λεκτικά αναμνηστικά της και τον χρόνο να συμπυκνώνεται γοργά αν και με επιείκεια γύρω τους, ήταν λες και ξεπλήρωνε βιαστικά αλλά έγκαιρα, ένα χρέος ψυχής. Σε εκείνους τους λατρεμένους της, αλλά και στην ιστορία του πατρογονικού της τόπου, πριν την προλάβει το εγκεφαλικό, λίγα χρόνια αργότερα και χάσει έτσι μια για πάντα, το μνημονικό και τη λαλιά της.
Που και που, σαν κομπάρσοι του ίδιου δράματος, η προγιαγιά Ευτυχία και ο προπάππους Δαυίδ, ξεπηδούν στη θύμησή τους με το δικό τους στίγμα συνθέσεων, σε διαφορετικά επεισόδια, αν και του ίδιου κύκλου. Με ένα «ήθελα να ‘ξερα γράμματα, να έγραφα βιβλίο», και το γλυκό «ναι, να σε χαρώ…» και όσο πάει μακριά από «συφορέλια» (συμφορές), μοιάζουν να συναγωνίζονται για το ποιος θα πρωτο-πρωτοτυπήσει. Μπουγαρινιές, ζουμπούλια, λεμονιές, πορτοκαλιές, αμυγδαλιές, νεραντζιές, κληματαριές…, το φωτεινό και δροσερό σκηνικό τους, εκεί στην πίσω πλευρά του σπιτιού, στο «περιβόλι» ή στην κουζίνα, εκεί δα στη ζεστή «γωνιά» κατά το «γιόμα».
Να ήταν το δυνατόν, να γινότανε
το «Γέτο» μας λιβάδι,
οι κοπελούδες λεμονιές
κι εγώ περιβολάρης.
***
Σ’ ένα μικρό καϊκάκι
αρμένιζα ο καημένος
στο πέλαγος της αγάπης,
χωρίς να βλέπω γη.
***
Άνθρωποι με απελπίσανε,
Θ-έ μου μη μ’ απελπίσεις.
Κατέβα πλέον χαμηλά,
του κόσμου να το δείξεις.
Απελπισμένη βρίσκομαι
σε κύματα αφρισμένα.
Αν δεν γαλήνει η θάλασσα,
αλίμονο σε μένα.
***
Να ήξερα το τέλος μου
το πώς θα καταντήσω,
δεν θ’ άνοιγα το στόμα μου
ανθρώπου να μιλήσω.
***
Τα βάσανά μου τα πολλά,
ποιας πέτρας να τα λέω;
Και η πέτρα να μην μου μιλά,
να κάθομαι να κλαίω;
***
Kαρδιά μου απαρηγόρητη
παρηγορήσου, ντύσου,
είναι χιλιάδες σαν εσέ,
δεν είσαι μοναχή σου.
***
Καρδιά με 18 κλειδιά,
τι στέκεις κλειδωμένη;
Και δε βγαίνεις να χαρείς,
πως ήσουν μαθημένη;
Στραβά είσαστε, δε βλέπετε
το ταίρι που σας λείπει;
Μα πώς να βγω, να χαρώ,
πώς ήμουν μαθημένη,
που τα κλειδιά σκουριάσανε,
κι έμεινα κλειδωμένη;
***
Έρωτα που με πλήγωσες,
δωσ’ μου και το βοτάνι.
Γιατί δε βρίσκεται γιατρός
στον κόσμο, να με γιάνει.
***
Ανάθεμα τον έρωτα,
κι όποιον τον κάνει φίλο,
τον άπονο,
τον σκύλο.
***
Εγώ έλεγα στη μοίρα μου
ψηλά να μ’ ανεβάσει,
κι εκείνη ξύλα μάζευε
κι έβαλε να με κάψει.
***
Ανάμεσα σε δυο βουνά,
δυο φίδια σκοτωμένα.
Εκεί θα σκοτωθώ κι εγώ,
αγάπη μου για σένα.
***
Ελπίδα και παρηγοριά
είχα τα γράμματά σου,
κι αυτά μου τα υστέρησες
μαραίνεται η καρδιά μου.
***
Τι κι αν παίζω και γελώ
και δυο καρδιές αν έχω.
Η μια με κάνει να σφαλώ
κι η άλλη ξέρει τι έχω.
***
Αγάπησα να’ χω ζωή,
μα εγώ ζωή δεν έχω.
Σαν κλήμα με κλαδεύουνε
και κλαδεμούς δεν έχω.
***
Ήθελα να ‘μουνα πουλί
να πέταγα κοντά σου,
να σε φιλήσω μια και δυο
κι ύστερα να πετάξω.
***
Μεγάλη η χάρη Του,
Μεγάλο το Όνομά Του.
Φύλλο δεν πέφτει απ΄το δεντρί,
χωρίς το θέλημά Του.
***
Όταν πεθάνω μη με κλαις,
χάρη, δε στο γνωρίζω.
Όταν εζούσα ήθελα,
το «επιθυμώ» κι «ελπίζω».
***
Οι δυνάμεις μου εκοπήκαν
και κινδυνεύω να χαθώ.
Όταν πεθάνω βάλε μου μια πλάκα μαρμαρένια
και γράψε απάνω γράμματα
πως χάθηκα για σένα.
***
Ψήσε μανούλα τον καφέ
κι έλα να τον επιούμε,
γιατί ήρθε η ώρα του Θ-ού,
που θε να χωριστούμε.
Αν αρχίσω να σου πω,
τα πάθη μου τραγούδι,
η μαύρη γη θα μαραθεί,
δε βγάζει πια λουλούδι.
***
Μα τι τραγούδι να σου πω,
κυρά μου να σ’ αρέσει,
που έχεις αγγελικό κορμί
και κοντυλένια μέση;
***
Ώρες με θρέφει ο έρωτας,
ώρες με αδυνατίζει,
ώρες με ρίχνει καταγής,
κανείς δε με γνωρίζει.
***
Αδίκως ψαρεύεις,
αδίκως πολεμάς.
Το ψαράκι που γυρεύεις,
δεν είσαι άξια να το φας.
***
Ξενιτεμένο μου πουλί,
κι αλάργιο μου γεράκι,
η ξενιτιά σε χαίρεται
κι εγώ πίνω φαρμάκι.
Όποιος μου πει πως έρχεσαι
μαντήλι του χαρίζω.
Όχι μαντήλι μοναχά,
καρδιά, ψυχή που ορίζω.
***
Μα πώς θα πω το «έχε γεια»
και πώς θα μπω στη βάρκα
και πώς θ΄αφήσω πίσω μου
τα δυο γλυκά σου μάτια.
***
Όλου του κόσμου τα καλά,
κι αν τα ‘χω, τι τα θέλω;
Ας έχει ο κόσμος τα καλά,
κι εγώ εκείνο που θέλω.
***
Και πού αλλού θα με ξυπνάς,
κιθάρα αρμονικιά μου,
να ακούω τα πάθη του εραστού
και να χτυπά η καρδιά μου;
***
Όταν σε βλέπω κι έρχεσαι
την τύχη μου δοξάζω.
Όταν απομακρύνεσαι,
κλαίω και αναστενάζω.
***
Τα μαύρα μάτια σου ήθελα,
να τα φιλώ μονάχος.
Όπως χτυπιέται αδιάκοπα,
το κύμα με τον βράχο.
Το αχ το λένε μια φορά,
μα εγώ το δευτερώνω.
Για εσένα κλέφτη με είπανε,
για σένα νυχτοπάτη,
για σένα μου τη δώσανε,
τη μαχαιριά στη πλάτη.
***
Εγώ είμαι εκείνο το πουλί
που στη φωτιά σιμώνει.
Καίγεται, στάχτη γίνεται
και πάλι ξανανιώνει.
***
Πάει ο καιρός πουλάκι μου,
που ερχόμουνα πετώντας.
Τώρα μου κόψαν τα φτερά,
κι έρχομαι περπατώντας.
***
Δεν θέλω εγώ παράδεισο,
μήτε την εκκλησία.
Ν’ αγιάσω θέλω με την αγάπη σου,
να ζήσω, να γεράσω.
***
Μια φορά ήμουν άγγελος,
τώρα αγγελίζουν άλλοι.
Στη βρύση που έπινα νερό,
τώρα το πίνουν άλλοι.
***
Παλιοζωή, παλιόκοσμε
και παλιοκοινωνία,
ούτε στιγμή δεν έζησα
με δίχως αγωνία.
Το αχ και βαχ
και το ωιμέ
το έχω κατοικία.
Και περπατούν οι λέοντες
και τ΄ άγρια θηρία.
***
Μωρή καρδιά μου μιζερή
που ό,τι κι αν δεις ζηλεύεις,
πράγματα που δεν γίνονται,
γιατί μου τα γυρεύεις;
***
Με ωχ περνούν οι μέρες μου,
με ωχ περνούν τα βράδια.
Οι μαχαιριές κι αν κλείσουνε,
θα μείνουν τα σημάδια.
***
Ευτυχία μάλαμα και
Ραχαμανούλα μέλι.
Με ρόδα να γεμίσει η στράτα σας
κι άγιο ό,τι μέλλει.
ΒΙΚΥ ΚΩΣΤΗ www.veramente.gr
.
[Η ΒΙΚΗ ΚΩΣΤΗ Vicky Kosti είναι κόρη ζακυνθινής Εβραίας, που όπως όλοι οι άλλοι ζακυνθινοί Εβραίοι έφυγαν από την Ζάκυνθο μετά τον Πόλεμο και τον Σεισμό. Συγγενής της οικογένειας Μόρδου. Η επιλογή του ονόματος του blog της (veramente mou https://veramentemou.gr/
) είναι χαρακτηριστικά ζακυνθινή. Ένα κομμάτι της προσεισμικής Ζακύνθου ζει μέσα από τους απόγονους εκείνων των Εβραίων, όπως είναι σαφές στην πιο πάνω ανάρτηση.
.




ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
- Η Ραχαμανούλα με τα ρόδα της…, το 1950
- Η Νίνα και ο Γιωσέ, γονείς της Ραχαμανούλας, παππούς και γιαγιά της Βίκυς Κωστή.
- Το γέτο, η εβραϊκή συνοικία της Ζακύνθου]




Με πολύ μεράκι αλλά και υπομονή συνεχίζουμε την προσπάθεια μας .Αθόρυβα …σιγά σιγά με πολύ υπομονή αλλά και διάθεση προχωράμε Στόχος μας παραμένει να αρθρογραφούν οι πολίτες σε αθρα με θέματα πολιτισμού που επιλέξουν Το όνομα και επώνυμο αλλά η ευπρέπεια των άρθρων είναι απαραίτητα .Η διεύθυνση μας για επιστολές Άρθρα είναι zantedanias@gmail.com Όπως έχουμε από την αρχή της προσπάθεια μας αναφέρει θα αναρτώνται μετά από έγκριση μας Σας ευχαριστούμε από καρδιας Τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους ο οποίος φέρει και την ευθύνη των γραφομένων και δε συμπίπτουν κατ’ ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας https://www.youtube.com/channel/UC0wk2ge3sheyTkgpAkeBang









Δημοσίευση σχολίου

Αφήστε το σχόλιό σας ή κάνετε την αρχή σε μία συζήτηση

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Δημοφιλείς κατηγορίες

...
Οι πιο δημοφιλείς κατηγορίες του blog μας

Whatsapp Button works on Mobile Device only