Ο Σκοπιώτης Διόγος ήταν ένας χασάπης με καταγωγή από τη Μάνη που ζούσε στην Ζάκυνθο, όπου ο Κολοκοτρώνης, για να μη γίνεται βάρος στους ζακυνθινούς πατριώτες, έκανε το ζωέμπορο για να ζήσει τη φαμελιά του.
Ο Διόγος έπαιρνε από τον Κολοκοτρώνη εμπόρευμα με πίστωση. Κάποια στιγμή κατηχήθηκε και ο Διόγος στη Φιλική Εταιρεία στην κατώτερη τάξη των «συστημένων».
Ο Κολοκοτρώνης τον ευκόλυνε στις πληρωμές του σαν «αδελφός» Φιλικός. Ο Διόγος όμως, όχι μόνο δεν πλήρωνε τα χρέη του, αλλά ζητούσε κι εμπόρευμα και ολοένα έπαιρνε χωρίς να πληρώνει. Όταν το πράγμα παρατράβηξε, ο Κολοκοτρώνης του έκοψε την πίστωση. Ο Διόγος που ήξερε ότι και ο Κολοκοτρώνης ήταν στην Εταιρεία ξεκίνησε και φοβέριζε. Ο Κολοκοτρώνης τον αντιμετώπισε μαλακά. Ύστερα όμως του αγρίεψε για να τον φέρει στα συγκαλά του. Φοβήθηκε ο Διόγος και για να εξοφλήσει και με τα χρέη του και με τον Κολοκοτρώνη αποφάσισε να προδώσει.
Ο Διόγος πήγε στην Ήπειρο και αποκάλυψε στον Αλή Πασά τα πάντα σχετικά με την αλυτρωτική συνωμοσία. Επίσης του παρέδωσε τις συμβολικές λέξεις και φράσεις των Φιλικών καθώς και τα συνθηματικά νοήματα. Ακόμη, πρόδωσε τον Αλέξιο Βλαχόπουλο, έμπιστο αξιωματικό του Αλή, ως πράκτορα της Φιλικής Εταιρείας, τα θεμέλια της οποίας άρχισαν να τρίζουν επικίνδυνα. Η οργάνωση όμως αντέδρασε ταχύτατα.
Μέσα σε ελάχιστο χρόνο ειδοποιήθηκαν όλοι οι μυημένοι στην Ήπειρο να είναι προσεκτικοί στις κινήσεις τους.
Η Aυλή του Αλή πασά ήταν γεμάτη εταίρους. Αυτοί φρόντισαν να επηρεάσουν τον πασά παρουσιάζοντας τη συνωμοσία ως μύθευμα του Διόγου για να αποσπάσει χρηματική αμοιβή. Ο Αλή πασάς δεν πείσθηκε όμως, κάλεσε τον Βλαχόπουλο και με πονηρό τρόπο τού φανέρωσε τα συνθηματικά της Εταιρείας για να ελέγξει τις αντιδράσεις του. Ο Ηπειρώτης αξιωματικός, έχοντας ήδη προειδοποιηθεί, παρέμεινε ψύχραιμος. Παρά την πολύωρη ανάκριση, δεν αποκάλυψε το παραμικρό.
Ωστόσο, ο ραδιούργος πασάς ήθελε να αποκομίσει όσο το δυνατόν περισσότερα οφέλη από αυτήν την υπόθεση. Έστειλε επιστολή στον σουλτάνο, με την οποία τού εξέθετε όσα είχε μάθει από τον Διόγο. Εκείνη την εποχή είχε πέσει στη δυσμένεια της Υψηλής Πύλης, οπότε με την ανακάλυψη και την εξάρθρωση της τεράστιας συνωμοσίας που εξυφαινόταν στους κόλπους της Αυτοκρατορίας, θεώρησε ότι θα κέρδιζε την εκτίμηση της κεντρικής διοίκησης. Όμως, οι παντοδύναμοι σύμβουλοι του θρόνου, Χαλέτ Εφέντης και Πασόμπεης, οι οποίοι μισούσαν τον ανυπότακτο πασά, τον διέψευσαν και τον απαξίωσαν. «Τερτίπια της αλεπούς για να γλυτώσει τον κατατρεγμό», είπαν, καθησυχάζοντας τον σουλτάνο..
Μέσω του Άγγλου Πρόξενου στην Πρέβεζα Μέγερ το πληροφορήθηκε ο μισέλληνας Άγγλος Αρμοστής Μαίτλαντ και διέταξε τον Πέτρο Τζεν, να διεξάγει έρευνα στο σπίτι του Κολοκοτρώνη στην Ζάκυνθο. Ο τελευταίος, ειδοποιημένος από τον Σουλιώτη Δημήτριο Σαρλή, υπάλληλο της αστυνομίας των ΄Αγγλων, που ήταν μέλος της Φιλικής, πρόλαβε και έκρυψε όλα τα έγγραφα κάτω από στη σέλα του αλόγου του και έτσι η έρευνα απέβη άκαρπη.
Όμως οι έρευνες των Άγγλων δεν σταμάτησαν εδώ. Μια μέρα ξαφνικά Άγγλοι περικύκλωσαν το αρχοντικό του Ρώμα και ζητούσαν να κάνουν έρευνα. Ο Ρώμας κατάφερε και την απέφυγε, λέγοντας στον Άγγλο τοποτηρητή Ρως, που ήταν Τέκτονας κατώτερου βαθμού από τον ίδιο το Ρώμα, ότι στο αρχοντικό του βρίσκονταν έγγραφα της Τεκτονικής Στοάς, συνεπώς κατά τους τεκτονικούς κανονισμούς δεν μπορούσε να ερευνήσει ανώτερό του.
Καθώς όμως οι Άγγλοι είχαν πλέον υποψιαστεί τις προεπαναστατικές κινήσεις, ήταν δύσκολο για τον Κολοκοτρώνη να πάρει διαβατήριο και να μεταβεί στην Πελοπόννησο για να προετοιμάσει την επανάσταση, όπως του είχε ζητήσει ο Υψηλάντης. Το κατάφερε μετά από παρέμβαση του Κ. Δραγώνα, ο οποίος αν και ήταν Διευθυντής του Υγειονομικού, και επομένως υπάλληλος των Άγγλων, ήταν δραστήριος Φιλικός. Έτσι έφυγε από τη Ζάκυνθο για την Πελοπόννησο, στις 16 Δεκεμβρίου 1820, αιτούμενος άδεια από τις αγγλικές Αρχές για δήθεν ζωεμπόριο με το Αίγιο.
Οι Άγγλοι κατεδίωξαν, επίσης, τους Διονύσιο Ρώμα και Αναστάσιο Φλαμπουριάρη, οι οποίοι κατέφυγαν στη Βενετία,, από όπου εξακολούθησαν τη δραστηριότητά τους.
Ο Διόγος πλήρωσε για την προδοσία του, καθώς στα Ιωάννινα διέμενε ο Ζακυνθινός Διονύσιος Κλαυδιανός ή Κοντοράσης, μέλος της Φιλικής, ο οποίος μια νυχτα με αλλεπάλληλα κτυπήματα με στιλέτο σκότωσε τον προδότη .
Μετά την αναχώρηση των Ρώμα και Φλαμπουριάρη, εκλέχθηκε η δεύτερη Εφορία Ζακυνθινών Φιλικών, αποτελούμενη από τους Φραγκίσκο Καρβελά, Νικόλαο Καλύβα και Ιωάννη Στεφάνου, με γραμματείς τους Θεόδωρο Λεονταρίτη και το γιο του Ιωάννη.
Μετά τη μεταστροφή της αγγλικής πολιτικής υπέρ των επαναστατημένων Ελλήνων, στις αρχές Αυγούστου 1824, ο Διονύσιος Ρώμας επέστρεψε στη Ζάκυνθο και ίδρυσε αμέσως την Επιτροπή Ζακύνθου, αποτελούμενη από τον ίδιο και τους κορυφαίους Φιλικούς Κωνσταντίνο Δραγώνα και Παναγιώτη Στεφάνου.
ΠΗΓΗ
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιό σας ή κάνετε την αρχή σε μία συζήτηση
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.