Ο Ηρόδοτος περιγράφει πως ναρκώνονταν οι Σκύθες:... "Τεντώνουν μάλλινα υφάσματα πάνω σε τρία δοκάρια που ενώνονται στη κορυφή και μέσα σ'αυτή τη σκηνή βάζουν μια λεκάνη γεμάτη πυρακτωμένες πέτρες. Μετά παίρνουν σπόρους κάνναβης, τρυπώνουν στη σκηνή και ρίχνουν τους σπόρους πάνω στις καυτές πέτρες. Αυτοί αρχίζουν να καπνίζουν και βγάζουν τόσο καπνό που δε συγκρίνεται με κανένα ελληνικό ατμόλουτρο. Οι Σκύθες το απολαμβάνουν τόσο, ώστε να ουρλιάζουν από ευχαρίστηση".
Στα τέλη του 1993 αρχαιολόγοι ανέσκαψαν παγωμένους Σκυθικούς τάφους στην Κεντρική Ασία, που χρονολογούνται μεταξύ 500 και 300 π.Χ. Μέσα ανακάλυψαν τρίποδα και προβιές, μαγκάλια και κάρβουνα με υπολείμματα σπόρων κάνναβης με φρούτα.
Είναι γενικά αποδεχτό ότι η κάνναβη προήλθε από την Κεντρική Ασία και ότι από κει απλώθηκε στην Ευρώπη.
Ο Ηρόδοτος περιγράφει τον τρόπο που οι Σκύθες περιποιούνταν τα σώματά τους...«Πρώτα οι Σκύθες λούζουν το κεφάλι τους με νερό και σαπούνι, αλλά ποτέ δεν πλένουν τα σώματά τους με αυτόν τον τρόπο. Για να καθαρίσουν το σώμα τους, στερεώνουν στο έδαφος τρία μακριά δοκάρια με κλίση προς τα μέσα έτσι ώστε να σχηματίζουν κάτι σαν μικρή καλύβα. Κατόπιν μεγάλα μάλλινα κομμάτια υφάσματος τεντώνονται πάνω στους πόλους έτσι ώστε να αφήνουν το ελάχιστο δυνατό κενά. Μέσα σε αυτή τη μικρή καλύβα τοποθετείται στο κέντρο ένα δοχείο με καυτές πέτρες. Οι άνδρες και οι γυναίκες εισέρχονται μέσα σε αυτό και ρίχνουν μερικούς σπόρους κάνναβης πάνω στις καυτές πέτρες. Ο καπνός παράγει έναν ευχάριστο ατμό όσο κανένα άλλο είδος μπάνιου. Οι Σκύθες ευχαριστιούνται και απολαμβάνουν αυτό το μεθυστικό αμμόλουτρο αντί ένα υδρόλουτρο.»
Ενώ οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι μπορεί να μην χρησιμοποιούσαν την κάνναβη ως παραισθησιογόνο, υπάρχουν ενδείξεις ότι γνώριζαν τις ψυχοτρόπες ιδιότητές της.
Ο Δημόκριτος αναφέρει ότι έπιναν κάνναβη με κρασί και μύρο για να προκαλέσουν οράματα, ενώ ο Γαληνός γράφει περί το 200 π.Χ. ότι ορισμένες φορές κερνούσαν κάνναβη τους επισκέπτες για να προκαλέσουν ευθυμία.
H κάνναβη έφτασε στην Ευρώπη από τον βορρά. Στην αρχαία Ελλάδα και στη Ρώμη δεν την καλλιεργούσαν για τις ίνες της, αν και, ήδη από τον 3ο αι. π.Χ., χρησιμοποιούσαν ίνες κάνναβης που εισήγαγαν από τη Γαλατία για την κατασκευή ιστίων και σκοινιών. Την αναφέρουν οι συγγραφείς Λουκίλιος και Πλίνιος που, στη μνημειώδη Φυσική Ιστορία του, του 1ου αι. μ.Χ., περιγράφει την παρασκευή σκοινιού και υφασμάτων.
Η καλλιέργεια της κάνναβης άρχισε στις βρετανικές αποικίες του νέου κόσμου από το 1606 (Καναδάς) για να απλωθεί στη Βιρτζίνια το 1611 και να μεταφερθεί από τους αποίκους μέχρι τη Νέα Αγγλία το 1632. Στην προεπαναστατική Βόρεια Αμερική η κάνναβη εχρησιμοποιείτο για την κατασκευή φτηνών ρούχων για τους εργάτες.
Στις Ισπανικές αποικίες της Νότιας Αμερικής εισήχθη από το 1545 (Χιλή).
Η παραγωγή ινών είναι αρχαιότατη, αλλά η κατανάλωση των φύλλων της πρέπει να οδήγησε στην χρήση της κάνναβης για οικιακές και άλλες χρήσεις.
Οι καρποί της είναι πολύ θρεπτικοί και είναι απίθανο να μην τους εκμεταλλεύτηκαν οι πρώιμοι πολιτισμοί που έτσι κι αλλιώς εκμεταλλεύονταν κάθε πιθανή πηγή τροφής. Έχουν βρεθεί ίχνη καρπών κάνναβης σε Γερμανικούς τάφους του 500 π.Χ., ενώ είναι γνωστή η χρήση της στη διατροφή των πουλιών σε ολόκληρο τον κόσμο.
Η ιαματική αξία της κάνναβης στη λαϊκή ιατρική σπάνια διαχωρίστηκε από τις παραισθησιογόνες ιδιότητές της. Η αρχαιότερη αναφορά σ΄ αυτήν τη χρήση είναι πέντε χιλιάδων χρόνων παλιά και προέρχεται από την Κίνα όπου ο αυτοκρατορικός βοτανολόγος Σεν Νουνγκ (Shen Nung) σύστηνε την κάνναβη για τη θεραπεία της ελονοσίας, της μπέρι – μπέρι, της δυσκοιλιότητας, των ρευματικών πόνων, της αφηρημάδας και των διαταραχών της γυναικείας περιόδου.
Ο Έλληνας ιστορικός Ηρόδοτος (περίπου στο 450 π.Χ.) περιγράφει τον τρόπο που είχαν επιλέξει για να χρησιμοποιούν οι Σκύθες τις ευφορικές ιδιότητες της κάνναβης:
“Υπήρχεν παρ’ αυτοίς και έτερον δένδρον, το οποίο φέρει περίεργον είδος καρπών. Ούτοι συναθροίζονται καθ’ ομάδας και ανάπτουν πυράν και τοποθετούνται περί αυτήν. Και τότε ρίπτουν εις την πυράν εξ εκείνου του καρπού και όταν οσφραίνονται τον καιόμενον καρπόν μεθύσκονται εκ της οσμής…”
Ο Peter Stafford ( “Εγκυκλοπαίδεια των ψυχεδελικών”) ταυτίζει αυτή την ποικιλία με την κάνναβη που αναφέρει ο Ηρόδοτος στις περιγραφές του για τις σκυθικές νεκρικές τελετουργίες. Η ίδια ταύτιση έγινε και το 1940, όταν βρέθηκαν υπολείμματα σπόρων κάνναβης σε σκυθικά ταφικά αφιερώματα του 400 π.Χ. στη Σιβηρία. Οι μυθολογικές παραδόσεις διαφόρων λαών της Αφρικής και της Ασίας λένε πως οι θεοί, πρώτο απ’ όλα τα αγαθά έδωσαν στους ανθρώπους την κάνναβη, για να καλύψουν τις βασικότερες ανάγκες επιβίωσής τους στη Γη.
Στην 8η χιλιετηρίδα π.Χ. κατασκευάστηκε το πρώτο πανί από κλωστικές ίνες κάνναβης. Για κάμποσες χιλιετηρίδες οι σπόροι και το λάδι του φυτού όχι μόνο αποτελούσαν βασική τροφή για ανθρώπους και ζώα μα και σειρά φαρμάκων για πάρα πολλές ασθένειες.
Με τις ίνες της κάνναβης κατασκευάζονταν σχοινιά και πανιά, για να μπορούν να ταξιδεύουν οι άνθρωποι στη θάλασσα, ενώ παράλληλα ήταν από τα καλύτερα γιατρικά για σωματικές και ψυχικές ασθένειες. Χρησιμοποιήθηκε, επίσης, στα ερωτικά παιχνίδια, ως εξαγνιστικό μέσο στις νεκρικές τελετουργίες αλλά και ως υπερβατικό στην προσπάθεια των ανθρώπων να αγγίξουν την υπέρτατη χαρά επικοινωνίας με τις θεϊκές δυνάμεις.
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιό σας ή κάνετε την αρχή σε μία συζήτηση
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.