Την Τζένη Δάγλα
την γνώριζα ως θεατρική συγγραφέα. Κάποια στιγμή πληροφορήθηκα την νομική της ιδιότητα, οπότε δικαίως
σκέφτηκα πως στην Ελλάδα οι θεατρικοί συγγραφείς οι οποίοι προέρχονται από τον
νομικό χώρο είναι τελικά αρκετοί, κάτι
που δεν απαντάται συχνά σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες.
Με είχε
εντυπωσιάσει η θεατρική της γραφή και αυτός ήταν ο λόγος που με έκανε να
αναζητήσω και το πρώτο της πεζογράφημα, το οποίο μάλιστα αγόρασα μια δυο μέρες
πριν από το πρώτο lockdown.
Ο
αναγραμματισμός μιας λέξης και μάλιστα ο αναγραμματισμός της λέξεως χρόνος, είναι
σίγουρα ένας μη αναμενόμενος τίτλος. ΣΟNΟΡX
λοιπόν. Είναι η διάσταση εκείνη που κυλάει. Το πρώτο προφανώς lockdown με είχε κάνει - ή μάλλον πιο σωστά μας είχε κάνει - να νιώσουμε ότι αυτό είχε πάψει να ισχύει, από τη στιγμή που η ακολουθία γεγονότων στις
διαστάσεις του χώρου (ο ορισμός από το χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας
της Ακαδημίας Αθηνών) είχε μπεί σε .. slow motion– αργή κίνηση. Ο
τίτλος του βιβλίου, σε συνδυασμό με την
συνθήκη του εγκλεισμού, επανέφεραν στη
μνήμη μου την έννοια του χρόνου στις «Εξομολογήσεις»
του Αγίου Αυγουστίνου σύμφωνα με τον
οποίο: «Κατά τα φαινόμενα υπάρχουν μόνο τρείς χρόνοι:
το παρόν του παρελθόντος, το παρόν του παρόντος και το παρόν του μέλλοντος.
Αυτά τα τρία είδη υπάρχουν στο πνεύμα μας, και δεν τα βρίσκουμε πουθενά αλλού. Το παρόν του παρελθόντος
είναι η μνήμη· το παρόν του παρόντος είναι η διαίσθηση, και το παρόν του
μέλλοντος είναι η προσμονή. Το παρόν είναι τόσο φευγαλέο που ούτε κι αυτό
υπάρχει. Μόνο το αδιάστατο παρόν υπάρχει, αφού ο χρόνος, όπως άλλωστε και ο
χώρος, είναι ανυπόστατες διαστάσεις στον κόσμο του Πνεύματος.»
Ανοίγοντας την πρώτη σελίδα
του βιβλίου, το όνομα μιας πόλης και μια ημερομηνία με έκαναν να σκεφτώ την
ημερολογιακή φόρμα: Βρότσλαφ, 21
Αυγούστου. Διερωτήθηκα για ποιο λόγο η συγγραφέας είχε επιλέξει να
ξετυλίξει το νήμα του πρώτου της πεζογραφήματος, ξεκινώντας την αφήγηση της από
την παραμυθένια πόλη της Πολωνίας. Μα βέβαια, ως θεατρική συγγραφέας επέλεξε την πόλη στην οποία μεγαλούργησε ο ριζοσπάστης του θεάτρου του 20ου αιώνα, Γιέρζι
Γκροτόφσκι, πόλη την οποία είχε λατρέψει και ο Αδόλφος Χίτλερ.
Τζένη Δάγλα
«Εν αρχή ην το Τέλος» …
η φράση ήχησε με ήχο στριγκό - μόνο ένας Χίτλερ θα μπορούσε να εκστομίσει κάτι
τέτοιο – ή μήπως η αίσθηση αυτή οφείλεται στην παρούσα υγειονομική έκτακτη ανάγκη; Αλλά είναι γνωστό ότι η επίγνωση της
θνητότητας είναι πηγή στοχασμού, η οποία οδηγεί στην αυτογνωσία, όπως θα έλεγε
ο Σοπενχάουερ.
Και η ταχεία του χρόνου
- σονόρχ ξεκινά … Τσαφ τσουφ τσαφ τσουφ τσαφ τσουφ …Χρόνος, αραχνένιο,
αραχνοΰφαντο …να συνδέσω τον Χρόνο με τη Στιγμή, να τα πλέξω βελονάκι, χρονίσιο
νήμα στρογγυλό …με τ’ αριστερό το φαρμακόχερο … δαντελωτό τιτίβισμα … ινόχρυσοι
ήχοι … μυριότονοι …ταξίδευε σε μια σταγόνα … είμαι ακαδημαϊκός στα όνειρά μου …
να γίνεις ακαδημαϊκός των ονείρων σου … το ρολόι είναι χειροπέδα πολιτισμού … σου περνά το άγχος στο
δέρμα το άγχος ή τη θλίψη … μουσάνταλα και μουκέρατα και μουλίτσες … λεφτώνας
με λεφτά… ανιαρή και ανίερη …Απρόσμενα τα νοηματικά παιγνιδίσματα και οι
στοχασμοί, όπως απρόσμενη είναι και η χρήση συχνών παρηχήσεων (όπως θα ταίριαζε
άλλωστε) στο λεκτικό ενός . . . ΕΑΥΤΟΓΡΑΦΟΥ και αυτοπροσδιοριζόμενου κειμένου.
Η συγγραφέας σε συνέντευξη που παραχώρησε, δήλωσε πως, το κείμενο δεν το έγραψε
εκείνη, γράφτηκε ‘μόνο’ του.
Η μια διήγηση περίτεχνα
διεισδύει σε αυτή που την διαδέχεται και με τρόπο αριστοτεχνικό γίνεται
αναπόσπαστο κομμάτι της. Τα αφηγηματικά, περιγραφικά αποσπάσματα, συχνά οδηγούν
σε υπαρξιακούς στοχασμούς, ακολουθώντας υπερρεαλιστικούς κάποιες φορές συνειρμούς, που πάντοτε εμφανίζονται ως φυσικό τους
επακόλουθο! Κι εκεί που μια αφήγηση
φαίνεται ότι έχει γίνει παρελθόν, ένας μαγικός ειρμός την επαναφέρει στην επιφάνεια
της διαδικασίας ανάγνωσης. Κάτι παρόμοιο συμβαίνει με τα όχι κοινά κύρια
ονόματα όπως Ρικ, Μάριον, Ζεμφύρα, Λεβ,
Γκέλντα, Ντβόρζεκ, Τζάζμιν αλλά και τα πιο συνηθισμένα όπως Ευανθία, Βίλυ,
Φάνη, Νάσια, Βιβή, Ευτυχία, Τάκης, Νάντια, τα οποία ακολουθούν την αφηγηματική
ροή των διηγήσεων απ᾽ όπου προέρχονται, χάνονται για λίγο, για να επανεμφανιστούν, ακολουθώντας τους ρυθμούς
των ωστικών κυλίνδρων του συρμού ολοκλήρου του βιβλίου.
Απ’ την εποχή του
Γκιλγκαμές ο άνθρωπος γνωρίζει ότι η καθημερινότητα έχει ανάγκη από το διαφορετικό,
κάτι το ‘μαγικό’. Είναι ίσως ο μοναδικός τρόπος που κάνει την καθημερινότητα να
είναι υποφερτή. Να γιατί δεν θα δίστασα
να τοποθετήσω το πεζογράφημα της Τζένης Δάγλα στον μαγικό ρεαλισμό, μια και το
αληθινό με το ανατρεπτικό -μαγικό αναμειγνύονται συνεχώς, και το ανατρεπτικό - μαγικό
εισέρχεται με τρόπο φυσικό στην πραγματικότητα - καθημερινότητα, ενώ στο
πλαίσιο αυτό παράλληλα υπάρχει ένας συνεχής διάλογος μεταξύ παρόντος,
παρελθόντος και μέλλοντος, Αυτό κάνει
την έννοια του χρόνου "μαγικά" να διαστέλλεται και να παύει να είναι τόσο τρομακτικός. Αυτός
ο "χρόνος" τώρα μπορεί να λογίζεται ως τμήμα της ζωής, τίμημα
και συνοδοιπόρος της, που δεν προσπερνά ούτε παραβλέπει το δεδομένο των ανθρώπινων
παθών, ακόμη και την μοναξιά, την απομόνωση και
το ψυχικό κενό.
Όσο λοιπόν ο μαγικός ρεαλισμός θα ταράζει και θα αμφισβητεί τις θεμελιακές αρχές της πραγματικότητας - ο οποίος κατά βάση δεν είναι άλλο από την υποκειμενική ερμηνεία της - αυτός θα μας δείχνει και
δρόμους προσωπικής διαφυγής. Η διαφυγή,
ή δικλείδα διαφυγής που μας προσφέρει η
Χρονοταχεία της Τζένης Δάγλα είναι το
ίδιο το «φωτεινό ή φωτισμένο έργο τέχνης του ξεχασμένου μας εαυτού, στο Μουσείο του
χρόνου».
Τζίνα Καρβουνάκη
Μεταφράστρια (ΙΤΙ) / Event
promoter /Ιστορικός (ICHRPI)
https://www.youtube.com/channel/UC0wk2ge3sheyTkgpAkeBang
Ενημέρωση
και ψυχαγωγία. Επικοινωνία στο dsgroupmedia@gmail.com.
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιό σας ή κάνετε την αρχή σε μία συζήτηση
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.