Παρασκευή 25 Φεβρουαρίου 2022

ΛΑΙΚΟ ΧΟΡΕΥΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΥΠΑΙΘΡΟ ΖΑΚΥΝΘΟ

 

ΛΑΙΚΟ ΧΟΡΕΥΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΥΠΑΙΘΡΟ ΖΑΚΥΝΘΟ/1
Όρκο τση κάμω τση μικρής, όρκο τση μαυρομάτας
Όρκο τση γαϊτανοφρύδης βραδυά να μη τση λείψω.
Μιά βραδυά τση έλειψα και η κόρη επεριορίστη.
Παίρνει τα όρη σκούζοντας και τα βουνά ρωτώντας.
«Βουνά μου και λαγκάδια μου, και χαμωλαγκαδιά μου
Μην είδατε τον Άγαπο τον ψεύτη της αγάπης,
Π' αυτός μ’ έφίλιε, μου λέγε πώς δε μ’ απαρατάει
Και τώρα με απαράτησε σαν καλαμία στον κάμπο.
Σπέρνουν θερίζουν τον καρπό, και η καλαμία πομένει,
Βάνουν φωτιά στη καλαμία μαυρίζει ούλος ο κάμπος
Έτσι κι εμέ ή καρδούλα μου μαυρίζει και αραχνιάζει
Κάνω να τον καταραθώ. πάλι πονεί ή ψυχή μου.
Μα γω θα τον καταραθώ και ας κάμη ο Θεός σα θέλει.
Απ’ άρμπουρο να γκρεμιστή στο κάσαρο να πέση
Σαν τα γυαλί να ραϊστή, σαν το κερί να λιώση
Δέκα γιατροί νά τον βαστούν και δέκα μαθητάδες
Και δεκαοχτώ στελέντιδες τση μπότες του ν’ αλλάζουν.
Κα! ’γω διαβάτρα νά γενώ και νά συχνοπερνάω.
Καλώς τα κάνετε γιατροί κ’ εσείς οι μαθητάδες.
Ας κόβουν τα μαχαίρια σας κ’ ας μην πονή η καρδιά σας.
Κ’ έχω πανί Αλεξανδρινό σαρανταπέντε μπράτσα.
Α δεν σας σώνει ούλο φτο, δίνω και την ποδιά μου.
ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ: ΑΡΧΙΔΟΥΚΑΣ ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΣ ΣΑΛΒΑΤΟΡ, «ΖΑΝΤΕ», ΠΡΑΓΑ 1904

https://www.facebook.com/watch/?v=930506037131783

ΕΡΩΤΙΚΟ ΤΗΣ ΖΑΚΥΝΘΙΝΗΣ ΥΠΑΙΘΡΟΥ
.
Γραπίδι μου βασιλικό, ποιος στο ’πε πως δε σ’ αγαπώ;
Αν το ’πε ο ήλιος να χαθή, τ’ άστρο να μη φανερωθή.
Κι αν το ’πε τ’ Αρχοντόπουλο της Κρήτης το Ρηγόπουλο,
Χήρα να ιδώ τη μάνα του, κουτρούλη τη κουνιάδα του
Την αδελφή του καλογριά, κ’ εκείνονε στα σίδερα.
Και να περνάω από ’κει, να ιδώ αν του πιαίνη η φυλακή.
Του πιαίνει και η φυλακή, σα κάμερα ζωγραφιστή.
Του πιαίνουν και τα σίδερα. Οχ! να σε φίλεια σήμερα!.
ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ: ΑΡΧΙΔΟΥΚΑΣ ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΣ ΣΑΛΒΑΤΟΡ, «ΖΑΝΤΕ», ΠΡΑΓΑ 1904
ΕΝΑ ΕΡΩΤΙΚΟ ΑΠΟ ΤΗ ΧΩΡΑ, ΤΗΝ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑ ΤΗΣ ΖΑΚΥΝΘΟΥ
Μάτια μου, θα αρχινήσω Κυριακή να σ’ αγαπήσω.
Να σε έχω τη Δευτέρα, σαν αϊτός την περιστέρα,
Να σε έχω και την Τρίτη, χρυσοπράσινε πετρίτη.
Να σε έχω την Τετράδη, χρυσοπράσινο πετράδι.
Να σε έχω και την Πέφτη, χρυσωμένε μου καθρέφτη.
Να σε έχω την Παρασκευή, ξανθομαλλούσα μου χρυσή.
Να σε έχω το Σαββάτο, μήλο μου ζαχαράτο.
ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ: ΑΡΧΙΔΟΥΚΑΣ ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΣ ΣΑΛΒΑΤΟΡ, «ΖΑΝΤΕ», ΠΡΑΓΑ 1904
ΤΑ ΜΕΘΕΟΡΤΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΒΑΛΕΝΤΙΝΟΥ (ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ)
.
Πρώτα πρώτα φορείς από τίποτα μέχρι καθόλου. Στερνά, τόμου και είσαι παντρεμένος, ούλο αλάργα σού λέει. Ούλο κάμε πούλιο πέρα απού κολλάς απάνου μου, σού λέει, άσε απού τόμου και δενέχεις όροξη βρέσκεις ευκαιρία!... Και κάνεις πως δενακούς, πως είσαι, λέει μακρία!
Μα ο διάτανος τι σου κάνει τώρα; Έλα σου λέει κομμάτι πούλιο κοντάααα… Ησάστενε τω τζάκι, ούλα κλειστά, το πάτωμα σκεπασμένο από καρπετόφυλλα, όξω να βρέχει, κρύο πολύ, ταβλώνεσαι τω καναπέ να πάρεις ένα σουρούπι, και εκεί απάνου σού αρχινάει!
—Έλα κομμάτι κοντά μου, τι, παναπεί, ψείρες έχω; Κάμε πούλιο δω να με ζεστάνεις…
Και κομμάτι το κρύο, κομμάτι η ζέστα, αρχινάει τη μουρμούρα.
Γιατί, για να ξέρετε, έτσι κάνουνε οι γυναίκες, ίσια-ίσια να δούνε κάλμα αρχινάνε:
«Και για πέςμου μ'αγαπάς»;
«Και για πέςμου πώς με γλέπεις, επάχυνα»;
«Και για πέςμου είμαι ακόμα έμορφη»;
Και από τσι απάντησες που θα δώκεις σ' έχει διαβάσει!
Να το λοιπόνε τι με τρώεται εδώ και 5-6 μέρες η Κερά. Ίσιαμε έδεκει που πάω ναγλαρώσω, τσούκου κολαούζο, ρίχνει και μία ρουμπού, από πάνου δήθενε που κρυώνει, και αρχινάει:
—Δε μου λες ορέ καμάρι μου; Τώρα που μεγαλώσαμε και δε ζηλεύουμε ο ένας τον άλλο, τώρα απού τα παιδιά μας φύγανε, τώρα που ξεμείναμε μοναχοί, τώρα που οι αψάδες φύγανε, θέλω να μου ειπείς, μα νάναι αλήθεια: Πες μου, εκοιμήθηκες με άλληνε γυναίκα ποτές;
—Ώωω, μωρή, πάλε το ίδγιο τροπάργιο; Μού'χεις φάει το Θέο μου ούλη τη ζωή σου με ευτούνη τη ζήλια, δε ντα λέμε ούλα τα χρόνια; Δεν εβαρέθηκες ακόμα; Κάμε πούλιο κει και άσεμε να ξεραθώ κομμάτι, μού'χεις φαωμένη τη ζωή!
Και ετότενες αρπάει πάλε το ίδγιο όπλο, κάνει που τάχα μου μουρτζοκλαίει, γιατί παναπεί το ξέρει πουδέ μπορώ να γλέπω γυναίκα να κλαίει.
—Ορή Τζόγια μου, ορή άσεμε, τα ιδγια μία ζωή; Πώς θες να στο πω να ντο καταλάβεις;
–Θέλω, μου κάνει, την αλήθεια, τώρα σου τ’ ορκίζουμαι δε θα ζηλέψω, Παρί πες μου, κοιμήθηκες ποτέ από τότενες που με πήρες, με άλληνε γυναίκα;
—Όσκε ωρή και πάλε όσκε.
—Ορκίσου!
—Ναι ωρή ορκίζουμαι τω ν’άγιο, και όπου αλλού θες, όσκε όσκε όσκε, μία ζωή στο λέω και δε μπορεί να το καταλάβεις! Όσκε ποτέ, όσο και λιγωμάρα ν'άχα, ποτέ δε κοιμήθηκα με καμμίανε!
Μοναχά με σένανε κοιμάμαι, ούλες οι άλλες δε μ’αφήνανε να κοιμηθώ!!!
ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΡΓΑΡΗΣ




ΛΑΙΚΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΖΑΚΥΝΘΟ
.
«Απάνου σε μια βρύση, θωρώ ένα κυπαρίσσι,
Κάθεται πουλί απάνου και γλυκοκηλαϊδεί
Και στον κηλαδισμό του, μου φάνηκε να λέη:
Χαρήτε, σεις οι νέοι π' έχετε τον καιρό,
Χαρήτε, νέοι, χαρήτε, καιρό μην καρτερείτε
Γιατί ο καιρός διαβαίνει, και δε γυρίζει πλιό».
ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ: ΑΡΧΙΔΟΥΚΑΣ ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΣ ΣΑΛΒΑΤΟΡ, «ΖΑΝΤΕ», ΠΡΑΓΑ 1904
.
ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΣ ΣΑΛΒΑΤΟΡ(1847-1915): Αρχιδούκας της Αυστρίας από τον Οίκο των Αψβούργων-Λωρραίνης, περιηγητής και ερευνητής, γνωστός για το πάθος του για τη φυσική ιστορία. Ήταν πολυγραφότατος χρονικογράφος και εθνογράφος της Μεσογείου, με έργο πάνω από 50 βιβλία.
Σε ένα από αυτά, το δίτομο «ΖΑΝΤΕ», μας μεταφέρει στη ζωή της Ζακύνθου, όπου επί δύο χρόνια (1900-1902)» έζησε, κατέγραψε και μελέτησε ως ερευνητής τα ήθη, τα έθιμα, τις παραδόσεις, τους μύθους, τη μουσική και τα επιτηδεύματα. Η εκτεταμένη και πρότυπη αυτή συγγραφική εργασία στη γερμανική γλώσσα είχε εκδοθεί σε δύο τόμους στην Πράγα και στη Λειψία το 1904. Το βιβλίο αυτό ήταν γνωστό στους επιφανείς Ζακυνθινούς, πολλοί από τους οποίους είχαν συνεισφέρει με παροχή στοιχείων και πληροφοριών, και το οποίο τους απέστειλε ο ίδιος ο Λουδοβίκος Σαλβατόρ. Πολλά αντίτυπα αυτού του έργου υπήρχαν συνεπώς σε ζακυνθινές βιβλιοθήκες -αν και λίγοι στη Ζάκυνθο μπορούσαν να διαβάσουν γερμανικά- αλλά δυστυχώς αρκετές από αυτές τις πρωτότυπες καλλιτεχνικές εκδόσεις καταστράφηκαν στη μεγάλη πυρκαγιά που ακολούθησε τον σεισμό του 1953.
Το 2007 το έργο κυκλοφόρησε στα ελληνικά, αλλά και σε πανομοιότυπη με την αρχική έκδοση και σε μετάφραση του Ζακυνθινού δασκάλου και συγγραφέα Ζαφείρη Ακτύπη, από τον εκδότη Αντώνη Ν. Μπάστα, (βραβευμένον δύο φορές από την Ακαδημία Αθηνών)
Το κείμενο του Σαλβατόρ μας μεταφέρει με αυθεντικότητα στη ζωή του 1900, όπως επίσης και οι φωτογραφίες του από τη Ζάκυνθο που χάθηκε].
«Κατά τους παρελθόντας αιώνας, ότε αι γυναίκες έμεναν περιωρισμέναι εις τας οικίας των, σπανίως δε εξήρχοντο εις τας οδούς αθέατοι, αναπνέουσαι τον αέρα μέσω των εις τα παράθυρα δρυφάκτων[φραγμένων με κιγκλίδωμα] τζελουτζιών, τα Καρναβάλια ανεπλήρουν την κοινωνικήν έλλειψιν, ανεμένοντο δε εναγωνίως, και η έλευσίς των εχαιρετίζετο μετ’ ενθουσιασμού.
Γυναίκες προσωπιδοφόροι εξεχύνοντο ανά τας οδούς και τα πέριξ προάστεια διά ν’ απολαύσουν την θαλπωρήν του ηλίου και τον καθαρόν αέρα, κατέληγον δε εις τα φεστίνια δια ν’ απολαύσουν την ηδονήν τής συγκινήσεως και τας συγκινήσεις του αγνώστου.
Οποία δε πράγματι η διαφορά, οποία η εξέλιξις μεταξύ της τότε περιωρισμένης γυναικός, ασφυκτιώσης οπίσω από τας τζελουτζίας και τους υπερύψηλους τοίχους των μονών, στερουμένης των αναγκαιούντων φωτός και καθαρού αέρος, φρουρούμενης ζηλοτύπως ακόμη και εις αυτά τα ξένα βλέμματα, και της σημερινής γυναικός, αντιληφθείσης την μειωτικήν θέσιν της απέναντι του ανδρός, χωρίσασαν, στερρώ τω ποδί, προς την ελευθερίαν, προς απόκτησιν της προσωπικότητός της, προς αντιμέτρησιν των δυνάμεών της απέναντι εκείνων του ανδρός, όπως καθίση δίπλα του εις τον βιοποριστικόν αγώνα της ζωής και ίσως-ίσως φανή ίση προς εκείνον!
Δύο κυρίως ήσαν κατά τούς τελευταίους χρόνους τα ονομαστά φεστίνια, το τού Αγραπιδάκη εις συνοικίαν Άμμου και το του Βερναρδάκη εις θέσιν Νηοχώρι ή Μπεναρδακέϊκα. Κατά την λειτουργίαν των, τελευταίως, παρεισέφρυσαν σκάνδαλα και τότε ετέθησαν υπό αστυνομικήν επιτήρησιν, ούτω δε ουδέν το προσκρούουν εις την δημοσίαν ευπρέπειαν και τα χρηστά ήθη ηδύνατο εις τα κέντρα εκείνα να τελεσθή, η δε τιμή των εκεί εισερχομένων προσωπιδοφόρων γυναικών ουδένα διέτρεχε κίνδυνον εκ των δολίων υποσχέσεων και των ερωτικών διαχύσεων των ιδρυτών των φεστινίων και των εις αυτά συχναζόντων και συχναζουσών.
Μετά την ανέγερσιν του δημοτικού Θεάτρου 1871 και την σύστασιν και ευρύτεραν λειτουργίαν των Λεσχών, τα φεστίνια παρήκμασαν, μέχρις που τελείως εξέλιπον, διότι κατ’ αρχάς εις το Θέατρον και κατόπιν εις τα Λέσχας εδίδοντο κατά τα Απόκρεως χοροί και μεταμεσημβρινοί και νυκτερινοί. Και οι μεν του Θεάτρου ελέγοντο κ α β α λ κ ί ν α ι —βραδύτερον εχρησιμοποιήθησαν δια χορούς και άλλα κέντρα,— εδίδοντο δε μετά μεσημβρίαν, οι δε νυκτερινοί β ε λ ι ό ν ι α, κατ’ άπομίμησιν των εις την Εσπερίαν τοιούτων.
Εις τας καβαλκίνας και τα βελιόνια ελάμβανε κατ’ αρχάς μέρος μόνον η καλή τάξις της κοινωνίας οι αριστοκράται, ότε όμως κατέστησαν λαικώτερα, τότε η τάξις αύτη απεσύρθη εκείθεν αρκεσθείσα να παρίσταται μόνον. Και τότε κυρίως ήρχισαν εις τας Λέσχας οι χοροί όπου παρευρίσκοντο οι συνδρομηταί μετά των οικογενειών των και άλλαι προσωπιδοφόροι γυναίκες, αι τελευταίαι γενόμεναι δεκταί τη εμφανίσει εισιτηρίου φέροντος το όνομα του συνδρομητού της Λέσχης δια παν τυχόν συμβάν.
ΛΕΩΝΙΔΑΣ Χ. ΖΩΗΣ(1865-1956) «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΖΑΚΥΝΘΟΥ», 1955


[φωτογραφία: Ο Αρχιδούκας ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΣ ΣΑΛΒΑΤΟΡ]

«Πρώτη ελληνίς χορεύσασα με τον Όθωνα εν Κερκύρα ήτο ζακυνθία, η μήτηρ του αειμνήστου Διονυσίου Ξένου, θυγάτηρ Ναθαναήλ του Βολτέρρα, όντος τότε Εισαγγελέως εν Κερκύρα εις αντικατάστασιν του Τακτικού Γερουσιαστού.
«ΖΑΚΥΝΘΙΟΝ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΝ 1907»,
ΕΚΔΙΔΟΜΕΝΟΝ ΥΠΟ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ Γ. ΖΩΗ, ΤΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΑΠΑΝΤΩΝ ΤΩΝ ΖΑΚΥΝΘΙΩΝ ΛΟΓΟΓΡΑΦΩΝ ΚΑΙ ΠΟΙΗΤΩΝ, 1906
Από τις πλουσιότερες τάξεις και από τους χωραΐτες γίνονται χοροί σε σπίτια -μερικά από τα οποία διαθέτουν γι’ αυτό το σκοπό κατάλληλα και πολυτελή σαλόνια- ή στα δημόσια καζίνα που διοργανώνονται διασκεδάσεις με τους συνηθισμένους ευρωπαϊκούς χορούς.
Ο εντόπιος λαός είναι εύθυμος και επιζητεί τις διασκεδάσεις· το θέατρο που το στερήθηκαν για 8 χρόνια [από τους καταστροφικούς σεισμούς της 19ης Ιανουαρίου 1893] είναι γι’ αυτούς πραγματική ανάγκη και δέχτηκαν, κατά τη διάρκεια αυτών των χρόνων με πολύ πόνο την έλλειψή του. Ενώ το κτίριο του θεάτρου είχε ακόμα υγρασία από τις επισκευές και ενώ στους εξωτερικούς τοίχους εργάζονταν ακόμη οι οικοδόμοι, μέσα είχαν ήδη ξεκινήσει κι έδιναν παραστάσεις.
Στη Ζάκυνθο γενικά δεν αρέσουν τα ελληνικά θεατρικά έργα· προτιμούν τα ιταλικά, κυρίως δράματα και κωμωδίες. Ακόμα αρέσουν καλύτερα οι σοβαρές όπως και εύθυμες όπερες.
Το 1902 κάθισαν γυναίκες για πρώτη φορά στις πρώτες σειρές της πλατείας.
Στο θέατρο πετάνε χάλκινα νομίσματα σ’ εκείνους τους ηθοποιούς που δεν παίζουν καλά για να δείξουν την απαξίωσή τους. Αντίθετα ρίχνουν νεαρά περιστέρια σ’ εκείνους που διακρίνονται.
Κι ενώ γενικά στην κοινωνία του νησιού παρουσιάζεται για όλα μια μεγάλη τσιγκουνιά, στο θέατρο ξοδεύεται το χρήμα από όλους ευχάριστα. Οι φθηνές τιμές επιτρέπουν, στους πιο φτωχούς να πάνε στην παράσταση. Κανείς δεν θέλει να παραιτηθεί από αυτή τη διασκέδαση. Θεωρούν το θέατρο σαν μια αναγκαιότητα της ζωής της πόλης. Και όντως είναι έτσι, αφού λείπουν εδώ διαφορετικού είδους διασκεδάσεις.
Κατά το χειμώνα ανεβάζονται στο νεόχτιστο θέατρο συχνά παραστάσεις και έρχονται ως επί το πλείστον εδώ ιταλικοί θίασοι όπερας.
Σε μικρούς χώρους ή στους χώρους του λομβαρδιανού καζίνου εγκαθίστανται από καιρού εις καιρόν καφέ-σαντάν.
Κατά καιρούς κοντά στο θέατρο στήνει τη σκηνή του κάποιο λαϊκό τσίρκο, αν και το αποφεύγουν όσα τσίρκα ξέρουν, γιατί αυτή τη θέση, που είναι εκτεθειμένη στον αέρα και στη βροχή,[παρότι τον 21ο αιώνα η δημοτική αρχή επιχείρησε να εγκαταστήσει εκεί σύστημα σωληνώσεων πάνω από την επιφάνεια του εδάφους της πλατείας ώστε να …μεταφέρεται αέρας από τη θάλασσα προς αερισμό της πλατείας]. Μια τέτοια επιχείρηση κατά κανόνα έχει αναδουλειές και συμβαίνει συχνά από χρέη, για τη διατροφή των ανθρώπων του τσίρκου να κατάσχονται τ’ άλογα.
ΑΡΧΙΔΟΥΚΑΣ ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΣ ΣΑΛΒΑΤΟΡ, «ΖΑΝΤΕ», ΠΡΑΓΑ 1904

Τέσσαρα ποδαρικά φαίνουν τα τουβαλίθια
Ποτέ σου αδικοθάνατε δε μου είπες την αλήθεια.
Όποιος τα λόγια τα χρυσά, τσοι όρκους τσοι πιστεύει
Στη θάλασσα βγάνει λαγούς, και στη στεριά ψαρεύει.
Για τέσσερες παληόταυλες για δέκα κεραμίδια
Δε μου σε δίνει η μάννα σου που να την φαν τα φίδια.
Τα μάτια μου νυστάξανε θέλουν να κοιμηθούνε
Μα γω για την αγάπη μου τα κάνω να αγρυπνούνε.
ΔΗΜΩΔΗ ΤΗΣ ΖΑΚΥΝΘΟΥ, Συλλογή ΑΡΧΙΔΟΥΚΑΣ ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΣ ΣΑΛΒΑΤΟΡ(1847-1915) ΑΥΣΤΡΙΑΚΟΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΗΣ, «ZANTE» 1904

Στο παραθύρι του αργαλιού είχα δύο μάτσα γιούλια
Και επέρασε η αγάπη μου και μου τα πήρε ούλα.
Πέρνα χρυσή σαίτα μου, πούναι μικρούλα η μέρα,
Φέρνε ψωμί στην ορφανή και στον τυφλό πατέρα.
Τρέχα χρυσή σαίτα μου να σώσει ο αλατσάς
Οπούνε τση αγάπης μου καμάρι Βενετιάς
Μέρα και νύχτα στο αργαλιό η δύστυχη δουλεύω
Τα μαγαζία πλουταίνουνε κι εγώ πάντα νηστεύω.
Να τσακιστεί η σαΐτα τση και να κοπεί το χτένι
Και νάρθη μετ’ εμένανε η κόρη που το φαίνει.
Στον αργαλειό που κάθεσαι και ολημερνίς υφαίνεις
Εμένα συλλογίζεσαι και λιώνεις και πεθαίνεις.
ΔΗΜΩΔΗ ΤΗΣ ΖΑΚΥΝΘΟΥ, Συλλογή ΑΡΧΙΔΟΥΚΑΣ ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΣ ΣΑΛΒΑΤΟΡ(1847-1915) ΑΥΣΤΡΙΑΚΟΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΗΣ, «ZANTE» 1904

phgh




Dionisis Vitsos





Με πολύ μεράκι αλλά και υπομονή συνεχίζουμε την προσπάθεια μας .Αθόρυβα …σιγά σιγά με πολύ υπομονή αλλά και διάθεση προχωράμε Στόχος μας παραμένει να αρθρογραφούν οι πολίτες σε αθρα με θέματα πολιτισμού που επιλέξουν Το όνομα και επώνυμο αλλά η ευπρέπεια των άρθρων είναι απαραίτητα .Η διεύθυνση μας για επιστολές Άρθρα είναι zantedanias@gmail.com Όπως έχουμε από την αρχή της προσπάθεια μας αναφέρει θα αναρτώνται μετά από έγκριση μας Σας ευχαριστούμε από καρδιας Τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους ο οποίος φέρει και την ευθύνη των γραφομένων και δε συμπίπτουν κατ’ ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας https://www.youtube.com/channel/UC0wk2ge3sheyTkgpAkeBang

Δημοσίευση σχολίου

Αφήστε το σχόλιό σας ή κάνετε την αρχή σε μία συζήτηση

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Δημοφιλείς κατηγορίες

...
Οι πιο δημοφιλείς κατηγορίες του blog μας

Whatsapp Button works on Mobile Device only