Παρασκευή 22 Μαΐου 2020

Γα τη μάνα και το παιδί Παροιμίες του ελληνικού λαού





Κείμενο: Χρίστος Θ. Οικονομόπουλος, Αλεξάνδρα Χρ. Οικονομοπούλου
Οι παροιμίες αποτελούν ένα από τα αξιόλογα είδη του λαϊκού λόγου, είναι σοφές φράσεις που κληρονομούνται από γενιά σε γενιά, περικλείοντας κατασταλαγμένες νουθεσίες από τις παρατηρήσεις και την πρακτική πείρα του λαού. Ο λαός με τα τραγούδια του εκφράζει τα συναισθήματά του, με τα παραμύθια τη λαϊκή του φαντασία και με τις παροιμίες τη λαοσοφία του, η οποία θεωρείται ότι ανήκει στα πιο αξιόλογα είδη της λαϊκής φιλολογίας. Τις παροιμίες διακρίνει η σύντομη διατύπωση και η δημοτικότητά τους. Ένα παράδειγμα: «Το μήλο κάτω από τη μηλιά θα πέσει» (από καλή μητέρα θα γεννηθεί καλό παιδί) ή «Απ’ αγκάθι βγαίνει ρόδο» (από κακή μάνα γεννιέται καλό παιδί και το αντίθετο). Στις παροιμίες ακόμη υπάγονται οι παροιμιακές μεταφορικές εκφράσεις, όπως τα γνωμικά. Οι λαϊκές παροιμίες συνήθως διδάσκονται στο χωριό από τις πολύτεκνες μητέρες και τις γιαγιάδες και παρέχονται ως πολύτιμες συμβουλές στο λόγο των παιδιών τους. Γι’ αυτό καλούνται και Παλλαϊκά ή Παραβολικά λόγια ή αινίγματα, επειδή περικλείουν αλληγορίες και μεταφορικές εκφράσεις, που υποδηλώνουν κάποια λαϊκή σοφή γνώμη. Τις Ελληνικές παροιμίες για τη μάνα και το παιδί χαρακτηρίζουν η χαρισματική σοφία και η γονιμότητα της φαντασίας. Είναι όλες αισιόδοξες για τη ζωή στις δύσκολες καταστάσεις και στις αρρώστιες του παιδιού.
Κανένας άλλος λαός δεν διαθέτει τόσο πλούσια κληρονομιά παροιμιακού θησαυρού όσο ο Ελληνικός. Γι’ αυτό η Ελλάδα με την πλούσια κληρονομιά των ωραίων παροιμιών για την μητέρα και το παιδί κατέχει πρωτεύουσα θέση στη Λαογραφική Ιστορία του Κόσμου. Δίκαια θεωρείται η μητέρα Χώρα των Παροιμιών, γιατί οι Νεοελληνικές παροιμίες έχουν επηρεάσει το σύνολο της λαογραφικής φιλολογίας του Δυτικού Κόσμου. Η ανάπτυξη της παροιμιολογίας για τη μάνα και το παιδί και η πίστη του νεοέλληνα σε αυτήν οφείλεται στις ιδιαίτερες πολιτιστικές συνθήκες που διαμορφώθηκαν μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως. Οι παροιμίες για το παιδί και τη μάνα διαδραμάτισαν σπουδαίο εθνικό ρόλο, επειδή διαπαιδαγώγησαν το Έθνος στους χρόνους της σκλαβιάς, καθοδηγώντας το προς τον ηθικό και το σωστό δρόμο μιας τίμιας ζωής. Ήταν ένα είδος κρυφού σχολειού της γερόντισσας πολύτεκνης μάνας, που μετέφερε αξίες και νουθεσίες προς τα παιδιά της, χαλυβδώνοντας την εσωτερική τους δύναμη που ήταν τόσο απαραίτητη κατά την εποχή της Τουρκοκρατίας και Φραγκοκρατίας για την αντιμετώπιση των πολλαπλών κινδύνων. Με την πρόοδο του τεχνολογικού πολιτισμού, την αστικοποίηση και τη μετάδοση των αξιών από τη διευρυμένη παιδεία τα γλωσσικά και λαογραφικά αυτά στοιχεία σιγά-σιγά χάνονται στις ημέρες μας, επειδή οι μορφωμένοι δεν καταφεύγουν πλέον, στην εμπειρία των παροιμιών. Η εισδοχή νέων στοιχείων και ξένου τρόπου ζωής, μας έχει επηρεάσει σε τέτοιο βαθμό ώστε να αντιμετωπίζουμε αδιάφορα τα ζωντανά αυτά μνημεία του νεοελληνικού λόγου που επιζούν και χρησιμοποιούνται ακόμη από το λαό μας. Από τις μελέτες που υπάρχουν για τις νεοελληνικές παροιμίες καμία δεν ασχολείται αποκλειστικά με παροιμίες που αφορούν τη μητέρα και το παιδί της. Οι παροιμίες αυτές είναι διασκορπισμένες σε διάφορες συλλογές, χειρόγραφα ή αρχεία. Ο πρώτος από τους συγγραφείς τη παρούσας μελέτης το 1995 δημοσίευσε στο περιοδικό Παιδιατρική τ. 58 τ. 4 σ. 502-508 ένα μικρό μέρος από τη συλλογή του ήτοι 188 νεοελληνικές παροιμίες που αναφέρονταν γενικά στο παιδί και στη μάνα. Τις είχε καταγράψει από τις γιαγιάδες και τις μητέρες των 20.000 μικρών ασθενών του που είχε χειρουργήσει από το 1962-1992, οι οποίες μεταδίδονταν από μάνα σε κόρη, από γενιά σε γενιά και ζούσαν στον προφορικό τους λόγο. Επειδή ανέκαθεν πιστεύαμε ότι ο τομέας αυτός που αφορά ειδικότερα την παροιμιολογία για τη μάνα και το παιδί δεν έχει μέχρι σήμερα ερευνηθεί συστηματικά στη χώρα μας, στον τόπο δηλαδή όπου πλάστηκε ένας τόσο μεγάλος πλούτος παροιμιών, αποφασίσαμε και συνεχίσαμε τη σχετική έρευνα και τα επόμενα δέκα χρόνια 1992-2003. Στη διεύρυνση της μελέτης αυτής βοήθησε η δεύτερη συγγραφεύς της παρούσης εργασίας η οποία τα τελευταία τρία χρόνια προέβη σε επιτόπια έρευνα στην Πελοπόννησο, Εύβοια, Ήπειρο και Στερεά Ελλάδα και συνέλεξε ικανό αριθμό σχετικών παροιμιών για τη μάνα και το παιδί. Επίσης μελέτησε μεθοδικά και με υπομονή τα χειρόγραφα αρχεία του Μουσείου της Μητέρας και του Μουσείου της Ελληνικής Λαϊκής Ιατρικής όπου βρήκε καταγεγραμμένες διάσπαρτα, εκατοντάδες σχετικές παροιμίες και παροιμιώδεις φράσεις. Σήμερα είμαστε στην ευχάριστη θέση να πούμε ότι έχουμε εμπλουτίσει ικανοποιητικά τη νεοελληνική παροιμιολογία για τη μάνα και το παιδί αφού η συλλογή μας περιλαμβάνει περισσότερες από τρεις χιλιάδες (3.000). Η χρονική περίοδος της δημιουργίας τους ανάγεται από την πτώση της Κωνσταντινουπόλεως (1453) μέχρι σήμερα δηλαδή τα πεντακόσια πενήντα (550) χρόνια από την αυγή του Νέου Ελληνισμού.

Νικόλαος Γύζης (1842-1901) – Μάνα με παιδί.
Πιστεύουμε ότι θα ήταν γόνιμο να παρουσιάσουμε και να καταστήσουμε γνωστές μερικές από τις παροιμίες αυτές, όχι μόνο στους πολύτεκνους αλλά και στους συναδέλφους παιδίατρους και λοιπούς γιατρούς, στους φιλολόγους, ανθρωπολόγους, νομικούς, ψυχολόγους, λαογράφους, γλωσσολόγους, εκπαιδευτικούς κοινωνικούς λειτουργούς, νηπιαγωγούς, θεολόγους, ιερείς, λογοτέχνες, ποιητές κ.λ.π. Οι πνευματικοί αυτοί άνθρωπο που ασφαλώς ενδιαφέρονται για το παιδί και τον λαϊκό πολιτισμό της χώρας μας, θα κατανοήσουν ότι οι παροιμίες αυτές σήμερα διδάσκουν έμμεσα λειτουργώντας ως παιδαγωγικό στοιχείο και απεικονίζουν ένα ευρύτατο μέσο στοχασμού. Ως εκ τούτου καθίστανται πολύ ενδιαφέρουσες για τη βαθύτερη κατανόηση και τη γνώση της θυμοσοφίας του λαού μας και στον τομέα της υγείας. Τα παλιά χρόνια που οι παροιμίες ήταν ένα αξιόλογο μέσο διαπαιδαγώγησης των αγράμματων λαϊκών ανθρώπων, σε κάθε μητέρα αντιστοιχούσαν πέντε, έξη, εφτά ή περισσότερα παιδιά, ενώ σήμερα σε κάθε παιδί αντιστοιχούν επτά, οκτώ ή περισσότεροι γέροι.Παρά την υπογεννητικότητα αυτή της φυλής μας και τις δραματικές διαστάσεις που έχει λάβει το δημογραφικό πρόβλημα στην πατρίδας μας, ο κόσμος του παιδιού και της μάνας άρχισε να μελετάται συστηματικά, ειδικότερα ως προς τις ιατρικές, ψυχολογικές και κοινωνικές παραμέτρους που τον επηρεάζουν και τον διαμορφώνουν. Για το λόγο αυτό θεωρούμε αναγκαίο να γίνουν ευρύτερα γνωστές οι παροιμίες αυτές, επειδή δίνουν σχηματικά και συχνά με αλληγορία μια σοφή ιατρική γνώμη, μια συμβουλή, ένα επιχείρημα για την πρόληψη ιατρικών παθημάτων και τέλος μια πολύτιμη σημασία για τη διαμόρφωση της υγείας του παιδιού από ψυχοσωματικής σκοπιάς.
Νικόλαος Γύζης. Η ψυχομάνα.
Νικόλαος Γύζης. Η ψυχομάνα.
Επί πλέον οι ανθρωπολογικές αυτές παροιμίες που παραθέτουμε παρουσιάζουν ειδικά γνωρίσματα στην έννοια τους, αφού δείχνουν την ηθική, την πνευματική και την κατάσταση της σημαντικής και ψυχικής υγεία του παιδιού μέσα στις συνθήκες της ζωής του. Γενικά οι παροιμίες αυτές έχουν σχέση με τα φαινόμενα της υλικής, πνευματικής και ψυχικής ζωής της μάνας και του παιδιού που σχετίζονται με την υγεία υπό την ευρεία της έννοια, γι’ αυτό η μελέτη αυτή εισάγει τη σπουδή των μνημείων του λόγου του λαού που έχουν σχέση με την ιστορία της παιδιατρικής και την κοινωνική ανθρωπολογία, εμπεδώνοντας στον τομέα της παροιμιογραφίας τη διαχρονική αξία της ελληνικής παράδοσης που αφορά την υγεία του παιδιού. Οι παροιμίες αυτές είναι ζωτικές για καθένα μας γιατί θα τον βοηθήσουν να κατανοήσει τη σοφία των απλών λαϊκών ανθρώπων σχετικά για το παιδί και τη μητέρα του, καθώς και με τον τρόπο που αντιμετώπιζε τα προβλήματα στην ηλικία της αναπτύξεως από τη σύλληψη μέχρι την ενηλικίωση. Οι παροιμίες που παραθέτουμε στηρίζονται στην πείρα και στα παθήματα μέσα στο παιδικό φυσικοκοινωνικό περιβάλλον του Νέου Ελληνισμού. Είναι πεζές ή έμμετρες, εύκολα κατανοητές οι περισσότερες και γι’ αυτό δε συνοδεύονται πάντα από σχόλια ή επεξηγήσεις:
«Αν δεν κλάψει το παιδί δεν του δίνει η μάνα του βυζί».
«Κάλλιο να κλάψει το παιδί παρά να κλάψει η μάνα»
«Μικρά παιδιά μικρές παίδες μεγάλα παιδιά μεγάλες παίδες».
«Να ζήσουν τα παιδιά σου να τσακίσουν τα πλευρά σου».
«Όποια πιστεύει του παιδιού παινέματα και λόγια γεμίζει την ποδούλα της δάκρυα και μοιρολόγια».
«Αν έχεις και καλά παιδιά το πράμα τι το θέλεις; Κι’ αν έχεις τα κακά παιδιά το πράμα τι το θέλεις;»
«Το παιδί που θε να κλάψει με τη μάνα του θα παίξει».
«Τάζω τ’ αμπέλια μου για να μονιάσουν τα παιδιά μου».
«Ο σκλάβος τον αφέντη του, κι’ αφέντης το παιδί του».
«Κύριε ελέησον, παπαδιά, πέντε μήνες δυο παιδιά κι’ άλλο ένα στην κοιλιά»!
«Ότι ακούει το παιδί στη γωνιά την αυγή είναι στη γειτονιά».
«Με μικρό παιδί μην ξεκινάς το δρόμο σου αν σπάσει το κάρρο σου γελάει, αν σπάσει το δικό του κλαίει» (μην κάνεις συντροφιά με μη όμοιό σου).
«Το νταηλίκι της μάνας είναι το αρσενικό παιδί».
«Το παιδί του παιδιού μου είναι δυο φορές παιδί μου».
«Άμα έχεις καλά παιδιά το «έχει» τι το θές; Κι’ άμα δεν έχεις καλά πάλι τι το θες;».
«Αγάπαγε τα παιδιά σου αλλά μην τα παραχαϊδεύεις».
«Αυτός είναι παιδί του πατέρα του» (του μοιάζει στην κακία).
«Δική σου κοιλιά να πονεί δικό σου παιδί να είναι» (δείχνει την επιθυμία των γονέων για την απόκτηση δικού τους παιδιού).
«Το παιδί σου πάντρεψες, γείτονα το έκαμες».
«Των μεγάλων τα παιδιά δεν γίνονται φρόνιμα» (γιατί είναι χαϊδεμένα).
«Παιδάκι και γουρούνι όπως μάθει από μικρό».
«Το ‘να καλό παιδί τ’ άλλο γαμώ την μάνα του!»
«Παιδί σημαίνει βάσανα».
«Το παιδί σημαίνει παίδεψη για τους γονιούς».
«Θησαυρός είναι τα καλά παιδιά».
«Η μάνα σου μαυροκολοιός κι’ ο κύρης σου κορώνα.
Πούθε να πάρει το παιδί και να γενεί κοκόνα». (η δύναμη της κληρονομικότητας).
«Θα κλαίει μάνα για παιδί και το παιδί για μάνα».
«Αν δεν κλάψει το παιδί η μάνα δεν το συμμαζώνει».
«Κλάψε με μάνα μ’ κλάψε με».
«Κλαίει σαν λεχοναρούδι».
«Πολλά παιδιά πολλές φροντίδες, κανένα παιδί καμιά ευτυχία».
«Από τη μαμμή ως τη λεχώνα εχάθη το παιδί».
«Ένα παιδί έχεις κανένα δεν έχεις».
«Άμα έχεις καλά παιδιά τα πλούτη τι τα θέλεις; Κι άμα δεν έχεις καλά παιδιά πάλι τα πλούτη τι τα θέλεις;»
«Μικρά ‘ναι τα παιδάκια μικρά τα βασανάκια μεγαλώνουν τα παιδάκια μεγαλώνουν τα βασανάκια».
«Του παιδιού η κοιλιά κοφίνι και τρελός όποιος του δίνει».
«Το παιδάκι σου και το σκυλάκι σου όπως το μάθεις».
«Άσχημο παιδί στην κούνια όμορφο παιδί στη ρούγα».
«Αβάρετο παιδί, χαρά σπιτιού».
«Της καλομάνας το παιδί το πρώτο νάν’ κορίτσι».
«Τα πολλά παιδιά είναι πλούτος».
«Τα πολλά παιδιά είναι φτώχια».
«Τα λέει η μάνα στη γωνιά και το παιδί στη γειτονιά».
«Η Μαϊμού το παιδί της το λέει αγγελούδι».
«Όποιος λυπάται το ραβδί του δεν λυπάται το παιδί του».
«Αυτός είναι παιδί της μάνας του»
«Ποιος έγινε φτωχός; Όποιος έχει τα πολλά παιδιά».
ή «Ποιος έγινε πλούσιος; Όποιος έχει τα πολλά παιδιά» (το ίδιο)
«Του παιδιού μου το παιδί το ‘χω δυο φορές παιδί».
«Του παιδιού μου το παιδί δυο φορές το γέννησα».
«Το παιδί σημαίνει παίδεψη».
«Η χελώνα το παιδί της αγγελόπουλο το κράζει».
«Ανάθρεψε καλά τα παιδιά σου για να τα ‘χεις στα γεράματα σου».
Η μάνα. Γιώργος Ιακωβίδης
Η μάνα. Γιώργος Ιακωβίδης
«Θησαυρός είναι τα καλά παιδιά».
«Γρόσια γύρευε ο φτωχός, παιδιά του ‘δινε ο Θεός».
«Όποιος δεν έχει παιδιά έχει ένα μαράζι και όποιος έχει δεν του λείπει το μαράζι».
«Τα παιδάκια σου και τα παιδάκια μας έδερναν τα παιδιά μας» (επί συγγενών αλληλομαχομένων).
«Πως παν κόρακα τα παιδιά σου, όσο πάνε και μαυρίζουν».
«Μικρά παιδάκια μικρά φαρμάκια μεγάλα παιδιά μεγάλα φαρμάκια»
«Παιδιά μου φτώχια μου Παιδιά μου αρχοντιά μου».
«Να είχα παιδί να ‘χει μυαλό, κορίτσι να ‘χε γνώση».
«Η καλή μάνα από το παιδί της φαίνεται».
«Όποια έχει ρόκα και παιδί στο χορό μη κατεβεί».
«Πολλά παιδιά Θεού Χαρά».
«Δεν είδα από τα παιδιά θα ιδώ από τ’ αγγόνια;»
«Το πουλί και το μικρό παιδί ποτέ τους δεν χορταίνουν».
«Κάλλιο παιδί ξερνιάρικο παρά παιδί τσιρλιάρικο».
«Πεισματάρικο παιδί θέλει ξύλο και ραβδί. Άφησε το να πεινάσει την κακία να ξεχάσει για να μείνει νηστικό και να γίνει γνωστικό».
«Ο παπάς και η παπαδιά πέντε μήνες δύο παιδιά».
«Της καλής μάνας το παιδί, της καλοσυγυρίστρας στους πέντε μήνες κάθεται στους έξη καλοκάθεται και στους εφτά και στους οχτώ πάει τον τοίχο πάει ορθό».
«Να σκάσει το παιδί να γλιτώσει ο βήχας».
«Έξω παιδιά μέσα γύμνια. Μέσα παιδιά έξω γύμνια».
«Τα παιδιά αξιώνουν τη μάνα τους».
«Τάρνα τάρνα το παιδί μου μούφαγε τη κεφαλή μου».
«Το γλυκό γλυκό μελάκι του παιδιού μου το παιδάκι».
» Όποιος σφουγγίζει το παιδί μου με φιλεί στο πρόσωπο».
«Το παιδί είναι στύλος του σπιτιού».
«Την προκοπή της μάνας στους κώλους των παιδιώνε της τη βλέπεις».
«Τα παπιά και τα παιδιά όσο που να ξεβγούν είναι».
«Τα παιδιά μου τρώνε κι εγώ χορταίνω».
«Το μικρό παιδί θυμάται καλύτερα από τον μεγάλο».
«Παιδιά και κλήματα θέλουν φύλαγμα».
«Τα παιδιά είναι παιδεμός και στον ύπνο και να τα ιδείς πάλι παίδεψη θα πάθεις».
«Το να παιδί και τ’ άλλο σκυλί» (όταν η μάνα φέρεται άνισα προς τα παιδιά της).
«Αγριεύει το παιδί με τ’ άγριο».
«Μη τάξεις άγιου κερί ούτε παιδιού κουλούρα».
«Μικρό παιδί μεγάλος πόνος».
«Αλεύκαντο πανί κι ασαράντιστο παιδί μάτι να μη το ιδεί».
«Τον πρώτο χρόνο το παιδί σου και τον άλλο το πανί σου».
«Όποιος δεν έχει παιδί μήτε σκάει μήτε γελάει».
«Αν έχεις δυο παιδιά έχεις ένα αν έχεις ένα δεν έχεις κανένα».
«Σ’ ακούν τα παιδιά σου; Τ’ ακούω».
«Το παιδί θέλει χορούδια κι η κοιλιά του βυζούδια».
«Παιδί είσαι;».
«Τα παιδιά παιχνίδια θέλουν».
«Το κακό παιδί πόνος της μάνας».
«Κάνει παιδιά της ορφάνιας» (ο ηλικιωμένος σύζυγος).
«Η μάνα η γαλαταριά φαίνεται απ’ το παιδί της».
«Της φτωχής μάνας τα φλουριά είναι τα παιδιά της».
«Ας με βαστάει η μανούλα μου κι ας με βαστάει όπως θέλει».
«Η καλή μάνα φυτεύει ελιά για το παιδί της».
«Για το παιδί γεννήθηκε η μάνα κι όχι η παραμάνα».
«Έβγαλαν τα παιδιά τη γριά μάνα τους στον ήλιο»(επί αστοργίας για να ζεσταθεί από τη θαλπωρή του ήλιου).
«Ο ήλιος θρέφει τα παιδιά κι ο ίσκιος τα κορίτσια».
«Η καλογεννούσα η μάνα, νικά το χάρο».
«Μάνας παιδί είναι».
«Είχα το παιδί είχα τη ζωή».
«Ίσαμε να πετάξει το πουλί από κλαδί σε κλαδί το παιδί πεινά».
«Θυμήσου τα δικά σου και συγχώρα τα παιδιά σου».
«Παιδί παπά διαόλου εγγόνι».
«Μάνα για τα παιδάκια της κάτω στη γης πηγαίνει για του παιδιού της τα παιδιά ακόμα κάτω πάει».
«Να τ’ αγαπάς το παιδί και να μην το ξέρει».
«Ούτε παιδιά ούτε σκυλιά ούτε ντέρτι στη καρδιά».
«Το κακό παιδί ποτέ δεν θα ορθοποδήσει».
«Χειμωνιάτικο παιδί της άνοιξης καμάρι».
«Ο Θεός να σε φυλάει από άλαλα παιδιά κι από φτωχή γης».
«Τα παιδιά είναι του Θεού».
«Θυμήσου μάνα τα δικά σου και μη δέρνεις τα παιδιά σου».
«Παιδί, παίδεμα».
«Το ύστερον το παιδί πολλή αγάπη έχει».
«Ο πρώτος λόγος του παιδιού ο δεύτερος του αρρώστου».
«Και κρεμασμένη να τη βλέπει τη βέργα το παιδί τη σκιάζεται».
«Η μάνα έδωκε στο παιδί αμπέλι και το παιδί δεν έδωκε στη μάνα του σταφύλι».
«Άργασε το παιδί στο ξύλο»
«Ούτε του άγιου κερί ούτε του παιδιού τάμα».
«Έχω γιο κι έχω χαρά που θα γίνω πεθερά».
«Πολλοί γιοι πολλοί καημοί».
«Ο ύπνος θρέφει το παιδί κι ο ήλιος το μοσχάρι και το κρασί τον γέροντα τον κάνει παλικάρι».
«Της καλομάνας το παιδί από τον ύπνο στο φαγί»
«Γυρεύει της μάνας του τα χάδια» (γι’ αυτούς που ζητούν τρυφερότητα).
«Της μάνας η αγκαλιά είναι το λιμάνι του παιδιού της».
«Σ’ όποιον δε δίνει ο Θεός παιδιά δίνει ο διάβολος ανίψια».
«Τα παιδιά είναι χαρά και λύπη».
«Η πάστρα θρέφει το παιδί και η γεια το μεγαλώνει».
«Όποια έχει πολλά παιδιά έχει μια έγνοια κι όποια έχει ένα έχει χίλιες».
«Και πεθαμένης μάνας η ψυχή μένει κοντά στα παιδιά της».
«Το παιδί μου νάν’ καλά κι ας ψοφήσουν χίλια αρνιά».
«Κάθε παιδί με την τύχη του».
«Και το καλό παιδί θέλει το δικό του και το κακό παιδί θέλει το δικό του».
«Να τρώει η μάνα και του παιδιού να μη δίνει».
«Από το μικρό παιδί μαθαίνεις την αλήθεια».
«Όποια έχει δυο παιδιά έχει ένα κι όποια έχει ένα δεν έχει κανένα».
«Όποια δεν έχει παιδιά ούτε σκα ούτε γελά».
«Όπως σκεπάζει ο ουρανός τη γη, σκεπάζει η μάνα το παιδί».
«Το παιδί να μη το μάθει πως τ’ αγαπάς».
«Της κόρης το παιδί εφτά φορές το γέννησα».
«Των φρονίμων τα παιδιά πριν πεινάσουν μαγειρεύουν».
«Φοβέρα θέλουν οι άγιοι και τα μικρά παιδιά».
«Τα σερνικά παιδιά είναι στύλοι του σπιτιού».
«Ο Θεός ορφανά κάνει άμοιρα δεν κάνει».
«Και τα ορφανά πορεύονται κι οι χήρες οικονομώνται».
«Ορφανά θρέφεις δαιμόνους θρέφεις».
«Ποτέ ορφανό δεν χαίρεται κι αν βασιλέψει ακόμα».
«Έχει ο Θεός πολλά παλούκια για των ορφανών τους κώλους».
«Κι αν θα δείρεις φρόνιμα κι αν θα χαϊδέψεις φρόνιμα».
«Βάφτιζε παιδί τα χέρια σου να λύσεις» (να αφεθούν οι αμαρτίες σου).
«Του το ρίξανε στη βάφτιση».
«Σαν κορδώσουν τα βυζιά σου τότε κλαίνε τα παιδιά σου».
«Όποια έδωσε βυζί έδωσε φαρμάκι κι όποια φιλί έδωσε μέλι» (παράπονο μάνας για τη νύφη της προτιμωμένην).
«Αυτός βυζαίνει γάλα ακόμα» (άπειρος)
«Όλα αγοράζονται εξόν από τη μάνα».
«Το παιδί ορφανεύει από τη μάνα».
«Οι ξυλιές της μάνας είναι γλυκές».
«Η μάνα είναι πάπλωμα και σκεπάζει το παιδί».
«Θεέ μη δώσεις του παιδιού όσα βάνει ο νους της μάνας».
«Ας με κρατεί η μανούλα μου κι ας με κρατεί όθες θέλει».
«Από την αγκαλιά της μάνας της τον πήρε».
«Η μάνα σαν μαλώνει κάποια πληγή μπαλώνει».
«Όσα σκεπάζει ο ουρανός τόσα σκεπάζει η μάνα» (μυστικότητα).
«Θώριε νούγια και πάρε πανί θώριε μάνα και πάρε παιδί».
«Ιδές τη μάνα και πάρε τη θυγατέρα».
«Ποια μηλιά τα μήλα της και ποια μάνα τα παιδιά της;» (δηλ. κρατεί ή δεν χάνει;)
«Ας με βαστά η μάνα μου κι ας με βαστάει στ’ αγκάθια».
«Η μάνα που πολυγεννά το θάνατο νικάει».
«Η μάνα θα βαρέσει και θα πονέσει» (η μητριά όχι).
«Η μάνα αν δε φύλαγε το παιδί εφτά φορές την ώρα θα το μάτιαζε».
«Πούθε να πάρει το παιδί να βγει με την υγειά του να πάρει από τη μάνα του για από την πεθερά του;»
«Όποια δεν έχει παιδιά έχει ένα καημό κι’ όποια έχει δεν της λείπουν οι καημοί». (Η άτεκνη λυπάται μόνο για τούτο. Κάθε παιδί για την πολύτεκνη μάνα που το γέννησε είναι κι ένα βάσανο).
«Τα παιδιά των κακοδρόμων όλα μουζωμένα βγαίνουν» (δηλαδή των στιγματισμένων μανάδων ή γονέων τα παιδιά είναι και αυτά στιγματισμένα).
«Η σπορά σου σκορπιστή και τα παιδιά σαν βουνάρι» (να τα επιβλέπεις συνεχώς).
«Αρνί από το δικό σου το μαντρί και απ’ της κοιλιάς σου το παιδί» (Η αξία των γνήσιων τέκνων).
«Τα παιδιά σου και τα παιδιά μου έδειραν τα παιδιά μας» (Τα παιδιά από τον πρώτο γάμο δυο χήρων που παντρεύτηκαν έδειραν τα παιδιά από το νέο γάμο) (Λέγεται για τους συγγενείς που αλληλομάχονται).
«Του παιδιού μου το παιδί είναι εκατό φορές παιδί μου».
«Μικρό παιδί δεν έχουμε τον ταβλαρά χορεύουμε».
«Το καλό το παιδί στους πέντε μήνες κάθεται στους έξη καλοκάθεται και στους εννέα περπατάει».
«Κοιμάται η μάνα σου απ’ τη χαρά της πώχει παιδί σαν κι’ εσένα;»
«Τα πολλά παιδιά είναι παίδεψη».
«Είχα το παιδάκι μου είχα τη ζωή μου».
«Παρά στα παιδιά μας κάλλιο στα μαλλιά μας».
«Αθυμήσου τα δικά σου και συγχώρα τα παιδιά σου».
«Ο διάβολος φεύγει από τα παιδιά γιατί τα παιδιά είναι χειρότεροι διαβόλοι».
Η παροιμία αυτή βγήκε από τον εξής μύθο:
Μια φορά ο διάβολος πέρναγε από ένα σχολείο και σαν είδε τα παιδιά μαζεμένα σκέφτηκε να τα πειράξει. Μεταμορφώθηκε λοιπόν σε γάιδαρο για να τον καβαλικέψουν τα παιδιά και ύστερα να τα ρίξει κάτω. Τα παιδιά άμα είδαν τον γάιδαρο τον καβαλίκεψαν και επειδή δεν χώραγαν όλα του έβαλαν ένα παλούκι στον κώλο του και καβαλίκεψαν το παλούκι. Ο διάβολος δεν το περίμενε τέτοιο πράγμα και είδε πως δεν θα τα βγάλει πέρα με τα παιδιά και έγινε άφαντος κι’ έβαλε όρκο να μη τα βάλει πλέον με τα παιδιά γιατί είναι χειρότεροι διαβόλοι.
«Σαν πεθάνει η μάνα μου καμιά να μη μείνει».
«Ας είχα εγώ τη μάνα μου κι’ ας τη φιλούσαν όλοι».
«Κατά μάνα κατά κύρη κατά γυιο και θυγατέρα».
«Κοίταξε γούβια και πάρε πανί κοίταξε μάνα και πάρε κοπέλα (ή παιδί).
«Κατά μάνα κατά κύρη έτσι γυιος και θυγατέρα»(Πολλές φορές τα ελαττώματα και οι κακές έξεις των γονέων μεταβιβάζονται στα τέκνα τους).
«Κακομοίρα μάνα κακορίζικα παιδιά».
«Βλέπε μάνα παίρνε κόρη».
«Μάνα τα παιδιά δεν εγέννησε κακή ριπή ας τα πάρει» (ριπή = καταστροφή. Λέγεται για τη συμπεριφορά της μητριάς στα προγόνια).
«Μήτε η μηλιά το μήλο της, μήτε η μάνα το παιδί της» (αρνείται).
«Ρώτησαν το μουλάρι ποιος είναι ο πατέρας σου; Η φοράδα είπε είναι η μάνα μου».
«Αν θέλεις κόρη τη μάνα θώρει, κι’ αν θες αγόρι τον κύρη θώρει».
«Μάνα μου και πουν ο γυιος σου; Εζουρλάθηκε από το βιος σου!»
«Έχει τ’ αντρόγυνο χολή έχουν τ’ αδέρφια αίμα έχει κι’ η μάνα με παιδί όσο να μπει και να βγει».
«Σε πουλάω μάνα, εκεί που δεν σε παίρνει κανείς!» (δηλαδή στην τιμή την όποια ζητώ).
«Εφέτος θα κλάψουνε πολλές μανάδες».
«Τον κοιτάει σαν το χεσμένο παιδί τη μάνα του» (σε μεγάλη συστολή).
«Κατά μάνα κατά κύρη έκαναν και γυιο Ζαφείρη».
«Μάνα καλή αξίζει εκατό δασκάλους».
«Να είχαμε μια μάνα και στόμα να μην είχε! (Να μην τρώγει).
«Η μάνα είναι η ψυχή του σπιτιού».
«Κατά μάνα κατά κύρη κατά τα παιδιά που σπείρει».
«Με έκαμε η μάνα μου να μοιάσω του κυρού μου!»
«Είναι και μανάδες δίκαρδες και αδελφές κομπότρες (ραδιούργες).
«Τη μάνα διε πάρε το κορίτσι της».
«Κατά μάνα κατά κύρη δείξε και τον κυρ-Βασίλη».
«Άλλη μάνα δεν έκανε παρά η Μαργιά το Γιάννη».
Οι Αρβανίτες λένε: «Αν πας (συνουσιασθείς) στη μάνα μου! σε κάνω πατέρα, αν πας στην αδελφή μου σε κάνω γαμπρό, μα αν πας εκεί που πάω κι’ εγώ τότες το παίρνει ο διάβολος».
«Σε πουλάω μάνα μου, πόσο; Όσο δεν σ’ αγοράζουν».
«Η καρδιά της μάνας σαν τη θάλασσα μοιάζει που μήτε στη φουρτούνα μήτε στην μπουνάτσα πνάζει (η ψυχή της μάνας ανησυχεί συνεχώς για τη ζωή και την ευτυχία των παιδιών της).
«Ως πίνει το βυζί της μάνας μεγαλώνει το μικρό παιδί κι’ άμα του λείψει πηχανίζει (σουφρώνει γίνεται δυστροφικό όπως το λουλούδι ή το φυτό που δεν έχει νερό για τη βλάστησή του).
«Οι μάνες μας σ’ έναν ήλιο άπλωναν τα ρούχα τους» (όταν ήθελαν να δείξουν ότι δεν έχουν καμιά συγγένεια μαζί τους).
«Είδες μάνα καλομοίρα είδες και το παιδί της».
«Από της μάνας σου το στάβλο μπροστά να μην περνάς» (το έλεγαν σε κείνους που πετάγονταν πριν από τους μεγαλύτερους στην κουβέντα).
«Ακόμη της μάνας σου το βυζί μυρίζει στο στόμα σου» (λέγεται περιφρονητικά σ’ ένα μικρό που παριστάνει πως όλα τα ξέρει).
«Ακόμα συ είσαι με το όνομα που σούδωκε η μάνα σου» (μόλις τώρα σε βαφτίσανε και είσαι πολύ μικρός για να μιλάς έτσι).
«Κανένας δεν ζητάει τον πατέρα μου μόνο για τη μάνα μου νοιάζονται να ρωτάνε»(ο καθένας κοιτάει το συμφέρον του).
«Η μάνα σου είναι σκόρδο, ο τατάς σου είναι κρεμμύδι».
«Την είχε η μάνα της να μη στάξει ο Θεός».
«Θεέ μου μη στέλνεις στο παιδί τι βάζει ο νους της μάνας».
«Όσο σκεπάζει ο ουρανός τη γη σκεπάζει η μάνα το παιδί» (η μάνα δεν αποκαλύπτει τα ελαττώματα του παιδιού της).
«Σου το χαρίζω σαν το γάλα της μάνας».
«Κατά μάνα κατά κύρη κατά τέκνο και παιδί».
«Της μάνας του το γάλα ήρθε από τα ρουθούνια του» (Γι’ αυτόν που έπαθε πολλά παθήματα).
«Έφτυσε της μάνας του το γάλα».
«Γινότανε μάνα και κόρη» (η δουλειά δε γινόταν γρήγορα, αργοπορούσε).
«Η καλογεννούδα η μάνα νικάει το χάρο» (για πολύτεκνη μάνα).
«Ούλοι για τη μάνα μου ρωτάνε».
«Ζιάει κ’ η μάνα σ’ κι’ ο πατέρας σου».
«Να είσαι η μάνα η ριζικιά να ‘χει κι’ η κόρη τύχη» (Η μάνα που ζει φρόνιμα είναι ευτυχής και καλοτυχίζονται τα παιδιά της το αντίθετο με μητέρα άμυαλη).
«Η μάνα μου είναι μάνα του ουρανού κι’ ανθός του παραδείσου κι’ ο κύρης είν’ αροδαβνιά κι’ όσο καλός κι’ αν είναι εμ πάντα πικρός» (ο πατέρας με τις πολλές φροντίδες είναι αυστηρός ενώ η μάνα είναι πιο φιλόστοργη).
«Πουλώ σε μάνα και πόσο σ’ αγοράζουν;» (Γι’ αυτούς που από σκοπού προβάλλουν δυσκολίες ώστε να μην πραγματοποιηθεί κάποια αγορά).
«Όποιος δεν έχει μάνα δεν έχει μάτια».
«Δεν είσαι μάνα μου να σε χαρώ» (δεν θα φανώ περιποιητικός).
«Κουφή μάνα, καλό μωρό» (Όταν η μάνα από συγκατάβαση δεν προσέχει το θόρυβο και την αναστάτωση του νηπίου).
«Η μάνα στην καρδιά πονεί κι’ η πεθερά στη φτέρνα κι’ η σκύλα η αντραδέλφισσα την μούττην των παιδιών της» (εκδήλωση της μητρικής στοργής και της αδιαφορίας και ζήλιας της πεθεράς και της ανδραδελφής).
«Η μάνα έμ μάνα».
«Η μάνα το ‘χει, η τετέ (λόλα) το ‘χει κι’ η κόρη δεν θα το έχει;» (τα ηθικά ελαττώματα της γιαγιάς και της μητέρας θα αποκτήσει και η εγγονή παραδειγματιζόμενη).
«Πέθανε η μάνα σου κι’ ο πατέρας σου» (δηλ. η επίσκεψή σου συνέπεσε ατυχώς με το τέλος του φαγητού).
«Η μάνα χάνει το παιδί και το παιδί τη μάνα» (Σε μεγάλο συνωστισμό και συρροή κόσμου).
«Η μάνα τρώει και του παιδιού δε δίνει» (για νοστιμότατο φαγητό).
«Η μάνα είν’ αγέννητη και μια φορά γεννιέται» (Η απώλεια ή ο θάνατος της μάνας είναι μεγάλη δυστυχία που δεν μπορεί να αναπληρωθεί με τίποτε).
«Δεν μ’ ερωτούν αν είχα κύρη, μόν’ μ’ ερωτούν αν έχω μάνα».
«Είχα μάνα κι’ έκλανε και θεια κι’ επορδοκόπα».
«Όλοι τη μάνα μου γυρεύουν κανένας τον τάτα μου».
«Μουλάρι ποιος είναι ο κύρης σου; Αλόγα είναι η μάνα μου».
«Μια φορά με γέννησε η μάνα μου».
«Άνιφτο κι’ αχτένιστο τύφλα να ‘χει η μάνα του».
«Η μάνα μου πολύ κακιά κι’ εγώ καλή γυναίκα».
«Και μένα μάνα μ’ έκανε».
«Κάμανε τη μάνα να την πιάσει μανιακό».
«Καλή μάνα αμ’ η μητριά να μη σου λείψει».
«Μάνα και θυγατέρα κλειδί και κασέλλα» (άκρα μυστικότητα).
«Ο λαγός δεν κάνει καλύτερο μαλλί από τη μάνα του».
«Ούθε πάει η μάνα πάει και η αρνάδα».
«Το χειρότερο της ρούγας το καλύτερο της μάνας» (παιδί).
«Απ’ ούλα τα λαλούμενα κάλλιο λαλεί η καμπάνα, κι’ απ’ ούλα τα μυρωδικά κάλλιο μυρίζει η μάνα».
«Το παιδί που θέλει να κλάψει με τη μάνα του να πάει να παίξει».
«Τι είναι; Της μάνας μου ο γυιός».
«Κάλλιο η μάνα σου η καλή, παρά η μάνα μ’ η κακή».
«Είναι και μάνες γροσαριές είναι και τρεις το γρόσι».
«Μάνα το μάνα τ’ ουρανού και τα καλά του κόσμου».
«Όσο βρέχει ο ουρανός και δέχεται η γης σκεπάζει η μάνα του παιδιού».
«Όσα σκεπάζει η μάνα δε σκεπάζει ο ήλιος».
«Όσο είχαμε τη μάνα μας πηγαίναμε ούλο τα πίσω. Τώρα που δεν την έχουμε πηγαίνουμε ούλο μπροστά».
«Η μάνα χάνει το παιδί, βρίσκεται γκαστρωμένη».
«Η μάνα η λυπησαριά κάνει κατσιποδιάρικα παιδιά».
«Απ’ όλα τα γλυκίσματα γλυκύτερη είν’ η μάνα».
«Είν’ από κείνους που τρώνε της μάνας τους το βυζί».
«Δεν θα με κάνει η μάνα μου και ταχιά ταχιά (= αύριο)».
«Θέλει μάνας γόνατα και αδερφής αγκάλη».
«Παραζούζουλη είναι η μάνα και πανώρια η θυγατέρα».
«Όπως με γέννησε η μάνα μου».
«Έχει κι’ άλλη μάνα γιο γη η Μαριά το Θόδωρο».
«Ζήτα τη μάνα του και τον κύρη του».
«Ποια μάνα καλορρίζικη για νάν και τα παιδιά της;»
«Σώπα συ μούλικο άσε να μιλήσει η μάνα σου που ξέρει του κουτιού (τις αμαρτίες) τον καημό».
«Η μάνα το βλέπει κι’ η θυγατέρα το λει».
«Το παιδί που θα κλάψει με τη μάνα του θα παίξει».
«Λάχανα στη μάνα μου – λάχανα στο σπίτι μου, κάλλια ήταν στη μάνα μου».
«Η μάνα δέρνει το παιδί και πάλι «μα» φωνάζει» (Δεν υπάρχει τίποτε πιο δυνατό από τη στοργή προς τη μητέρα).
«Αλοίμονο και καταλί ποια μάνα διώχνει το παιδί».
«Ποια μηλιά έχει τα μήλα της και ποια μάνα τα παιδιά της;» (Όπως κανένα οπωροφόρο δέντρο δεν κρατά για δικό του λογαριασμό τους καρπούς του έτσι και καμιά μητέρα δεν έχει μέχρι τέλος όλα τα παιδιά της).
«Η γεννέτρια η μάνα αλισβεριό φτάει με το Θεό» (Η ιερότητα της μητρότητας γιατί η μάνα γίνεται συνεργάτης του Δημιουργού. Η μητέρα δημιουργεί όπως και ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο).
«Η μάνα είναι το γλυκό βοτάνι κι’ όπου το βάλεις αυτό γιάνει» (= γιατρεύει) (χαρακτηριστικό της μητρικής αγάπης που ότι κάνεις τα πάντα συγχωρεί).
«Είναι και μάνες που πονούν κι’ αδελφές που λυπούνται».
«Να ‘χες μάνα να ‘κλαιγε!»
«Να ‘χες μάνα να μοιάζει».
«Όλοι οι δαρμοί δαρμοί σανε ολ’ οι δαρμοί δαρμοί ‘ναι. Μα σαν της μάνας το δαρμό άλλος δαρμός δεν είναι».
«Γέρος πέργερος μάνα λέει».
«Μώρ’ αυτό είναι μάνα».
«Το τάγιζε το μάνα τ’ουρανού» (Ακόμη και το μάνα που δεν βρίσκεται).
«Κάλλια να ήθελε να κάμει η μάνα ένα κουβάρι κλωστές παρά που σ’ έκαμε εσένα» (για αχάριστα παιδιά).
«Πως βάσταξε εννιά μήνες στης μάνας του την κοιλιά;» (για ανυπόμονους).
«Αν δεν είχε το βυζί μια φλέβα πικρή θα έτρωγε το παιδί τη μάνα».
«Χαλάλισα της μάνας μου το γάλα».
«Μάνα τα φτιάχνει τα παιδιά μάνα τα χαλάει».
«Η μάνα είναι χρυσό πάπλωμα» (Σαν συμβουλή προς τις αυστηρές στα ήθη μητέρες που δεν συγχωρούν τις παρατροπές των θυγατέρων της).
«Δική μου μάνα πέθανε καμιά μην απομείνει».
«Το παιδί περάσαμε, τη μάνα δεν περάσαμε» (γι’ αυτούς που δεν τελειώνουν τις δουλειές τους).
«Σαν πάρεις κόρη τη μάνα θώρει».
«Έβγα μάνα μ’ κόρακα να δεις τον γυιο βρυκόλακα» (για τους κακούς νέους που είναι όμοιοι προς τους κακούς γονείς τους).
«Σαν που σκεπάζει ο ουρανός τη γη σκεπάζει η μάνα το παιδί».
«Σαρούδι της ρούγας, στολίδι της μάνας» (το παιδί μπορεί να είναι κακάσχημο ελεεινό, περίτρομα, για τη μητέρα του όμως είναι στολίδι).
«Το ‘χεσε ο μπαμπάς του το ‘χεσε η μάνα του» (για παιδί όταν στη μορφή και στα λίγα προτερήματα και στα πολλά ελαττώματα μοιάζει προς τους γονείς του).
«Δεν μ’ έκανε η μάνα μου μια λαγάνα να τρώω μια βδομάδα;» (για τους άχρηστους).
«Η μάνα σ’ όταν σ’ έπιασε σ’ έκλασε στη γλώσσα σου» (για φλύαρους).
«Από μάνα ορφανεύει το παιδί».
«Έφτυσε το γάλα της μάνας του» (τιμωρήθηκε πολύ στη ζωή του).
«Μάνα θώρειε παίρνε κόρη κύρη θώρειε παίρνε αγόρι».
«Το παιδάκι που θα παίξει με τη μάνα του θα κλάψει».
«Το παιδί θέλει χάιδια στο λαιμό μαργαριτάρια».
«Μη δίνεις αέρα του παιδιού σου για θα χτυπήσεις την κεφαλή σου».
«Εγώ κλέβω και πορνεύω μα το παιδί μου θέλω να βασιλέψει».
«Το παιδί χωρίζει τη μάνα μα η μάνα δεν χωρίζει το παιδί».
«Κάμε λέει παιδιά να δεις χαΐρι».
«Μια μάνα τρέφει παιδιά, δέκα παιδιά την αφήνουν και πεινά».
«Αυτή που λυπάται το ραβδί της μισάει το παιδί της» (Η μάνα που αποφεύγει να χτυπήσει με τη βέργα το παιδί της δεν το αγαπάει γιατί αυτή που το αγαπάει το παιδεύει με επιμέλεια).
«Στο καλό σου το παιδί δίνε ξύλο και ψωμί».
«Όποια δεν παιδοκομάει ξέρει και κατηγοράει».
«Εκείνη που δεν έχει παιδιά έχει ένα καημό μα εκείνη η μάνα πόχει έχει χίλιους».
«Μικρό παιδί μικρός καημός» (λέγεται σε θάνατο νηπίου).
«Να κουνώ και το παιδί νάμαι και κακοκαρδισμένη».
«Όποια έχει θηλυκό παιδί πουτάνα να μη βρίσει κι’ όποια έχει αρσενικό, κερατά να μην ειπεί».
«Τα παιδιά αν δεν είχανε παίδιες δεν θα τα λέγανε παιδιά».
«Το λειψό παιδί μόνο στην πρώτη γέννα φαίνεται» (δηλ. ο υπολογισμός της κανονικής εγκυμοσύνης είναι δυνατός μόνο στην πρώτη γέννα αφ’ ότου παντρευτεί η γυναίκα).
«Τα παιδιά ότι κι’ αν φάνε είναι χαλάλι κι’ ότι φορέσουνε είναι χαράμι» (δηλ. το φαγητό είναι πολύ πιο αναγκαίο ενώ το ρούχο και το λούσο είναι περιττά επειδή το χαλάει χωρίς να το χαίρεται αφού είναι μικρό δεν νογάει).
«Το μικρό παιδί είναι σαν τα’ αδράχτι που αδειάζει και γεμίζει. (δηλ. το βρέφος ή το νήπιο εύκολα αδυνατίζει ή παχαίνει).
«Του παιδιού μου το παιδί τόχω δυο φορές παιδί» (η αγάπη στον εγγονό μας είναι διπλή).
«Και το καλό παιδί θέλει το δικό του και το κακό παιδί θέλει το δικό του».
«Το παιδί μου το χρυσό μοναχό κυλάει τ’ αβγό τούψηνα πέντε αβγά κι’ έτρωγα τα τέσσερα κι’ από τ’ άλλο το μισό το παιδί μου το χρυσό».
«Του παιδιού μου το παιδί δυο φορές παιδί μου» (λέγεται στις γιαγιάδες για την αγάπη τους προς τα εγγόνια).
«Όποια δεν έχει παιδιά μήτε σκάει μήτε γελάει».
«Ο Θεός που πέμπει στη ζωή το παιδί του πέμπει και τη ζωή κυβέρνησή του» (κυβέρνηση = τα μέσα συντήρησής του).
«Κάθε παιδί με το κισμέτι του».
«Τα παιδιά είναι του Θεού μελήματα».
«Πως πάνε κόρακα τα παιδιά σου; Όσο πάνε και μαυρίζουν. Πέρυσι περπατούσαν φέτος αρκουδίζουν» (δηλ. μπουσουλάνε) (το λένε για τα παιδιά που δεν προοδεύουν στα γράμματα).
«Όποιος παιδιομάθει δεν γερονταφίνει» (για τις κακές έξεις)
ή «Όποιος το παιδομάθει δεν το γερονταφήνει».
«Της παλυανδρούσας το τσουπί (κόρη) τον ίδιο δρόμο θε να βρει».
«Τι τα θέλεις τα σκουτιά αφού παιδιά δεν έχεις;» ( λέγεται για μητέρες που σκοτώνονται με κάθε τρόπο και μέσο να επιδείξουν τα παιδιά τους ενώ στην πραγματικότητα δεν έχουν καμιά αξία (ηθική ή αρχές) τα παιδιά της).
«Η πλούσια με τα φλωριά της κι’ η φτωχή με τα παιδιά της».
«Τα πολλά παιδιά είναι χουζανιά».
«Κάνε παιδιά να δεις χαΐρι και προκοπή».
«Τα σημερινά παιδιά σε πουλάνε και σ’ αγοράζουνε».
«Κάθε παιδί κι’ η τύχη του».
«Καλό παιδί το ξερνιάρικο κακό παιδί το τσιρλιάρικο» (η μεγάλη βρεφική θνησιμότητα από δυσεντερία).
«Το γλυκό γλυκό μελάκι του παιδιού μου το παιδάκι».
«Παιδί ας έχουμε και κώλο ας μην έχει» (Ας έχουμε παιδί κι’ ας μην έχει πισινό) (ατρησία πρωκτού).
«Μικρά παιδιά μικρές παίδες μεγάλα παιδιά μεγάλες παίδες».
«Δε με ψηφάς για μάνα; Γω σε ψηφώ παιδί μου».
«Του παιδιού μου το παιδί σαν το μέλι ναι γλυκό».
«Παίδευέ το το παιδί σου να’ ναι στην υποταγή σου».
«Όσα παιδιά έχει η μάνα τόσα μαχαίρια στην καρδιά» (δηλ. τόσοι πόνοι και τόσα βάσανα έχει η μάνα).
«Όμορφο παιδί της κούνιας άσκημο παιδί της ρούγας».
«Του παιδιού μου το παιδί είν’ εφτά βολές παιδί μου».
«Των αρχόντων τα παιδιά μερικά βγαίνουν καλά».
«Οπόχει παιδιά και τσάντζαλα στα πανηγύρια δεν πάει».
«Είχα το παιδάκι μου κι’ είχα την καρδούλα μου (ζωίτσα μου) του έψηνα τα πέντε αυγά και του ‘δινα το ένα κι’ έτρωγα τα τέσσερα κι’ απ’ τ’ άλλα το μισό» (το λένε για τις αφιλόστοργες μητέρες).
«Να μη σε ιδούνε τα παιδιά σου πως μεθάς, να μη σ’ ακούσουνε πως βλαστημάς, να μη σε καταλάβουνε πως θέλεις ν’ απατήσεις».
«Το παιδί και το γουρούνι όπως το μάθεις».
«Μικρά παιδιά μικρά μαχαίρια στην καρδιά» (πολλές αγωνίες και φροντίδες).
«Παιδί που δεν γροικά τη μάνα του χέσε μέσα του».
«Η καλή νοικοκυρά από την πάστρα των παιδιών της φαίνεται».
«Λίγα ήταν τα παιδιά της γριάς εγέννησε κι’ ο γέρος».
«Δεν ειδ’ από τα παιδιά θα ιδώ από τ’ αγγόνια;»
«Το πουλί και το μικρό παιδί ποτέ τους δεν χορταίνουν».
«Η κοπέλα την αρμάτα και το παιδί την κομάτα».
«Εγώ με το παιδάκι μου ηύρα το χουζουράκι μου».
«Δεν είδες κάνα παιδί να περπατεί σαν άγγελος;»
Ο μύθος λέγει ότι κάποιος γύρισε από τη Σμύρνη και τον ρώτησε μια μητέρα αν είδε το παιδί. Ο άνθρωπος είπε ότι δεν το γνωρίζει το παιδί της ούτε ήξερε που εργαζόταν, και η μητέρα τότε του είπε την παραπάνω παροιμιώδη φράση.
«Της καλομάνας το παιδί στους πέντε μήνες κάθεται στους έξι καλοκάθεται και στους εφτά και στους οκτώ παίρνει τον τοίχο πάει ορθό» (λέγεται για τα βρέφη που γεννήθηκαν φυσιολογικά τρέφονται με μητρικό γάλα και διατηρούνται και αναπτύσσονται κανονικά).
«Παιδί σαν λουντρούκι» (πολύ παχύ).
«Το θροφανό παιδί στις σαράντα το χαράζουν για να βγει το κακό αίμα» (Στο ευτραφές παιδί κάνουν αφαίμαξη για υγεία στις 40 ημέρες από τη γέννησή του και κάθε πρωτομαγιά).
«Κάλλιο να βαστώ σκατά παρά παιδί στην αγκαλιά» (για άστοργη μάνα).
«Κάλλιο μπούκα μου παρά παιδί μου (για άστοργη μάνα).
«Έξω παιδιά μέσα γύμνια. Μέσα παιδιά, έξω γύμνια».
«Τα μικρά παιδιά είν’ άγγελοι κι’ ότι πούνε θε να γίνει».
«Ποιος είναι ο μεγαλύτερος μέσα στο σπίτι; Το μικρό παιδί».
«Εντρέπομαι παιδί για κύριν και σκυλί για νοικοκύριν».
«Τα παιδιά αξιώνουν τη μάνα τους».
«Άντρα μου παιδάκια θέλεις; Άσε με κι εγώ σου κάνω».
«Είσαι το παιδί κι’ είσαι η αφορμή».
«Της ακαμάτρας το παιδί ούλο χορέματα θέλει μ’ αλήθεια της καματερής κούπα κι’ ανακούπα πέφτει».
«Ώφου παιδάκι μου πως σ’ αγαπώ! Έτσι δα μάνα θε ν’ αγαπώ κι’ εγώ τα παιδιά μου».
«Μικρού παιδιού κουλούρα δεν σφραγίζει».
«Οι τρέλες των παιδιών στο κεφάλι της γερόντισσας μάνας».
«Τάρνα, τάρνα το παιδί μου μου ‘φαγε την κεφαλή μου».
«Κοτζάμ’ παιδί για σαρίκι».
«Παιδιά σκατά και σύγνεφα».
«Ο αδελφός είναι σταυρός κι’ ο άντρας είν’ κορώνα και το παιδί είναι βάσταγια που τα βαστάει όλα».
«Είναι πρώτο της παιδί».
«Παιδιά σαν τα μαλάματα, μαύρα σαν τα τσουκάλια».
«Χειμωνιάτικο παιδί της Άνοιξης καμάρι».
«Το παιδί είναι στύλος του σπιτιού».
«Κακό παιδί το φιλεί η μάνα του».
«Το παιδί ριζώνει το παιδί ξεριζώνει».
«Όταν σαραντίσει το παιδί πανούκλα δεν φοβάται».
«Τη βέργα δειξ’ του του παιδιού να ιδείς πως ησυχάζει» (και κρεμασμένη να τη βλέπει το παιδί τη βέργα σκιάζεται).
«Τα παπαδόπουλα και τα γουρουνόπουλα τρώνε και δεν χορταίνουνε».
«Τα παιδιά μου εφίλευε και με πήρε σκλάβα του».
«Τα παιδιά μου είν’ οι φυτειές μου».
«Τα παιδιά ξανανιώνουν τη μάνα».
«Τα παιδιά μου ναν καλά που ‘ναι φυτειές κι’ αυξαίνουνε».
«Τα παιδιά μου τρώνε κι’ εγώ χορταίνω».
«Όποια δεν μεγάλωσε παιδί αρσενικό και σκύλο λαγωνικό τα έξοδα δεν τα ξέρει» (τα έξοδα για τη μόρφωση του αγοριού είναι μεγαλύτερα από αυτά της κόρης).
«Λέω να δείρω τα παιδιά μου συλλογιέμαι τα δικά μου».
«Της καλομάνας το παιδί το καλοβυζαγμένο σ’ εννιά μήνες περπατεί».
«Παιδιά και κλήματα θέλουν φύλαγμα στο σπίτι».
«Κάνω να μαλώσω τα παιδιά μου και θυμάμαι τα δικά μου».
«Όπου ναι παιδιά που αγαπιόνται δεν μπορείς να κλείσεις τις πόρτες».
«Της ακαμάτρας το παιδί κούππα κι’ ανάκουπα κοιλιέται».
«Το ένα παιδί και τ’ άλλο σκυλί» (όταν η μάνα φέρεται άνισα προς τα παιδιά).
«Είναι παιδί της μάνας του».
«Αγριεύει το παιδί με τ’ άγριο».
«Καταφρονεμένο μου παιδί καλέ μου νοικοκύρη».
«Ουδέ αγίου κερί ουδέ παιδιού κουλούρα μην τάξεις».
«Όσα παιδιά της μάνας τόσα καρφιά στην καρδιά».
«Το παιδί έφαγε ένα βόδι».
«Του διαόλου το παιδί διαολάκι θα γενεί».
«Τα καλά παιδιά είναι βιός» (βιός = περιουσία).
«Τα παιδιά μας τα σκυλιά μας» (για όσους θέλουν να δείξουν ότι είναι ελεύθεροι χωρίς υποχρεώσεις).
«Τους άντρες με τα μάγια και τα παιδιά με τα βοτάνια τους γένεις».
«Ο καημός ειν’ του παιδιού κι’ όχι ο καημός της μάνας».
«Ο πρώτος λόγος του παιδιού ο ύστερος τ’ αρρώστου».
«Πως παν αράπη τα παιδιά σου; Όσο παν μαυρίζουν».
«Όποια δεν εγέννησε τ’ είν’ τα παιδιά δεν ξέρει».
«Για παιδόπουλο για πανόπουλο» (δηλ. ή τα παιδιά της θα φροντίζει ή τον αργαλειό της).
«Η μάνα είναι που τα χαλάει τ’ αγόρια της».
«Ασαράντιγο παιδί τ’ ανθρώπου μη το δείχνεις».
«Το λέει η μάνα στη γωνία και το παιδί στη γειτονιά».
«Κατηγορεμένο μου παιδί καλέ μου νοικοκύρη».
«Το παιδί είναι κλίμα και τ’ άγουρο σταφύλι».
«Στο καλουπάκανο παιδί η προσταγή της μάνας είναι αλαφριά».
«Είχα παιδί κι’ είχα χαρά του έψηνα τ’ αυγό και τότρωγα εγώ».
«Δυο χρονών το αγόρι μας κι’ έλεγε το λύκο μύχο» (λέγεται για τους βλάκες).
«Τον πρώτο χρόνο το παιδί σου και τον άλλο να παννίσου».
«Τάχα δεν ήμουν κι’ εγώ παιδί δεν ήμουν παληκάρι τάχα δεν περπάτησα τη νύχτα με φεγγάρι;»
«Το φρόνιμο παιδί φοβάται το λόγο, το κακό μηδέ το ξύλο».
«Πολλά παιδιά στο σπίτι και νάχω και παλληκάρια».
«Κακά να γίνει η δουλειά μπροστά σε τούτα τα παιδιά» (όταν η μάνα για χάριν των παιδιών παραμελεί το νοικοκυριό).
«Πόσα παιδιά έχεις; -Πέντε του Θεού».
«Πόσα τέκνα έχεις; -Έχω δυο παιδιά και μια τσούπα».
«Πέτρα ιδρώνει, παιδί μαργώνει» (Όσον και αν είναι ο καιρός ζεστός η μάνα πρέπει να προστατεύει τα μικρά παιδιά της από το κρύο, ρεύματα αέρος κ.λ.π.).
«Το αγόρι μου γράμματα δεν έμαθε την καμπάνα χτυπάει στην εκκλησιά» (Για τις άφρονες μητέρες που καυχιόνται για μικρές ικανότητες των παιδιών της).
«Εποίκεν η μάνα – κ’ ηύρεν το παιδίον» (αμαρτίαι γονέων παιδεύουσι τέκνα).
«Όποιος κάνει πολλά παιδιά κάνει και τον πειρασμό συμπέθερο» (λέγεται σε αποτυχία ενός από τα πολλά συνοικέσια).
«Το παιδί θέλει χορούδια κι’ η κοιλιά βυζούδια».
«Αν είν καλά και πέρκαλα του δυόσμου το κλωνάρι της πεθεράς μου το παιδί ο διπλο-κανακάρης».
«Παιδάκι είσαι;» (γι’ αυτούς που δεν σκέπτονται σωστά).
«Κουρτουλάκια κουρτουλάκια κάμνουν τα μικρά παιάκια» (για τα παρεκτρεπομένα κορίτσια).
«Έχω γω ένα παιδάκι που ν’ βενέτικο φλουράκι» (το καλό χρυσό παιδί).
«Χάσε χρόνο να θρέψεις παιδί».
«Στα κατώφλια του σπιτιού σου ναν η πέρνια του παιδιού σου».
«Τα παιδιά με τους λόγους και τα σκυλιά με τα λιθάρια».
«Τα παιδιά παιχνίδια θέλουν».
«Τα παιδιά την περισσότερη χαρά την έχουνε όταν γεννιούνται».
«Σαν θα δείρεις το παιδί δείρε το ειδεμή μην τον πειράξεις».
«Το καλό παιδί τιμά τη μάνα του και το σόι του».
«Τα κακά παιδιά πόνοι της μάνας».
«Χαρά στην ψυχή της που θάφτει το παιδί της» (λέγεται για σκληρόκαρδη κακομάνα, σπάνια περίπτωση ψυχωτικής παιδοκτόνου που μόνο ότι έχει το ακαταλόγιστο μπορεί να θεωρηθεί).
«Το παραπεταμένο το παιδί κληρονόμος του σπιτιού».
«Κάνει παιδιά της ορφανειάς (ο ηλικιωμένος σύζυγος).
«Παιδιά γέρου, παιδιά της ορφάνειας».
«Ο στύλος του σπιτιού είναι το καλό παιδί».
«Παιδί που θέλει να δαρθεί παίζει με τη μάνα του».
«Χειμωνιάτικο παιδί καλοκαιρινό περδίκι».
«Να παιδί να μάλαμα» (λέγεται σαρκαστικά όταν ένα παιδί εκδιώξει τους γονείς του).
«Το χειρότερο παιδί κληρονόμος θα γενεί».
«Απρίλης, Δρίλης, τέσσερες Μάϊς, Κουτσούκλης πέντε δυο που μ’ έχεις δυο που σ’ έχω δικό μας είναι το παιδί» (για νόθο).
«Το παιδί που θέλει να φάει ξύλο παίζει με της μάνας του το αδράχτι».
«Έμορφο παιδί στην κούνια, άσχημο στο παραθύρι» (όταν είναι το παιδί όμορφο μικρό θάναι άσχημο μεγάλο).
«Άχαρο παιδί στην κούνια όμορφο παιδί στη ρούγα».
«Τα λέει η μάνα στη γωνιά και το παιδί στη γειτονιά».
«Τα παιδιά παίδες τραβούν κι’ οι μάνες τις ξεχάνουν».
«Να είχα το παιδάκι μου να είχα την ανάσα μου!» (λέγεται όταν η μάνα απολέσει το τέκνο της).
«Τόνα παιδί καλό παιδί τάλλο δεν έχει μάνα».
«Παιδιά παίδεψη των αντεριών».
«Τα παιδιά είναι παιδεμός και στον ύπνο σ’ να τα ιδείς παίδεψη θα πάθεις».
«Παιδί και παίδεψη παιδιά παιδομή» (παιδομή-τιμωρία).
«Τα πολλά παιδιά είναι φτώχεια».
«Μικρό παιδί, μεγάλος πόνος».
«Είναι μάνας γιος» (για ευφυή και δραστήριο).
«Ας με βαστά η μάνα μου κι’ ας με βαστάει στ’ αγκάθια» (είναι γλυκειά η περποίηση της μάνας).
«Η μάνα θα βαρέσει και θα πονέσει» (η μητριά όχι).
«Το τιμόνι του σπιτιού είναι η μάνα».
«Πατέρας και παιδί και μάνα και θυγατέρα τα ταιριάζουνε» (ειρωνικά).
«Παιδί χαζής μάνας ή χαζής πουτάνας» (για ευφυέστατο παιδί).
«Από τη μάνα ευγενής κι’ από τον κύρη πλούσιος».
«Η μάνα θα βαρέσει και θα πονέσει» (λέγεται για τους ενδιαφερόμενους και επομένως ανίκανους να μας ζημιώσουν πολύ).
«Η μάνα σου ήταν σκόρδο ο τάτας σου κρεμμύδι συ από πού γεννήθης;»
«Δεν μπορεί κανείς να σκοτώσει τη μάνα του».
«Είναι μεγάλη η μάνα σου; Να το πουκάμισο κρέμεται και δες το (όταν θέλει κάποιος να αποφύγει να απαντήσει για πρόσωπα ή πράγματα ασύμφορα).
«Η μάνα μου κρεμμύδι κι’ εγώ χρυσό απίδι» (από κακιά μάνα βγαίνει καλό παιδί).
«Σαν στον κόρφο της μάνας του».
«Έχει κι’ η μάνα με το παιδί όσο να μπει και να βγει» (για την οικειότητα παρ’ ότι η οργή είναι στιγμιαία).
«Γκαστρωμένη ήταν η μάνα σου όταν σέκαμε;» (λέγεται σαν αστείο ειρωνικά προς αποφυγή άλλης απάντησης δηλ. δεν πάω, άσε με ήσυχο εκτός και μπορεί να πάει αμέσως).
«Η καλή μάνα κάνει και καλό παιδί».
«Οι ξυλιές της μάνας είναι γλυκές» (δηλ. το ξύλο από τη μητέρα είναι απαλό).
«Να το δείρω θέλω εγώ με της μύγας το φτερό να το δείρω θέλω πάλι με της μύγας το ποδάρι» (το ίδιο σαν το παραπάνω).
«Όταν σ’ έκανε η μάνα σου αργία ήτανε ή γαλαργία;» (χωρίς γάλα ή με γάλα;)
«Το παιδί ορφανεύει από τη μάνα» (η πραγματική ορφάνια είναι όταν χαθεί η μάνα).
«Η κόρη με τη μάνα της γειτονισιά δεν θέλει» (λέγεται γι’ αυτούς που δεν έχουν ανάγκη ο ένας τον άλλον).
«Το άλογο να πηδήσει τη μάνα του αυτό δεν γίνεται» (για τα αδύνατα ή δύσκολα να γίνουν).
«Της μάνας τον περίδρομο η κόρη τον επήρε».
«Η μάνα μου δεν είναι κολοκυθιά να με ξανακάνει».
«Ποια σκύλα μάνα σ’ έκανε και σ’ έριξε σε μένανε;»
«Η μάνα η κακορίζικη το πρώτο της κορίτσι και κείνο στον Άδη».
«Εμένα δε με γέννησε μάνα με γέννησε μανιτάρα;» (λέγεται συνήθως από τα παραπονούμενα αδέλφια που αδικήθηκαν έναντι των αδελφών τους).
«Είναι μάνα» (δηλ. ειδικότατος).
«Είναι μάνα καημένη» (πολύ ωραία ή πολύ επιδέξια).
«Μάνα καημένη είναι τούτο το παιδί».
«Τι κούναγε από σένανε η μάνα σου;» (αν ήξερε ότι θα γινόσουν τόσο κακός δεν θα σε κούναγε).
«Της μάνας η καρδιά είναι σεντούκι κλειδωμένο» (κρύβει όλα τα μυστικά).
«Η μάνα μου είχε μάνα κι’ εγώ μάνα δεν είχα».
«Όσοι ξενομούσανε στην μάνα μου πλανούσανε» (κάτι παρόμοιο δηλ. ).
«Άλλοι για τη μάνα μας ρωτούν κανείς για τον μπαμπά μας».
«Μια φορά με γέννησε η μάνα μου όχι δυο».
«Πολλή μακριά ν’ η μάνα σου εδώ κοντά ναι το φουστάνι της».
«Την κόρη μας τη μυξαριά ποιος θα τηνε κωκνιστή; Η μάνα της η σαλιαριά».
«Βρήκε μάνα» (ευρήκε περιουσία).
«Νάχα μάνα γουργούρι είχα στο στόμα μου».
«Της μάνας τα μαλώματα της πεθεράς τα χάδια». (Λέγεται ειρωνικά για το ότι ούτε από την μητέρα γίνεται σφοδρή και μοχθηρή επιπλήξεις ούτε από την πεθερά αληθινά και ειλικρινά είναι αγαπημένη).
«Τ’ αγαπούσε η μάνα σου τα αγαπάς και συ τα σύκα, τα καρύδια και το γλυκό κρασί» (Όταν η κόρη μοιάζει της μάνας στα ελαττώματα).
«Παιδί χωρίς αμαρτία» (ο αναδεκτός μου).
«Μάνα για τα παιδάκια της κάτω στη γη πηγαίνει για των παιδιών της τα παιδιά ακόμα κάτω πάει» (τα εγγόνια αγαπιούνται πολύ).
«Το κακό παιδί ποτέ δεν θα ορθοποδήσει».
«Ούτε παιδιά ούτε σκυλιά ούτε ντέρτι στην καρδιά» (για άτεκνη γυναίκα).
«Αξαίνουν τα παιδάκια μου κι’ αξαίνουν τα φαρμάκια μου».
«Γιατί το λένε παιδί; Γιατί είναι παιδεμός».
«Θυμού μάνα τα δικά σου και μη δέρνεις τα παιδιά σου».
«Παιδάκι μου αφορμίτσα μου να φάει κι’ η μανίτσα μου».
«Το στερνό παιδί έχει πολλή αγάπη».
«Η Παναγιά βοηθά που πίνει το παιδί νερό».
«Ο πρώτος λόγος στο σπίτι είναι του παιδιού γιατί είναι ο μεγάλος».
«Στείλε μου μάνα την ευχή σου έλα και συ μοναχός σου».
«Εσύ είσαι μάνα και δεν κλαις κι’ εγώ αδελφή να κλάψω;»
«Κλαίει ο διάβολος τη μάνα του» (ειρωνικά σε όσους μουρμουρίζουν).
«Κλαίει το παιδί με μαύρα δάκρυα».
«Το παιδί παίρνει από εφτά γενιές».
«Το παιδί γρήγορα μαθαίνει και γρήγορα ξεχνά».
«Καλό παιδί π’ ανάθεμα τη μάνα του».
«Του δαιμόνου τα παιδιά δαιμονάκια ‘ναι κι’ αυτά».
«Γιόμισαν τα σοκάκια παιδιά».
«Ερημώσαν τα χωριά από παιδιά».
«Ένα παιδί κανένα».
«Αφορμή για το παιδί τρώει η μάνα το πουλί».
«Της καλομάνας τα παιδιά τα μοσχο-αναθρεμμένα πίτες ανατολίτισσες κι’ αυγά καθαρισμένα» (όταν ξεπέσουν τα πλουσιόπαιδα).
«Το μωρό μου το παιδί θέλει γέρο να κουνεί».
«Πεθαίνουν τα μικρά παιδιά μα ν’ αγκαθάκια στην καρδιά».
«Πως πάνε κάβουρα τα καβουράκια σου; Πέρσι περπατούσαν και φέτος μπουσουλάνε» (για κακά και απρόκοπα παιδιά).
«Παιδί είναι κι’ ας παιδεύεται».
«Είχα το παιδί κι’ είχα τη χαρά κι’ έψηνα τ’ αυγό κι’ έτρωγα το εγώ».
«Άμα το παιδί γνωρίσει τη μάνα πέφτουν τα μαλλιά της».
«Όπου παιδιά δεν χρειάζονται τα δαιμόνια».
«Η μάνα είναι η δούλα και τα παιδιά οι αφεντάδες».
«Όπου παιδιαρομάθει δεν γερονταφήνει».
«Έτυχε και μια νύφη πλούσια είπε στο αγόρι έχεις μάνα; Της είπε αυτό. Γυναίκες παίρνω δέκα αλλά μάνα δε ματαφκιάνω».
«Μάνα κατακαημένη» (καλός άνθρωπος αλλά καταφερτζής).
«Εκειός που σκότωσε τη μάνα του είναι εκεί η συμφορά».
«Το έκανε η μάνα σου το έκανε κι’ η θειά σου κάνε το κόρη μου και συ να μη χαθεί η γενιά σου».
«Συ είσαι μάνας κόρη» (θαυμαστικιά, έξυπνη, άξια, προκομμένη).
«Πως κυλιέται το μουλάρι; Ως θωρεί τη μάνα του».
«Χαλάλι σου σαν της μάνας μου το γάλα».
«Όποια δεν έκανε παιδιά δεν ξέρει τι είν’ η μάνα».
«Νάν’ καλά η μανούλα σου που σ’ έδειξε και τις έμοιασες».
«Πέθαν’ η μάνα σου; Ζιάει η μάνα μ'».
«Σαν της μάνας σου το γάλα».
«Το αρνί που ξεχωρίζει απ’ τη μάνα του ο λύκος το τρώει».
«Η μάνα ‘ναι στα παιδιά τσαντίρι» (σκέπη και καταφύγιο).
«Της μάνας η κατάρα ξεριζώνει».
«Είναι από μάνα» (ευγενής).
«Φάτε πουλιά τον κόρακα κι’ ο κόρακας τη μάνα».
«Κατά τη μάνα κι’ οι κόρες».
«Οι μανάδες μας ήσαντε γυναίκες».
«Νάχα μάνα και στόμα να μην είχε» (Το έλεγε ένα φαγάς ο οποίος αγαπούσε μεν τη μητέρα του αλλά προτιμούσε να τρώει εκείνος όλο το φαγητό).
«Πήρε το κατσίκι κλαρί» (όταν απογαλακτίζουν το βρέφος = έπαψε να βυζαίνει τη μάνα του).
«Λύκος να φάει τ’ μάνα».
«Κατά μάνα κατά κύρη κατά δαιμονικό αγγόνι».
«Της μάνας τον επίσκοπο η κόρη τονε παίρνει» (Αν έχει ελαττώματα η μάνα τα παίρνει η κόρη).
«Κοίταζε μαντρί πάρε σκυλί κοίταζε μάνα πάρε παιδί».
«Μάνα δε βρίσκει κανένας κι’ απέ γυναίκες χίλιες στον παρά».
«Από τη μάνα ναι βγαινικιά η κόρη» (ευγενής).
«Αυτουνού του νιου η μάνα πεθερά της μάνας μου (ειρωνικά για πολύ μακρινούς συγγενείς).
«Ήταν μάνες με παιδιά» (δηλ. άπειρο πλήθος).
«Η μάνα βγάνει τ’ όνομα κι η γειτονιά το σέρνει».
«Αντρούς χαϊδέματα, μάνας μαλώματα».
«Όποιος δεν έχει μάνα δεν έχει μάτια».
«Κάλλια στο παιδί παρά στη μάνα» (λέει η μαμή σε θάνατο νεκροπατημένου στη γένα νεογνού δηλ. καλύτερα να πεθαίνει το παιδί παρά η μάνα).
«Δεν μ’ έκανε η μάνα μου κούτσουρο να περνά όλο το χειμώνα;»
«Δεν είμαστε από μία μάνα βγαλμένα» (γεννημένοι).
«Δέρνεις με σκοτώνεις με πάλε μάνα μ’ είσαι σύ».
«Η μάνα πονεί στην καρδιά κι’ η αδελφή στα σπλάγχνα».
«Δεν του λείπει λόξα μα του λείπει μάνα».
«Η μάνα φίδι γέννησε και πάλε το λυπήθη» (για φιλόστοργη μάνα – φίδι = το ανεγκέφαλο τέρας που δεν ζει πάνω από λίγες μέρες συνήθως το πετούσαν στο λόγγο).
«Μάνα λούσε με και μάνα χτένισέ με» (δηλ. αλλοίμονό μου).
«Μια φορά με γέννησε η μάνα μου».
«Δεν λείπει λαγκιόλι λείπει η μάνα» (λαγκιόλι = πτωχή φουστανέλα).
«Η μάνα είναι μάνα κι’ αυτά είναι περιττά».
«Το ξύλο της μάνας μου γίνιτε κορμί και τα λόγια τα ξένα γίνονται σπαθί».
«Μάνα μας εγέννησε κι’ εμάς».
«Τα μάνα τ’ ουρανού φέρε μου!»
«Η σκύλα μάνα να μη γενή» (αν …τότε δε γίνει φιλόστοργη).
«Είν’ από κείνου που τρων της μάνας του το βυζί».
«Από την αγκαλιά της μάνας της την πήρε» ή «από την ποδιά».
«Κούτου μάνα κούτου παιδί» (κούτου = σκληρή βάρβαρη μάνα).
«Σαν της μάνας μου το γάλα».
«Η μάνα σκύλα δεν γίνεται».
«Ό,τι μάνα ό,τι κόρη».
«Είναι μάνες και μανάδες είναι και μερικές γάιδαρος».
«Η μάνα ψένει κι’ αλατίζει το παιδί» (το μεγαλώνει με ηθικές αρχές).
«Αν μ’ αγαπά η μάνα μου της μοίρας μου είν και κείνο».
«Η μάνα γεννά κι’ η μοίρα μοιράζει».
«Μια μάνα σε γεννάει μια μοίρα σε μοιραίνει».
«Της μοίρας τα μελλούμενα μαννάρα δεν τα κόβει».
«Ας σ’ αγαπά κι’ η μάνα σου η μοίρα σου έχει χάρη».
«Όσα γράφει η μοίρα του παιδιού πελέκι δεν τα κόβει».
«Ούτε του άγιου κερί ούτε του παιδιού τάμα».
«Έχω γιο κι’ έχω χαρά τι θα γίνω πεθερά έχω κόρη έχει πίκρα που θα γνέθω μέρα νύχτα».
«Όποια γιους και θυγατέρες τα φαρμακεία δεν της λείπουν».
«Πολλοί γιοι πολλοί καημοί».
«Τάχα νάχει κι’ άλλη γιο; Η μπακάλαινα κι’ εγώ».
«Όποια μάνα έχει γιο έχει κρασί κι’ όποια έχει κόρη λάδι».
«Ο ύπνος θρέφει το παιδί κι’ ο ήλιος το μοσχάρι».
«Της καλημάνας το παιδί από τον ύπνο στο φαΐ».
«Γυρεύει της μάνας του τα χάιδια» (λέγεται για όσους ζητούν τρυφερότητα).
«Η γυναίκα άμα κάνει παιδί γίνεται σεβαστή».
«Οι πολύτεκνοι έχουν πάντα έτοιμη τη φράση: Τα παιδιά είναι του Θεού».
«Γιόμησε ο τόπος παιδιά».
«Ερήμωσαν οι γειτονιές από παιδιά».
«Όλα αγοράζονται εκτός από τη μάνα».
«Από τη μάνα ορφανά, τα παιδιά μέσ’ στα στενά».
«Ορφανά παιδιά από μάνα χωργιού κοπέλια».
«Των πεινασμένων το ψωμί των ορφανών το δείπνο».
«Βοηθάτε στης ορφανής το γάμον» (ενισχύστε έναν αδύναμο).
«Ανάθεμα την ορφανίαν όσα καλά κι’ αν έχει».
«Ο ορφανός δεν χαίρεται χίλια κι’ αν βασιλέψει».
«Το παιδί αν δεν δαρθεί άνθρωπος δεν γίνεται» (Λέγεται για την ανατροφή παρόμοια αρχαία επιβίωση «πηλός μη δαρείς, λίθος ου γίνεται».
«Πες μου μάνα πως σε εδέρνανε;»
«Εμέ το κάνεις τ’ ορφανού, παιδιά θα κάμεις να το βρουν».
«Τ’ ορφανό ορφανίζεται για να κακοτυραννίζεται».
«Βρίσκεις ορφανό; Πάτα το στο λαιμό» (λέγεται για τη σκληρότητα).
«Από τα σπάργανα ορφανός κι’ από τα νειάτα χήρος».
«Όποιος θρέφει ορφανά θρέφει φίδια».
«Τούτο πάει (πέθανε) είναι άλλο να βαφτίσουμε;»
«Σου λένε να στεφανώσεις; Κάτσε γιατί έχει έξοδα. Σου λένε να βαφτίσεις; Σήκω γιατί είναι ανάγκη».
«Αν μ’ αγαπά η μάνα μου τα Φώτα ας με βαφτίσει κι’ αν μ’ αγαπά καλύτερα το Μέγα το Σάββατο».
«Η στο σπάρσιμο ή στο βάφτισμα μοιάζουν τα παιδιά» (τα παιδιά μοιάζουν στους γονείς και στους αναδόχους).
«Αυτός βυζαίνει το δάχτυλό του» (ανόητος – μωρός).
«Αυτός βυζαίνει γάλα ακόμα (είναι άπειρος).
«Βυζαίνει από δυο βυζιά» (ή από πολλά για όσους έχουν εισοδήματα από πολλές πηγές).
«Δόντια αν δεν είχε θα βύζανες» (λέγεται για πολύ ανόητους).
«Καλό βυζί ευρήκε εκείνος και βυζαίνει» (γι’ αυτούς που έχουν προσοδοφόρο εργασία).
«Το φρόνιμο τ’ αρνί ‘πο τριακόσιες μάνες βυζαίνει».
«Ηύρε ένα βυζί και βυζαίνει» (για όσους ζουν παρασιτικά).
«Το ‘χει βυζάξει».
«Ώχου τα καημένο μυρίζει ακόμα γαλατίλες δόντια να μην είχε θα το βύζαινε ακόμα» (ειρωνικά για όσους κρύβουν την ηλικία τους).
«Σαν κορδώσουν τα βυζιά σου τότε κλαίνε τα παιδιά σου».
«Το βυζί και το μαλλί καθημερινή στολή» (λέγεται για νέες γιατί η κόμη και οι μαστοί είναι πάντοτε το κόσμημα στις νέες κοπέλες).
«Πηγάδια βυζιά» (το άφθονο γλυκό γάλα της γαλακτερής μάνας).
«Όποια έδωσε βυζί έδωσε φαρμάκι κι’ όποιος φιλί έδωσε μέλι» (παράπονο της μητέρας για την προτίμησιν της νύφης).
«Η γαλάτρα μάνα να μη νηστεύει για να φέρνει γάλα στο παιδί».
«Κώλο δέρνε η μάνα κώλο αφήνει, πάλι κολαρέντζος είναι το παιδί» (το αδιόρθωτο).
«Ο πηλός αν δεν δαρθεί, κεραμίδι δεν γίνεται».
«Άφησε να σε δείρουνε και ύστερα να κλάψεις».
«Δείρε τον καλόν να γίνει καλύτερος. Δείρε τον κακό να γίνει χειρότερος».
«Γύρνα να σε δείρω κι’ ας είναι βέργα ζαβή».
«Από την αγκαλιά της μάνας της την πήρε».
«Ας με βαστά η μάνα μου, κι’ ας είναι τα πάνω κάτω».
«Όποια δεν δέρνει το παιδί της θάρθει μια μέρα να χτυπά την κεφαλή της».
«Της μάνας η καρδιά είναι σεντούκι κλειδωμένο» (κρύβει όλα τα μυστικά των παιδιών της).
«Κουφή μάνα καλό παιδί» (συγκατάβαση).
«Της μάνας τα μαλώματα της πεθεράς τα χάδια».
«Μια μάνα εκατό παιδιά ταΐζει τα εκατό παιδιά μια μάνα δεν ταΐζουν».
«Η μάνα χάνει το παιδί και το παιδί τη μάνα».
«Η μάνα τρώει και του παιδιού της δε δίνει».
«Η μάνα που γεννοβολά καταπονεί το χάρο».
«Τον Τούρκο φίλευε και το παιδί σου φύλαγε».
«Σκόρπισαν σαν του λαγού τα παιδιά».
«Η τυχερή μάνα το πρωτικάρι της κορίτσι το φτιάνει».
«Η υπερήφανη μητέρα σπάνια έχει φρόνιμη θυγατέρα».
«Φωτεινή, χορεύεις και το μικρό σου κλαίει;»
«Τράνεψαν τα παιδάκια μου τράνεψαν τα φαρμάκια μου».
«Τα πλούτη αν πάνε στα παιδιά δεν φτάναν στ’ εγγόνια».
«Το πολύ φαΐ σπληνιάζει το παιδί και το λίγο μαραζιάζει».
«Όποιος τιμά τη μάνα του το βρίσκει απ’ τα παιδιά του».
«Να χαλάσουμε του παιδιού το χέρι να το κάνουμε γουδοχέρι» (για μεγάλη θυσία και σκληρή, δυσανάλογη προς την ωφέλεια που θα φέρει).
«Μια μάνα εκατό παιδιά ταΐζει και εκατό παιδιά μια μάνα δεν ταΐζουν».
«Η μάνα είναι γλυκό κρασί νόστιμο παξιμάδι εκείνος που το πίνει δεν μεθά που το τρώει δε χορταίνει».
«Το χειρότερο παιδί της ρούγας, το καλύτερο της μάνας».
«Κακομοίρα μάνα, κακορίζικα παιδιά».
«Η γάτα τα γατάκια της, κι η μάνα τα παιδάκια της».
«Μάνα το μάνα του ουρανού και τα καλά του κόσμου».
«Η μάνα έδερνε το παιδί και πάλι «μα» φωνάζει».
«Αλίμονο την ποια μάνα διώχνει το παιδί».
«Πώς βάσταξε εννιά μήνες στης μάνας του την κοιλιά;» (επί ανυπόμονων).
«Μάνα τα φτιάνει τα παιδιά και μάνα τα χαλάει».
«Το παιδάκι που θα παίξει με τη μάνα του θα κλάψει».
«Την προκοπή της μάνας θα την δείς στην πάστα του παιδιού της».
«Να κάνει η μάνα δώδεκα να θάφτει δεκατρία» (για τα αδιάφορα και κακό-τροπα παιδιά).
«Λούζεις με χτενίζεις με ξέρω ποια είν’ η μάνα μου».
«Ποιος είδε μάνα άτυχη νάχει παιδιά της τύχης».
«Η μάνα σου σε βάσταξε εννιά μήνες και συ δε βαστάς μια ημέρα» (ανυπόμονος).
«Απ’ όλα τα μυρωδικά κάλλιο μυρίζει η μάνα».
«Από τη γης βγαίνει νερό κι απ’ την ελιά το λάδι κι από τη μάνα την καλή βγαίνει το παλικάρι».
Οι Νεοελληνικές παροιμίες για το παιδί και τη μάνα αντανακλούν την Εθνική μας Ιστορία, τις παραδόσεις, τα ιδανικά μας, τις ηθικές επιταγές του λαού μας και τα έθιμα μας. Γι’ αυτό πρέπει με προσοχή και φροντίδα να συγκεντρώνονται ως πνευματικοί θησαυροί και να παραδίδονται με αγάπη στις επόμενες γενιές, ως σοφές υποθήκες της ζωής. Γιατί οι παροιμίες αποτελούν τα αιώνια διδάγματα της ηθικής του λαού, που αντικατοπτρίζουν τον ψυχικό και κοινωνικό του κόσμο.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  1. Αλεξιάδης, Μ.Α., Δωδεκάνησα, Λαϊκός Πολιτισμός, Αθήνα 2003.
  2. Αναγνωστόπουλος, Γ.Π. Συλλογή Παροιμιών του Ζαγορίου, Λαογραφία, τ.Β΄ εν Αθήναις (1910) σ. 307-329.
  3. Αραβαντινός, Π. Παροιμιαστήριον ή Συλλογή Παροιμιών εν χρήσει παρά τοις Ηπειρώταις, εν Ιωαννίνοις 1863.
  4. Βαλαβάνης, Ιω. Γ., Ζώντα μνημεία της ανά τον Πόντον ιδιωτικής, Αθήνησιν 1892.
  5. Δουλαβέρας, Αρ. Ν., Η έμμετρη εκφορά του νεοελληνικού παροιμιακού λόγου διδ. Διατριβή, Αθήνα 1989.
  6. Ζευγώλη-Γλέζου, Διαλεχτή, Παροιμίες από την Απείρανθο Νάξου Αθήναι, 1963.
  7. Καββαδίας, Γ., Ο πρακτικός λόγος, Κέρκυρα, 1876.
  8. Κανδηλώρος, Τ.Χ., Τα Γορτυνιακά. Λαογραφική και γλωσσική μελέτη. Αρκαδ. Επετ. Β΄ (1906) σ. 235 – 291.
  9. Καρανικόλας Αλ. Σωτ. Καρανικόλας Σ. Αλ., Παροιμίες και φράσεις από τη Σύμη Αθήνα, 1980.
  10. Κορύλλος, Χ.Π., Μύθοι συμπυχθέντες εις παροιμίας, Λαογραφία, τ. Στ. εν Αθήναις 1918 σ. 646-652.
  11. Κυριαζής, Γ.Ν., Κυπριακαί Παροιμίαι, Λάρναξ, 1940.
  12. Κυριακίδης, Α., Ελληνικαί Παροιμίαι, εν Λευκωσία 1916.
  13. Λάσκαρης, Ι.Ν., Η Λάστα και τα μνημεία της εν Πύργω 1902.
  14. Λουκόπουλος, Δ. και Λουκάτος Δ. Παροιμίες των Φαράσων, Αθήνα 1951.
  15. Λουκάτος, Δ., Κεφαλονίτικα Γνωμικά, Αθήναι 1952.
  16. Μερακλής, Μιχ. Γ. Παροιμίες Ελληνικές και των άλλων Βαλκανικών λαών (συγκριτική εξέταση), Αθήνα 1985.
  17. Μηνάς, Κ., Παροιμίες Ολύμπου Καρπάθου Δωδεκάνησα Αρχείον 5 (1970) 99-134.
  18. Μουσάου – Μπουγιούκου Καλλιόπη: Παροιμίες του Λιβισίου και της Μάκρης Αθήνα 1961.
  19. Νεστορίδης, Κ., Παροιμίαι και παροιμιώδεις φράσεις ανέκδοτα, Παρνασσός, 15 (1892) 469-477, 635-639, 878-880, 946-955, 16: (1893) 159-160.
  20. Οικονομόπουλος, Θ.Χ., Παροιμίες για τη Γέννα, Θέματα Μαιευτικής- Γυναικολογίας τ.Δ΄ τ.χ. 4 Οκτ. – Δεκ. 1990 σ. 434 – 441.
  21. Οικονομόπουλος, Θ.Χ. Η συναισθηματική πλευρά νηπιακής γλώσσης, Θησαύρισμα εις το Δίκαιον Β. Βαγιακάκον Λακωνικαί Σπουδαί ΙΑ Αθήνα 1992, σ. 386 – 398.
  22. Οικονομόπουλος, Θ.Χ., Νεοελληνικές παροιμίες για το Παιδί και τη Μάνα Παιδιατρική, 1995 τ. 58, σ. 502-508.
  23. Οικονομόπουλος, Θ.Χ., Η στείρα γυναίκα στις προλήψεις και στις δεισιδαιμονίες του Ελληνικού λαού, Θέματα Μαιευτικής-Γυναικολόγίας Θ. τ.χ. 4 Οκτ. – Δεκ. 1995, σ. 335 – 370.
  24. Οικονομόπουλος, Θ.Χ., Η αρρενογονία και η θηλυγονία στην Ελληνική Λαϊκή Παράδοση, Θέματα Μαιευτικής – Γυναικολογίας τ. ΙΒ΄ τ.χ. Ι Ιαν.-Μαρτ. 1998.
  25. Οικονομόπουλος, Θ.Χ., Ελληνικό Λαογραφικό Λεξικό για τη Μάνα και το Παιδί. Έκδοση Ελληνικής Παιδιατρικής Εταιρείας – Φυτράκη, Αθήνα 1999.
  26. Οικονομόπουλος Θ.Χ., Νανουρίσματα και Ταχταρίσματα της Λαϊκής Ελληνίδας Μάνας για το παιδί της. Η ιατρο-ψυχολογική ερμηνεία εκδ. Ακίδα, Αθήνα 1999.
  27. Πολίτης, Ν.Γ., Μελέται περί του βίου και της γλώσσης του Ελληνικού λαού, Παροιμίαι, τ.Α΄ (1899), τ. Β΄ (1900) τ. Γ΄ (1901), τ. Δ΄ (1902).
  28. Ρηγάτος, Γ.Α., Ιατρική Παροιμιολογία, Αθήνα 1997.
  29. Σαββαντίδης, Π.Γ., Οι Παροιμίες του Παρθενίου Κατζιούλη «Δωδώνη» Επιστ. Επ. Φ. τ. Παν. Ιωαννίνων τ.Α΄ Ιωάννινα 1972 σ. 143-200.
  30. Σακελλαρίδης Ο.Κ. Παροιμίες και Φράσεις από τη Νίσυρο Αθήναι 1983.
  31. Σαλαμάγκας Δ., Γιαννιώτικες Παροιμίες και φράσεις, Ιωάννινα 1974.
ΑΡΧΕΙΑ:
1) Αρχείο Ιστορικού Λεξικού Ακαδημίας Αθηνών
2) Αρχείο Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών
3) Αρχείο Λαογραφικό και Γλωσσικό Μουσείου της Μητέρας
4) Αρχείο Μουσείου Ελληνικής Λαϊκής Ιατρικής.


Δημοσίευση σχολίου

Αφήστε το σχόλιό σας ή κάνετε την αρχή σε μία συζήτηση

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Δημοφιλείς κατηγορίες

...
Οι πιο δημοφιλείς κατηγορίες του blog μας

Whatsapp Button works on Mobile Device only