Αρχαία Ελληνική Τέχνη
Κλασική εποχή
(Παρθενώνας, Ικτίνος και Καλλικράτης και Προπύλαια, Μνησικλής)
Κέντρο της εποχής αυτής ήταν η Αθήνα, στην οποία γεννήθηκε και εξελίχθηκε η τέχνη της κλασικής περιόδου δηλαδή τον 5ο και 4ο αιώνα π.Χ. Σε όλη την Αττική ανοικοδομούνται διάφορα κτίσματα, όπως ναοί, δημόσια κτίρια και τα οικοδομήματα της Ακρόπολης. Πολλά από τα οικοδομήματα αυτά δημιουργήθηκαν συγχρόνως στο διάστημα από το 450 έως το 431 π.Χ., δηλαδή μέχρι την έναρξη του Πελοποννησιακού Πολέμου. Στο β' μισό του 5ου αιώνα π.Χ. οικοδομήθηκαν εκτός από τον Παρθενώνα και άλλοι σημαντικοί ναοί. Θόλοι και στοές, αίθουσες και θέατρα είναι μερικά μόνο από τα μεγαλόπρεπα δημόσια κτήρια της εποχής. Την ίδια περίοδο εφαρμόστηκε ένα νέο πολεοδομικό σύστημα, το "Ιπποδάμειο", κυρίως στον Πειραιά. Στην αρχιτεκτονική επικρατούν ο κορινθιακός και ο ιωνικός ρυθμός. Σπουδαίοι αρχιτέκτονες της κλασικής εποχής είναι: ο Ικτίνος, ο Καλλικράτης και ο Μνησικλής.
Τα ιστορικά γεγονότα της περιόδου (Περσικοί Πόλεμοι, εγκαθίδρυση δημοκρατίας κτλ.) έχουν αντίκτυπο στις τέχνες και ειδικότερα στην γλυπτική. Τότε είναι που συντελούνται πολλές μεταβολές. Χωρίζεται σε τέσσερις περιόδους: στην πρώιμη κλασική περίοδο, στην ώριμη κλασική περίοδο, στον πλούσιο ρυθμό και στην ύστερη κλασική περίοδο.
Στην πρώιμη κλασική τέχνη ή τέχνη του αυστηρού ρυθμού (480-450 π.Χ.) οι μορφές είναι βαριές και μερικές φορές κινούνται έντονα. Το βάρος του σώματος μετατοπίζεται στο ένα σκέλος, κάτι που έχει ως συνέπεια την αλυσιδωτή μετατόπιση και των λοιπών μελών. Στα γυναικεία αγάλματα προβάλλει ο δωρικός πέπλος και η ανάδειξη του σώματος γίνεται με τον περιορισμό των πτυχών του. Η πιο σημαντική αλλαγή όμως, είναι η αντικατάσταση του μειδιάματος με μία έκφραση που δείχνει ενδοστρέφεια και περισυλλογή.
(Δισκοβόλος, Μύρων)
Πρωτοπόροι γλύπτες αυτής της περιόδου θεωρούνται: ο Σμίλις, ο Κάλων, ο Ονάτας, ο Νάξιος Αλξήνωρ, ο Αργείος Αγελάδας, ο Μύρων, ο Πυθαγόρας- που τις μορφές του χαρακτήριζε ρυθμός και συμμετρία- και ο Πολύγνωτος. Αυτοί έθεσαν τα θεμέλια της κλασικής φόρμας που θα ολοκληρώσει η γενιά του Φειδία και του Πολύκλειτου.
(Αθηνά, Φειδίας)
Στην ώριμη κλασική τέχνη(450-390 π.Χ.) οι μορφές παριστάνονται πιο ήπιες, και ώριμες σε ήρεμη στάση. Εκφράζουν με το κάλλος τους την πνευματικότητα και την ακτινοβολία του κλασικού θαύματος. Η σοφία και η βαθιά ανθρωποκεντρική διάθεση του κλασικού κόσμου συμπυκνώνεται στην τρυφερή εξιδανίκευση αυτών των έργων που έμελλε να επηρεάσουν την πορεία της τέχνης σε ολόκληρο τον Δυτικό κόσμο. Επίσης σε όλα τα αρχιτεκτονικά γλυπτά του Παρθενώνα εικονίζονται διάφορα γεγονότα της καθημερινής ζωής. Ήταν όλα έργα του κορυφαίου καλλιτέχνη Φειδία ο οποίος εκτός από αυτά, φιλοτέχνησε και άλλα σημαντικά έργα που επηρέασαν καθοριστικά τους σύγχρονους και μεταγενέστερους γλύπτες.
Αλκαμένης Κρησίλας Πολύκλειτος Καλλίμαχος
Άλλοι γλύπτες αυτής της εποχής, αντάξιοι μαθητές του Φειδία είναι: ο Αλκαμένης, ο Κρησίλας, ο ανδριαντοποιός Πολύκλειτος που έγραψε και το πρώτο θεωρητικό κείμενο περί γλυπτικής, ο Καλλίμαχος που υπήρξε ο εφευρέτης του κορινθιακού κιονόκρανου, ο Αγοράκριτος ο Πάριος, ο Κολώτης που ήταν ειδικευμένος στην κατασκευή χρυσελεφάντινων αγαλμάτων, κ.ά.
(Πορτραίτο του Περικλή, Κρησίλας)
Στον πλούσιο ρυθμό (430-390 π.Χ.) οι γλύπτες ενδιαφέρονται περισσότερο για την δομή των σωμάτων, το ένδυμα και την περίτεχνη πτυχολογία του. Οι μορφές γίνονται πιο αιθέριες, αρχίζουν να συστρέφονται γύρω από έναν κεντρικό άξονα και το γυναικείο σώμα σταδιακά αποκαλύπτεται με ευγένεια και κομψότητα. Στους ανδριάντες και τις προτομές αποτυπώνονται τα ατομικά χαρακτηριστικά. Οι μαθητές του Φειδία διακρίθηκαν με το έργο τους αυτή την εποχή όπως π.χ ο Αγοράκριτος ο Πάριος και ο Κρησίλας- δημιουργός των πορτρέτων του Περικλή και του Ανακρέοντα.
(Νίκη του Παιώνιου)
Άλλοι λιγότερο σημαντικοί γλύπτες ήταν ο Παιώνιος από τη Μένδη - γνωστός κυρίως για την «Νίκη» του στην Ολυμπία- ο Κολώτης και ο Στρογγυλίων.
(Ερμής του Πραξιτέλη)
Στην ύστερη κλασική τέχνη (390-323 π.Χ.) η ευσέβεια προς τους θεούς παραμένει, αλλά τα αγάλματά τους διαφοροποιούνται σε σχέση με τα παλαιότερα χρόνια, ενώ στην τέχνη εισάγονται και θέματα ειδυλλιακού χαρακτήρα. Οι μορφές κινούνται και πάλι αλλά πιο ελεύθερα, τα σώματα λυγίζουν, τα ρούχα και τα χτενίσματα γίνονται πιο πολύπλοκα και τα συναισθήματα πιο έντονα. Ένας από τους σημαντικότερους γλύπτες αυτής της περιόδου είναι ο Πραξιτέλης που έπλασε τον Ερμή, τον έφηβο του Μαραθώνα και την Αφροδίτη της Κνίδου.
1)Κηφισόδοτος, 2)Σκόπας, 3)Τιμόθεος, 4)Λύσιππος
Άλλοι σπουδαίοι γλύπτες θεωρούνται ο Κηφισόδοτος, ο Τιμόθεος, ο Σκόπας- που έργα του θεωρούνται το άγαλμα της Πανδήμου Αφροδίτης και ο ναός της Αλέας Αθηνάς- ο Ευφράνωρ, ο Εκτορίδας, ο Θρασυμήδης, ο Βρύαξις, ο Λεωχάρης, ο Σιλανίων, ο Αντίφιλος και ο Λύσιππος- ο τελευταίος γλύπτης της ύστερης κλασικής περιόδου που άνοιξε τον δρόμο προς την ελληνιστική τέχνη.
Εκτός από τις τρισδιάστατες μορφές εντοπίζουμε και τα ανάγλυφα. Στην αρχή γίνονται σε ξύλο και αργότερα σε μάρμαρο, σε χαλκό και σε πηλό. Άλλοτε κοσμούσαν αγγεία, άλλοτε τις μετόπες και τα αετώματα των ναών, άλλοτε ήταν σε βάθρα αγαλμάτων και λέγονταν αναθηματικά και άλλοτε σε τους τάφους και αποκαλούνταν επιτύμβια ή επιτύμβιες στήλες. Οι μορφές που απεικονίζονται είναι αθλητές, πολεμιστές, γυναίκες με παιδιά στην αγκαλιά τους, νέους με τους δούλους τους και παιδιά με τα αγαπημένα τους ζώα. Επιδεικνύουν ανεπτυγμένη πλαστικότητα, αλλά ιδεαλιστικά χαρακτηριστικά. Οι επιτύμβιες στήλες από τις αρχές του 4ου αιώνα π. Χ. μετατρέπονται σταδιακά σε πραγματικούς ναΐσκους και οι μορφές που παριστάνονται από ανάγλυφες γίνονται ολόγλυφες. Οι συνθέσεις είναι πολυπρόσωπες, τονίζοντας το βάρος και την σημασία των οικογενειακών δεσμών. Καλλιτέχνες αυτών των ανάγλυφων ήταν γλύπτες και τεχνίτες από διάφορα εργαστήρια της Ελλάδος αρχικά κυρίως της Πάρου και της Νάξου λόγω των λατομείων, κι αργότερα κυρίως της Αθήνας.
Σε αντίθεση με την γλυπτική και την αρχιτεκτονική, οι γνώσεις μας για την ζωγραφική είναι αποσπασματικές μιας και τα πρωτότυπα που σώθηκαν είναι ελάχιστα. Γνωρίζουμε όμως κάποιους από τους πιο σημαντικούς ζωγράφους της εποχής: o Πολύγνωτος από την Θάσο, o Μίκων, o Απολλόδωρος από την Αθήνα, o Νικίας, o Παρράσιος από την Έφεσο, o Ζεύξις από την Μεγάλη Ελλάδα, o Απελλής από την Κολοφώνα, o Ευφράνωρ από την Αθήνα, ο Νικόμαχος, ο Παυσίας από την Σικυώνα, ο Τιμάνθης κ.α.
Όμως τις επιδράσεις της ζωγραφικής μπορούμε να τις εντοπίσουμε στην αγγειογραφία -σε μικρή κλίμακα- τόσο στα χρώματα που χρησιμοποιούσαν όσο και στις πολυπρόσωπες παραστάσεις που απεικόνιζαν με θέματα από την μυθολογία, την καθημερινή ζωή και τις αισθητικές αξίες. Εκτός από τα ερυθρόμορφα και μελανόμορφα αγγεία έχουμε και τα λεγόμενα λευκού εδάφους που συνδέθηκε κυρίως με τις ληκύθους, αλλά χρησιμοποιήθηκε επίσης σε οινοχόες, κύλικες, πυξίδες και αλάβαστρα. Τα αγγεία αυτά μάς επιτρέπουν να αποκτήσουμε μια ιδέα -σε μικρή κλίμακα- για τους χρωματικούς πειραματισμούς των μεγάλων και διάσημων ζωγράφων της εποχής. Η παραγωγή κυλίκων με το εσωτερικό τους διακοσμημένο στην τεχνική του λευκού εδάφους συγκεντρώνεται κυρίως μεταξύ του 480 και 460 π.Χ. και οι σημαντικότεροι εκπρόσωποί της ήταν ο «ζωγράφος του Πιστόξενου» και ο «ζωγράφος του Σωτάδη». Η μελαμβαφής και η άβαφη κεραμική όμως αποτέλεσαν την μεγαλύτερη σε όγκο παραγωγή του Κεραμεικού. Από τις δύο όμως μόνο η μελαμβαφής εξαγόταν σε ολόκληρο τον ελληνικό κόσμο και συχνά πέρα από τα όριά του. Το μαύρο λαμπρό βερνίκι της ήταν μοναδικής ποιότητας και την έκανε να ξεχωρίζει από τις διάφορες τοπικές απομιμήσεις. Συχνά έφερε εμπίεστα γεωμετρικά και φυτικά κοσμήματα.
1 2 3 4 5
Άλλοι γνωστοί αγγειογράφοι υπήρξαν οι εξής:
1. ο «ζωγράφος του Βερολίνου»
2. ο «ζωγράφος του Κλεοφράδη»
3. ο «ζωγράφος του Λυκάονα»
4. ο «ζωγράφος του Μειδία»
5. ο «ζωγράφος του Ξενοφάντου» κ.α.
2. ο «ζωγράφος του Κλεοφράδη»
3. ο «ζωγράφος του Λυκάονα»
4. ο «ζωγράφος του Μειδία»
5. ο «ζωγράφος του Ξενοφάντου» κ.α.
(Ταναγραίες)
Όσον αφορά τα ειδώλια (ή αλλιώς τέχνη της κοροπλαστικής) πολλά από αυτά είναι αναθηματικά και παριστάνουν είτε την θεότητα είτε τον αναθέτη. Το ίδιο συμβαίνει και με τα πήλινα πλακίδια ή πίνακες, των οποίων τα σημαντικότερα κέντρα παραγωγής κατά την Πρώιμη Κλασική περίοδο ήταν η Μήλος και οι Επιζεφύριοι Λοκροί. Η παραγωγή ήταν μαζική και βασιζόταν στη χρήση καλουπιών, πράγμα που οπωσδήποτε μείωνε τη φρεσκάδα και τη ζωντάνια των αντιγράφων. Στο β' μισό του 4ου αιώνα π.Χ. διαπιστώνεται μία μεταστροφή στη θεματολογία, καθώς προτιμώνται πλέον οι κοσμικές μορφές παιδιών που παίζουν ή γυναικών με πλατύγυρα καπέλα, με ριπίδες και καρπούς στα χέρια. Οι γυναίκες φορούν συνήθως χιτώνες και είναι τυλιγμένες με μανδύες. Αρχικά πιστευόταν ότι κατασκευάζονταν στην Τανάγρα της Βοιωτίας (απ' όπου και το όνομα Ταναγραίες) γιατί βρέθηκαν κατά εκατοντάδες σε τάφους του ελληνιστικού νεκροταφείου της Τανάγρας, αλλά η νεότερη έρευνα οδήγησε στο συμπέρασμα πως υπήρχαν πολλά τοπικά εργαστήρια που κατασκεύαζαν τέτοια ειδώλια και ένα από τα σημαντικότερα ήταν στην Αθήνα.
Στην μεταλλοτεχνία (ή αλλιώς τορευτική) έχουμε κατασκευή αγγείων, οικιακών σκευών και εργαλείων, μικρά χάλκινα αγαλματίδια, κοσμήματα και νομίσματα. Τα μικροτεχνήματα αυτά κατασκευάζονταν συχνά από τους ίδιους χαλκουργούς ή γλύπτες που δημιουργούσαν και τα έργα μεγάλης κλίμακας. Ο Κάλαμις, ο Μύρων και ο Φειδίας αναφέρονται από τις αρχαίες πηγές και ως τορευτές που κατασκεύαζαν αγγεία και επεξεργάζονταν το χρυσό για τα χρυσελεφάντινα αγάλματα. Από τους καταλόγους των Θησαυρών του Παρθενώνα και τουΕρεχθείου μαθαίνουμε για το πλήθος, την ποικιλία και την πολυτέλεια αυτών των αναθημάτων. Οι τεχνικές που εφαρμόζονταν στην κατασκευή των τορευμάτων ήταν η χύτευση και η σφυρηλάτηση, ενώ η διακόσμησή τους ήταν συνήθως εγχάρακτη ή έκτυπη.
Φημιστά έργα της μεταλλοτεχνίας αυτής της περιόδου είναι και τα χάλκινα αγάλματα μνημειακών διαστάσεων αλλά αυτά κατασκευάζονται από γλύπτες κι ανήκουν πλέον στην κατηγορία της γλυπτικής.
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιό σας ή κάνετε την αρχή σε μία συζήτηση
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.