Πέμπτη 15 Φεβρουαρίου 2018

Το Χρονικόν του Μορέως



Aπό τους Φράγκους που εγκαταστάθηκαν μόνιμα στην Ελλάδα, πολλοί στη δεύτερη ιδίως και στην τρίτη γενιά, αφομοιώθηκαν γλωσσικά. 
Άλλοι πάλι ήταν «γασμούλοι», γιοι Φράγκων από μητέρες Ελληνίδες. Ένας από τους γλωσσικά εξελληνισμένους αυτούς Φράγκους (όχι απαραίτητα γασμούλος), έγραψε γύρω στο 1300 ένα χρονικά στα ελληνικά σε 10.000 περίπου δεκαπεντασύλλαβους στίχους, το «Χρονικόν του Μορέως».
Είναι η εξιστόρηση από τη μεριά των κατακτητών και με πνεύμα σαφώς ανθελληνικό και αντιορθόδοξο, της κατάκτησης της Πελοποννήσου από τους Φράγκους και της κατοχής της χερσονήσου από τους διάφορους αφέντες ή πρίγκιπες. Το μεγαλύτερο μέρος το καταλαμβάνει η αφήγηση στα χρόνια όπου κυβερνά ο Γουλιέλμος Β΄ ο Βιλλεαρδουίνος, που ο συγγραφέας τον θαυμάζει και τον παρουσιάζει ως πρότυπο της ιπποτικής αρετής. Η εξιστόρηση φτάνει ως το 1292.
Το έργο μας έχει σωθεί σε αρκετά ελληνικά χειρόγραφα και σε τρεις ξενόγλωσσες διασκευές, μία ιταλική, μία γαλλική και μια αραγωνική. Αυτό και μερικές άλλες πετυχημένες παρατηρήσεις, έκαναν τον εκδότη του έργου JOHN SCHMITH (1904) να θεωρήσει ως αρχικό πρωτότυπο κείμενο την ελληνική έκδοση, από την οποία προήλθαν οι ξενόγλωσσες.
Το έργο είναι ένα πρώτης τάξεως ιστορικό, γεωγραφικό αλλά και γλωσσικό μνημείο, καθώς μάλιστα ο εξελληνισμένος αυτός Φράγκος είναι τελείως ανεπηρέαστος από την κλασσική και την εκκλησιαστική ελληνική παράδοση και γράφει γνησιότερα την ομιλούμενη του καιρού του. Λογοτεχνικές ή ποιητικές αρετές δεν είναι βέβαια δυνατό να περιμένουμε, αλλά δεν είναι αυτές μονάχα που δίνουν το ενδιαφέρον σε ένα παλιότερο φιλολογικό έργο.
Λίνος Πολίτης, Ιστορία Νεοελληνικής Λογοτεχνίας
Ακολουθεί η αρχή του έργου:
Θέλω νὰ σὲ ἀφηγηθῶ ἀφήγησιν μεγάλην·
κι ἂν θέλῃς νὰ μὲ ἀκροαστῇς, ὀλπίζω νὰ σ᾿ ἀρέσῃ.
[` 2]. Ὅταν τὸ ἔτος ἤτονε, ἀπὸ κτίσεως κόσμου,
ἑξάκις χιλιάδες δὲ κ᾿ ἑξάκις ἑκατοντάδες
καὶ δώδεκα ἐνιαυτούς, τόσον καὶ οὐχὶ πλέον,
διὰ συνεργίας καὶ προθυμίας, μόχθου πολλοῦ καὶ κόπου
τοῦ μακαρίου ἐκεινοῦ φρὲ Πιέρου ἐρημίτου,
ὅστις ἀπῆλθε στήν Συρίαν, νὰ ἔχῃ προσκυνήσει
ἔσω εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα, εἰς τοῦ Χριστοῦ τὸν τάφο.
Κι ὡς ηὗρε τοὺς χριστιανούς, ὁμοίως τὸν πατριάρχην,
οἵτινες ἐδουλεύασιν ἐκεῖ τὸν ἅγιον τάφον,
τὸ πῶς τοὺς ἀτιμώνασιν τὸ ἀβάφτιστον τὸ ἔθνος,
ἐκεῖνοι οἱ Σαρεκηνοὶ ὅπου τὸν ἀφεντεῦαν·
ΠΡΩΤΗ ΣΤΑΥΡΟΦΟΡΙΑ
ὅταν ἐλειτούργα κ᾿ ὕψωνεν τὰ ἅγια ὁ πατριάρχης,
μὲ δύναμης τὰ ἅρπαζαν κ᾿ ἐρρίχτασίν τα κάτω,
κι ἂν ἦτον τόσα ἀπότολμος νὰ τοὺς ἀντιμιλήσῃ,
εὐτὺς χάμω τὸν ἔρριπταν, πολλὰ τὸν τιμωροῦσαν.
Ἰδόντας τοῦτο ὁ ἅγιος ἐκεῖνος ὁ ἐρημίτης,
μεγάλως ἐβαρέθηκεν, ἔκλαψεν ἐλυπήθην,
καὶ εἶπεν πρὸς τοὺς χριστιανοὺς καὶ πρὸς τὸν πατριάρχην.
«Ὡς χριστιανὸς ὀρθόδοξος ὀμνύω σας καὶ λέγω·
ἂν δώσῃ ὁ Θεὸς κ᾿ ἡ δόξα του ν᾿ ἀποστραφῶ στὴν Δύση,
στὸν Πάπα τὸν ἁγιώτατον κ᾿ εἰς ὅλους τοὺς ρηγᾶδες
βούλομαι ἐλθεῖν σωματικῶς νὰ τοὺς εἰπῶ τὰ βλέπω,
κι ὀλπίζω εἰς ἔλεος Χριστοῦ νὰ τοὺς παρακινήσω,
νὰ ἔλθουν μὲ τὰ φουσσᾶτα τους ἐδῶ στὸ μέρος τοῦτο,
νὰ ἐβγάλουν τοὺς Σαρεκηνοὺς ἐκ τοῦ Χριστοῦ τὸν τάφον».
Λοιπὸν θρηνῶντας ἐστράφηκεν καὶ εἰς τὴν Ρώμην ἦλθεν.
Τοῦ Πάπα ἀφηγήσετον τὰ ἤκουσεν καὶ εἶδεν.
Κι ὁ Πάπας, ὡς τὸ ἤκουσεν τὸ πῶς τὸν ἀφηγᾶτον,
ἔκλαψεν σφόδρα, λυπηρά, μεγάλως ἐλυπήθην·
εὐτὺς ὁρίζει, γράφουσιν εἰς ὅλα τὰ ρηγᾶτα·
γαρδιναλέους ἀπέστειλεν, λεγάτους κ᾿ ἐπισκόπους,
εἰς τὸ ρηγᾶτο Φράντσας τε καὶ τόπους τοὺς ἑτέρους,
ἔνθα ἦσαν οἱ Χριστιανοί, ὅπου καὶ ἀφεντεῦαν·
εὐχὴν καὶ παρακάλεσιν εἰς αὔτους ἀποστείλει·
εἴτις ἀπέλθῃ στὴ Συρίαν εἰς τοῦ Χριστοῦ τὸν τάφον,
ὅσα καὶ ἂν ἁμάρτεσεν ἀφότου ἐγεννήθη,
νὰ ἔχῃ τὴν συμπάθειον εὐτὺς τῶνε φταισμάτων.
Ὡς τὸ ἤκουσαν οἱ ἅπαντες οἱ ἀρχηγοὶ τῆς Δύσης,
εὐτὺς ἐπῆραν τὸν σταυρὸν κ᾿ εἰς τὸν Χριστὸν ὠμόσαν
νὰ ἀπέλθουν νὰ ἐβγάλουσιν τὸ γένος τῶν βαρβάρων.
Τῶν χριστιανῶν ἡ ἕνωσις ἐγίνοτον μεγάλη·
ὀγδοῆντα ὀχτὼ εὑρέθησαν χιλιάδες καβαλλάροι…
Μια πολύ ενδιαφέρουσα συσχέτιση του «Χρονικού του Μορέως» με το «Φάουστ» του Γκαίτε κάνουν αρκετοί μελετητές.
Στην ιστορία της Βυζαντινής αυτοκρατορίας του Α.Α. Βασίλιεφ διαβάζουμε:
«Mερικοί μελετητές υποθέτουν ότι ασφαλώς η διοίκηση των Φράγκων στον Μορέα και πιθανόν το ίδιο το Χρονικόν του Μορέως επηρέασαν τον Γκαίτε, που στην Τρίτη πράξη του δεύτερου μέρους της τραγωδίας του Φάουστ τοποθετεί την σκηνή στην Ελλάδα, στη Σπάρτη, όπου εκτυλίσσεται η ερωτική σκηνή του Φάουστ και της ωραίας Ελένης. Ο ίδιος ο Φάουστ παρουσιάζεται εκεί ως πρίγκιπας της κατεχόμενης Πελοποννήσου, περικυκλωμένος από φεουδάρχες, ενώ ο χαρακτήρας της διοίκησής τους μας θυμίζει έναν από τους Βιλλεαρδουίνους, όπως αυτός παρουσιάζεται στο Χρονικόν του Μορέως. Σε μια συζήτηση του Μεφιστοδελή και της Ελένης, ο Σμιτ πιστεύει ότι μπορούμε μα διακρίνουμε την περιγραφή του Μυστρά, που κτίστηκε την εποχή της λατινικής κυριαρχίας στον Μορέα.
Κατόπιν εμφανίζεται μια περιγραφή του κάστρου αυτού, που έχει στύλους, παραστάδες, αψίδες, εξώστες, στοές, θυρεούς, κ.λπ. όπως κάθε μεσαιωνικό κάστρο. Όλο αυτό το μέρος της τραγωδίας φαίνεται ότι γράφτηκε υπό την επιρροή του Χρονικού του Μορέως και επομένως ο Φάουστ περιέχει υλικό που προέρχεται από την κατάκτηση του Μορέως από του Φράγκους».

Δημοσίευση σχολίου

Αφήστε το σχόλιό σας ή κάνετε την αρχή σε μία συζήτηση

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Δημοφιλείς κατηγορίες

...
Οι πιο δημοφιλείς κατηγορίες του blog μας

Whatsapp Button works on Mobile Device only