Στις 18 Σεπτεμβρίου 1964, πριν από 53 χρόνια, η Αθήνα γνώρισε στιγμές μεγαλείου με τον γάμο του βασιλιά των Ελλήνων Κωνσταντίνου Β′ και της Δανής πριγκίπισσας Άννας-Μαρίας. Του ομορφότερου βασιλικού ζεύγους όλων των εποχών.
Ήταν ο πρώτος επίσημος γάμος εν ενεργεία βασιλιά που έγινε στην Ελλάδα και έμεινε στην ιστορία ως ο μοναδικός βασιλικός γάμος, αφού ο βασιλιάς Γεώργιος Α′ νυμφεύτηκε την Όλγα στην Αγία Πετρούπολη της Ρωσίας και οι βασιλείς Κωνσταντίνος Α′, Γεώργιος Β′ (ο γάμος του έγινε στο Βουκουρέστι) και Παύλος Α′ νυμφεύτηκαν ως διάδοχοι του ελληνικού θρόνου, ήταν δηλαδή πριγκιπικοί γάμοι.
Από τότε έως σήμερα έχουν περάσει 53 χρόνια. Χρόνια γεμάτα από ευτυχία αλλά και δύσκολες στιγμές στην ιστορία ενός γαλαζοαίματου ζευγαριού, που εξακολουθεί να αποδεικνύει ακόμα και ύστερα από μισό αιώνα κοινής ζωής ότι η αφοσίωση και η αγάπη είναι το μυστικό για έναν πετυχημένο γάμο. Από την ημέρα που γνωρίστηκαν το 1959 έως σήμερα, το βασιλικό ζεύγος της Ελλάδας δεν έχει χωρίσει στιγμή.
Κάτι που αποδεικνύεται και από την ευτυχισμένη οικογένεια που έχουν δημιουργήσει με τα πέντε παιδιά και τα εννέα εγγόνια τους, που με σεβασμό και ευλάβεια ακολουθούν τις συμβουλές τους.
Ο Κωνσταντίνος ήταν μόλις 24 ετών και είχε διαδεχθεί στον ελληνικό θρόνο τον πατέρα του Παύλο, που είχε πεθάνει στις 6 Μαρτίου 1964. Η Άννα-Μαρία μόλις είχε συμπληρώσει τα 18 της χρόνια και ήταν η τριτότοκη κόρη του βασιλιά της Δανίας Φρειδερίκου του 9ου και της βασίλισσας Ίνγκριντ. Ο πατέρας της είχε θέσει ως απαράβατο όρο την ενηλικίωσή της κόρης του προκειμένου να δώσει την συγκατάθεσή του για την τέλεση του γάμου, προσφέροντας την ευκαιρία στον διεθνή τύπο να χαιρετήσει τους πιο νεαρούς βασιλείς του κόσμου.
Η πρώτη συνάντηση των δύο πριγκίπων, παιδιών ακόμη, έγινε τον Ιούνιο του 1957. Η Άννα-Μαρία ήταν μόλις 11 ετών και ο Κωνσταντίνος 17 ετών, δόκιμος τότε στο ελληνικό εκπαιδευτικό της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων «Αρματολός» που είχε επισκεφτεί τις Σκανδιναβικές χώρες. Οι δυο τους συναντήθηκαν πάλι όταν η Άννα-Μαρία ήταν μόλις 13 ετών, όταν ο διάδοχος Κωνσταντίνος επισκέφτηκε την Κοπεγχάγη, τον Σεπτέμβριο του 1959, μαζί με τους γονείς του, βασιλείς Παύλο και Φρειδερίκη, και τις αδελφές του πριγκίπισσες Σοφία και Ειρήνη, κατά τη διάρκεια ταξιδιού τους στη Σουηδία και τη Νορβηγία.
Δύο χρόνια μετά το 1961, ο Κωνσταντίνος είδε μία φωτογραφία της Άννας-Μαρίας σε ένα περιοδικό. Ο ίδιος εξομολογήθηκε αργότερα: «Είδα τη φωτογραφία της σε ένα περιοδικό. Πήγα στον πατέρα μου και του είπα: «Θέλω να την παντρευτώ». Και μου είπε αυτός: «Είσαι τρελός;». «Όχι αυτήν θέλω να παντρευτώ.» του απάντησα.
Τον Ιανουάριο του 1962, μεταβαίνοντας στην Δανία για να παρευρεθεί στον ανακτορικό χορό που δόθηκε στον πύργο του Αμαλίενμποργκ, ο Κωνσταντίνος, έχοντας περάσει λίγες μόνο ώρες με την συντροφιά της πριγκίπισσας Άννας-Μαρίας, κατάλαβε πως οι πρώτες εντυπώσεις που τού δημιουργήθηκαν όταν είδε την φωτογραφία της, έγιναν πιο έντονες και ο θαυμασμός του μεγάλωσε. Αισθάνθηκε την επιθυμία να την κατακτήσει…… και να γίνει η σύζυγός του. Λίγους μήνες αργότερα, τον Μάιο του 1962, στους γάμους της αδερφής του, πριγκίπισσας Σοφίας, στον οποίο η Άννα-Μαρία ήταν παράνυφος, δεν σταμάτησε να χορεύει μαζί της σε όλη την διάρκεια της δεξίωσης. Όταν έγιναν οι αρραβώνες του ζεύγους τον Ιανουάριο του 1963, η Άννα-Μαρία είχε δηλώσει: «Δεν ονειρεύτηκα ποτέ να παντρευτώ ένα Βασιλιά. Ήθελα απλά να είμαι μία γυναίκα ευτυχισμένη με το σύζυγό της. Ναι, αγαπώ εδώ και καιρό τον Κωνσταντίνο, και εύχομαι ο χρόνος να μας επιτρέψει να ζήσουμε μερικά χρόνια όπως όλος ο κόσμος».
Δέκα ημέρες πριν από τη γαμήλια τελετή, η Αθήνα σημαιοστολίζεται και πανηγυρίζει, καθώς στις 11 Σεπτεμβρίου υποδέχεται τη μελλοντική βασίλισσα και τις επόμενες ημέρες πλήθος γαλαζοαίματων καταφθάνουν στην ελληνική πρωτεύουσα για το κοσμικό αυτό γεγονός. Τους υψηλούς προσκεκλημένους υποδέχονται ο βασιλιάς Κωνσταντίνος ή ο πρίγκιπας Μιχαήλ, προκαλώντας δυσεπίλυτα προβλήματα όσον αφορά το πρωτόκολλο αλλά και στην κυκλοφορία των οχημάτων. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Κύπρου, ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Μακάριος, πραγματοποίησε το ταξίδι, υπενθυμίζοντας τα φλέγοντα πολιτικά ζητήματα της εποχής.
Τις επόμενες ημέρες εδόθησαν μια σειρά δεξιώσεων και εκδηλώσεων προς τιμήν των μελλοντικών συζύγων. Αρκετές εκατοντάδες άτομα από όλη την Ελλάδα έσπευσαν στα Ανάκτορα του Τατοΐου κατά την διεξαγωγή των τριών μεγάλων δεξιώσεων (Σάββατο 12 Σεπτεμβρίου, Κυριακή 13 Σεπτεμβρίου και Δευτέρα 14 Σεπτεμβρίου 1964). Το βράδυ της Κυριακής 13 Σεπτεμβρίου μετά την δεξίωση στο Τατόι έγιναν εορταστικές εκδηλώσεις στο Παναθηναϊκό Στάδιο. Η γαμήλια τελετή αποτέλεσε την αποκορύφωση των εκδηλώσεων.
Η Μεγάλη ημέρα…
Ειπώθηκε ότι επιλέγει η 18η Σεπτεμβρίου καθώς δεν είχε βρέξει ποτέ την ημέρα αυτή στην πρωτεύουσα. Με 21 κανονιοβολισμούς από τα πυροβολεία του Λυκαβηττού ξημέρωσε η μέρα του γάμου τους. Κεντρικοί δρόμοι της πρωτεύουσας είχαν σημαιοστολιστεί με σημαίες της Ελλάδας και της Δανίας.
Στρατιωτικά αγήματα παρατάχθηκαν κατά μήκος των οδών από όπου θα περνούσε η βασιλική πομπή. Ένα εύθυμο πλήθος, αψηφώντας τη ζέστη, είχε κατακλύσει τους δρόμους της Αθήνας από τις πρώτες πρωινές ώρες.
Πολλές θέσεις στα μπαλκόνια των πολυκατοικιών που ήσαν γύρω από τον Μητροπολιτικό Ναό των Αθηνών είχαν ενοικιαστεί έναντι υψηλού αντιτίμου.
Στις 9.00 το πρωί άρχισε η προσέλευση των επίσημων προσκεκλημένων στην Μητρόπολη Αθηνών. Μισή ώρα αργότερα 13 αυτοκίνητα από τα Ανάκτορα της Ηρώδου Αττικού μετέφεραν τους προσκεκλημένους βασιλείς, πρίγκιπες, δούκες και κόμητες καθώς και τις έξι πριγκίπισσες επί των τιμών.
Πρώτοι έφθασαν στην Μητρόπολη λίγο μετά τις 10 π.μ. σε ανοιχτή άμαξα ο βασιλιάς Κωνσταντίνος, ενδεδυμένος με τη μεγάλη στολή Στρατάρχου, συνοδευόμενος από την μητέρα του βασίλισσα Φρειδερίκη ενώ στις 10.30 ακριβώς κατέφθασε με άλλη χρυσοποίκιλτη άμαξα, την οποία έσυραν έξι άσπρα άλογα, η πριγκίπισσα Άννα-Μαρία με τον πατέρα της, βασιλέα της Δανίας Φρειδερίκο.
Πρόσφατα σε κοινή συνέντευξη του βασιλικού ζεύγους, αναπολώντας με συγκίνηση και χαρά τους γάμους τους, ο βασιλιάς Κωνσταντίνος θυμήθηκε τη ευγενική χειρονομία της Άννας-Μαρίας που καθώς εισερχόταν στην Εκκλησία γύρισε για να χαιρετήσει το πλήθος κρατώντας την ανθοδέσμη με μιγκέ που προερχόντουσαν από τους κήπους που έζησε τα παιδικά της χρόνια.
Ενώ εισερχόταν στον Ναό αποκαλύφτηκε το νυφικό της, αριστούργημα απλότητας και κομψότητας του Δανού σχεδιαστή μόδας Τζόργκεν Μπέντερ, που υπέγραψε και την δημιουργία των νυφικών στις δύο αδελφές της και αρκετά φορέματα για την Δανέζικη αυλή. Έξι νεαρές πριγκίπισσες ως παράνυφοι κρατούσαν το ιρλανδικό πέπλο της το οποίο χρονολογείτο από το 1905, κειμήλιο της μητρικής γιαγιάς της, καθώς και την μακριά ουρά του νυφικού της.
Ήσαν οι πριγκίπισσες: Κλαρίσσα της Έσης, Άννα της Μεγάλης Βρετανίας, Χριστίνα της Σουηδίας, Τατιάνα Ράτνζιβιλ , Μαργαρίτα της Ρουμανίας και Ειρήνη της Ελλάδος. Το διάδημα που έφερε στο κεφάλι της φτιαγμένο από λευκόχρυσο και διαμάντια είχε κατασκευαστεί από τον διάσημο κοσμηματοποιό του Παρισιού Καρτιέ. Ήταν δώρο του Χεδίβη της Αιγύπτου στην πριγκίπισσα και διάδοχο της Σουηδίας Μαργαρίτα, γιαγιά της Άννας-Μαρίας. Το κληρονόμησε η κόρη, Ίνγκριντ, μέλλουσα βασίλισσα της Δανίας. Αυτή με την σειρά της το κληροδότησε στην Άννα-Μαρία με την προϋπόθεση να το δανείζει στις απογόνους της την ημέρα του γάμου τους. Αυτή η παράδοση τηρείται μέχρι σήμερα.
Στην Μητρόπολη των Αθηνών, που είχε διακοσμηθεί με 10.000 κόκκινες γλαδιόλες, παρευρίσκονταν τετρακόσιοι καλεσμένοι. Λαμβάνοντας υπ′ όψιν την επιφανή καταγωγή των δύο συζύγων, η συνάθροιση των καλεσμένων ήταν τόσο κοσμική όσο και οικογενειακή. Εκτός από τους γονείς των νεονύμφων παρευρίσκονταν: ο βασιλιάς Γουσταύος -Αδόλφος της Σουηδίας, παππούς της Άννας-Μαρίας από την μητέρα της, ο βασιλιάς Μποντουέν του Βελγίου και η σύζυγός του βασίλισσα Φαμπιόλα, η βασίλισσα Τζουλιάνα της Ολλανδίας και ο σύζυγός της πρίγκιπας Βερνάρδος, ο βασιλιάς Ολάφ της Νορβηγίας, ο βασιλιάς Μπουμιμπόλ της Ταϋλάνδης με την βασίλισσα Σιρικίτ, ο βασιλιάς της Ιορδανίας Χουσεΐν, ο πρίγκιπας Ρενιέ του Μονακό, οι τέως βασιλείς της Ιταλίας, Ρουμανίας, Βουλγαρίας, 7 διάδοχοι θρόνων, 2 βασιλικοί σύζυγοι, 103 πρίγκιπες και πριγκίπισσες, καθώς και 20 δούκες και κόμητες.
Το Μυστήριο του γάμου τέλεσε ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρυσόστομος Β′, συνεπικουρούμενος από τον πρωθιερέα των ανακτόρων, αρχιμανδρίτη Ιερώνυμο Κοτσώνη, τον μετέπειτα Αρχιεπίσκοπο Αθηνών, σύμφωνα με την βυζαντινή τελετουργία. Η Ιερά Σύνοδος επέτρεψε την τέλεση του μυστηρίου του γάμου με προϋπόθεση την προσέλευση της Άννας-Μαρίας στην Ορθοδοξία. (Ήταν Προτεστάντης).
Η βασίλισσα Φρειδερίκη ως κουμπάρα του ζεύγους κράτησε τις χρυσοποίκιλτες κορώνες των Ρομανώφ (που είχε φέρει στην Ελλάδα η Μεγάλη Δούκισσα Όλγα και πρώτη βασίλισσα της Δυναστείας) υπερυψωμένες πάνω από τα κεφάλια του ζεύγους, για να συνεχίσουν να τις κρατάνε κατόπιν για δύο λεπτά ο καθ′ ένας, δύο από τους δέκα πρίγκιπες, η πλειοψηφία των οποίων θα βασίλευε μία μέρα σε χώρες της Ευρώπης.
Ήσαν ο Χουάν Κάρλος της Ισπανίας, ο Χάραλντ της Νορβηγίας, ο Μιχαήλ της Ελλάδος, ο Κάρολος – Γουσταύος της Σουηδίας, ο Κάρολος της Αγγλίας, ο Μιχαήλ του Κεντ και άλλοι 4. Η βασίλισσα Άννα-Μαρία έλαβε την βέρα της κατασκευασμένη από χρυσό που προερχόταν από νομίσματα από της εποχής του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Η τελετή ολοκληρώθηκε με μία βροχή από κόκκινα ροδοπέταλα που έπεσαν από τον τρούλο. (Θεωρήθηκε διεθνώς εφέ με μεγάλη επιτυχία και επαναλήφθη στους γάμους των παιδιών τους, στην Αγία Σοφία του Λονδίνου). Από εκκλησιαστικής πλευράς, στη γαμήλια τελετή παρέστησαν 104 πατριάρχες, αρχιεπίσκοποι και αρχιερείς της Ορθόδοξης Εκκλησίας με τα χρυσοΰφαντα άμφια τους. Η καθολική συμμετοχή των ηγετών της ορθοδοξίας προσέδωσε πανορθόδοξο χαρακτήρα στο γεγονός, επειδή ο Κωνσταντίνος ήταν ο μοναδικός εν ενεργεία ορθόδοξος βασιλιάς.
Λίγο μετά τις 11:10 π.μ. η γαμήλια τελετή έληξε. Χιλιάδες ζητωκραυγές ακούστηκαν από το ενθουσιασμένο πλήθος όταν το νεόνυμφο ζευγάρι εμφανίστηκε στο προαύλιο του ναού. Την ώρα εκείνη την πρωτεύουσα δονούσαν οι ήχοι 101 κανονιοβολισμών από τον λόφο του Λυκαβηττού, σε συνδυασμό με τους ήχους βολών πυροβόλων και συριγμών πολεμικών πλοίων, καθώς και των κωδωνοκρουσιών όλων των ναών της Αττικής.
Στη συνέχεια το νέο βασιλικό ζεύγος επιβιβάστηκε σε άμαξα που την έσερναν 6 γκριζόλευκα άλογα και μέσα σε έναν καταιγισμό από κομφετί, η πομπή διέσχισε τους κεντρικούς δρόμους της Αθήνας, Σταδίου, πλατεία Ομονοίας, Πανεπιστημίου, Αμαλίας και Όλγας. Καθ′όλη τη διάρκεια της διαδρομής οι βασιλείς χαιρετούσαν ασταμάτητα τον κόσμο προτού φθάσουν στα βασιλικά Ανάκτορα των Αθηνών. Δεν ήταν μόνο το θέαμα που τράβηξε τον κόσμο. Το νεαρό ζευγάρι προκαλούσε μεγάλη συμπάθεια.
Τα άλογα που έσυραν την άμαξα των νεονύμφων από τον θόρυβο που έκανε το συγκεντρωμένο πλήθος στους δρόμους έγιναν πολύ νευρικά. Η Άννα-Μαρία εξομολογήθηκε αργότερα πως καθησύχαζε τον εαυτό της σκεπτόμενη πως θα μπορούσε να πηδήξει από την άμαξα αν τα άλογα αφηνίαζαν ξαφνικά.
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιό σας ή κάνετε την αρχή σε μία συζήτηση
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.