Γιατί είναι σημαντική η ανασκαφή κοντά στο Ποντολίβαδο και τι αναμένεται από την φετινή ανασκαφική περίοδο; Απαντήσεις δίνει στο «Χ» ο Διευθυντής των ανασκαφών Δρ. Στρατής Παπαδόπουλος, Έφορος Αρχαιοτήτων του Υπουργείου Πολιτισμού.
ΓΡΑΦΕΙ Ο ΘΕΟΔΩΡΟΣ AN. ΣΠΑΝΕΛΗΣ
Η Πίστυρος τείνει να αναδειχθεί στο νεώτερο αρχαιολογικό κόσμημα της περιοχής της Καβάλας, αλλά και μια πόλη ιδιαίτερα σημαντική – κυρίως λόγω της οικονομικής της δραστηριότητας – η οποία της έδωσε πλούτο και ισχύ πολλούς αιώνες πριν αναδυθούν στο προσκήνιο της ιστορίας οι Φίλιπποι. Είναι μια πόλη-εμπόριο, πιθανόν αποικία των Θασίων, η οποία γεννήθηκε και αναπτύχθηκε σχεδόν ταυτόχρονα με την αρχαία Νεάπολη. Ωστόσο, στην περίπτωση της Πιστύρου έχουμε το πολύ σημαντικό πλεονέκτημα ότι δεν υπήρξε εκτεταμένη οικοδόμηση μετά τους ρωμαϊκούς ελληνιστικούς χρόνους, ώστε να χαθούν πολύτιμες πληροφορίες. Εξαιτίας αυτού πιστεύουμε ότι η Πίστυρος μπορεί να μας δώσει στοιχεία που ίσως φωτίσουν και το παρελθόν της Καβάλας, το οποίο είναι θαμμένο – ίσως για πάντα – κάτω από την συνοικία της Παναγίας. Αυτό που διακρίνουν οι μελετητές αυτή τη στιγμή είναι ότι το πόλισμα αυτό δίπλα στο Ποντολίβαδο ήταν ένα εμπορικό κέντρο – θησαυροφυλάκιο, που προστάτευε μια ελίτ με τον πλούτο της.
Η εντυπωσιακή πύλη με τους δύο πύργους από την νότια πλευρά της πόλης. Είναι η είσοδος επικοινωνίας με το λιμάνι της Πιστύρου.
Γιατί είναι σημαντική η Πίστυρος;
Η Πίστυρος είναι μία από τις ελάχιστες ανασκαφές στον βορειοελλαδικό χώρο που κρίθηκε ως συστηματική από το ΥΠΠΟ το 2014. Αυτό συνέβη επειδή είναι μια μοναδική πόλη, η οποία αν και έχει μικρή έκταση, μόλις 15 στρέμματα, έχει εξαιρετική τοιχοδομία και μοναδική οχύρωση, τέτοια που μόνο μεγάλα αστικά κέντρα διαθέτουν, όπως για παράδειγμα η Θάσος. «Είναι μια πόλη με μεγάλες ποσότητες μεταλλευμάτων, κάτι που δηλώνει ότι βρίσκεται σε στενότατη σχέση με τα μεταλλεία των βουνών της Λεκάνης. Η παρουσία τόσων μεταλλευμάτων υποδεικνύει ότι έχουμε να κάνουμε με ένα πολύ ισχυρό οικονομικά οικισμό που έχει ως βασική στρατηγική την επεξεργασία των μεταλλευμάτων. Φροντίζει επίσης να δημιουργεί μια ισορροπία ανάμεσα στους ντόπιους θρακικούς πληθυσμούς και τους θαλάσσιους που φτάνουν εδώ, όπως είναι αυτοί της Θάσου, της Αθήνας, των νησιών του Αιγαίου και της Ιωνίας καθώς προϊόντα όλων αυτών των περιοχών μεταφέρονται στο λιμάνι της» μας τονίζει ο διευθυντής της ανασκαφής Στρατής Παπαδόπουλος, ο οποίος ιδιαίτερα πρόθυμος αναλαμβάνει να μας «μυήσει» στα μυστικά που κρύβει η Πίστυρος. «Είναι δηλαδή ένα μεγάλο εμπορικό κέντρο το οποίο κυριαρχεί κατά τους αρχαίους χρόνους, στην περιοχή από την Νεάπολη μέχρι τον Νέστο καθώς δεν έχουμε μέχρι σήμερα εντοπίσει άλλη ισοδύναμη πόλη ή πόλισμα. Δεν έχουμε δηλαδή σε αυτή την περιοχή, κάτι που να έλκει σε τέτοιο βαθμό τα βλέμματα ειδικών και μη, τόσο για τα εντυπωσιακά τείχη και τα ευρήματά της όσο και για την οικονομική της ακμή καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής της. Πρέπει να σημειώσουμε ότι η Πίστυρος είναι πολύ κοντά στην Εγνατία οδό και παλαιότερα στην βασιλική οδό από την οποία πέρασαν πολλοί στρατοί, είτε του Ξέρξη με κατεύθυνση από την Ανατολή προς τη Δύση είτε του Μεγάλου Αλεξάνδρου προς την αντίθετη κατεύθυνση. Όλα αυτά δίνουν ένα ιδιαίτερο στίγμα» προσθέτει ο κ. Παπαδόπουλους.
«Επίσης είναι σημαντικό ότι πέραν των Φιλίππων που αποτελούν πλέον μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς, το ανατολικό τμήμα της Περιφερειακής Ενότητας Καβάλας δεν διαθέτει σήμερα άλλον αρχαιολογικό χώρο που να είναι τόσο «έτοιμος» για ανάδειξη, άμεση επισκεψιμότητα, και οργανωμένα εκπαιδευτικά προγράμματα για σχολεία. Η Πίστυρος, πιστεύουμε ότι κάτω από συγκεκριμένες προϋποθέσεις που σχετίζονται με την χρηματοδότηση των εργασιών ανασκαφής, εκπόνησης μελετών και ανάδειξης, από ευρωπαϊκά προγράμματα και χορηγίες, μέσα σε λίγα χρόνια μπορεί να αναδειχθεί σε όλο της μεγαλείο. Επιπλέον να υπογραμμίσουμε ότι ο χώρος είναι του δημοσίου, έχει απαλλοτριωθεί τη δεκαετία του ’80 και δεν απαιτούνται δαπάνες της ελληνικής πολιτείας σχετικές με το ιδιοκτησιακό καθεστώς και τις δυνατότητες ανάδειξης.
Μάλιστα ο κ. Παπαδόπουλος μας εξομολογείται ότι από πολύ νωρίς του είχε τραβήξει την προσοχή του η Πίστυρος υπογραμμίζοντας ότι επισκεπτόταν συχνά το χώρο και πάντα τον εντυπωσίαζε η εξαιρετική του οχύρωση που ήταν ορατή μετά το 1971, όταν η κ. Χάιδω Κουκούλη-Χρυσανθάκη αποκάλυψε την βορειοανατολική της γωνία. ‘Εκτοτε όμως ο χώρος είχε ‘αφεθεί στην τύχη του’, σπανίως καθαριζόταν από τη βλάστηση και ουδέποτε είχε γίνει προσπάθεια ανάδειξής του. Αν και ο ίδιος είναι προϊστοριολόγος, αποφάσισε να παραμερίσει τα ειδικά επιστημονικά του ενδιαφέροντα αντιλαμβανόμενος τη σημασία της ανασκαφής και ανάδειξης αυτού του πολίσματος.
Σύμφωνα με την αρχαία γεωγραφία της περιοχής, στο δυτικό τμήμα κυριαρχούν σημαντικές πόλεις, όπως η Γαληψός, ο Φάγρητας, η Ηιόνα, η Πέργαμος, στο κεντρικό ο έλεγχος ανήκει κατά πρώτον λόγο στην Νεάπολη και μετά στους Φιλίππους, με διάφορες μικρότερες πόλεις να συνθέτουν την εικόνα, Δάτον, Σκάβαλλα και Σκαπτή Ύλη, στο ανατολικό τμήμα όμως και μέχρι τον ποταμό Νέστο κυριαρχεί η Πίστυρος. Η πόλη που ανασκάπτεται όμως δίπλα στην αρχαία Εγνατία κοντά στον χωριό του Ποντολιβάδου, είναι η Πίστυρος που περιγράφει πρώτος ο Ηρόδοτος, στην εξιστόρηση των περσικών πολέμων ή όχι; Το θέμα απασχόλησε την εισήγηση των μελετητών της ανασκαφής στο φετινό ΑΕΜΘ, το ετήσιο συνέδριο για το αρχαιολογικό έργο στη Βόρεια Ελλάδα, όπου παρουσιάστηκαν τα στοιχεία που δηλώνουν ότι όντως η πόλη που αυτή τη στιγμή ανασκάπτεται είναι, είναι πιθανότατα η αρχαία Πίστυρος. Το «πιθανότατα» έχει να κάνει με το γεγονός ότι οι ιστορικές πηγές συγκλίνουν σε αυτό το συμπέρασμα, αλλά δεν έχουν προκύψει ακόμη εκείνα τα ευρήματα, κυρίως επιγραφές, σφραγίσματα ή νομίσματα που να το επιβεβαιώνουν.
Ακόμη λοιπόν δεν έχει βρεθεί η οριστική απόδειξη και αυτό δεν είναι εύκολο να συμβεί, εφόσον η ανασκαφή βρίσκεται ακόμη στα επάνω, τα νεότερα δηλαδή στρώματα, της πόλης των ύστερων ελληνιστικών χρόνων και όλα δείχνουν η ιστορία της διατρέχει πολλούς αιώνες πίσω που φτάνουν μέχρι τον 7ο αιώνα π.Χ. και ενδεχομένως και μέχρι την εποχή του Σιδήρου.
Επάνω στα αρχαία τείχη είνια εμφανή τα αρχαία “γκράφιτι” με τα ονόματα, τα οποία συνοδεύει ένα μυστήριο για το τι ρόλο εξυπηρετούσε η αναγραφή τους
Τα αρχαία ‘γκράφιτι’
Από πού προκύπτει ότι η ίδρυση της πόλης – εμπορίου συνδέεται με τον εποικισμό της Θασιακής Περαίας από τους Θασίους; Μια σημαντική ένδειξη είναι το εντυπωσιακό μαρμάρινο τείχος κατασκευασμένο από το λευκό μάρμαρο της Θάσου. Επίσης οι μεγάλοι αριθμοί θασιακών αμφορέων κρασιού και τα ενσφράγιστα θασίτικα κεραμίδια.
Αν γυρίσουμε νοερά τουλάχιστον 26 αιώνες πίσω, και ρίξουμε το βλέμμα μας εδώ στην περιοχή, θα δούμε μια εντυπωσιακή οχυρωματική κατασκευή από λευκό μάρμαρο, ύψους τουλάχιστον 6 μέτρων να υψώνεται επάνω στον πεδινό παραθαλάσσιο – παραλίμνιο χώρο της λιμνοθάλασσας με το όνομα Κύστιρος στις εκβολές του Νέστου. Εμπόρια προφανώς υπήρχαν αρκετά στην ακτογραμμή από το Νέστο μέχρι τον Στρυμόνα, αλλά μέχρι σήμερα δεν έχει βρεθεί άλλο με τόσο μεγάλη και εντυπωσιακή οχύρωση. Κι όχι μόνο αυτό. Το τείχος στην εξωτερική του όψη είναι γεμάτο από αρχαία ‘γκράφιτι’. Υπάρχουν πάρα πολλές επιγραφές ονομάτων, τόσες πολλές που το θέμα έχει τραβήξει το ενδιαφέρον των ειδικών. Ειδικά το ανατολικό σκέλος των τειχών, όπως μας υπέδειξε ο κ. Παπαδόπουλος, φιλοξενεί το μεγαλύτερο αριθμό ονομάτων επάνω στους μαρμάρινους δόμους. Τι εξυπηρετούσε αυτή η χάραξη δεν είναι σαφές και διευκρινισμένο. Μήπως ικανοποιούσε την ματαιοδοξία των χορηγών της οχύρωσης της πόλης, όσων δηλαδή ήταν οι ευεργέτες που φρόντιζαν για την άμυνα και την ασφάλεια της; Μήπως είναι ονόματα πολεμιστών που έπεσαν υπερασπιζόμενοι τον πλούτο και την θέση της πόλης ή απλώς τα ονόματα λατόμων και τεχνιτών; Πάντως το όνομα που θα συναντήσει ο επισκέπτης πιο συχνά από άλλα είναι του ΕΠΙΓ[ΕΝΗ] που έχει χαραχθεί σε πάρα πολλά σημεία του τείχους. Το ζήτημα αυτό είναι ένα από τα πολλά θέματα που απασχολούν την ανασκαφική ομάδα και με την πρόοδο των εργασιών ελπίζει να μας δώσει απαντήσεις
Το ύψος των μαρμάρινων τειχών έφτανε τα 6 μέτρα τουλάχιστον και διατηρούνται σε πολύ καλή κατάσταση στο μεγαλύτερο μέρος τους.
Το μαρμάρινο θησαυροφυλάκιο
Ποια ανάγκη όμως εξυπηρετούσε μια τόσο εντυπωσιακή και ισχυρή οχύρωση; Τι πολύτιμο είχε να προστατεύσει αυτή η πόλη; Τα σιτηρά, το κρασί, τα αγγεία και την ξυλεία που εμπορεύονταν οι θαλασσοπόροι της εποχής; Μάλλον όχι μόνο. Η απάντηση βρίσκεται στις τεράστιες ποσότητες από σκωρίες που κατακλύζουν κυριολεκτικά το εσωτερικό της πόλης. Ήδη υπάρχουν αρκετά ευρήματα από κλίβανους και μεταλλεύματα, αρκετά για να δηλώσουν ότι εδώ έχουμε ένα «χρηματιστηριακό κέντρο» της εποχής που διαπραγματεύεται όχι αέρα, μετοχών και ομολόγων αλλά χειροπιαστές αξίες: χρυσό, άργυρο, χαλκό, σίδηρο και μόλυβδο. Αυτά έδωσαν στην Πίστυρο μια μικρή πόλη–εμπόριο να έχει τη δομή μιας μεγάλης και ισχυρής πόλης. Βέβαια είναι άξιο απορίας το γεγονός ότι ενώ στην περιοχή αφθονεί η ασβεστολιθική πέτρα και με αυτή θα μπορούσε να έχει χτιστεί το τείχος, εντούτοις οι πρώτοι άποικοι «εισήγαγαν» μάρμαρο από τα λατομεία της Θάσου, θέλοντας με αυτό να χτίσουν όχι μόνο ένα στιβαρό και δυνατό οχυρωματικό έργο, αλλά και εντυπωσιακό για να προκαλεί την προσοχή στον γηγενή Θράκα πολεμιστή, ο οποίος ίσως να ένοιωθε δέος από μια τόσο μνημειακή και απρόσβλητη κατασκευή.
Όταν θα ολοκληρωθούν οι εργασίες πέριξ του τείχους, σε συνεργασία με το Δήμο Νέστου, ο επισκέπτης θα μπορεί να διατρέχει την εξωτερική περίμετρο της πόλης και να θαυμάζει το τείχος ύψους τουλάχιστον 6 μέτρων και πάχους 3 περίπου μέτρων, το οποίο -αξίζει να το επισημάνουμε- ότι σε πολλά του σημεία διασώζεται σχεδόν ακέραιο! Θα παρατηρεί ο επισκέπτης τους εντυπωσιακούς μαρμάρινους δόμους να ορθώνονται ψηλά, και θα βλέπει τους ισχυρούς, πολυώροφους τότε, πύργους σε καίρια σημεία της οχύρωσης. Όταν μάλιστα φτάνει στην νότια πλευρά θα περπατάει στην νοητή ακτογραμμή, εκεί όπου η λιμνοθάλασσα που μνημονεύει ο Ηρόδοτος και λίγο μακρύτερα το λιμάνι έβρεχαν το νότιο τείχος της πόλης. Ίσως γι αυτό το λόγο το νότιο σκέλος της οχύρωσης δεν διατηρεί την αρχαϊκή του φάση γιατί χρειάστηκε να επανακτισθεί πολλές φορές. Η σημερινή του εικόνα είναι του 4ου αιώνα π.Χ. , χτισμένο αμέσως μετά τα γεγονότα του μεγάλου εμφυλίου πολέμου, ανάμεσα στην Αθήνα και την Σπάρτη. Του πολέμου που έμεινε στην ιστορία ως Πελοποννησιακός και τον οποίο εξιστόρησε ο Θουκυδίδης, γράφοντας λίγο δυτικότερα από το σημείο της αρχαίας Πιστύρου, στην Σκαπτή Ύλη.
Ο επισκέπτης του χώρου μπορεί να εισέρχεται στην αρχαία πόλη από τη μεγάλη κεντρική πύλη που έχει έρθει στο φως το 2014, περπατώντας επάνω στο αρχαίο λιθόστρωτο δρόμο που συνέδεε την πόλη με το λιμάνι και από εκεί με όλα τα σημαντικά λιμάνια της αρχαίας εποχής. Στην ανασκαφή έχουν βρεθεί αγγεία από πολλές και σημαντικές πόλεις της αρχαιότητας που έφτασαν μέχρι εδώ: από τη Θάσο, τις Κυκλάδες, την Μικρά Ασία και την Αττική.
Τη μελέτη των υπολειμμάτων της επεξεργασίας των μετάλλων την έχει αναλάβει ο ειδικός αρχαιολόγος-αρχαιομέτρης Νεράτζης Νερατζής
Οι σκωρίες γράφουν την δική τους ιστορία
Η οικονομία της πόλης, όπως προαναφέραμε στηριζόταν στην μεταλλουργία. Τη μελέτη των υπολειμμάτων της επεξεργασίας των μετάλλων την έχει αναλάβει ο ειδικός αρχαιολόγος-αρχαιομέτρης Νεράτζης Νερατζής, ο οποίος αναζητεί όλα εκείνα τα στοιχεία που δομούν το παραγωγικό μοντέλο της πόλης, με επίκεντρο την μεταλλευτική δραστηριότητα. Όπως μας εξήγησε «υπάρχουν ίχνη πρωτογενούς και δευτερογενούς επεξεργασίας μέσα στην πόλη, κάτι που σημαίνει ότι υπήρχε η δυνατότητα κάλυψης όλου του φάσματος δραστηριοτήτων για την εξαγωγή των πολύτιμων και χρήσιμων μετάλλων. Από τα μέχρι τώρα στοιχεία προκύπτει ότι από την ίδρυση της πόλης μέχρι και τον 3ο αιώνα π.Χ, επίπεδο στο οποίο βρίσκεται η σκαπάνη της ανασκαφής σήμερα, η κύρια δραστηριότητας της πόλης ήταν η μεταλλουργία και σε αυτή την οφείλει τον πλούτο της.
Ξεκίνησε και φέτος η ανασκαφή
Η Μαρία Κορδαλή, είναι εκ των νέων αρχαιολόγων που είναι παρούσα από το ξεκίνημα της έρευνας το 2015. Ως φοιτήτρια τότε και ως απόφοιτος τώρα συνεχίζει να προσφέρει τις υπηρεσίες της. Έχει συμμετάσχει στο παρελθόν σε άλλες δύο ανασκαφές, στην Τούμπα Θεσσαλονίκης και στο Μολύκρειο Ναυπάκτου. Συμμετέχει και φέτος στην ανασκαφή έχοντας στον τομέα ευθύνης της την ανασκαφή του «κτιρίου με τα πήλινα δάπεδα» ενός πολύχωρου οικοδομήματος με πιθανό εργαστηριακό προορισμό. Στόχος της φετινής περιόδου είναι να αποκαλυφθεί πλήρως ο χώρος αυτός για να εξαχθούν στην συνέχεια από την μελέτη των ευρημάτων πιο συγκεκριμένα συμπεράσματα για τη λειτουργία του. Θεωρεί πολύ ενδιαφέρον ότι η ανασκαφή στην Πίστυρο, αφορά ένα πόλισμα–εμπόριο και γι’ αυτό το λόγο επέλεξε να έρθει και δεύτερη χρονιά και να μετέχει της ανασκαφής. «Σκάβοντας στο παρελθόν μπορείς να βρεις λύσεις για το μέλλον» σημειώνει η κα. Κορδαλή και προσθέτει «το να σκάβεις ένας πόλισμα, έναν οικισμό, μπορείς να βοηθήσει να σκεφτείς λύσεις ακόμη και για την καθημερινή σου ζωή, ας πούμε σε σχέση με το προσανατολισμό που έδιναν οι τεχνίτες τότε στα κτήρια προσδοκώντας στην εξοικονόμηση ενέργειας για την θέρμανση. Φαίνεται ότι παλαιότερα οι άνθρωποι έστησαν την ζωή τους επάνω στην παρατήρηση του περιβάλλοντος και έτσι απέκτησαν μια γνώση η οποία στην πορεία χάθηκε» σημειώνει δίνοντας το στίγμα της για το πώς προσεγγίζει την αρχαιολογία. Με καταγωγή από τις Μυκήνες και τα Ίσθμια, έβλεπε από μικρή αρχαιολόγους, οπότε την ενθουσιάζουν οι πρώτες εικόνες που έχει, στην συνέχεια την ελκύει η τέχνη και ο πολιτισμός, οπότε επιλέγει να σπουδάσει αρχαιολόγος και στοχεύει να εξειδικευτεί στην αρχαιομετρία γιατί έτσι πιστεύει ότι μπαίνεις στο μυαλό του αρχαίου δημιουργού!
Φεύγοντας από την Πίστυρο
Η Πίστυρος είναι μια πόλη – φρούριο που διέμενε η ελίτ της εποχής με τον πλούτο της, προερχόμενο από την εκμετάλλευση του μεταλλευτικού αποθέματος της περιοχής μας. Τι άλλο μπορεί να περιμένει κανείς από μια εντυπωσιακή συνέχεια της ανασκαφής; Κλείνοντας αξίζει να σημειώσουμε ότι δεν υπάρχει σε εξέλιξη στο βορειοελλαδικό χώρο άλλη ανάλογη ανασκαφή εμπορίου αυτής της εποχής, και αυτός είναι ένας ακόμη λόγος που κάνει ξεχωριστή και σημαντική την ανασκαφή στην Πίστυρο.
Η ανασκαφική ομάδα έχει τη διαρκή συνδρομή της Εφορείας Καβάλας-Θάσου στη χωρική αρμοδιότητα της οποίας ανήκει ο αρχαιολογικός χώρος και βεβαίως του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού.
Ο Δήμος Νέστου και προσωπικά ο δήμαρχος Βαγγέλης Τσομπανόπουλος, είναι συνεχώς αρωγός της προσπάθειας δίνοντας λύση σε πολλά προβλήματα, από τη διάθεση προσωπικού για την ανασκαφή, κάλυψη των αναγκών φιλοξενίας των φοιτητών της ανασκαφικής ομάδας και ότι άλλο προκύπτει, όπως μας υπογραμμίζει ο κ. Παπαδόπουλος. Είναι μια επένδυση για το μέλλον καθώς ο Δήμος Νέστου και η περιοχή έχει πολλά να κερδίζει από την ανάδειξη μια αρχαίας πόλης όπως η Πίστυρος.
Οι σωζόμενες γραμματειακές πηγές δεν μας πληροφορούν, ούτε για την χρονολογία, ούτε για τις συνθήκες ίδρυσης της Πιστύρου. Η πρωιμότερη σχετική μαρτυρία προέρχεται από τον Ηρόδοτο ο οποίος αναφέρει την Πίστυρο με αφορμή την εκστρατεία του Ξέρξη, ένδειξη ότι η πόλις είχε ιδρυθεί πριν από το 483 π.Χ. O Ξέρξης έφθασε στην Πίστυρο έχοντας διαβεί τον ποταμό Νέστο. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του τοπίου ήταν μια πολύ αλμυρή και γεμάτη ψάρια λίμνη, που δεν ξεπερνούσε σε περίμετρο τα 5,5 περίπου χλμ. Στον Σωτίωνα, η λίμνη που, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, στέρεψε από τα υποζύγια της περσικής στρατιάς, φέρει το όνομα Κύστειρος και εύλογα θα πρέπει να ταυτισθεί με τη λίμνη της Πιστύρου.
Οι πληροφορίες αυτές οδήγησαν την Κουκούλη-Χρυσανθάκη να συνδέσει την Πίστυρο με το τειχισμένο πόλισμα της αρχαϊκής εποχής, που εντόπισε το 1971 κοντά στο χωριό Ποντολίβαδο, 3 χλμ. ανατολικά της λιμνοθάλασσας Βάσοβας. Οι έρευνες εκείνου του Πρώτου Ανασκαφικού Προγράμματος, τη δεκαετία του ’70, επεσήμαναν ολόκληρη την περίμετρο των τειχών και αποκάλυψαν σε μικρό μήκος το ανατολικό σκέλος της οχύρωσης και μικρή πυλίδα στη βορειοανατολική της γωνία. Εξαρχής υπήρξαν ενδείξεις ότι το τείχος οικοδομήθηκε στα τέλη του 6ου π.Χ. αιώνα. Στο εσωτερικό του πολίσματος ανασκάφηκε τότε κτηριακό συγκρότημα του 2ου αιώνα π.Χ. Σημαντικό εύρημα ήταν ο ‘θησαυρός’ 55 αργυρών νομισμάτων Θάσου και Νεαπόλεως, επίσης χρονολογημένος στο τελευταίο τέταρτο του 6ου αιώνα.
Η πόλη ήταν στην αρχαιότητα γνωστή και με τα ονόματα Πίστειρα, Βίστιρος και Βάστειρα, όπως προκύπτει από ιστορικούς της κλασικής εποχής όπως ο Αναξιμένης, και από μεταγενέστερους λεξικογράφους, όπως ο Αρποκρατίων και ο Φώτιος, ο Ηρωδιανός και ο Στέφανος Βυζάντιος. Το γεγονός ότι στη συγκεκριμένη περιοχή μόνον η Πίστυρος κατονομάζεται από τον Ηρόδοτο ως πόλις ελληνίς, δηλαδή με ελληνικούς πολιτικούς θεσμούς, πρέπει να ερμηνευθεί ως υπαινιγμός στην οικονομική της δύναμη, την οποία όφειλε στην καίρια θέση που κατείχε στο δίκτυο χερσαίων και θαλάσσιων επικοινωνιών, σε άμεση επαφή με τη Θάσο και κοντά στα μεταλλεία της ορεινής Λεκάνης.
Άγνωστες παραμένουν οι συνθήκες ίδρυσης της πόλης. Μεμονωμένα ευρήματα, όπως οι παριανής προέλευσης πιθαμφορείς του β’ μισού του 7ου αιώνα π.Χ. υποδεικνύουν ότι η Πίστυρος ιδρύθηκε την περίοδο σύστασης του αποικιακού κράτους των Θασίων. Από την άλλη, η παρουσία της αποκαλούμενης «θρακικής», χειροποίητης κεραμικής επιτρέπει την υπόθεση ότι προϋπήρχε στην ίδια θέση εγκατάσταση της Εποχής του Σιδήρου. Είναι πιθανόν ότι η πόλη ιδρύθηκε κατόπιν αμοιβαίων υποχωρήσεων και συμφωνιών ανάμεσα στους Θασίους και τους γηγενείς Σαπαίους.
Από τα αρχαιολογικά ευρήματα συνάγεται ότι κατά το β’ μισό του 6ου αιώνα π.Χ. οι Θάσιοι ανέπτυξαν στην Πίστυρο έντονη εμπορική δραστηριότητα. Σε αυτό συνηγορούν όχι μόνον τα θασιακά αργυρά νομίσματα της περιόδου 520-510 π.Χ., και η άφθονη εισηγμένη θασιακή κεραμική αλλά και το εντυπωσιακό τείχος που παρουσιάζει ομοιότητες με το σύγχρονό του της Θάσου.
Το 2014 ξεκίνησε το Νέο Ανασκαφικό Πρόγραμμα, η Συστηματική Ανασκαφή της Πιστύρου. Βασικός στόχος υπήρξε η πλήρης αποκάλυψη των τειχών και η κατανόηση της ρυμοτομίας της πόλης. Το ανατολικό, το βόρειο και το δυτικό σκέλος χρονολογούνται στην υστεροαρχαϊκή εποχή. Αντιθέτως, το μεγαλύτερο τμήμα του νότιου σκέλους πρέπει να χρονολογηθεί στα υστεροκλασικά χρόνια. Το πάχος της οχύρωσης υπερβαίνει κατά κανόνα τα 2,60 μ., αποτελούμενο από δύο τμήματα, με εξαίρεση το ‘μονό’ δυτικό σκέλος με πάχος 1,60μ. Το τείχος διέθετε έξι πύργους και δύο πύλες. Από την βασική ΝΑ πύλη ξεκινά φαρδύς λιθόστρωτος δρόμος που πρέπει να οδηγούσε σε εγκαταστάσεις εκτός των τειχών και στο λιμάνι της πόλης.
Μεγάλο ιστορικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι αρχαϊκές επιγραφές που βρέθηκαν χαραγμένες στο μέτωπο του περιβόλου. Είναι γραμμένες στο τοπικό αρχαϊκό αλφάβητο της Πάρου και της αποικίας της Θάσου. Σε αρκετές περιπτώσεις η γραφή είναι έπι τα λαιά. Σε κάποιες επιγραφές αναγνωρίζονται τα πρώτα τρία ή τέσσερα γράμματα ονομάτων, πρακτική που συναντούμε και στο υστεροαρχαϊκό τείχος της Θάσου.
Η Πίστυρος εμφανίζεται ως ξεχωριστό μέλος της Αθηναϊκής Συμμαχίας που το 434 όφειλε το ποσό των 300 δραχμών. Αυτό υποδεικνύει ίσως ότι οι Θάσιοι αναγκάσθηκαν να παραιτηθούν από τα κυριαρχικά τους δικαιώματα σε αυτήν και να την παραχωρήσουν ολοκληρωτικά στους Αθηναίους. Την ίδια εποχή ίσως Θάσιοι έμποροι εγκατέλειψαν την Πίστυρο της Αιγαιακής Θράκης και εγκαταστάθηκαν σε έναν ομώνυμο εμπορικό σταθμό που έχει εντοπιστεί και ανασκαφεί στο Vetren της Βουλγαρίας.
Κρίνοντας με βάση τα αρχαιολογικά ευρήματα και τις επιγραφές, η προσάρτηση όλης της Θράκης έως τον Ίστρο από τον Φίλιππο Β’ σηματοδοτεί μια νέα φάση ακμής για την Πίστυρο. Η πόλη ήταν σπουδαίος κόμβος στο δίκτυο των οδών και των οχυρών που κατασκεύασε ο Φίλιππος στην περιοχή. Επιγραφή των πρώιμων ελληνιστικών χρόνων που βρέθηκε κοντά στην νοτιοανατολική πύλη της πόλης, μας πληροφορεί για τη λατρεία του Διός Σωτήρος και του βασιλιά Φιλίππου Β’ σε κάποιο ιερό της πόλης που δεν έχει ακόμη εντοπιστεί.
Η επιγραφή που αποδεικνύει την ύπαρξη μιας πρώϊμης λατρείας του Φιλίππου Β΄ μαζί με τον Δία.
Από τα ανασκαφικά δεδομένα συνάγεται ότι η κατοίκηση στον τειχισμένο οικισμό διήρκεσε τουλάχιστον έως το τέλος του 2ου αιώνα π.Χ. Στο εσωτερικό της πόλης αποκαλύφθηκε συγκρότημα μονώροφων δωματίων ελληνιστικών χρόνων, εκατέρωθεν μιας οδικής αρτηρίας πλάτους 3 μ. Η γεωφυσική διασκόπηση του 2015 από το Α.Π.Θ. επεσήμανε ότι η οδός αυτή διασταυρώνεται με δεύτερη αρτηρία στο νότιο πέρας του συγκροτήματος. Στα τετράγωνα ΑΡ και ΑΣ εντοπίστηκε εργαστήριο του 3ου αι. π.Χ. το οποίο θα αποκαλυφθεί φέτος σε όλη του την έκταση. Ο ένας χώρος του φέρει δάπεδο από πήλινες πλάκες, ενώ ο δεύτερος δάπεδο με θραύσματα κεράμων εν είδει ψηφιδωτού.
Νοτιότερα, ανασκάφηκε πολύχωρο οικοδόμημα μεγάλων διαστάσεων του 2ου αιώνα π.Χ. και δίπλα του ένα νεότερο κτίσμα. Με τα ως τώρα δεδομένα το πρωιμότερο κτίσμα καλύπτει μια έκταση τουλάχιστον 200 τμ. έχει πιθεώνα στο δυτικό του τμήμα, και αρκετές θερμικές κατασκευές με πήλινα δάπεδα, για τις οποίες εικάζουμε μεταλλουργική χρήση. Το νεότερο κτήριο δεν αποκλείεται να επέζησε ως και τους πρώιμους ρωμαϊκούς χρόνους, εποχή κατά την οποία ο οικισμός μάλλον είχε συρρικνωθεί σημαντικά, αλλά εξακολουθούσε να επιβιώνει χάρη στην άμεση γειτνίασή του με την Εγνατία Οδό.
Και τα δύο ανασκαφικά προγράμματα έφεραν στο φως σημαντικά κινητά ευρήματα που χρονολογούνται ανάμεσα στον 7ο και στον 1ο αιώνα π.Χ.: άφθονη κεραμική τοπικών εργαστηρίων και επείσακτη, κυρίως από Θάσο, Αθήνα και Μικρά Ασία, μεγάλο αριθμό ενσφράγιστων κεράμων και λαβών θασιακών αμφορέων, μολύβδινα σταθμία, τέχνεργα υφαντικής, χάλκινα και αργυρά νομίσματα, ειδώλια, εργαλεία και κοσμήματα. Εντύπωση προκαλεί ο τεράστιος αριθμός μαζών μεταλλευμάτων και σκωριών που αποκαλύπτει τις οικονομικές προτεραιότητες και στρατηγικές του πληθυσμού.
Οφείλουμε να εκφράσουμε τις ευχαριστίες μας στην Εφορεία Καβάλας-Θάσου που είναι δίπλα μας στο δύσκολο εγχείρημα της ανασκαφής. Βεβαίως χρωστούμε πολλά στο Δήμο Νέστου και προσωπικά στον Δήμαρχο Β. Τσομπανόπουλο και στους συνεργάτες για τη στήριξη του έργου μας σε πολλά επίπεδα, κυρίως όμως ως προς τη φιλοξενία των αρχαιολόγων και των φοιτητών που συμμετέχουν στην ανασκαφή.
Συνομιλία με τον Δρ. Στρατή Παπαδόπουλο, Διευθυντή της Συστηματικής Ανασκαφής Πιστύρου, Έφορο Αρχαιοτήτων Δράμας.
πηγη xronometro
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιό σας ή κάνετε την αρχή σε μία συζήτηση
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.