Απόσπασμα από το βιβλίο: Ασκητές μέσα στον κόσμο, τόμος Β’ , ΆγιονΌρος, έκδοση Ι. Ησυχαστηρίου “Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος”, Μεταμόρφωση Χαλκιδικής
“Η Ελού αγάπησε καί πόνεσε πολύ στην ζωή της. Ό μεγαλύτερος πόνος της, ανάμεσα στίς πολλές θλίψεις πού δοκίμασε κατά τόν επίγειο βίο της, ήταν ή απώλεια του πρωτόκου γυιου της Γεωργίου, κατά τήν τουρκική εισβολή στην Κύπρο, τό καλοκαίρι του 1974. Ένας πόνος, πού μέσα άπό τήν πίστη, μεταμορφώθηκε σέ αληθινή αγάπη καί προσευχή γιά όλους.
Έμαθε τόν πόνο καί τήν θλίψη της πού είχε λόγω του αγνοούμενου γυιου της, νά τόν κάνη προσευχή καί όχι κατάθλιψη καί απελπισία.
Καί άρχισε μέ τήν συμβουλή ενός καλού Πνευματικού πού είχε, νά κάνη κάθε Σάββατο πρόσφορο. Καί τό πήγαινε πρω’ί-πρωί, άπό τό χάραμα, στό Μοναστήρι καί έλεγε: «Οί υπόλοιπες γυναίκες, όταν τελειώνη ή Λειτουργία τοϋ Σαββάτου, θά πάνε στον τάφο του παιδιού τους, στον τάφο του ανδρός τους νά κάνουν τρισάγιο. Έγώ ούτε τάφο δεν έχω γιά τόν γυιό μου. Ούτε ξέρω αν πέθανε. Γι‘ αυτό κάνω αυτό τό πρόσφορο καί τό προσφέρω στον ιερέα γιά νά τό προσφέρη στον Χριστό μας. Καί θά τόν παρακαλώ: “Χριστέ μου, αν ό γυιός μου ζή, φώτισε τον νά κρατηθή στην πίστη του. Έκεΐ πού βρίσκεται νά είναι κοντά Σου. ‘Άν έχη κοιμηθή, φώτισε τον αιώνια καί φώτισε μας καί εμάς νά τόν μνημονεύουμε.Έσύ ξέρεις αν είναι ζωντανός ή κεκοιμημένος”».
.
Κάποια φορά έγραψαν κάποιες εφημερίδες ότι μερικοί αγνοούμενοι ζούνε καί μερικούς άπό αυτούς τους υποχρέωσαν οι Τούρκοι νά παντρευτούν Τουρκάλες. Τό διάβασε αυτό ή γιαγιά ή Έλού καί θορυβήθηκε καί είπε στον π. Νεόφυτο: «Νά κάνης μία Παράκληση στον Άγιο Γεώργιο γιά τον Γιώρκο μου. “Ώς των αιχμαλώτων ελευθερωτής…” δεν είναι; “Αν όγυιός μου είναι ζωντανός καί άλλαξοπίστησε καλύτερα νά τόν θερίση άπό αυτήν τήν ζωή. Έγώ τον θέλω τον γυιο μου ζωντανό, αλλά Όρθόδοξο».
.
Φτωχή γυναίκα ήταν, ενα πρόσφορο έκανε, καί έκανε καί τήν δική της καρδιά πρόσφορο, τήν προσέφερε στό Χριστό καί ό Χριστός έκανε τόν πόνο της χαρά καί οποίος τήν επλησίαζε εισέπραττε αυτή τήν χαρά άπό τήν Έλού. Καί έφευγε άπό κοντά της αναπαυμένος καί χαρούμενος. Γι’ αυτό καί ήταν μαγνήτης.
.
Σιγά-σιγά αυτή ή γυναίκα απόκτησε πολλή χαρά. Τόση χαρά απόκτησε πού έλεγε: «Κύριε, έλέησον. Μά πόση χαρά εχω μέσα στην καρδιά μου. Ιδιαίτερα στην θεία Λειτουργία! Εκείνη τήν ώρα γεμίζει φως ό νους μου καί βλέπω μέσα μου χιλιάδες ονόματα. Καί αρχίζω καί τά διαβάζω. Συλλαβιστά-συλλαβιστά, όπως μπορώ, νά διαβάζω».
.
Αποτέλεσμα αυτής της χαράς πού ζούσε, άρχισε νά μοιράζη ή ίδια χαρά στους πιστούς. Τήν πλησίαζαν νέοι πού κατάλαβαν τήν αρετή της, καί πήγαιναν καί τήν φιλούσαν τό χέρι. Καί τους έλεγε: «Γυιέ μου, εκατομμύρια ευχές νά έχετε. Εκατομμύρια εκατομμυρίων».
Μέσα στην Εκκλησία έβλεπες δλες τίς γυναίκες νά είναι γύρω άπό τήν Έλού. Οι νέες νά τήν έχουν κοντά τους, νά τήν παίρνουν στίς αγρυπνίες, νά τήν δείχνουν πολύ σεβασμό καί νά τήν έχουν ώς ενα πρότυπο χαριτωμένης γυναίκας.
.
Κάθε Σάββατο, αλλά καί άλλες μέρες, πήγαινε μέ τά πόδια στό μοναστήρι τοϋ Αγίου Γεωργίου του Κοντού στην Λάρνακα, γιά νά καθαρίση τό ναό. Ό μακαριστός πατήρ Νικόλαος, ιερέας του ίερού ναού Αγίου Γεωργίου, ανέφερε στή νύφη της Στέφη ότι καθάριζε τό ναό περισσότερο μέ τά ρούχα της, άφού ήταν γονατιστή όσο καθάριζε τό πάτωμα. Όταν ή ηλικία καί ή υγεία της δέν της επέτρεπαν νά πηγαίνη περπατητή στον “Αγιο Γεώργιο, ξεκινούσε καί στον δρόμο πάντοτε κάποιον εύρισκε, γνωστό η άγνωστο, που τήν μετέφερε. Όταν έφθανε στην πόρτα του ναού , γονάτιζε καί πήγαινε γονατιστή μέχρι τήν εικόνα του Αγίου, όπου τόν παρακαλούσε γιά τόν αγνοούμενο γυιό της. Είχε αποθέσει όλες τίς ελπίδες της γιά τήν ανεύρεση του γυιου της στον άγιο Γεώργιο, καί ό Άγιος δέν έμεινε απαθής άπό αυτή τήν συνεχή παράκληση της πονεμένης μάννας. Μία μέρα καθώς ευρίσκετο στό Μοναστήρι, είδε τόν Άγιο καβάλα στό άλογο του φέρνοντας μαζί του τό αγνοούμενο παιδί της γιά νά τό δη ή Ελένη. Αυτό τό ανέφερε σε μία γνωστή της, τήν όττοία παρακάλεσε νά μήν τό πή στή νύφη της γιά νά μήν στενοχωρηθή.
Μετά τόν πόλεμο του 1974 κρατούσαν αρκετούς Τουρκοκύπριους αιχμαλώτους σε ε’να γειτονικό σχολείο. Ή γιαγιά Ελένη, παρά τόν πόνο του χαμένου παιδιού της, φιλοξενούσε τίς Τουρκοκύπριες πού πήγαιναν νά δουν τους δικούς τους. Όχι μόνο δέν μνησικακούσε, αλλά τους έδινε νερό καί τρόφιμα νά πάνε στους αιχμαλώτους συγγενείς. Αρκετές ήταν οι φορές πού ή ίδια μαζί με τον σύζυγο της επεσκέπτοντο τους αιχμαλώτους.”
Ο ΗΡΩΪΚΟΣ ΚΑΠΕΤΑΝ ΜΗΤΡΟΥΣΗΣ ΤΟΥ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΥ ΑΓΩΝΑ
Πηγή: Πηγή: Γεώργιος Μόδης, Ο Μακεδονικός Αγών και η νεώτερη μακεδονική ιστορία, εκδ. Β’ Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 2007.
Την άνοιξη του 1907, μιά βραδιά στην Αθήνα ένας γειτονικός με την Ομόνοια δρόμος αναστατώθηκε από φωνές, κακό, φασαρία. Δυό αδελφοί φουρναραίοι παραμόνευαν να περάση ένας φύλακας κάποιου κτήματος, πού φορούσε χακί.
Του καταλόγιζαν ότι είχε ή φρόντιζε να έχη αισθηματικές σχέσεις με την ανύπαντρη αδελφή τους. Μόλις είδαν να πλησιάζη ό άνθρωπος με το χακί, φώναξαν «αυτός είναι» και του ρίχτηκαν. Αυτός όμως με την μεγαλύτερη ευκολία τούς έρριξε κάτω. Έτρεξαν και άλλοι φίλοι τους και τρεις χωροφύλακες πού βρέθηκαν εκεί κοντά. Έπεσαν όλοι πάνω του.
Εκείνος όμως όρθιος, ασάλευτος, σαν να είχε ριζώσει στη γη, πάλευε με απίστευτη δύναμη και έσπρωχνε μ’ ένα χέρι πολλούς πέρα ή τούς γκρέμιζε στο χώμα. Νόμιζες πώς ένας γίγαντας τα ‘βαλε με πυγμαίους. Το παράξενο και ακατανόητο ήταν ότι δεν φώναζε, δεν μιλούσε, δεν απαντούσε στις ερωτήσεις των χωροφυλάκων και με βουβό πείσμα εξακολουθούσε την «αντίστασιν κατά τής αρχής» αμίλητος και άφωνος, σαν κωφάλαλος. Στον θόρυβο έτρεξε και ό μοίραρχος Μαρούδας, πού έβαλε αμέσως τις φωνές στους χωροφύλακες και πολίτες.
— Γκρεμοτσακιστήτε και αφήστε τον άνθρωπο ήσυχο. Είναι καπετάνιος από την Μακεδονία.
Ήταν ό Μητρούσης. Δεν μιλούσε γιατί δεν ήξερε πολλά ελληνικά. Ανάλογο επεισόδιο είχε και με δυό χωροφύλακες πού τούς άκουσε ένα βράδυ να βρίζουν Χριστό και Παναγία. Τον γνώρισα τότε. Φορούσε χακί στολή μ’ ένα μαύρο σκούφο στο κεφάλι. Ήταν ένας καλοκάγαθος και αφελής χωρικός, μειλίχιος και χαμογελαστός. Ποτέ δεν μπορούσε να φανταστή κανείς ότι έκρυβε μέσα του τόσο ηφαιστειώδες πάθος, όπως δεν μπορούσε και να πιστέψη ότι είχε και τόση ηράκλεια δύναμη.
Γεννήθηκε στο Χομόντος του Κάμπου των Σερρών. Το όνομά του ήταν Δημήτριος Γκογκολάκης, μα έγινε γνωστός και απαθανατίστηκε με το «Μητρούσης», το χαϊδευτικό όνομα πού του είχε δώσει ή μάνα του. Μιά μέρα του 1906 πού δούλευε στα χωράφια, μπήκαν κομιτατζήδες σπίτι του και έσφαξαν τη γυναίκα και το παιδί του. Έξαλλος τότε βγάζει το κρυμμένο όπλο και με τον ξάδελφό του Γιοβάνη ξεχύνεται σίφουνας στα χωριά Γκαμήλα, Έλσιανη, Καστάρκα, όπου έσφαξε, κομμάτιασε ανά δυό πράκτορες του κομιτάτου, και στο Μελιγκόσδη, όπου αποκεφάλισε έναν μόνο.
Περιποιήθηκε με το μαχαίρι και τον αδελφό τής μάνας του, πού εξυπηρετούσε τούς κομιτατζήδες και πολλές φορές του είχε συστήσει να κόψη τις σχέσεις του με Έλληνες.
Οι τουρκικές αρχές δυσκολεύτηκαν να πιστέψουν ότι σε μιά νύχτα είχε αλωνίσει τόσα χωριά.
Βγήκε πια στο κλαρί με τον Γιοβάνη και τον ανεψιό του Μιχάλη και έγινε ό τρόμος και ό φόβος των Βουλγάρων.
Ενώθηκε με το μικρό σώμα το Γιαγκλή, ενός φουστανελοφόρου γίγαντα με μεγάλα ξανθά γένεια απ’ τη Χαλκιδική. Το είχαν εξοπλίσει οι αδελφοί Γερογιάννη, του Μακεδονικού Συλλόγου τής Αθήνας, επίσης από την Χαλκιδική. Ήταν γι’ αυτό ανεξάρτητος απ’ τα άλλα σώματα.
Ντυμένοι τουρκικές στρατιωτικές στολές μπήκαν μιά νύχτα στο Καρατζάκιοϊ όπου ό Μητρούσης έστειλε πολλούς να συναντήσουν την γυναίκα του. Τα Κέντρα Σερρών-Θεσσαλονίκης πρόσταξαν να φύγουν αμέσως στην Ελλάδα οι δυό αρχηγοί. Τα ξεσπάσματα του Μητρούση προκαλούσαν την δυσφορία των Τούρκων, τις παραστάσεις των ξένων αξιωματικών και «συμβούλων», την ιερή αγανάκτηση των πληρωμένων απ’ τους Βουλγάρους δημοσιογράφων. Είχε λησμονηθή ότι το είχαν σκοτώσει στα καλά καθούμενα γυναίκα και παιδί. Ο Μητρούσης ασφυκτιούσε στην Αθήνα. Τον δυσκόλευε και τον πίκραινε και ή άγνοια τής ελληνικής.
— Γιατί με κρατούν εδώ; μού έλεγε με παράπονο στο σλαβόφωνο ιδίωμά του. Θέλω να πάω πάνω να πολεμήσω Βουλγάρους και Τούρκους. Είμαι άρρωστος, αμπρέ. Θ’ αποθάνω.
— Δεν είσαι άρρωστος, αμπρέ. Είσαι λύκος, απαντούσα.
Γέλασε και είπε.
— Θ’ αρρωστήσω και θα πεθάνω, αν μείνω ακόμα εδώ.
Κάποια διασκέδαση εύρισκε μονάχα στο σκοπευτήριο τής Καλλιθέας. Πήγαινε συχνά. Ήταν άριστος σκοπευτής. Μιά μέρα πού ήταν εκεί ό διάδοχος και πολλοί άλλοι επίσημοι και ό Μητρούσης πέτυχε πολλές φορές «διάνα», ό Κωνσταντίνος του έδωσε το χέρι για να τον συγχαρή. Ο Μητρούσης όμως το έσφιξε χωρίς να το καταλάβη τόσο δυνατά, πού τον πόνεσε.
Στη φασαρία με τούς φουρναραίους και τούς χωροφύλακες έχασε το μαχαίρι του και χάλασε τον κόσμο για να το βρή. Με τον οπλαρχηγό Στέργιο Βλάχμπεη απ’ τη Τζουμαγιά των Σερρών, διερμηνέα, πήγε πολλές φορές στην αστυνομική διεύθυνση, στο αστυνομικό τμήμα, στον Μαρούδα και άλλους. Είχε χαράξει στη λαβή του με γραμμές, πόσους έως τότε είχε ξεκάμει για αντίποινα τής γυναίκας του. Κι’ έχανε τούς λογαριασμούς του….
Έτσι κρατούσαν τότε τα κατάστιχά τους οι χωρικοί. Με το μαχαίρι έσερναν σ’ ένα ξυλαράκι γραμμές πού σήμαιναν τις λίρες τα μιτζήτια πού χρωστούσαν, τα βόδια πού πουλούσαν και πληρώθηκαν κλπ. Ο Μητρούσης είχε κάμει λογιστήριο τη λαβή του μαχαιριού του. Με τα πολλά κατάφερε στο τέλος να γυρίση στο κάμπο και την περιοχή Σερρών μ’ ένα μικρό σώμα από τούς Γιοβάνη και Μιχάλη, τον λοχία Τουρνεντέν και τον Παναγιώτη από το Αγρίνιο. Βρέθηκε μέσα στις Σέρρες, στις 13 Ιουλίου του 1907, στη συνοικία Καμινίκια στο σπίτι ενός παπά, κοντά στην εκκλησία της Ευαγγελίστριας.
Κάποιος όμως τον πρόδωσε. Ο Καπετάν Στέργιος Βλάχμπεης πού μου έδωσε άρρωστος το 1949, όταν έγραφα το «Μακεδονικός Αγών και Μακεδόνες Αρχηγοί», πολλές πληροφορίες για τον Μητρούση και τον αγώνα στην ανατολική Μακεδονία και πέθανε, ενώ απαγόρευε το τρίτο γράμμα σ’ ένα δάσκαλο, πού εκτελούσε χρέη γραμματέα, υποστήριζε ότι προδότης ήταν ό Κώστας Παπαδόπουλος και για αυτό τον ξεκαθάρισε.
Όλη ή φρουρά των Σερρών από πολλές χιλιάδες και πολλοί Τούρκοι μπασιμπουζούκοι κύκλωσαν όλη τη συνοικία και το σπίτι του παπά. Ο Μητρούσης άφησε επίτηδες ανοιχτή την πόρτα του και έσφαξε τον αξιωματικό πού μπήκε μέσα. Άρχισε ή μάχη. Οι Τούρκοι έβαλαν φωτιά στα γύρω σπίτια. Ο Μητρούσης με τούς συντρόφους του έφυγαν στην εκκλησία, όπου συνέχισαν τη μάχη. Είχε πάρει, καθώς φαίνεται, από την πρώτη στιγμή την απόφαση να πουλήση όσο το δυνατό πιο ακριβά τη ζωή του. Έπεσαν ό Τουρνεντές και ό Μιχάλης. Τραυματίστηκαν ό Παναγιώτης και ό Γιοβάνης.
Εξακολούθησε να πολεμά μόνος ώρες πολλές απ’ το καμπαναριό, ζωσμένος από χιλιάδες Τούρκους και από τούς καπνούς των σπιτιών πού έκαιαν. Και αφού αποκεφάλισε τον αστυνομικό διευθυντή πού πήγε να του προτείνη να παραδοθή και έρριξε και την τελευταία σφαίρα, αυτοκτόνησε με το μαχαίρι. Δεν θέλησε να χαραμίση άδικα ούτε ένα φυσίγγι.
Έκαμε χαρακίρι πάνω από τη μάλλινη χακί στολή του, από το χονδρό πλατύ ζωνάρι και τις φυσιγγιοθήκες. Έπρεπε να έχη υπεράνθρωπη αποφασιστικότητα και σιδερένια θέληση για να το πραγματοποιήση.
Με τον θάνατό του αναδείχτηκε ό Μητρούσης “ό ήρως των ηρώων”. Είχε, φαίνεται, την φιλοδοξία ό αγράμματος και αφελής χωρικός να εξασφαλίση τον ενδοξότερο και θεαματικότερο θάνατο. Απ’ το ύψος του καμπαναριού μονομάχησε έξι ώρες με ολάκερη μεραρχία, ενώ κατάπληκτη μιά πόλη παρακολουθούσε με δέος τον υπέροχο αγώνα.
Πλήρωσαν πολύ ακριβά και οι Τούρκοι το αποτέλεσμα. Είχαν περισσότερους από τριάντα πέντε νεκρούς. Αναγκάστηκε και ή τουρκική Πρεσβεία Βιέννης στις 25 Ιουλίου του 1907 να διαψεύση ότι είχαν οι Τούρκοι πολύ βαρειές απώλειες στη συμπλοκή με τον Μητρούση.
Ο πολιτευτής και συγγραφέας των Σερρών κ. Π. Πέννας παρακολούθησε ως αυτόπτης μάρτυρας την κηδεία των τριάντα πέντε Τούρκων στρατιωτών στα τούρκικα μνήματα του λόφου Μουσάλα. Τις επιβεβαιώνει και ή όλη στάση των Τούρκων. Καταδίκασαν σε θάνατο τούς δυό τραυματίες αιχμαλώτους, ενώ ήταν άπλοί οπλίτες. Ο Νίκος Παναγιώτου μάλιστα, πού είχε μπή στη Μακεδονία πριν λίγες μόλις βδομάδες και δεν βαρυνόταν με κανένα προσωπικό έγκλημα, έπρεπε το πολύ να τιμωρηθή με απλή φυλάκιση λίγων χρόνων. Αυτή τουλάχιστον ή αρχή είχεν επικρατήσει ως τότε στη νομολογία των Εκτάκτων Δικαστηρίων.
Αναδείχτηκαν αντάξιοι του αρχηγού τους οι Γιοβάνης Ούρδας και Νίκος Παναγιώτου. Μπροστά από τις δυό κρεμάλες ζητωκραύγαζαν για την Ελλάδα και έβριζαν τους Τούρκους. Όλος ό ελληνικός πληθυσμός των Σερρών ήταν στο πόδι.
Οι Σερραίοι μάλιστα εκείνη τη μέρα σε ένδειξη διαμαρτυρίας έκλεισαν όλα τα καταστήματα. Ερημώθηκε ή αγορά και όλη ή πόλη. Οι Τούρκοι ξέσπασαν στον Μητροπολίτη και ζητούσαν από το Πατριαρχείο την ανάκλησή του. Δεν άφησαν επίσης να παρακολουθήση και κανένας την κηδεία του Μητρούση και των δυό συντρόφων του. Είχαν συγκεντρωθή και πολλές γυναίκες. Ο μουσικοσυνθέτης και ποιητής Αιμίλιος Ριάδης πού σπούδαζε τότε στο Μόναχο έγραψε να ποίημα για το θάνατο του Μητρούση από εξήντα εξάστιχες στροφές. Αρχίζει: «Γλυκά σιγοσβύνει τής μέρας τ’ αστέρι». Ετοίμαζε και ορατόριο αφιερωμένο στον ήρωα των Σερρών. Είχε πάθει, όπως έλεγαν τότε οι φίλοι του, αληθινή «Μητρουσίτιδα».
Και ήταν πραγματικά άξιος του ενθουσιασμού αυτού και του γενικού θαυμασμό ο άφθαστος όσο και αγνός «χωρίς φόβο και κηλίδα» ήρωας.
Ο ΒΟΡΕΙΟΗΠΕΙΡΩΤΗΣ ΠΡΩΤΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΝΩΜΕΝΗΣ ΑΡΓΕΝΤΙΝΗΣ ΒΛΑΔΙΜΗΡΟΣ (ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ) ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ (ΜΗΤΡΕ ΣΤΗ ΒΟΡΕΙΟΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗ)
Δεν είναι λίγα τα στοιχεία που μπορούν να στοιχειοθετήσουν πως η Κολχίδα των Αργοναυτικών δεν είναι η γνωστή Κολχίς του Πόντου, αλλά τμήμα μεταξύ Βολιβίας-Περού, γύρω από την λίμνη Τιτικάκα, στα σύνορα Αργεντινής-Βολιβίας. Μάλιστα, λένε, πως η πανάρχαια φυλή Ινδιάνων Κόλχι είναι απομεινάρι των Κόλχων, γι’ αυτό και χρησιμοποιούν πολλάκις στα σύμβολά τους τον ελληνικό μαίανδρο. Άρα οι σχέσεις Ελλήνων-Νοτιοαμερικανών τραβάει σε απίστευτα βάθη χρόνου, που μένει σε επόμενες γενεές επιστημόνων, αποδεσμευμένων από στεγανά, να ερευνήσουν.
Άλλωστε το όνομα της χώρας ετυμολογείται από την αρχαία ελληνική (ομηρική) ρίζα αργ- (> αργής, άργιλλος, άργος, κλπ.) που σημαίνει φωτεινός, λαμπρός, φεγγοβόλος, άσπρος, εξ αιτίας του άσπρου της χώματος.
Ο πρώτος πρόεδρος της Ενώμένης Αργεντινής Δημοκρατίας, ήταν ένας. Έλληνας, ο Βλαδίμηρος (Βαρθολομαίος) Δημητρίου (Μήτρε στην βορειοηπειρωτική > Μίτρε στην ισπανική, 1821-1906), Βορειοηπειρώτης εκ Χιμάρας. Αυτός, μετανάστης 4ης γενεάς, όταν τελείωσε ο 7ετής εμφύλιος με την Μάχη της Σεπέντα (1859), και το Μπ. Άυρες υποτάχθηκε στην Ομοσπονδία, ανήλθε στο υψηλότερο αξίωμα της χώρας (1862). Και ίσως γι’ αυτό η σημαία της να είναι γαλανόλευκη. Στην διάρκεια της προεδρίας του, έγινε ο αιματηρός πόλεμος Αργεντινής-Ουρουγουάη, που στοίχισε στην Αργεντινή 50.000 άνδρες και πολλές υλικές ζημιές (200 εκατ. πιάστρα). Διάδοχος του προέδρου Δημητρίου ήταν ο Σαρμιέντο (1868-1874), που προσπάθησε να φέρει μετανάστες στην Αργεντινή, αλλά τον εμπόδισε ο εθνικιστής στρατηγός Δημητρίου, με στασιαστικό κίνημα. Ακολούθησε εμφύλιος, οι στασιαστές υπετάχθησαν, και εν τέλει το Μπ. Άυρες ανακηρύχθηκε πρωτεύουσα της Αργεντινής, το 1880, υπό τον Ρόκα.
Η οικογένεια του Δημητρίου συνδεόταν φιλικά με την μεγάλη οικογένεια Ηπειρωτών ευεργετών Ζάππα, απ’ το Λάμποβο της Β. Ηπείρου. Η οικογένεια Δημητρίου πένθησε πολύ τον θάνατο του Ζάππα (1865). Οι πρόγονοι του Βαρθ. Δημητρίου άφησαν περί το 1670 την Χιμάρα, ακολουθώντας το μεγάλο ρεύμα φυγής του ελληνικού πληθυσμού της περιοχής, που έφευγε (κυρίως προς την ελεύθερη Ιταλία) για να μην υπηρετήσει στον τουρκικό στρατό. Αυτό ακριβώς εξιστορεί το δημοτικό, όταν λέει.
«Δέλβινο και Τσαμουριά
δεν τα δίνουν τα παιδιά,
για νιζάμ του βασιλιά».
Η οικογένεια Δημητρίου ακολούθησε το δρομολόι αναζητήσεως νέας ζωής Γένοβα-Ενετία-Πειραιά-Αθήναι (1678) κι απ’ εκεί Ουρουγουάη.
Από την Ουρουγουάη οι Έλληνες διεσπάρησαν σε όλην την Ν. Αμερική. Κι αυτό συνεχίσθηκε έως τις αρχές του 20ού αι. (1907-1911). Την πρώτη δεκαετία του 20ού αι. περισσότεροι από 10.000 Έλληνες (κυρίως από Κρήτη, κ.α.) κατέφθασαν ως μετανάστες στην Ουρουγουάη, ενώ περίσσότεροι από 50.000 – κατά το πλείστον μικρέμποροι – έφθασαν στην Αργεντινή!
Στην Αργεντινή, που μαχόταν για την ανεξαρτησία της, ως ήρωάς της τιμάται κι ένας άλλος Έλλην, ο Ιωάννης Γεωργίου (1833-1935), από το «ανταρτοχώρι της Σάμου», Πλάτανο. Αυτός ήταν ο πρώτος Ευρωπαίος που εξεμέτρησε την Παταγονία και την Γη του Πυρός (1855-1890)! Μάλιστα, όταν ο Δαρβίνος μελετούσε την περιοχή, ο Σαμιώτης συνεργάσθηκε μαζί του! Το όνομά του και η δράση του έγιναν λαϊκό παραμύθι στην Αργεντινή! Έγινε μύθος και πέθανε σε βαθύ γήρας (102 ετών) στον Κάμπο του Μπ. Άυρες, χωρίς ν’ αφήσει απογόνους. Όσοι γνώρισαν τον Γεωργίου, έλεγαν πως μιλούσε για την πατρίδα του, την Σάμο, σαν να μην έφυγε ποτέ απ’ αυτήν. (Πριν απ’ αυτόν έφθανε στα λιμάνια της Ν. Αμερικής ο επίσης Σάμιος καπετάν Σταμάτης Γεωργιάδης, με το σκαρί του «Αχιλλέυς» – ο μετέπειτα ξακουστός πολέμαρχος του Αγώνος του 1821).
Αλλά δεν ήταν ο μόνος Έλλην πεσών για την ανεξαρτησία της Αργεντινής. Ως ήρωας αυτού του αγώνος τιμάται και ο Μιχ. Σπύρου, εκ Λέσβου, ο οποίος στα στερνά, ανατίναξε το καράβι του, για να μην πέσει στα χέρια των εχθρών του.
Η οικογένεια Δημητρίου έφθασε στο Μπουένος Άυρες. Εκεί μέσα σ’ ένα καφενείο, του Χιώτη Α. Ζέππου, τρεις Έλληνες της διασποράς, ο Σαμιώτης Κώστας Καρούλιας (πρόγονος του παλαιμάχου ποδοσφαιριστή και νυν προπονητή Νίκου Καρούλια), ο Σιάκης από την Βυτίνα (Αρκαδίας) και ο Σπ. Σπυριδάκης ίδρυσαν την ποδοσφαιρική ομάδα-καμάρι της Αργεντινής, την Μπόκα-τζούνιορς! Μάλιστα ο Κ. Καρούλιας ίδρυσε και τον προσκοπισμό στην Αργεντινή! Ενώ ο Σπυριδάκης, που έφθασε στην Αργεντινή απ’ τ’ Αναφιώτικα της Πλάκας, είχε πρωτοστατήσει και στην ανέγερση του πρώτου ορθόδοξου ναού στην περιοχή.
Το λιμάνι της πόλεως οργάνωσε και πάλι ένας Έλλην, ο Εμμανουήλ Χατζιδάκης, Δωδεκανήσιος εκ Κάσου! Αυτός διέμεινε για λίγο εν Αθήναις και το 1870 έφυγε για Αργεντινή, όπου έγινε υπεύθυνος του μεγαλύτερου λιμανιού της χώρας και απ’ την θέση αυτή βοηθούσε πολύ τους Έλληνες καπεταναίους που προσέγγιζαν το μεγάλο λιμάνι…
Διευθυντής της Αστυνομίας Αργεντινής χρημάτισε ένας άλλος Έλλην, ο Ηπειρώτης Αλκ. Λάππας. Για όλα τούτα δεν είναι τυχαίο που λεν πως «οι Ηπειρώτες έκτισαν την Αργεντινή»!..
Επανερχόμαστε στον αγωνιστή και πρώτο πρόεδρο της Αργεντινής: Όταν η χώρα πτώχευσε (1890) οι Αργεντινοί θυμήθηκαν και πάλι τον Δημητρίου. Αυτός, συμφώνησε με τον στρατηγό Ρόκα και υποστήριξαν στις προεδρικές εκλογές (Μάιος 1892) τον Σάενς Πένια, έναν ανώτερο δικαστικό λειτουργό, που έχαιρε γενικού σεβασμού. Ο Β. Δημητρίου δεν ξέχασε ποτέ τις καταβολές της οικογενείας του, κι ας μην είχε επισκεφθεί ποτέ ο ίδιος την Ελλάδα! Μιλούσε άριστα ελληνικά! Θεωρείται και εκ των κορυφαίων λογοτεχνών (ποιητών και ιστορικών) της Αργεντινής. Έγραψε το έργο «Η Ιστορία του Σαν Μαρτίν» και το «Η Ιστορία του Μπελγκράνο», στα οποία προσπάθησε να αναπτύξει το φρόνημα της εθνικής συνειδήσεως των Αργεντινών. Ας σημειώσω, ότι τότε η ελληνική ήταν η δημοφιλέστερη γλώσσα στο Μπ. Άυρες, μετά την τοπική.
Ο συγγραφέας Β. Δημητρίου ίδρυσε και την εφημερίδα «Έθνος», το 1862, την πρώτη εφημερίδα της Αργεντινής! Ενώ στο Μπ. Άυρες εκδιδόταν και ελληνικό – και μάλιστα γελοιογραφικό – φύλλο! Η «Εταιρεία της υπέρ των Πατρίων Αμύνης» (που ιδρύθηκε το 1901 και στεγάσθηκε στην Ακαδημία Αθηνών) κυκλοφορούσε ένα 4σέλιδο φυλλάδιο, με τίτλο «Τα Πάτρια» – επιμελεία των ακαδημαϊκών Γ. Χατζιδάκη, Κ. Ζησίου και του δημοσιογράφου Ι. Δαμβέργη – που κυκλοφορούσε τότε σε 20.000 δωρεάν αντίτυπα και που έφθανε και στην Αργεντινή! Το 1924 ιδρύθηκε η ομογενειακή εφημερίδα «Πατρίς», στο Μπ. Άυρες, από τον Γ. Παρασκευαΐδη (και είτα δ/ντή τον Αθ. Βαϊρακλιώτη). Μετά, ο πρέσβυς της Ελλάδος στο Μπ. Άυρες, Βασ. Δενδραμής, ίδρυσε την εφημερίδα «Ελλάς» (με δ/ντές τον Δημ. Λογοθέτη, έως το 1956, την θυγατέρα του Ελένη και είτα τον Λεων. Τριανταφυλλίδη). Το 1958 ιδρύθηκε η εφημερίδα «Νότιος Αμερική», από την Πολ. Μποσκαΐνου και ο «Ελληνισμός» από τον Δημ. Ρούτση.
Γι’ αυτό ο Αργεντινός εθνικός ποιητής και ένας των σημαντικότερων ποιητών της Ν. Αμερικής, που ήταν και μέλος του Αργεντινού Κοινοβουλίου Αντράντε Ολεγκάριο (1841-1882), ο οποίος ύμνησε τις ομορφιές της πατρίδος του, έγραψε έργα εμπνευσμένα από την Ελλάδα («Ατλαντίς», 1881 και «Προμηθεύς», 1877), στα οποία εκφράζει τους πόθους των λαών της Λατ. Αμερικής. Ενώ ένα από τα ωραιότερα γλυπτά έργα-δημόσια μνημεία που ευρίσκονται στην Αργεντινή, είναι ο «Θνήσκων Κένταυρος», έργο του Γάλλου γλύπτου Μπουρντέλ.
Η Αργεντινή συνδέεται και με την Θράκη, κυρίως δια μέσου του ιδιοφυούς επιχειρηματία και ευπατρίδη, Ευγένιου Ευγενίδη (εκ Διδυμοτείχου) ο οποίος – μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο – συνέδεσε ατμοπλοϊκώς την Νότιο Αφρική με την Νότιο Αμερική! Εν τέλει, εγκαταστάθηκε στην Αργεντινή, απ’ όπου ο οξυδερκής επιχειρηματίας διείδε το ισχυρό μεταναστευτικό ρεύμα κι εστράφη στην ναυτιλία των υπερωκεανίων.
Και ο δις βραβευμένος με Όσκαρ Αργεντινός συνθέτης Γκουστάβο Σανταολάγια, δήλωσε: «Προσωπικά νοιώθω την ύπαρξη μιας υπόγειας σύνδεσης μεταξύ Ελλάδος-Αργεντινής, μεταξύ των δύο πολιτισμών. Νοιώθω πως η μουσική μας συγγενεύει κάπως με την δική σας και την συγγένεια την εντοπίζω ανάμεσα στο τάνγκο και στο ρεμπέτικο… Ίσως να υπάρχουν κοινές πηγές. Οι μουσικές και των δύο είναι πιο συναισθηματικές, κάπως σκοτεινές και θλιμμένες, και τα δύο ιδιώματα αντιμετωπίζουν με τον ίδιο τρόπο την μελαγχολία. Υπάρχει ένα περίεργο αίσθημα κενότητος που δεν μπορώ να το περιγράψω. Μου αρέσει ο Μ. Θεοδωράκης, ενώ παλαιότερα ήμουν φανατικός των Aphrodite’s Child του Β. Παπαθανασίου. Ο δίσκος τους “666″ είναι από τους αγαπημένους μου. Μου αρέσουν επίσης πολύ τα ρεμπέτικα. Στην συλλογή των οργάνων μου έχω – εννοείται – και το μπουζούκι. Εάν το χρησιμοποιούσα στην ταινία, θα το έπαιζα βέβαια με τον δικό μου τελείως διαφορετικό τρόπο» – βλ. σχ. εφημ. «Εποχή», Ιούνιος 2009.
Στο σημείο αυτό, καλό είναι να θυμηθούμε πως στα εθνικά μουσικά όργανα της Αργεντινής, ανάμεσα στο τύμπανο κάγια, τον καλαμένιο αυλό, τον κοκκαλένιο αυλό (κουένα), τον ευθύαυλο (μια πεντάμετρη σάλπιγγα, που λέγεται έρκε ή ερκέντχο ή τρουτρούκα), συγκαταλέγεται και ο αυλός του Πανός, που στην τοπική λέγεται «σίρου» ή «αντάρα».
Η ελληνική κοινότητα του Μπ. Άυρες από το 1911 είχε εκκλησία, σχολείο και νοσοκομείο! Στην απογραφή του 1963 οι Έλληνες της Αργεντινής ήσαν 43.000 (η πολυπληθέστερη εθνότητα μετά τους εντοπίους, τους Ιταλούς και τους εβραίους). Την δεκαετία του 1950-60 ο ελληνικός πληθυσμός αυξανόταν συνεχώς. Ζούσε κυρίως σε 8 κοινότητες (οι παλαιότερες: Δυο στο Μπ. Άυρες, μια στο Βερίσσο και μια στο Ρεμέντιος ντε Εσκαλάντα), είχε αναπτύξει 21 κοινωφελείς οργανώσεις, εκκλήσιαζόταν σε 6 εκκλησιές και λειτουργούσε 5 σχολεία! Σήμερα, ο απόδημος ελληνισμός στην Αργεντινή υπολογίζεται σε 20.000 ανθρώπους. Η δε δρ. Χρ. Τσαρδίκου (πρόεδρος του «Νόστος» Μπ. Άυρες) δημιούργησε έδρα Ελληνικών Σπουδών σε μεγάλο πανεπιστήμιο της αργεντίνικης πρωτεύουσας. Το 2009 η Ένωση Συγγραφέων Αργεντινής έδωσε το α΄ διεθνές Βραβείο Λογοτεχνίας στην Ελλάδα και στον Πέτρο Κασιμάτη, κατά τον διεθνή διαγωνισμό «Ο Ελληνισμός και ο Μέγας Αλέξανδρος», που πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με την ελληνική πολιτιστική οργάνωση «Νόστος».
Πηγή: Himara.gr | Ειδήσεις απ' την Βόρειο Ήπειρο
Πηγή: Himara.gr | Ειδήσεις απ' την Βόρειο Ήπειρο
ΠΗΓΕΣ:
1.Γκαλεάνο Εδ. «Πηγές από Μνήμες Φωτιάς – Τα πρόσωπα και οι μάσκες», μτφρ. Ισμ. Κανσή, εκδ. «Εξά¬ντας», 1987.
2.Δαμηλάκου Μ. «Έλληνες μετανάστες στην Αργεντινή (1900-1970): Διαδικασίες συγκρότησης και μετασχηματισμοί μιας μεταναστευτικής κοινότητας»,
3.Ιστορικό Αρχείο Εμπορικής Τράπεζας της Ελλάδος, 2004.
4.Εθνική Ελληνική Επιτροπή Διεθνούς Εμπορικού Επιμελητηρίου «Αργεντινή-Χιλή από οικονομικής απόψεως», Αθήναι, 1961.
5.Καμηλιέρης Σπ. «Το γενικόν εμπόριον της Αργεντινής Δημοκρατίας και η οικονομική εξέλιξις της χώρας κατά τα τελευταία έτη», Μπ. Άυρες, 1938.
6.Κατσόμαλος Β. «Αργεντίνα, Χιλή-Ουρουγουάη-Βραζιλία και οι Έλληνες», Μπ. Άυρες, 1972.
7.Κουτάντος Δημ. «Λέξεις που μυρίζουν θάλασσα (Ελληνικές λέξεις στα πορτογαλικά)».
8.Λεκάκης Γ. «Ήπειρος, η γωνιά που πέτρωσε στο 5…», βιβλίο (620 σελίδων), το οποίο κυκλοφόρησε μαζί με 4 CDs με ηπειρώτικη μουσική και ένα Cdrom.
9.Έκδ. RiA Music & Multimedia Education Engineering (εκδ. «Πολυμέσα Εκπαιδευτική Μηχανική»), 1998. Του ιδίου: «Ο Τύπος την εποχή Πλάτωνος Δρακούλη», εισήγηση στο συνέδριο για τον Πλ. Δρακούλη, που έγινε στην Ιθάκη, το 2009.
10.Πετρίδης Ζ. Π. «Οδύσσεια – Μια ναυτική εποποιία προϊστορικών Ελλήνων εις την Αμερικήν», 1994.
11.Ποιμενίδης Κ. Ι. «Συνοπτική εικών της Αργεντινής Δημοκρατίας», εν Αθήναις, 1926.
12.Τρακάδα Κυρ. «Αγαπημένη μου Αργεντινή-Από την Παταγονία στη Σάμο με αγάπη», εκδ. «Νοσταλγία», 2010. Της ιδίας «Μπόκα-τζούνιορ-Αιγαίο: Αυτά που μας ενώνουν».
13.Τριανταφυλλίδης Μαν. «Έλληνες της Αμερικής», 1952.
14.Χουρμουζιάδης Γ. “La cultura de Grecia”, Μπουένος Άυρες Αργεντινή, 1972.
15.Χρηστοφής Χρ. «Η Αργεντινή δημοκρατία και το ελληνικό εμπόριον υπό έποψιν ναυτιλίας, μεταναστεύσεως, συναλλαγών», εν Αθήναις, 1991.
16.“Grecia-datos informativos sebu su economia nauonal con la Republica Argentina”, Μπ. Άυρες, 1936.
Πηγή: Himara.gr | Ειδήσεις απ' την Βόρειο Ήπειρο
ΚΟΝΤΡΑ ΣΤΟΥΣ ΠΡΟΔΟΤΕΣ ΕΜΕΙΣ ΘΑ ΣΥΝΕΧΙΣΟΥΜΕ ΝΑ ΤΟΥΣ ΤΗΝ ΜΠΑΙΝΟΥΜΕ : ΑΓΝΩΣΤΟΙ ΗΡΩΕΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ : ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΡΑΦΤΟΠΟΥΛΟΣ, Ο 12ΧΡΟΝΟΣ ΠΟΥ ΠΟΛΕΜΗΣΕ ΣΤΟΝ Α' ΒΑΛΚΑΝΙΚΟ ΠΟΛΕΜΟ. ΤΟΝ ΣΥΝΕΛΑΒΑΝ ΟΙ ΒΟΥΛΓΑΡΟΙ ΚΑΙ ΑΠΕΔΡΑΣΕ ΑΦΟΥ ΣΚΩΤΩΣΕ ΤΡΕΙΣ ΦΡΟΥΡΟΥΣ. ΣΤΑ 13 ΤΟΥ ΕΓΙΝΕ ΔΕΚΑΝΕΑΣ.
Ο Γεράσιμος Ραφτόπουλος υπήρξε ο νεότερος υπαξιωματικός στην ιστορία των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων. Με μπόι που δεν ξεπερνούσε τα 140 -150 εκατοστά, κάτι που τον δυσκόλευε ακόμα και να ανέβει στο άλογό του, απέδειξε ότι η γενναιότητα και το θάρρος δεν έχουν να κάνουν με την ηλικία. Γεννήθηκε στο Φισκάρδο της Κεφαλλονιάς το 1900. Μόλις ξέσπασε ο Α΄Βαλκανικός έφυγε απ το νησί του με προορισμό τον Πειραιά και απώτερο σκοπό να υπηρετήσει την πατρίδα.
Εθελοντής ετών 12
Το 12χρονο παιδί αντιμετωπίστηκε ειρωνικά στην αρχή αφού σύμφωνα με τους αρμόδιους «ο πόλεμος είναι μόνο για άντρες».
Ο μικρός Γεράσιμος δεν πτοήθηκε. Θα πετύχαινε το σκοπό του με άλλο τρόπο. Έτσι βγήκε από το κτίριο και πήγε αμέσως στο σταθμό των τρένων, τα οποία γεμάτα φαντάρους και εφόδια έφευγαν για το μέτωπο. Μικρόσωμος καθώς ήταν κατάφερε να μη γίνει αντιληπτός από τους φρουρούς και κάτω από τα μάτια τους μπήκε σε ένα βαγόνι γεμάτο στρατιώτες.
Προορισμός του η Λάρισα και το 18ο Σύνταγμα Πεζικού της IV Μεραρχίας. Μπήκε στη σειρά και παρουσιάστηκε κι εκείνος στον Διοικητή. Εκείνος γέλασε αλλά τελικά τον πήρε ως «παιδί του Συντάγματος». Αφού ο μικρός ήθελε τόσο πολύ να πολεμήσει θα τον έβαζαν να κάνει ανώδυνες βοηθητικές εργασίες, όπως να μεταφέρει διαταγές, να γράφει επιστολές, να κάνει δουλειές κλητήρα και ό,τι άλλο δεν έθετε σε κίνδυνο τη ζωή του. Όμως ο μικρός είχε άλλα σχέδια στο μυαλό του και κυρίως να αποδείξει ότι ο ρόλος του δεν ήταν διακοσμητικός.
Ο μικρός ήρωας στη μάχη της Ελασσόνας
Το βάπτισμα του πυρός το πήρε στη μάχη της Ελασσόνας. Όλοι εντυπωσιάστηκαν με το 12χρονο ήρωα που πολέμησε με θάρρος, τόλμη και αποφασιστικότητα σαν έμπειρος στρατιώτης. Το λάφυρο που πήρε πολεμώντας ήταν ένα όπλο τύπου «Μαρτίνι».
Στη μάχη στο Σαραντάπορο
Στη συνέχεια πολέμησε στην κρίσιμη μάχη του Σαραντάπορου. Οι ελληνικές δυνάμεις, μετά από ισχυρή αντίσταση των τουρκικών δυνάμεων, πέτυχαν μια σημαντική νίκη που άνοιξε το δρόμο για την απελευθέρωση της Μακεδονίας. Η νικηφόρα έκβαση της Μάχης του Σαρανταπόρου, ανύψωσε το ηθικό του Ελληνικού Στρατού, που ήταν χαμηλό μετά την ήττα του 1897. Για το θάρρος του στη μάχη αυτή, ο μικρός Γεράσιμος πήρε δώρο ένα όπλο Manlicher-Schonauer.
Στη μάχη Κιλκίς -Λαχανά, το 1913, η τύχη δεν ήταν με το μέρος του.
Ήταν μια μάχη σώμα με σώμα. Οι ελληνικές απώλειες υπήρξαν μεγάλες. Λόγω του λοφώδους και γυμνού εδάφους της περιοχής, οι Έλληνες στρατιώτες ήταν διαρκώς εκτεθειμένοι στα εχθρικά πυρά. Η ελληνική νίκη ήταν σπουδαία, αλλά το κόστος σε ανθρώπινες ζωές ήταν μεγάλο. Οι νεκροί και οι τραυματίες ανήλθαν σε 8.828 άνδρες.
Ο μικρός συνελήφθη αιχμάλωτος από τους Βούλγαρους. Δεν φοβήθηκε όμως και κυρίως δεν πτοήθηκε. Ένα βράδυ κατάφερε να σκοτώσει τρεις Βούλγαρους από το απόσπασμα και να δραπετεύσει.
Εξαφανίστηκε μέσα στη νύχτα και επέστρεψε στο στρατόπεδο.
Επιστρέφοντας βρήκε έναν τραυματισμένο εύζωνα και τον μετέφερε, σώζοντάς τον από βέβαιο θάνατο.
Για την ανδρεία του προήχθη στο βαθμό του δεκανέα στις 28η Αυγούστου του 1913 σε ηλικία 13 ετών.
Ήταν ο μοναδικός 13χρονος δεκανέας της ελληνικής ιστορίας!
Δυστυχώς κανείς δεν έμαθε τι απέγινε ο μικρός ήρωας....
ΑΓΝΩΣΤΟΙ ΗΡΩΕΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ : ΛΟΥΚΑΣ ΝΟΤΑΡΑΣ, Ο ΜΑΡΤΥΡΑΣ ΤΗΣ ΑΛΩΣΕΩΣ ΠΟΥ ΠΡΟΤΙΜΗΣΕ ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟ ΑΝΤΙ ΝΑ ΠΑΡΑΔΩΣΕΙ ΤΟΝ ΔΕΚΑΤΕΤΡΑΧΡΟΝΟ ΓΙΟ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΑΣΕΛΓΕΙΑ ΤΟΥ ΣΟΥΛΤΑΝΟΥ - ΖΗΤΗΣΕ ΝΑ ΘΑΝΑΤΩΘΕΙ ΠΡΩΤΑ Ο ΓΙΟΣ ΤΟΥ ΚΑΙ ΕΠΕΙΤΑ Ο ΙΔΙΟΣ
Κάθε που ζύγωνε 29 Μαΐου ο Γερο-Ζαχαρίας δεν είχε αναπαμό. Έπρεπε να ετοιμάσει το στάρι για το κόλλυβο των «Μαρτύρων της Άλωσης». Ξάκρινε το καθαρό σπυρί – σπυρί και το ‘βαζε να βράσει ήσυχα μέχρι ν’ ανοίξει σαν το ρόδο. Ύστερα το στέγνωνε κι έπιανε κατόπιν να το στολίζει χωρίς βιάση. Μάστορας δουλεμένος στην Αγιογραφία, έπιανε το χέρι του. Πάνω στη χιονάτη ζάχαρη θά ‘φτιαχνε το δικέφαλο αετό μέσα σε στολίδια απίστευτα.
«Μνήσθητι Κύριε ως αγαθός των δούλων Σου… », μονολογούσε και τα δάκρυα του τρέχανε ποτάμι.
Μετά τη λειτουργία γίνηκε το τρισάγιο για τους κεκοιμημέμηνους». Κι άμα ο γέρο-Τρύφωνας πήρε να λέει το “ αιωνία η μνήμη” ο Γερο-Ζαχαρίας σήμανε μονοκάμπανο λυπητερό όπως αρμόζει. Μετά πήρε το δίσκο κι άρχισε να μοιράζει το στάρι. Πρώτα στους πατέρες, έπειτα στους λαϊκούς. Αμάθητοι οι ξένοι από τέτοια έθιμα τον ρώτησαν για όλα τούτα τα παράδοξα.
.
Ο Γερο-Ζαχαρίας τους πήρε παράμερα στο μεγάλο χαγιάτι κι άρχισε να τους μιλάει για τη Μεγάλη Τρίτη του 1453, για το κούρσεμα της Πόλης και τη θυσία του τελυταίου αυτοκράτορα. Ένιωθε χρέος ο σεβαστός Γέροντας να τους μνημονεύει όλους μέσα στη Θεία Λειτουργία και να μιλά γι’ αυτούς σ’ όσους ρωτούσαν να μάθουν.
Κάθε τόσο ο παππούς έκοβε τη διήγηση στη μέση καθώς η φωνή τσάκιζε από το κλάμα. Μα εκεί που βαλάντωνε ο γέροντας ήταν όταν μιλούσε για την ιστορία του άρχοντα Λουκά του Νοταρά που κρύφθηκε ή θυσία του, γιατί τη σκέπασε εκείνη του Παλαιολόγου.
.
– Το λοιπόν… είπε ό Γερο-Ζαχαρίας. Μετά το τριήμερο κούρσεμα της Πόλης και τη μοιρασιά των λαφύρων, ο σουλτάνος έκανε συμπόσιο για τη νίκη. Κάποιος τότε μπιστικός του για να φανεί καλός, τον συμβούλεψε να ζητήσει από το Νοταρά να του στείλει πεσκέσι το δεκατετράχρονο γιο του στο παλάτι. Κι αν τον έδινε με τη θέληση του, θα ‘δινε ο Σουλτάνος στο Νοταρά θέση ζηλευτή. Αλλιώς θα παίρνε σ’ όλους το κεφάλι.
Ποιος ήταν ο Λουκάς ο Νοταράς; Ήταν ο πρώτος Βυζαντινός άρχοντας, από τις πιο μεγάλες μορφές στα τελευταία ελεύθερα χρόνια της Βασιλεύουσας.
Με ψυχή παιδιού, μα φρόνημα λιονταρίσιο. Ο Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος κρίνοντας άξια, τον έκαμε Πρωθυπουργό, Ύπατο του Κράτους, λειτουργό και Μέγα Δούκα. Νους λαμπερός ο Νοταράς είχε δει νωρίς τη λατινική απειλή και αντιστάθηκε σθεναρά.
..
Τώρα ο γίγαντας αυτός ήταν φυλακισμένος.
Ο Νοταράς στην Άλωση φρουρούσε τον Κεράτιο από το Πετρίο μέχρι την πύλη της Αγίας Θεοδοσίας, με 100 Ιππείς και 500 σφενδονήτες και τοξότες. Οι Τούρκοι είχαν μπει στην Πόλη, μα εκείνος αγωνιζόταν ακόμη. Και σαν τον κύκλωσαν ήρθε η αιχμαλωσία. Οι δυο γιοι του είχαν πέσει στα τείχη υπερασπίζοντας τον τόπο κι εκείνος πιάστηκε αιχμάλωτος μαζί με την Κυρά του, την κόρη, τον γαμπρό του κι ελπίδα στερνή το δεκατετράχρονο βλαστάρι του.
.
Και τώρα τούτο το αγγελούδι του το ζητούσε ο σουλτάνος.
– Δεν είναι συνήθεια σε μας, απάντησε ο Βυζαντινός άρχοντας, να δίνουμε με τα χέρια μας τα παιδιά μας στις ακολασίες σας. Θα ήταν καλύτερα ο ηγεμόνας να μας πάρει το κεφάλι.
Ο Νοταράς έστρεψε στοργικά το βλέμμα του στο παιδί του που στεκόταν ήρεμο, γεμάτο εμπιστοσύνη και σεβασμό προς τον πατέρα του. Η σκέψη του άρχοντα έτρεξε μακριά. Καμάρωσε το γιο του μικρό και τον φανταζότανε μεγάλο. Μα δεν γινόταν αλλιώς. Για νά ‘ναι σίγουρος πως το παιδί του θα φύγει ακηλίδωτο, ζήτησε το πρώτο αίμα να είναι του γιου του.
.
Ο πέλεκυς έπεσε. Ο Νοταράς στάθηκε μάρτυρας στο θάνατο του γιου του! Ακολούθησε ο γαμπρός του. Κι υστέρα εκείνος. Έλυσε την ασημένια πόρπη της χλαμύδας και πρότεινε περήφανα τον τράχηλο που στιγμή δεν είχε σκύψει στη ζωή του!
Η φύτρα των Νοταράδων πέρασε στον Παράδεισο.
Οι προσκυνητές στο άκουσμα της ιστορίας σταυροκοπήθηκαν. Ταπεινά φίλησαν το σεβάσμιο χέρι του Γέροντα κι έφυγαν.
Κι ο παππούλης πήρε δύο σπυριά για να συχωρέσει. Ο Θεός να σας αναπαύσει, αδέλφια μου, είπε.
ΑΓΝΩΣΤΟΙ ΗΡΩΕΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ : Ο Εφ.ΑΝΘΥΠΟΛΟΧΑΓΟΣ ΚΑΤΑΔΡΟΜΩΝ ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΚΑΙ Η ΕΝ ΨΥΧΡΩ ΔΟΟΦΟΝΙΑ ΤΟΥ ΤΟ 1974 ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ
Ο ήρωας του 1974 Εφ. Ανθυπολοχαγός Καταδρομέας της 33ης Μοιρας Αντώνιος Αντωνίου
Με την επιστροφή του από στρατόπεδο των Καταδρομέων στην Ρεντίνα της Μακεδονίας, ο Ανθυπολοχαγός Αντωνίου Αντώνιος δεν άργησε να κληθεί στο καθήκον για την πατρίδα.
Με το ίδιο χιτώνιο που φορούσε στην σχολή , πήγε στην μάχη , πολέμησε και έπεσε ηρωικά μαχόμενος ενάντια στον Τούρκο εισβολέα της Κύπρου το 1974.
36 χρόνια μετά τα ιερά οστά του Αξιωματικού Καταδρομέα παραδόθηκαν στην οικογένεια, ενώ μαζί τους βρέθηκε και το χιτώνιο του με εμφανείς τις πισώπλατες σφαίρες που δέχθηκε ο γενναίος Ανθυπολοχαγός.
Σύμφωνα με στοιχεία που υπάρχουν, ο Αντωνίου τραυματίστηκε στην λεκάνη από πολυβόλο όπλο και πιάστηκε ζωντανός απ τον εχθρό. Οδηγήθηκε σε περιοχή παρα το Γ.Σ Πράξανδρος στην Κερύνεια.
Εκεί ο εχθρός αφού έστησε ένα εκτελεστικό απόσπασμα δολοφόνησε πολλούς Ελληνοκύπριους Στρατιώτες, μεταξύ αυτών και τον Ανθυπολοχαγό της 33 Μ.Κ Αντώνιο Αντωνίου.
Στον ίδιο ομαδικό τάφο ανευρέθησαν άλλοι 38 Ελληνοκύπριοι..
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιό σας ή κάνετε την αρχή σε μία συζήτηση
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.