Αρχαιολογικός χώρος Ασκληπιείου Επιδαύρου
Στην ενδοχώρα της Επιδαύρου, σε μία περιοχή με ήπιο κλίμα και άφθονα πηγαία ιαματικά νερά, βρισκόταν το Ασκληπιείο, η έδρα του θεού ιατρού της αρχαιότητας και το σημαντικότερο θεραπευτικό κέντρο όλου του ελληνικού και ρωμαϊκού κόσμου. Ήταν το κύριο ιερό της μικρής παραθαλάσσιας πόλης της Επιδαύρου, αλλά η φήμη του και η αναγνώριση της σημασίας του γρήγορα ξεπέρασαν τα όρια της Αργολίδας και θεωρήθηκε από όλους τους Έλληνες ο τόπος όπου γεννήθηκε η ιατρική.
Περισσότερα από διακόσια ιαματικά κέντρα σε ολόκληρη την ανατολική Μεσόγειο θεωρούνταν ιδρύματά του. Τα μνημεία του αποτελούν σήμερα όχι μόνο παγκοσμίου φήμης αριστουργήματα της αρχαίας ελληνικής τέχνης, αλλά και εξαιρετική μαρτυρία για την άσκηση της ιατρικής στην αρχαιότητα. Σε αυτά αποτυπώθηκε η εξέλιξη της ιατρικής από τη φάση κατά την οποία η ίαση εξαρτιόταν αποκλειστικά από το θεό έως τη μετατροπή της σε επιστήμη, με τη συστηματική καταγραφή περιστατικών και τη σταδιακή συγκέντρωση γνώσης και πείρας.
- Ο τόπος ήταν αφιερωμένος σε θεότητες με θεραπευτικές ιδιότητες ήδη από την προϊστορική εποχή. Στο λόφο Κυνόρτιον, που υψώνεται πίσω από το θέατρο, στα βορειοανατολικά, κατά τη μυκηναϊκή εποχή υπήρχε ιερό, στο οποίο λατρευόταν μία θεά συνδεμένη με την ίαση. Το ιερό αυτό, που ήταν ασυνήθιστα μεγάλο για την εποχή, δημιουργήθηκε το 16ο αι. π.Χ. πάνω στα κατάλοιπα ενός οικισμού της Πρώιμης και της Μέσης Εποχής του Χαλκού (2800-1800 π.Χ.) και διατηρήθηκε έως τον 11ο αι. π.Χ. Γύρω στο 800 π.Χ. ιδρύθηκε στην ίδια θέση ιερό αφιερωμένο στον Απόλλωνα, θεό με θεραπευτικές ιδιότητες, που λατρευόταν εδώ ως Απόλλωνας Μαλεάτας.
Η λατρεία του θεού προστάτη της ανθρώπινης υγείας και της προσωπικής ευτυχίας απέκτησε φήμη που εξαπλώθηκε ραγδαία.
Ο αριθμός των προσκυνητών ολοένα αυξανόταν και το ιερό στο Κυνόρτιο δε επαρκούσε πλέον για τις ανάγκες της λατρείας, έτσι, άρχισε η ανάπτυξη ιερού και στην πεδινή περιοχή, περίπου 1 χλμ. στα νοτιοδυτικά του Κυνορτίου, στον τόπο όπου κατά το μύθο γεννήθηκε ο Ασκληπιός. Τα δύο ιερά, αφιερωμένα το ένα στον Απόλλωνα Μαλεάτα και το άλλο στον Ασκληπιό, εξελίχθηκαν παράλληλα, με την επίσημη ονομασία «ιερόν Απόλλωνος Μαλέατα και Ασκλαπιού».
Το νέο ιερό στην κοιλάδα οργανώθηκε γύρω από το Ιερό Φρέαρ (που αργότερα ενσωματώθηκε στη στοά του Αβάτου) και στο χώρο του κτηρίου Ε, όπου υπήρχε ο πρώτος βωμός τέφρας και ο χώρος των τελετουργικών γευμάτων.
Το φρέαρ ήταν βασικό στοιχείο της ίασης, που επιτυγχανόταν με τη διαδικασία της κάθαρσης και της «εγκοίμησης» κοντά στο νερό, ως μίμηση του τρόπου με τον οποίο οι θεϊκές δυνάμεις εξασφάλιζαν την ανανέωσή τους, επιστρέφοντας με τον περιοδικό θάνατο μέσα στη γη, στην πηγή της ζωής, από την οποία επανέρχονταν αναγεννημένοι.
Ο θεός συμβούλευε τον ασθενή κατά την εγκοίμηση, δηλαδή τον ύπνο που αντιστοιχούσε στον περιοδικό θάνατο, σχετικά με τη θεραπεία που έπρεπε να ακολουθήσει.
Κατά τον 4ο και τον 3ο αι. π.Χ. οι γενικευμένες πολεμικές συρράξεις οδήγησαν τους ανθρώπους να αναζητήσουν ακόμη περισσότερο την προστασία και τη βοήθεια του Ασκληπιού και το ιερό του φιλάνθρωπου θεού έγινε από τα πλουσιότερα της εποχής.
- Τότε πραγματοποιήθηκαν μεγάλα έργα ανοικοδόμησης τόσο στο ορεινό όσο και στο πεδινό ιερό και οικοδομήθηκαν τα σημαντικότερα μνημεία: στο πεδινό ιερό ο ναός του Ασκληπιού, το Άβατον, η θόλος και το θέατρο, το εστιατόριο, το ξενοδοχείο και το στάδιο, ενώ στο ορεινό ιερό ο κλασικός ναός και ο βωμός του Απόλλωνα, η μεγάλη στοά, η κατοικία των ιερέων και το τέμενος των Μουσών.
Μετά την περίοδο των μεγάλων καταστροφών που προκάλεσαν ο Σύλλας και οι Κίλικες πειρατές τον 1ο αι. π.Χ., το Ασκληπιείο γνώρισε νέα άνθηση στους αυτοκρατορικούς χρόνους, ιδίως στο β΄ μισό του 2ου αι. μ.Χ., οπότε ο Ρωμαίος συγκλητικός Αντωνίνος χρηματοδότησε την οικοδόμηση νέων κτηρίων και την ανανέωση παλαιών.
Τότε επισκέφθηκε το ιερό ο περιηγητής Παυσανίας, που το περιέγραψε με λεπτομέρεια και θαύμασε τα μνημεία του (2.26 κ.εξ.). Κατά τους δύο επόμενους αιώνες ο χώρος υπέστη και άλλες καταστροφικές εισβολές, με κυριότερη αυτή των Γότθων, το 267 μ.Χ.
Το πεδινό ιερό αναδιοργανώθηκε άλλη μία φορά στα μέσα του 4ου αι. μ.Χ., όποτε ο κεντρικός του χώρος διαμορφώθηκε σύμφωνα με τα ρωμαϊκά πρότυπα σε μία περιμετρική στοά, στην οποία εντάχθηκαν τμήματα παλαιοτέρων κτηρίων.
Η λατρεία συνεχίσθηκε ακόμη και μετά την επίσημη απαγόρευση της αρχαίας θρησκείας το 426 μ.Χ., αντίθετα από ό,τι συνέβη σε άλλα ιερά, έως την οριστική εγκατάλειψη του χώρου, μετά τους καταστροφικούς σεισμούς του 522 και του 551 μ.Χ.
Αρχαιολογικός χώρος Ασκληπιείου Επιδαύρου |
Τα έτη 1954-1963 πραγματοποιήθηκαν οι πρώτες εργασίες αναστήλωσης του θεάτρου από τον Α. Ορλάνδο. Από το 1974 τις ανασκαφές ανέλαβε και πάλι η Αρχαιολογική Εταιρεία υπό τη διεύθυνση του Καθηγ. Β. Λαμπρινουδάκη στο ιερό του Απόλλωνα Μαλεάτα, ενώ βρίσκονται σε εξέλιξη έργα συντήρησης και ανάδειξης των μνημείων και των δύο ιερών από τη διεπιστημονική ομάδα που συγκροτήθηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού το 1984 με την τότε ονομασία Ομάδα Εργασίας για τη Συντήρηση των Μνημείων της Επιδαύρου, σήμερα Επιτροπή για την Συντήρηση των Μνημείων της Επιδαύρου.
Τα έργα που πραγματοποιούνται στο Ασκληπιείο έχουν αλλάξει ριζικά τη φυσιογνωμία του αρχαιολογικού χώρου, ενώ οι πρόσφατες ανασκαφικές έρευνες έφεραν στο φως στοιχεία σχετικά με τη γενική οργάνωση του χώρου, καθώς και τη χρονολόγηση, τη χρήση και τη λειτουργία πολλών κτηρίων.
Ιερό Ασκληπιείου- βορειοανατολικό τμήμα |
Το Ασκληπιείο της Επιδαύρου περιλαμβάνει δύο ιερά, στα οποία λατρεύονταν μαζί δύο θεραπευτές θεοί: ο Απόλλωνας Μαλεάτας στο παλαιότερο, στο λόφο Κυνόρτιον, και ο Ασκληπιός στο νεότερο πεδινό ιερό, όπου πραγματοποιούνταν οι περίφημες τελετουργίες της ίασης.
Το πεδινό ιερό είναι το μεγαλύτερο και ευρύτερα γνωστό. Η σημερινή είσοδος του αρχαιολογικού χώρου βρίσκεται στη νοτιοδυτική πλευρά του ιερού και δεν αντιστοιχεί στην αρχαία, που βρισκόταν στη βόρεια.
Ακολουθώντας την ιερά οδό, που ξεκινούσε από την παραθαλάσσια πόλη της Επιδαύρου, οι προσκυνητές εισέρχονταν στο ιερό από τα Προπύλαια, τη μνημειώδη είσοδο δωρικού ρυθμού, του 3ου αι. π.Χ.
Μέσα στο ιερό ακολουθούσαν την Ιερά οδό έως το κέντρο του, όπου βρισκόταν ο δωρικός ναός του Ασκληπιού, του οποίου είναι σήμερα ορατή μόνο η θεμελίωση.
Γύρω από το ναό είχαν οικοδομηθεί τα υπόλοιπα κτίσματα που συνδέονταν με τη λατρεία του θεού και την τελετουργία της ίασης: το Άβατο, όπου γινόταν η εγκοίμηση των ασθενών, η θόλος ή θυμέλη, ένα κυκλικό περίστυλο οικοδόμημα, όπου στεγαζόταν η μυστηριακή χθόνια λατρεία του Ασκληπιού, και το τελετουργικό εστιατόριο, όπου γίνονταν τα τελετουργικά γεύματα των ασθενών.
Ελληνικά Λουτρά Επιδαύρου |
Σώζονται κατάλοιπα λουτρικών εγκαταστάσεων, ενός μεγάλου ξενοδοχείου, του Καταγωγίου, που είχε 160 δωμάτια για τη διαμονή των ασθενών και των συνοδών τους, η παλαίστρα, το γυμνάσιο, το ωδείο, το στάδιο και το θέατρο, το τελειότερο παράδειγμα ελληνικού θεάτρου, μοναδικό για την αξιοθαύμαστη προσαρμογή του στο χώρο, την τελειότητα των αναλογιών του και της ακουστικής του.
Σώζονται, επίσης, κατάλοιπα πολλών μικρών ναών αφιερωμένων στον Απόλλωνα, στην Αρτέμιδα, στην Αφροδίτη και σε δευτερεύουσες λατρείες συγγενείς με την κύρια λατρεία του Ασκληπιού, στην Υγεία, στο Μαχάωνα, στον Τελεσφόρο, στον Ύπνο και στην Ηπιόνη.
Ορατά εν μέρει είναι και τα κατάλοιπα του πολύπλοκου υδραυλικού συστήματος μεταφοράς του νερού από τις πηγές του Κυνορτίου μέσω καναλιών και λεκανών καθίζησης στο βορειοανατολικό τμήμα του ιερού, σε δύο κόμβους διανομής, τη δωρική κρήνη και την ιερή κρήνη.
- Το ορεινό ιερό του Απόλλωνα Μαλεάτα είναι μικρότερο σε έκταση. Εδώ έχουν αναδειχθεί κατάλοιπα των διαδοχικών φάσεων χρήσης του χώρου από την πρωτοελλαδική περίοδο (αψιδωτά κτίσματα) έως τη ρωμαϊκή. Είναι ορατά τα τρία άνδηρα του μυκηναϊκού τεμένους με τον υπαίθριο βωμό τέφρας και το χώρο των τελετουργικών γευμάτων.
Στο κατώτερο άνδηρο σώζεται τμήμα της πώρινης θεμελίωσης του ναού του Απόλλωνα, που κτίσθηκε το 380 π.Χ. πάνω από το βωμό τέφρας του 9ου αι. π.Χ. και το μικρό αρχαϊκό ναό του 7ου αι. π.Χ. Ανατολικά του τεμένους οικοδομήθηκε κατά την κλασική εποχή ένας βωμός του τύπου των μνημειωδών κτιστών τετραστύλων βωμών.
Στα βόρεια το ιερό οριζόταν με αναλημματικό τοίχο, που κτίσθηκε κατά τη σημαντικότερη φάση οικοδομικής δραστηριότητας στο χώρο, τον 4ο και 3ο αι. π.Χ. Στη νότια πλευρά του τοίχου σχηματιζόταν στοά, η οποία είχε πρόσοψη προς το εσωτερικό του ιερού.
Στην ίδια περίοδο χρονολογείται και ένα μικρό σπανιότατο υπαίθριο τέμενος των Μουσών, ενώ στο 2ο αι. μ.Χ. χρονολογούνται τα υπόλοιπα ορατά μνημεία του χώρου, το πρόπυλο στην είσοδο του ιερού, η ανοικοδόμηση της ελληνιστικής κατοικίας των ιερέων, της Σκανάς, η δεξαμενή του Αντωνίνου, της οποίας είναι διατηρημένο το μεγαλύτερο τμήμα της οροφής, καθώς και ένα Νυμφαίο.
Συντάκτης
Όλγα Ψυχογυιού, αρχαιολόγος
Η Θόλος κατά την παρούσα (2006) φάση της αναστήλωσής της. |
Η Θόλος της Επιδαύρου έχει έως σήμερα τη φήμη του τελειότερου κυκλικού οικοδομήματος της αρχαίας ελληνικής αρχιτεκτονικής.
Το κτίριο χαρακτηρίζεται από διατάξεις αρχιτεκτονικών στοιχείων σε τριμερή οργάνωση. Η ανωδομή του αποτελείτο από τρεις ομόκεντρους κυκλικούς δακτυλίους.
Εξωτερικά υπήρχε πώρινη περίσταση από 26 δωρικούς κίονες, η οποία περιέβαλε έναν πώρινο σηκό. Μια δεύτερη κυκλική κιονοστοιχία από 14 μαρμάρινους κίονες με κορινθιακό κιονόκρανο διακοσμούσε το εσωτερικό του σηκού.
Το δάπεδο στο εσωτερικό της κορινθιακής κιονοστοιχίας διαμορφωνόταν από λευκές και μαύρες ρομβοειδείς πλάκες σε ένα μοναδικής σύλληψης γεωμετρικό σχέδιο.
Από τις εργασίες αναστήλωσης |
Το κτίριο στεγαζόταν από κωνική ξύλινη στέγη καλυμμένη με ένα πολύπλοκο σύστημα μαρμάρινων κεραμίδων ενώ στην κορυφή της στέγης είχε τοποθετηθεί ένα περίτεχνο κεντρικό φυτικό ακρωτήριο.
©: John Goodinson / Yannis Svolos
©: John Goodinson / Yannis Svolos |
Αναπαράσταση σε 3Δ λεπτομερειών του κτίσματος όταν φτιάχτηκε ©: John Goodinson / Yannis Svolos.
Η Θόλος, σημαντικό οικοδόμημα στη μυστηριακή λατρεία του Ασκληπιού και σε άμεση γειτνίαση με το ναό του Ασκληπιού και τη στοά του Αβάτου, ενσωματώθηκε στα κτίρια που περιέβαλε η στοά των υστερορωμαϊκών χρόνων.
Καταστράφηκε για πρώτη φορά από το μεγάλο σεισμό του 6ου μ. Χ. ενώ γύρω στο 18ο αιώνα άρχισε η διαρπαγή των πώρινων μελών, η ασβεστοποίηση των μαρμάρων και η αφαίρεση των μεταλλικών στοιχείων της. Υλικό από τη Θόλο βρέθηκε επίσης εντοιχισμένο σε βυζαντινά μνημεία της ευρύτερης περιοχής.
Μετά τις ανασκαφές του τέλους του 19ου αιώνα, από το μνημείο σώζονταν μόνο οι τρεις στερεοβάτες της ανωδομής και η υπόγεια τριμερής κατασκευή του λαβυρίνθου.
Σημαντικό μέρος των διάσπαρτων αρχιτεκτονικών μελών της ανωδομής χρησιμοποιήθηκε σε συνεπτυγμένες αποκαταστάσεις των αρχών του 20ου αιώνα στο Αρχαιολογικό Μουσείο Επιδαύρου.
Η Επιτροπή Συντήρησης Μνημείων Επιδαύρου εκτελεί από το 1994 πρόγραμμα μερικής αποκατάστασης του κτιρίου, στα πλαίσια του οποίου διαλύθηκαν οι παραπάνω αποκαταστάσεις. Σήμερα στο μουσείο εκτίθεται μόνο το κορινθιακό κιονόκρανο - παράδειγμα, που βρέθηκε προσεκτικά θαμμένο κοντά στο μνημείο.
Η στοά του Αβάτου
Η στοά του Αβάτου αναστηλωμένη (άποψη από τα ανατολικά). |
Το Άβατο ή Εγκοιμητήριο κατασκευάστηκε σε δύο οικοδομικές φάσεις, στις αρχές και στο τέλος του 4ου αι π. Χ. Κατά τη δεύτερη, διπλασιάστηκε το μήκος του κτιρίου, ανταποκρινόμενο στη συνεχώς αυξανόμενη φήμη της λατρείας του Ασκληπιού. Σύμφωνα με μια επιγραφή, αρχιτέκτονας του Αβάτου αναφέρεται ο Πέριλλος.
Πρόκειται για ένα μεγάλο, επίμηκες οικοδόμημα στα Βόρεια του ναού του Ασκληπιού, το οποίο αντικατέστησε μια μικρότερη στοά αρχαϊκών χρόνων που εντοπίστηκε σε χαμηλότερο επίπεδο κατά τις πρόσφατες εργασίες.
Στο κτίριο των αρχών του 4ου αιώνα ενσωματώθηκε και το ιερό πηγάδι, καθώς το νερό αποτελούσε πάντα σημαντικό στοιχείο της ίασης.
Η στοά της α΄ φάσης κατελάμβανε μόνο το ανατολικό ήμισυ του τελικού μήκους της, το οποίο χωριζόταν με ισχυρό τοίχο σε 2 μέρη κατά μήκος.
Στα τέλη του 4ου αι π.Χ., η μονώροφη στοά επεκτάθηκε προς τα δυτικά. Εδώ, η κατωφέρεια του εδάφους οδήγησε τον αρχιτέκτονα στην κατασκευή διώροφης στοάς. Το ισόγειο της δυτικής πτέρυγας είχε κτιστή πρόσοψη με εντοιχισμένους πεσσούς και μερικώς ανεπτυγμένο δωρικό θριγκό ενώ εσωτερικά κεντρική πεσσοστοιχία από 6 δωρικούς πεσσούς στήριζε το ξύλινο δάπεδο του πρώτου ορόφου.
Η μεγάλη υψομετρική διαφορά καλύφθηκε με τη μνημειώδη κλίμακα στο σημείο ένωσης των 2 πτερύγων. Πλέον, η πρόσοψη του κτιρίου αποτελούνταν από 31 κίονες ιωνικού ρυθμού, οι οποίοι είχαν μεταξύ τους λίθινα κιγκλιδώματα.
Στην στοά του Αβάτου πραγματοποιούνταν η ίαση των ασθενών που προσέρχονταν στο Ιερό του Θεού - Θεραπευτή. Εδώ, μακριά από αδιάκριτα μάτια, ο ασθενής προσδοκούσε τη θεραπεία του, η οποία επιτυγχανόταν μέσω της εγκοίμησης και κατά συνέπεια μέσω της επαφής του πιστού με το Θείο.
- Ο ασθενής, αφού είχε εξαγνιστεί με νερό από το «ιερό πηγάδι», κοιμόταν στο έδαφος, σε επαφή δηλαδή με τη χθόνια κατοικία του Θεού, και ο Θεός, ο ίδιος ή τα ιερά του ζώα, εμφανιζόταν στον ύπνο του και τον θεράπευε ή του υπεδείκνυε τον τρόπο θεραπείας.
Αριστερά ο Θόλος δεξιά ο Ναός του Ασκληπιού και στο κέντρο στο βάθος το Άβατον ©: John Goodinson / Yannis Svolos |
Το μνημείο ήρθε στο φως στα τέλη του 19ου αιώνα από τον Π. Καββαδία. Τα τελευταία χρόνια πραγματοποιήθηκε από την Επιτροπή Συντήρησης Μνημείων Επιδαύρου πρόγραμμα μερικής αποκατάστασης του κτιρίου.
Το Καταγώγιο
Αεροφωτογραφία (Mayers 1985). |
- Το κτίριο του Καταγωγίου ήταν ένα μεγάλο τετράγωνο οικοδόμημα πλευράς 76,30μ., το οποίο χωριζόταν σε τέσσερα ίσου μεγέθους μικρότερα τετράγωνα.
- Το κάθε τμήμα διέθετε εσωτερική κεντρική, περίστυλη αυλή με κίονες δωρικού ρυθμού. Δωμάτια διαφόρων διαστάσεων διατάσσονταν γύρω από κάθε αυλή. Είσοδοι υπήρχαν στην ανατολική και δυτική πλευρά του κτιρίου, μία για κάθε τετράγωνο.
Το Καταγώγιο υπέστη επισκευές και μετατροπές κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους, ιδίως στο Ανατολικό του τμήμα. Μέλη της ανωδομής του επαναχρησιμοποιήθηκαν κατά την κατασκευή της περιμετρικής στοάς της ύστερης αρχαιότητας, η οποία φρόντισε για την αναδιοργάνωση του κεντρικού τμήματος του Ιερού. Το Καταγώγιο αποκαλύφθηκε το 1893 κατά τις ανασκαφές της Αρχαιολογικής Εταιρείας.
Το οικοδόμημα του Καταγώγιου, σχετικά απομακρυσμένο από το κυρίως τμήμα του Ιερού, παρείχε στέγη στους πολυάριθμους επισκέπτες, ασθενείς, συνοδούς και προσκυνητές. Η λειτουργία του ήταν απαραίτητη δεδομένης της διαρκώς αυξανόμενης προσέλευσης επισκεπτών, ιδιαίτερα κατά τις ημέρες του εορτασμού των Ασκληπιείων, αλλά και της απόστασης του Ιερού από την πόλη της Επιδαύρου.
Το ''κτίριο Ε'
Το Κτίριο Ε όπως φαίνεται από δυτικά. |
Κατά την πρώτη φάση, τον 6ο αιώνα π. Χ., δημιουργήθηκε ένας υπαίθριος βωμός από τη συσσωρευμένη τεφρά των θυσιαζόμενων ζώων και τα υπολείμματα της θυσίας ενώ σε μικρή απόσταση στα Βόρεια αυτού κατασκευάστηκε ένας μικρός ναΐσκος, του οποίου λείψανα διατηρούνται κάτω από τον μεταγενέστερο ίδιων διαστάσεων χώρο. Τα ευρήματα από το βωμό τέφρας δηλώνουν ότι σ΄ αυτόν τιμούσαν τον Απόλλωνα και τον Ασκληπιό μαζί.
Στον 5ο αιώνα, ο βωμός και ο ναΐσκος ορίστηκαν από 2 αβαθείς στοές στα Ανατολικά και Βόρεια, οι οποίες εξυπηρετούσαν τους πιστούς ενώ στα Νότια κτίστηκε ένας απλός τοίχος. Απέναντί τους δημιουργήθηκε υπέργειος βωμός. Κατά τον 4ο αιώνα ανακατασκευάστηκε ο ναΐσκος με πώρινα μέλη.
Από τα λείψανα στο δάπεδό του συμπεραίνουμε ότι διέθετε πτυσσόμενη τράπεζα αιματηρών προσφορών καθώς και παροχέτευση νερού για τον καθαρισμό του από τους ρύπους της τροφής.
Την ίδια εποχή ο απλός τοίχος της Νότιας πλευράς διαμορφώθηκε σε στοά, πιθανόν διώροφη, ενώ το περίγραμμα του κτιρίου έκλεισε στα Δυτικά με μικρό μνημειώδες πρόπυλο. Αργότερα, τα χώματα του βωμού στο εσωτερικό της αυλής συγκρατήθηκαν με τοίχο τεθλασμένης γραμμής. Κατά τη ρωμαιοκρατία έγιναν άλλες μικρότερες αλλαγές.
- Το κτίριο Ε φιλοξένησε αρχικά τη διπλή λατρεία του Απόλλωνα και του Ασκληπιού. Στον κεντρικό υπαίθριο χώρο τελούνταν οι αιματηρές θυσίες, ανάμεσα στις οποίες περιλαμβανόταν και η ολοκαύτησις, η θυσία δηλαδή του ζώου που καιγόταν εντελώς στο βωμό προς τιμήν του θεού. Η θυσία του ζώου, η προσφορά μέρους του στο θείο και η μετάληψη του υπολοίπου κρέατος από τους πιστούς, τους εξασφάλιζαν τη δύναμη και την ευλογία του ίδιου του θεού. Η διαδικασία του τελετουργικού γεύματος που περιγράφηκε, πραγματοποιούνταν στο χώρο γύρω από το βωμό καθώς και στις στοές που δημιουργήθηκαν σταδιακά.
Το συγκρότημα του Τελετουργικού Εστιατορίου
Το Τελετουργικό Εστιατόριο μετά την αποκατάστασή του (από νοτιοδυτικά) |
Την ίδια εποχή θεωρείται ότι το Πρόπυλο μετατράπηκε σε ναό της Υγείας. Από τις εργασίες των τελευταίων χρόνων ήρθε στο φως Κρήνη απέναντι από την παράπλευρη είσοδο στα νοτιοανατολικά του κτιρίου, που χρονολογείται το 2ο αιώνα π.Χ.
Το κυρίως Εστιατόριο απαρτίζεται από μια εσωτερική περίστυλη αυλή με δωρική κιονοστοιχία.
- Γύρω από την αυλή διατάσσονταν αίθουσες διαφόρων διαστάσεων ενώ στα Βόρεια υπήρχε δεύτερη κιονοστοιχία ιωνικού ρυθμού. Ιωνικού ρυθμού ήταν και οι κίονες που υπήρχαν στο εσωτερικό των αιθουσών.
Το Ωδείο των ρωμαϊκών χρόνων αποτελείτο από ορθογώνιο κοίλο με 9 σειρές καθισμάτων, ορχήστρα με ψηφιδωτό δάπεδο γεωμετρικής διακόσμησης, λογείο ή προσκήνιο, σκηνή, παρόδους και βοηθητικούς χώρους.
Και η είσοδος πρόπυλο του Γυμνασίου ή Εστιατορίου |
Η σύγχρονη έρευνα ωστόσο απέδειξε πως πρόκειται για ένα Εστιατόριο, προοριζόμενο για τα τελετουργικά γεύματα, στα οποία, σύμφωνα με τη λατρεία, ελάμβανε μέρος και ο θεός, προσφέροντας δύναμη και υγεία στους πιστούς.
Η ταύτιση του οικοδομήματος τεκμηριώνεται από την ύπαρξη κλινών στις αίθουσες και από την αποκάλυψη υπολειμμάτων φωτιάς και γευμάτων στην περιοχή της αυλής.
Το Εστιατόριο καταστράφηκε μερικώς από επιδρομές πειρατών τον 1ο αιώνα π. Χ. Το 2ο αιώνα μ. Χ κτίστηκε το Ωδείο στην εσωτερική αυλή, χρησιμοποιώντας υλικό σε δεύτερη χρήση, πιθανότατα για την τέλεση ωδικών και δραματικών παραστάσεων σχετιζομένων με τα τελετουργικά γεύματα. Το συγκρότημα του Εστιατορίου ήρθε στο φως από τον Π. Καββαδία το 1884 και 1891.
- Τα τελευταία χρόνια, από το 1984 και εξής, εφαρμόζεται από την Επιτροπή Συντήρησης Μνημείων Επιδαύρου πρόγραμμα μερικής αποκατάστασης του Τελετουργικού Εστιατορίου, με σκοπό την κατανόηση της μορφής και της χρήσης του μνημείου.
Το Στάδιο μετά την αποκατάσταση του στίβου και της νότιας πλευράς του (2005) |
Η πρωιμότερη φάση κατασκευής του οικοδομήματος, η οποία διαπιστώθηκε κάτω από τα λίθινα εδώλια αλλά και στο ανατολικό πρανές, χρονολογείται στον πρώιμο 5ο αιώνα π. Χ. Τα λίθινα εδώλια άρχισαν να τοποθετούνται από τον 3ο αιώνα π.Χ. και εξής.
Το Στάδιο διαμορφώθηκε αρχικά σε μια φυσική κοιλότητα του εδάφους, στην κοίτη ενός ρέματος, το οποίο διέσχιζε το χώρο του Ιερού.
Από αυτή τη φάση σώζονται καθίσματα από πηλό και μικρούς λίθους, τα οποία εντοπίστηκαν κάτω από τα μεταγενέστερα ασβεστολιθικά εδώλια των μακρών πλευρών και την ανατολική πλευρά.
Τα λίθινα εδώλια άρχισαν να τοποθετούνται από το μέσο των μακρών πλευρών και προς τα άκρα, καλύπτοντας ωστόσο μόνο το κεντρικό τμήμα των πρανών.
- Ο στίβος για τα αγωνίσματα του δρόμου ήταν χωρισμένος κατά μήκος με χαμηλές στήλες σε 6 ίσα μέρη («πλέθρα?), τα οποία συνολικά είχαν μήκος 181.30μ., δηλαδή ένα «στάδιον?. Τις στενές πλευρές ο δρόμος κατέληγε στη γραμμή εκκίνησης ή τερματισμού, όπου υπήρχαν κιονίσκοι που οριοθετούσαν τις θέσεις των αγωνιζομένων.
- Ο Πίνδαρος αναφέρει την τέλεση γυμνικών αγώνων στο Ασκληπιείο της Επιδαύρου ήδη από τον πρώιμο 5ο αιώνα. Αθλητικοί αγώνες αλλά και αγώνες ραψωδίας, μουσικής και δράματος αποτελούσαν τμήμα του τελετουργικού που ελάμβανε χώρα κατά τη διάρκεια της γιορτής προς τιμήν του Ασκληπιού που διοργανωνόταν κάθε 4 χρόνια, των Μεγάλων Ασκληπιείων. Το Στάδιο της Επιδαύρου, όπως και τα υπόλοιπα στάδια που βρίσκονται σε μεγάλα ιερά, προοριζόταν για την τέλεση των αθλητικών αγώνων προσελκύοντας πλήθος επισκεπτών.
Ο ναός του Ασκληπιού
Τμήμα του Ναού που βρίσκεται στο τοπικό αρχαιολογικό μουσείο. |
- Ο ναός ήταν περίπτερος με 6 x 11 δωρικούς κίονες στην περίσταση ενώ 2 επιπλέον δωρικοί κίονες βρίσκονταν ανάμεσα στις παραστάδες, στην είσοδο του προνάου. Η πρόσβαση στο κτίριο γινόταν μέσω μιας αναβάθρας στα ανατολικά.
- Ο ναός αποτελούνταν από πρόναο και σηκό με εσωτερική κορινθιακή κιονοστοιχία σε σχήμα Π.
Ο Θεός εικονιζόταν καθισμένος σε θρόνο με βακτηρία στο ένα χέρι και φίδι στο άλλο. Στο πλάι του καθόταν ένας σκύλος. Ο θρόνος ήταν διακοσμημένος με μυθολογικές παραστάσεις.
Στο δάπεδο του σηκού υπήρχε μια θήκη, ο «θησαυρός?, όπου φυλάσσονταν τα περιουσιακά στοιχεία του ιερού καθώς και τα πολύτιμα αναθήματα.
Ο εξωτερικός διάκοσμος περιελάμβανε μετόπες διακοσμημένες με ρόδακες, αετωματικές συνθέσεις και ολόγλυφα ακρωτήρια.
Στο ανατολικό αέτωμα εικονιζόταν η άλωση της Τροίας και δυτικό σκηνές μάχης Ελλήνων και Αμαζόνων. Νίκες, έφιππες Αύρες και σύμπλεγμα ανδρικής και γυναικείας μορφής (ίσως Απόλλων και Κορωνίς, οι γονείς του Ασκληπιού) κοσμούσαν τα ακρωτήρια.
Στοιχεία για την κατασκευή του ναού γνωρίζουμε από την οικοδομική επιγραφή που τον αφορά και βρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Επιδαύρου. Η επιγραφή αναφέρει τα ονόματα όσων εργάστηκαν, το είδος της εργασίας τους και την αμοιβή τους.
- Ο ναός πιθανότατα καταστράφηκε μετά τον 5ο αι. μ. Χ. Μετά την εγκατάλειψή του και εξαιτίας του εύθρυπτου υλικού κατασκευής (μαλακός πωρόλιθος), το μνημείο διαλύθηκε ταχύτατα. Μετά την ανασκαφή του ναού από τον Π. Καββαδία, μέλη από την ανωδομή του χρησιμοποιήθηκαν στη μερική αποκατάσταση του αρχιτεκτονικού του διακόσμου στο Αρχαιολογικό Μουσείο Επιδαύρου.
Ο μικρός ναός της Αρτέμιδος
Τμήμα του Ναού που βρίσκεται στο τοπικό αρχαιολογικό μουσείο Β |
- Η άσκηση λατρείας της Αρτέμιδος στο Ιερό χρονολογείται ήδη από τον 5ο αι. π. Χ, σύμφωνα με επιγραφική μαρτυρία. Ο ναός ήταν πρόστυλος με 6 δωρικούς κίονες στην πρόσοψη και εσωτερική κορινθιακή κιονοστοιχία σε σχήμα Π.
- Στο σηκό ήταν ιδρυμένο το άγαλμα της θεάς. Εξωτερικά έφερε θριγκό δωρικού ρυθμού ενώ η σίμη ήταν διακοσμημένη με ανάγλυφες άκανθες.
Η Θεά φαίνεται πως είχε εδώ τονισμένη τη χθόνια υπόστασή της και λατρευόταν ως Άρτεμις-Εκάτη. Η έρευνα τοποθετεί από 2 ακρωτήρια Νικών στις άκρες των 2 αετωμάτων και διαφορετικό ακρωτήριο στο κέντρο κάθε αετώματος.
Στα ανατολικά υπήρχε ο βωμός της θεάς, ο οποίος συνδεόταν με το ναό μέσω ενός πλακόστρωτου διαδρόμου που κατέληγε σε στενότερη αναβάθρα.
Ο ναός της Αρτέμιδος κτίστηκε κατά τη διάρκεια του μεγάλου οικοδομικού προγράμματος του Ιερού και αργότερα ενσωματώθηκε στην στοά της ύστερης αρχαιότητας, η οποία περιελάμβανε τα πιο σημαντικά οικοδομήματά του. Ανασκάφηκε από τον Π. Καββαδία στα τέλη του 19ου αιώνα. Η ύπαρξη ναού αφιερωμένου στην αδελφή του Απόλλωνα στο Ιερό της Επιδαύρου ήταν γνωστή από τη μαρτυρία του περιηγητή Παυσανία.
- Η ταύτισή του ωστόσο με τα συγκεκριμένα κατάλοιπα πραγματοποιήθηκε μετά την αποκάλυψη, στην ανατολική πλευρά του κτιρίου, ενεπίγραφου βάθρου με το όνομα της θεάς. Η ταύτιση αυτή ενισχύθηκε με τη χρήση των χαρακτηριστικών συμβόλων της θεάς ως υδρορρόες.
Το Θέατρο του Ασκληπιείου της Επιδαύρου
Το Θέατρο του Ασκληπιείου της Επιδαύρου οικοδομήθηκε στη δυτική πλευρά του Κυνορτίου όρους, στα τέλη της Κλασικής εποχής, γύρω στο 340-330 π.Χ., στο πλαίσιο της γενικής ανοικοδόμησης του ιερού και χρησιμοποιήθηκε τουλάχιστον έως τον 3ο αι. μ.Χ.
- Το μοναδικό αυτό μνημείο, το τελειότερο και διασημότερο αρχαίο ελληνικό Θέατρο, το οποίο συνδυάζει την κομψότητα με την τέλεια ακουστική, είναι κατά τον Παυσανία, έργο του Πολύκλειτου (του Νεώτερου), του δημιουργού της Θόλου στο ίδιο ιερό.
Την ίδια εποχή διαμορφώθηκε το σκηνικό οικοδόμημα έτσι ώστε οι ηθοποιοί να παίζουν αποκλειστικά στο λογείο, δηλ. στην εξέδρα πάνω από το προσκήνιο, και όχι πλέον μπροστά σ' αυτό. Κατά την Ρωμαιοκρατεία διατήρησε τα χαρακτηριστικά του ελληνικού Θεάτρου, ακόμη και μετά την επισκευή του από τις καταστροφές που υπέστη κατά την εισβολή των Ερούλων το 267 π.Χ., κυρίως στο σκηνικό οικοδόμημα.
Το κοίλο του Θεάτρου έχει κατασκευαστεί στην πλαγιά του λόφου με ασβεστολιθικό υλικό ενώ τα αναλήμματά του αποτελούνται από πωρόλιθο. Ένα πλακόστρωτο διάζωμα, πλάτους 1,90 μ., χωρίζει το τμήμα του κοίλου που κτίστηκε πρώτο, από ένα νεότερο τμήμα, το επιθέατρο. Δεκατρείς ακτινωτές κλίμακες οδηγούν στις 34 σειρές εδωλίων δώδεκα ίσων κερκίδων του αρχικού τμήματος, ενώ το επιθέατρο αποτελείται από 22 κερκίδες και 23 κλίμακες που οδηγούν σε 21 σειρές εδωλίων. Η πρώτη και η τελευταία σειρά του αρχικού τμήματος καθώς και η πρώτη σειρά του νέου έχουν καθίσματα με ερεισίνωτα.
- Το κοίλο περιβαλλόταν από ένα διάδρομο και έναν πώρινο προστατευτικό τοίχο. Στις παρόδους κτίστηκαν μνημειακές δίθυρες πύλες, από τις οποίες κεκλιμένα επίπεδα (αναβάθρες) οδηγούσαν στο προσκήνιο. Ένας πλακόστρωτος διάδρομος χωρίζει το κοίλο από την κυκλική ορχήστρα που έχει διάμετρο 20 μ., στο κέντρο της οποίας σώζεται η βάση για τον βωμό του Διονύσου (θυμέλη).
Στα μέσα του 2ου αι. π.Χ. η πλευρά αυτή κλείστηκε, ενώ αντιθέτως στην πρόσοψη του ορόφου της σκηνής διανοίχτηκαν πέντε προσβάσεις προς το λογείο.
Μεταφέρθηκαν τότε από το προσκήνιο στον όροφο οι κινητοί πίνακες ζωγραφικής, που τοποθετούνταν ανάμεσα σε πεσσούς για την διαμόρφωση του σκηνικού ανάλογα με το δράμα που παιζόταν. Το σκηνικό οικοδόμημα διακοσμούσαν και γλυπτά, από τα οποία ελάχιστα διασώθηκαν.
- Η αρμονία αυτού του Θεάτρου οφείλεται στον μοναδικό του σχεδιασμό βασισμένο σ' ένα κανονικό πεντάγωνο, στο οποίο εγγράφεται η ορχήστρα, καθώς και στη χρήση τριών κέντρων για την χάραξη των καμπύλων σειρών των εδωλίων του κοίλου.
- Περίφημη είναι και η ακουστική του Θεάτρου αυτού.Το μνημείο έφεραν στο φως οι ανασκαφές του Π. Καββαδία τα έτη 1881-83. Αρχικά το 1907 αλλά και κατά την περίοδο 1954-1963 έγιναν εργασίες αναστήλωσης στα θυρώματα των παρόδων, στους αναλημματικούς τοίχους και στις ακραίες κερκίδες του αρχικού τμήματος του κοίλου.
Η φροντίδα του μνημείου είναι συνεχής και αποσκοπεί στην αποκατάσταση των φθορών που υφίσταται το μνημείο από φυσικά αίτια αλλά και από την χρήση του.
Από το 1954 πραγματοποιούνται στο φυσικό τους χώρο κάθε καλοκαίρι παραστάσεις αρχαίου δράματος.
Αναπαράσταση 3Δ από μέρος του θυρόφυλλου της Θόλου ©: John Goodinson / Yannis Svolos |
ΜΕ ΠΗΓΕΣ ΑΠΟ :
- Όλγα Ψυχογυιού, αρχαιολόγος
- Επιτροπή Συντήρησης Μνημείων Επιδαύρου
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιό σας ή κάνετε την αρχή σε μία συζήτηση
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.