Παρασκευή 20 Απριλίου 2018

Πετρογλυφικά του Ασφέντου, αρχαιότερα των 12.000 ετών... !

Οι βραχογραφίες στο  Σπήλαιο του Ασφένδου είναι πολύ παλαιότερες από ότι θεωρούσαμε μέχρι σήμερα.


Γνωρίζαμε ότι η Σπηλιά µε εγχάρακτα σχέδια στο χωριό Ασφένδου / Σφακιά (νότια Κρήτη) με βραχογραφίες είναι από τη νεολιθική εποχή της Κρήτης (6500 – 5500 π.Χ.).Όμως... Τα πετρογλυφικά του Ασφέντου στα Σφακιά της Κρήτης είναι αρχαιότερα των 12.000 χρόνων... ! Και είναι από τις αρχαιότερες εικονοτεχνίες στην Κρήτη και στην Ελλάδα.

 Τι γνωρίζαμε μέχρι πρόσφατα...



     1ο ΜΕΡΟΣ   

ΣΠΗΛΑΙΟΝ ΑΣΦΕΝΔΟΥ
Αν και οι βραχογραφίες  σύµφωνα  µε  την  A. Πετροχείλου (1992) έχουν µελετηθεί από τον Χ. Παπουτσάκη, η ερµηνεία τους παραµένει µέχρι σήµερα άγνωστη. Φαίνεται βέβαιο ότι οι βραχογραφίες ανήκουν στη νεολιθική και χρονολογούνται πριν από περίπου 7.500 έως 8.500 έτη.












Το σπήλαιο βρίσκεται στην περιοχή Σκορδολάκια στο χωριό Ασφένδου / Σφακιά (Ο Άσφενδος ή το Ασφένδου είναι χωριό της περιοχής των Σφακίων, στη νοτιοδυτική Κρήτη. ) Για να πάτε στο Ασφένδου όπως έρχεστε από τα Χανιά (µε κατεύθυνση προς τα Σφακιά), στρίβετε αριστερά µετά το χωριό Ασκύφου µε κατεύθυνση προς Κοµιτάδες (για την περιοχή γύρω από το Ασκύφου ).


 Το σπήλαιο είναι «κλειδωµένο» και δεν µπορεί να βρεθεί χωρίς τη βοήθεια ντόπιων. Το κλειδί και τις οδηγίες για να πάτε έως την είσοδο του σπηλαίου µπορείτε όµως να τα βρείτε εκεί: στην έξοδο του Ασφένδου προσέξτε να εντοπίσετε στη δεξιά πλευρά την τελευταία κολώνα της ΔΕΗ και ένα σπίτι (στέγη) που βρίσκεται εκεί (περίπου 100 µέτρα από το δρόµο) [βλ. εικόνα δεξιά]. Δίπλα ακριβώς στην κολώνα της ΔΕΗ υπάρχει ένα δροµάκι που οδηγεί σε αυτό το σπίτι (µέσα από ένα συρµατόπλεγµα). Εκεί κατοικεί ένα ζευγάρι ηλικιωµένων που είναι πολύ φιλόξενοι. Η οικοδέσποινα του σπιτιού είναι η «κλειδοκράτορας», η οποία µε χαρά πάει τους ενδιαφερόµενους µέχρι την είσοδο της σπηλιάς (είναι αυτονόητο ότι θα λάβει και κάποιο «οβολό» για αυτήν της την υπηρεσία). Όταν την επισκεφτήκαµε µας είπε και ότι τα τελευταία 10 χρόνια δεν έχει επισκεφτεί κανένας επιστήµονας τη σπηλιά αυτή. Οι τελευταίοι επισκέπτες ήταν Έλληνες αρχαιολόγοι από την Αθήνα, τα Χανιά και το Ηράκλειο.                            

 Η  διαδροµή  µέχρι  την  σπηλιά  (περίπου  500  µ.)  ξεκινάει ανατολικά του σπιτιού και περνάει µέσα από µια µικρή πεδιάδα (µε  γαϊδουράγκαθα,  γι’  αυτό  να  έχετε  κλειστά  παπούτσια, µακριά  παντελόνια  κ.λπ.).  Στα  µέσα  περίπου  της  διαδροµής φτάνετε σε µια στέρνα, η οποία έχει βάθος πάνω από 15 µέτρα φέρει «ίχνη σχοινιού πάνω στην πέτρα» [βλ. εικόνα] που αποτελούν ένδειξη ότι χρησιµοποιείται εδώ και πάνω από 100 χρόνια.







Η πρόσβαση στη σπηλιά γίνεται από τη νότια πλευρά στους πρόποδες του βουνού (υψόµετρο περίπου 700 µέτρα) που  βρίσκεται  αριστερά  (από  το  σπίτι).  Η  σπηλιά  ήταν αρχικά επίπεδη και βρισκόταν κάτω από βράχο (στο παρελθόν χρησιµοποιούταν πιθανόν ως καταφύγιο) πλάτους περίπου 5 µέτρων µε περίπου 16 µέτρα οριζόντιο σχεδόν βάθος και ύψος περίπου 2 µέτρα στην είσοδο έως το ανώτατο 1 µέτρο στο τέλος του σπηλαίου. 



Η είσοδος µετά  την  πρώτη  ανακάλυψη  του  σπηλαίου  κλείστηκε  µε  βράχους  και  αφέθηκε  µόνο  µια  είσοδος  στα  δεξιά διαστάσεων περίπου 60 x 80 εκατ., η οποία κλείστηκε µε µια σιδερένια πόρτα [βλ. εικόνα κάτω].















Μέσω αυτής της «εισόδου» βρίσκεται κανείς (έρποντας) στο εσωτερικό της σπηλιάς (βλ. εικόνα κάτω ).











Το ύψος της σπηλιάς  εδώ  είναι  το  ανώτατο  60  εκατοστά,  κάτι  που  περιορίζει  κατά  πολύ  την  «ελευθερία  κίνησης».  Οι βραχογραφίες βρίσκονται κοντά στην είσοδο στο έδαφος του σπηλαίου.









Η επάλληλη επικάλυψη και η ποικιλία των βραχογραφιών μαρτυρεί μακρά χρήση του σπηλαίου και έχει προκαλέσει διαφωνίες μεταξύ των μελετητών σχετικά με τη χρονολόγησή τους. Οι Χ. Παπουτσάκης και Α. Ζώης θεωρούν ότι χρονολογούνται στη Μεσολιθική περίοδο (11.000-9.000 έτη πριν από σήμερα). Ο Α. Ζώης μάλιστα διερωτάται αν ορισμένες από αυτές ανήκουν στην Ανώτερη Παλαιολιθική περίοδο (40.000-11.000 έτη πριν από σήμερα). Ο P. Faure δίνει μία χρονολόγηση αρκετά νεότερη (γύρω στο 2.000 ή 2.000-1600 π.Χ.), ενώ ο S. Hood πιστεύει ότι έγιναν κατά τη διάρκεια των Πρωτογεωμετρικών χρόνων (1.050-900 π.Χ.). Τέλος, οι B. Rutkowski και K. Nowicki αμφισβητούν τον αρχαιολογικό τους χαρακτήρα. ΠΛΗΡΟΦ ΥΠ.ΠΟ

Οι µορφές των σχεδίων έχουν χαραχθεί πάνω σε φυσικά προϋπάρχουσες επιφάνειες, οι οποίες σε  ορισµένα  σηµεία  φαίνονται  να  έχουν  λειανθεί,  κοντά  σε  δύο  κοιλώµατα  νερού  που βρίσκονται το ένα δίπλα στο άλλο και τα οποία σήµερα έχουν γεµίσει µε χώµα . Η µεγαλύτερη από αυτές , έχει διάµετρο περίπου 23 εκατοστών, ενώ η µικρότερη περίπου 16 εκατοστά. 






Τα µεµονωµένα εγχάρακτα σχέδια έχουν µέγεθος µερικών µόλις εκατοστών και είναι φτιαγµένα µε διάφορες τεχνικές χάραξης. Η συνολική επιφάνεια των εγχάρακτων σχεδίων καλύπτει περίπου 2 τετραγωνικά µέτρα του εδάφους του σπηλαίου. Με βάση τις διαφορετικές τεχνικές χάραξης και τα θέµατα των σχεδίων µπορούµε να διακρίνουµε µε βεβαιότητα διάφορες εποχές κατά τις οποίες αυτά δημιουργήθηκαν καθώς και οµάδες θεµάτων. Οι βραχογραφίες διατηρούνται σε καλή κατάσταση και αυτό ισχύει τόσο για τις βαθύτερες χαράξεις µε στίγµατα αλλά και για τις λεπτότερες χαράξεις, βλ. σχετικά και τις 3 εικόνες που ακολουθούν .


















Στο βιβλίο της Τα Σπήλαια της Ελλάδας (1992) η Άννα Πετροχείλου αναφέρεται στο σπήλαιο Ασφέντου µε πέντε µόνο προτάσεις τονίζοντας την προϊστορική του σηµασία, χωρίς να εµβαθύνει περαιτέρω. Γράφει για  «εγχάρακτα σχέδια  από  ανθρώπους  της  νεολιθικής  περιόδου  όπως  απεικονίσεις  άγριων  ζώων,  τόξα  και  βέλη,  κλαδιά  και άλλα». Ούτε σε αυτή την πηγή όµως δεν δίνεται κάποια ερµηνεία για τα παλαιότερα, το πιο πιθανό, σχέδια και τα κοιλώµατα που είναι διατεταγµένα σε κύκλους. 
                        
 Οι βραχογραφίες ήταν πρακτική γνωστή σε αναρίθµητους λαούς από όλες τις ηπείρους, πλην της Ανταρκτικής.

Συχνά  οι  απεικονίσεις  σηµαίνουν  πολλά  από  πολιτισµικής  και θρησκευτικής  πλευράς  αναφορικά  µε  τις κοινότητες όπου ανήκουν. Στις περιπτώσεις αυτές όµως δεν επιτρέπονται οι γενικές υποθέσεις. Η ερµηνεία της σηµασίας  των  βραχογραφιών,  είναι  δυνατή,  υπό  προϋποθέσεις  πάντα,  µόνον  εφόσον  προϋπάρχει  πολύ  καλή γνώση  του  πολιτισµού,  από  όπου  προέρχονται.  Όλα τα άλλα είναι υποθέσεις.
Εν κατακλείδι, ας πάρουµε τις βραχογραφίες του Ασφένδου προς το παρόν ως αυτό που είναι – ένα µοναδικό αποτύπωµα ενός πολιτισµού της νεολιθικής περιόδου στην Κρήτη, που µέχρι  στιγµής δεν έχει ερευνηθεί αρκετά. 
Σηµείωση: Όπως αξίζει στη μοναδικότητα των βραχογραφιών που έχουν βρεθεί και στην σηµασία τους αναφορικά µε την προϊστορία της Κρήτης, θα συνεχίσουµε να κάνουµε έρευνα και να αναζητούµε πληροφορίες.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
MAIS, K., SEEMANN, ROBERT & N. SYMENOIDIS (1978): Vorlaufiger Bericht uber Funde von Felsritzzeichnungen in Hohlen
Nordgriechenlands.  –  Ann.  Naturhistor.  Mus.  Wien,  81:  633-636,  1  Taf.  (σε  µορφή  pdf  (5  σελίδες)  εδώ:  [biologiezentrum.at/pdf_frei_remote/ANNA_81_0633-0636.pdf ]).
ΠΕΤΡΟΧΕΙΛΟΥ, A (1992): Τα σπήλαια της Ελλάδας - ISBN 960-213-195-0, σελ. 155-156. 










Δημοσίευση σχολίου

Αφήστε το σχόλιό σας ή κάνετε την αρχή σε μία συζήτηση

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Δημοφιλείς κατηγορίες

...
Οι πιο δημοφιλείς κατηγορίες του blog μας

Whatsapp Button works on Mobile Device only