Πέμπτη 20 Ιανουαρίου 2022

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΒΑΣΙΛΑΚΗΣ, «Ο ΧΩΡΟΦΥΛΑΚΑΣ»


 «Με το που πήρε το «εντάξει», έστω και με το στανιό, δεν περίμενε να το κανονίσουνε. Ανήμερα τα Χριστούγεννα επισκέφθηκε τον σύντροφο και αδελφικό του φίλο, τον Ζαχαρία, που κρατούσε τον μπουφέ στη «Λέσχη των Εμπόρων» στη Θεσσαλονίκη.

Ο Ζαχαρίας, με καταγωγή από το Κιλκίς, ήταν ο σύνδεσμος του ΕΑΜ Θεσσαλονίκης με την περιοχή του Κιλκισιού. Κανόνισε όλες τις λεπτομέρειες και ο Αργύρης δεν ξαναπάτησε στα δικαστήρια. Ανήμερα του Αϊ-Γιαννιού, εφτά του Γενάρη, οκτώ η ώρα το πρωί, πρωτοσυναντήθηκε με τον καπετάν Πέτρο και τα παλικάρια του στα τετράσπιτα της Ποντοκερασιάς!
Η κατάσταση στο λημέρι δεν ήταν καλή. Ταλαιπωρία, πείνα, ψείρα, φόβος και λίγο γκρίνια. Οι συναγωνιστές παραπονούνταν, γιατί η οργάνωση τους κρατούσε σε αδράνεια, χωρίς επιχειρήσεις και δράση!
Σε δυο μέρες είχε προσαρμοστεί, έσφιξε τα δόντια και θυμήθηκε τη Μικρά Ασία και τον λοχαγό τους. «Σαράντα μέρες μπορεί να ζήσει ο άνθρωπος μόνο με νερό», τους έλεγε, όταν παραπονούνταν ότι θα πέθαιναν από την πείνα.
Στον καπετάν Πέτρο έκανε από την αρχή εντύπωση η σοβαρότητα και η ηρεμία του νεοφερμένου συναγωνιστή. Δεν ήταν μονάχα η ηλικία, αλλά και ο τρόπος που σε πρόσεχε, όταν του μιλούσες. Το σμίξιμο των φρυδιών όταν μιλούσε, ήταν η αιτία που ο καπετάνιος τού κόλλησε το όνομα Συννεφιάς και έτσι έμεινε. Η πρώτη φορά που μίλησαν ανοιχτά μεταξύ τους, και από τότε γίνανε αχώριστοι, ήταν πριν πέντε-έξι μήνες, όταν είχαν χάσει δυο παλικάρια από το συγκρότημά τους στο λημέρι της Νότιας στις ποδιές της Τζένας.
Οι Γερμανοί είχαν φτάσει χαράματα στο λημέρι τους, σχεδόν τους είχαν πιάσει στον ύπνο! Το λημέρι ήταν καλά κρυμμένο, είχαν σκάψει λαγούμια, τα είχαν σκεπάσει και ήταν μέσα κρυμμένοι σαν τα ποντίκια. Σίγουρα κάποιος προδότης είχε δώσει πληροφορίες στους κατακτητές! Ευτυχώς ο φρουρός τούς πήρε χαμπάρι και κατάφεραν να ξεγλιστρήσουν χωρίς απώλειες. Δυο παλικάρια όμως που γυρνούσαν από αποστολή στο χωριό, πέσαν πάνω τους και χάθηκαν άδοξα!
Ο Συννεφιάς κατάλαβε ότι ο θάνατος των συναγωνιστών είχε στοιχίσει πολύ στον καπετάνιο και έψαχνε ευκαιρία να μιλήσει μαζί του, για να τον αλαφρώσει λιγάκι.
Δυο μέρες μετά το συμβάν, ο Συννεφιάς είχε πάει στο μέρος όπου ο καπετάν Πέτρος συνήθιζε να ανάβει το τσιγάρο του μετά το μεσημεριανό φαγητό. Όταν κατάλαβε ότι πλησίαζε ο καπετάνιος του, βαριαναστέναξε, δήθεν χωρίς να ξέρει ότι κάποιος ήταν κοντά του.
—Τι σε βαραίνει, ρε Συννεφιά, και αναστενάζεις; τον ρώτησε ο καπετάν Πέτρος.
—Α, γεια σου, καπετάνιο! Δεν ξέρω, αλλά αυτές τις μέρες δεν είμαι καλά, με κακοφάνηκε για τα παιδιά που χάσαμε.
—Αν ήξερες τι πληγή με σκαλίζεις, μπορεί και να μη μου την άνοιγες αυτήν την κουβέντα.
—Καπετάνιε, εσένα έχουν δει πολλά τα μάτια σου, εμένα ήταν η πρώτη φορά και μου ήρθε πολύ ανάποδα!
Ο Πέτρος ξεφύσηξε και κάθισε δίπλα του.
—Άκουσε, Συννεφιά, πόλεμο κάνουμε και πόλεμος χωρίς θύματα, νεκρούς και λαβωμένους δεν γίνεται! Αυτό το μάσησα από δω, το μάσησα από κει, κατάφερα και το κατάπια και το χώνεψα μέσα σ’ ένα μήνα από τότε που βγήκαμε στο βουνό. Κάθε φορά που χάνω συναγωνιστές πονάω, πονάω πολύ, αλλά το φέρνω βόλτα. Όταν όμως χάνω παλικάρια από δικό μου λάθος ή παράλειψη, παθαίνω, είναι σαν να πεθαίνω κι εγώ μαζί τους! Ωχ, ωχ, μούγκριξε, για να συγκρατήσει τον εαυτό του και να μην τον πάρει το συναίσθημα.
—Μα τι λες τώρα, καπετάνιε μου; Πού είναι το λάθος σου; Από αποστολή γυρνούσαν!
Στη συνέχεια ο Πέτρος τού είχε εξηγήσει ότι τα παιδιά που χάθηκαν γυρνούσαν από μια αποστολή που από δική του πρωτοβουλία την ανέλαβε το συγκρότημα, ενώ κανονικά έπρεπε να την αναλάβει η οργάνωση του χωριού.
Tου είπε ότι μια μέρα, στις περιπλανήσεις που έκανε στις πλαγιές της Τζένας, πρόσεξε έναν ντόπιο που πλησίασε το λημέρι τους με πολλές προφυλάξεις, απέφυγε με προσοχή τη σκοπιά στα χαλάσματα δίπλα στον δρόμο, και αφού παρακολούθησε για κανένα τέταρτο, έφυγε κρυφά και προσεκτικά.
—Μίλησα με τον Βασίλη, τον υπεύθυνο της οργάνωσης στο χωριό και μόλις του τον περιέγραψα, τον κατάλαβε αμέσως. «Δεν είναι δικός μας», μου είπε, «Αϊτοχωρίτης είναι, αλλά έχει και σπίτι στη Νότια. Ένας βλάκας και μισός είναι, χαζοπερίεργος!» Όταν ο Βασίλης μού είπε ότι το σπίτι του είναι απέναντι από το δικό του, αποφάσισα να στείλω δυο παιδιά στο σπίτι του Βασίλη, για να παρακολουθούν τον λεγάμενο. Είδα ότι ο Βασίλης δεν έδωσε και πολλή σημασία και σκέφτηκε ότι θα ήταν και μια καλή αλλαγή για τα παλικάρια να βγαίνουν από τα λαγούμια και να κοιμούνται σε κρεβάτι! Αν θυμάσαι, αλλάζανε κάθε τρεις μέρες. Σου έκανε και σένα πρόταση ο Στάθης, αλλά είπες ότι δεν ήθελες να πας. Από αυτήν την αποστολή γύριζαν τα παιδιά. Αν δεν το έπαιζα κατάσκοπος, τώρα θα ζούσαν! Και τελικά τι καταφέραμε από αυτήν την άσκοπη υπερβολή; Δυο τεράστια μηδενικά: Και με τον Αϊτοχωρίτη δεν καταλήξαμε πουθενά και οι Γερμανοί θα μας έπιαναν στον ύπνο, αν δεν τους παίρναμε χαμπάρι!
Ο καπετάνιος είχε σωπάσει απότομα. Ο Συννεφιάς δεν βιάστηκε να μιλήσει. Στο τέλος τον ρώτησε:
—Καπετάνιε, έχεις καμιά αμφιβολία ότι το λημέρι μας προδόθηκε;
—Όχι βέβαια, οι Γερμανοί είχαν τον χαφιέ τους. Τώρα αν είναι αυτός που είδα ή άλλος, δεν είμαι σίγουρος. Πενήντα χωριά έχει το Πάικο, το ότι ήρθαν στη Νότια, στο συγκεκριμένο μέρος μέσα στ’ άγρια χαράματα, δεν είναι τυχαίο, είχαν πολύ καλές πληροφορίες!
—Άκουσέ με τώρα και σύ, καπετάν Πέτρο, του είπε ο Συννεφιάς. Εγώ γράμματα πολλά δεν ξέρω, τρεις τάξεις γυμνάσιο πήγα. Θέλεις όμως τόσα χρόνια στην οργάνωση και πολύ περισσότερο δεκαπέντε χρόνια στα δικαστήρια, κάτι ξέρω από τέτοια πράγματα. Δυστυχώς, στην περίπτωσή σου οι πράξεις σου δεν κρίνονται από τις προθέσεις σου και τους στόχους σου, αλλά από το αποτέλεσμα. Το λένε οι δικηγόροι στα δικαστήρια, σου το κοπανάω κι εγώ τώρα!
Ο Συννεφιάς ήθελε να γλυκάνει λίγο τη συζήτηση.
—Τι θέλω να πω. Αν τα πράγματα είχαν έρθει διαφορετικά και με τη δική σου απόφαση ξεσκεπάζαμε τον χαφιέ και στήναμε και μια ωραία ενέδρα, όταν θα έφερνε τους Γερμανούς στο λημέρι μας, όλοι θα λέγανε «μπράβο»και κανένας δεν θα σκεφτόταν ότι κινήθηκες έξω από το σωστό και το μέτρο, ούτε εσύ βέβαια. Τώρα, όπως ήρθαν τα πράγματα, εσύ ζητάς ευθύνες από τον εαυτό σου, αλλά νομίζω ότι είσαι υπερβολικός με την αυτοκριτική σου. Και σε δικαστήριο να σε πήγαιναν, ο εισαγγελέας δεν θα ήταν τόσο αυστηρός όσο εσύ με τον εαυτό σου! Αλλά και δίκιο να έχεις, είναι πολύ λάθος ο τρόπος που αντιμετωπίζεις την κατάσταση, δεν μπορείς να βράζεις στο ζουμί σου μέρες και βδομάδες. Αυτό είναι υπερβολή κι έξω από το μέτρο! Πόνος και στεναχώρια ναι, αλλά για μια-δυο μέρες, μετά τη μασάς και την καταπίνεις. Αν ήσουν μοναχός σου, θα είχες την πολυτέλεια να κάνεις ό,τι θέλεις, τώρα είσαι καπετάνιος μας, τιμή μας και καμάρι μας, κι έχεις ανάγκη από καθαρό μυαλό, για ν’ αντιμετωπίσεις ένα σωρό ευθύνες και υποχρεώσεις! Ήδη έχεις τρεις κούφιες μέρες στην πλάτη σου. Πολλά είπα μου φαίνεται!
Σώπασαν για ώρα πολλή.
—Σ’ ευχαριστώ, Συννεφιά! είπε κάποια στιγμή ο καπετάνιος και σηκώθηκε.
Μετά από τρεις μέρες, ο Πέτρος ρώτησε τον Συννεφιά, αν ήθελε να τον συνοδέψει. Θα πήγαινε μια βόλτα κατά τη Φούστανη, γιατί του είπαν ότι είχε μια ωραία χαράδρα για ώρα ανάγκης και ήθελε να τη δει από κοντά.
—Έτοιμος είμαι! είπε με χαρά ο Συννεφιάς.
—Βγάλε το παντελόνι έξω από τ’ άρβυλα, βγάλε το χιτώνιο και βάλε ένα σακάκι και μια τραγιάσκα. Θέλω να φαινόμαστε σαν χωριάτες. Θα πάρουμε μουλάρια. Μην πάρεις όπλο, μόνο το πιστόλι που είχες όταν ήρθες, το θυμάμαι. Έχω κι εγώ το δικό μου στον τρουβά, δεν χρειάζεται να φαίνεται!
Μετά από μια βδομάδα, ο καπετάν Πέτρος δεν ξαναπήρε άλλον συνοδό στις δουλειές και στις κινήσεις του. Και ο Συννεφιάς δεν ξανάλλαξε εμφάνιση, έμεινε με το σακάκι και την τραγιάσκα!
Τώρα, έξι μήνες περίπου μετά από αυτό το περιστατικό, σε πολύ καλύτερες συνθήκες, στο πλυσταριό στο Γραμματίκοβο, ο καπετάν Πέτρος ήταν εκείνος που άνοιξε την κουβέντα:
—Για πες μου, ρε Συννεφιά γιατί δεν μου είπες τίποτα για τον ανιψιό σου; Εδώ βουίζει ο τόπος και συ το κρύβεις;
—Τι βουίζει ο τόπος, τι λένε δηλαδή;
—Άσ’ τα αυτά για μετά. Πες μου πρώτα, γιατί δεν μου είπες τίποτα;
—Καπετάνιε, εδώ και τρεις μέρες που βρισκόμαστε στο Βέρμιο, πρώτη μέρα σήμερα σε βλέπω λίγο χαλαρό, χωρίς να σε κυνηγάνε οι δουλειές και οι σκοτούρες! Το τι βάρος σε πλακώνει το ξέρω πολύ καλά. Πήρες στην πλάτη σου άλλα τέσσερα συγκροτήματα, ανθρώπους και καπετάνιους που γνωρίζεις για πρώτη φορά και όλους αυτούς πρέπει να τους συντονίσεις, να τους κουμαντάρεις και άρον άρον σε πέντε μέρες να τους περάσεις από τον κάμπο απέναντι! Προσπαθώ να βρω κάτι να κάνω να σε βοηθήσω, αλλά δεν καταφέρνω και πολλά πράγματα. Κατά τ’ άλλα –κρατάω και την αναπνοή μου– θα σου έλεγα για τον ανιψιό μου να σε μπερδεύω και να σκέφτεσαι κι άλλα; Δεν σε φτάνουν αυτά που έχεις στο κεφάλι σου;
—Και τελικά κατάφερες εντελώς το αντίθετο, είπε ο Πέτρος, που είχε όρεξη για κουβέντα. Κάθε φορά που μαθαίνω κάτι για τον ανιψιό σου, σπάω το κεφάλι μου γιατί δεν μου είπες τίποτα. Κατέληξα ότι σίγουρα θα έχετε τίποτα οικογενειακά και δεν μου τον γνώρισες, γιατί δεν θέλεις να έχεις και πολλά νταλαβέρια μαζί του! Έψαχνα τρόπο για να σου κάνω κουβέντα!
—Δεν το πιστεύω, ωραία τα κατάφερα, είπε ο Συννεφιάς.
—Τελικά, Συννεφιά, είμαστε και οι δυο υπερβολικοί. Είναι φορές που ψάχνουμε για αρκούδες εκεί που δεν υπάρχουν ούτε ποντίκια, και άλλες που δεν συζητάμε απλά και ευχάριστα πράγματα, που είναι τόσο απαραίτητα για να βγαίνει λίγο ο άνθρωπος από τις σκοτούρες και τις φασαρίες!
Μετά από αυτό το συμπέρασμα, ο Πέτρος έβαλε με το ζόρι τον Συννεφιά να του πει όλη την ιστορία με τον Φοιτητή. Τελειώνοντας, είχαν συμφωνήσει κανέναν μήνα να τον αφήσουν κοντά στον Κολοκοτρώνη να ψηθεί λιγάκι και μετά, αφού βλέπανε τα πράγματα στον τόπο που θα πηγαίνανε, να τον έπαιρναν μαζί τους.
Πάνω στην ώρα μπήκε ο Τσάκαλος στην αυλή, γυρνώντας από την αποστολή του.
—Καπετάνιε, ο λοχίας μού είπε ότι τη διαλογή με τους Εβραίους την έκανε χθες το απόγευμα. Πενήντα οκτώ θα πάρεις εσύ, τριάντα τρεις αυτός και εννιά άρρωστοι θα πάνε στα χωριά. Σήμερα που θα τους εξετάσει ο γιατρός μπορεί ν’ αλλάξουν λίγο τα νούμερα, αλλά εκεί κοντά θα είναι μου είπε. Τα έχει όλα τακτοποιημένα. Και τα φορτία έτοιμα είναι. Αν θέλει ο καπετάν Στάθης, μπορεί να φορτώσει και αύριο! Ήταν πολύ ευχαριστημένος που του έστειλες συγχαρητήρια.
—Γιατί, τι σου είπε;
—Σε μένα δεν είπε τίποτα, αλλά φώναξε στα παλικάρια του: «Συναγωνιστές εκπαιδευόμενοι, ο αρχικαπετάνιος μας, ο καπετάν Πέτρος, μας στέλνει χαιρετισμούς για το πρωινό μας πέρασμα από το Άνω Γραμματικό. Να ξέρετε, ο καπετάνιος δεν λέει παραπανίσιες κουβέντες. Για να στέλνει συγχαρητήρια σημαίνει ότι κάναμε καλή δουλειά, μπορείτε να είστε περήφανοι!»
—Μπράβο, ωραία! Τίποτα άλλο σου είπε;
—Πώς δεν μου είπε!
—Λέγε, ρε Τσάκαλε, με το τσιγκέλι θα σου τα βγάζω;
—Μου είπε ότι το απόγευμα στον γυρισμό, αν είσαι εδώ, θα καθίσει καμιά ώρα να τα πείτε από κοντά.
—Ωραία, εδώ θα είμαι. Αυτά;
—Ναι, τα άλλα ήταν μεταξύ μας!
Ο Πέτρος χαμογέλασε και έσκυψε στους χάρτες που είχε απλωμένους στο τραπέζι. Ήξερε το παιχνίδι που έπαιζε ο μικρός. Ήθελε να κάθεται όσο μπορούσε περισσότερο κοντά στον καπετάνιο και προσπαθούσε να κρατήσει τη συζήτηση όσο μπορούσε και όπως μπορούσε περισσότερο.
Τον λόγο πήρε ο Συννεφιάς, που τράβηξε τον Τσάκαλο λίγο παράμερα και τον ρώτησε κάπως χαμηλόφωνα, για να μην ενοχλούν τον καπετάνιο:
—Για πες μου, Τσάκαλε, είμαι περίεργος, τι συζητήσατε οι δυο σας με τον λοχία;
—Τον ρώτησα πότε θα με πάρει να μ’ εκπαιδεύσει.
—Α, και τι σου είπε;
—Με ρώτησε πόσες μέρες είμαι κοντά στον καπετάνιο. Του λέω: «Είκοσι τρεις με τη σημερινή». Γυρνάει και μου λέει: «Τσάκαλε, άμα καθίσεις άλλες είκοσι τρεις, τότε θα χρειαστεί να μ’ εκπαιδεύσεις εσύ!»
—Καλά, γνωριζόσασταν; Ήξερε πώς σε λένε;
—Βέβαια. Γνωριστήκαμε την πρώτη φορά που μας είχε πει ο καπετάνιος να πάμε μια βόλτα στα λημέρια. Με θυμόταν. Τότε όμως ήταν λίγο στεναχωρημένος, σήμερα ήταν πολύ χαρούμενος!
—Μπράβο Τσάκαλε! του είπε ο Συννεφιάς και τον χτύπησε στην πλάτη.
Το ανταρτόπουλο έφυγε ευχαριστημένο.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΒΑΣΙΛΑΚΗΣ, «Ο ΧΩΡΟΦΥΛΑΚΑΣ», Η αληθινή ιστορία της απόδρασης από τα κολαστήρια γερμανικής φυλακής, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΕΡΙΠΛΟΥΣ


ΠΗΓΗ

Dionisis Vitsos




Με πολύ μεράκι αλλά και υπομονή συνεχίζουμε την προσπάθεια μας .Αθόρυβα …σιγά σιγά με πολύ υπομονή αλλά και διάθεση προχωράμε Στόχος μας παραμένει να αρθρογραφούν οι πολίτες σε αθρα με θέματα πολιτισμού που επιλέξουν Το όνομα και επώνυμο αλλά η ευπρέπεια των άρθρων είναι απαραίτητα .Η διεύθυνση μας για επιστολές Άρθρα είναι zantedanias@gmail.com Όπως έχουμε από την αρχή της προσπάθεια μας αναφέρει θα αναρτώνται μετά από έγκριση μας Σας ευχαριστούμε από καρδιας Τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους ο οποίος φέρει και την ευθύνη των γραφομένων και δε συμπίπτουν κατ’ ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας https://www.youtube.com/channel/UC0wk2ge3sheyTkgpAkeBang

Δημοσίευση σχολίου

Αφήστε το σχόλιό σας ή κάνετε την αρχή σε μία συζήτηση

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Δημοφιλείς κατηγορίες

...
Οι πιο δημοφιλείς κατηγορίες του blog μας

Whatsapp Button works on Mobile Device only