Ο λόφος του Αγίου Βασιλείου, κοντά στο Ξηροκάμπι Λακωνίας, αποκαλύπτει σταδιακά ένα μυκηναϊκό ανάκτορο που έρχεται στο φως με εντυπωσιακά κατάλοιπα χτισμένα περιμετρικά μιας μεγάλης κεντρικής αυλής και διακοσμημένα με τοιχογραφίες. Στο σημείο αυτό και σε έκταση περίπου 35 στρεμμάτων, όπου εικάζεται ότι υπάρχουν θαμμένα οικοδομικά κατάλοιπα, συνεχίζονται οι συστηματικές έρευνες της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας στην ευρύτερη πεδιάδα της Σπάρτης.
Ενα μυκηναϊκό ανάκτορο έρχεται σταδιακά στο φως στην πεδιάδα της Σπάρτης, όπου συνεχίζονται οι έρευνες της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας. Εκταση τουλάχιστον 35 στρεμμάτων καλύπτουν τα θαμμένα οικοδομικά κατάλοιπα, που έχουν εντοπιστεί με τη μέθοδο της γεωφυσικής διασκόπησης στον λόφο του Αγίου Βασιλείου, κοντά στο Ξηροκάμπι Λακωνίας. Τα εντυπωσιακά ανακτορικά κτίρια, χτισμένα περιμετρικά μιας μεγάλης κεντρικής αυλής και διακοσμημένα με τοιχογραφίες, χρονολογούνται στη δεύτερη οικοδομική φάση της εγκατάστασης, καθώς τα παλαιότερα κτίσματα φαίνεται ότι καταστράφηκαν στα τέλη του 15ου ή τις αρχές του 14ου π.Χ. αιώνα από πυρκαγιά. Από την πρώτη φάση σώζονται οι τάφοι του υστεροελλαδικού μυκηναϊκού νεκροταφείου στην κορυφή του λόφου.
Ωστόσο, τα σπουδαιότερα από τα μέχρι τώρα ευρήματα της ανασκαφής είναι οι πολυάριθμες πινακίδες της γραμμικής β΄, οι οποίες αποτελούσαν το αρχείο του ανακτόρου και διατηρήθηκαν χάρη σε ακόμα μία, μεταγενέστερη, πυρκαγιά. «Ψημένες» από τις φλόγες, οι πήλινες επιγραφές, όπου αναφέρονται παροχές αγαθών σε ιερά, ονόματα, τοπωνύμια και ο τίτλος «άναξ» στη γενική πτώση, εκτιμάται ότι θα επιτρέψουν τη διεξαγωγή νέων συμπερασμάτων σχετικά με τη μυκηναϊκή θρησκεία, γλώσσα και παλαιογραφία, όπως επίσης και τη διοικητική, οικονομική και κοινωνική οργάνωση της περιοχής. Την εικόνα συμπληρώνουν λατρευτικά και διακοσμητικά αντικείμενα, σκεύη, σφραγιδόλιθοι, χάλκινα ξίφη κ.ά.
Σε εξέλιξη βρίσκεται και το πενταετές ερευνητικό πρόγραμμα στο ιερό του Αμυκλαίου Απόλλωνα στον λόφο της Αγίας Κυριακής, περίπου 5 χλμ. νότια της Σπάρτης.
Ο πρόσφατος εντοπισμός της τάφρου θεμελίωσης του ναού, γνωστού και ως «θρόνου του Απόλλωνα», συνιστά ένδειξη ότι το οικοδόμημα ενδέχεται να ήταν μεγαλύτερο από ό,τι πιστεύαμε μέχρι τώρα. Η πρώτη οικοδομική φάση του μνημείου προσδιορίστηκε στα υστερογεωμετρικά χρόνια, αλλά η ακριβής χρονολόγηση των καταλοίπων δεν είναι προς το παρόν εφικτή. Πάντως, ο προϊστορικός περίβολος είχε δεχθεί επεμβάσεις κατά την ύστερη αρχαιότητα και τα πρωτοχριστιανικά χρόνια. Στους ρωμαϊκούς χρόνους, το ΒΔ του τείχους παραβιάστηκε για τη δημιουργία μιας δεξαμενής, που διατηρείται σε εξαιρετική κατάσταση. Στο κέντρο της, ακουμπισμένο στο πλακόστρωτο δάπεδο, ανακαλύφθηκε ένα ακέραιο δωρικό κιονόκρανο, το οποίο αποδίδεται με βεβαιότητα στον ναό του Απόλλωνα.
ΠΗΓΗ kathimerini
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιό σας ή κάνετε την αρχή σε μία συζήτηση
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.