Δεν είναι πολλοί αυτοί που ξέρουν ότι ο Κάρολος Κουν ξεκίνησε το Θέατρο Τέχνης από τη Νεάπολι. Την αφορμή για την έρευνα την έδωσε η μαρτυρία ενός παλιού συμμαθητή από το Ε΄ Γυμνάσιο Αρρένων και καλού φίλου του Χριστόφορου Νικολακόπουλου, που κουβεντιάζοντας μια μέρα για την παλιά μας γειτονιά, μου είπε ότι «σχεδόν στη γωνία με τη Ζαλόγγου επί της Ζωοδόχου Πηγής εγκαταστάθηκε λίγο αργότερα σ’ ένα ωραίο παλιό σπίτι ο Κάρολος Κουν και οι μαθητές του, που εξελίχθηκαν αργότερα στους τόσο διακεκριμένους ηθοποιούς της Σχολής του. Δεν ήξερα βέβαια τότε τα ονόματά τους, αλλά όποτε τους έβλεπα, τους χαιρετούσα χαμογελώντας κι αυτοί ανταπέδιδαν φιλικά και συγκαταβατικά τον χαιρετισμό ενός πιτσιρικά, όπως εγώ».
Η πληροφορία οδήγησε σε έρευνα του θέματος ανάμεσα σε ηθοποιούς που είχαν δάσκαλο τον Κάρολο Κουν.
Μας μίλησε με νοσταλγία η γνωστή παλιά ηθοποιός του θιάσου Κουν Εκάλη Σώκου, μαθήτριά του κι αυτή και παντρεμένη με τον επίσης ηθοποιό και μαθητή του Κουν Δ. Χατζημάρκο, που δεν ζει πια Ήταν μαθήτριά του στη δεκαετία του ’50 και θυμόταν που έλεγαν για το ξεκίνημα, που έγινε στα χρόνια της Κατοχής. Είχε στη βιβλιοθήκη της ένα βιβλίο που κυκλοφόρησε το 1953 με τον τίτλο «Κάρολος Κουν — 25 χρόνια θέατρο». Το βιβλίο αυτό που προλόγιζε ο Γιάννης Σιδέρης έλυνε τις απορίες για το πέρασμα του θεάτρου από τη Νεάπολι. Στα πολλά και ενδιαφέροντα άρθρα συνεργατών και φίλων του Κουν υπάρχουν πολύτιμα στοιχεία.
Όλοι αναφέρουν ότι ο Κάρολος Κουν ίδρυσε το θέατρο Τέχνης το 1942, αφού είχε προηγηθεί η «Λαϊκή Σκηνή», δική του κι αυτή και πολλές συνεργασίες του με γνωστούς θιάσους, αλλά και παραστάσεις στο Κολέγιο Αθηνών όπου δίδασκε από πολύ νέος.
Ο Γιάννης Στεφανέλλης, συνεργάτης του Κουν, γράφει την περίοδο 1942-1945:
«Τα χρόνια της Κατοχής, στη μικρή καμαρούλα της αυλής της Ζωοδόχου Πηγής, ζωντάνεψε η ιδέα ενός θεάτρου και πραγματοποιήθηκε όπως συμβαίνει στα παραμύθια. Ήταν μια εποχή γεμάτη προσδοκίες και όρεξη για δουλειά. Ώρες ολόκληρες γινόταν διδασκαλία και πρόβες και, ο τέλος, τα μάτια έτσουζαν απ’ τους καπνούς των τσιγάρων και πνιγόταν η ανάσα απ’ τη βαριά ατμόσφαιρα. Ο Καλλέργης διαμαρτυρόταν και άνοιγε πόρτα και παράθυρο ο Κουν τα ξανάκλεινε αγανακτισμένος. Πώς ήταν ποτέ δυνατόν να διαταραχθεί αυτή η αποπνιχιχτική μυσταγωγία!
Ύστερα ερχόταν η ώρα του βραδινού φαγητού. Ο Καλλέργης με υπομονή ανακάτωνε τις σταφίδες μέσα στο ποτήρι. Και το χώμα, νοθεία του διπλανού καταστηματάρχη, καταστάλαζε ένα δάχτυλο στον πάτο. Ύστερα, τις ξανάπλενε δεύτερο χέρι και με αξιοπρέπεια τις έτρωγε. Ο Κουν, αφοσιωμένος στην πρόβα, καταβρόχθιζε το περιεχόμενο τ’ ευθείαν από τη χαρτοσακούλα Υπολογίζω πως, κατά διάρκεια της Κατοχής, θα έφαγε συνολικά αρκετές οκάδες καθαρό χώμα.
Υπήρχε και το υπόγειο στη γωνία. Μια βρωμερή κατοχική ταβέρνα, με ύποπτα φαγητά και ένα απαίσιο σταφιδόκρασο. Όταν τα οικονομικά ήταν σχετικώς καλύτερα, ο Κουν επέμενε να τον συντροφέψουμε στο δείπνο του. Θυμάμαι πάντα αυτές τις συγκεντρώσεις συμποσίου, όπου η φυσική έκφραση της φιλοξενίας του δασκάλου μας υποχρέωνε να δοκιμάσουμε τους ακατονόμαστους μεζέδες και να πιούμε απ’ το αποκρουστικό κρασί.
Ήταν όμως πολύ ωραία όλ’ αυτά κι αναπόσπαστο μέρος της ζωής μας. Μιας ζωής που κυρίαρχος σκοπός της ήταν η έντονη επιθυμία όλων μας να φτιάξουμε το «Θέατρο Τέχνης». Σ’ αυτό το μικρό δωμάτιο, στην υπόγεια ταβέρνα, στο Ωδείο της οδού Φειδίου, ένα σωρό γνωστοί σήμερα άνθρωποι του θεάτρου δούλευαν νύχτα και μέρα, συζητούσαν, μάλλωναν και φιλοσοφούσαν. Θ’ αναφέρω μερικούς που φέρνω στο νου μου: την Βάσω Μεταξά, την Ελένη Χατζηαργύρη, την Καίτη Ααμπροπούλου, την Μαρία Γιαννακοπούλου, τον Παντελή Ζερβό, τον Λυκούργο Καλλέργη, τον Βασίλη Διαμαντόπουλο, τον Μάριο Πλωρίτη, τον Αντρέα Νομικό, τον Γιώργο Σεβαστίκογλου, τον Κώ¬στα Χατζηαργύρη...»
Ο Βασίλης Διαμαντόπουλος έγραφε στο αφιέρωμα:
«Σταφίδες, γιαούρτι, φασόλια ανάλατα και πολλά, πολλά, πάρα πολλά όνειρα! Σφίγγαμε τη λουρίδα και, περιμένοντας το θαύμα δουλεύαμε. Δουλεύαμε όσο ποτέ δεν δουλέψαμε στη ζωή μας. Λες κι οι καημοί γινόνταν θερμίδες και μας τρέφανε...»
Ο Μάριος Πλωρίτης σημειώνει:
«Στο καμαράκι του της Ζωοδόχου Πηγής ή στην υπό¬γεια ταβέρνα του Μώρου, μαζευόμαστε τα βράδια οι πιο στενοί του φίλοι και, καπνίζοντας αχυρένια τσιγάρα, μασώντας σταφίδες, πίνοντας ένα φρικαλέο κρασί, κουβεντιάζαμε ατέλειωτα κι ονειρευόμαστε... Μερικοί ηθοποιοί των έξω θιάσων που είχαν μάθει για την «κίνηση Κουν», σάρκαζαν «τα παιδαρέλια που θ’ αναμόρφωναν την ελληνική Σκηνή». Αλλά εμείς αδιαφορούσαμε και ονειρευόμαστε. Ονειρευόμαστε ένα Θέατρο λυτρωμένο από το ταμείο, τους βεντετισμούς, την ταπεινή κολακεία του κοινού. Ένα θέατρο αφιερωμένο στα άξια έργα και στην άξια ερμηνεία τους. Ένα θέατρο-θρησκεία, που θα πλούτιζε ψυχικά τους μύστες του και το κοινό...»
Ο Νίκος Καρύδης γράφει:
«Τα χρόνια της Κατοχής με τις πέντε παραστάσεις την βδομάδα κι αυτές σε ώρες αντιθεατρικές πέρασαν με μια συνεχή αγωνία Αλλά τι σημασία είχε; Την άλλη μέρα, στο καμαράκι της Ζωοδόχου Πηγής, που ήταν το «σπίτι» του Κουν και στο μικρό δωμάτιο του Ελληνικού Ωδείου, γίνονταν οι πρόβες απ’ το πρωί ως το βράδυ, με φανατισμό και με κέφι κι ετοιμάζονταν οι «Βρυκόλακες, η «Αγριόπαπια», ο «Ρόσμερχολμ».
Και ο Νίκος Καρύδης περιλαμβάνει στο κείμενό του που έχει τον τίτλο «Αμόλευτη Πίστη» μερικά λόγια που έλεγε ο Κάρολος Κουν:
«Δεν κάνουμε θέατρο για το θέατρο. Δεν κάνουμε θέατρο για να ζήσουμε. Κάνουμε θέατρο για να πλουτίσουμε τους εαυτούς μας και το κοινό που μας παρακολουθεί».
Ο Κάρολος Κουν μετά την Κατοχή έφυγε από το δωμάτιο της οδού Ζωοδόχου Πηγής και νοίκιασε ένα σπίτι στην οδό Σκοπέλου της Κυψέλης. Η Νεάπολις του είχε προσφέρει φιλοξενία σε μια από τις πιο κρίσιμες περιόδους της θεατρικής του δουλειάς. Τον είχε φιλοξενήσει στα χρόνια που έβαζε τα θεμέλια του «Θεάτρου Τέχνης», που επέζησε και μετά το θάνατό του.
Όπως πολύ σωστά γράφει ο Γιάννης Σιδέρης στο πρόλογο του αφιερώματος για τα 25 χρόνια δουλειάς του Κουν, ότι «θα συγκαταριθμείται ανάμεσα τους ηγέτες του θεάτρου μας τους γεμάτους χάρες, καλοσύνη, πίστη και αυστηρότητα, όχι απέναντι στους ανθρώπους, αλλά απέναντι στην Τέχνη. Αξιώθηκε να ωφελήσει την πορεία του θεάτρου μας προς τα εμπρός με τη σκηνοθετική του ιδιότητα».
ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΙΡΟΦΥΛΑΣ, «Η ΩΡΑΙΑ ΝΕΑΠΟΛΙΣ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΡΕΞΗΓΗΜΕΝΑ ΕΞΑΡΧΕΙΑ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΦΙΛΙΠΠΟΤΗ 2002
ΠΗΓΗ
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιό σας ή κάνετε την αρχή σε μία συζήτηση
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.